ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2004) 4 ΑΑΔ 269
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1185/2002)
22 Απριλίου, 2004
[ΚΑΛΛΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤA ΑΡΘΡA 28 KAI 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΠΑΝΤΕΛΗ,
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ,
Καθ' ων η αίτηση.
____________________
Χρ. Γεωργιάδης,
για τον Αιτητή.Στ. Θεοδούλου, για τους Καθ' ων η αίτηση.
____________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΑΛΛΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά την πιο κάτω θεραπεία:
«Δήλωση του Δικαστηρίου πως η απόφαση της Διευθύντριας του Τμήματος Τελωνείων (θα αναφέρεται ως 'η Διευθύντρια') που περιέχεται στην επιστολή ημερ. 15.10.02 να ζητήσει από τον αιτητή την καταβολή ΛΚ.20781.- ως δασμό και φόρο κατανάλωσης, είναι απόφαση αντισυνταγματική, παράνομη, άκυρη, ανυπόστατη και χωρίς οποιοδήποτε αποτέλεσμα.»
Τα πραγματικά περιστατικά τα οποία περιβάλλουν την προσβαλλόμενη απόφαση φαίνονται στην προσβαλλόμενη απόφαση, ήτοι την επιστολή της Διευθύντριας Τμήματος Τελωνείων (η Διευθύντρια) προς τον αιτητή ημερ. 15.10.2002. Την παραθέτω:
«ΤΕΛΩΝΕΙΟ ΠΑΦΟΥ
15 Οκτωβρίου 2002.
ΔΙΠΛΟΣΥΣΤΗΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ
Προς τον κύριο
Κυριάκο Παντελή,
Ταξί ΔΑΦΝΗ,
Κλυταιμνήστρας,
8041 Πάφος.
Κύριε,
Τα οχήματα σας Mercedes με αριθμούς εγγραφής ΑΒΑ 367, ΑΒG 920, ABH 821 και BBF272 κατά την πρώτη τους εγγραφή στις 29.7.91, 3.10.91, 10.10.91 και 15.9.92 αντίστοιχα, κατατάγησαν και εγγράφησαν από την αρμόδια αρχή εγγραφής οχημάτων της Δημοκρατίας ως ταξί. Στη συνέχεια, μετά από αίτηση και σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 12 και της
Τα υπό αναφορά οχήματα περιήλθαν στην κατοχή του Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Τραπέζης Κύπρου, και στις 31.12.98 τα αποταμίευσαν στη Γενική Αποθήκη Αποταμίευσης "Merstofas Enterprises Ltd" αρ. 5.178 με σοβαρές ελλείψεις, ζημιές και παραποιήσεις και ως εκ τούτου έπαυσαν να χρησιμοποιούνται ως ταξί.
Με βάση τις πρόνοιες της πέμπτης στήλης της κλάσης αρ. 5 του Πέμπτου Πίνακα, των άρθρων 15(1), 3(1) (α) και 8(1) (α) (ι) του Περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου υπολογίστηκαν οι αξίες και οι οφειλόμενοι δασμοί και φόροι κατανάλωσης που ίσχυαν, για μεν το όχημα με αρ. εγγραφής BBF 272 κατά την 1.2.97 για δε τα άλλα τρία αυτοκίνητα κατά την 31.12.98 ως ακολούθως:
Αρ. εγγρ. Αξία Εισ. Δασμός Φ. Καταν. ΦΠΑ Ε.Π.Ε. Σύνολο
οχήματος Λ.Κ. Λ.Κ. Λ.Κ. Λ.Κ. Λ.Κ. Λ.Κ.
ΑΒΑ 367 3715 -
3102 545 - 3647ΑΒG 920 6815 - 5080 952 - 6032
ΑΒΗ 821 4371 - 3580 636 - 4216
ΒΒF 272 6096 - 5886 962 38 6886
____ ___ ___ ____
14648 & #9;3095 38 20781
Καλείστε ως εκ τούτου να καταβάλετε στον Υπεύθυνο Τελωνείου Πάφου μέσα σε 21 ημέρες από την ημερομηνία της επιστολής αυτής το πιο πάνω οφειλόμενο ποσό των Λ.Κ.20781 σύμφωνα με τις πρόνοιες της πέμπτης στήλης της κλάσης αρ. 5 του Πέμπτου Πίνακα του Περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου, του άρθρου
169(1) του Περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου 82/67 και των άρθρων 5(5) και 43(1) του Περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου 246/90. Σε περίπτωση που δεν καταβάλετε το οφειλόμενο ποσό εντός της πιο πάνω προθεσμίας θα επιβαρύνεστε και με όλους τους νόμιμους τόκους που αναλογούν για κάθε μήνα καθυστέρησης ή μέρος αυτού.Επιθυμώ επίσης να σας πληροφορήσω ότι η παρούσα απαίτηση αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη την οποίαν, αν διαφωνείτε, μπορείτε να προσβάλετε στο Ανώτατο Δικαστήριο σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 146 του Συντάγματος μέσα σε 75 ημέρες από την ημερομηνία της λήψης της παρούσης επιστολής.
(Τ. Παπαγεωργίου)
για Διευθύντρια
Τμήματος Τελωνείων.»
Οι λόγοι ακύρωσης
.Ο κ. Γεωργιάδης, εκ μέρους του αιτητή, υπέβαλε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα λανθασμένης ερμηνείας και/ή εφαρμογής του όρου που επιβλήθηκε στον αιτητή κατά την επιστροφή του τελωνειακού δασμού και του φόρου κατανάλωσης.
Άνευ βλάβης της πιο πάνω εισήγησης ο κ. Γεωργιάδης υπέβαλε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα πλάνης αναφορικά με τα σχετικά με την παραγωγή της γεγονότα.
Ο τεθείς όρος - συνέχισε ο κ. Γεωργιάδης - προβλέπεται στην κλάση 16 του Πέμπτου Πίνακα του περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου του 1992 (Νόμος 12/92, όπως
έχει τροποποιηθεί). Σύμφωνα με την επιφύλαξη της Κλάσης 16 - συμπλήρωσε - ο ιδιοκτήτης έχει υποχρέωση να καταβάλει στο Διευθυντή τη διαφορά στις εξής 3 περιπτώσεις:
(α) Όταν το όχημα καταταγεί σε άλλη κατηγορία.
(β) Όταν το όχημα εγγραφεί για άλλο σκοπό και όχι ως ταξί.
(γ) Όταν το όχημα χρησιμοποιείται για άλλο σκοπό και όχι ως ταξί.
Η χρησιμοποίηση των αυτοκινήτων ως ταξί - συνέχισε ο κ. Γεωργιάδης - αναστάληκε ή, σύμφωνα με την καθ΄ ης η αίτηση, «έπαυσε». Όμως η καθ΄ ης η αίτηση ουδέποτε πρόβαλε τον ισχυρισμό ότι χρησιμοποιήθηκαν για άλλο σκοπό και όχι ως ταξί. Αντίθετα τα παραδεκτά γεγονότα, ότι δηλαδή τα αυτοκίνητα βρίσκονται μέχρι σήμερα ακινητοποιημένα σε αποθήκη αποταμίευσης, είναι ασυμβίβαστα με τέτοιο ισχυρισμό. Επομένως τα γεγονότα δεν συνιστούν την περίπτωση (γ), παραπάνω. Από την αιτιολογία του παραρτήματος 23 της ένστασης είναι προφανές ότι η απόφαση της καθ΄ ης η αίτηση είναι αποτέλεσμα λανθασμένης νομικής ερμηνείας του όρου που είχε τεθεί.
Από την άλλη ο κ. Θεοδούλου υπέβαλε ότι, σύμφωνα με πληροφορίες που είχαν ληφθεί στο Τμήμα Τελωνείων, τα επίδικα αυτοκίνητα δεν χρησιμοποιούνταν ως ταξί, ενώ το ιδιοκτησιακό τους καθεστώς είχε αλλάξει. Υπέβαλε επίσης ότι κατά την τοποθέτηση των αυτοκινήτων στην Γενική Αποθήκη Αποταμιεύσεως - στις 31.12.
98 - είχε διενεργηθεί φυσικός έλεγχος των αυτοκινήτων. Παρεμβάλλεται ότι ο έλεγχος κατέδειξε ότι τρία από τα επίδικα αυτοκίνητα δεν είχαν μηχανή και κιβώτιο ταχυτήτων.Εν όψει των αποτελεσμάτων του φυσικού ελέγχου το Τμήμα Τελωνείων - συνέχισε ο κ. Θεοδούλου - οδηγήθηκε σε δύο συμπεράσματα:
«α. Τα επίδικα αυτοκίνητα δεν χρησιμοποιούνταν και δεν ήταν πρακτικά δυνατό να χρησιμοποιηθούν ως ταξί, δεδομένου ότι δεν επρόκειτο πλέον για αυτοκίνητα, αλλά για ότι είχε απομείνει μετά την αφαίρεση ουσιωδών μερών και εξαρτημάτων τους.
β. Η αφαίρεση, σε χρόνο άγνωστο αλλά σαφώς προγενέστερο του ελέγχου, από τα αυτοκίνητα των μηχανών, των κιβωτίων ταχυτήτων και άλλων μερών και εξαρτημάτων τους, μέχρι ακόμα και διακοσμητικών μερών τους, καθώς και η εμφανής προσπάθεια για απόκρυψη των στοιχείων ταυτότητας τους, οδήγησε στην εύλογη υποψία ότι τα αυτοκίνητα χρησιμοποιούνταν από κάποιο χρόνο ως 'πηγή' προμήθειας ανταλλακτικών, είτε για την επισκευή άλλων αυτοκινήτων, χωρίς την άδεια της αρμόδιας αρχής, είτε για σκοπούς που συνεπάγονταν την καταστρατήγηση του νόμου και την καταδολίευση του κράτους.»
Είναι προφανές - συμπλήρωσε ο κ. Θεοδούλου - και αυτοπόδεικτο ότι σε χρόνο άγνωστο, αλλά πριν την παρέλευση οκτώ χρόνων από την εγγραφή τους ως ταξί, τα επίδικα αυτοκίνητα έπαψαν να χρησιμοποιούνται ως ταξί, δεν μπορούσαν πλέον να χρησιμοποιηθούν ως ταξί και χρησιμοποιούνταν για άλλους σκοπούς.
Στην απαντητική του αγόρευση ο κ. Γεωργιάδης υποστήριξε ότι η αιτιολογία ότι τα οχήματα «χρησιμοποιούνταν για άλλους σκοπούς» προέρχεται από το δικηγόρο της καθ΄ ης η αίτηση. Η τελευταία στην επιστολή της δεν μνημονεύει τέτοια αιτιολογία.
Η πιο πάνω εισήγηση του κ. Γεωργιάδη δεν βρίσκει έρεισμα στο ενώπιον μου υλικό για τους εξής λόγους:
(α) Στην προσβαλλόμενη απόφαση (έχει παρατεθεί στις σελ. 2-3, πιο πάνω) αναφέρεται ότι «τα υπό αναφορά οχήματα περιήλθαν στην κατοχή του Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Τραπέζης Κύπρου και στις 31.12.98 τα αποταμίευσαν στη Γενική Αποθήκη Αποταμίευσης "Merstofas Enterprises Ltd" αρ. 5.178 με σοβαρές ελλείψεις, ζημιές και παραποιήσεις και ως εκ τούτου έπαυσαν να χρησιμοποιούνται ως ταξί
».(β) Από το φάκελο της Διοίκησης - Τεκ. 1 - (βλ. σημειώματα ημερ. 17.5.2002, 3.6.2002, 4.6.2002, 14.6.2002, 1.7.2002, 11.7.2002, 15.7.2002, 16.7.2002, 19.7.2002, 30.7.2002 και 7.8.2002) προκύπτει σαφώς ότι ο λόγος που οδήγησε στην προσβαλλόμενη απόφαση ήταν η αφαίρεση εξαρτημάτων από τα επίδικα αυτοκίνητα.
΄Εχω επομένως την άποψη ότι η επίδικη επιχειρηματολογία του κ. Θεοδούλου υποστηρίζεται τόσο από το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης απόφασης όσο και από το περιεχόμενο του φακέλου.
Αναφορικά με τον πιο πάνω λόγο ακύρωσης, δυνάμει της πιο πάνω επιφύλαξης της κλάσης 16, (έχει παρατεθεί στη σελ. 4, πιο πάνω) η Διευθύντρια έχει την εξουσία να απαιτήσει την καταβολή του πληρωτέου δασμού οσάκις ο όρος για τον οποίο ο αιτητής είχε απαλλαγεί από την πληρωμή του δεν έχει τηρηθεί (βλ. και
Esperia Tower Hotel v. Republic (1973) 3 C.L.R. 604).Κατά τη διαδικασία άσκησης δικαστικού ελέγχου μιας απόφασης του Διευθυντή του Τμήματος Τελωνείων το Διοικητικό Δικαστήριο δεν έχει αρμοδιότητα να υποκαταστήσει τη δική του διακριτική ευχέρεια με εκείνη του Διευθυντή. Πλην όμως οφείλει να εξετάσει την νομιμότητα της πράξης και κατά πόσο έχει ληφθεί κάτω από πλάνη (
Makrides v. Republic (1979) 3 C.L.R. 584).Στην παρούσα υπόθεση ο Νόμος - η κλάση 16 - επιτρέπει στο Διευθυντή να ζητήσει την καταβολή του μη πληρωθέντος δασμού από τον ιδιοκτήτη του οχήματος «καθ΄ ον χρόνον επενεργείται η τοιαύτη μεταβολή» όπου, ανάμεσα σ΄ άλλα, το όχημα χρησιμοποιείται «δι έτερον σκοπόν και ουχί ως ταξί». Στην παρούσα υπόθεση η Διευθύντρια έκρινε ότι λόγω των σοβαρών ελλείψεων, ζημιών και παραποιήσεων τα επίδικα οχήματα έπαυσαν να χρησιμοποιούνται ως ταξί. Το συμπέρασμα αυτό αποτελεί συμπέρασμα το οποίο είναι το αποτέλεσμα της εκτίμησης από τη Διευθύντρια των ενώπιον της γεγονότων - των ελλείψεων, ζημιών και παραποιήσεων. Η εκτίμηση των γεγονότων ανήκει στη διοίκηση και το Δικαστήριο επεμβαίνει μόνο όπου υπάρχει πλάνη περί τα πράγματα ή το νόμο ή σε περίπτωση που διαπιστώνεται ότι η Διοίκηση υπερβαίνει τα ακραία όρια της διακριτικής της ευχέρειας (
Repblic v. Georghiades (1972) 3 C.L.R. 594, Michaelides and Another v. Attorney-General (1978) 3 C.L.R. 285 και Σκούλλος ν. Υπουργού Οικονομικών κ.α., Προσφυγή 172/99/27.7.2001).Στην παρούσα υπόθεση δεν έχει προβληθεί οποιοδήποτε επιχείρημα σχετικά με την μη εγκυρότητα ή ορθότητα της πιο πάνω διαπίστωσης της Διευθύντριας περί ελλείψεων, ζημιών και παραποιήσεων. Τούτου δοθέντος το συμπέρασμα της Διευθύντριας ότι τα επίδικα αυτοκίνητα «έπαυσαν να χρησιμοποιούνται ως ταξί» ήταν εύλογα επιτρεπτό με βάση τα γεγονότα τα οποία διαπίστωσε η Διευθύντρια. Το συμπέρασμα αυτό εντάσσει απόλυτα την προσβαλλόμενη απόφαση εντός των προνοιών της επιφύλαξης της κλάσης 16. Ακολουθεί πως ο σχετικός λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.
Ο κ. Γεωργιάδης υπέβαλε, επίσης, ότι «εν πάση περιπτώσει αν υπάρχει υποχρέωση καταβολής της διαφοράς αυτή βαρύνει τον Οργανισμό Χρηματοδότησης γιατί είναι ρητά παραδεκτό ότι είναι ο Οργανισμός που εναπόθεσε τα επίδικα αυτοκίνητα σε αποθήκη αποταμίευσης και υπέβαλε την διασάφηση».
Η σχετική εισήγηση δεν ευσταθεί.
Σύμφωνα με την επιφύλαξη της Κλάσης 16 ο δασμός καταβάλλεται από τον ιδιοκτήτη του οχήματος «καθ΄ ον χρόνον επενεργείται η τοιαύτη μεταβολή». Στην παρούσα υπόθεση με βάση το ενώπιον μου υλικό η μεταβολή είχε επενεργηθεί κατά τον χρόνο - προ της 31.12.98 - που τα επίδικα αυτοκίνητα τελούσαν υπό την ιδιοκτησία του αιτητή ο οποίος είχε και την κατοχή τους. Επομένως υπεύθυνος για την καταβολή του δασμού είναι ο αιτητής. Αν έχει
οποιαδήποτε διαφορά με τον Οργανισμό Χρηματοδότησης αυτή είναι αστικής φύσεως και δεν επηρεάζει την νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης. Η εναπόθεση τους από τον Οργανισμό Χρηματοδότησης σε Γενική Αποθήκη Αποταμίευσης έγινε ύστερα από οδηγίες των Τελωνειακών Αρχών οι οποίες αποσκοπούσαν στη διαφύλαξη των αυτοκινήτων. Επομένως δεν αποτελεί παράγοντα που διαδραματίζει οποιοδήποτε ρόλο αναφορικά με την ευθύνη του αιτητή για καταβολή του δασμού. Ακολουθεί πως ο σχετικός λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.Ο κ. Γεωργιάδης υπέβαλε ότι η αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης είναι νομικά και πραγματικά εσφαλμένη.
Στην Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270, 273 το θέμα της αιτιολογίας τέθηκε ως εξής:
«Αιτιολογία μιας διοικητικής πράξεως αποτελεί την έκθεση των πραγματικών και νομικών λόγων που οδήγησαν τη διοίκηση στην απόφαση της καθώς και παράθεση των κριτηρίων βάσει των οποίων άσκησε η διοίκηση τη διακριτική της ευχέρεια. Η ανάγκη της αιτιολογίας των ατομικών διοικητικών πράξεων απορρέει από την έννοια του κράτους δικαίου. Εκ της φύσεως τους αιτιολογητέες είναι όλες οι πράξεις των οποίων ο έλεγχος είναι αδύνατος ή ατελής χωρίς την αναφορά των λόγων που τις στηρίζουν. Γενικά, αιτιολογία που δεν παρέχει στον δικαστή τα απαραίτητα ειδικά και συγκεκριμένα στοιχεία για την διακρίβωση της νομιμότητας της διοικητικής πράξης ή είναι τόσο αόριστη και ασαφής ώστε να καθιστά ανέφικτο τον δικαστικό έλεγχο, δεν είναι νόμιμη και οδηγεί στην ακύρωση της πράξης (Βλ. Κυριακίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 298, Δημοκρατία ν. Χατζηγεωργίου (1994) 3 Α.Α.Δ. 574 και Δαγτόγλου, Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, 3η έκδοση, 1992, παρα. 636, 646 και 647)
Τότε μόνον είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη η διοικητική πράξη όταν παρέχεται στον ακυρωτικό δικαστή η δυνατότης να αντιληφθή επί τη βάσει ποιών στοιχείων κατέληξε η Διοίκηση στο συμπέρασμα που έγινε δεκτό (Βλ. Ιωάννη Σαρμά, Η Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, σελ. 130)
.Το κατά πόσο μια διοικητική πράξη είναι αιτιολογημένη ή όχι εξαρτάται από τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά της (Βλ. Πισσάς ν. Δημοκρατίας (1974) 3 Α.Α.Δ. 476)
.Η αιτιολογία δεν πρέπει να περιορίζεται σε γενικούς χαρακτηρισμούς που μπορούν να εφαρμοσθούν σε κάθε περίπτωση και δεν πρέπει να επαναλαμβάνει τις διατάξεις του Νόμου. Η επανάληψη των γενικών όρων του Νόμου ισοδυναμεί με ανύπαρκτη αιτιολογία. 'Καθιστά αναιτιολόγητον την πράξιν αιτιολογία αόριστος καθιστώσα αδύνατον τον δικαστικόν αυτής έλεγχον, μή εκθέτουσα τα γεγονότα, εξ ών εμορφώθη, η κρίσις της Διοικήσεως, ή δυναμένη να εφαρμοσθή εις πάσαν περίπτωσιν' (Βλ. Πορίσματα Νομολογίας (πιο πάνω), σελ. 186-87, Πιπερίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 134, 141 και Κυριακίδης (πιο πάνω)).»
Έχω ήδη αποφανθεί για την εγκυρότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αναφορικά με τη νομική και πραγματική πτυχή κατά την εξέταση των σχετικών εισηγήσεων του κ. Γεωργιάδη. Εξέταση της προσβαλλόμενης απόφασης αποκαλύπτει ότι αυτή είναι πλήρως και επαρκώς αιτιολογημένη. Παρέχει στο Δικαστήριο τα απαραίτητα και συγκεκριμένα στοιχεία για τη διακρίβωση της νομιμότητας της. Πρόσθετα παρέχει στο Δικαστήριο τη δυνατότητα να αντιληφθεί επί τη βάσει ποιών στοιχείων κατέληξε η Διοίκηση στο συμπέρασμα που έγινε δεκτό. Ακολουθεί πως ο σχετικός λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.
Τέλος ο κ. Γεωργιάδης υπέβαλε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα πλάνης αναφορικά με τη νομική ερμηνεία των διατάξεων του Περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου του 1967 και ανάμεσα σε άλλες, των διατάξεων των άρθρων 71-83 και/ή είναι αντίθετη με τις εν λόγω διατάξεις.
Η απόφαση - συνέχισε - είναι αντιφατική προς και ανακαλεί σιωπηρά την προηγούμενη απόφασή της να απαιτήσει την εναπόθεση και φύλαξη μέχρι σήμερα των αυτοκινήτων σε αποθήκη αποταμίευσης.
Από την επιστολή του Τμήματος Τελωνείων προς τον αιτητή ημερ. 3.12.98 και την επιστολή του ίδιου Τμήματος ημερ. 21.12.98 προς τον Οργανισμό Χρηματοδοτήσεως προκύπτει ότι τα αυτοκίνητα είχαν τοποθετηθεί σε εγκεκριμένη αποθήκη αποταμίευσης μέχρις ότου τακτοποιηθούν δασμολογικά γιατί ήταν μερικώς απαλλαγμένα από τους δασμούς. Εν όψει του σκοπού για τον οποίο τοποθετήθηκαν στην αποθήκη αποταμιεύσεως δεν ισχύουν τα αρ. 71-83 των περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου του 1967. Ούτε - για τον ίδιο λόγο - η προσβαλλόμενη απόφαση αποτελεί ανάκληση της προηγούμενης απόφασης για εναπόθεση και φύλαξη των αυτοκινήτων σε αποθήκη αποταμίευσης. Ήταν απόλυτα θεμιτό και νόμιμο για την Διευθύντρια να ενεργήσει όπως έχει ενεργήσει με σκοπό την διαφύλαξη και κατοχύρωση των συμφερόντων του δημοσίου τα οποία αποτελούνται από την είσπραξη του νενομισμένου δασμού. Ακολουθεί πως ο σχετικός λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.
Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Δ.
/ΕΑΠ.