ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 957/2003)
18 Φεβρουαρίου, 2005
[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΚΟΚΚΙΝΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ'ων η αίτηση.
Α. Κωνσταντίνου, για την Αιτήτρια.
Λ. Λάμπρου-Ουστά, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Α.Σ. Αγγελίδης, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΠΡΟΣΦΥΓΗ Η ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΚΟΚΚΙΝΟΥ (ΑΙΤΗΤΡΙΑ) ΕΠΙΔΙΩΚΕΙ ΤΗΝ ΑΚΥΡΩΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΗΣ ΚΑΘ'ΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ (Ε.Δ.Υ.) Η ΟΠΟΙΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΙΣ 17/10/2003, ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ Η ΕΥΠΡΑΞΙΑ ΠΕΤΡΩΝΔΑ (ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΟ ΜΕΡΟΣ) ΠΡΟΑΧΘΗΚΕ ΣΤΗ ΜΟΝΙΜΗ ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΟΠΟΙΟΥ ΣΤΙΣ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ.
(α) Τα γεγονότα.
Το σχετικό σχέδιο υπηρεσίας για την επίδικη θέση, η οποία είναι θέση Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής, προνοεί ότι τα απαιτούμενα προσόντα είναι τα πιο κάτω:
"(1) Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν στη Φαρμακευτική.
(Σημ.: Ο όρος «πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος» καλύπτει και μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο).
(2) Εγγεγραμμένος Φαρμακοποιός στην Κύπρο.
(3) Δεκαετής τουλάχιστο πείρα στη Φαρμακευτική, από την οποία πενταετής τουλάχιστο πείρα σε διοικητικά/εποπτικά καθήκοντα που να περιλαμβάνουν προγραμματισμό, οργάνωση, καθοδήγηση, συντονισμό και έλεγχο εργασιών, κατά προτίμηση στη Δημόσια Υπηρεσία.
(4) Ακεραιότητα χαρακτήρα, διοικητική και οργανωτική ικανότητα, υπευθυνότητα, πρωτοβουλία και ευθυκρισία.
(5) Πολύ καλή γνώση της Ελληνικής και της Αγγλικής γλώσσας.
(6) Μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλος μετά από σπουδές ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους στη Φαρμακευτική ή σε κλάδο της Φαρμακευτικής ή σε θέματα Διεύθυνσης/Διοίκησης, θα θεωρηθεί πλεονέκτημα.
Σημ.: Για την πρώτη πλήρωση της θέσης μετά την έγκριση του παρόντος Σχεδίου Υπηρεσίας, η θέση θα είναι Προαγωγής μόνο και θα θεωρείται ως πλεονέκτημα μετεκπαίδευση στη Φαρμακευτική ή σε κλάδο της Φαρμακευτικής."
Η Ε.Δ.Υ. αποφάσισε ότι για την πλήρωση των δύο κενών θέσεων η θέση θα ήταν μόνο προαγωγής και ότι θα μπορούσαν να θεωρηθούν υποψήφιοι υπάλληλοι οι οποίοι κατείχαν την αμέσως κατώτερη θέση του Φαρμακοποιού Α΄, νοουμένου ότι κατείχαν επίσης τα υπόλοιπα προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας. Η Ε.Δ.Υ. αποφάσισε ακόμα ότι το πλεονέκτημα που αναφερόταν στο σχέδιο υπηρεσίας θα έπρεπε να ήταν διάρκειας τουλάχιστον έξι μηνών. Τόσο η αιτήτρια όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχαν τόσο τη θέση του Φαρμακοποιού Α΄ όπως επίσης και το σχετικό πλεονέκτημα. Στη συνέχεια προσήλθε ενώπιον της Ε.Δ.Υ. ο Διευθυντής των Φαρμακευτικών Υπηρεσιών, ο οποίος σύστησε για προαγωγή την αιτήτρια και έναν άλλο υποψήφιο. Ειδικότερα για την αιτήτρια και το ενδιαφερόμενο μέρος ο Διευθυντής ανέφερε τα πιο κάτω:
"Η Κοκκίνου Παναγιώτα είναι υπεύθυνη του Τομέα Εγγραφής, Αξιολόγησης και Καθορισμού Τιμών των Φαρμάκων. Παρόλο που υστερεί σε αρχαιότητα έναντι της Πετρώνδα Ευπραξίας και του Χατζηγεωργίου Ερρίκου, εντούτοις, σ' ό,τι αφορά την αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψηφίων, υπερτερεί ή/και δεν υστερεί και η γενική υπηρεσιακή της εικόνα είναι καλύτερη από τους πιο πάνω αναφερόμενους λειτουργούς. Η συστηνόμενη κατέχει μεταπτυχιακό δίπλωμα, «Master of Science in Pharmaceutical Analysis and Quality Control», 25μηνης διάρκειας, από το Chelsea College του Λονδίνου, το οποίο, σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας, θεωρείται πλεονέκτημα.
Η Πετρώνδα, η οποία υπερέχει όλων σε αρχαιότητα και δεν συστήνεται, είναι κάτοχος μετεκπαίδευσης μη συμπαγούς χαρακτήρα, διάρκειας 5½ μηνών και ενός μηνός, η οποία πραγματοποιήθηκε στα Νοσοκομεία Royal Free Hospital (4 μήνες), St. James Hospital (1 μήνα) και Westminster Hospital (2 εβδομάδες), με θέμα «Preparation of Parenteral Nutrition», καθώς και στον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων με θέμα «Επιθεώρηση Φαρμακείων και Έλεγχος Διακίνησης Ναρκωτικών και Ψυχοτρόπων Ουσιών» (ΕΟΦ, 1 μήνα)."
Η Ε.Δ.Υ. δεν υιοθέτησε τη σύσταση του Διευθυντή και αφού αποφάσισε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος ήταν καταλληλότερη της συστηθείσας αιτήτριας, αιτιολόγησε την επιλογή της στο σχετικό πρακτικό ως εξής:
"Η Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη τα τρία κριτήρια - αξία, προσόντα, αρχαιότητα -, σταθμίζοντας και συνεκτιμώντας αυτά στο σύνολό τους και αποδίδοντας σ' αυτά και σε καθένα από αυτά την ανάλογη βαρύτητα, δεν μπόρεσε να υιοθετήσει τη σύσταση του Διευθυντή όσον αφορά την Κοκκίνου Παναγιώτα. Η Επιτροπή έκρινε ότι οι παρακάτω υπερέχουν των άλλων υποψηφίων, τους επέλεξε ως τους πιο κατάλληλους και αποφάσισε να προσφέρει σ' αυτούς προαγωγή στη μόνιμη θέση Πρώτου Φαρμακοποιού, Φαρμακευτικές Υπηρεσίες:
Επιλέγοντας την Πετρώνδα Ευπραξία αντί της Κοκκίνου Παναγιώτας που συστήθηκε από το Διευθυντή, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή υπερέχει έναντι όλων καταφανώς σε αρχαιότητα, σε όλα τα στάδια της σταδιοδρομίας της, από την ημερομηνία Πρώτου Διορισμού της μέχρι και την ημερομηνία της τελευταίας προαγωγής της, ουδενός υστερεί σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις ετήσιες αξιολογήσεις των υποψηφίων, με έμφαση στα τελευταία χρόνια, στα οποία αποδίδεται μεγαλύτερη βαρύτητα, αξιολογηθείσα ως καθόλα εξαίρετη, και, επιπλέον διαθέτει το πλεονέκτημα.
Προβαίνοντας σε ιδιαίτερη σύγκριση της Πετρώνδα με τη συστηθείσα Κοκκίνου, η Επιτροπή παρατήρησε ότι η Πετρώνδα υπερέχει καταφανώς σε αρχαιότητα, η οποία ανάγεται στην παρούσα τους θέση και συνίσταται σε δέκα και πλέον έτη, δεν υστερεί σε αξία και, επιπλέον, διαθέτει το πλεονέκτημα, όπως και η Κοκκίνου. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή δεν μπόρεσε να υιοθετήσει την υπέρ της Κοκκίνου σύσταση του Διευθυντή."
(β) Οι λόγοι της προσφυγής.
Ο συνήγορος της αιτήτριας υποστηρίζει ότι η πιο πάνω προσβαλλόμενη απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί γιατί
(γ) Οι λόγοι ακύρωσης: Ο καθορισμός του πλεονεκτήματος της μετεκπαίδευσης στη Φαρμακευτική και η κρίση της Ε.Δ.Υ. για την κατοχή του από το ενδιαφερόμενο μέρος.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας υπέβαλε ότι η κρίση της Ε.Δ.Υ. περί της κατοχής του προσόντος - πλεονεκτήματος της μετεκπαίδευσης στη Φαρμακευτική ή σε κλάδο της Φαρμακευτικής από το ενδιαφερόμενο μέρος, πάσχει λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας. Είναι η θέση της αιτήτριας ότι από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει ότι τα εν λόγω ιδρύματα ήταν κατά τον ουσιώδη χρόνο αναγνωρισμένα εκπαιδευτικά ιδρύματα και ότι η συνολική χρονική περίοδος της μετεκπαίδευσης του ενδιαφερόμενου μέρους δεν ξεπερνούσε τους 5½ μήνες, με αποτέλεσμα να μην καλύπτεται η σχετική πρόνοια της "Σημείωσης" του σχεδίου υπηρεσίας, αφού σε σχέση με αυτήν η Ε.Δ.Υ. είχε ήδη αποφασίσει ότι το πλεονέκτημα θα έπρεπε να ήταν έξι τουλάχιστο μηνών. Υποβλήθηκε επίσης ότι η απόφαση της Ε.Δ.Υ. για καθορισμό της εξάμηνης περιόδου για σκοπούς κατοχής του πλεονεκτήματος ήταν αναιτιολόγητη και λήφθηκε όχι σε ανύποπτο χρόνο, αλλά μέσα στα πλαίσια της διαδικασίας πλήρωσης της θέσης με σκοπό να ευνοηθεί το ενδιαφερόμενο μέρος.
Αντίθετα η ευπαίδευτη συνήγορος της Ε.Δ.Υ. υπέβαλε ότι η Ε.Δ.Υ. είχε προβεί στη διεξαγωγή της απαραίτητης έρευνας και ότι η ερμηνεία του σχεδίου υπηρεσίας εμπίπτει μέσα στα πλαίσια της διακριτικής ευχέρειας της Ε.Δ.Υ. Επιπρόσθετα ο ευπαίδευτος συνήγορος του ενδιαφερόμενου μέρους υποστήριξε ότι η αιτήτρια δεν απέδειξε έκδηλη υπεροχή έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους και με τα στοιχεία που είχαν παρουσιασθεί δεν είχε καμφθεί το τεκμήριο της νομιμότητας της επίδικης απόφασης.
Οι εισηγήσεις της αιτήτριας είναι ορθές. Στο σχέδιο υπηρεσίας η κατοχή του πλεονεκτήματος καθορίζεται ότι μπορεί να αποκτηθεί με δύο τρόπους. Ο πρώτος τρόπος καθορίζει ότι σύμφωνα με την παράγραφο (6) των "Απαιτούμενων Προσόντων", "μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλος μετά από σπουδές ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους στη Φαρμακευτική ή σε κλάδο της Φαρμακευτικής ή σε θέματα Διεύθυνσης/Διοίκησης, θα θεωρηθεί πλεονέκτημα". Η αιτήτρια ικανοποιούσε την προϋπόθεση αυτή αφού κατείχε "Master of Science in Pharmaceutical Analysis and Quality Control" του Πανεπιστημίου του Λονδίνου και ο Διευθυντής αναγνώρισε την κατοχή του μεταπτυχιακού τίτλου ως πλεονέκτημα αναφέροντάς το ρητά στη σύστασή του υπέρ της αιτήτριας.
Η σχετική όμως "Σημείωση" του σχεδίου υπηρεσίας προνοούσε ότι το πλεονέκτημα θα μπορούσε να αποκτηθεί με άλλον ένα τρόπο που θα αφορούσε την πρώτη πλήρωση της θέσης. Επρόκειτο για μετεκπαίδευση στη Φαρμακευτική ή σε κλάδο της και για την οποία η ελάχιστη χρονική διάρκεια καθορίστηκε από την Ε.Δ.Υ. σε έξι μήνες. Στα σχετικά πρακτικά της η Ε.Δ.Υ. κατέγραψε σε σχέση με αυτό το ζήτημα τα πιο κάτω:
"Στη συνέχεια, η Επιτροπή ασχολήθηκε με τη Σημείωση του Σχεδίου Υπηρεσίας, σύμφωνα με την οποία:
"Για την πρώτη πλήρωση της θέσης μετά την έγκριση του παρόντος Σχεδίου Υπηρεσίας, η θέση θα είναι Προαγωγής μόνο και θα θεωρείται ως πλεονέκτημα μετεκπαίδευση στη Φαρμακευτική ή σε κλάδο της Φαρμακευτικής",
και ερμήνευσε ότι η μετεκπαίδευση για να θεωρηθεί ως πλεονέκτημα θα πρέπει να είναι διάρκειας έξι τουλάχιστο μηνών."
Από τα πιο πάνω φαίνεται ότι η Ε.Δ.Υ. δεν προέβηκε σε οποιαδήποτε αιτιολόγηση του πιο πάνω καθορισμού του χρόνου, παραβιάζοντας τις σχετικές νομολογιακές αρχές που επιβάλλουν επεξήγηση σε περιπτώσεις καθορισμού ελάχιστης χρονικής περιόδου ενός προσόντος - πλεονεκτήματος.
Στην υπόθεση Αυγερινού ν. Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 702, το Δικαστήριο αντιμετώπισε ένα παρόμοιο θέμα με την ακόλουθη προσέγγιση:
"Θα προχωρήσουμε τώρα να εξετάσουμε κατά πόσο ο καθορισμός ελάχιστης χρονικής διάρκειας 12 μηνών για να θεωρείται η πείρα ως πλεονέκτημα ήταν επιτρεπτός και, αν ναι, αιτιολογημένος υπό τις περιστάσεις.
Στα πρακτικά της συνεδρίασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας ημερομηνίας 13.4.95 (σελ. 43 των πρακτικών του Δικαστηρίου) αναφέρονται τα ακόλουθα σχετικά με το ζήτημα:
"Αναφορικά με το πλεονέκτημα η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας θεωρεί ως ελάχιστη περίοδο πείρας σχετικής με τα καθήκοντα της θέσης διάρκεια 12 μηνών προκειμένου ένας υποψήφιος να θεωρηθεί ότι το διαθέτει".
Γενικά είναι επιτρεπτό εκ μέρους της ΕΔΥ να καθορίζει, όπου το σχέδιο δεν το προβλέπει, λογική χρονική διάρκεια για να θεωρείται ως πλεονέκτημα η πείρα, και τούτο γιατί η πείρα πρέπει σε κάθε περίπτωση να είναι ουσιαστική (βλ. Τυρίμου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 4148, Μιχαήλ ν. Ε.Δ.Υ., Πρ. Αρ. 409/94, ημερομηνίας 31.10.95).
Στην παρούσα όμως περίπτωση κρίνουμε ότι ο καθορισμός των 12 μηνών ήταν αυθαίρετος. Η ΕΔΥ, καθορίζουσα τους 12 μήνες ως ελάχιστη περίοδο για απόκτηση πείρας που να ικανοποιεί το σχέδιο υπηρεσίας, δεν εξέτασε τη φύση της εργασίας που διεξείγε η εφεσείουσα. Ο καθορισμός του χρόνου πρέπει να αιτιολογείται και η αιτιολόγηση πρέπει να συναρτάται με το χρόνο, την ένταση και τη φύση της εμπειρίας σε κάθε περίπτωση. Στην παρούσα υπόθεση ο καθορισμός της ελάχιστης περιόδου των 12 μηνών ήταν παντελώς αναιτιολόγητος."
Επιπρόσθετα από τα πιο πάνω προβάλλει το θέμα του χρονικού σημείου λήψης της απόφασης για τον καθορισμό της εξάμηνης μετεκπαίδευσης. Ο καθορισμός της εξάμηνης μετεκπαίδευσης αποφασίστηκε στις 7/8/2003 και ενώ είχε προηγηθεί στις 14/7/2003 η πρόταση του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Υγείας για την πλήρωση των θέσεων. Το σχέδιο υπηρεσίας με την επίμαχη "Σημείωση" δημοσιεύτηκε στις 4/7/2003 και συνεπώς δεν φαίνεται αβάσιμο το παράπονο της αιτήτριας, ότι η Ε.Δ.Υ. κατά τον καθορισμό της χρονικής διάρκειας της μετεκπαίδευσης η οποία θα εθεωρείτο ως πλεονέκτημα για τη διεκδίκηση της θέσης με προαγωγή, πιθανότατα γνώριζε τους υποψηφίους. Παρόμοια τακτική έτυχε της αποδοκιμασίας του Δικαστηρίου στην Πυτιρή ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1000/96, της 5/3/99, όπου ο Δικαστής Αρτεμίδης (όπως ήταν τότε) τόνισε τα πιο κάτω:
"Το πλεονέκτημα που διαθέτει ο αιτητής οφείλεται στο μεταπτυχιακό του δίπλωμα, ενώ του προαχθέντα στην ειδική πρόνοια των σχεδίων υπηρεσίας σύμφωνα με την οποία ειδική εκπαίδευση σε ένα ή περισσότερους τομείς της στατιστικής, θα αποτελούσε πλεονέκτημα. Η ίδια η Επιτροπή καθόρισε, στη συγκεκριμένη διαδικασία, πως αυτή η πείρα θα ΄πρεπε να ήταν διάρκειας τουλάχιστον 3 μηνών. Αποφάσισε στη συνέχεια πως το ενδιαφερόμενο μέρος διέθετε το πλεονέκτημα γιατί είχε παρακολουθήσει σειρά μαθημάτων στο Κέντρο Εκπαίδευσης Εφαρμοσμένης Στατιστικής για Αναπτυσσόμενες Χώρες στο Μόναχο από 4.3.81 - 26.6.81. Μολονότι εκ του γεγονότος αυτού δεν ηγέρθη οποιοδήποτε ζήτημα, επιθυμώ να παρατηρήσω πως δεν με βρίσκει σύμφωνο η διαδικασία που ακολουθήθηκε. Να αποφασίσει δηλαδή η Επιτροπή, στη συγκεκριμένη περίπτωση που είχε ενώπιον της, ποιο ήταν το χρονικό διάστημα που κατά τη γνώμη της θα πληρούσε τον όρο των σχεδίων υπηρεσίας για ειδική εκπαίδευση. Η λειτουργία της μ' αυτό τον τρόπο δυνατό να εγείρει υποψίες πως, εφόσο γνωρίζει τα στοιχεία των υποψηφίων, καθορίζει και ανάλογα το χρονικό διάστημα, ώστε να εφαρμόζεται κατά το δοκούν και να βολεύει προφανώς συγκεκριμένο υποψήφιο. Έχω τη γνώμη πως η χρηστή διοίκηση επιβάλλει να καθορίζεται το χρονικό διάστημα αντικειμενικά, μόλις δημοσιευθούν τα σχέδια υπηρεσίας και όταν δεν υπάρχει οποιαδήποτε διαδικασία ενώπιον της Επιτροπής για συγκεκριμένη εφαρμογή τους."
Στην παρούσα υπόθεση, αφού καθορίστηκε με τον ίδιο πιο πάνω αποδοκιμασθέντα τρόπο το πλεονέκτημα, χωρίς μάλιστα αιτιολόγηση της χρονικής διάρκειας που αποφασίστηκε, η Ε.Δ.Υ. αποκλίνοντας από τη σύσταση, αναφέρθηκε στη "μετεκπαίδευση" του ενδιαφερόμενου μέρους και τελικά την επέλεξε αντί της αιτήτριας, σημειώνοντας ότι:
"Η Πετρώνδα, η οποία υπερέχει όλων σε αρχαιότητα και δεν συστήνεται, είναι κάτοχος μετεκπαίδευσης μη συμπαγούς χαρακτήρα, διάρκειας 5½ μηνών και ενός μηνός, η οποία πραγματοποιήθηκε στα Νοσοκομεία Royal Free Hospital (4 μήνες), St. James Hospital (1 μήνα) και Westminster Hospital (2 εβδομάδες), με θέμα «Preparation of Parenteral Nutrition», καθώς και στον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων με θέμα «Επιθεώρηση Φαρμακείων και Έλεγχος Διακίνησης Ναρκωτικών και Ψυχοτρόπων Ουσιών» (ΕΟΦ, 1 μήνα).
.................................. .................................................. .....
Επιλέγοντας την Πετρώνδα Ευπραξία αντί της Κοκκίνου Παναγιώτας που συστήθηκε από το Διευθυντή, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή υπερέχει έναντι όλων καταφανώς σε αρχαιότητα, σε όλα τα στάδια της σταδιοδρομίας της, από την ημερομηνία Πρώτου Διορισμού της μέχρι και την ημερομηνία της τελευταίας προαγωγής της, ουδενός υστερεί σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις ετήσιες αξιολογήσεις των υποψηφίων, με έμφαση στα τελευταία χρόνια, στα οποία αποδίδεται μεγαλύτερη βαρύτητα, αξιολογηθείσα ως καθόλα εξαίρετη, και, επιπλέον διαθέτει το πλεονέκτημα.
Προβαίνοντας σε ιδιαίτερη σύγκριση της Πετρώνδα με τη συστηθείσα Κοκκίνου, η Επιτροπή παρατήρησε ότι η Πετρώνδα υπερέχει καταφανώς σε αρχαιότητα, η οποία ανάγεται στην παρούσα τους θέση και συνίσταται σε δέκα και πλέον έτη, δεν υστερεί σε αξία και, επιπλέον, διαθέτει το πλεονέκτημα, όπως και η Κοκκίνου. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή δεν μπόρεσε να υιοθετήσει την υπέρ της Κοκκίνου σύσταση του Διευθυντή."
Η ερμηνεία ενός σχεδίου υπηρεσίας εμπίπτει μέσα στα πλαίσια της διακριτικής ευχέρειας του αρμόδιου διοικητικού οργάνου που έχει την υποχρέωση να προβαίνει στην αναγκαία έρευνα που θα οδηγήσει σε ασφαλή συμπεράσματα. (Βλ. Νικολαϊδης κ.ά. ν. Μηνά κ.ά. (1994) 3 ΑΑΔ 321). Στην παρούσα περίπτωση η Ε.Δ.Υ. θεώρησε ότι τα διάφορα μαθήματα που παρακολούθησε το ενδιαφερόμενο μέρος συνιστούσαν μετεκπαίδευση, χωρίς τη διερεύνηση όλων εκείνων των στοιχείων που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν το κατάλληλο υπόβαθρο για το πιο πάνω συμπέρασμα. Οι προεκτάσεις της "μετεκπαίδευσης" έχουν εξετασθεί σε αριθμό υποθέσεων από το Ανώτατο Δικαστήριο. Χαρακτηριστικά στην υπόθεση Σολωμού ν. Δημοκρατίας (Προσφυγή 807/2000 της 26/9/2001) ο Δικαστής Καλλής σημείωσε ότι
"Η επίμαχη παράγραφος του Σχεδίου Υπηρεσίας προβλέπει για κατοχή «μεταπτυχιακού διπλώματος ή τίτλου ή μετεκπαίδευσης εις θέματα δημοσιογραφίας κλπ.». Είναι κοινώς παραδεκτό ότι το Ε.Μ. δεν κατέχει «μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο». Τυγχάνει λοιπόν εξεταστέο κατά πόσο ικανοποιεί την πρόνοια για μετεκπαίδευση. Ο όρος αυτός έχει ερμηνευθεί στη Δημοκρατία ν. Χρίστου (1991) 3 Α.Α.Δ. 56, 61:
«'Μετεκπαίδευση' σημαίνει συμπληρωματική εκπαίδευση πέραν από την κανονική. Χρονικά και πραγματικά ακολουθεί τη βασική εκπαίδευση. Ο όρος 'μετεκπαίδευση', στο σχέδιο υπηρεσίας, σημαίνει πρόσθετη εκπαίδευση μετά από την απόκτηση των διπλωμάτων ή πιστοποιητικών, απαραίτητων προϋποθέσεων που αναφέρονται στις παραγράφους (1) και (5).»
(Βλ. και Κοντογιώργη κ.α. ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 1607/2.12.97).
Σχετική με το θέμα που μας απασχολεί είναι και η ερμηνεία του όρου «μεταπτυχιακό προσόν». Δόθηκε στην Χαραλαμπίδης ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 414, 420:
«Έχουμε τη γνώμη πως η ερμηνεία που υιοθέτησε η Ε.Δ.Υ. δεν ήταν επιτρεπτή στο δικαιοδοτικό της πλαίσιο να ερμηνεύει τα σχέδια υπηρεσίας. Η έννοια 'μεταπτυχιακό προσόν', που θεωρείται ως πλεονέκτημα, υποδηλώνει μεν προσόν που αποκτάται μετά από το πανεπιστημιακό δίπλωμα, αλλά ταυτόχρονα αποδίδει σ' αυτό και ποιοτικό περιεχόμενο. Πρέπει να είναι δηλαδή εκπαιδευτικά ανώτερο του πρώτου κύκλου πανεπιστημιακών σπουδών.»
Η πιο πάνω ερμηνεία έχει υιοθετηθεί πολύ πρόσφατα στην Ζαχαριάδης ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2717/18.7.2001.
Στην Ηλιάδης ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 716/97/15.9.98 είχα την ευκαιρία να εξετάσω την ερμηνεία του όρου «μεταπτυχιακή εκπαίδευση». Έθεσα το θέμα ως εξής:
«Όπως και στην περίπτωση του όρου "μετεκπαίδευση" (βλ. Χρίστου, πιο πάνω) ο όρος "μεταπτυχιακή εκπαίδευση" σημαίνει συμπληρωματική εκπαίδευση πέραν από την κανονική η οποία χρονικά και πραγματικά ακολουθεί τη βασική εκπαίδευση. Κατά την ερμηνεία του όρου "μετεκπαίδευση" όπως και του όρου "μεταπτυχιακό προσόν" (βλ. Χαραλαμπίδης, πιο πάνω) δεν μπορεί να αγνοηθεί το ποιοτικό περιεχόμενο και επίπεδο της εκπαίδευσης. Το επίπεδο της εκπαίδευσης διαδραματίζει καίριο ρόλο. Ομοίως και στην περίπτωση του επίδικου όρου "μεταπτυχιακή εκπαίδευση" δεν μπορεί να αγνοηθεί το επίπεδο και ποιοτικό περιεχόμενο της εκπαίδευσης. Πρέπει να είναι συμπληρωματική εκπαίδευση πέραν από την κανονική σε επίπεδο ψηλότερο από την κανονική. Σκοπός της σχετικής πρόνοιας είναι: να καταστήσει δυνατή την πλήρωση της θέσης από πρόσωπα που κατέχουν ψηλά ακαδημαϊκά προσόντα και όχι οποιαδήποτε προσόντα, προσόντα ανώτερου επιπέδου από εκείνα του βασικού πτυχίου.
.............................. .................................................. .........
Η υιοθέτηση της ερμηνείας που εισηγείται ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή θα οδηγούσε σε άτοπα αποτελέσματα. Αν γίνει δεκτή αυτή η ερμηνεία τότε θα ικανοποιεί τη σχετική πρόνοια και ο υποψήφιος ο οποίος μετά το βασικό πανεπιστημιακό δίπλωμα απέκτησε δίπλωμα από Κολλέγιο. Αποτελεί όμως αξιωματική ερμηνευτική αρχή ότι ερμηνείες που οδηγούν σε παράλογα ή άτοπα αποτελέσματα πρέπει να αποφεύγονται. (Βλ. Kyriakides v. Republic (1979) 3 C.L.R. 86).»
Υιοθετώ τα νομολογηθέντα στις υποθέσεις Χρίστου, Χαραλαμπίδη και Ηλιάδη, πιο πάνω. Θεωρώ ότι ο επίμαχος όρος - «μετεκπαίδευση» - σημαίνει συμπληρωματική εκπαίδευση πέραν από την κανονική σε εκπαιδευτικό επίπεδο ψηλότερο από το επίπεδο της κανονικής εκπαίδευσης."
Στην παρούσα περίπτωση φαίνεται ότι δεν είχε δοθεί οποιαδήποτε εξήγηση για το συμπέρασμα ότι το ενδιαφερόμενο μέρος πληρούσε τις προϋποθέσεις της "Σημείωσης" του σχεδίου υπηρεσίας. Η Ε.Δ.Υ. παρέλειψε να εξηγήσει αν η εκπαίδευση του ενδιαφερόμενου μέρους στα νοσοκομεία και στον Ε.Ο.Φ. συνιστούσαν συμπληρωματική εκπαίδευση πέραν της κανονικής και έτσι ο δικαστικός έλεγχος καθίσταται αδύνατος. Όπως έχει τονισθεί από το Δικαστή Αρτεμίδη (όπως ήταν τότε) στην απόφαση Δημοκρατία κ.ά. ν. Αναστασιάδου κ.ά. (1995) 3 ΑΑΔ 119, "... μόνο όπου τα στοιχεία είναι πρόδηλα και αναντίλεκτα, σε ότι αφορά τα ακαδημαϊκά προσόντα των υποψηφίων, το αρμόδιο όργανο μπορεί να μην κάμει ειδική αναφορά στα εκπαιδευτικά ενδεικτικά που τους καθιστούν προσοντούχους σύμφωνα με τα σχέδια υπηρεσίας".
Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω η επίδικη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα σε βάρος των καθ'ων η αίτηση. Η πιο πάνω κατάληξη καθιστά την εξέταση των υπόλοιπων λόγων της προσφυγής ως μη αναγκαία.
Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