ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 608/2002, 786/2002)
14 Μαΐου, 2004
[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
(Υπόθεση αρ. 608/2002)
ΞΕΝΙΑ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ'ων η αίτηση.
(Υπόθεση αρ.786/2002)
ΝΙΚΟΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ'ων η αίτηση.
Γ. Καραπατάκης, για την Αιτήτρια στην Υπόθεση αρ. 608/2002.
Μ. Κωνσταντίνου, για τον Αιτητή στην Υπόθεση αρ. 786/2002.
Τζ. Καρακάννα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού
Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με τις παρούσες δύο προσφυγές που έχουν συνενωθεί, η Ξένια Χαραλάμπους (αιτήτρια στην προσφυγή 608/2002) και ο Νίκος Ιωαννίδης (αιτητής στην προσφυγή 786/2002) προσβάλλουν τη νομιμότητα της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (η ΕΔΥ), με την οποία πληρώθηκαν 72 κενές θέσεις Νοσηλευτικού Λειτουργού, Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας. Η προσφυγή 608/2002 στρέφεται εναντίον και των 72 ενδιαφερόμενων μερών, ενώ η προσφυγή 786/2002 στρέφεται εναντίον 3 από τα πιο πάνω 72 ενδιαφερόμενα μέρη.
(Α) ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ.
Στις 13/10/2000 δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ότι γίνονταν δεκτές αιτήσεις για 40 μόνιμες θέσεις Νοσηλευτικού Λειτουργού, Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας, με τελευταία ημέρα υποβολής αιτήσεων την 6/11/2000. Υποβλήθηκαν 297 αιτήσεις που μεταβιβάστηκαν στη Συμβουλευτική Επιτροπή. Κατά τη χρονική περίοδο 20/10/2000-28/2/2001 ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Παιδείας ζήτησε την πλήρωση άλλων 32 θέσεων Νοσηλευτικών Λειτουργών και η ΕΔΥ, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 34(14) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου (αρ. 1/90), αποφάσισε να εντάξει τις νέες 32 θέσεις μέσα στα πλαίσια της διαδικασίας πλήρωσης των αρχικών 40 θέσεων, χωρίς νέα δημοσίευση, αφού ειδοποίησε προς τούτο σχετικά τη Συμβουλευτική Επιτροπή. Η τελευταία συμμορφώθηκε με την πιο πάνω ειδοποίηση και μετά τη σχετική αξιολόγηση, σύστησε για επιλογή 280 υποψηφίους. Με βάση αυτή την αξιολόγηση η αιτήτρια στην προσφυγή 608/2002 Ξένια Χαραλάμπους χαρακτηρίσθηκε ως "Πολύ Καλή", ο δε αιτητής στην προσφυγή 786/2002 Νίκος Ιωαννίδης ως "Σχεδόν Πολύ Καλός". Ακολούθως η ΕΔΥ, η οποία αφού έλεγξε την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και υιοθέτησε τα πορίσματά της σ' ότι αφορούσε τους μη προσοντούχους υποψηφίους και την εκ μέρους των υπολοίπων κατοχή των απαιτούμενων από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντων και του πλεονεκτήματος της σχετικής πείρας, αποφάσισε να καλέσει σε ατομικές προφορικές εξετάσεις τους υποψηφίους που είχαν συστηθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή. Κατά τη διεξαγωγή τους παρευρισκόταν και ο Διευθυντής των Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας, συνοδευόμενος από την Προϊσταμένη Διευθύνσεως και Αναπτύξεως Νοσηλευτικού Προσωπικού του Υπουργείου Υγείας. Μετά την ολοκλήρωση των προφορικών εξετάσεων ο Διευθυντής, αφού αξιολόγησε την απόδοση όλων των υποψηφίων χαρακτηρίζοντας τον Ιωαννίδη ως "Πολύ Καλό" και την Χαραλάμπους ως "Σχεδόν Πάρα Πολύ Καλή", σύστησε για διορισμό 72 άτομα, στα οποία δεν περιλαμβάνονταν οι αιτητές. Μετά την αποχώρηση του Διευθυντή η ΕΔΥ προέβηκε στη δική της αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων στην προφορική εξέταση αιτιολογώντας τη σχετική κρίση της ως ακολούθως:
"ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ Νίκος Θεοδώρου: Πολύ καλός. Διαθέτει πάρα πολύ καλή ακαδημαϊκή κατάρτιση. Διατυπώνει τις θέσεις του με σταθερότητα, χρειάζεται, όμως, παρότρυνση για να ολοκληρώσει τις σκέψεις του. Μερικές απαντήσεις του, επίσης, δεν εστιάζονταν στην ουσία των θεμάτων.
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ Ξένια Ανδρέα: Πολύ καλή. Έχει αρκετά καλή γνώση του αντικειμένου. Παρουσιάζει, όμως, αδυναμίες στην ολοκλήρωση των απαντήσεών της."
Η διαδικασία ολοκληρώθηκε με γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων η οποία απέληξε στην επίδικη απόφαση του διορισμού των 72 ενδιαφερόμενων μερών.
(Β) Η ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΞΕΝΙΑΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ (608/2002)
(Ενδιαφερόμενα Μέρη: 72 διορισθέντες)
Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας ισχυρίσθηκε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι άκυρη γιατί:
(i) και (ii) Το άρθρο 34(14) του Ν. 1/90 και η διακριτική ευχέρεια της ΕΔΥ
Οι δύο πρώτοι λόγοι που προβάλλονται από το δικηγόρο της αιτήτριας στην προσφυγή 608/2002 συμπλέκονται και ως εκ τούτου κρίνεται σκόπιμη η από κοινού εξέτασή τους.
Η υποχρέωση δημοσίευσης κενών θέσεων στη δημόσια υπηρεσία καθορίζεται με το άρθρο 34(1) του Ν. 1/90 σύμφωνα με το οποίο:
"34.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 29 και χωρίς επηρεασμό των διατάξεων των εδαφίων (11), (12) και (14) του άρθρου αυτού, κάθε θέση Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής που είναι κενή δημοσιεύεται στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας."
Με την παράγραφο (14) της ίδιας νομοθετικής διάταξης εισάγεται η πιο κάτω εξαίρεση:
"(14) Θέση Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής μπορεί να πληρωθεί από την Επιτροπή χωρίς να δημοσιευτεί, όταν αυτή κενούται ή δημιουργείται κατά τη χρονική περίοδο κατά την οποία βρίσκεται σε εξέλιξη διαδικασία για την πλήρωση άλλης θέσης με τον ίδιο τίτλο. Σε τέτοια περίπτωση η θέση θεωρείται ότι δημοσιεύτηκε την ημέρα κατά την οποία δημοσιεύτηκε η άλλη θέση."
Η αιτήτρια αμφισβητεί τη συνταγματικότητα της πιο πάνω διακριτικής εξουσίας της ΕΔΥ, σύμφωνα με την οποία είχε αποφασιστεί η πλήρωση 32 πρόσθετων θέσεων Νοσηλευτικών Λειτουργών μέσα στα πλαίσια της ίδιας διαδικασίας πλήρωσης 40 άλλων ίδιων θέσεων, χωρίς νέα δημοσίευση, ισχυριζόμενη ότι η πρόνοια του άρθρου 34(14) είναι αντισυνταγματική αφού προσκρούει στις κατοχυρωμένες αρχές της ισότητας και ίσης μεταχείρισης των πολιτών από τη διοίκηση
. Προς ενίσχυση της θέσης αυτής επικαλέσθηκε αριθμό αποφάσεων (Μενελάου κ.ά. ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1996) 3 ΑΑΔ 370, Αρχή Λιμένων Κύπρου ν. Βασιλείου κ.ά. (1996) 3 ΑΑΔ 54 και Ανδρέα Κοφτερού κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2553 της 1/3/2001) στις οποίες τονίστηκε ότι η δημοσίευση κενών θέσεων πρώτου διορισμού στο δημόσιο τομέα αποτελεί συνταγματική επιταγή η οποία επιβάλλεται από την αρχή της ίσης μεταχείρισης των πολιτών από τη Διοίκηση, όπως αυτή κατοχυρώνεται με το άρθρο 28.1 του Συντάγματος. Επιπρόσθετα υποβλήθηκε ότι η ΕΔΥ κατά την άσκηση της σχετικής διακριτικής ευχέρειάς της δυνάμει του άρθρου 34(14) του Ν. 1/90, ενήργησε κατά τρόπο αντίθετο προς τις αρχές της χρηστής διοίκησης και του διοικητικού δικαίου, αφού η παρέλευση 5 μηνών από τη δημοσίευση των 40 κενών θέσεων, από τις 13/10/2000, μέχρι τη συνεδρία της ΕΔΥ στις 13/3/2001 όταν λήφθηκε απόφαση για πλήρωση 22 πρόσθετων θέσεων μέσα στα πλαίσια της υπό εξέλιξη διαδικασίας, χωρίς νέα δημοσίευση, συνιστά πλημμελή άσκηση διακριτικής ευχέρειας που πλήττει το δημόσιο συμφέρον αξιοκρατικής στελέχωσης της δημόσιας υπηρεσίας. Και τούτο γιατί με τον τρόπο αυτό στερήθηκαν της ευκαιρίας να διαγωνισθούν διεκδικώντας τις θέσεις, πιθανοί προσοντούχοι υποψήφιοι, εκτός από αυτούς που είχαν ανταποκριθεί στην αρχική δημοσίευση των 40 θέσεων.Η ευπαίδευτη συνήγορος της ΕΔΥ υποστήριξε ότι το άρθρο 34(14) του Νόμου 1/90 δεν είναι αντισυνταγματικό και ότι η σχετική νομολογία δεν αποκλείει την υιοθέτηση της εξαίρεσης της δημοσίευσης. Και τούτο γιατί εξυπηρετείται το δημόσιο συμφέρο με την αποφυγή χρονοβόρων διαδικασιών και την εξοικονόμηση πόρων του δημοσίου, ενώ ταυτόχρονα στελεχώνονται θέσεις που είναι αναγκαίες για τη λειτουργία βασικών τομέων της κρατικής μηχανής. Αναφορικά με την εισήγηση ότι υπήρξε παραβίαση της αρχής της ισότητας υποστήριξε ότι η αρχή δεν αποκλείει λογικές διακρίσεις.
Οι ισχυρισμοί της αιτήτριας δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί. Η επιχειρηματολογία που προβλήθηκε δεν είναι ικανή για να ανατρέψει το τεκμήριο της συνταγματικότητας του επίδικου άρθρου. Από τα στοιχεία που έχουν παρουσιασθεί φαίνεται ότι ο σκοπός της πρόνοιας του άρθρου 34(14) είναι η διευκόλυνση του έργου της ΕΔΥ με τη δυνατότητα πλήρωσης θέσεων Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής οι οποίες κενούνται ή δημιουργούνται κατά τη χρονική περίοδο κατά την οποία βρίσκεται σε εξέλιξη διαδικασία για την πλήρωση άλλης θέσης με τον ίδιο τίτλο. Απαραίτητη προϋπόθεση εφαρμογής του άρθρου 34(14) είναι οι μη δημοσιευθείσες θέσεις να έχουν ήδη κενωθεί κατά τη διάρκεια της διαδικασίας που βρίσκεται σε εξέλιξη και όχι πάνω στη βάση προσδοκίας κένωσής τους στο μέλλον. Εδώ ακριβώς έγκειται η διαφοροποίηση της παρούσας από το σκεπτικό της απόφασης της Ολομέλειας στην υπόθεση Κοφτερού κ.ά. ν. Δημοκρατίας (πιο πάνω) που έχει επικαλεσθεί η αιτήτρια. Στην υπόθεση Κοφτερού η μη δημοσιευθείσα θέση πληρώθηκε προτού κενωθεί, γεγονός που συνιστούσε παρανομία και καθιστούσε τρωτή την απόφαση. Αντίθετα, στην προκείμενη περίπτωση, οι προτάσεις του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Υγείας που τέθηκαν ενώπιον της ΕΔΥ μετά την τροχιοδρόμηση της διαδικασίας για την πλήρωση των 40 θέσεων που δημοσιεύτηκαν, αφορούσαν 32 πρόσθετες θέσεις οι οποίες είχαν για διάφορους λόγους κενωθεί. Ως εκ τούτου και λόγω της ύπαρξης πολύ μεγάλου αριθμού διεκδικητών των ήδη δημοσιευθεισών θέσεων, η ΕΔΥ αποφάσισε σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 34(14), να προωθήσει τη διαδικασία πλήρωσης των 32 κενωθεισών πρόσθετων θέσεων στα πλαίσια της εν εξελίξει διαδικασίας, η οποία ήταν σχετικά πρόσφατη, αφού η δημοσίευση έγινε στις 13/10/2000 και η τελευταία απόφαση της ΕΔΥ σε σχέση με αυτό το ζήτημα λήφθηκε στις 13/3/2001. Έπεται ότι δεν μπορεί να υποστηριχθεί επιτυχώς ότι η επίδικη ρύθμιση, υπό τις συνθήκες που έλαβε χώρα, έπληξε το δικαίωμα που κατοχυρώνει το άρθρο 28 του Συντάγματος.
Ο όρος "ίσοι ενώπιον του Νόμου" στο άρθρο 28.1 του Συντάγματος δεν μεταδίδει την έννοια της ακριβούς αριθμητικής ισότητας, αλλά διασφαλίζει μόνο εναντίον αυθαίρετων διακρίσεων και δεν αποκλείει εύλογες διακρίσεις, οι οποίες δικαιολογούνται λόγω της ιδιάζουσας φύσης των πραγμάτων (
Mikrommatis v. Republic, 2 R.S.C.C. 125). Στην παρούσα περίπτωση, όπως εξηγήθηκε, η διάταξη του άρθρου 34(14) στοχεύει απλά στη διευκόλυνση της διαδικασίας πλήρωσης θέσεων που προκύπτουν κατά τη χρονική περίοδο όπου βρίσκεται σε εξέλιξη ο μηχανισμός πλήρωσης άλλων ίδιων θέσεων. Το τεκμήριο συνταγματικότητάς της σε σχέση με το άρθρο 28 του Συντάγματος δεν έχει καμφθεί.
(iii) Η σύσταση του Διευθυντή.
Κατά την εξέλιξη της διαδικασίας πλήρωσης των 72 επίδικων θέσεων, κλήθηκε και παρευρέθηκε στη συνεδρία της ΕΔΥ ο Διευθυντής των Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας, ο οποίος αφού αξιολόγησε την απόδοση των 266 υποψηφίων στην ενώπιον της ΕΔΥ προφορική εξέταση, σύστησε 72 από αυτούς για διορισμό και αποχώρησε. Η αιτήτρια (Ξένια Χαραλάμπους), που δεν συμπεριλήφθηκε στους συστηθέντες, χαρακτηρίζει τη σύσταση πλήρως αναιτιολόγητη και αόριστη, εισηγείται πως ο Διευθυντής όφειλε να προβεί σε συγκριτική αναφορά ενός εκάστου των υποψηφίων, παραπονείται πως δεν έγινε οποιαδήποτε μνεία για την ίδια και υποβάλλει ότι η σύσταση συγκρούεται με τις αρχές που σκιαγραφήθηκαν στη σχετικά πρόσφατη απόφαση της πλειοψηφίας της Ολομέλειας στην υπόθεση Μοδίτης ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2852 της 25/10/2002.
Οι ισχυρισμοί της αιτήτριας είναι αβάσιμοι. Οι θέσεις ήταν Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής και η διαδικασία πλήρωσής τους καθοριζόταν με πρόνοιες του άρθρου 34 του Ν. 1/90 με βάση το οποίο, (34(9)), δεν απαιτείται αιτιολογημένη σύσταση. Ούτε θα ήταν λογικό να αναμένεται συγκριτική αναφορά σε όλους τους υποψηφίους με δεδομένο τον πολύ μεγάλο αριθμό τους και το γεγονός ότι πολλοί από αυτούς ήταν εξωτερικοί υποψήφιοι.
Η σχετική εισήγηση απορρίπτεται.
(iv) Έλλειψη δέουσας έρευνας και υπέρμετρη βαρύτητα στις προφορικές εξετάσεις.
Έχει υποβληθεί εκ μέρους της αιτήτριας ότι δόθηκε υπέρμετρη βαρύτητα στην απόδοση των υποψηφίων στις προφορικές συνεντεύξεις και ότι η ΕΔΥ παραγνώρισε την εκ μέρους της αιτήτριας κατοχή του πλεονεκτήματος της σχετικής πείρας, επιλέγοντας αντί αυτής αναιτιολόγητα 12 ενδιαφερόμενα μέρη που δεν είχαν το πλεονέκτημα. Απαντώντας στο σχετικό επιχείρημα η δικηγόρος των καθ'ων η αίτηση παραπέμπει στο πρακτικό της ΕΔΥ ημερομηνίας 7/3/2002. Τα παράπονα της αιτήτριας κρίνονται αβάσιμα. Ο διοικητικός φάκελος αποκαλύπτει ότι της είχε πιστωθεί το πλεονέκτημα της σχετικής πείρας. Η απόδοση της στη γραπτή εξέταση ήταν μέτρια, αφού είχε βαθμολογηθεί με 65/100, βαθμός που την κατέτασσε μεταξύ των θέσεων 206 και 235 του σχετικού πίνακα. Η κατοχή του πλεονεκτήματος φαίνεται ότι αντιστάθμισε κατά ένα μέρος το γεγονός αυτό, αφού αξιολογήθηκε με βάση το συσχετισμό των δύο πιο πάνω στοιχείων κρίσης, ως "Πολύ Καλή". Με βάση την απόδοσή της ενώπιον της ΕΔΥ ο Διευθυντής την χαρακτήρισε ως "Σχεδόν Πάρα Πολύ Καλή", αλλά δεν την σύστησε. Η ΕΔΥ με τη σειρά της αξιολογώντας την απόδοσή της στην προφορική εξέταση την αξιολόγησε ως "Πολύ Καλή" αιτιολογώντας την κρίση της. Καταλήγοντας δε στην επιλογή των 72 ενδιαφερόμενων μερών η ΕΔΥ σημείωσε στο πρακτικό της τα εξής:
"Η Επιτροπή έλαβε δεόντως υπόψη τα αποτελέσματα της γραπτής εξέτασης των υποψηφίων που διεξήχθη από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, τα προσόντα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, όπως επίσης και τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων, το πλεονέκτημα που προβλέπεται στο Σχέδιο Υπηρεσίας, τις συστάσεις του Διευθυντή, καθώς και την απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας.
Η Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, έκρινε ότι οι παρακάτω υπερέχουν γενικά των άλλων υποψηφίων και τους επέλεξε ως τους πιο κατάλληλους για διορισμό στη μόνιμη θέση Νοσηλευτικού Λειτουργού, Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας:
.................................. .................................................. ..........
Η Επιτροπή δεν παρέλειψε επίσης να λάβει υπόψη ότι αρκετοί υποψήφιοι που κατέχουν το πλεονέκτημα που προβλέπεται στο Σχέδιο Υπηρεσίας δεν κατέστη δυνατό να επιλεγούν, γιατί αυτοί, στη συνεκτίμηση της απόδοσής τους στην προφορική εξέταση και της βαθμολογίας τους στη γραπτή εξέταση, ακόμα και σε συνδυασμό με το πλεονέκτημα, κρίθηκαν ότι υστερούν έναντι των επιλεγέντων."
Από τα πιο πάνω φαίνεται ότι η ΕΔΥ συνεκτίμησε όχι μόνο την προφορική εξέταση αλλά και όλους τους σχετικούς παράγοντες. Τα 12 ενδιαφερόμενα μέρη, η επιλογή των οποίων κατ' ισχυρισμό είναι αναιτιολόγητη, δεν κατείχαν μεν το πλεονέκτημα αλλά υπερείχαν στα υπόλοιπα κριτήρια έναντι της αιτήτριας. Είχαν συγκεντρώσει πολύ ψηλότερη βαθμολογία στη γραπτή εξέταση (μεταξύ 75.00 - 87.50 έναντι των 65.00 που έλαβε η αιτήτρια) και αξιολογήθηκαν σε ανώτερο επίπεδο τόσο στη γενική αξιολόγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής όσο και της ΕΔΥ με βάση την απόδοσή τους στη συνέντευξη, επιπρόσθετα δε διέθεταν την υπέρ τους σύσταση του Διευθυντή. Συνεπώς, η κατοχή του πλεονεκτήματος δεν ήταν δυνατό να κλίνει την πλάστιγγα υπέρ της αιτήτριας σε αυτή την περίπτωση. Η απόφαση της ΕΔΥ ήταν εύλογη και επαρκώς αιτιολογημένη.
Η προσφυγή 608/2002 απορρίπτεται, με έξοδα σε βάρος της αιτήτριας.
(Γ) Η ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΝΙΚΟΥ ΙΩΑΝΝΙΔΗ (786/2002)
(Ενδιαφερόμενα Μέρη: Κορίνα-Κυριακή Γεωργίτση, Γιαννάκης Παπαγεωργίου και Παρασκευή Χαρίτου)
Έχει υποβληθεί από τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή ότι η επίδικη απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί αφού είναι αναιτιολόγητη και είναι το αποτέλεσμα ανεπαρκούς έρευνας αναφορικά με τα προσόντα του αιτητή και των τριών ενδιαφερόμενων μερών. Κανένας από τους πιο πάνω δεν διέθετε το πλεονέκτημα και είναι η θέση του αιτητή ότι η ΕΔΥ παρέλειψε να διενεργήσει τη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα με βάση την οποία θα προέκυπτε υπεροχή του σε προσόντα, αφού εκτός από το Δίπλωμα Γενικής Νοσηλευτικής, Νοσηλευτικής Σχολής Κύπρου, το οποίο κατείχαν και τα τρία ενδιαφερόμενα μέρη, ο αιτητής διέθετε και ένα πρόσθετο προσόν το οποίο άνκαι δεν ήταν προβλεπόμενο στο σχέδιο υπηρεσίας, ήταν απολύτως σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης. Πρόκειται για πτυχίο Νοσηλευτικής Αγγλικού Πανεπιστημίου, του "Anglia Polytechnic University", Bachelor of Science, Nursing Studies, που απονεμήθηκε στον αιτητή τον Ιούλιο του 2000. Το προσόν αυτό αναφέρεται στο μέρος των "προσόντων/σπουδών" του σχετικού καταλόγου της Συμβουλευτικής Επιτροπής και συνεπώς συνάγεται ότι βρισκόταν ενώπιον της ΕΔΥ κατά τη διαδικασία επιλογής που ακολούθησε. Παρά το γεγονός αυτό, δεν φαίνεται να λήφθηκε ουσιωδώς υπόψη, αφού δεν υπάρχει στο πρακτικό της επίδικης απόφασης η παραμικρή αναφορά. Η ΕΔΥ μάλιστα αξιολογώντας τον αιτητή με βάση την απόδοσή του στην προφορική εξέταση, σημείωσε πως "διαθέτει πάρα πολύ καλή ακαδημαϊκή κατάρτιση". Το ίδιο σχόλιο έγινε και στην περίπτωση της ενδιαφερόμενης Παρασκευής Χαρίτου, ενώ για την ενδιαφερόμενη Κορίνα-Κυριακή Γεωργίτση η ΕΔΥ σημείωσε πως "διακρίνεται για την άρτια επαγγελματική κατάρτιση της". Οι πιο πάνω χαρακτηρισμοί εγείρουν ερωτηματικά με δεδομένη την υπεροχή του αιτητή σε προσόντα, αφού φαίνεται ότι έχει τεθεί στην ίδια ή και υποδεέστερη μοίρα σε σχέση με συνυποψηφίους του που δεν διέθεταν το πρόσθετο ακαδημαϊκό προσόν που επισημάνθηκε. Στο πρακτικό της ΕΔΥ αναφέρεται βέβαια, γενικά, πως οι επίδικες επιλογές ήταν το αποτέλεσμα της συνεκτίμησης διαφόρων παραγόντων συμπεριλαμβανομένων "των πανεπιστημιακών ή άλλων προσόντων των υποψηφίων που είναι σχετικά με την ενάσκηση του ρόλου της θέσης" αλλά είναι προφανές πως τόσο ο Διευθυντής όσο και η ΕΔΥ απέτυχαν να αξιολογήσουν το πρόσθετο προσόν του αιτητή. Η νομολογία οριοθέτησε το πλαίσιο αντιμετώπισης πρόσθετων, μη προβλεπόμενων στο σχέδιο υπηρεσίας, προσόντων στην υπόθεση Πούρος ν. Χ" Στεφάνου κ.ά., Α.Ε. 2847, 2857, της 30/4/2001, ως εξής:
"Καταλήγουμε ότι τα πρόσθετα, μη προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα, λαμβάνονται υπόψη εφόσον είναι συναφή προς τα καθήκοντα της θέσης. Απόκειται πια στην αρμόδια αρχή να τα αξιολογήσει και να σταθμίσει την κατά περίπτωση σημασία τους, αποφεύγοντας δύο άκρα: αφενός να μην είναι η βαρύτητα υπερβολική ώστε να φτάνει στο σημείο απόδοσης έκδηλης υπεροχής· και, αφετέρου, να μην είναι εντελώς οριακή, όπως θα ήταν, αν τα πρόσθετα προσόντα δεν είχαν σχέση με τα καθήκοντα της θέσης. Μέσα σε αυτά τα όρια, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση και στάθμιση στοιχείων και παραγόντων."
Η παράλειψη της ΕΔΥ να αξιολογήσει το πρόσθετο προσόν με τη δέουσα αιτιολόγηση εφόσον ήταν απολύτως σχετικό, δεν θεραπεύεται με απλή αναφορά στην κοινοτυπία της "συνεκτίμησης όλων των πανεπιστημιακών ή άλλων προσόντων των υποψηφίων" (βλ. σχετικά Γιαγκουλλής ν. Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 481). Η πιο πάνω παράλειψη οδηγεί την προσφυγή του σε επιτυχία.
Η προσφυγή επιτυγχάνει σε σχέση με τα τρία ενδιαφερόμενα μέρη, με έξοδα σε βάρος της Δημοκρατίας.
Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,
Δ.