ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Δημοτική Επ. Αγ. Δομετίου ν. Χριστοφόρου κ.α. (1994) 3 ΑΑΔ 434
Kασάπης Aνδρόνικος κ.ά. ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1998) 3 ΑΑΔ 43
Πίτσιλλος Mόδεστος ν. Γενικού Eισαγγελέα της Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 266
Koυππάρης Δημήτρης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 460
Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου ν. Γρηγόρη Φιλιαστίδη (2003) 3 ΑΑΔ 342
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση αρ. 1212/2003
20 Ιανουαρίου 2005
[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στης]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28, 29 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΑΡΙΑ ΚΩΣΝΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΚΑΡΗ,
Αιτήτρια,
- ν. -
ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΜΙΚΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ
Καθών η αίτηση.
------------------
Α. Ευσταθίου (κα), για την αιτήτρια
Κ. Χατζηϊωάννου με Ε. Θεοφάνους (κα) για τους καθών η αίτηση
-----------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια ζητά δήλωση και/ή διάταγμα του δικαστηρίου ότι η παράλειψη των καθών η αίτηση να λάβει απόφαση επί του αιτήματος της για καταβολή «δεδουλευμένων/δικαιωμάτων/ωφελημάτων που προκύπτουν από την τοποθέτησή της στην Κλίμακα Α7 από 1/4/97» καθώς και η παράλειψη να της καταβάλουν τα εν λόγω ωφελήματα είναι άκυρη.
Οι καθών η αίτηση στην καταχωρηθείσα ένσταση τους εγείρουν τις ακόλουθες προδικαστικές ενστάσεις:
«α. Δεν προσβάλλεται εκτελεστή Διοικητική πράξη των
β. Η όποια πράξη δυνατόν να προσβάλλεται είναι βεβαιωτική προηγούμενης και/ή προσβάλλεται εκπρόθεσμα
γ. Η αιτήτρια αποδέκτηκε την όποιαν απόφαση
δ. Η αιτήτρια δεν έχει έννομο συμφέρον να προσβάλει την όποιαν απόφαση
ε. Το αιτητικό της προσφυγής είναι ασαφές και το Δικαστήριο δεν έχει εξουσία να χορηγήσει τις αιτούμενες θεραπείες.
Άνευ βλάβης των πιο πάνω θέσεων των οι καθ' ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι κατά πάντα ουσιώδη χρόνο ενήργησαν και ενεργούν σύμφωνα με τον συστατικό τους νόμου 4/69, κατόπιν δέουσας έρευνας και σύμφωνα με τις αρχές του Διοικητικού Δικαίου.»
Οι καθών η αίτηση στηρίζουν την ένσταση τους στα εξής γεγονότα:
«1. Την 1.7.2000 η αιτήτρια τοποθετήθηκε στην κλίμακα Α7.
2. Η αιτήτρια αποδέχτηκε με χαρά τον πιο πάνω διορισμό της και ουδέποτε πρόσβαλε τούτον εμπρόθεσμα στο Ανώτατο Δικαστήριο για να ακυρώσει την ημερομηνία τοποθέτησης της στην κλίμακα Α7.
3. Οι καθ' ων επιφυλάσσονται να αναπτύξουν τις θέσεις τους για τους υπόλοιπους ισχυρισμούς της αιτήτριας στην προσφυγή της (που δεν είναι παραδεκτοί) σε μεταγενέστερο στάδιο.»
Από δικής της πλευράς η αιτήτρια στηρίζει την υπόθεση της στα πιο κάτω γεγονότα:
«1. Η αιτήτρια εισήχθη στην υπηρεσία του καθ' ου η αίτηση την 1.10.1987 στη θέση Γραφέα 2ης τάξης. Την 1.1.1991 η θέση αυτή μετονομάστηκε σε θέση Λογιστικού Λειτουργού. Την 1.7.2000 η αιτήτρια τοποθετήθηκε στην Κλίμακα Α7 με τις σαφείς διαβεβαιώσεις του καθ' ου η αίτηση Οργανισμού ότι η τοποθέτηση της στην πιο πάνω ημερομηνία έγινε σε προσωρινή βάση, μέχρις ότου το όλο θέμα ξεκαθαρίζετο νομικά και δεν επρόκειτο για μόνιμη τοποθέτηση.
2. Η αιτήτρια από τετραετίας, επανειλημμνένα, τόσον προφορικά όσο και γραπτά, εζητούσε την διόρθωση της ημερομηνίας που αυτή δικαιούτο να τοποθετηθεί στην Κλίμακα Α7 δηλαδή από 1.4.1997 και κατ' επέκταση την καταβολή των δεδουλευμένων δικαιωμάτων και ωφελημάτων της.
3 .................................................. .................................................. ..........
4 .................................................. .................................................. ...........
5 .................................................. .................................................. ......»
Τα γεγονότα όπως τα επικαλείται η αιτήτρια στις παραγράφους 3, 4 και 5 της αίτησής της αποτελούν μάλλον αγόρευση και δική της ερμηνεία, παρά γεγονότα. Έτσι αποφεύγω να τα παραθέσω.
Αυτό που θα πρέπει να εξεταστεί ως πρώτο θέμα είναι κατά πόσο με τα γεγονότα, όπως τα επικαλείται η αιτήτρια, έχουμε «παράλειψη των καθών η αίτηση με την έννοια του Άρθρου 29 του Συντάγματος.
Το εν λόγω Άρθρο έχει ως ακολούθως:
«1. Έκαστος έχει το δικαίωμα ατομικώς ή ομού μετ' άλλων να υποβάλλη εγγράφους αιτήσεις ή παράπονα προς οιανδήποτε αρμοδίαν δημοσίαν αρχήν δικαιούμενος ν' απαιτήση, όπως αύτη επιληφθή αυτών και αποφασίση ταχέως. Η απόφασις της αρχής ταύτης, δεόντως ητιολογημένη, γνωστοποιείται εγγράφως αμέσως εις τον υποβάλλοντα την αίτησιν ή τα παράπονα εν πάση περιπτώσει εντός προθεσμίας μη υπερβαινούσης τας τριάκοντα ημέρας.
2. Εφ' όσον ο ενδιαφερόμενος δεν ικανοποιείται εκ της αποφάσεως ή οσάκις ουδεμία απόφασις γνωστοποιήται προς αυτόν εντός της καθοριζομένης εν τη πρώτη παραγράφω του παρόντος άρθρου προθεσμίας δύναται ο ενδιαφερόμενος ν' αγάγη ενώπιον αρμοδίου δικαστηρίου διά προσφυγής την υπόθεσιν, εις ήν αφορά η αίτησις ή το παράπονον αυτού.»
Σύμφωνα με τη νομολογία (βλ. μεταξύ άλλλων προσφ. αρ. 428/00 Αλέξης Τρύφωνος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, ημερ. 15/3/01) για την επίκληση του Άρθρου 29 θα πρέπει να συντρέχουν δυο προϋποθέσεις. Σύμφωνα με την πρώτη προϋπόθεση το αντικείμενο της αίτησης ή του παραπόνου πρέπει να βρίσκεται εντός της δυνάμει του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αλλιώς το Ανώτατο Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία να επιληφθεί προσφυγής δυνάμει του Άρθρου 29.2 του Συντάγματος. Το κατά πόσο το αντικείμενο της αίτησης ή του παραπόνου βρίσκεται εντός της δυνάμει του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος δικαιοδοσίας εξαρτάται από τη φύση της απόφασης που θα ληφθεί η οποία πρέπει να είναι απόφαση που λαμβάνεται, σύμφωνα με την ορθή εφαρμογή της νομοθεσίας από όργανο της Δημοκρατίας που ενεργεί εντός της έννοιας που εμπίπτει στο πεδίο αρμοδιότητας του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος. Η δεύτερη προϋπόθεση είναι ότι εκεί που με την προσφυγή εκτός από την ισχυριζόμενη παράλειψη ο αιτητής προχωρεί και αμφισβητεί τη νομιμότητα τελικής απόφασης, τότε η προσφυγή δεν μπορεί να προχωρήσει αναφορικά με την ισχυριζόμενη παράλειψη με βάση το Άρθρ. 29 του Συντάγματος.
Αναφορικά με την πρώτη προϋπόθεση, παρά την αντίθετη θέση του συνηγόρου των καθών η αίτηση, κρίνω ότι η φύση του αιτήματος είναι τέτοια που αν υπήρχε απόφαση στα αιτήματα της αιτήτριας αυτή θα ήταν τέτοιας φύσης που θα καλύπτετο από το Άρθρο 146.1 του Συντάγματος. (Βλ. μεταξύ άλλων Μόδεστος Πίτσιλλος ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 266, 267, Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου ν. Γρηγόρη Φιλιαστίδη Α.Ε. 3135 ημερ. 8/4/03 και Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου ν. Τάκη Γεωργιάδη Α.Ε. 3100 ημερ. 8/4/04, απόφαση Πλήρους Ολομέλειας). Για παράδειγμα στην υπόθεση Πίτσιλλος (πιο πάνω) αποφασίστηκε τόσο πρωτόδικα όσο και από την Ολομέλεια ότι η παράλειψη του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας να απαντήσει σε γραπτό αίτημα του αιτητή με το οποίο εξαιτείτο τη χορήγηση άδειας για να αρχίσει ποινική δίωξη εναντίον δυο κατονομαζομένων προσώπων, κρίθηκε ότι δεν ενέπιπτε στις περιπτώσεις που καλύπτονται από το Άρθρο 29, αφού η απόφαση για χορήγηση ή μη τέτοιας άδειας δεν αποτελούσε εκτελεστή διοικητική πράξη με την έννοια του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος.
Το παράπονο της αιτήτριας στην παρούσα υπόθεση είναι ότι από τετραετίας υπέβαλε τόσο προφορικά όσο και γραπτά, αίτημα με το οποίο ζητούσε την διόρθωση της ημερομηνίας που αυτή εδικαιούτο να τοποθετηθεί στην κλίμακα Α7, δηλαδή ότι έπρεπε να ήταν η 1/4/97 και κατ' επέκταση αιτείτο και την καταβολή των σχετικών ωφελημάτων της αλλά το αίτημα αυτό δεν έτυχε απάντησης μέχρι την καταχώρηση της προσφυγής στις 17/12/03.
Από άποψης υποβολής γραπτού αιτήματος η αιτήτρια αναφέρθηκε σε επιστολή της προς τούς καθών η αίτηση ημερ. 23/7/02 το κείμενο της οποίας έχει ως ακολούθως:
«Κύριοι,
Υπηρεσία στον Ο.Κ.Γ.Β. για την περίοδο 1/10/1987 - 1/1/1991
Αναφέρομαι στο πιο πάνω θέμα και σας πληροφορώ τα ακόλουθα:
1. Την 1/10/1987 διορίστηκα στον Οργανισμό στη θέση Γραφέα 2ης τάξης, κατόπιν εξετάσεων και με προσόν το L.C.C. Higher στη Λογιστική.
Σύμφωνα με την επιστολή του τότε Δ/ντή, την οποία επισυνάπτω, τοποθετήθηκα στο Λογιστήριο του Οργανισμού και ήμουν υπόλογη στον Λογιστή του Οργανισμού και ήμουν υπόλογη στον Λογιστή του Οργανισμού.
Ασχολούμουν με 100% λογιστικής φύσεως εργασία περιλαμβανομένων πληρωμών παραγωγών, Χρεώστες, Ταμείο, Ισοζύγιο (Trial Balance) ενημέρωση λογιστικών βιβλίων, βοήθεια στην ετοιμασία Τελικών Λ/σμων, Προϋπολογισμού κ.λ.π.
2. To 1991, για πρώτη φορά δημιουργήθηκαν σχέδια υπηρεσίας Λογιστικών Λειτουργών στον ΟΚΓΒ και η θέση που κατείχα σαν Γραφέας μετονομάστηκε σε Λογιστικό Λειτουργό 3ης τάξης και συνεχίζω μέχρι σήμερα να απασχολούμαι στο Λογιστήριο στην θέση του Λογιστικού Λειτουργού στη κλίμακα Α7.
3. Σε διάφορα χρονικά διαστήματα ζητούσα όπως η υπηρεσία μου στο Λογιστήριο του ΟΚΓΒ για την περίοδο 1/10/1987 - 1/1/1991 αναγνωριστεί ως υπηρεσία Λογιστικού Λειτουργού που δικαιωματικά θα πρέπει να μου αναγνωριστεί όπως ανάφερα και πιο πάνω. Το γεγονός αυτό έμμεσα μου αναγνωρίστηκε το 1993 όταν τοποθετήθηκα στην κλίμακα Α4 + 3 προσαυξήσεις με ισχύ από το 1991.
4. Συνεπώς αιτούμαι όπως μου αναγνωριστεί η πιο πάνω υπηρεσία για σκοπούς καθορισμού της ημερομηνίας τοποθέτησης μου στην κλίμακα Α7.
Αναμένω την απάντηση σας και ευελπιστώ στη θετική αντίκρυση του δικαίου αιτήματος μου.»
Στο πιο πάνω αίτημα της αιτήτριας οι καθών η αίτηση απάντησαν με επιστολή ημερ. 26/7/02 ως ακολούθως
«Υπηρεσία στο Λογιστήριο του Οργανισμού για την περίοδο 1/10/87 - 1/1/1991
Έχω οδηγίες ν' αναφερθώ στην επιστολή σας με ημερομηνία 23/7/2002 που αφορά το πιο πάνω θέμα και σας πληροφορώ τα ακόλουθα:
1. Όπως σας έχω επανειλημμένα διευκρινίσει η τοποθέτηση σας στην κλίμακα Α7 έχει γίνει πάνω σε προσωρινή βάση και δεν πρόκειται περί μόνιμης αλλά προσωρινής και μόνο διευθέτησης.
2. Ο καθορισμός της ορθής/μόνιμης ημερομηνίας για την τοποθέτηση σας επί της κλίμακας Α7 θα γίνει εφόσον ληφθούν οι ανάλογες νομικές ή και άλλες διευκρινίσεις επί του θέματος.
Σας ευχαριστώ για τη συνεργασία σας και να είστε σίγουρη ότι ο Οργανισμός θα εφαρμόσει οτιδήποτε που απορρέει από τα δικαιώματα σας, πάντοτε μέσα στα πλαίσια της χρηστής διοίκησης.»
Με νεώτερη επιστολή της ημερ. 13/1/03 ζήτησε και πάλιν τον καθορισμό ημερομηνίας τοποθέτησης της στην κλίμακα Α7 αλλά δεν έτυχε απάντησης. Το ίδιο δεν έτυχαν απάντησης άλλες δυο επιστολές της (μέσω του δικηγόρου της) ημερ. 30/4/03 και 10/10/03.
Η επιστολή της ημερ. 30/4/03 στο ουσιαστικό της μέρος διαλάμβανε ως ακολούθως:
«Θέμα: Διόρθωση τοποθέτησης στη Κλίμακα Α7 της υπαλλήλου κ. Μαρίας Κακαρή
Κατ' εντολή της πελάτιδας μου κυρίας Μαρίας Κακαρή, Λογιστικού Λειτουργού στον Οργανισμό, απευθύνω την παρούσα με το πιο κάτω θέμα.
1. Η κυρία Κακαρή τοποθετήθηκε στην Κλίμακα Α7 την 1/7/2000 με τις σαφείς διαβεβαιώσεις του Οργανισμού ότι η τοποθέτηση της την πιο πάνω ημερομηνία έγινε σε προσωρινή βάση και δεν επρόκειτο για μόνιμη τοποθέτηση. Προς τούτο διαφωτιστική είναι η επιστολή σας ημερομηνίας 26/7/2002 η οποία και επισυνάπτεται για εύκολη αναφορά.
2. Παρά τις επανειλημμένες προφορικές και γραπτές υπενθυμίσεις της κ. Κακαρή για διόρθωση της ημερομηνίας που αυτή δικαιούται να τοποθετηθεί στην Κλίμακα Α7, δηλαδή από 1/4/1997 και συνεπακόλουθα να της αναγνωρισθούν όλα τα δικαιώματα/ωφελήματα που προκύπτουν από την τοποθέτηση στην σωστή ημερομηνία, συμπεριλαμβανομένου καταβολής της μισθολογικής διαφοράς που προκύπτει καθώς και της σωστής κατάταξης της για σκοπούς υπηρεσιακής της ανέλιξης, εντούτοις μέχρι σήμερα δεν έτυχε καμίας ανταπόκρισης σας.
Εν όψει της ανωτέρου και με το δεδομένου όι έχει ήδη παρέλθει ο εύλογος υπό τις περιστάσεις χρόνος (τρία και πλέον έτη), δικαιωματικής αποκατάστασης της κ. Κακαρή, παρακαλώ την άμεση και χωρίς άλλη καθυστέρηση τοποθέτηση της στην Κλίμακα Α7 από την 1/4/1997 και απόδοση των νενομισμένων της ωφελημάτων.
Βεβαία ότι η παρούσα θα τύχει άμεσου χειρισμού.»
Το ίδιο αίτημα και με περισσότερη λεπτομέρεια επανέλαβε με επιστολή του δικηγόρου της ημερ. 10/10/03 δίνοντας και τους λόγους για τους οποίους αυτή εδικαιούτο τοποθέτηση στην εν λόγω κλίμακα από 1/4/97. Προειδοποιούσε ότι αν δεν έχει απάντηση σε 15 μέρες θα προχωρούσε στη λήψη δικαστικών μέτρων.
Η θέση των καθών η αίτηση είναι ότι όφειλε η αιτήτρια να προσβάλει την απάντηση - απόφαση της 26/7/02 και ότι οι καθών η αίτηση δεν έχουν υποχρέωση να απαντήσουν οποιαδήποτε σχετική επιστολή με πανομοιότυπο αίτημα. Οιαδήποτε δικαιώματα είχε η αιτήτρια απωλέσθηκαν αφού δεν καταχώρησε προσφυγή αφότου έλαβε γνώση της απόφασης ημερ. 26/7/02.
Μελέτησα με προσοχή τις αντίστοιχες θέσεις. Στην έκταση που η αγόρευση της ευπαιδεύτου συνηγόρου της αιτήτριας αφορά τον ισχυρισμό ότι ήταν υπόχρεοι οι καθών η αίτηση με βάση τα γεγονότα και σκεπτικό που επικαλείται να αναγνωρίσουν και επιβεβαιώσουν ότι η τοποθέτηση της στην κλίμακα Α7 ήταν από την 1/4/97, με όλο το σεβασμό έχω την άποψη ότι η θέση της δεν ευσταθεί. Αν είχαν πάρει οι καθών η αίτηση συγκεκριμένη απόφαση ότι η αιτήτρια δεν εδικαιούτο τέτοια αναδρομική τοποθέτηση, τότε το δικαστήριο θα προχωρούσε να εξετάσει τη νομιμότητα της απόφασης. Όμως τέτοια απόφαση δεν έχει ληφθεί.
Στην έκταση όμως που η προσφυγή στηρίζεται στο Άρθρο 29 του Συντάγματος είμαι της άποψης ότι αυτή πρέπει να επιτύχει. Η αιτήτρια επανειλημμένες φορές (τουλάχιστον 3 φορές γραπτώς όπως το δέχονται και οι καθών η αίτηση, δηλαδή 13/1/03 30/4/03 και 10/10/03) υπέβαλε συγκεκριμένο αίτημα στον καθού η αίτηση οργανισμό και ο τελευταίος παράλειψε να της απαντήσει. Όφειλαν οι καθών η αίτηση, με βάση το Άρθρο 29 του Συντάγματος, να απαντήσουν στα αιτήματα της αιτήτριας. Αν η απάντηση θα θεωρείτο επιβεβαιωτική ή όχι αυτής της 26/7/02, όπως είναι ο ισχυρισμός του ευπαιδεύτου δικηγόρου των καθών, αυτό είναι άλλο θέμα. Θέμα που θα εξεταζετο αν η απόφαση ήταν απορριπτική και ακολουθούσε σχετική προσφυγή.
Καταλήγοντας στην πιο πάνω απόφαση έλαβα υπόψη και τα όσα λέχθηκαν στην υπόθεση Δημήτρης Κουππάρη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Ε.Ε.Υ. (1998) 3 Α.Α.Δ. 460 σελ. 464 ότι δηλαδή το Άρθρο 29 του Συντάγματος δεν πρέπει να ερμηνεύεται με τρόπο που να λειτουργεί ως γενεσιουργός διαδικασία εκτελεστής διοικητικής πράξης εκεί που υπάρχει επιβεβαιωτική απόφαση άλλης η οποία δεν προσβλήθηκε. Η εν λόγω υπόθεση διαφοροποιείται από την παρούσα, καθότι εκεί υπήρχε σαφής απόφαση για διαγραφή του αιτητή από τον πίνακα διοριστέων η οποία δεν είχε προσβληθεί με προσφυγή. Εδώ η απάντηση που έδωσαν οι καθών η αίτηση με την επιστολή τους ημερ. 26/7/02 δεν αποτελούσε σαφή απόρριψη του αιτήματος της αιτήτριας ούτως ώστε να θεωρείτο ότι η παράλειψη είχε αρθεί. (Βλ. Δημοτική Επιτροπή Αγ. Δομετίου ν. Χριστόφορος Α. Χριστοφόρου κ.α. (1994) 3 Α.Α.Δ. 434 και Ανδρόνικος Μ. Κασάπης κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 43). Ήταν μάλλον πληροφοριακού χαρακτήρα η οποία δεν υπέκειτο σε αναθεώρηση με προσφυγή. Επομένως οι καθών η αίτηση είχαν υποχρέωση να απαντήσουν στα αιτήματα της αιτήτριας που ακολούθησαν με τις προαναφερθείσες επιστολές. Θεωρώ λοιπόν ότι υπήρχε παράλειψη με την έννοια του Άρθρου 29 του Συντάγματος όπως υπήρχε και στην προαναφερθείσα υπόθεση Αλέξη Τρύφωνος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας.
Ως αποτέλεσμα η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ της αιτήτριας όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή. Η παράλειψη των καθών η αίτηση, να απαντήσουν δηλαδή στο προαναφερθέν αίτημα της αιτήτριας, κηρύσσεται άκυρη με βάση το Άρθρο 146.4(γ) του Συντάγματος.
Μ. Φωτίου, Δ.