ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Λυσιώτου Λάμπρου Ασπασία ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2008) 4 ΑΑΔ 937
ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΠΑΠΑΣΑΒΒΑΣ ν. ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ, Υπόθεση Αρ. 664/2005, 29 Σεπτεμβρίου 2006
ΛΟΥΚΑΣ ΑΡΧΟΝΤΙΔΗΣ ν. ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ, Υπόθ εση Αρ. 632/2004, 31 Μαΐου, 2005
(2004) 4 ΑΑΔ 953
12 Νοεμβρίου, 2004
[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΠΑΠΑΣΑΒΒΑ,
Αιτητής,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ης η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 995/2003)
Αναθεωρητική Δικαιοδοσία ― Ακυρωτική δικαστική απόφαση ― Αναδρομική ενέργεια της ακύρωσης ― Συνέπειες στην κριθείσα περίπτωση.
Ο αιτητής προσέβαλε με την προσφυγή την προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Διευθυντή Διανομής. Το κύριο επίδικο ζήτημα ήταν κατά πόσο όφειλε να ακυρωθεί η επίδικη προαγωγή, για το λόγο ότι δεν είχε ληφθεί υπόψη κατά τη διενέργειά της η αρχαιότητα του αιτητή η οποία του πιστώθηκε συνεπεία ακυρωτικής απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αλλά σε χρόνο μεταγενέστερο της λήψης της επίδικης απόφασης.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
Το ερώτημα είναι κατά πόσο η καθυστέρηση στην αποκρυστάλλωση της πραγματικής αρχαιότητας του αιτητή εξαλείφει το υπέρ του ωφέλημα της αρχαιότητας, ως στοιχείο κρίσης στην υπό αναφορά διαδικασία.
Υποψήφιος όπως ο αιτητής δεν μπορεί να μην έχει θεραπεία, με κάποιο τρόπο, ανάλογα με τις περιστάσεις. Το νομικό σφάλμα το οποίο με τη δικαστική ακυρωτική απόφαση καταλογίζεται στο διοικητικό όργανο και η εξ αιτίας του σφάλματος προκύπτουσα χρονική διάσταση, χωρίς υπαιτιότητα του υποψηφίου, δεν είναι δυνατόν να του αφαιρέσουν το δικαίωμα να κριθεί με βάση την ορθή πραγματική κατάσταση. Η μεταγενεστέρως αναδειχθείσα πραγματικότητα λειτουργεί αναδρομικά.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Λεοντίου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 70.
Προσφυγή.
Α. Κωνσταντίνου, για τον Αιτητή.
Κ. Στιβαρού, για την Καθ' ης η αίτηση.
Καμιά εμφάνιση για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, ημερ. 21 Οκτωβρίου 2003, με την οποία το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, Ανδρέας Αβρααμίδης, προήχθη στη θέση Διευθυντή Διανομής, Επιχειρησιακή Μονάδα Δικτύων, Κλίμακα Ν1. Η θέση είχε προκηρυχθεί με Γνωστοποίηση ημερ. 5 Μαΐου 2003.
Τίθεται ως πρώτο ζήτημα για εξέταση το κατά πόσο η Αρχή ενήργησε υπό πλάνη ως προς την αρχαιότητα του αιτητή. Κατά το χρόνο λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης τα στοιχεία έδειχναν ότι ο αιτητής είχε οριακή αρχαιότητα, η οποία αφορούσε σε προηγούμενη θέση ενώ στην κατεχόμενη θέση, όπως διαμορφώθηκε κατόπιν μετονομασίας και αναδιοργάνωσης, ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο συμβάδιζαν κατόπιν προαγωγής τους την 1 Ιανουαρίου 2000. Ωστόσο, στο στάδιο που μας αφορά θα υπήρχε αισθητή διαφορά σε αρχαιότητα υπέρ του αιτητή αν η ανέλιξη του στην κατεχόμενη θέση είχε ακολουθήσει νόμιμη πορεία. Η Αρχή θα έπρεπε να τον είχε προαγάγει σε εκείνη τη θέση από 1 Ιουλίου 1998 ενώ εσφαλμένα επέλεξε άλλο υποψήφιο. Ο αιτητής προσέβαλε εκείνη την απόφαση με την προσφυγή αρ. 159/02, στην οποία το Ανώτατο Δικαστήριο εξέδωσε ακυρωτική απόφαση στις 30 Σεπτεμβρίου 2003, δηλαδή τρεις εβδομάδες πριν από την ημερομηνία λήψης της εδώ προσβαλλόμενης απόφασης. Η Αρχή προέβη σε επανεξέταση αργότερα, στις 25 Νοεμβρίου 2003 οπότε προήγαγε τον αιτητή αναδρομικά από 1 Ιουλίου 1998. Αν η επανεξέταση γινόταν προτού ληφθεί η προσβαλλόμενη απόφαση θα υπήρχε αποκρυσταλλωμένη η πραγματική αρχαιότητα του αιτητή έναντι του ενδιαφερόμενου προσώπου. Μπορεί δε η αρχαιότητα να αποκτούσε ιδιαίτερη πια σημασία αφού σε βαθμολογημένη αξία οι δυό τους ήταν περίπου ισοδύναμοι - κατά τα τελευταία επτά χρόνια το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είχε μόνο δύο «εξαίρετα» περισσότερο - και τα προσόντα τους ήταν τα ίδια.
Το ερώτημα τώρα είναι το κατά πόσο η καθυστέρηση στην αποκρυστάλλωση της πραγματικής αρχαιότητας του αιτητή εξαλείφει το υπέρ του ωφέλημα της αρχαιότητας ως στοιχείο κρίσης στην υπό αναφορά διαδικασία. Ο αιτητής προβάλλει ότι η εκ των υστέρων ανάδειξη της πραγματικότητας επιβάλλει την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης λόγω πλάνης υπό την οποία τελούσε το διοικητικό όργανο. Η Αρχή αντιτείνει ότι «το γεγονός της μετέπειτα αναδρομικής προαγωγής του Αιτητή ουδόλως ισοδυναμεί με πλάνη που να οδηγεί στην ακύρωση της επίδικης πράξης».
Κατά την άποψη μου, υποψήφιος όπως ο αιτητής δεν μπορεί να μην έχει θεραπεία, με κάποιο τρόπο, ανάλογα με τις περιστάσεις. Το νομικό σφάλμα το οποίο με τη δικαστική ακυρωτική απόφαση καταλογίζεται στο διοικητικό όργανο και η εξ αιτίας του σφάλματος προκύπτουσα χρονική διάσταση, χωρίς υπαιτιότητα του υποψηφίου, δεν είναι δυνατόν να του αφαιρέσουν το δικαίωμα να κριθεί με βάση την ορθή πραγματική κατάσταση. Η μεταγενεστέρως αναδειχθείσα πραγματικότητα λειτουργεί αναδρομικά: βλ. την απόφαση της Ολομέλειας στη Λεοντίου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 70. Συνεπώς, η προσβαλλόμενη απόφαση παραμένει χωρίς νόμιμο έρεισμα. Αυτή η κατάληξη καθιστά αχρείαστη την εξέταση άλλων προβληθέντων λόγων ακύρωσης.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.