ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2003) 4 ΑΑΔ 797

9 Σεπτεμβρίου, 2003

[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

(Υπόθεση Αρ. 880/2001)

ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,

Αιτητές,

ν.

1.          ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟΥ       (Ε.Τ.Ε.Κ.),

2.          ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ         ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,

Καθ΄ων η αίτηση.

 

(Υπόθεση Αρ. 881/2001)

1. ΚΩΣΤΑΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ,

2. ΓΛΑΥΚΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ,

3. ΜΗΝΑΣ ΖΑΝΕΤΤΟΣ,

Αιτητές,

ν.

1.          ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟΥ       (Ε.Τ.Ε.Κ.),

2.          ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ

   ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,

Καθ΄ων η αίτηση.

(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 880/2001, 881/2001)

 

Έννομο Συμφέρον ― Πολεοδόμων να προσβάλουν την εγγραφή νέου μέλους στο Επιστημονικό Τεχνικό Επιμελητήριο ― Έχουν έννομο συμφέρον λόγω της ιδιότητάς τους.

Έννομο Συμφέρον ― Συνδέσμου Πολεοδόμων Κύπρου ― Να προσβάλει απόφαση εγγραφής νέου μέλους στον κλάδο Πολεοδομίας-Χωροταξίας του Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου ― Έχει έννομο συμφέρον, εφόσον μεταξύ των σκοπών του είναι και «η προστασία του κοινού από μη προσοντούχους».

Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Τίτλος προσφυγής ― Εφ' όσον ουσιαστικά προσβάλλεται μέσω της προσφυγής Κ.Δ.Π που εξεδόθη από το Υπουργικό Συμβούλιο, ορθά περιλήφθηκε ως διάδικος και η Δημοκρατία.

Επιστημονικό Τεχνικό Επιμελητήριο Κύπρου ― Εγγραφή μέλους ― Άρθρο 7(1) ― Έλλειψη οποιουδήποτε πρακτικού από συλλογικό όργανο του ΕΤΕΚ ― Μόνο η επιστολή του Διευθυντή ο οποίος υπέγραψε για τον Πρόεδρο, δεν αποτελεί απόφαση αρμοδίου οργάνου ― Αρμόδιο όργανο βάσει του Νόμου, το Γενικό Συμβούλιο του ΕΤΕΚ.

 

Οι αιτητές ζήτησαν με τις προσφυγές την ακύρωση της εγγραφής του ενδιαφερόμενου μέρους στο Μητρώο Μελών του Ε.Τ.Ε.Κ. στον κλάδο Πολεοδομίας - Χωροταξίας.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1.  Το ΕΤΕΚ εισηγείται ότι οι Αιτητές στερούνται εννόμου συμφέροντος να προσβάλουν την απόφαση. 

Οι τρεις Αιτητές στην υπ. αρ. 881/01 μπορεί να θεωρηθεί ότι έχουν ίδιο συμφέρον κατά το ότι η εγγραφή του ενδιαφερόμενου μέρους ως Πολεοδόμου δυναμένου να ασκήσει το εν λόγω επάγγελμα, ενδέχεται να επηρεάζει τα δικά τους επαγγελματικά συμφέροντα ως Πολεοδόμων.  Αλλά και σε σχέση με την προσφυγή 880/2001, ο Σύνδεσμος Πολεοδόμων Κύπρου μπορεί να λεχθεί ότι έχει ίδιο συμφέρον εν όψει των σκοπών του, όπως αναφέρονται στο Καταστατικό του.

