ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2005) 4 ΑΑΔ 300

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθ εση Αρ. 1102/2003)

20 Απριλίου, 2005

 

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

GORNA SYSTEMS LTD,

Αιτητές,

ν.

  1. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
  2. ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,

  3. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ,
  4. ΑΡΧΗΣ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ΄ ων η αίτηση.

- - - - - -

Α. Νεοκλέους, για τους Αιτητές.

Λ. Ουστά, για τους Καθ΄ ων η αίτηση αρ. 1 και 2.

Μ. Καλλιγέρου, για την Καθ΄ ης η αίτηση αρ. 3.

- - - - - -

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Οι αιτητές είναι ιδιοκτήτες του τηλεοπτικού σταθμού Capital TV ( πρώην VIVA TV) και κατέχουν σχετική άδεια λειτουργίας σταθμού τοπικής κάλυψης στη Λεμεσό από 24.7.01. Ανάμεσα στα τεχνικά χαρακτηριστικά λειτουργίας του εν λόγω σταθμού βάσει της άδειας του, αναφέρεται και το πακέτο συχνοτήτων στο οποίο δικαιούται να εκπέμψει που περιλαμβάνεται στο Σχέδιο Ραδιοτηλεοπτικής Κάλυψης ημερ. 23.3.01.

Στις 23.5.03 η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (στο εξής «η Αρχή»), δημοσίευσε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας Αναθεώρηση του Σχεδίου Ραδιοτηλεοπτικής Κάλυψης το οποίο εκπόνησε το Υπουργείο Συγκοινωνιών και Εργων βάσει της διαδικασίας που προνοείται από το άρθρο 13 του περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Νόμου 7(1) του 1998 (στο εξής «ο Νόμος»), σύμφωνα με το οποίο προκύπτουν, μεταξύ άλλων, δύο επιπλέον συχνότητες για την αδειοδότηση δύο νέων τοπικών τηλεοπτικών σταθμών στη Λεμεσό.

Στη συνέχεια, ο Γενικός Διευθυντής των αιτητών με επιστολή του ημερ. 10.6.2003, υπέβαλε προς τον Πρόεδρο της Αρχής ένσταση κατά της επίδικης Αναθεώρησης του Σχεδίου Ραδιοτηλεοπτικής Κάλυψης.

Η Αρχή προχώρησε με την εξέταση των ενστάσεων που υποβλήθηκαν εναντίον της πιο πάνω αναθεώρησης του Σχεδίου Ραδιοτηλεοπτικής Κάλυψης, συμπεριλαμβανομένης και της ένστασης των αιτητών και για το σκοπό αυτό, διόρισε ειδική επιτροπή η οποία, αφού μελέτησε όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, ετοίμασε έκθεση την οποία υπέβαλε στην Αρχή. Οι απόψεις και παρατηρήσεις της Επιτροπής όπως καταγράφονται στην εν λόγω έκθεση με την οποία απέρριπτε μεταξύ άλλων την ένσταση της αιτήτριας, υιοθετήθηκαν από την ολομέλεια της Αρχής.

Στη συνέχεια, σύμφωνα με τις πρόνοιες του εδαφίου (4) του άρθρου 13 του Νόμου, η Αρχή με επιστολή ημερ. 14.7.2003 υπέβαλε στον καθ΄ ου η αίτηση 2 τις εισηγήσεις της αναφορικά με τις ενστάσεις.

Το Υπουργείο Συγκοινωνιών και Έργων, κατόπιν μελέτης των ενστάσεων, συντάχθηκε με τις προτάσεις της Αρχής αναφορικά με τις ενστάσεις που αφορούσαν στον τεχνικό τομέα. Ωστόσο, τα σημεία που εγείρονταν με την ένσταση των αιτητών, αναφορικά με τη βιωσιμότητα των υφιστάμενων αδειούχων τηλεοπτικών σταθμών σε περίπτωση που χορηγηθούν νέες άδειες, δεν σχολιάζονται στην έκθεση του Τμήματος Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών αφού σύμφωνα με τη νομοθεσία, οι αρμοδιότητες του καθ' ου η αίτηση 2 περιορίζονται στα δίκτυα μετάδοσης των σταθμών.

Ο καθ΄ ου η αίτηση 2 αφού έλαβε υπόψη τις ενστάσεις που υποβλήθηκαν, την έκθεση της Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου και την έκθεση του Τμήματος Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών του Υπουργού Συγκοινωνιών και Εργων, προώθησε σχετική πρόταση στο Υπουργικό Συμβούλιο το οποίο, σε συνεδρία του ημερομηνίας 27.8.2003, αποφάσισε την επικύρωση του Αναθεωρημένου Σχεδίου Ραδιοτηλεοπτικής Κάλυψης που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 12.9.2003 με σχετική διόρθωση που επίσης δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 19.7.03.

Οι αιτητές προσβάλλουν το εν λόγω «Τελικό Αναθεωρημένο Σχέδιο Κατανομής Συχνοτήτων Ραδιοφώνου στη Ζώνη Συχνοτήτων UHF και Τηλεόρασης στη ζώνη Συχνοτήτων UHF». Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι το εν λόγω σχέδιο συνιστά επαχθή πράξη εις βάρος τους γιατί μεταβάλλει δυσμενώς το τηλεοπτικό πεδίο με την λειτουργία 3ου και 4ου τοπικού αναλογικού καναλιού στην πόλη Λεμεσού με αποτέλεσμα να πλήττεται η βιωσιμότητα του σταθμού τους.

Είναι αναγκαίο να εξετάσω κατά προτεραιότητα την ένσταση που πρόβαλε προδικαστικά η καθ' ης η αίτηση 3 αναφορικά με την έλλειψη εννόμου συμφέροντος. Στη Δημοκρατία ν. Αντέννα Ρ.Τ Λτδ (1998) 3 ΑΑΔ 255 εξετάστηκε το έννομο συμφέρον του Αντέννα που είχε προσβάλει την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου να εγκρίνει άδεια λειτουργίας τηλεοπτικού σταθμού σε ανταγωνιστή του. (Βλ. Lumiere T.V. Ltd v. Αντέννα Ρ.Τ. Λτδ κ.α. (1998) 3 ΑΑΔ 242). Παραθέτω σχετικό απόσπασμα:

«Το άρθρο 146 του Συντάγματος παρέχει στο Ανώτατο Δικαστήριο αποκλειστική δικαιοδοσία εξέτασης προσφυγής εναντίον απόφασης, πράξης ή παράλειψης οποιουδήποτε οργάνου που ασκεί διοικητική ή εκτελεστική εξουσία, όταν ο αιτητής έχει έννομο συμφέρον σε αντιδιαστολή με τη "λαϊκή αγωγή" (actio popularis).

Οπως παρατηρεί ο Επαμεινώνδας Σπηλιωτόπουλος στο "Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου", 5η Εκδοση, 1991, σελ. 433:

"Το έννομο συμφέρον αφορά κάθε νομική ή πραγματική κατάσταση που αναγνωρίζεται από το δίκαιο, από την οποία ο αιτών, βάσει ενός ειδικού δεσμού αντλεί ωφέλεια η οποία θίγεται αμέσως ή εμμέσως από την προσβαλλόμενη πράξη ή παράλειψη δηλαδή μεταβλήθηκε ή δε ρυθμίστηκε, με συνέπεια την πρόκληση υλικής ή ηθικής βλάβης σ' αυτόν.

Το έννομο συμφέρον πρέπει να είναι παρόν (ενεστώς) με την έννοια ότι είναι υπαρκτό κατά το χρόνο άσκησης της προσφυγής. Ομως η λέξη "παρόν" μπορεί να συμπεριλάβει και το συμφέρον που απειλείται με βεβαιότητα στο άμεσο μέλλον (Βλέπε ΣτΕ 248/36, Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (1996) 3 ΑΑΔ 73).»

 

Οπως θέτει το θέμα ο Π. Δαγτόγλου στο «Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο», σελ. 404:

"Σε όλες τις περιπτώσεις πρόκειται στην πραγματικότητα για "πλαγιαστικές" αιτήσεις ακυρώσεως, η παραδεκτή άσκηση των οποίων αποτελεί άλλο ένα δείγμα της εξελίξεως της αιτήσεως ακυρώσεως σε "μέσο παροχής έννομης προστασίας"."

 

 

Η αυστηρή ερμηνεία των προνοιών του Αρθρου 146 προϋποθέτει ότι το "συμφέρο" που καθορίζει το άρθρο 146.2 για τη νομιμοποίηση προσώπου να προσφεύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο πρέπει να έχει νομικό έρεισμα (K. & M. (Trans.) Ltd. και Αλλοι ν. Αν. Αρχής Αδειών, (1995) 3 ΑΑΔ 225). Το "ίδιον ενεστώς έννομο συμφέρον" εξυπακούει την άμεση προσβολή υφιστάμενου συμφέροντος του αιτητή που απορρέει από το Νόμο. (Νίκολας ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 701/93. 2.2.95).

Πρόσφατη όμως νομολογία υποδεικνύει ότι τα στενά περιθώρια της αυστηρής προσέγγισης μπορεί να επεκταθούν και να συμπεριλάβουν και περιπτώσεις όπου ο αιτητής μπορεί να θεωρηθεί ως "ανταγωνιστής" (Peristeronopighi Transport Co. Ltd. v. Republic (Minister of Interior and Another) (1967) 3 CLR 451, Dias United Publ. Co. Ltd. v. Δημοκρατίας (1996) 3 ΑΑΔ 550) ή όταν έχει ηθικό έννομο συμφέρον ή όταν έχει υποστεί κάποιας μορφής δυσμενή επηρεασμό.

Διοικητική πράξη μπορεί να προσβληθεί από τρίτο όταν αυτή αφορά ανταγωνιστή του, με έρεισμα το δυσμενή επηρεασμό του δικού του υλικού συμφέροντος ως αποτέλεσμα της απόφασης που προσβάλλει. (Αδωνης Παπαντωνίου κ.α. ν. Κυπριακή Δημοκρατία, υπόθ. αρ. 574/92, 25.2.93, Εμετάκλ Αλουμίνιουμ Ltd v. Κυπριακής Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 830/88, 29.8.91, Αντώνης Αναστασίου ν. ΚΟΤ, υπόθ. αρ. 571/95, 16.9.96, Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (1996) 3 ΑΑΔ 73, DIAS United Publishing Co Ltd v. Κυπριακής Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 870/91, 5.12.96, Lumiere T.V. Ltd v. Αντέννα Ρ.Τ. ΛΤΔ κ.ά., (1998) 3 ΑΑΔ 242 και Ν.Α. Τheophanous (Matik) Laundries Ltd v. Δημοκρατίας, (2000) 3 ΑΑΔ 793). Ωστόσο η νομολογία που εξειδικευμένα αποδέχεται το έννομο συμφέρον για την προσβολή διοικητικής πράξης που αφορά ανταγωνιστή δεν εφαρμόζεται στην προκείμενη περίπτωση, καθότι οι αιτητές δεν αμφισβητούν την άδεια που χορηγήθηκε σε ανταγωνιστή σταθμό, αλλά το αναθεωρημένο σχέδιο ραδιοτηλεοπτικής κάλυψης με το οποίο καθοριζόταν ο αριθμός των σταθμών γενικά και προέβλεπε, ειδικά για τη Λεμεσό, τη δημιουργία δυο επιπλέον τοπικών τηλεοπτικών καναλιών. Η δημοσίευση του επίδικου σχεδίου συνεπαγόταν δυο επιπλέον ελεύθερες συχνότητες στη Λεμεσό και προκαθόριζε, υπό την προϋπόθεση ότι οι σχετικές αιτήσεις που υποβλήθηκαν θα εγκρίνονταν από την Αρχή, τη δημιουργία δυο ανταγωνιστικών σταθμών στην ίδια επαρχία που ανέπτυσσε την τηλεοπτική του δράση και ο σταθμός των αιτητών. Δεν ετέθη ενώπιον μου τίποτε που να αποδεικνύει ότι όντως λειτούργησαν δυο νέοι ανταγωνιστικοί των αιτητών σταθμοί βάσει της πρόνοιας του επίδικου σχεδίου κατά το χρόνο καταχώρησης και εκδίκασης της προσφυγής.

Παρόλα αυτά ακόμη και αν η βλάβη δεν έχει επέλθει, το συμφέρον των αιτητών θεωρείται ενεστώς όταν η προσβαλλόμενη πράξη συνεπάγεται αναπόφευκτη βλάβη. Το επίδικο Σχέδιο, ασχέτως αν δεν έχουν ακόμα εκδοθεί άδειες για λειτουργία των προβλεπόμενων σταθμών, πλήττει επί το δυσμενέστερον το συμφέρον των αιτητών το οποίο με βεβαιότητα θα απειληθεί στο άμεσο μέλλον. Η Γλυκερία Σιούτη στο σύγγραμμα της «Το Εννομο συμφέρον στην Αίτηση Ακυρώσεως» σελ.159 αναφέρει σχετικά:

«Προϋπόθεση βεβαίως για να εκτιμηθεί, αν υπάρχει ενεστώς έννομο συμφέρον, αποτελεί ο συνδυασμός της πιθανότητας επελεύσεως της βλάβης με τις έννομες συνέπειες της προσβαλλόμενης πράξης. Η ανάγκη παροχής δηλ. έννομης προστασίας δεν πρέπει να ανάγεται σε ενδεχόμενες εξελίξεις του μέλλοντος, αλλά να θεμελιώνεται σε βέβαια περιστατικά του παρόντος.»

 

 

 

Ενόψει των πιο πάνω, θεωρώ ότι το συμφέρον των αιτητών, θεμελιωμένο στα πιο πάνω περιστατικά, είναι ενεστώς χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει ότι η αξιούμενη θεραπεία βρίσκει ταυτόχρονα έρεισμα στο Νόμο καθότι, «Έννομο είναι το συμφέρον που όχι μόνο δεν αντίκειται στο δίκαιο, αλλά και αναγνωρίζεται από αυτό ως άξιο έννομης προστασίας.........», βλ. Π.Δ. Δαγτόγλου, «Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο», Δεύτερη Εκδοση, 1994, παρ. 537. Οι αιτητές προβάλλουν ως νομιμοποιητικό έρεισμα ότι κινδυνεύει η βιωσιμότητα τους, γι' αυτό και επιδιώκουν την ακύρωση του αναθεωρημένου σχεδίου ραδιοτηλεοπτικής κάλυψης. Ο Νόμος θέτει ως κριτήριο και σκοπό της ίδρυσης σταθμών και κατ' επέκταση του καθορισμού του αριθμού τους μέσω του επίδικου σχεδίου, την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος και όχι την βιωσιμότητα των σταθμών. Εξάλλου, σύμφωνα με τους όρους της άδειας λειτουργίας του σταθμού, οι αιτητές υπόκεινται στις διατάξεις του Νόμου προς τον οποίο οφείλουν να συμμορφώνονται. Το άρθρο 13(8) του νόμου προνοεί ότι το σχέδιο που δημοσιεύεται κάθε φορά ως τελικό μπορεί να αναθεωρείται. Η τυχόν αποδοχή της θέσης των αιτητών ότι η αναθεώρηση του σχεδίου ραδιοτηλεοπτικής κάλυψης είναι παράνομη επειδή προβλέπει τη δημιουργία νέων σταθμών θα επέφερε αντινομικές συνέπειες αφού το τηλεοπτικό πεδίο θα παρέμενε πάντα ίδιο χωρίς τον πλουραλισμό και τον υγιή ανταγωνισμό που συνεπάγεται η λειτουργία περισσοτέρων σταθμών για το τηλεοπτικό κοινό.

Ενόψει των πιο πάνω, η προδικαστική ένσταση, κατά την έκταση που αυτή αφορά στην προμνησθείσα πτυχή του θέματος, επιτυγχάνει.

 

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος των αιτητών. Η προσβαλλόμενη πράξη επικυρώνεται.

 

 

Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.

 

 

 

 

ΣΦ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο