ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 912/03)
31 Μαρτίου, 2005
[Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ Λ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ
Αιτητής
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Καθ' ων η αίτηση
--------------------
Α. Κωνσταντίνου για τον αιτητή.
Λ. Λάμπρου-Ουστά, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ΄ ων
η αίτηση.
Δ. Ζαβαλλής για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Μ.Χατζηχριστοφόρου.
---------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Για την πλήρωση δυο θέσεων Ανώτερου Λειτουργού Αλιείας, Υπηρεσία Αλιείας, υπήρχαν τέσσερις υποψήφιοι. Η Δ. Στεφάνου, ο Ζ. Λουκαΐδης, ο αιτητής και η Μ. Χατζηχριστοφόρου (η ενδιαφερόμενη). Κατά την πρώτη διαδικασία, ο Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος σύστησε, για τη μια θέση τη Δ. Στεφάνου και για τη δεύτερη τον αιτητή αλλά η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) κατέληξε διαφορετικά. Με την απόφασή της ημερομηνίας 9.1.98, επέλεξε ως καταλληλότερη τη Δ. Στεφάνου και, για τη δεύτερη θέση, αντί του αιτητή τον Ζ. Λουκαΐδη. Άσκησαν προσφυγή η ενδιαφερόμενη και ο αιτητής. Στην πορεία ο αιτητής απέσυρε την προσφυγή του και παρέμεινε εκείνη της ενδιαφερόμενης με μόνο αντικείμενο την προαγωγή του Ζ. Λουκαΐδη. Το πρωτόδικο δικαστήριο ακύρωσε την προαγωγή του Ζ. Λουκαΐδη (βλ. Μυροφόρα Χατζηχριστοφόρου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας Προσφυγή 464/98 ημερομηνίας 26.7.02) και ακολούθησε επανεξέταση. Στο πλαίσιό της, η ΕΔΥ πήρε νέα σύσταση από το Διευθυντή του Τμήματος Αλιείας και Θαλάσσιων Ερευνών. Ο Διευθυντής σύστησε το Ζ. Λουκαΐδη αλλά η ΕΔΥ, αφού έκρινε πως η σύστασή του ήταν αντίθετη προς το περιεχόμενο των φακέλων, κατέληξε υπέρ της ενδιαφερόμενης. Ο αιτητής αμφισβητεί το κύρος αυτής της απόφασης.
Προτείνεται ως πρώτος λόγος ακυρότητας, η λήψη νέας σύστασης. Κατά την εισήγηση, αυτή ήταν ανεπίτρεπτη αφού "δεν είχε ακυρωθεί" η πρώτη σύσταση υπέρ του αιτητή, με αναφορά σε σύγκρισή του προς την ενδιαφερόμενη. Σε σχέση με τους υπόλοιπους υποψηφίους, πλην του Ζ. Λουκαΐδη δηλαδή, παρέμεινε έγκυρη και, επομένως, όφειλε η ΕΔΥ να λειτουργήσει υπό αυτό το δεδομένο. Δηλαδή της ύπαρξης υπέρ του σύστασης. Το κατά πόσο θα υπήρχε λόγος για παραγνώρισή της δεν μπορεί να είναι θέμα αυτής της διαδικασίας. Αν η ΕΔΥ έκρινε ότι υπήρχε τέτοιος λόγος, κατά τις καθιερωμένες αρχές, θα έπρεπε να τον καταγράψει και αυτός θα υπέκειτο σε δικαστικό έλεγχο.
Οι καθ΄ ων η αίτηση αρχικά συμμερίστηκαν αυτή την τοποθέτηση. Για να διαφοροποιήσουν όμως τη θέση τους στη συνέχεια. Θεωρούν πως χρειαζόταν νέα σύσταση αφού, κατά την επανεξέταση, με δοσμένη την ήδη προαγωγή της Δ. Στεφάνου στη μια θέση, η οποία δεν προσβλήθηκε, δεν υπήρχαν πλέον τέσσερις υποψήφιοι για δυο θέσεις αλλά τρεις υποψήφιοι για μια θέση. Η ενδιαφερόμενη προσθέτει πως και παρατυπία να υπήρχε αυτή ήταν επουσιώδης.
Κατά την πρώτη εξέταση, πριν κληθεί ο Αν. Διευθυντής για τη σύστασή του, η ΕΔΥ, όπως σημειώνεται στα πρακτικά της, "αποφάσισε να προσδώσει περιορισμένη σημασία στις υπηρεσιακές εκθέσεις των υποψηφίων των τελευταίων ετών λόγω της μεγάλης καθυστέρησης που σημειώθηκε στην υποβολή τους και σε έλλειψη οποιασδήποτε αιτιολογίας που επέτρεψε αυτή την καθυστέρηση καθώς και στη διαπίστωση άλλων παρατυπιών". Γι' αυτή την απόφασή της ενημερώθηκε, όπως επίσης σημειώνεται, ο Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής, για να σημειώσει και εκείνος, ως και δική του διαπίστωση, την ακαταστασία που επικράτησε και τις αλλεπάλληλες και συνεχείς παραστάσεις των υποψηφίων. Για να εξηγήσει, πριν τη διατύπωση της σύστασής του, πως έλαβε υπόψη τις ετήσιες αξιολογήσεις τους "στο μέτρο που είναι δυνατό".
Η σύσταση υπέρ της Δ. Στεφάνου, όπως σημειώθηκε, για την πρώτη θέση, δεν μας απασχολεί. Η σύσταση για τη δεύτερη, υπέρ του αιτητή, αιτιολογήθηκε με ρητή αναφορά στους δυο άλλους υποψήφιους. Ως προς την ενδιαφερόμενη, αφού αναφέρθηκε στο πρόσθετο προσόν της μεταπτυχιακής εκπαίδευσης, ως εξής:
"Ο Γεωργίου υπερτερεί κατά τρία και πλέον χρόνια σε αρχαιότητα από την άλλη λειτουργό η οποία επίσης διαθέτει το πρόσθετο προσόν και η οποία όπως αντικατοπτρίζεται στις υπηρεσιακές εκθέσεις, με έμφαση στα τελευταία χρόνια, υπερέχει αυτού σε αξία".
Επομένως, με ισοδυναμία ως προς το πρόσθετο προσόν, βάρυνε η αρχαιότητα έναντι της αξίας κατά τις υπηρεσιακές εκθέσεις.
Ως προς το Ζ. Λουκαΐδη η λογική ήταν αντίστροφη. Ο Ζ. Λουκαΐδης υπερείχε του αιτητή στην αρχαιότητα κατά 9 χρόνια αλλά υστερούσε σε αξία. Πρόσθεσε ο Αναπληρωτής Διευθυντής και διάφορες εκτιμήσεις του αναφορικά με ιδιότητες και ικανότητες του αιτητή και, απαντώντας σε επί τούτου ερώτηση της ΕΔΥ, εξήγησε πως θα σύστηνε χωρίς επιφύλαξη το Ζ. Λουκαΐδη, παρά το ότι δεν είχε το πρόσθετο προσόν, αν δεν υστερούσε στις υπηρεσιακές εκθέσεις. Εδώ, λοιπόν, μέτρησαν οι υπηρεσιακές εκθέσεις έναντι της αρχαιότητας η οποία μάλιστα ήταν πολύ μεγαλύτερη.
Η ΕΔΥ δεν ήταν διατεθειμένη να ακολουθήσει τη σύσταση ως προς τη δεύτερη θέση. Υπενθύμισε την απόφασή της να προσδώσει περιορισμένη σημασία στις υπηρεσιακές εκθέσεις και, λαμβάνοντας υπόψη και τις εξηγήσεις του Αναπληρωτή Διευθυντή, επέλεξε το Ζ. Λουκαΐδη παρά το ότι, αντίθετα προς τους άλλους δυο, δεν διέθετε το πρόσθετο προσόν επειδή υπερείχε ουσιαστικά "σε αρχαιότητα και εμπειρίες".
Αποκαταστάθηκε έτσι η συνέπεια ως προς τη σημασία των στοιχείων κρίσης αλλά η κατάληξη αποδοκιμάστηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο. Ο ίδιος ο αιτητής, που κατ' εξοχήν θα υπεράσπιζε την υπέρ του σύσταση, απέσυρε την προσφυγή που άσκησε. Η προσφυγή όμως της ενδιαφερόμενης ήταν επιτυχής και χρειάζεται να δούμε τους λόγους. Ο βασικός αφορούσε στην απόφαση να προσδοθεί περιορισμένη σημασία στις υπηρεσιακές εκθέσεις. Είχε υποβληθεί γραπτό παράπονο στην ΕΔΥ και, κατά τη συζήτηση για εξουδετέρωση των ετήσιων αξιολογήσεων, χρησιμοποιήθηκε ως κεντρικό το ότι οι εκθέσεις που την έδειχναν να υπερέχει ήταν μεροληπτικές υπέρ της αφού ο Διευθυντής της Υπηρεσίας Αλιείας ήταν σύζυγός της. Όμως νυμφεύθηκαν μετά τους χρόνους των υπηρεσιακών εκθέσεων στις οποίες αφορούν τα παράπονα, η ενδιαφερόμενη υπερείχε και κατά τις επόμενες αξιολογήσεις και οι ισχυρισμοί για μεροληψία και πριν το γάμο, με αναφορά σε μακροχρόνιο δεσμό, δεν τεκμηριώθηκαν. Συνεπώς, όπως κρίθηκε, εκ της ουσιαστικής εκμηδένισης της αξίας των υπηρεσιακών εκθέσεων, χωρίς να είχε ερευνηθεί και η καθυστέρηση στην ετοιμασία τους που ήταν το βασικό της έρεισμα, στοιχειοθετείτο λόγος ακυρότητας.
Είναι γεγονός πως το Ανώτατο Δικαστήριο στάθηκε στη σύσταση γενικώς και πως ορισμένες συγκρίσεις που στο τέλος έκαμε, με αναφορά και στο πρόσθετο προσόν, αφορούσαν την ενδιαφερόμενη ως αιτήτρια και το Ζ. Λουκαΐδη. Κατ' ανάγκην, όμως, με την πρώτη θεμελιακή του κρίση, το Ανώτατο Δικαστήριο έπληξε στη ρίζα της τη σύσταση, γενικώς. Είναι προφανές πως η ασυνέπεια της σύστασης, όπως την έχω υποδείξει, διατρεχόταν από διαφορετική αντίληψη ως προς τη σημασία των υπηρεσιακών εκθέσεων ανάλογα με το αν αυτή απέβαινε υπέρ της ενδιαφερόμενης η υπέρ άλλου. Την αιτία των ισχυρισμών για εύνοια υπέρ της ενδιαφερόμενης την έχω σημειώσει και καταλήγω πως, από το σκεπτικό της ακυρωτικής απόφασης, δεν απομένει περιθώριο για θεώρηση της σύστασης ως "έγκυρης" με την έννοια που ενώπιόν μου εισηγήθηκε ο αιτητής. Η ΕΔΥ δε, δεσμευμένη από ακυρωτική απόφαση με τέτοιο σκεπτικό, όπως το αναφερόμενο στη σημασία των υπηρεσιακών εκθέσεων, ορθώς πήρε νέα σύσταση. Αν τώρα λέγαμε πως θα έπρεπε να λειτουργήσει υπό την παλαιά σύσταση, θα παραγνωρίζαμε το ήδη κριθέν πως κακώς προσδόθηκε περιορισμένη σημασία στις υπηρεσιακές εκθέσεις έναντι της αρχαιότητας που εμφανώς οδήγησε τον Αν. Διευθυντή να συστήσει τον αιτητή αντί της ενδιαφερομένης.
Κατά την επανεξέταση, ο Διευθυντής σύστησε τον Ζ. Λουκαΐδη ως αρχαιότερο του αιτητή, θεωρώντας πως οι υπηρεσιακές εκθέσεις "είναι όλες επηρεασμένες από κάποιες καταστάσεις στο Τμήμα από τον προηγούμενο διευθυντή ο οποίος είχε σχέση με την υποψήφια Χατζηχριστοφόρου Μυροφόρα". Αυτή τη σύσταση δεν την ακολούθησε η ΕΔΥ, ως αντίθετη προς το περιεχόμενο των φακέλων, αφού ήταν έγκυρες, όπως είχε ήδη κριθεί με την ακυρωτική απόφαση. Επ' αυτού δεν διατυπώνεται επιχειρηματολογία αλλά ο αιτητής θεωρεί πως στοιχειοθετούνται λόγοι ακυρότητας αναφερόμενοι στην αιτιολόγηση της επιλογής και στη σημασία της αρχαιότητας και της επακόλουθης μεγαλύτερης πείρας του. Η ΕΔΥ, επιλέγοντας την ενδιαφερόμενη, θεώρησε πως αυτή υπερείχε "καταφανώς" σε αξία. Ο αιτητής παραθέτει τις ετήσιες αξιολογήσεις του από το 1992 - 1996 και εισηγείται πως από τη σύγκριση προκύπτει υπεροχή της ενδιαφερόμενης αλλά όχι "καταφανής". Δεν είναι πειστική η εισήγηση. Ευλόγως η υπεροχή της ενδιαφερόμενης χαρακτηρίζεται ως καταφανής και δεν δικαιολογείται περαιτέρω προβληματισμός. Παραθέτω τα δεδομένα όπως ακριβώς τα παρουσιάζει και ο αιτητής στην αγόρευσή του:
Έτος 1996
1995
1994
1993
1992 |
Αιτητής 6 Εξαίρετα 2 Πολύ Ικανοποιητικά 6 Εξαίρετα 2 Πολύ Ικανοποιητικά 4 Εξαίρετα 4 Πολύ Ικανοποιητικά 4 Εξαίρετα 4 Πολύ Ικανοποιητικά 3 Εξαίρετα 5 Πολύ Ικανοποιητικά |
Ενδιαφερόμενο Μέρος 8 Εξαίρετα
7 Εξαίρετα 1 Πολύ Ικανοποιητικά 5 Εξαίρετα 3 Πολύ Ικανοποιητικά 7 Εξαίρετα 1 Πολύ Ικανοποιητικά 7 Εξαίρετα 1 Πολύ Ικανοποιητικά |
Υποστηρίχτηκε εναλλακτικά πως, ούτως ή άλλως, και καταφανής να ήταν δηλαδή η υπεροχή, η χρήση αυτού του χαρακτηρισμού επάγεται ακυρότητα. Αυτό, κατ' επίκληση της απόφασης της Ολομέλειας στην Κυπριακή Δημοκρατία ν. Χαραλάμπους κ.α. (1992) 3 ΑΑΔ 251, με βάση την οποία, όπως ήταν η εισήγηση, «απαγορεύεται η χρησιμοποίηση από την ΕΔΥ του κριτηρίου "έκδηλη υπεροχή"». Με όλο το σεβασμό, έχουμε, παρανόηση. Αποδοκιμάστηκε εκεί η αιτιολογική σκέψη μέλους της ΕΔΥ πως η προαχθείσα έπρεπε να προτιμηθεί "γιατί δεν υπάρχει άλλος υποψήφιος με striking superiority". Aυτό δε σημαίνει πως και η θετική διαπίστωση πως υποψήφιος υπερέχει έκδηλα πάσχει με τέτοια έννοια, ως ενέχουσα δηλαδή πλάνη περί το δίκαιο. Άλλο αν διαπιστωθεί πως αυτή πάσχει από πλάνη περί τα πράγματα. Και εδώ ο χαρακτηρισμός "καταφανώς" ο οποίος αναφερόταν όχι σε εν γένει υπεροχή αλλά σε τέτοια κατά τις ετήσιες αξιολογήσεις, όπως σημείωσα, ευλόγως κρίθηκε ότι απέδιδε την πραγματικότητα.
Προκύπτει, όμως, τουλάχιστον πιθανότητα να ενήργησε η ΕΔΥ κάτω από πλάνη περί τα πράγματα, σε σχέση με το πρόσθετο προσόν. Μεταφέρω το σχετικό απόσπασμα από τα πρακτικά της:
"Η Επιτροπή έκρινε ότι η Χατζηχριστοφόρου υπερέχει καταφανώς σε αξία έναντι των άλλων υποψηφίων και διαθέτει το πρόσθετο προσόν. Η υπεροχή σε αρχαιότητα των Λουκαΐδη και Γεωργίου δεν μπορεί να εξουδετερώσει την υπεροχή σε αξία της Χατζηχριστοφόρου σε συνδυασμό με την κατοχή του πρόσθετου προσόντος".
Το ίδιο πρόσθετο προσόν όμως διέθετε και ο αιτητής και αν το θέμα περιοριζόταν μόνο στη μη αναφορά σ΄αυτό από την ΕΔΥ θα υπήρχε ίσως δυνατότητα να θεωρήσουμε πως, κατά το τεκμήριο της κανονικότητας, το είχε υπόψη. Δεν αφήνει όμως τέτοια περιθώρια το πρακτικό. Χρησιμοποιεί η ΕΔΥ την κατοχή του πρόσθετου προσόντος από την ενδιαφερόμενη ως κατά συνδυασμό λόγου που εξουδετερώνει την υπεροχή σε αρχαιότητα όχι μόνο του Ζ. Λουκαΐδη που δεν το διέθετε αλλά και του αιτητή που το διέθετε. Από εκεί και πέρα, μόνο υποθέσεις θα μπορούσαν να γίνουν αναφορικά με το πώς η ΕΔΥ θα στάθμιζε τα δεδομένα και θα εναπόκειται στην ίδια να επιλέξει τον καταλληλότερο υπό τα ορθά δεδομένα, περιλαμβανομένης δηλαδή και της κατοχής του πρόσθετου προσόντος και από τον αιτητή.
Η προσφυγή επιτυγχάνει, με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.
Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.
C:\My Documents\2005\PART 4\912-03.docCreated by Μaria Shambarta