ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2004) 4 ΑΑΔ 371

12 Μαΐου, 2004

[ΚΑΛΛΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤA ΑΡΘΡA 24, 26, 28 KAI 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

1. ΠΑΓΚΥΠΡΙΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΠΟΛΥΤΕΚΝΩΝ,

    ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ ΤΗΣ ΓΙΩΡΓΟΥ ΜΙΝΤΗ,

2. ΕΛΕΝΗ Ν. ΠΗΛΑΚΟΥΤΑ,

Αιτητές,

v.

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΥΔΑΤΟΠΡΟΜΗΘΕΙΑΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 351/2003)

 

Πολύτεκνοι ― Παγκύπρια Οργάνωση Πολυτέκνων ― Άρθρο 16(ε) του καταστατικού της ― Δικαστική εκπροσώπηση της οργάνωσης ― Για να είναι νόμιμη πρέπει να γίνεται ομού από τον Πρόεδρο και το Γενικό Γραμματέα ― Ο Γενικός Γραμματέας από μόνος του δεν μπορεί να εκπροσωπεί δικαστικά την οργάνωση.

Συνταγματικό Δίκαιο ― Αρχή της ισότητας ― Άρθρο 28 του Συντάγματος ― Κατά πόσο παραβιάζει την αρχή της ισότητας η ρύθμιση του Καν.11 των περί του Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας Κανονισμών του 2001 (Κ.Δ.Π. 503/01) ― Αρχές ελέγχου συνταγματικότητας νομοθετικών διατάξεων και εφαρμογή τους στην κριθείσα περίπτωση.

Συνταγματικό Δίκαιο ― Άρθρο 24.1 του Συντάγματος ― Κατά πόσο αντίκειται σε αυτό η ρύθμιση του Καν. 11 των περί του Συμβουλίου Κανονισμών του 2001 (Κ.Δ.Π. 503/01).

Συμβούλιο Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας ― Τέλη και δικαιώματα ― Καν. 11 των περί του Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας Κανονισμών του 2001 (Κ.Δ.Π. 503/01) ― Ερμηνεία και έλεγχος συνταγματικότητας.

Οι αιτητές προσέβαλαν την επιβολή τελών υδατοπρομήθειας ύψους Λ.Κ. 76,70 σε βάρος της αιτήτριας αρ. 2.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1.  Οι καθ' ων η αίτηση υπέβαλαν ότι οι αιτητές 1 εγείρουν την παρούσα προσφυγή μέσω του Γραμματέα της κ. Γ. Μιντή χωρίς όμως να επισυνάπτονται οποιαδήποτε παραρτήματα του καταστατικού της, τα οποία να καταδεικνύουν την ικανότητα του να αντιπροσωπεύει τους αιτητές 2.

     Στην απαντητική του αγόρευση ο κ. Νικολάου, εκ μέρους των αιτητών, επεσύναψε το καταστατικό των αιτητών 1.  Παρέπεμψε δε στο αρ. 16(ε) το οποίο -όπως το έθεσε - «προνοεί ότι ο Πρόεδρος και ο Γενικός Γραμματέας εκπροσωπούν την Οργάνωση δικαστικά και εξωδίκως».

     Παρόλο ότι οι επίμαχες πρόνοιες του καταστατικού έπρεπε να περιληφθούν στο δικόγραφο της προσφυγής και να αποδειχθούν με μαρτυρία σε περίπτωση μη αποδοχής του σχετικού ισχυρισμού από τους καθ' ων η αίτηση - και όχι να αποδειχθούν μέσα από την αγόρευση - θα επιχειρηθεί η ερμηνεία του αρ. 16(ε). Το άρθρο αυτό προβλέπει:  «Ο Πρόεδρος και ο Γενικός Γραμματέας εκπροσωπούν την Οργάνωση δικαστικά και εξώδικα».

     Ο σύνδεσμος «και» στο πιο πάνω άρθρο είναι συνδετικός (βλ. Maxwell on the Interpretation of Statutes, 12η έκδοση, σελ. 232).  Για το λόγο αυτό η δικαστική εκπροσώπηση του αιτητή 1 για να είναι νόμιμη πρέπει να γίνεται και από τους δύο μαζί - τον Πρόεδρο και το Γενικό Γραμματέα.  Ο Γενικός Γραμματέας από  μόνος του δεν μπορεί να εκπροσωπεί δικαστικά τον αιτητή 1.  Για το λόγο αυτό η προσφυγή του αιτητή 1 απορρίπτεται με έξοδα.

2.  Η εισήγηση περί αντισυνταγματικότητας του Καν. 11 της Κ.Δ.Π. 503/2001 θα εξετασθεί με βάση τις αρχές που διέπουν τον δικαστικό έλεγχο της συνταγματικότητας των Νόμων.

     Στην παρούσα υπόθεση με την επίδικη ρύθμιση επιβάλλονται τέλη ή δικαιώματα ανάλογα με την ποσότητα νερού που καταναλώνεται από την κάθε οικογένεια.  Αυτό σημαίνει ότι κάθε οικογένεια, ασχέτως με τον αριθμό των μελών της, τίθεται στην ίδια μοίρα σε σχέση με το ύψος των τελών ή δικαιωμάτων αν καταναλώνει την ίδια ποσότητα νερού.  Επομένως όλοι οι καταναλωτές, οι οποίοι τελούν υπό τα αυτάς συνθήκας σε ότι αφορά την ποσότητα νερού που καταναλώνουν, τυγχάνουν ακριβώς της ίδιας  μεταχείρισης.

         Η συνταγματικότητα της επίδικης ρύθμισης θα πρέπει να εξεταστεί με βάση τις αρχές που διέπουν το δικαστικό έλεγχο νομοθετικών διατάξεων που σχετίζονται με την επιβολή φορολογίας ή άλλων τελών.

     Με την επίδικη ρύθμιση, όλοι οι καταναλωτές, οι οποίοι τελούν υπό τας αυτάς συνθήκας, υπό την έννοια ότι καταναλώνουν την ίδια ποσότητα νερού, τυγχάνουν ακριβώς της ίδιας μεταχείρισης.  Η επίδικη ταξινόμηση είναι κατά συνέπεια καθόλα εύλογη.  Έπεται πως δεν παραβιάζεται η αρχή της ισότητας.  Ακολουθεί πως ο σχετικός λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

3.  Αναφορικά με την εισήγηση περί παραβίασης του αρ. 24.1 του Συντάγματος, πως τα επίδικα δικαιώματα δεν εμπίπτουν εντός της έννοιας του αρ. 24.1 του Συντάγματος.  Έστω όμως και αν μπορούσαν να ενταχθούν εντός της έννοιας του εν λόγω άρθρου, η αιτήτρια πέρα από τον ισχυρισμό ότι είναι πολύτεκνη δεν έχει τεκμηριώσει ότι οι οικονομικές της δυνατότητες δεν της επιτρέπουν να καταβάλει τα επίδικα τέλη.  Επομένως δεν έχει αποδείξει ότι η συνεισφορά της είναι δυσανάλογη προς τις δυνάμεις της εντός της έννοιας του αρ. 24.1 του Συντάγματος.  Έπεται πως ο σχετικός λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

4.  Για τους πιο πάνω λόγους και η προσφυγή της αιτήτριας αρ. 2 αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Constantinides v. Electricity Authority of Cyprus (1982) 3 C.L.R. 798,

Board for Registration of Architects and Civil Engineers v. Kyriakides  (1966) 3 C.L.R. 640,

Μαυρογένης ν. Βουλής των Αντιπροσώπων κ.ά. (Αρ. 3) (1996) 1 Α.Α.Δ. 315,

The Improvement Board of Eylenja v. Constantinou (1967) 1 C.L.R. 167,

Ρ.Ι.Κ. ν. Καραγιώργη κ.ά. (1991) 3 Α.Α.Δ. 159,

Πρόεδρος της Δημοκρατίας ν. Βουλής των Αντιπροσώπων (1991) 3 Α.Α.Δ. 252,

Αντωνίου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 441,

Miliotis v. Police (1966) 2 C.L.R. 62,

Mikrommatis v. Republic, 2 R.S.C.C. 125,

Δημοκρατία ν. Αρακιάν κ.ά. (1972) 3 Α.Α.Δ. 294,

Σεργίδη ν. Δημοκρατίας (1991) 1 Α.Α.Δ. 119,

Πρόεδρος της Δημοκρατίας ν. Βουλής των Αντιπροσώπων (1989) 3 Α.Α.Δ. 1931,

Θεοχαρίδης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 63,

Matsis v. Republic (1969) 3 C.L.R. 245,

Antoniades a.o. v. Republic (1979) 3 C.L.R. 641,

Antenna T.V. Ltd ν. Α.Η.Κ. κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 793.

Προσφυγή.

Ι. Νικολάου, για τους Αιτητές.

Γ. Τριανταφυλλίδης με Ν. Παρτασίδου, για τους Καθ' ων η αίτηση.

�Cur. adv. vult.

ΚΑΛΛΗΣ, Δ.:  Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές ζητούν την πιο κάτω θεραπεία:

«Διακήρυξη του Δικαστηρίου ότι η διοικητική πράξη και/ή απόφαση των καθ' ων η αίτηση που γνωστοποιήθηκε ταχυδρομικώς στην αιτήτρια με αρ. 2 κατά ή περί την 5.2.2003 και με την οποία γνωστοποιήθηκε η απόφαση των καθ' ων η αίτηση να επιβάλουν στην τελευταία τα τέλη και/ή δικαιώματα ποσού Λ.Κ.76.70 από την κατανάλωση 88 κυβικών μέτρων νερού, πλέον Λ.Κ.2,50 ως πάγιο, είναι άκυρη και στερείται οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.»

Τα πραγματικά περιστατικά τα οποία περιβάλλουν την προσφυγή:

Οι αιτητές 1 είναι η οργάνωση των πολυτέκνων της Κύπρου και είναι εγγεγραμμένοι σύμφωνα με τον περί Εγγραφής Λεσχών Νόμο, Κεφ. 112.  Έχουν ως εγγεγραμμένη διεύθυνση την Στασάνδρου 7, 3ος όροφος, 1060 Λευκωσία. Ο Γιώργος Μιντής είναι ο εκλελεγμένος Γραμματέας της Οργάνωσης. Σύμφωνα με το Καταστατικό των αιτητών 1, βασικός σκοπός της Οργάνωσης είναι η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των πολυτέκνων οικογενειών και η προστασία των συμφερόντων και των δικαιωμάτων των πολυτέκνων με την εφαρμογή μέτρων από την Πολιτεία, την Εκκλησία, την Τοπική Αυτοδιοίκηση και άλλους Οργανισμούς.

Η αιτήτρια 2 είναι ιδιοκτήτρια του υποστατικού επί της οδού Πετράκη Κυπριανού 13, στη Λευκωσία, «εντός της οποίας έχει εγκατασταθεί η υδροληψία με αριθμό λογαριασμού 00793/14/0330/00/00».  Είναι μητέρα επτά τέκνων, ηλικίας από 8 μέχρι 22 ετών.  Η αιτήτρια ως πολύτεκνη οικογενειάρχης είναι εγγεγραμμένο μέλος της Παγκύπριας Οργάνωσης Πολυτέκνων σύμφωνα με τις πρόνοιες του Καταστατικού της Οργάνωσης και κατέχει την πολύτεκνη ταυτότητα.

Οι προσβαλλόμμενες πράξεις εκδόθηκαν με βάση τον Καν. 11* των περί του Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας Κανονισμών του 2001 (Κ.Δ.Π. 503/2001) και αφορούν την χρέωση της αιτήτριας 2 για την κατανάλωση νερού στα πιο πάνω υποστατικά της από τις 18.11.2002 - 22.1.2003.

Οι προδικαστικές ενστάσεις:

Οι καθ' ων η αίτηση έχουν εγείρει τις πιο κάτω προδικαστικές ενστάσεις:

(1)  Οι προσβαλλόμενες πράξεις ή/και αποφάσεις είναι βεβαιωτικές προγενέστερων πράξεων ή/και αποφάσεων ή/και ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις ή/και αποφάσεις του είναι πράξεις εκτελέσεως.

(2)  Η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη.

(3)  Οι αιτητές 1 δεν νομιμοποιούνται «για έγερση της προσφυγής».

Στη γραπτή τους αγόρευση οι καθ' ων η αίτηση δεν έχουν επιχειρηματολογήσει επί των πρώτων δύο προδικαστικών ενστάσεων.  Το εκλαμβάνω ότι τις έχουν εγκαταλείψει.  Για το λόγο αυτό δεν θα με απασχολήσουν περαιτέρω.  Απορρίπτονται.

Αναφορικά με την τρίτη προδικαστική ένσταση οι καθ' ων η αίτηση υπέβαλαν ότι οι αιτητές 1 «εγείρουν την παρούσα προσφυγή μέσω του Γραμματέα της κ. Γ. Μιντή «χωρίς όμως να επισυνάπτονται οποιαδήποτε παραρτήματα του καταστατικού της τα οποία να καταδεικνύουν την ικανότητα του να αντιπροσωπεύει τους αιτητές 2.

Στην απαντητική του αγόρευση ο κ. Νικολάου, εκ μέρους των αιτητών, επεσύναψε το καταστατικό των αιτητών 1.  Παρέπεμψε δε στο αρ. 16(ε) το οποίο - όπως το έθεσε - «προνοεί ότι ο Πρόεδρος και ο Γενικός Γραμματέας εκπροσωπούν την Οργάνωση δικαστικά και εξωδίκως».

Παρόλο ότι οι επίμαχες πρόνοιες του καταστατικού έπρεπε να περιληφθούν στο δικόγραφο της προσφυγής και να αποδειχθούν με μαρτυρία σε περίπτωση μη αποδοχής του σχετικού ισχυρισμού από τους καθ' ων η αίτηση - και όχι να αποδειχθούν μέσα από την αγόρευση - θα επιχειρηθεί η ερμηνεία του αρ. 16(ε).  Το άρθρο αυτό προβλέπει:   «Ο Πρόεδρος και ο Γενικός Γραμματέας εκπροσωπούν την Οργάνωση δικαστικά και εξώδικα».

Έχω την άποψη πως ο σύνδεσμος «και» που συναντούμε στο πιο πάνω άρθρο είναι συνδετικός (βλ. Maxwell on the Interpretation of Statutes, 12η έκδοση, σελ. 232).  Για το λόγο αυτό η δικαστική εκπροσώπηση του αιτητή 1 για να είναι νόμιμη πρέπει να γίνεται και από τους δύο μαζί - τον Πρόεδρο και το Γενικό Γραμματέα.  Ο Γενικός Γραμματέας από μόνος του δεν μπορεί να εκπροσωπεί δικαστικά τον αιτητή 1.  Για το λόγο αυτό η τρίτη προδικαστική ένσταση επιτυγχάνει.  Η προσφυγή του αιτητή 1 απορρίπτεται με έξοδα.

Η ουσία της προσφυγής.

Οι λόγοι ακύρωσης.

Αντισυνταγματικότητα του Καν. 11 των περί Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας Κανονισμών του 2001 (Κ.Δ.Π. 503/2001).

Ο κ. Νικολάου υπέβαλε ότι ο Καν. 11 της πιο πάνω Κ.Δ.Π. 503/2001 «αντίκειται στο αρ. 28 του Συντάγματος το οποίο καθιερώνει την αρχή της ισότητας των πολιτών καθόσον αφορά την εφαρμογή του στις πολύτεκνες οικογένειες».  Εσφαλμένα - συνέχισε ο κ. Νικολάου - στον Καν. 11 δεν γίνεται οποιοσδήποτε διαχωρισμός με βάση το πρόσωπο του καταναλωτή που εμπίπτει στην Διατίμηση Α (Οικιστική) και/ή εντάσσονται όλοι οι καταναλωτές στην ίδια κατηγορία, όσον αφορά την χρήση του νερού για οικιακούς σκοπούς.  Ήταν, επίσης, η θέση του κ. Νικολάου ότι εσφαλμένα και/ή παράνομα εντάσσονται όλες οι οικογένειες, πολύτεκνες και μη, στην ίδια κατηγορία, εφόσον αυτή θα έπρεπε, για λόγους ίσης και σύμφωνης με το Σύνταγμα μεταχείρισης, να διαχωρίζεται σε δύο υποκατηγορίες, ανάλογα με το αν η οικογένεια είναι πολύτεκνη ή όχι.  Υπέβαλε ότι οι πολύτεκνες οικογένειες, ήτοι οι οικογένειες οι οποίες έχουν τουλάχιστον τέσσερα παιδιά, θα έπρεπε να διακριθούν από τις λοιπές οικογένειες στον τρόπο και στο ποσό υπολογισμού των κυβικών μέτρων νερού που καταναλώνονται, αφού όπως είναι λογικό οι πολύτεκνες οικογένειες θα επιβαρύνονται με αυξημένα τέλη κατανάλωσης νερού σε αντίθεση με τις λοιπές οικογένειες, μέσα στα ίδια πλαίσια και για τις ίδιες καθημερινές τους ανάγκες, γεγονός το οποίο συνιστά δυσμενή μεταχείριση των πολύτεκνων οικογενειών, κατά τρόπο που αντιβαίνει την αρχή της ισότητας, όπως αυτή θεμελιώνεται από το Άρθρο 28 του Συντάγματος.

Ο κ. Νικολάου υπέβαλε περαιτέρω ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι άκυρη και για τον πρόσθετο λόγο ότι αυτή επιβάλλει την καταβολή τέλους και/ή εισφοράς δυσανάλογα μεγαλύτερου από αυτό που θα έπρεπε να συνεισφέρει με βάση τις δυνάμεις της η αιτήτρια και συνεπώς είναι καταστρεπτικής ή απαγορευτικής φύσεως για την πολύτεκνη οικογένεια και/ή την οικογένεια της αιτήτριας. Τα τέλη υδατοπρομήθειας - συμπλήρωσε - όπως αυτά επιβάλλονται σύμφωνα με τις διατιμήσεις του Καν. 11, εμπίπτουν στις πρόνοιες του Άρθρου 24 του Συντάγματος γιατί έχουν επιβληθεί για εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος και για δημόσιους σκοπούς, είναι υποχρεωτικά και δεν επιβλήθηκαν για την εξυπηρέτηση της αιτήτριας  αλλά του κοινού.  Ειδικότερα - κατέληξε - με τα προσβαλλόμενα τέλη οι καθ' ων η αίτηση επιδιώκουν να εφαρμόσουν την πολιτική τους για εξοικονόμηση νερού, επιβάλλοντας ψηλότερα τέλη σε ποσότητες νερού που υπερβαίνουν κάποια συγκεκριμένη ποσότητα νερού.

Έρεισμα της τελευταίας εισήγησης του κ. Νικολάου ήταν η απόφαση της Ολομέλειας στην Constantinides v. Electricity Authority of Cyprus (1982) 3 C.L.R. 798 στην οποία  κρίθηκε ότι η εισφορά που επιβάλλεται δυνάμει του περί Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου (Επιβολή Εισφοράς) Νόμου του 1979 (Ν. 14/79) «είναι φόρος εντός της έννοιας του αρ. 24 του Συντάγματος».  Σημειώνεται ότι με βάση το αρ. 3(1) του Νόμου 14/79 επιβάλλεται στον κάθε καταναλωτή ηλεκτρικού ρεύματος εισφορά υπέρ του Ρ.Ι.Κ. ανάλογη με την κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος.

Από την άλλη οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των καθ' ων η αίτηση υπέβαλαν ότι ο τρόπος καθορισμού των τελών και δικαιωμάτων ανάλογα με την ποσότητα κατανάλωσης νερού και όχι ανάλογα με το πρόσωπο το οποίο καταναλώνει το νερό δεν μπορεί να παραβιάζει την αρχή της ισότητας, ούτε αποτελεί δυσμενή μεταχείριση των πολυτέκνων.

Στην παρούσα περίπτωση - συνέχισαν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι - οι αιτητές δεν έχουν αποδείξει ότι οι συγκεκριμένοι Κανονισμοί, οι οποίοι θέτουν όλους τους πολίτες στην ίδια βάση, παραβιάζουν την αρχή της ισότητας εφόσον όλοι οι πολίτες πληρώνουν τα τέλη κατανάλωσης νερού χωρίς να γίνονται διακρίσεις για τις πολύτεκνες οικογένειες.  Ο όρος «ίσοι ενώπιον του Νόμου» - συμπλήρωσαν - δεν καθιστά υποχρεωτική τη διάκριση των πολύτεκνων από τις υπόλοιπες οικογένειες αναφορικά με την καταβολή των τελών τους στην κατανάλωση νερού.  Αφ' ης στιγμής ο κάθε πολίτης υποχρεούται να πληρώσει κάποιο συγκεκριμένο ποσό ανάλογα με τα κυβικά μέτρα που ο ίδιος καταναλώνει, δεν μπορεί η διατίμηση την οποία επιβάλλουν οι καθ' ων η αίτηση, βάσει του τρόπου αυτού να παραβιάζει οποιαδήποτε συνταγματικά δικαιώματα και ειδικά την αρχή της ισότητας.  Το γεγονός - κατέληξαν - ότι μια πολύτεκνη οικογένεια τυγχάνει να καταναλώνει πιο πολλά κυβικά μέτρα νερού σε σχέση με μια μη πολύτεκνη οικογένεια δεν καθιστά τον τρόπο υπολογισμού των τελών αντισυνταγματικό.  Ο δικαστικός έλεγχος της συνταγματικότητας των Νόμων δεν εξυπακούει ότι το Δικαστήριο οφείλει να ελέγξει κατά πόσο ένας νόμος είναι «δίκαιος», «εύλογος» ή και «σκόπιμος», παρά μόνο κατά πόσο ο Νόμος διασφαλίζει αυθαίρετες διακρίσεις έτσι ώστε να κηρυχθεί αντισυνταγματικός.

Η εισήγηση περί αντισυνταγματικότητας του Καν. 11 της Κ.Δ.Π. 503/2001 θα εξετασθεί με βάση τις αρχές που διέπουν τον δικαστικό έλεγχο της συνταγματικότητας των Νόμων.  Έχουν τεθεί στην Board for Registration of Architects and Civil Engineers v. Kyriakides (1966) 3 C.L.R. 640 (απόφαση Ιωσηφίδη, Δ.). Τις παραθέτω: 

1.   Κάθε νόμος θεωρείται συνταγματικός εκτός αν αποφασισθεί το αντίθετο «πέρα από κάθε λογική αμφιβολία».  Καμιά νομοθετική διάταξη δεν κηρύσσεται άκυρη, εκτός αν είναι αντισυνταγματική πέρα από κάθε λογική αμφιβολία.

2.   Τα δικαστήρια ασχολούνται μόνο με την συνταγματικότητα των νόμων και όχι με τα κίνητρα, την πολιτική ή τη σοφία τους ή τη συμφωνία τους με τους κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης ή τις θεμελιώδεις αρχές της διακυβέρνησης ή το πνεύμα του Συντάγματος.

3.   Αν είναι δυνατόν τα δικαστήρια θα ερμηνεύσουν το Νόμο έτσι ώστε να τον εντάξουν μέσα στα πλαίσια του Συντάγματος.

4.   Η δικαστική εξουσία δεν επεκτείνεται στην εξέταση αφηρημένων ζητημάτων, με άλλα λόγια τα δικαστήρια δεν αποφασίζουν επί ζητημάτων συνταγματικής φύσεως εκτός αν αυτό είναι απαραίτητο για την επίλυση της ενώπιον του Δικαστηρίου διαφοράς.

Βλ. και Μαυρογένης ν. Βουλής των Αντιπροσώπων κ.ά. (Αρ. 3) (1996) 1 Α.Α.Δ. 315, 339 (απόφαση Πική, Π.): «Η μεδοθολογία ελέγχου της συνταγματικότητας νόμου, σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, σύγκειται στην αντιπαραβολή των κρίσιμων διατάξεων του νόμου με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος.  Η έρευνα αποβλέπει στη διαπίστωση κατά πόσο οι  διατάξεις του νόμου συγκρούονται με το Σύνταγμα ή συνάδουν με αυτό.  Το Δικαστήριο δεν υπεισέρχεται και δεν εξετάζει τη σκοπιμότητα ή τη σοφία του νομοθετήματος. Ο συνταγματικός έλεγχος περιορίζεται στη διαπίστωση συγκρούσεων ή αντιθέσεων προς το Σύνταγμα» (βλ. επίσης, The Improvement Board of Eylenja v. Andreas Constantinou (1967) 1 C.L.R. 167, Ρ.Ι.Κ. ν. Καραγιώργη κ.ά. (1991) 3 Α.Α.Δ. 159, Πρόεδρος της Δημοκρατίας ν. Βουλής των Αντιπροσώπων (1991) 3 Α.Α.Δ. 252, Αντωνίου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 441 και Miliotis v. Police (1966) 2 C.L.R. 62).

Αναφορικά με την εισήγηση που σχετίζεται με την παραβίαση της αρχής της ισότητας, η οποία διασφαλίζεται από το αρ. 28 του Συντάγματος, ο όρος "ίσοι ενώπιον του Νόμου" στο Άρθρο 28.1 του Συντάγματος δεν μεταδίδει την έννοια της ακριβούς αριθμητικής ισότητας αλλά διασφαλίζει μόνον εναντίον αυθαίρετων διακρίσεων και δεν αποκλείει εύλογες διακρίσεις οι οποίες πρέπει να γίνουν λόγω της ιδιάζουσας φύσεως των πραγμάτων (Mikrommatis v. Republic, 2 R.S.C.C. 125). 

Στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Αρακιάν κ.ά. (1972) 3 Α.Α.Δ. 294 είχαν υιοθετηθεί οι πιο κάτω αρχές της ελληνικής νομολογίας:

(1)   Η συνταγματική αρχή της ισότητας συνεπάγεται την ίση ή ομοιόμορφη μεταχείριση πάντων των υπό τας αυτάς συνθήκας τελούντων" (Υπόθεση 1273/65 του Στ.Ε.).

(2)   Το Άρθρο 3 του Ελληνικού Συντάγματος του 1952 - το οποίο αντιστοιχεί με το πιο πάνω Άρθρο 28.1  - "αποκλείει μόνον την υπό του νομοθέτου θέσπισιν διακρίσεων αυθαιρέτων και όλως αδικαιολόγητων" (Υποθέσεις 1247/67 και 1870/67 του Στ.Ε.).

(3)   "Ευλόγως προκύπτει παραβίασις της αρχής της ισότητος και ως εκ τούτου ακυρότης των προσβαλλομένων πράξεων, εφ' όσον πρόκειται περί ρυθμίσεων σχέσεων τελουσών υπό διαφόρους πραγματικάς συνθήκας, αίτινες δεν αποκλείουν ανομοιομορφίας  εν των διακανονισμώ αυτών" (Υπόθεση 2063/68 του Στ.Ε.).

(4)   Η αρχή της ισότητας εφαρμόζεται "επί περιπτώσεων τελουσών υπό τας αυτάς εν γένει συνθήκας" (Υπόθεση 1215/69 του Στ.Ε.).

�Στην Σεργίδη ν. Δημοκρατίας (1991) 1 Α.Α.Δ. 119 (Απόφαση Ολομέλειας) υποδεικνύεται ότι το Άρθρο 28 έχει ως λόγο (Βλ. Mikrommatis, πιο πάνω) την ουσιαστική σε αντίθεση με την φαινομενική ισότητα.  Υποδεικνύεται, επίσης, ότι η δυναμική της αρχής της ισότητας επιβάλλει την ανίχνευση της φύσης, των υποκειμένων και αντικειμένων του δικαίου ώστε να αποδίδονται τα ίσα στα όμοια και τον αποκλεισμό της ταύτισης των ανομοίων (Βλ. και απόφαση του Πική, Δ. - όπως ήταν τότε - στην Πρόεδρος της Δημοκρατίας ν. Βουλής των Αντιπροσώπων (1989) 3 Α.Α.Δ. 1931, σχετικά με τον τρόπο προσδιορισμού της ομοιογένειας)" (Βλ.  επίσης "Συνταγματική Θεωρία και Πράξη" του Αριστόβουλου Μάνεση, σελ. 320).

Στη Θεοχαρίδης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 63 (απόφαση Πική, Π.) το θέμα τίθεται ως πιο κάτω:

"Η θεμελιακή αρχή η οποία προκύπτει τόσο από την Ελληνική όσο και την Κυπριακή νομολογία είναι τούτη.  Αποκλείονται διακρίσεις  οι οποίες δεν ανάγονται σε εγγενείς διαφορές μεταξύ των υποκειμένων ή αντικειμένων του δικαίου ....  Εαν τα υποκείμενα ή αντικείμενα της ρύθμισης είναι ομοιογενή, δεν χωρεί διάκριση.  Εαν είναι ανομοιογενή χωρεί και παρέχεται ευχέρεια για την θεσμοθέτηση διάφορου κανόνα ή την υιοθέτηση διάφορης ρύθμισης" (Βλ. και Αντωνίου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 441, Χαρ. Ι. Φιλιππίδης και Υιοί Λτδ ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 378, Γιασεμίδου ν. Δήμου Λευκωσίας (Αρ. 2) (1996) 3 Α.Α.Δ. 491, Παπαδοπούλου κ.ά. ν. Ράπτη (1996) 1 Α.Α.Δ. 1306)».

Σε σχέση με το αρ. 24.1* του Συντάγματος, το οποίο έχει επικαλεσθεί ο κ. Νικολάου, η διάταξη αυτή καθώς έχει νομολογηθεί (βλ. Mikrommatis, πιο πάνω), δεν επιβάλλει την μαθηματική ισότητα. Δεν απαγορεύει οποιεσδήποτε αλλά μόνο τις αυθαίρετες διακρίσεις.  Σύμφωνα με το «Συνταγματικό Δίκαιο - Ατομικά Δικαιώματα», Τόμος Β του Π.Δ. Δαγτόγλου, παραγ. 1415:

«Αυθαίρετες είναι οι διακρίσεις που δεν στηρίζονται κυρίως σε κριτήρια φορολογικής δικαιοσύνης ή γενικής και αντικειμενικής φορολογικής πολιτικής, αλλά

-      είτε στηρίζονται σε απαγορευμένες από το Σύνταγμα διαφοροποιήσεις, π.χ. το φύλο, την φυλή, την γλώσσα, τις πολιτικές ή θρησκευτικές πεποιθήσεις·

�- είτε επισυνάπτουν δυσμενείς έννομες συνέπειες σε πρόσωπα, ιδιότητες ή καταστάσεις που κατά το Σύνταγμα τελούν υπό την προστασία, μέριμνα ή ειδική φροντίδα του κράτους, π.χ. επιβάλλουν δυσμενέστερη φορολογική μεταχείριση στους εγγάμους έναντι των αγάμων·

-    είτε έχουν χαριστικό ή καταπιεστικό χαρακτήρα εις όφελος ή εις βάρος ορισμένων προσώπων ή ομάδων.  Στην πράξη όχι σπάνια είναι τα φορολογικά προνόμια, οι χαριστικές δηλαδή φορολογικές διατάξεις που παραβιάζουν απευθείας την φοροογική ισότητα του Άρθρου 4 παρ. 5.»

�Στην παρούσα υπόθεση με την επίδικη ρύθμιση επιβάλλονται τέλη ή δικαιώματα ανάλογα με την ποσότητα νερού που καταναλώνεται από την κάθε οικογένεια.  Αυτό σημαίνει ότι κάθε οικογένεια, ασχέτως με τον αριθμό των μελών της, τίθεται στην ίδια μοίρα σε σχέση με το ύψος των τελών ή δικαιωμάτων αν καταναλώνει την ίδια ποσότητα νερού.  Επομένως όλοι οι καταναλωτές, οι οποίοι τελούν υπό τα αυτάς συνθήκας σε ότι αφορά την ποσότητα νερού που καταναλώνουν, τυγχάνουν ακριβώς της ίδιας μεταχείρισης.

Η συνταγματικότητα της επίδικης ρύθμισης θα πρέπει να εξεταστεί με βάση τις αρχές που διέπουν το δικαστικό έλεγχο νομοθετικών διατάξεων που σχετίζονται με την επιβολή φορολογίας ή άλλων τελών.

Σύμφωνα με αυτές τις αρχές πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι τα δικαστήρια αναγνωρίζουν στη Νομοθετική Εξουσία ευρεία διακριτική ευχέρεια και ότι δεν μπορεί να επιτευχθεί απόλυτη ισότητα σε σχέση με την επιβολή φορολογίας ούτε και απαιτείται τέτοια - απόλυτη - ισότητα από την αρχή της ισότητας.  Πρέπει, επίσης, να λαμβάνεται υπόψη ότι σε θέματα φορολογίας το κράτος διατηρεί την ευχέρεια να επιλέγει «περιφέρειες, αντικείμενα, άτομα, μεθόδους ακόμη και φορολογικούς συντελεστές».  Τέλος πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι το κράτος δεν παραβιάζει την αρχή της ισότητας για το λόγο ότι οι ταξινομήσεις, οι οποίες διαμορφώνονται από τη Νομοθεσία του, δεν είναι τέλειες.  Αν η ταξινόμηση έχει μια εύλογη βάση δεν παραβιάζει το αρ. 28.1 του Συντάγματος επειδή η ταξινόμηση δεν γίνεται με μαθηματική ακρίβεια ή επειδή στην πράξη καταλήγει σε κάποια ανισότητα (βλ. Constantinides, πιο πάνω, σελ. 807, 808 και 810). Βλ., επίσης, Matsis v. Republic (1969) 3 C.L.R. 245, Antoniades and Others v. Republic (1979) 3 C.L.R. 641).

Στην παρούσα υπόθεση βάση της επίδικης ρύθμισης ή ταξινόμησης είναι η ποσότητα νερού που καταναλώνεται.  Πρέπει επί του προκειμένου να τονισθεί ότι αυτή η ποσότητα δεν σχετίζεται απαραιτήτως με τον αριθμό των μελών μιας οικογένειας.  Είναι δυνατό μια ολιγομελής οικογένεια να καταναλώνει μεγαλύτερες ποσότητες νερού από μια πολυμελή οικογένεια.  Με την επίδικη ρύθμιση, όπως έχει ήδη υποδειχθεί, όλοι οι καταναλωτές, οι οποίοι τελούν υπό τας αυτάς συνθήκας, υπό την έννοια ότι καταναλώνουν την ίδια ποσότητα νερού, τυγχάνουν ακριβώς της ίδιας μεταχείρισης.  Θεωρώ λοιπόν ότι η επίδικη ταξινόμηση είναι καθόλα εύλογη.  Έπεται πως δεν παραβιάζεται η αρχή της ισότητας. Ακολουθεί πως ο σχετικός λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

Αναφορικά με την εισήγηση περί παραβίασης του αρ. 24.1 του Συντάγματος, αφού έλαβα υπόψη τα νομολογηθέντα τα οποία επιβεβαιώθηκαν στην Constantinides (πιο πάνω) και στην ANTENNA T.V. LTD ν. Α.Η.Κ. κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 793 έχω την άποψη πως τα επίδικα δικαιώματα δεν εμπίπτουν εντός της έννοιας του αρ. 24.1 του Συντάγματος. Έστω όμως και αν μπορούσαν να ενταχθούν εντός της έννοιας του εν λόγω άρθρου η αιτήτρια πέρα από τον ισχυρισμό ότι είναι πολύτεκνη δεν έχει τεκμηριώσει ότι οι οικονομικές της δυνατότητες δεν της επιτρέπουν να καταβάλει τα επίδικα τέλη.  Επομένως δεν έχει αποδείξει ότι η συνεισφορά της είναι δυσανάλογη προς τις δυνάμεις της εντός της έννοιας του αρ. 24.1 του Συντάγματος.  Έπεται πως ο σχετικός λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

Για τους πιο πάνω λόγους και η προσφυγή της αιτήτριας αρ. 2 αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

*  Ο Καν. 11 προβλέπει:

«11.  Τα ακόλουθα τέλη ή δικαιώματα θα πληρώνονται από κάθε καταναλωτή στο Γραφείο του Συμβουλίου κατά τις ώρες που καθορίζονται από το Συμβούλιο και στα κατά τόπους καταστήματα των Τραπεζικών Ιδρυμάτων που εγκρίνονται από το Συμβούλιο.

(α)  Διατίμηση Α (Οικιστική)

(ι)         Πάγιο ποσό £2,50 για κάθε διμηνία.

(ιι)        Το ποσό των 35 σεντ για κάθε κυβικό μέτρο νερού που διέρχεται από το μετρητή για τα πρώτα 10 κυβικά μέτρα νερού κατά την ίδια διμηνία.

(ιιι)       Το ποσό των 40 σεντ για κάθε κυβικό μέτρο νερού που διέρχεται από το μετρητή πέραν των 10 κυβικών μέτρων, αλλά όχι πέραν των 20 κυβικών μέτρων κατά την ίδια διμηνία.

(ιν)       Το ποσό των 50 σεντ για κάθε κυβικό μέτρο νερού που διέρχεται από το μετρητή πέραν των 20 κυβικών μέτρων, αλλά όχι πέραν των 30 κυβικών μέτρων κατά την ίδια διμηνία.

(ν)        Το ποσό των 55 σεντ για κάθε κυβικό μέτρο νερού που διέρχεται από το μετρητή πέραν των 30 κυβικών μέτρων, αλλά όχι πέραν των 40 κυβικών μέτρων κατά  την ίδια διμηνία.

(νι)       Το ποσό των 85 σεντ για κάθε κυβικό μέτρο νερού που διέρχεται από το μετρητή πέραν των 40 κυβικών μέτρων, αλλά όχι πέραν των 50 κυβικών μέτρων κατά την ίδια διμηνία.

(νιι)      Το ποσό των 110 σεντ για κάθε κυβικό μέτρο νερού που διέρχεται από το μετρητή πέραν των 50 κυβικών μέτρων, αλλά όχι Ιέραν των 60 κυβικών μέτρων κατά την ίδια διμηνία.

(νιιι) Το ποσό των 140 σεντ για κάθε κυβικό μέτρο νερού που διέρχεται απο τον υδομετρητή πέραν τω ν 60 κυβικών μέτρων κατά την ίδια διμηνία.» 

* Το άρθρο 24.1 προβλέπει:

«Έκαστος υποχρεούται να συνεισφέρει εις τα δημόσια βάρη αναλόγως των δυνάμεων του.»

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο