ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 255/2002)
8 Ιουλίου, 2004
[ΚΑΛΛΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
PHILIP MORRIS PRODUCTS INC.,
Αιτήτριaς,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
ΜΕΣΩ ΕΦΟΡΟΥ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΣΗΜΑΤΩΝ,
Καθ' ων η αίτηση.
____________________
ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 17.5.2004
.Χρ. Πατσαλίδης για Χρ. Θεοδούλου,
για την Αιτήτρια.Ε. Καρακάννα (κα.), για τους Καθ' ων η αίτηση.
____________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(ex-tempore)
ΚΑΛΛΗΣ, Δ.
: Στις 15.5.2003 το Δικαστήριο εξέδωσε την επιφυλαχθείσα απόφαση του στην παρούσα προσφυγή. Στις 17.5.2004 - ένα χρόνο μετά - καταχωρήθηκε η παρούσα αίτηση με την οποία οι αιτητές ζητούν διάταγμα του Δικαστηρίου για παράταση του χρόνου για καταχώριση έφεσης για περίοδο 15 ημερών.Νομικό βάθρο της αίτησης είναι η Δ.35 θ.2 και Δ.48, καθώς και η Δ.57 θ.2 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, το άρθρο 30 του Συντάγματος, παράγραφος (1) και η Διεθνής Σύμβαση του Ο.Η.Ε. για τα Αστικά και Πολιτικά Δικαιώματα ιδιαίτερα το άρθρο 14(1).
Τα γεγονότα που υποστηρίζουν την αίτηση φαίνονται σε ένορκη δήλωση του υπαλλήλου του δικηγόρου των αιτητών. Σύμφωνα με αυτά τα γεγονότα οι αιτητές έδωσαν οδηγίες στο δικηγόρο τους στις 22.5.2003 για καταχώριση έφεσης, αλλά οι οδηγίες αυτές δεν έφθασαν ποτέ στο γραφείο. Αυτό διαπιστώθηκε αργότερα εντός του 2004 και επ΄ αυτού υπάρχει επιστολή των αιτητών προς το δικηγόρο τους ημερ. 14.4.2004 με την οποία εσωκλείονται οι οδηγίες που δόθηκαν στις 22.5.2003 για την καταχώριση έφεσης.
Η παράταση της προθεσμίας για καταχώριση έφεσης είναι ζήτημα διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου η οποία είναι απεριόριστη (Βλ. Georghiou v. Republic (1968) 1 C.L.R. 411). Η άσκηση της εξαρτάται αποκλειστικά από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης.
Στην Παύλου κ.α. ν. Κακογιάννη κ.α. (1963) 2 Α.Α.Δ. 405 και Λοΐζου ν. Κοντεάτη (1968) 1 Α.Α.Δ. 291 τονίστηκε ότι η παράλειψη του δικηγόρου ή του διαδίκου να καταχωρήσει εμπρόθεσμα την έφεση του δεν αποτελεί λόγο παράτασης της προθεσμίας και ότι ο χαρακτηρισμός της παράλειψης ως αμέλειας ή λάθους δεν έχει οποιαδήποτε σημασία. Στην Σολιάτης κ.α. ν. Χριστοδουλίδη (1990) 1 Α.Α.Δ. 1162 το Εφετείο έκαμε αναφορά στην Georghiou (πιο πάνω) και Φιλίππου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 230/84/14.10.89, στις οποίες το δικαστήριο άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια υπέρ της αιτούμενης παράτασης παρά το γεγονός ότι "σύμφωνα με ορισμένες γνώμες που εξεφράσθησαν, πιο δύσκολα επιτρέπεται παράταση όταν η έφεση στρέφεται εναντίον της νομιμότητας διοικητικής πράξης παρά σε υποθέσεις αστικής φύσης". Και στις δυο πιο πάνω υποθέσεις κρίθηκε ότι η απροσεξία, το λάθος ή η αμέλεια του δικηγόρου του αιτητή είναι δυνατό να αποτελεί σε μερικές περιπτώσεις ικανοποιητικό λόγο για την παράταση της προθεσμίας. Η πιο πάνω προσέγγιση υιοθετήθηκε από το Εφετείο στην Σολιάτης (πιο πάνω) από την οποία μεταφέρω το σχετικό απόσπασμα:
"Είναι γεγονός ότι οι αρχές που έχουν εκτεθεί στις δύο αυτές υποθέσεις καθορίζουν μια πιο επιεική προσέγγιση σε μερικές περιπτώσεις που παρατηρείται λάθος ή αμέλεια του δικηγόρου του αιτητή. Υιοθετούμε αυτή την προσέγγιση η οποία έχει τις ρίζες της σε προγενέστερες αποφάσεις του Εφετείου μας και στηρίζεται στην ερμηνεία που έδωσαν τα Αγγλικά Δικαστήρια στους αντίστοιχους θεσμούς που είναι όμοιοι με τους δικούς μας, σύμφωνα με την οποία λόγος που αναφέρεται σε λάθος ή παρεξήγηση του εφεσείοντα ή του δικηγόρου του είναι δυνατό να γίνει δεκτός ως ικανοποιητικός λόγος για παράταση της προθεσμίας σε ορισμένες περιπτώσεις, αλλά αν θα γίνει δεκτός ή όχι εξαρτάται πάλιν από τα ιδιαίτερα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης. Σχετικές επί του προκειμένου είναι οι υποθέσεις Ειρήνη Κώστα Χατζημιχαήλ ν. Μαρίας Καραμιχαήλ και δύο άλλων (1967) 1 Α.Α.Δ. 61 και Kevorkian v. Burney (1937) 4 All E.R. 97, C.A."
Παρά την υιοθέτηση της πιο πάνω πιο επιεικούς προσέγγισης το Εφετείο απέρριψε την αίτηση. ΄Εκρινε πως δεν του έχει υποδειχθεί οποιαδήποτε υπόθεση στην οποία η παράλειψη ή η αμέλεια του δικηγόρου να καταχωρίσει εμπρόθεσμα την έφεση του έχει θεωρηθεί από μόνη της ως ικανοποιητικός λόγος για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου υπέρ της παράτασης της προθεσμίας. Ο αιτητής δεν είχε αποσείσει το βάρος της απόδειξης που τον βαρύνει και δεν είχε ικανοποιήσει το Εφετείο ότι συντρέχουν αρκετοί λόγοι για να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια υπέρ του αιτούμενου διατάγματος.
Στη Βούρια ν. Δασκάλου κ.α. (1993) 1 Α.Α.Δ. 808, 810 το θέμα τέθηκε ως εξής:
"Και οι δύο πλευρές αναγνωρίζουν ότι η δικαιοδοσία του δικαστηρίου για την παράταση της προθεσμίας για την υποβολή έφεσης δεν υπόκειται σε περιορισμούς. Η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου συναρτάται με τα συμφέροντα της δικαιοσύνης, όπως επαναβεβαιώνεται στην πρόσφατη απόφαση στη Χόππης ν. Παναγή (1993) 1 Α.Α.Δ. 140. ΄Οπως επεξηγείται, τα συμφέροντα της δικαιοσύνης είναι έννοια σύνθετη και πολυδιάστατη, συνυφασμένη με το σύνολο των αρχών του δικαίου και τα ιδιαίτερα γεγονότα της κάθε υπόθεσης. Εκείνος ο οποίος επιδιώκει το δίκαιο δεν μπορεί να επιδείξει αδιαφορία για τα δικαιώματα του ή εκείνα του αντιδίκου του ή καταφρόνηση για τα θεσμικά πλαίσια άσκησης των δικαιωμάτων του. Εκεί όμως που επιδεικνύει σπουδή για την άσκηση των δικαιωμάτων του και εκτρέπεται λόγω σφάλματος ή αδιαφορίας του δικηγόρου, μπορεί να τύχει συγχώρησης νοουμένου ότι δε διαπιστώνεται άλλος ανατρεπτικός παράγοντας για την απονομή της δικαιοσύνης. Η αποκάλυψη των λόγων της έφεσης δεν αποτελεί προϋπόθεση για την παράταση της προθεσμίας για την υποβολή έφεσης. Στην προκείμενη περίπτωση η καθυστέρηση της αιτήτριας να υποβάλει έφεση μέσα στα θεσμικά χρονικά πλαίσια, δεν οφειλόταν σε αδιαφορία ή καταφρόνηση των θεσμών. Θα ήταν ασφαλώς καλύτερο αν υποβαλλόταν αίτηση για παράταση μόλις είχε διαπιστωθεί ότι εξέπνευσε ο χρόνος για την υποβολή έφεσης."
Έχει, επίσης, νομολογηθεί ότι η τήρηση των προθεσμιών συνδέεται με το δημόσιο συμφέρον εφόσον η τελεσιδικία των δικαστικών διαδικασιών άπτεται άμεσα των συμφερόντων του διαδίκου (βλ. Ξενοφών ν. Alpha Bank, Πολιτική Έφεση 11115, ημερ. 18.6.2002). Περαιτέρω έχει λεχθεί ότι η παράταση της προθεσμίας αποτελεί ένα εξαιρετικό δικονομικό μέτρο και εναπόκειται στον αιτητή να θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου τα αναγκαία στοιχεία για να το ικανοποιήσει ότι η παράταση είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης (βλ. Παπαχρυσοστόμου ν.
Σιδερά (1992) 1 Α.Α.Δ. 379).Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή έχει αναφερθεί και στο άρθρο 30.1 του Συντάγματος το οποίο κατοχυρώνει το δικαίωμα πρόσβασης στο Δικαστήριο και το δικαίωμα της δίκαιας δίκης. Πρέπει να παρατηρήσω ότι αυτό το δικαίωμα πρέπει να εξετάζεται σε συνάρτηση και με το δικαίωμα των διαδίκων για εκδίκαση της υπόθεσης τους μέσα σε εύλογο χρόνο το οποίο διασφαλίζεται από το αρ. 30.2 του Συντάγματος.
Στην παρούσα υπόθεση λαμβάνω υπόψη μου τα γεγονότα τα οποία επικαλούνται οι αιτητές. Από την επιστολή των αιτητών ημερ. 22.5.2003 προκύπτει ότι οι δικηγόροι των αιτητών συμβούλευσαν τους τελευταίους ν΄ ασκήσουν έφεση. Οι αιτητές έδωσαν την συγκατάθεση τους και πληροφόρησαν σχετικώς το δικηγόρο τους με την πιο πάνω επιστολή τους ημερ. 22.5.2003. Η επιστολή εκείνη δεν έχει ληφθεί από το δικηγόρο των αιτητών. Δεν έχει δοθεί οποιαδήποτε εξήγηση στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση γιατί δεν είχε επιδιωχθεί οποιαδήποτε επαφή ή επικοινωνία με τους αιτητές για να δοθεί η απάντηση τους λαμβανομένης μάλιστα υπόψη της μεγάλης ευχέρειας για επικοινωνία που παρέχεται από τα σύγχρονα μέσα
.Λαμβάνω υπόψη αυτό τον παράγοντα - την απουσία εξήγησης - σε συνάρτηση με το μεγάλο χρονικό διάστημα που έχει διαρρεύσει - ένα έτος - το οποίο αφ΄ εαυτού αναδεικνύει την αδιαφορία των αιτητών για τα θεσμικά πλαίσια άσκησης των δικαιωμάτων τους (βλ. Βουρία, πιο πάνω). Κρίνω ότι η διακριτική μου ευχέρεια πρέπει να ασκηθεί κατά της χορήγησης της αιτηθείσας παράτασης.
Για το λόγο αυτό η αίτηση πρέπει να απορριφθεί με έξοδα.
Π. ΚΑΛΛΗΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.