ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπσθεση Αρ. 791/2002)

23 Ιουνίου, 2004

[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

AAA UNITED STOCKBROKERS LTD.,

Αιτητές,

ν.

  1. ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟΥ ΑΞΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
  2. ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ,

Καθ΄ων η Αίτηση.

 

Μ. Ιωαννίδης, για τους Αιτητές.

Α. Κουντουρή (κα) για Π. Ιωαννίδη, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Η αιτήτρια εταιρεία με την προσφυγή αυτή ζητά την πιο κάτω θεραπεία:-

«Δήλωση και/ή απόφαση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των καθ΄ων η Αίτηση 1 & 2 ημερ. 20/6/2002 να επιβάλουν στην αιτήτρια διοικητικό πρόστιμο ΛΚ 2000 λόγω παραβίασης απόφασης του Συμβουλίου ημερομηνίας 2/10/1998 η οποία λήφθηκε με βάση τον Κανονισμό 32 των περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Κανονισμούς 1995-2002 είναι παράνομη, άκυρη και άνευ εννόμου αποτελέσματος.»

Την 27.1.1998 η αιτήτρια εταιρεία απέστειλε από κοινού με την εταιρεία Sharelink Securities Ltd., επιστολή προς τους καθ΄ων η αίτηση αρ. 1, με την οποία γνωστοποιούσαν την πρόθεση των δύο εταιρειών να προχωρήσουν σε αλλαγή του μετοχικού τους κεφαλαίου, ώστε να καταστούν θυγατρικές εταιρείες της εταιρείας Sharelink Financial Services Ltd.. Με την ίδια επιστολή οι δύο εταιρείες ζητούσαν την έγκριση των καθ΄ων η αίτηση αρ. 1 για τις προτιθέμενες αλλαγές στις οποίες θα προέβαιναν.

Οι καθ΄ων η αίτηση αρ. 1 με επιστολή τους με ημερομηνία 29/4/1998 πληροφόρησαν την αιτήτρια Εταιρεία ότι αποφάσισαν να μην εγκρίνουν την πιο πάνω αίτηση της για αλλαγή στο μετοχικό της κεφάλαιο.

Με μεταγενέστερη επιστολή τους με ημερομηνία 15.5.1998 οι καθ΄ων η αίτηση αρ. 1 ζήτησαν από την εταιρεία Sharelink Securities Ltd. όπως υποβάλει γραπτώς τους όρους και τις προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες οι δύο εταιρείες είχαν πρόθεση να λειτουργήσουν, για να εξακριβωθεί κατά πόσο η λειτουργία αυτή θα ήταν σύμφωνη με την οικία Νομοθεσία.

Η εταιρεία Sharelink Securities Ltd. με επιστολή της με ημερομηνία 18.8.1998 πληροφόρησε τους καθ΄ων η αίτηση αρ. 1 αναφορικά με τους όρους και τις προϋποθέσεις, κάτω από τις οποίες είχαν πρόθεση οι ίδιοι και η αιτήτρια να λειτουργήσουν. Μεταξύ των όρων που η ίδια η αιτήτρια και η Εταιρεία Sharelink Securities Ltd. έθεσαν, ήταν ότι το πελατολόγιο των δύο εταιρειών θα ήταν διαφορετικό.

Οι καθ΄ων η αίτηση αρ. 1 με επιστολή τους με ημερομηνία 2.10.1998 προς την εταιρεία Sharelink Financial Ltd. την πληροφόρησαν ότι αποφάσισαν όπως εγκρίνουν την αλλαγή στη μετοχική δομή της αιτήτριας, με τους όρους και τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην επιστολή. Μεταξύ των όρων που επιβλήθηκαν ήταν ότι το πελατολόγιο της αιτήτριας και της Εταιρείας Sharelink Securities Ltd. θα ήταν διαφορετικό.

Οι καθ΄ων η αίτηση αρ. 1 με επιστολή τους με ημερομηνία 15.10.1998 πληροφόρησαν την αιτήτρια ότι είχαν εντοπίσει παραβίαση εκ μέρους της του όρου που αφορούσε το πελατολόγιο των δύο εταιρειών και ζήτησαν από την αιτήτρια τα σχόλια της. Η αιτήτρια με απαντητική επιστολή της με ημερομηνία 18.10.2001 δήλωσε ότι η πιο πάνω παραβίαση ήταν το αποτέλεσμα της εκ παραδρομής μη ενημέρωσης των λογισμικών συστημάτων των δύο εταιρειών.

Μετά από την υποβολή σχετικού σημειώματος με ημερομηνία 19.11.2001 προς τον Γενικό Διευθυντή του Χρηματιστηρίου, αποφασίστηκε η έναρξη πειθαρχικής διαδικασίας εναντίον της αιτήτριας και της εταιρείας Sharelink Securities Ltd.. Κατά ή περί τις 15.5.2002 υποβλήθηκε στο Γενικό Διευθυντή του Χρηματιστηρίου υπό μορφή σημειώματος, το πόρισμα της έρευνας.

Το Συμβούλιο του Χρηματιστηρίου στη συνεδρία του με ημερομηνία 23.5.2002 και αρ. 27/02 αποφάσισε όπως τερματίσει την πειθαρχική διαδικασία εναντίον της αιτήτριας. Κατά την ίδια συνεδρία του το Συμβούλιο αποφάσισε όπως κατά εφαρμογή του άρθρου 10(3) του Νόμου, επιβάλει στους αιτητές πρόστιμο ΛΚ2000 για την παράβαση των όρων που είχαν επιβληθεί.

Με επιστολή τους με ημερομηνία 27.5.2002, οι καθ΄ων η αίτηση αρ. 1 ζήτησαν τη σύμφωνη γνώμη των καθ΄ων η αίτηση αρ. 2 για την επιβολή του πιο πάνω προστίμου. Στη συνεδρία τους με ημερομηνία 10.6.2002 οι καθ΄ων η αίτηση αρ. 2 αποφάσισαν όπως παράσχουν τη σύμφωνη γνώμη τους για την επιβολή του πιο πάνω προστίμου. Οι καθ΄ων η αίτηση αρ. 2 με επιστολή τους με ημερομηνία 12.6.2002, ενημέρωσαν τους καθ΄ων η αίτηση αρ. 1 αναφορικά με την απόφαση τους.

Η πιο πάνω απόφαση των καθ΄ων η αίτηση κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια με επιστολή του Διευθυντή του Χρηματιστηρίου με ημερομηνία 20.6.2002.

Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας στη γραπτή του αγόρευση αναπτύσσει ένα και μόνο λόγο ακύρωσης. Ισχυρίζεται ότι οι καθ΄ων η αίτηση έχουν ενεργήσει κατά παράβαση του άρθρου 10(3) του περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμου του 1993 (Ν. 14(Ι)/93). Σύμφωνα με τον κ. Ιωαννίδη το Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου (ΧΑΚ) μπορεί να διερευνήσει και επιβάλει διοικητική ποινή μόνο σε περιπτώσεις:-

(α) Παράβασης Νόμου.

(β) Παράβασης Κανονισμού.

(γ) Παράβασης Κανόνων Διαπραγμάτευσης.

(δ) Παράβασης απόφασης του Συμβουλίου.

Ο κ. Ιωαννίδης περαιτέρω ισχυρίζεται ότι από την αιτιολογία της επίδικης απόφασης είναι ξεκάθαρο ότι το ΧΑΚ προέβηκε στην επιβολή του διοικητικού προστίμου στηριζόμενο στην περίπτωση παράβασης απόφασης του Συμβουλίου η οποία όμως, δεν είχε δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας όπως απαιτεί το άρθρο 10(3) του Νόμου.

Η επίδικη απόφαση, όπως φαίνεται στο διοικητικό φάκελο, έχει ως εξής:-

«Δόθηκε στο Συμβούλιο υπηρεσιακό σημείωμα (ημερ. 15.5.2002) αναφορικά με την πειθαρχική έρευνα για τα Μέλη Sharelink Securities Ltd. και AAA United Stockbrokers Ltd. Η Λειτουργός κα. Ηρακλέους κλήθηκε στη συνεδρία και ενημέρωσε το Συμβούλιο για το θέμα αυτό. Ακολούθως αποχώρησε από τη συνεδρία.

Το Συμβούλιο αποφάσισε να σταματήσει την πειθαρχική έρευνα εναντίον των μελών Sharelink Securities Ltd. και AAA United Stockbrokers Ltd.

Όμως το Συμβούλιο αποφάσισε σύμφωνα με το άρθρο 10(3) του Νόμου, να επιβάλει πρόστιμο £2.000 σε κάθε ένα από τα Μέλη για παράβαση της έγκρισης που δόθηκε σύμφωνα με τον Κανονισμό 32, για αλλαγή του μετοχικού κεφαλαίου του μέλους AAA United Stockbrokers Ltd. (επιστολή 2 Οκτωβρίου 1998).

To Συμβούλιο αποφάσισε ότι τα Μέλη παράβηκαν την έγκριση που τους έδωσε σύμφωνα με τον Κανονισμό 32 (επιστολή ημερ. 2/10/1998, σημείο 2) επειδή διενεργούσαν χρηματιστηριακές συναλλαγές για τους πελάτες που φαίνονται στο σημείο 2 του σημειώματος και κατά συνέπεια το πελατολόγιο τους δεν ήταν διαφορετικό.

Το Συμβούλιο κατά τη λήψη της απόφασης έλαβε υπόψη τις θέσεις των Μελών όπως τις υπόβαλαν με τις επιστολές τους ημερ. 18 Οκτωβρίου 2001.

Για την επιβολή προστίμου σύμφωνα με το άρθρο 10(3) του Νόμου, απαιτείται η σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.

Επιπρόσθετα η υπηρεσία (κα Ηρακλέους) θα διενεργήσει έλεγχο αναφορικά με την τήρηση της έγκρισης του Συμβουλίου που δόθηκε σύμφωνα με τον Κανονισμό 13, από τα δύο Μέλη. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι τα Μέλη προβούν ξανά σε παράβαση της έγκρισης του Συμβουλίου που δόθηκε σύμφωνα με τον Κανονισμό 32, το Συμβούλιο θα εξετάσει το θέμα με ιδιαίτερη αυστηρότητα.»

Με απόφαση της ημερ. 10.6.2002 η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αποφάσισε όπως εκφράσει τη σύμφωνη γνώμη της προς το Συμβούλιο του ΧΑΚ για την επιβολή διοικητικού προστίμου £2.000 στην αιτήτρια.

Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση υπέβαλε ότι το επίδικο πρόστιμο δεν έχει επιβληθεί για παράλειψη συμμόρφωσης της αιτήτριας με απόφαση του Συμβουλίου, αλλά για παράλειψη συμμόρφωσης της με υποχρέωση που προβλέπεται στον Κανονισμό 32.

Σύμφωνα με τον Κανονισμό 32 δεν επιτρέπεται χωρίς την προηγούμενη έγκριση του Συμβουλίου οποιαδήποτε αλλαγή στην κατανομή του μετοχικού κεφαλαίου των χρηματιστηριακών εταιρειών, που συνεπάγεται την κατοχή από παλαιό ή νέο μέτοχο ποσοστού πέραν του δέκα τοις εκατόν του μετοχικού κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου.

Η αιτήτρια από κοινού με την εταιρεία Sharelink Securities Ltd. ζήτησαν την έγκριση του ΧΑΚ για αλλαγές στο μετοχικό τους κεφάλαιο. Το ΧΑΚ ενέκρινε το αίτημα υπό όρους. Μεταξύ αυτών, περιλαμβανόταν ως βασικός όρος ότι το πελατολόγιο των δύο εταιρειών θα ήταν διαφορετικό.

Τον Οκτώβριο του 2001 η αιτήτρια είχε διενεργήσει πράξεις για πελάτες για τους οποίους είχε διενεργήσει πράξεις και η εταιρεία Sharelink Securities Ltd., παραβιάζοντας έτσι τον όρο που της είχε τεθεί με την έγκριση της άδειας. Η αιτήτρια είχε δεχθεί ότι παραβίασε τον όρο και απέδωσε την παραβίαση σε παραδρομή λόγω μη ενημέρωσης των λογισμικών συστημάτων.

Οι καθ΄ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι το επίδικο πρόστιμο επιβλήθηκε για την παράλειψη της αιτήτριας να συμμορφωθεί με τον Κανονισμό 32. Και τούτο γιατί η παράλειψη συμμόρφωσης με τους όρους της έγκρισης συνιστά παράλειψη συμμόρφωσης με την χρηματιστηριακή νομοθεσία. Το γεγονός, ισχυρίζεται περαιτέρω, ότι η αιτήτρια ενήργησε κατά παράβαση των όρων που τέθηκαν από το ΧΑΚ κατέστησαν την ενέργεια της ενέργεια πέραν της έγκρισης ή/και χωρίς την έγκριση και επομένως ενέργεια που συνιστά παράλειψη συμμόρφωσης με τον Κανονισμό 32.

Η πιο πάνω θέση των καθ΄ων η αίτηση είναι ορθή. Στην υπόθεση Νεόφυτος Νεοφύτου ν. ΧΑΚ κ.ά., Υπόθ. Αρ. 790/2002, ημερ. 26.9.2003 ο Καλλής, Δ., ασχολούμενος με το ίδιο νομικό θέμα ανέφερε τα εξής με τα οποία και συμφωνώ:-

«Ο αιτητής θα μπορούσε να είναι μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Sharelink Financial Services Ltd. χωρίς να παραβαίνει τον πιο πάνω Κανονισμό. 13(1) υπό τον όρο ότι δεν θα καταρτίζει συναλλαγές για ίδιο λογαριασμό σε τίτλους της εν λόγω εταιρείας. Η συμμετοχή του στο Διοικητικό Συμβούλιο της Sharelink Financial Services Ltd. θα ήταν νόμιμη και δεν θα παραβίαζε τον πιο πάνω Κανονισμό. 13(1) υπό την προϋπόθεση μη καταρτισμού συναλλαγών για ίδιο λογαριασμό σε τίτλους της εν λόγω εταιρείας.

Έχω λοιπόν την άποψη πως η επίδικη πώληση από τον αιτητή 3.000.000 μετοχών της εν λόγω εταιρείας, κατά παράβαση του τεθέντος όρου, ισοδυναμεί με παράβαση του εν λόγω Κανονισμού 13(1). Τούτο γιατί η παράβαση του τεθέντος όρου καθιστά ανενεργό την δοθείσα έγκριση με συνέπεια ο αιτητής να είναι μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της εν λόγω εταιρείας χωρίς την έγκριση του Χ.Α.Κ. και κατά συνέπεια κατά παράβαση του Κανονισμό. 13(1). Επομένως με βάση το λεκτικό της προσβαλλόμενης απόφασης θεωρώ ότι το επίδικο πρόστιμο έχει επιβληθεί για παράβαση του Κανονισμό. 13(1) και όχι για παράβαση της απόφασης ημερ. 4.5.99. Εξουσία για επιβολή προστίμου για παράλειψη συμμόρφωσης προς τους Κανονισμούς παρέχεται από το πιο πάνω άρθρο 10(3) του Νόμου. Έπεται πως ο σχετικός λόγος ακύρωσης δεν μπορεί να πετύχει και απορρίπτεται.

Τέλος θα πρέπει να λεχθεί ότι σύμφωνα με την ορθή ερμηνεία του ο όρος «απόφαση» στο άρθρο 10(3) του Νόμου περιλαμβάνει αποφάσεις που λαμβάνονται από το Συμβούλιο του Χ.Α.Κ. στα πλαίσια καθορισμού πολιτικής η οποία έχει καθολική εφαρμογή. Δεν μπορεί να περιλαμβάνει αποφάσεις επί θεμάτων τρεχούσης φύσεως οι οποίες αφορούν ένα συγκεκριμένο άτομο ή οργανισμό. Υιοθέτηση της ερμηνείας που εισηγείται ο ευπαίδευτος συνήγορος θα είχε σαν συνέπεια την υποχρέωση δημοσίευσης μεγάλου αριθμού αποφάσεων που αφορούν πλείστα όσα θέματα και άτομα με τα οποία συνεργάζεται το Χ.Α.Κ.. Αυτό θα οδηγούσε σε παράλογα και άτοπα αποτελέσματα κατά παράβαση του κανόνα που υπαγορεύει την αποφυγή ερμηνείας που οδηγεί σε παράνομα και άτοπα αποτελέσματα (βλ. Kyriakides v. Republic (1979) 3 C.L.R. 86).»

Κατά συνέπεια ο λόγος ακύρωσης που προβάλλει η αιτήτρια εταιρεία δεν ευσταθεί.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

&# 9;(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.

 

 

 

/ΕΠσ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο