ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2005) 4 ΑΑΔ 63

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθεση Αρ. 403/2003)

 

4 Φεβρουαρίου, 2005

 

[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146, 29, 28, 23, 25 ΚΑΙ 26 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

FROSCO ENTERPRISES LTD,

Αιτητές

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,

2. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

Καθ' ων η Αίτηση.

________________________

Α.Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές.

Μ. Μαλαχτού - Παμπαλλή (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.

________________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Οι αιτητές, ιδιοκτήτες τεμαχίων γης, αρ. 537 και 612, Φ/Σχ ΧΧΧ/22/Ε1, στα Λατσιά, υπέβαλαν αίτηση, με αρ. ΛΕΥ/0402/2001, για χορήγηση πολεοδομικής άδειας, για την ανέγερση οικοδομής στα πιο πάνω τεμάχια.

Ταυτόχρονα, υπέβαλαν, βάσει των περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας (Παρεκκλίσεις) Κανονισμών του 1999, Κ.Δ.Π. 309/99, (στο εξής «οι Κανονισμοί»), και αίτημα για χορήγηση πολεοδομικής άδειας κατά παρέκκλιση των προνοιών του Σχεδίου Ανάπτυξης (Δήλωση Πολιτικής), ώστε:-

1. Η οικοδομή να συνίσταται σε εκθεσιακό χώρο και γραφεία αντί κατοικία. και

2. Το εμβαδόν της προτεινόμενης οικοδομής να ανέρχεται στο 60% του εμβαδού του τεμαχίου, όπως προνοεί η πολεοδομική ζώνη, και να μην υπάρξει μείωση σε ποσοστό 70% της επιτρεπόμενης χρήσης, όπως προνοεί η παράγραφος 19.9 του Τοπικού Σχεδίου Λευκωσίας.

Η απόρριψη της αίτησής τους, από το Υπουργικό Συμβούλιο, οδήγησε στην καταχώριση της παρούσας προσφυγής, με την οποία ζητούν:-

«Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ' ων η αίτηση η οποία γνωστοποιήθηκε στους αιτητές με επιστολή ημερ. 11.3.2001 και με την οποίαν απέρριψαν την αίτηση τους ΛΕΥ/0402/2001, για χορήγηση πολεοδομικής άδειας κατά παρέκκλιση των προνοιών του Τοπικού Σχεδίου για ανέγερση Εκθεσιακού χώρου και Γραφείων στα τεμάχια 537 και 612 Φ/ Σχ ΧΧΧ/22/Ε1 στα Λατσιά, είναι άκυρη, παράνομη και χωρίς νομικό αποτέλεσμα.»

 

 

Θεραπεία για παράλειψη των καθ' ων η αίτηση να απαντήσουν σε επιστολή των αιτητών, με την οποία ζητούσαν επανεξέταση, αποσύρθηκε.

Για την ακύρωση της απόφασης, προβάλλονται διάφοροι λόγοι, μεταξύ των οποίων παραβίαση συνταγματικών δικαιωμάτων των αιτητών, παραβίαση της προβλεπόμενης διαδικασίας λήψης της απόφασης, κατάχρηση ή υπέρβαση εξουσίας κατά τη λήψη της, ως και πλάνη περί τα πράγματα και το νόμο. Επικαλούνται, επίσης, κακή σύνθεση και/ή λειτουργία οργάνου, που συμμετείχε στη διαδικασία λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης και, συγκεκριμένα, του Συμβουλίου Μελέτης Παρεκκλίσεων, (το «Συμβούλιο»).

Οι καθ' ων η αίτηση, με την ένστασή τους, υποστηρίζουν το νόμιμο της απόφασης, ως και ότι αυτή είναι αποτέλεσμα ορθής άσκησης των εξουσιών τους, κατόπιν της δέουσας έρευνας και αξιολόγησης όλων των γεγονότων και περιστατικών της υπόθεσης. Η προσβαλλόμενη απόφαση, επίσης, είναι πλήρως αιτιολογημένη.

Από τα γεγονότα της ένστασης, τα οποία δεν αμφισβητούνται, προκύπτει ότι οι αιτητές υπέβαλαν, στις 21/2/2001, στον Επαρχιακό Λειτουργό Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως Λευκωσίας αίτηση για παραχώρηση πολεοδομικής άδειας κατά παρέκκλιση - (ΛΕΥ/0402/2001).

Η Πολεοδομική Αρχή, στις 31/10/2002, ετοίμασε και υπέβαλε στο Συμβούλιο έκθεση, με την οποία συνιστούσε απόρριψη της αίτησης, γιατί η αιτούμενη άδεια:-

«(α) θα προκαλεί κυκλοφοριακές επιβαρύνσεις στον ευρύτερο οδικό κόμβο της υπό ανάπτυξη περιοχής,

(β) θα επηρεάζει τις ανέσεις της οικιστικής ζώνης στην περιοχή που βρίσκονται τα υπό ανάπτυξη τεμάχια και

(γ) θα έχει σαν επακόλουθο την δημιουργία προβλημάτων στην οδική ασφάλεια της περιοχής.»

 

 

Η Πολεοδομική Αρχή, για την ετοιμασία της έκθεσής της, είχε εξασφαλίσει τις απόψεις του Διευθυντή του Τμήματος Δημοσίων ΄Εργων, σύμφωνα με τον οποίο:-

«α) Τα υπό ανάπτυξη τεμάχια ενδέχεται να επηρεαστούν περαιτέρω από τη διαπλάτυνση του αυτοκινητόδρομου Λευκωσίας-Λεμεσού από 4 λωρίδες κυκλοφορίας σε έξι. Ο αναμενόμενος επηρεασμός καθορίζεται με κόκκινη γραμμή στο συνημμένο κτηματολογικό σχέδιο.

β) Η είσοδος/έξοδος προς τα τεμάχια συστήνεται όπως γίνεται στο νοτιοανατολικό σύνορο του τεμαχίου 537 μέσω του υφιστάμενου χωματόδρομου που συμβάλλει στην οδό Αγίας Σοφίας και όχι απ' ευθείας στην οδό Αρχ. Κυπριανού.» -

 

 

και του Δήμου Λατσιών, ο οποίος αντίκριζε θετικά το αίτημα και συνιστούσε αποδοχή του, για το λόγο ότι:-

«Η προτεινόμενη ανάπτυξη δεν αναμένεται να επηρεάσει τις ανέσεις της οικιστικής περιοχής λόγω του μεγάλου επηρεασμού που προκαλείται από τον υφιστάμενο αυτοκινητόδρομο ο οποίος αποτελεί μια συνεχή τρομερή οχληρία.»

 

 

Προς το Συμβούλιο, απόψεις εξέφρασε και ο Διευθυντής του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως. Συμφωνούσε με τις απόψεις της Πολεοδομικής Αρχής, ημερομηνίας 31/10/2002, και εισηγείτο απόρριψη του αιτήματος.

Το Συμβούλιο, σε συνεδρίασή του στις 20/1/2003, αφού μελέτησε την αίτηση και το σημείωμα του Υπουργείου Εσωτερικών, όπου καταγράφονταν οι απόψεις όλων όσοι ενεπλάκησαν στη διαδικασία, αποφάσισε ομόφωνα, καθώς αναφέρεται στο πρακτικό, να εισηγηθεί όπως «... το Υπουργικό Συμβούλιο με βάση τις εξουσίες που διαθέτει από το ΄Αρθρο 26 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου, απορρίψει την αίτηση, δεδομένου ότι αυτή δεν πληροί τις πρόνοιες του Κανονισμού 19(1)(α)-(1β), δεν θεωρείται έκτακτη και δικαιολογημένη προς το δημόσιο συμφέρον και δεν είναι ειδική περίπτωση.».

Το Υπουργικό Συμβούλιο, σε συνεδρίαση του, ημερομηνίας 6/2/2003, αποφάσισε:-

«γ) Να απορρίψει την αίτηση που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (β) της παραγράφου 2 της Πρότασης, όπως η εισήγηση του Συμβουλίου Μελέτης Παρεκκλίσεων.»

 

 

Μεταξύ των θεμάτων, τα οποία πραγματεύεται ο συνήγορος των αιτητών στη γραπτή αγόρευσή του, είναι το ζήτημα της παράβασης του Κ. 6 των Κανονισμών και το ζήτημα της σύνθεσης του Συμβουλίου. Ως ζητήματα δημόσιας τάξης, εισηγείται, καίτοι δεν εγείρονται στους λόγους ακύρωσης, μπορούν να εξεταστούν αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο.

Σ' ό,τι αφορά τη σύνθεση της συνεδρίας 20/1/2003 του Συμβουλίου, αυτή δεν ήταν σύμφωνη με τους Κανονισμούς. Συμμετείχε πρόσωπο μη μέλος, η γραμματέας Μ. Παπαδοπούλου, και απουσίαζαν μέλη (Ν. Μεσαρίτης και Τ. Πεττεμερίδης), τα οποία είναι άγνωστο εάν προσκλήθηκαν. Η έλλειψη σχετικής πρόσκλησης των μελών του Συμβουλίου, εισηγούνται οι αιτητές, απαραίτητη τόσο στη βάση του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, (Ν.158(Ι)/99), ΄Αρθρο 21(3), όσο και στη βάση του Κ. 6(1) των Κανονισμών, ειδικά για το Συμβούλιο, καθιστά τη σύνθεση και λειτουργία του στις 20/1/2003 κακή, με συνακόλουθο η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, το οποίο υιοθέτησε την εισήγησή του, να καθίσταται παράνομη.

Η συνήγορος των καθ' ων η αίτηση, για το ζήτημα της σύνθεσης, επισύναψε στη γραπτή αγόρευσή της αντίγραφο επιστολής ημερομηνίας 13/1/2003, προς τα Μέλη του Συμβουλίου, με κοινοποίηση, καθώς ανέφερε, σε τρία αναπληρωματικά μέλη. Προκύπτει, εισηγήθηκε, από την επιστολή αλλά και το πρακτικό ημερομηνίας 20/1/2003, όπου σημειώνεται ότι ο Τ. Πεττεμερίδης απουσίαζε λόγω κωλύματος, ότι κλήθηκαν όλα τα μέλη για τη συνεδρία. Σ' ό,τι αφορά την παρουσία της γραμματέως Μ. Παπαδοπούλου, αυτή δεν επιδρά στη νομιμότητα της σύνθεσης, αφού επρόκειτο για υπάλληλο, αρμόδιο για την τήρηση των πρακτικών, η παρουσία του οποίου επιτρέπεται -΄Αρθρο 21(1) του Ν. 158(Ι)/99.

Σ' ό,τι αφορά το ζήτημα της μη καταγραφής των απόψεων ενός εκάστου των μελών του Συμβουλίου στα πρακτικά της συνεδρίας, όπως προβλέπει ο Κ. 6 των Κανονισμών, οι καθ' ων η αίτηση δεν αναφέρουν ο,τιδήποτε.

Μελέτη των λόγων ακύρωσης, αποκαλύπτει συμπερίληψη του ζητήματος της σύνθεσης του Συμβουλίου, σ' αντίθεση με ό,τι αναφέρεται στη γραπτή αγόρευση των αιτητών. Ανεξάρτητα, όμως, από τη συμπερίληψη, το ζήτημα της νόμιμης σύνθεσης οργάνου εξετάζεται αυτεπάγγελτα, εφόσον τα στοιχεία που ενδιαφέρουν βρίσκονται ενώπιον του Δικαστηρίου - (βλ. Σύνδεσμος Ασφαλιστικών Εταιρειών Κύπρου ν. Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού, Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 2728, 5/6/02 και Sigma Radio T.V. Ltd. κ.ά. ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Υπόθεση Αρ. 320/99 κ.ά., 24/2/04).

Σύμφωνα με το ΄Αρθρο 26(2) των περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμων του 1972 έως (Αρ. 2) του 1999, όπως έχει τροποποιηθεί με το Ν. 142(Ι)/99, αρμόδιο να χορηγεί πολεοδομική άδεια κατά παρέκκλιση του σχεδίου ανάπτυξης είναι το Υπουργικό Συμβούλιο, το οποίο και χορηγεί σε έκτακτες και δικαιολογημένες προς το δημόσιο συμφέρον περιπτώσεις ή άλλες ειδικές περιπτώσεις σύμφωνα με τους Κανονισμούς. Το Συμβούλιο, σύμφωνα με τον Κ. 3 των Κανονισμών, συμβουλεύει το Υπουργικό Συμβούλιο, μέσω του Υπουργού Εσωτερικών, στην άσκηση των, δυνάμει του εδαφίου (2) του ΄Αρθρου 26 των περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμων, αρμοδιοτήτων του.

Στον Κ. 6(1) των Κανονισμών, γίνεται πρόβλεψη για γραπτή πρόσκληση από τον Πρόεδρο του Συμβουλίου ή, σε περίπτωση κωλύματος, από τον Αντιπρόεδρο, των μελών του Συμβουλίου στις συνεδρίες. Στο ίδιο Κανονισμό αναφέρεται:-

«Νοείται ότι η εισήγηση του Συμβουλίου προς το Υπουργικό Συμβούλιο συνοδεύεται από τα πρακτικά της συνεδρίας του κατά την οποία λήφθηκε η τελική απόφαση. Στα πρακτικά αυτά πρέπει να καταγράφονται οι απόψεις ενός εκάστου των μελών του Συμβουλίου.»

 

 

Το ζήτημα της σύνθεσης συλλογικού οργάνου, στο σύγγραμμα Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, Π.Δ. Δαγτόγλου, Τέταρτη Αναθεωρημένη ΄Εκδοση, σελ. 471, παράγραφος 956, αντικρίζεται ως εξής:-

«Τα μέλη του συλλογικού οργάνου πρέπει να κ α λ ο ύ ν τ α ι εγκαίρως και εγγράφως να συμμετάσχουν σε κάθε συνεδρίαση, εκτός αν υπάρχουν τακτές ημέρες συνεδριάσεως.»

 

 

Σ' ό,τι αφορά τον τρόπο πρόσκλησης, στο Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, Επαμεινώνδα Π. Σπηλιωτοπούλου, Πέμπτη ΄Εκδοση, αναφέρεται:- (σελ. 128, παράγραφος 127)

«Εξάλλου, η πρόσκληση των μελών πρέπει να αποδεικνύεται από έγγραφα, που είναι προγενέστερα της ημερομηνίας της συνεδρίασης (π.χ. αποδεικτικό επίδοσης, βεβαίωση του καλουμένου, υπογραφή από το μέλος βιβλίου πρόσκλησης κλπ.) (ΣΕ 3220/1982). Η πρόσκληση μπορεί να γίνει και με τηλεφώνημα ή τηλεγράφημα, εφόσον αποδεικνύεται από σχετική σημείωση σε ειδικό βιβλίο, η οποία φέρει χρονολογία και την υπογραφή του προσώπου που έκανε το τηλεγράφημα ή το τηλεφώνημα (Ν. 1599/1986, άρθρο 19§5).

Την έλλειψη της πρόσκλησης και συνεπώς την πλημμέλεια της νόμιμης σύνθεσης για το λόγο αυτό θεραπεύει η παρουσία του μέλους στη συνεδρίαση (ΣΕ 2255/1967).»

 

 

Ανάλογα αναφέρονται στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929 - 1959, σελ. 110-111, και έχουν θεσμοθετηθεί με το ΄Αρθρο 21(3) του Ν. 158(Ι)/99.

Η πρόσκληση, που παρουσιάστηκε από τους καθ' ων η αίτηση, δε βεβαιώνει ότι εστάλησαν σχετικές προσκλήσεις, αφού κανένα στοιχείο δεν υπάρχει για εμπρόθεσμη αποστολή. Το γεγονός ότι ο Τ. Πεττεμερίδης, το όνομα του οποίου εμφαίνεται στην πρόσκληση, δεν παρευρέθη λόγω κωλύματος, δεν οδηγεί, αφ' εαυτού, όπως εισηγούνται οι καθ' ων η αίτηση, στο συμπέρασμα ότι η ειδοποίηση εστάλη και στο μέλος Μεσαρίτη. Υπάρχει, όμως, ακόμα ένα ζήτημα. Στο φερόμενο ως πρόσκληση έγγραφο αναγράφονται και άλλα ονόματα, για τα οποία, επίσης, δε γίνεται καμιά αναφορά στο πρακτικό. Η έλλειψη στοιχείων - ότι για τη συνεδρία της 20/1/2003 απεστάλησαν εμπρόθεσμες ειδοποιήσεις - πλήττει καίρια τη νομιμότητα της σύνθεσης του Συμβουλίου.

Πέρα, όμως, από τη νομιμότητα της σύνθεσης του Συμβουλίου, είναι και η παράλειψη καταγραφής των απόψεων ενός εκάστου των μελών του στα πρακτικά της συνεδρίας 20/1/2003, όπως προβλέπει ο Κ. 6 των Κανονισμών.

Η μόνη αναφορά, η οποία γίνεται στα πρακτικά του Συμβουλίου, είναι ότι:-

«Το Συμβούλιο μελέτησε την πιο πάνω αίτηση και αποφάσισε, ομόφωνα να εισηγηθεί όπως το Υπουργικό Συμβούλιο ..., απορρίψει την αίτηση, δεδομένου ότι αυτή δεν πληροί τις πρόνοιες του Κανονισμού 19(1)(α)-(1β), δεν θεωρείται έκτακτη και δικαιολογημένη προς το δημόσιο συμφέρον και δεν είναι ειδική περίπτωση.»

 

 

Στην πρόταση, η οποία ετοιμάστηκε και απεστάλη στο Υπουργικό Συμβούλιο, καίτοι γίνεται αναφορά ότι «Συνημμένα υποβάλλονται οι απόψεις και εισηγήσεις του Συμβουλίου Μελέτης Παρεκκλίσεων όπως προνοείται από τον Κανονισμό 6(4) των αναφερόμενων Κανονισμών και όπως καταγράφονται στα σχετικά αποσπάσματα των πρακτικών της συνεδρίας του Συμβουλίου.», δεν προκύπτει να υπάρχουν απόψεις των μελών, όπως ακριβώς απαιτείται από τον Κανονισμό, ούτε οποιεσδήποτε καταγραφές στα πρακτικά. Το γεγονός ότι η εισήγηση ήταν ομόφωνη, δε διαφοροποιεί την κατάσταση. Υπήρχαν ενώπιον του Συμβουλίου, με το σημείωμα το οποίο ετοιμάστηκε από το Υπουργείο Εσωτερικών, απόψεις τόσο υπέρ όσο και εναντίον της αίτησης. επίσης οι απόψεις του Διευθυντή του Τμήματος Δημοσίων ΄Εργων, που έθετε πρόσθετα ζητήματα. Το Συμβούλιο δεν διατύπωσε τις δικές του απόψεις, ως είχε καθήκον. Περιορίστηκε απλά να αναφέρει ότι μελέτησε την αίτηση και αποφάσισε ομόφωνα να εισηγηθεί την απόρριψή της.

Τα όσα πιο πάνω αναφέρθηκαν σχετικά με τις ενέργειες του Συμβουλίου, η εισήγηση του οποίου υιοθετήθηκε για απόρριψη της αίτησης, επιδρούν και επηρεάζουν τη νομιμότητα της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου. Στην κρινόμενη περίπτωση, τα πρακτικά της συνεδρίας του Συμβουλίου, του κατά νόμο αρμόδιου οργάνου να συμβουλεύει το Υπουργικό Συμβούλιο σε ζητήματα παρεκκλίσεων, δεν παρέχουν δυνατότητα άσκησης δικαστικού ελέγχου της τελικής απόφασης, η οποία υιοθέτησε την εισήγηση.

Για τους λόγους, που έχω ήδη αναφέρει, η προσφυγή επιτυγχάνει.

Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, με έξοδα υπέρ των αιτητών.

 

Ε. Παπαδοπούλου,

&# 9; Δ.

/ΜΠ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο