ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(Υπόθεση Αρ. 53/2004)
22 Ιουνίου, 2005
[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΡΧΗ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
1. ΕΠΙΤΡΟΠΟΥ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΩΝ, ΚΑΙ/Η
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΕΠΙΤΡΟΠΟΥ
ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΩΝ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
- - - - - -
Κ. Χατζηιωάννου, για την Αιτήτρια.
Χρ. Τριανταφυλλίδης, για τον Καθ΄ ου η αίτηση αρ. 1.
Λ. Ουστά, για την Καθ΄ ης η αίτηση αρ. 2.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Το Γραφείο Ρυθμίσεως Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων ιδρύθηκε με το Νόμο 19(Ι)/02 (στο εξής «ο Νόμος»), έχει χωριστή νομική προσωπικότητα και δεν υπάγεται σε οποιοδήποτε Υπουργείο ή τμήμα της Κυβέρνησης. Ο καθ'ου η αίτηση 1 (στο εξής «ο Επίτροπος») διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο και προΐσταται του εν λόγω γραφείου. Μεταξύ των αρμοδιοτήτων του είναι και η ρύθμιση μέσω διαταγμάτων ή γνωστοποιήσεων, θεμάτων διασύνδεσης με τηλεπικοινωνιακά δίκτυα και της πρόσβασης σε αυτά. Επίσης δυνάμει του άρθρου 19(5)(α) του Νόμου, ο Επίτροπος αποφασίζει κατά πόσο τα προβλεπόμενα στις συμφωνίες διασύνδεσης τέλη είναι δικαιολογημένα και ρυθμίζει με διατάγματα το πλαίσιο χρεώσεων και τελών, περιλαμβανομένου κατώτατου και ανωτάτου ορίου τιμών, των δημοσίων παροχέων τηλεπικοινωνιακών δικτύων και υπηρεσιών του Κυπριακού Ταχυδρομείου.
Με βάση τα άρθρα 44 και 45 του Νόμου, ο Οργανισμός ο οποίος έχει σημαντική ισχύ στην αγορά, υποχρεούται να παρέχει διασύνδεση σε άλλους οργανισμούς και ως εκ τούτου να παρέχει Υπόδειγμα Προσφοράς Διασύνδεσης (ΥΠΔ). Στις 10.10.03 ο Επίτροπος εξέδωσε το 2ο Τροποποιητικό Διάταγμα για το Υπόδειγμα Προσφοράς Διασύνδεσης, που είχαν δημοσιεύσει οι Αιτητές από 18.7.03, με το οποίο καθορίζονταν μεταξύ άλλων και οι Υπηρεσίες Επιλογής και Προεπιλογής Φορέα και στο οποίο γινόταν αναφορά ότι τα σχετικά τέλη θα καθορίζονταν με νέο διάταγμα.
Ακολούθησε σειρά δημόσιων ακροάσεων και ανταλλαγή αλληλογραφίας πάνω στο θέμα του κόστους της παροχής της υπηρεσίας αυτής από τους Αιτητές και στις 20.11.03 σύμφωνα με το άρθρο 22 του Νόμου, κοινοποιήθηκε στους Αιτητές η ένσταση του Επιτρόπου για τα Τέλη Επιλογής και Προεπιλογής Φορέα τα οποία είχαν προτείνει. Τελικά στις 5.12.03 δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ως ατομική Διοικητική πράξη το Δ.Ε. 10/2003, διάταγμα επιβολής τροποποιήσεων στο Υπόδειγμα Προσφοράς Διασύνδεσης. Με το εν λόγω διάταγμα προστέθηκε στο εν ισχύ Υπόδειγμα Προσφοράς Διασύνδεσης σχετική παράγραφος με την οποία καθορίζονταν τα Τέλη Επιλογής και Προεπιλογής Φορέα.
Οι αιτητές με την παρούσα προσφυγή αξιώνουν την ακύρωση του πιο πάνω διατάγματος. Από τα γεγονότα πιο πάνω καθίσταται φανερό ότι υπεύθυνος για την έκδοση του προσβαλλόμενου διατάγματος είναι αποκλειστικά ο καθ' ου η αίτηση 1 και ότι λανθασμένα οι αιτητές προσφεύγουν εναντίον και της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το Γραφείο του Επιτρόπου έχει χωριστή νομική προσωπικότητα και η Νομική Υπηρεσία δεν νομιμοποιείται να ενεργεί εκ μέρους του, κατά συνέπεια η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί ως μη παραδεκτή αναφορικά με την καθ΄ ης η αίτηση αρ. 2.
Στο στάδιο των διευκρινήσεων τέθηκε από την πλευρά του καθ' ου η αίτηση το γεγονός της κατάργησης του επίδικου διατάγματος από την ΑΔΠ 347/05 (με αναδρομική ισχύ από 1.1.05). Η κατάργηση του Δ.Ε.10/03, όπως ορίζει η παρ.17(γ) του νέου διατάγματος, είναι ρητή και ανεπιφύλαχτη. Κατά συνέπεια η προσφυγή δεν προωθείται και κατά κανόνα η διοικητική δίκη καταργείται λόγω έλλειψης αντικειμένου. Ωστόσο, σε περίπτωση που έχουν προκύψει ζημιογόνες συνέπειες στον αιτητή από την προσβαλλόμενη διοικητική πράξη ενώ αυτή βρισκόταν ακόμη σε ισχύ, η δίκη δεν καταργείται αλλά συνεχίζεται. (Παπαδοπούλου ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 973, Ιωσηφίδης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 493.)
Οι ζημιογόνες για τον αιτητή συνέπειες προκειμένου να τύχει εφαρμογής το άρθρο 146.6 του Συντάγματος περιλαμβάνουν ζημιά προκύψασα ευθέως και αποκλειστικά από την ίδια την επίδικη πράξη. Εναπόκειται, βέβαια, στους αιτητές να αποδείξουν εκ πρώτης όψεως τις ζημιογόνες συνέπειες που έχουν υποστεί από την εφαρμογή της προσβαλλόμενης απόφασης πριν την κατάργηση της και ότι συντρέχει, επομένως, λόγος για τη συνέχιση της δίκης. (Βλ. Kritiotis v. M´ty of Paphos and Others (1986) 3 CLR 322, Στράκκα Λτδ ν. Δημοκρατίας (1991) 3 ΑΑΔ 643). Στην προκειμένη περίπτωση ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών αρκέστηκε στην εξής αναφορά στο στάδιο των διευκρινήσεων:
«κ. Χ»Ιωάννου: Εχω υπόψη μου το διάταγμα, ενδέχεται όμως να κινηθούν αγωγές για ζημιές που μπορεί να έχει υποστεί η Αρχή εξαιτίας του επίδικου διατάγματος.»
Η δήλωση αυτή δεν στοιχειοθετεί οποιοδήποτε ζημιογόνο κατάλοιπο ούτε οποιοδήποτε ενεστώς έννομο συμφέρον των αιτητών. Ούτε στα δικόγραφα γίνεται οποιαδήποτε αναφορά για κατάλοιπα ζημιάς. Η διαπίστωση ύπαρξης ζημιάς, έστω και εκ πρώτης όψεως, χωρίς την θεμελίωση της από τους ίδιους τους αιτητές είναι αδύνατη. Η αυτεπάγγελτη διερεύνηση του θέματος εκφεύγει της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου βάσει του άρθρου 146.1 του Συντάγματος. Δεν παρέχονται, σε αναθεωρητική δίκη, ουσιαστικά ή δικονομικά μέσα στον ακυρωτικό δικαστή για την διάγνωση της ζημιάς ή της βλάβης που υπέστη ή παρέμεινε στον αιτητή από την προσβαλλόμενη πράξη.
Το καθήκον του Δικαστηρίου στην βάση του άρθρου 146.1 και 146.6, περιορίζεται στην διαπίστωση του ενδεχόμενου ζημιάς που άφησε η κατάργηση ή η ανάκληση της διοικητικής απόφασης ως αναγκαίου όρου για την συνέχιση της ακυρωτικής δίκης και της εξέταση της νομιμότητας της. Οι προϋποθέσεις όμως της αστικής ευθύνης της Διοίκησης όπως ο ισχυρισμός περί ζημιάς, και μάλιστα η ακριβής της έκταση και ο αιτιώδης της σύνδεσμος με την ισχυριζόμενη παρανομία της καταργηθείσας πράξης, αποτελεί πραγματικό ισχυρισμό που οφείλει να αποδείξει ο αιτητής. Το Ανώτατο Δικαστήριο στην Κύπρο δεν λειτουργεί όπως τα τακτικά Διοικητικά Δικαστήρια στην Ελλάδα που εκδικάζουν διαφορές ουσίας, ώστε να διεξάγει δίκη περί κρατικής ευθύνης.
Χρήσιμο για τα συγκεκριμένα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης θεωρώ τα ακόλουθο απόσπασμα από το Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο του καθ. Δαγτόγλου, Τρίτη Έκδοση, σελ. 307:
«Ο αιτών (αν και όχι το δικαστήριο αυτεπαγγέλτως) μπορεί όμως, επικαλούμενος ιδιαίτερο έννομο συμφέρον, να ζητήσει την συνέχιση της δίκης και μάλιστα τόσο επί ατομικών όσο και επί κανονιστικών πράξεων. Τέτοιο συμφέρον δέχεται η νομολογία, όταν με την προσβαλλόμενη πράξη θίγονται συνταγματικώς προστατευόμενα δικαιώματα και επάγονται οικονομικές συνέπειες για τον αιτούντα. Απαιτείται πάντως η εξακολούθηση και στο μέλλον δυσμενών συνεπειών για τον ασκήσαντα την αίτηση ακυρώσεως. μόνη η πρόκληση στο παρελθόν οικονομικής ζημίας δεν αρκεί, κατά την νομολογία, γιατί η αποκατάστασή της μπορεί να επιδιωχθεί στα πολιτικά δικαστήρια. Μετά την υπαγωγή όμως των αναφορών από αστική ευθύνη του κράτους στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια, το επιχείρημα αυτό δεν ευσταθεί πλέον.»
Για τους λόγους που εξέθεσα πιο πάνω, έχω τη γνώμη ότι οι αιτητές απέτυχαν να αποδείξουν οποιοδήποτε εκ πρώτης όψεως ζημιογόνο κατάλοιπο που να θεμελιώνει συμφέρον για τη συνέχιση της δίκης, με σκοπό την ακύρωση του επίδικου διατάγματος με την προοπτική διεκδίκησης αποζημιώσεων που διαφυλάσσει στον επιτυχόντα αιτητή το άρθρο 146.6 του Συντάγματος.
Η προσφυγή είναι άνευ αντικειμένου και απορρίπτεται. Τα έξοδα των καθ΄ ων η αίτηση 1 και 2 να καταβληθούν από τους αιτητές.
Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.
ΣΦ.