ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Δεν έχει εντοπιστεί νομοθεσία ή απόφαση ή δικονομικός θεσμός στον οποίο να κάνει αναφορά η απόφαση αυτή

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση αρ. 504/02

 

28 Απριλίου, 2004

[ΑΡΕΣΤΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΑΝΔΡΕΑΣ Π. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ

Αιτητής,

- ν. -

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

Καθής η αίτηση

------------------------------

< /DIR>

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον αιτητή

Ρ. Παπαέτη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την καθής η αίτηση

--------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΑΡΕΣΤΗΣ, Δ: Η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (η Επιτροπή) κατόπιν έγκρισης της Αρμόδιας Αρχής για πλήρωση μιας θέσης Πρώτου Λειτουργού Παιδαγωγικού Ινστιτούτου προκήρυξε τη θέση στις 29/10/01 που είναι θέση προαγωγής με δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας. Υποβλήθηκαν επτά αιτήσεις οι οποίες από την Επιτροπή διαβιβάσθηκαν μαζί με τους φακέλους των υπηρεσιακών εκθέσεων στο Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, που είναι ο πρόεδρος της οικείας Συμβουλευτικής Επιτροπής. Η τελευταία στις 10/1/02 διαβίβασε στην Επιτροπή την έκθεση της με τα ονόματα των τριών υποψηφίων τους οποίους συστήνει. Μεταξύ αυτών ήταν ο αιτητής και το ε.μ. Για τον κατάλογο υποβλήθηκε μια ένσταση από τον αιτητή. Η Επιτροπή εξέτασε τη νομιμότητα του καταλόγου και βρήκε ότι όλοι οι υποψήφιοι ικανοποιούσαν τις πρόνοιες του σχεδίου υπηρεσίας και κατάρτισε με βάση το εδάφιο 8 του άρθρ. 35Β των περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων 1969 έως 2001 τον τελικό κατάλογο των υποψηφίων και τους κάλεσε σε προσωπική συνέντευξη στις 28/1/02 καθορίζοντας τα κριτήρια για την αξιολόγηση της απόδοσης τους στη συνέντευξη. Μετά τις συνεντεύξεις που έγιναν στις 28/1/02 η Επιτροπή προήγαγε το ε.μ. στην επίδικη θέση από 1/2/02.

Είναι αυτή η απόφαση που προσβάλλεται από τον αιτητή με την παρούσα προσφυγή.

Προβάλλει ούτε λίγο ούτε πολύ 27 λόγους για τους οποίους η απόφαση θα πρέπει ν' ακυρωθεί. Τρεις από αυτούς τους λόγους αναφέρονται στο στοιχείο της βαθμολογίας, και θίγονται τρεις διαφορετικές πτυχές του θέματος. Πρώτον ότι δεν έγινε σύγκριση της βαθμολογίας του αιτητή με αυτή του ε.μ. Δεύτερο ότι δεν λήφθηκε υπόψη η βαθμολογία των υποψηφίων για ολόκληρη την περίοδο αξιολόγησης και να σχολιασθεί αυτή του ε.μ. όπως έπρεπε. Τρίτον απέτυχε η Επιτροπή να κάμει χρήση της βαθμολογίας ως του βασικού δείκτη καθορισμού της αξίας. Θα εξετασθούν τα πιο πάνω από κοινού. Στην απόφαση της η Επιτροπή σχολιάζει ως εξής το ζήτημα της βαθμολογίας:

«Από τη μελέτη των υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων προκύπτει ότι και οι τρεις υποψήφιοι μπορούν να χαρακτηριστούν εξαίρετοι με βάση τις τελευταίες δυο βαθμολογίες και την ισχύουσα κλίμακα αξιολόγησης. Με βάση προηγούμενη απόφαση της Επιτροπής (βλ. παράγραφο 5 στο πρακτικό 7/2002 ημερ. 22.1.2002), η βαθμολογία του έτους 1998 για τον υποψήφιο Α. Παπανδρέου δεν θα ληφθεί υπόψη. Αυτό σημαίνει ότι οι τρεις υποψήφιοι έχουν ακριβώς τις ίδιες τελευταίες τρεις βαθμολογίες τους, που είναι 8Ε. Στο σύνολο των βαθμολογιών υπάρχει μικρή υπεροχή του Α. Παρασκευόπουλου, αφού είναι ο μόνος υποψήφιος που έχει όλες τις βαθμολογίες του 8Ε.»

Να σημειωθεί ότι η βαθμολογία των τριών υποψηφίων για τα πέντε τελευταία χρόνια που φαίνεται ότι η Επιτροπή είχε υπόψη διαμορφώθηκε ως ακολούθως εφόσον είχε αποφασίσει να μη λάβει υπόψη τη βαθμολογία του αιτητή για το 1998.

«Ηλιόπουλος Πασχάλης

1996: 6(Ε), 2 (Π.Ι.)

1997: 7(Ε), 1 (Π.Ι.)

1998: 8(Ε)

1999: 8(Ε)

2000: 8(Ε)

Παπανδρέου Ανδρέας

1997: 8(Ε)

1998: 7(Ε), 1(Π.Ι.)

1999: 8(Ε)

2000: 8(Ε)

Παρασκευόπουλος Ανδρέας

1996: 8(Ε)

1997: 8(Ε)

1998: 8(Ε)

1999: 8(Ε)

2000: 8(Ε)

Ο κ. Αγγελίδης ισχυρίζεται ότι με βάση τα πιο πάνω η Επιτροπή ενήργησε κάτω από πλάνη όταν κατέτασσε τον αιτητή στην ίδια μοίρα με το ε.μ. όσον αφορά τη βαθμολογία. Φαίνεται ότι ο συνήγορος του αιτητή έχει δίκαιο επ' αυτού του θέματος. Ενώ η Επιτροπή αρχικά συγκρίνει τις βαθμολογίες των τριών υποψηφίων και βρίσκει ότι για τα 3 τελευταία χρόνια βρίσκονται και οι τρεις στην ίδια μοίρα ήτοι και οι τρεις βαθμολογούνται σε όλα με 8Ε όταν στη συνέχεια συγκρίνει τη βαθμολογία των υποψηφίων για το σύνολο της περιόδου κάμνει το σχόλιο, και εδώ είναι το σφάλμα, ότι μόνον ο Παρασκευόπουλος Ανδρέας έχει όλες τις βαθμολογίες του 8Ε και τον θεωρεί ότι έχει μικρή υπεροχή έναντι των άλλων. Εν πρώτοις θα έπρεπε να είχε κάμει το ίδιο σχόλιο και υπέρ του αιτητή διότι και αυτός για όλες τις βαθμολογίες της περιόδου αυτής έχει μόνον 8Ε. Θα ήταν επομένως δικαιότερη η κρίση ότι τόσον ο αιτητής όσο και ο Παρασκευόπουλος έχουν «μικρή υπεροχή» έναντι του ε.μ. Είναι επίσης ορθό ότι η Επιτροπή παρέλειψε να κάμει ειδικά σύγκριση του αιτητή με το ε.μ. και να επισημάνει ότι για το σύνολο της περιόδου των πέντε ετών το ε.μ. δεν είχε για όλα τα έτη 8Ε αλλά για ένα έτος η βαθμολογία του ήταν κατώτερη αυτής του αιτητή. Είναι επομένως σαφές ότι η Επιτροπή ενήργησε κάτω από την πεπλανημένη αντίληψη ότι η αξία του αιτητή και του ε.μ. με βάση τη βαθμολογία τους ήταν ίση ενώ στην πραγματικότητα ο αιτητής υπερείχε έστω και αν η υπεροχή αυτή, όπως την χαρακτήρισε η Επιτροπή σε σχέση με τον Παρασκευόπουλο, ήταν μικρή. Από την άλλη όμως όχι μόνο σαν θέμα σύγκρισης αλλά σαν θέμα γενικής εικόνας για τον κάθε υποψήφιο χωριστά η Επιτροπή παράλειψε να σημειώσει ότι το ε.μ. για τα 5 έτη που λάμβανε υπόψη δεν είχε βαθμολογία με 8Ε αλλά ότι βαθμολογήθηκε για δύο χρόνια με κατώτερη βαθμολογία.

Στηριγμένη σ' αυτή την πεπλανημένη αντίληψη της ισοβαθμίας των μερών με βάση τις υπηρεσιακές εκθέσεις ήταν μοιραίο ότι η Επιτροπή θα διέπραττε και άλλα λάθη κατά την περαιτέρω αξιολόγηση των δύο υποψηφίων. Όταν στη συνέχεια η Επιτροπή αποφασίζει για το κριτήριο της αξίας αναφέρει ότι αφού μελέτησε τις υπηρεσιακές εκθέσεις των υποψηφίων και έλαβε υπόψη και την απόδοση τους στη συνέντευξη αποφάσισε ότι το ε.μ. υπερέχει των άλλων. Είναι λογικό ότι η κρίση της αυτή βασίστηκε στην προηγούμενη λανθασμένη διαπίστωση της ότι ο αιτητής και το ε.μ. ήταν ίσης αξίας από άποψης βαθμολογίας πράγμα που της επέτρεπε να αντικρύσει με διαφορετικό τρόπο την υπεροχή του ε.μ. κατά την προσωπική συνέντευξη και να του δίδει προβάδισμα έναντι του αιτητή. Αυτή ήταν και η θέση της συνηγόρου της Επιτροπής η οποία στην αγόρευση της ενώπιον του δικαστηρίου είπε ότι με δεδομένο ότι ο αιτητής και το ε.μ. ισοβαθμούν, το ε.μ. υπερέχει σε αξία αφού αξιολογήθηκε καλύτερα κατά την προφορική συνέντευξη. Εδώ όμως ακριβώς βρίσκεται το λάθος. Ότι οι δύο δεν παρουσίαζαν την ίδια εικόνα με βάση τις υπηρεσιακές εκθέσεις.

Βρίσκω εν κατακλείδι ότι η Επιτροπή λανθασμένα αξιολόγησε τη βαθμολογία των υποψηφίων και λανθασμένα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι στο σύνολο της βαθμολογίας τους για τα πέντε τελευταία χρόνια αυτοί παρουσίαζαν την ίδια εικόνα και ισοβαθμούσαν. Υπήρχε από αυτής της άποψης υπεροχή του αιτητή την οποία η Επιτροπή αγνόησε. Η Επιτροπή απέτυχε ν' αξιολογήσει ορθά ένα από τα θεσμοθετημένα κριτήρια, αυτό της αξίας και επομένως η απόφαση της πάσχει και θα πρέπει ν' ακυρωθεί.

Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται. Η καθής η αίτηση να πληρώσει τα έξοδα, τα οποία θα υπολογίσει ο Πρωτοκολλητής.

 

 

&# 9;Γ. Αρέστης, Δ.

 

/ΚΑΣ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο