ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 1239/2003)
23 Σεπτεμβρίου, 2005
[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΑΡΙΟΣ ΔΗΜΟΣΘΕΝΟΥΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
Καθ'ων η αίτηση.
Αγ. Κακογιάννης, για τον Αιτητή.
Ε. Ζαχαριάδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των καθ'ων η αίτηση, με την οποία απορρίφθηκε ιεραρχική προσφυγή του σε άρνηση της Πολεοδομικής Αρχής να του χορηγήσει πολεοδομική άδεια για ανανέωση προνομίου λατομείου, είναι άκυρη.
(α) Τα γεγονότα.
Στις 30/6/89 παραχωρήθηκε στον αιτητή από την Υπηρεσία Μεταλλείων του Υπουργείου Εμπορίου και Βιομηχανίας, προνόμιο λατομείου για ανόρυξη μαρμάρου σε τεμάχιο γης στο χωριό Σταυροκόννου για περίοδο δύο χρόνων. Το τεμάχιο το οποίο ανήκε σε Τουρκοκύπριο βρίσκεται, σύμφωνα με τις πρόνοιες της Δήλωσης Πολιτικής, σε "περιοχή εξαιρετικής φυσικής καλλονής" και δεν διαθέτει, σύμφωνα με το επίσημο χωρομετρικό σχέδιο, οποιαδήποτε προσπέλαση. Εχρησιμοποιείτο όμως για προσπέλαση στο πιο πάνω τεμάχιο μη εγγεγραμμένος αγροτικός δρόμος. Μετά τη λήξη του προνομίου και αφού εν τω μεταξύ τέθηκε σε εφαρμογή ο περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμος, παραχωρήθηκε στον αιτητή αρχικά η υπ' αρ. ΠΑΦ/0606/93, ημερομηνίας 30/5/94 και ακολούθως η υπ' αρ. ΠΑΦ/0968/98, ημερ. 27/7/99 προσωρινή πολεοδομική άδεια για ανόρυξη μαρμάρου. Η τελευταία άδεια, της οποίας η ισχύς έληξε στις 29/7/2000, συμπεριλάμβανε όρο, σύμφωνα με τον οποίο δεν θα γινόταν ανανέωση του σχετικού προνομίου στο μέλλον λόγω της περιορισμένης ποσότητας υλικού που υπήρχε στην περιοχή.
Παρά τον πιο πάνω όρο, ο αιτητής υπέβαλε στις 26/4/2000 αίτηση για ανανέωση της πιο πάνω άδειας λατομείου. Η Πολεοδομική Αρχή απέρριψε την αίτηση με την πιο κάτω αιτιολογία:
"Το τεμάχιο δεν διαθέτει οποιαδήποτε κατάλληλη προσπέλαση κατά παράβαση της Πολιτικής 3 (Α) 1(γ) της Δήλωσης Πολιτικής (αναθεωρημένο κείμενο).
ΣΗΜΕΙΩΣΗ:
Ο αγροτικός δρόμος που υφίσταται επιτόπου δεν είναι εγγεγραμμένος. Η Πολεοδομική Άδεια με αρ. ΠΑΦ/0968/1998 που αφορά λατόμευση του ίδιου τεμαχίου, εκδόθηκε με βάση τις πρόνοιες της Δήλωσης Πολιτικής που ίσχυαν κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης αυτής και οι οποίες έχουν έκτοτε τροποποιηθεί. Επίσης σύμφωνα με τον όρο 504 της Πολεοδομικής Άδειας με αρ. ΠΑΦ 0968/1998 που έληξε στις 29/07/2000 και αφορά λατόμευση του ίδιου τεμαχίου, δεν θα ανανεωθεί στο μέλλον το πιο πάνω προνόμιο λόγω της περιορισμένης ποσότητας υλικού που υπάρχει στην περιοχή."
Εναντίον της πιο πάνω απόφασης ο αιτητής άσκησε ιεραρχική προσφυγή. Η Πολεοδομική Αρχή, ο Διευθυντής του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως και το Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπησης εισηγήθηκαν την απόρριψη της, σε αντίθεση με τον Έπαρχο Πάφου ο οποίος εισηγήθηκε την αποδοχή της. Η εξ' Υπουργών Επιτροπή απέρριψε στις 26/9/2003 την ιεραρχική προσφυγή και η σχετική απόφαση με το δικαιολογητικό της κοινοποιήθηκε στον αιτητή με την πιο κάτω επιστολή του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών:
"Αναφέρομαι στην ταυτάριθμη επιστολή μου ημερομηνίας 23.3.2001, σχετικά με την Ιεραρχική Προσφυγή που υποβάλατε εκ μέρους του πελάτη σας κ. Μάριου Δημοσθένους εναντίον απόφασης της Πολεοδομικής Αρχής να μη χορηγήσει πολεοδομική άδεια για την ανανέωση λατομείου στη Σταυροκόννου και σας πληροφορώ ότι η Υπουργική Επιτροπή, στην οποία έχει εκχωρηθεί η εξουσία του Υπουργικού Συμβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 31(2) του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου για λήψη απόφασης σε Ιεραρχική Προσφυγή που υποβάλλεται με βάση το άρθρο 31(1) του ιδίου Νόμου στη συνεδρία της ημερομηνίας 26.9.2003, αφού εξέτασε τα πραγματικά γεγονότα και νομικά χαρακτηριστικά που σχετίζονται με την υποβληθείσα πολεοδομική αίτηση καθώς και τους λόγους που επικαλείται ο αιτητής αποφάσισε, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 31 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου, να απορρίψει την Ιεραρχική Προσφυγή, για τους ίδιους λόγους για τους οποίους απορρίφθηκε η αίτηση από την Πολεοδομική Αρχή."
(β) Οι λόγοι της προσφυγής.
Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι άκυρη γιατί,
(i) Συνιστά αποτέλεσμα πλάνης περί τα πράγματα και το Νόμο και έλλειψης δέουσας έρευνας,
(ii) Είναι αναιτιολόγητη καθότι λήφθηκε κατά παράβαση του Νόμου, των Κανονισμών και της Δήλωσης Πολιτικής και των αναθεωρήσεων της περί Μεταλλευτικής και Λατομικής Ανάπτυξης και γιατί
(iii) Παραβιάζει τις αρχές του Διοικητικού Δικαίου.
(i) Πλάνη περί τα πράγματα και το Νόμο και έλλειψη δέουσας έρευνας.
Ο αιτητής εισηγείται ότι η επίδικη απόφαση αποτελεί προϊόν πλάνης περί τα πράγματα και το Νόμο και ότι οι καθ'ων η αίτηση παρέλειψαν να προβούν στη δέουσα έρευνα. Ειδικότερα έχει υποβληθεί ότι ο υφιστάμενος αγροτικός δρόμος που εξυπηρετούσε το λατομείο από το 1989, συνιστούσε κατάλληλη προσπέλαση και ότι η χρήση του δημιούργησε δικαιώματα ευνοϊκά για εκείνους οι οποίοι τον χρησιμοποιούσαν.
Η πιο πάνω εισήγηση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Από τα στοιχεία που έχουν παρουσιαστεί φαίνεται ότι το θέμα εξετάστηκε σε βάθος και ότι λήφθηκαν υπόψη οι απόψεις όλων των εμπλεκόμενων μερών.
Η Υπουργική Επιτροπή εξετάζοντας την ιεραρχική προσφυγή του αιτητή είχε ενώπιον της, μεταξύ άλλων, και το Σημείωμα αρ. 48/20 του Υπουργείου Εσωτερικών στο οποίο περιλαμβάνονται οι απόψεις και εισηγήσεις του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, του Επάρχου Πάφου, του Υπουργείου Εσωτερικών καθώς και τα όσα επικαλέστηκε ο αιτητής στην ιεραρχική προσφυγή του εναντίον της απόφασης της Πολεοδομικής Αρχής. Πιο συγκεκριμένα, η θέση της Πολεοδομικής Αρχής όπως τέθηκε ενώπιον της Υπουργικής Επιτροπής ήταν η ακόλουθη:
"(α) Η άδεια υπ' αρ. ΠΑΦ/0606/93 παραχωρήθηκε στον αιτητή γιατί:
(i) Η ανάπτυξη δεν συγκρουόταν με την Πολιτική 3(Α)1(β) του ισχύοντος τότε κειμένου της Δήλωσης Πολιτικής που αφορούσε την προσπέλαση για σκοπούς ανάπτυξης αφού με βάση το διατυπωμένο κείμενο της παραγράφου αυτής, ανάπτυξη επιτρέπεται εφ' όσον αυτή "διαθέτει, όπου απαιτείται, κατάλληλη ικανοποιητική, άνετη και ασφαλή δημόσια προσπέλαση". Ο αγροτικός δρόμος με βάση την ερμηνεία που δόθηκε στην παράγραφο αυτή θεωρήθηκε ότι ικανοποιούσε τις ανάγκες της προτεινόμενης ανάπτυξης (λατομική ανάπτυξη περιορισμένης κλίμακας).
(ii) Η ανάπτυξη αυτή βρισκόταν μέσα στα πλαίσια των προϋποθέσεων που καθορίζονται με βάση την Πολιτική 9(Η)3 του ισχύοντος τότε κειμένου της Δήλωσης Πολιτικής για χορήγηση άδειας λατόμευσης μέσα σε Περιοχή Εξαιρετικής Φυσικής Καλλονής (ανάπτυξη περιορισμένης κλίμακας, η περιοχή δεν είχε οικολογική αξία, δεν επηρέαζε καλή γεωργική γη και ήταν μακριά από περιοχές ανάπτυξης) και
(iii) Τα άλλα αρμόδια Τμήμα και Υπηρεσίες δεν είχαν ένσταση στη χορήγηση της άδειας.
(β) Ο αιτητής υπέβαλε στις 3/6/97 νέα αίτηση ενώ εν τω μεταξύ είχε δημοσιευθεί το αναθεωρημένο κείμενο της Δήλωσης Πολιτικής με βάση το οποίο:
(i) Ανάπτυξη περιορισμένης έκτασης όπως η λατομική ανάπτυξη επιτρέπεται εφ' όσον αυτή διαθέτει κατάλληλη και ικανοποιητική προσπέλαση όπως αυτή ερμηνεύεται με βάση τη σχετική Εντολή του Υπουργού Εσωτερικών (Πολιτική 3(Α)1(γ). Σε καμία από τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην Εντολή αυτή δεν ερμηνεύεται ως ικανοποιητική προσπέλαση η χρήση αγροτικού μη εγγεγραμμένου δρόμου και
(ii) Λατομική ανάπτυξη μέσα σε "Περιοχή Εξαιρετικής Φυσικής Καλλονής" θα επιτρέπεται εφ' όσον διαπιστωθεί ότι αυτή είναι απόλυτα αναγκαία. Το γεγονός αυτό δεν αποδείχθηκε με τα στοιχεία που υποβλήθηκαν αλλά και τις σχετικές απαντήσεις άλλων εμπλεκομένων Τμημάτων και Υπηρεσιών.
(γ) Παρά ταύτα η Πολεοδομική Αρχή λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι με βάση τις πρόνοιες της Πολιτικής 9(Η)7 της Δήλωσης Πολιτικής, για υφιστάμενα λατομεία που κατά την 1/12/90 λειτουργούσαν νόμιμα θα τυγχάνει ευνοϊκού χειρισμού σχετική αίτησή τους, για συνέχιση των εργασιών νοουμένου ότι στην περιοχή δεν έχουν διαμορφωθεί νέες συνθήκες, χορήγησε την αιτηθείσα άδεια.
(δ) Με το ίδιο πιο πάνω σκεπτικό η Πολεοδομική Αρχή χορήγησε στις 29.7.99, την προσωρινή Πολεοδομική Άδεια με αρ. ΠΑΦ/0968/98, για ανανέωση του λατομείου η οποία έληγε στις 29.7.2000. Λαμβάνοντας ωστόσο υπ' όψη τις απαγορευτικές πρόνοιες της νομοθεσίας, τη μακροχρόνια χρήση αλλά και τις απόψεις του Τμήματος Γεωλογικής Επισκόπησης ότι παραμένουν περιορισμένες ποσότητες ανακρυσταλλωμένου ασβεστόλιθου η Πολεοδομική Αρχή χορήγησε την άδεια με τον όρο ότι "δεν θα ανανεωθεί στο μέλλον το πιο πάνω προνόμιο λόγω της περιορισμένης ποσότητας υλικού που υπάρχει στην περιοχή".
(ε) Η Πολεοδομική Αρχή απορρίπτοντας και την τελευταία αίτηση (ΠΑΦ/0968/1998/Α) στηρίχθηκε σε σαφείς πρόνοιες της νομοθεσίας που αφορούν θέματα προσπέλασης προς το τεμάχιο της ανάπτυξης. Το γεγονός ότι προηγούμενες αιτήσεις έτυχαν ευνοικού χειρισμού δεν κατοχύρωνε την επ' άπειρο χορήγηση άδειας λατόμευσης του τεμαχίου αν αυτό συγκρούεται με πρόνοιες της νομοθεσίας. Εξάλλου στην τελευταία άδεια είχε τεθεί όρος για μη ανανέωση του λατομείου στο μέλλον και εναντίον του οποίου δεν υποβλήθηκε Ιεραρχική Προσφυγή."
Με τα πιο πάνω ήταν σύμφωνος και ο Διευθυντής του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, ο οποίος σημείωσε ότι εφόσον δεν υπήρχε ικανοποιητική προσπέλαση, η Πολεοδομική Αρχή δεν μπορούσε να εκδώσει την αιτούμενη άδεια και εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης, αφού θα λαμβάνονταν υπόψη προς τούτο και οι απόψεις του Τμήματος Γεωλογικής Επισκόπησης. Η θέση του Τμήματος Γεωλογικής Επισκόπησης ήταν αρνητική αφού "η περιοχή δεν διαθέτει ικανοποιητική ποσότητα μαρμάρου έτσι ώστε να δικαιολογείται η παράταση λειτουργίας του υφιστάμενου λατομείου".
Από τα πιο πάνω φαίνεται ότι είχε διεξαχθεί ικανοποιητική έρευνα για τη διαπίστωση όλων των απαραίτητων δεδομένων μέσα στα πλαίσια των προνοιών του άρθρου 26(1) του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου του 1972 (Ν. 90/72), το οποίο προνοεί ότι για να καταλήξει σε απόφαση η Πολεοδομική Αρχή "λαμβάνει υπόψη τις πρόνοιες του εφαρμοστέου στην περίπτωση σχεδίου αναπτύξεως καθώς και οποιοδήποτε άλλο ουσιώδη παράγοντα" και ότι η επίδικη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή.
Αναφορικά με το θέμα της προσπέλασης σημειώνεται ότι η γνωμάτευση της Νομικής Υπηρεσίας που επικαλέστηκε ο αιτητής (ότι δηλαδή η χρήση μη εγγεγραμμένου δρόμου δημιουργεί δικαιώματα στους περιοίκους) δεν ενισχύει τις θέσεις του αιτητή, αφού η γνωμάτευση αφορούσε διαφορετικά γεγονότα (διαχωρισμός γης σε οικόπεδα για την αυτοστέγαση εκτοπισθέντων). Επιπρόσθετα θα πρέπει να σημειωθεί ότι η Διοίκηση μπορεί να μεταβάλει τη θέση της σε μια συγκεκριμένη περίπτωση, νοουμένου ότι αιτιολογεί την αλλαγή της προσέγγισής της.
Όπως τονίστηκε στην υπόθεση Κουρσάρος ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1999) 3 ΑΑΔ 345, 354,
"Στην παρούσα υπόθεση το Συμβούλιο της Αρχής έχει εκδώσει δύο αποφάσεις σε σχέση με τη γενική εντύπωση από την προφορική εξέταση. Με την πρώτη απόφαση, η οποία λήφθηκε από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Αρχής, η απόδοση των δύο υποψηφίων κρίθηκε "ως πολύ καλή". Με τη δεύτερη απόφαση, η οποία λήφθηκε από την πλειοψηφία του Συμβουλίου, το Ε.Μ. κρίθηκε ότι υπερέχει του εφεσείοντα. Επομένως η δεύτερη απόφαση αποτελεί απόφαση αντίθετη προς παλαιότερη του ιδίου οργάνου. Σε τέτοια περίπτωση το Συμβούλιο της Αρχής έπρεπε να αιτιολογήσει την απόκλιση του από την προηγούμενη απόφαση. (Βλ. Δαγτόγλου, πιο πάνω, παραγ. 642: "Πράξεις αντίθετες προς προηγούμενες πράξεις του ιδίου οργάνου είναι αιτιολογητέες εκ φύσεως. Η διοίκηση μπορεί κατ' αρχήν να μεταβάλλει τις απόψεις και την τακτική της, αλλά οφείλει να αιτιολογήσει την αλλαγή της πορείας της (Στ.Ε. 2387/66 υπό την προϋπόθεση ότι η προηγούμενη πράξη είναι πρόσφατη)")."
Στην παρούσα περίπτωση η διαφοροποίηση της προσέγγισης της Διοίκησης αιτιολογείται πλήρως από το περιεχόμενο της έκθεσης της Πολεοδομικής Αρχής. Συνακόλουθα η σχετική εισήγηση απορρίπτεται.
(ii) Έλλειψη αιτιολογίας και παράβαση του Νόμου, Κανονισμών και της Δήλωσης Πολιτικής αναφορικά με τη Μεταλλευτική και Λατομική ανάπτυξη.
Έχει υποβληθεί εκ μέρους του αιτητή ότι η επίδικη απόφαση είναι αναιτιολόγητη γιατί δεν προκύπτουν από το διοικητικό φάκελο οι λόγοι για τους οποίους οι καθ'ων η αίτηση δεν αποδέχτηκαν ως κατάλληλη προσπέλαση το μη εγγεγραμμένο αγροτικό δρόμο που εχρησιμοποιείτο ως πρόσβαση και γιατί δεν υπάρχει επιστημονική έκθεση η οποία να τεκμηριώνει τις διαπιστώσεις για περιορισμένη ποσότητα υλικού λατόμευσης και ότι οι σχετικές πρόνοιες της Δήλωσης Πολιτικής δεν αναφέρουν ως προϋπόθεση προνομίου λατομείου την ύπαρξη αποθεμάτων.
Οι πιο πάνω εισηγήσεις δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές.
Έχει επανειλημμένα τονιστεί νομολογιακά ότι η αιτιολογία η οποία παρέχει στο Δικαστήριο την ευχέρεια διακρίβωσης της νομιμότητας μια διοικητικής πράξης δεν είναι απαραίτητο να εμφανίζεται στην ίδια τη διοικητική απόφαση, αλλά μπορεί να διαπιστώνεται και από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου. (Βλ. Κυριακίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1995) 3 ΑΑΔ 298, 304). Στην παρούσα περίπτωση η αιτιολογία, αν και δεν περιέχεται στην ίδια την απόφαση, συμπληρώνεται από το περιεχόμενο του φακέλου και ιδιαίτερα από το σχετικό σημείωμα αρ. 48/20 του Υπουργείου Εσωτερικών, στο οποίο περιέχονται οι απόψεις όλων των εμπλεκόμενων μερών.
Ο λόγος για τον οποίο ο μη εγγεγραμμένος δρόμος δεν θεωρήθηκε ως ικανοποιητική προσπέλαση ήταν η αναθεώρηση του σχετικού κειμένου της Δήλωσης Πολιτικής, σύμφωνα με την οποία ο όρος "κατάλληλη και ικανοποιητική προσπέλαση" θα έπρεπε στο εξής να ερμηνεύεται με βάση τη σχετική εντολή του Υπουργού Εσωτερικών. Σε ότι δε αφορά τις διαπιστώσεις του Τμήματος Γεωλογικής Επισκόπησης, τις οποίες αμφισβητεί ο αιτητής, πρέπει αφενός να σημειωθεί ότι αυτές προέκυψαν μετά από επιτόπια επίσκεψη αρμόδιου λειτουργού και αφετέρου αφορούν επιστημονική γνώση που δεν ελέγχεται από το Δικαστήριο. Η νομολογία έχει επανειλημμένα τονίσει ότι το Δικαστήριο ασκεί έλεγχο νομιμότητας που συνεπάγεται έλεγχο σε τέτοιου είδους θέματα, μόνο όταν διαπιστωθεί πλάνη περί τα πράγματα ή υπέρβαση των άκρων ορίων της διακριτικής εξουσίας της διοίκησης. (Βλ. Κουτσού ν. Κ.Ο.Τ. (2001) 3 ΑΑΔ 311 και Μεττή κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 157). Σχετικά με το επιχείρημα του αιτητή, ότι η ύπαρξη αποθεμάτων λατομικού υλικού δεν αποτελεί σύμφωνα με τις πρόνοιες της Δήλωσης Πολιτικής, αναγκαία προϋπόθεση για τη χορήγηση προνομίου λατομείου, όπως έχει ήδη αναφερθεί, κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας της Πολεοδομικής Αρχής για τη χορήγηση πολεοδομικών αδειών, λαμβάνεται υπόψη κάθε ουσιώδης παράγοντας (άρθρο 26(1) Ν. 90/72). Οι καθ'ων η αίτηση έχουν συμμορφωθεί με τις πιο πάνω προϋποθέσεις. Συνεπώς η σχετική εισήγηση απορρίπτεται.
(iii) Παραβίαση αρχών Διοικητικού Δικαίου.
Έχει υποβληθεί επίσης εκ μέρους του αιτητή ότι υπήρξε παραβίαση των άρθρων 51(1), 52(2) και 54(1) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(Ι)/99), που αφορούν τις αρχές της καλής πίστης, της αναλογικότητας και της ανάκλησης των διοικητικών πράξεων. Πιο συγκεκριμένα ο αιτητής επαναλαμβάνει ότι η διαφοροποίηση της στάσης της Διοίκησης στο θέμα της προσπέλασης παραβιάζει τις πιο πάνω νομικές αρχές.
Η εισήγηση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Στην προκείμενη περίπτωση η διαφοροποίηση στη θέση της Διοίκησης, όπως έχει ήδη επισημανθεί, οφειλόταν στην αναθεώρηση της Δήλωσης Πολιτικής και στην εξάντληση των αποθεμάτων του λατομικού υλικού στην περιοχή.
Οι παράγοντες οι οποίοι θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη περιλαμβάνονται στις πρόνοιες του άρθρου 26(1) του Νόμου 90/72. Εφόσον δε το θέμα καθορίζεται με συγκεκριμένη νομοθετική διάταξη οι αρχές του διοικητικού δικαίου δεν τυγχάνουν εφαρμογής.
Όπως σημειώνεται στο "Eγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου", 7η Έκδοση, σελ. 73 από τον Ε.Π. Σπηλιωτόπουλο,
"Οι γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου έχουν συμπληρωματικό χαρακτήρα και ισχύουν όταν δεν υπάρχει σχετικός κανόνας ο οποίος έχει θεσπιστεί με πράξη νομοθετικού οργάνου". (Βλ. και Κυπριακά Διϋλιστήρια Πετρελαίου Λτδ ν. Δήμου Λάρνακας, Α.Ε. 2422-2423/17.5.2000, Α & S Antoniades & Co. v. Republic (1965) 3 CLR 673, 684 και Ακίνητα Λούλλας Ιωνίδου Λτδ ν. Εφόρου Φόρου Εισοδήματος, Α.Ε. 2824/15.11.2001).
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος του αιτητή.
Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,
Δ.