ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθεση Αρ. 183/2003)

22 Οκτωβρίου, 2004

[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

1. ΑΝΔΡΕΑΣ ΧΡΙΣΤΟΥ

2. ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΑΦΙΤΗ

3. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ

4. ΠΑΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ

5. ΑΝΔΡΟΥΛΛΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ

6. ΝΙΚΟΣ ΜΙΧΑΗΛ

7. ΠΑΓΚΥΠΡΙΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΥΦΛΩΝ,

Αιτητές,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ,

Καθ΄ ων η αίτηση.

__________

Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές.

Λ. Λάμπρου Ουστά(κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γεν.Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.

_________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Οι αιτητές είναι άτομα τυφλά. Από 1.10.1989 τους καταβαλλόταν ειδικό επίδομα αναπήρου το οποίο τερματίστηκε την 1.6.2002. Κρίθηκε ότι η συνέχιση της παροχής του επιδόματος ήταν αντίθετη προς ρητές πρόνοιες της νομοθεσίας επειδή διέμεναν στον ξενώνα του Παγκύπριου Σύνδεσμου Ευημερίας Τυφλών. ΄Ετσι, δόθηκαν οδηγίες στον Επαρχιακό Λειτουργό Ευημερίας Λευκωσίας για τερματισμό του ειδικού επιδόματος. Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές προσβάλλουν την απόφαση με την οποία απερρίφθη η ένστασή τους.

Οι καθ΄ ων η αίτηση εγείρουν προδικαστικά θέμα εκπροθέσμου της προσφυγής. Υποστηρίζουν ότι η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί, γιατί οι αιτητές είχαν πλήρη γνώση της αποκοπής του ειδικού επιδόματος για τις προσωπικές τους ανάγκες από 5.8.2002 και δεν άσκησαν εμπρόθεσμα την προσφυγή τους.

Οι αιτητές υποστηρίζουν ότι όχι μόνο δεν τους παρουσιάστηκε η απόφαση, αλλά κατ΄ ουσίαν δεν υπάρχει καν απόφαση για τερματισμό του επιδόματος. Εντελώς ξαφνικά και απροειδοποίητα το Τμήμα Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας σταμάτησε να τους καταβάλλει το επίδομα. Γι΄ αυτό και όταν αντιλήφθηκαν μείωση του ποσού του επιδόματος που έπαιρναν, υπέβαλαν γραπτή διαμαρτυρία στον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ο οποίος με επιστολή του ημερ. 12.12.2002, απέρριψε το αίτημά τους. Τότε καταχώρησαν, εμπρόθεσμα, προσφυγή εναντίον της μόνης αυτής γραπτής πληροφόρησης που είχαν.

Οι αρχές που διέπουν το θέμα του εμπρόθεσμου έχουν διατυπωθεί επανειλημμένα. Η προθεσμία που τίθεται από το Σύνταγμα είναι ανατρεπτική και αρχίζει από την πλήρη γνώση της προσβαλλόμενης απόφασης από το διοικούμενο (Αλίκη Γεωργίου ν. Δήμου Λάρνακας (Αρ.1) (1998) 3 Α.Α.Δ. 197).

Πλήρης θεωρείται η γνώση που επιτρέπει στον ενδιαφερόμενο να διαγνώσει με βεβαιότητα και ακρίβεια την υλική ή ηθική ζημιά που υφίσταται από την πράξη. Για να είναι πλήρης η γνώση δεν απαιτείται η δημοσίευση ή κοινοποίηση του συνόλου των στοιχείων από τα οποία προκύπτει η τήρηση των προδιαγεγραμμένων τύπων και όλων των στοιχείων που η διοίκηση έλαβε υπ΄ όψιν για να αιτιολογήσει την πράξη της. Ακόμα, αν η πράξη είναι εύκολα προσιτή στον ενδιαφερόμενο, η ουχί εντός εύλογου χρόνου ενέργεια των απαιτουμένων προς λήψη πλήρους γνώσης της πράξης, αποτελεί παράλειψη της οποίας οι συνέπειες εξομοιούνται προς τη μη εμπρόθεσμο άσκηση της αίτησης ακύρωσης. Η επάρκεια της γνώσης που κτάται κρίνεται κατά περίπτωση στο πλαίσιο των περιστατικών της κάθε υπόθεσης (Σωφρονίου ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Κακοπετριάς, Υποθ. Αρ. 1179/91, ημερ. 13.9.1993 και Αριστοδήμου ν. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 2498).

Η γνώση τεκμαίρεται ότι υπάρχει όταν ο διοικούμενος έχει γνώση των στοιχείων που επηρεάζουν τη θέση του (Papaioannou v. Republic (1982) 3 C.L.R. 103, 108), ενώ σε περίπτωση αμφιβολίας κατά πόσο ο αιτητής έλαβε γνώση ή ως προς την επάρκεια της ειδοποίησης, η αμφιβολία ενεργεί υπέρ του διοικουμένου (Neophytou v. Republic 1964 C.L.R. 280).

Η διαπίστωση ότι το επίδομα των ενοίκων του ξενώνα θα έπρεπε να μειωθεί γνωστοποιήθηκε από τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας στον Επαρχιακό Λειτουργό Ευημερίας, με επιστολή ημερ. 11.6.2002. Η απόφαση κοινοποιήθηκε προφορικά, από το λειτουργό που χειριζόταν τις περιπτώσεις στην κα Νίκη Γεωργίου, Κοινωνική Λειτουργό της Σχολής Τυφλών. Η αποκοπή έγινε αντιληπτή από τους αιτητές λόγω της μείωσης του επιδόματος το οποίο έπαιρναν. Στις 5.8.2002, η Παγκύπρια Οργάνωση Τυφλών με επιστολή προς τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ημερ. 5.8.2002, αναφέρεται στη διακοπή της καταβολής του επιδόματος στους διαμένοντες στο ξενώνα. Στην επιστολή γίνεται ονομαστική αναφορά στους έξι αιτητές, οι οποίοι τονίζεται ότι ανέθεσαν στην Οργάνωση να απευθυνθεί στον Υπουργό για να μεριμνήσει προσωπικά να δοθεί γραπτώς η αιτιολογία της διακοπής του ειδικού επιδόματος για τις προσωπικές τους ανάγκες, για να μπορέσει η Οργάνωση να ενεργήσει ανάλογα.

Από την πιο πάνω αναφορά προκύπτει ότι η γνώση την οποία δυνατόν να είχαν οι αιτητές, δεν ήταν πλήρης, αφού αγνοούσαν τους λόγους της διακοπής του επιδόματος. Οι αιτητές, οι οποίοι δεν θα πρέπει να ξεχνούμε ότι είναι άτομα που στερούνται της όρασης τους, απλώς αντιλήφθηκαν τη μείωση στο επίδομά τους. Καμιά απολύτως εξήγηση δεν τους δόθηκε. Η αναφορά ότι σχετική εξήγηση δόθηκε από την αρμόδια λειτουργό του Τμήματος Ευημερίας στην υπεύθυνη λειτουργό του ξενώνα, στον οποίο διέμεναν, δεν δίδει οποιανδήποτε ένδειξη ότι η πληροφόρηση προχώρησε στους αιτητές, ούτε και νομίζω ότι ήταν και ο καταλληλότερος τρόπος ενημέρωσης. Εν πάση περιπτώσει, καταλήγω ότι η γνώση την οποία δυνατόν οι αιτητές να είχαν, δεν μπορεί να θεωρηθεί πλήρης. Ως αποτέλεσμα, η ένσταση απορρίπτεται.

Οι αιτητές υποστηρίζουν ότι απλώς σταμάτησε η καταβολή του επιδόματος, χωρίς όμως να υπάρχει οποιαδήποτε απόφαση περί τούτου. Είναι αλήθεια ότι στους φακέλους που κατατέθηκαν, δεν κατάφερα πουθενά να εντοπίσω οποιαδήποτε απόφαση ή αναφορά στο όργανο το οποίο την έχει λάβει. Η μόνη ένδειξη που υπάρχει είναι κάποιο φωτοαντίγραφο μίας σελίδας ανυπόγραφης επιστολής των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, ημερ. 11.6.2002, προς τον Επαρχιακό Λειτουργό Ευημερίας Λευκωσίας, στην οποία αναφέρεται ότι η συνέχιση της παροχής αναπηρικού επιδόματος στους επτά ενοίκους του Οίκου Τυφλών είναι αντίθετη προς ρητές πρόνοιες της νομοθεσίας. Η διατύπωση που χρησιμοποιήθηκε δεν μπορεί να θεωρηθεί ως απόφαση λήξης της καταβολής του επιδόματος.

Το επιχείρημα των καθ΄ων η αίτηση ότι οι αιτητές είχαν πλήρη γνώση της ύπαρξης της απόφασης για τη διακοπή του επιδόματος και επομένως δεν μπορούν τώρα να επικαλούνται ότι τέτοια απόφαση δεν υπήρξε, ασφαλώς και δεν μπορεί να ευσταθήσει. Κι΄ αυτό γιατί, όπως είδαμε, οι αιτητές όχι μόνο δεν είχαν πλήρη γνώση, αλλά ίσως ούτε καν γνώση για την ύπαρξη απόφασης. Εξ άλλου, αν κάποιος υποστεί κάποιες επιπτώσεις και προσφύγει στο Δικαστήριο αυτό αυταπόδεικτα δεν σημαίνει και την ύπαρξη μιας τέτοιας απόφασης.

Η απόφαση για διακοπή του επιδόματος θα έπρεπε να έχει ληφθεί από αρμόδιο όργανο και να υπάρχει στους φακέλους της υπόθεσης, ούτως ώστε να μπορεί να ελεχθεί η νομιμότητά της. Η ύπαρξή της και η προσαγωγή της απόφασης στο Δικαστήριο, αποτελεί απόρροια της συνταγματικής υποχρέωσης της διοίκησης να υπόκειται στο δικαστικό έλεγχο που καθιερώνει το Σύνταγμα.

Η παράλειψη της διοίκησης να καταθέσει το φάκελο και τα στοιχεία που συνθέτουν την απόφαση, έχει, όπως αποφασίστηκε και στην υπόθεση Dome Investments Ltd v. Συμβουλίου Βελτιώσεως Αγίας Νάπας κ.α. (1989) 3 Α.Α.Δ. 741 (αλλά και Βραχίμης ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1058/94, ημερ. 23.6.1995), ως αναπόφευκτη συνέπεια την ακύρωση της πράξης. Στην παρούσα υπόθεση όχι μόνο ελλείπει η απόφαση και το όργανο το οποίο κατ΄ ισχυρισμό την έχει πάρει, αλλά και το πλαίσιο και οι συνθήκες λήψης της απόφασης.

Η παράλειψη αυτή αναπόφευκτα οδηγεί στην ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης. Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, με έξοδα εναντίον των καθ΄ων η αίτηση.

Φρ. Νικολαΐδης, Δ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο