ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
FRANGOS & OTHERS ν. REPUBLIC (1982) 3 CLR 53
ECONOMIDES ν. REPUBLIC (1982) 3 CLR 837
MOYO & ANOTHER ν. REPUBLIC (1988) 3 CLR 1203
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
(Υπόθεση Αρ. 790/2005)
29 Ιουλίου, 2005
[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΡΧΗ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
- - - - - -
ΜΟΝΟΜΕΡΗΣ ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡ. 14.7.2005
- - - - - -
Κ. Χ»Ιωάννου, για την Αιτήτρια.
Α. Πανταζή-Λάμπρου, για τους καθ΄ ων η αίτηση.
Τ. Κουκούνης, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
- - - - - -
Οι αιτητές, (στο εξής «η ΑΤΗΚ»), δραστηριοποιούνται μεταξύ άλλων στον τομέα της παροχής υπηρεσιών κινητής τηλεπικοινωνίας. Στον ίδιο τομέα δραστηριοποιήθηκε πρόσφατα και η Areeba Ltd. Η ΑΤΗΚ και η Areeba Ltd είναι οι μοναδικοί παροχείς υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας στην εγχώρια αγορά και ανταγωνίζονται μεταξύ τους στον τομέα του εμπορίου με τον οποίο ασχολούνται.
Η ΑΤΗΚ από 1.4.05 καθιέρωσε νέα μειωμένα τέλη για τις υπηρεσίες της κινητής τηλεφωνίας που προσφέρει. Ωστόσο, τα νέα τέλη της ΑΤΗΚ τόσο στη συνδρομητική όσο και στην προπληρωμένη υπηρεσία εξακολουθούσαν να είναι ψηλότερα από αυτά της Areeba Ltd. Για παράδειγμα, τα τέλη προπληρωμένης κλήσης της ΑΤΗΚ που ήταν προηγουμένως 6 σεντ ανά λεπτό για κλήσεις προς κινητό τηλέφωνο και 5 σεντ το λεπτό προς σταθερό τηλέφωνο, μειώθηκαν στα 3,9 σεντ το λεπτό για κλήσεις προς σταθερό ή κινητό. Τα τέλη της Areeba Ltd είναι 3,6 σεντ το λεπτό για κλήσεις προς σταθερό ή κινητό.
Η πιο πάνω μείωση των τιμών από την ΑΤΗΚ, ενόχλησε την Areeba Ltd η οποία, υπέβαλε καταγγελία κατά της ΑΤΗΚ προς την καθ΄ ης η αίτηση Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού («η Επιτροπή»). Στην καταγγελία της η Areeba Ltd ισχυρίστηκε ότι η προαναφερθείσα μείωση των τιμών, κάτω από τις δοσμένες περιστάσεις και συνθήκες της αγοράς που αφορούν στο συγκεκριμένο τομέα παροχής υπηρεσιών, συνιστούσε παραβίαση των προνοιών του άρθρου 6 του περί Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμου (Ν. 207/899 - στο εξής «ο νόμος»). Η παράβαση, σύμφωνα με την καταγγελία, εντοπίζεται στο ότι η ΑΤΗΚ, κατά κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης που κατέχει στην εγχώρια αγορά, συμπίεσε ασφυκτικά τα περιθώρια τιμών με τις προμνησθείσες μειώσεις προκαλώντας μείωση των λιανικών τιμών σε ρυθμούς μεγαλύτερους από τους ρυθμούς μείωσης των χοντρικών. Η πρακτική της συμπίεσης των τιμών στην εγχώρια κινητή τηλεφωνία ελαχιστοποιεί τα περιθώρια κέρδους του νεοεισερχόμενου και μοναδικού ανταγωνιστή της ΑΤΗΚ δηλαδή της Areeba Ltd και της επιβάλλει αβάστακτο οικονομικό φορτίο κατά την αρχική περίοδο της εισόδου της στην εγχώρια αγορά κινητής τηλεφωνίας. Αυτή ακριβώς η κατάσταση, δημιουργεί τις προϋποθέσεις και ορατό κίνδυνο εκτοπισμού της Areeba Ltd από την αγορά της Κύπρου με αποτέλεσμα τη μονοπωλιακή επικράτηση της ΑΤΗΚ ως του μοναδικού παροχέα κινητής τηλεφωνίας στην εγχώρια αγορά κατά παράβαση του νόμου και των γενικά αποδεκτών αρχών που διέπουν την ανάπτυξη και προστασία του ανταγωνισμού.
Η πιο πάνω καταγγελία της Areeba Ltd, διελάμβανε και αίτημα προς την Επιτροπή για λήψη ενδιάμεσων μέτρων εναντίον της ΑΤΗΚ. Η Επιτροπή επέδωσε την καταγγελία στην ΑΤΗΚ και η τελευταία, υπέβαλε ένσταση στο αίτημα για τα ενδιάμεσα μέτρα. Η Επιτροπή αφού εξέτασε τα γεγονότα που παρέθεσε η κάθε πλευρά και τις θέσεις που αναπτύχθηκαν προφορικά ενώπιόν της, αποφάσισε ομόφωνα στις 12.7.05 ότι,
«(α) πληρούνται σωρευτικά όλες οι προϋποθέσεις των προνοιών του άρθρου 23 του νόμου και ειδικά του άρθρου 23(2)(α, β, γ).
(β) ως εκ των ως άνω, η Επιτροπή θεωρεί δικαιολογημένο το αίτημα της Areeba Ltd όπως αυτό περιγράφεται στην αίτησή της για λήψη προσωρινών μέτρων παράγραφος Δ και ως εκ τούτου εκδίδει διάταγμα δια του οποίου διατάσσεται η επαναφορά των εθνικών τελών κλήσεων της ΑΤΗΚ στην εγχώρια εθνική κινητή τηλεφωνία στο επίπεδο εκείνο που ίσχυαν κατά ή περί την 31 Μαρτίου 2005.
Το παρόν διάταγμα θα ισχύει μέχρι την εκδίκαση και/ή αποπεράτωση της καταγγελίας των καταγγελλόντων-αιτητών ημερομηνίας 18 Απριλίου 2005.
..................................................................................................................................................................................................................... ..................»
Η ΑΤΗΚ άσκησε προσφυγή για την ακύρωση της πιο πάνω απόφασης της Επιτροπής και με μονομερή αίτηση πέτυχε την έκδοση προσωρινού διατάγματος προσωρινής αναστολής της προσβαλλόμενης απόφασης. Τόσο η Επιτροπή όσο και η Areeba Ltd ως ενδιαφερόμενο μέρος, ενίστανται στη διατήρηση του προσωρινού διατάγματος μέχρι την αποπεράτωση και έκδοση απόφασης επί της προσφυγής. Καταχώρησαν προς τούτο γραπτές ενστάσεις στις οποίες εισηγούνται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση της Επιτροπής δεν είναι παράνομη ή έκδηλα παράνομη ούτε έχει στοιχειοθετηθεί από πλευράς ΑΤΗΚ η πρόκληση ανεπανόρθωτης ζημιάς εξαιτίας της διατήρησης της προσβαλλόμενης απόφασης.
Η αναστολή διοικητικής απόφασης από το δικαστήριο εκκρεμούσας της αναθεωρητικής διαδικασίας και μέχρι την αποπεράτωση της δίκης, αποτελεί εξαιρετικό μέτρο. Η έγκριση ενός τέτοιου μέτρου μπορεί να γίνει μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις για δυο μόνο λόγους.
(α) Η έκδηλη παρανομία, που μπορεί να τεκμηριωθεί με την προσαγωγή στοιχείων που καθιστούν την απόφαση εξόφθαλμα παράνομη, και
(β) Οταν εξαιτίας της προσβαλλόμενης απόφασης προκαλείται ανεπανόρθωτη ζημιά, δηλαδή ζημιά η οποία δεν μπορεί να επανορθωθεί με τις παρεχόμενες από το νόμο θεραπείες για αποκατάσταση του επιτυχόντος αιτητή, και επομένως, καθιστά την προσφυγή ατελέσφορο μέτρο για την αποκατάσταση της νομιμότητας. Βλ. Economides v. Republic (1982) 3 C.L.R. 837, Moyo and Another v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1203, Κροκίδου και Αλλων ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 741/89, ημερ. 29.5.1990, Frangos and Others v. The Republic (1982) 3 C.L.R. 53, Πολύβιος Νικολάου ν. ΕΔΥ, υπόθ. αρ. 692/92, ημερ. 22.10.1992 και Λοϊζίδης ν. Υπ. Εξωτερικών (1995) 3 ΑΑΔ 233.
Η ΑΤΗΚ ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε χωρίς να προηγηθεί δέουσα προκαταρκτική έρευνα από την υπηρεσία της Επιτροπής κατά τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 28 του νόμου και ότι η Επιτροπή, με την επίδικη απόφασή της, παράνομα και χωρίς εξουσία ουσιαστικά καθόρισε τα τοπικά (εθνικά) τέλη των υπηρεσιών κινητής τηλεπικοινωνίας της ΑΤΗΚ στο ύψος των τελών που ίσχυαν την 31.3.05. Η ΑΤΗΚ λέγει επίσης, πως αν εφαρμοστεί η επίδικη απόφαση θα υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά τόσο η ίδια όσο και το κοινό της Κύπρου που στη συντριπτική του πλειοψηφία είναι συνδρομητές της. Κατ΄ επέκταση, θα υποστεί πλήγμα και το δημόσιο συμφέρον και τούτο, παρά το γεγονός ότι φαινομενικά τα έξοδα της ΑΤΗΚ θα αυξηθούν. Η ΑΤΗΚ θα υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά γιατί οι αδικαιολόγητα ψηλές τιμές θα οδηγήσουν μεγάλο αριθμό πελατών της, ιδίως στην προπληρωμένη υπηρεσία να μετακινηθούν προς τους ανταγωνιστές χωρίς να υπάρχει μέθοδος επαναφοράς τους εφόσον η ΑΤΗΚ δεν θα μπορεί να μειώσει τα τέλη της.
Η Επιτροπή, ενασκώντας τις εξουσίες που της παρέχουν τα άρθρα 22 και 23 του νόμου, ανέλαβε την εξέταση της καταγγελίας της Areeba Ltd για να διαπιστώσει κατά πόσο υπήρξε πράγματι παράβαση των προνοιών του άρθρου 6 του νόμου από την ΑΤΗΚ ως οι ισχυρισμοί της Areeba Ltd. Η Επιτροπή αφού έλαβε υπόψη τα γεγονότα και τις θέσεις της κάθε πλευράς, διαπίστωσε ότι πληρούνται σωρευτικά όλες οι προϋποθέσεις των προνοιών του άρθρου 23* του νόμου και ενόψει τούτου, αποφάσισε να διατάξει τη λήψη των προσωρινών μέτρων ως η επίδικη απόφαση, σύμφωνα με τις σχετικές πρόνοιες του νόμου μέχρι την εκδίκαση και/ή αποπεράτωση της καταγγελίας.
Ο ισχυρισμός της ΑΤΗΚ ότι η επίδικη απόφαση είναι το προϊόν παράνομης ανάληψης εξουσίας της Επιτροπής πριν από τη διεξαγωγή προκαταρκτικής έρευνας από την Υπηρεσία της Επιτροπής στερείται ερείσματος. Φαίνεται πως η συμπλήρωση της προκαταρκτικής έρευνας από την Υπηρεσία της Επιτροπής, που προβλέπεται στο άρθρο 28(4) του νόμου, δεν αποτελεί προϋπόθεση για τη λήψη προσωρινών μέτρων με βάση της πρόνοιες των άρθρων 22 και 23 του νόμου. Βλ. Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου v. 1. Κυπριακής Δημοκρατίας, 2. Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού, υπόθ. αρ. 322/03, ημερ. 8.11.2004. Η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν το αποτέλεσμα μιας ακροαματικής διαδικασίας που είχε ως αντικείμενο το θέμα της λήψης των προσωρινών μέτρων και τίποτε πέρα από αυτό. Κατά την εν λόγω διαδικασία, οι διάδικοι είχαν την ευκαιρία να παρουσιάσουν τα γεγονότα και τις αντίστοιχες θέσεις τους.
Εχω τη γνώμη ότι τα προσωρινά μέτρα που πήρε η Επιτροπή με την προσβαλλόμενη απόφαση δεν μεταβάλλουν τη θέση της ΑΤΗΚ κατά τρόπο μη ανατρέψιμο μέχρι την εκδίκαση της ουσίας της υπόθεσης από την Επιτροπή. Η επαναφορά των τελών στα επίπεδα που ίσχυαν αμέσως πριν από τη μείωση τους από την ΑΤΗΚ φαίνεται ότι απέβλεπε στη διατήρηση του status quo πριν από τη μείωση των τελών παρά στην πρόθεση επιβολής νέων τελών από την Επιτροπή.
Ο ισχυρισμός για ανεπανόρθωτη ζημιά που πρόβαλε η ΑΤΗΚ δεν έχει στοιχειοθετηθεί με κατάλληλη μαρτυρία ούτε υπήρξε οποιαδήποτε σαφής εξειδίκευση του εν λόγω ισχυρισμού. Βλ. Οργανισμός Κυπριακής Γαλακτοκομικής Βιομηχανίας ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 496/02, ημερ. 26.7.2002.
Για τους πιο πάνω λόγους η ενδιάμεση αίτηση απορρίπτεται με έξοδα. Το προσωρινό διάταγμα ημερομηνίας 15.7.2005 παύει να ισχύει.
Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.
ΣΦ.
* «23.- (1) Η Επιτροπή έχει εξουσία να διατάσσει τη λήψη προσωρινών μέτρων και να θέτει τους κατά την κρίση της αναγκαίους κατά περίπτωση όρους. Τα μέτρα αυτά, θετικά ή απαγορευτικά, οφείλουν να είναι προσωρινής και συντηρητικής φύσεως και να μην υπερβαίνουν σε έκταση τα υπό τις περιστάσεις απολύτως αναγκαία.
(2) Η Επιτροπή ενεργεί κατά τα οριζόμενα στο άρθρο αυτό είτε αυτεπαγγέλτως είτε κατ΄ αίτηση των ενδιαφερομένων, εφόσο συντρέχουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις.
(α) Στοιχειοθετείται ευλόγως ισχυρή εκ πρώτης όψεως υπόθεση παράβασης του άρθρου 4 ή 6.
(β) η περίπτωση είναι επείγουσα. και
(γ) υπάρχει σοβαρός κίνδυνος ανεπανόρθωτης ζημιάς για τα συμφέροντα αυτού που υποβάλλει την αίτηση ή για το δημόσιο συμφέρον.
(3) Η αίτηση για προσωρινά μέτρα γίνεται δεκτή μόνο εφόσο συνοδεύεται από καταγγελία ενεργηθείσα κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 28 ή έπεται της καταγγελίας ή εφόσο υποβάλλεται κατά τη διάρκεια της ενώπιον της Επιτροπής διαδικασίας για παράβαση του άρθρου 4 ή 6. Στην αίτηση καθορίζονται τα αιτούμενα προσωρινά μέτρα, αυτός δε που υπέβαλε την αίτηση μπορεί να κληθεί στην καταβολή εγγύησης για ζημιές που τυχόν θα προκληθούν στην επιχείρηση κατά της οποίας διατάσσονται τα προσωρινά μέτρα, σε περίπτωση που δε θα διαπιστωθεί οποιαδήποτε παράβαση.»