Ότι το ΕΤΕΚ είχε δέσμια εξουσία όσον αφορά τα προσόντα του ενδιαφερόμενου μέρους είναι γεγονός, εφ' όσον, δοθείσας της αναγνώρισής τους από το Υπουργικό Συμβούλιο μέσω της ΚΔΠ 336/2001, το ΕΤΕΚ ήταν υποχρεωμένο να θεωρήσει ότι κατείχε τα προσόντα που προβλέπονται στο Άρθρο 7(1)(α). Όμως εκείνο που ουσιαστικά προσβάλλει η προσφυγή δεν είναι αυτή η πτυχή του πράγματος αλλά η όλη νομιμότητα της ΚΔΠ 336/2001 με την οποία αναγνωρίσθησαν τα εν λόγω προσόντα.  Εκείνο λοιπόν είναι το κρινόμενο, ώστε να μην υπάρχει βάση για προδικαστική απόρριψη της προσφυγής όπως εισηγείται το ΕΤΕΚ.

2.      Αυτό απαντά και στο προδικαστικό θέμα που εγείρει η Δημοκρατία, ότι κακώς η ίδια περιλαμβάνεται ως διάδικος στην προσφυγή καθ' όσον η προσβαλλόμενη απόφαση προέρχεται από το ΕΤΕΚ και όχι από τη Δημοκρατία.  Μέσω της προσβαλλόμενης απόφασης προσβάλλεται η νομιμότητα της ΚΔΠ 336/2001, η οποία προέρχεται από τη Δημοκρατία και έτσι καλώς είναι διάδικος και η Δημοκρατία.

3.  Πέραν των λόγων ακύρωσης που αφορούν τη νομιμότητα της ΚΔΠ 336/2001 και άλλα παρεμφερή θέματα, οι αιτητές προβάλλουν ως λόγο ακύρωσης και την ανυπαρξία απόφασης του ΕΤΕΚ για εγγραφή του ενδιαφερόμενου μέρους.

Ούτε το ΕΤΕΚ ούτε η Δημοκρατία αρνούνται τη μη ύπαρξη πρακτικού συνεδρίας και απόφασης του ΕΤΕΚ μετά από την αναγνώριση των προσόντων του ενδιαφερόμενου μέρους από το Υπουργικό Συμβούλιο. Αλλά και βέβαια τέτοιο πρακτικό δεν εντοπίζεται στο φάκελο.  Το ΕΤΕΚ εισηγείται όμως, αφ' ενός μεν ότι, καθ' όσον ενεργούσε κατά δέσμια εξουσία, δεν τίθεται θέμα λήψης απόφασής του, αφ' ετέρου δε ότι, από τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία, είναι φανερό ότι ελήφθη απόφαση από τη Διοικούσα Επιτροπή.  Το Άρθρο 7(1)(δ) του Ν.224/90 αναφέρεται ρητά στην άσκηση κρίσης του Γενικού Συμβουλίου, το δε Άρθρο 7(1)(β)(γ)(δ) εξυπακούει έρευνα για διαπίστωση των προϋποθέσεών του.  Δεν αρκεί λοιπόν η ικανοποίηση του Άρθρου 7(1)(α) ως προς τα προσόντα, η ύπαρξη των οποίων όντως δεσμεύει το ΕΤΕΚ.  Εν πάση περιπτώσει δε και κατά κύριο λόγο, η άσκηση δέσμιας εξουσίας δεν αναιρεί την ανάγκη λήψης απόφασης, έστω και δέσμιας, από το αρμόδιο όργανο.  Αν αρμόδιο όργανο ήταν η Διοικούσα Επιτροπή, παραμένει αναγκαία η λήψη απόφασης από τη Διοικούσα Επιτροπή, που δεν προκύπτει από τα πρακτικά.

4.  Σύμφωνα με το Άρθρο 10(1) του Ν.224/90, το ΕΤΕΚ διοικεί τριακονταμελές Γενικό Συμβούλιο.  Το Άρθρο 14 προνοεί ότι η Διοικούσα Επιτροπή του ΕΤΕΚ είναι το εκτελεστικό και συντονιστικό όργανο του Επιμελητηρίου για την υλοποίηση της πολιτικής του.  Το Άρθρο 15 αναφέρεται στις αρμοδιότητες του Προέδρου του ΕΤΕΚ. Δεν υπάρχει οτιδήποτε στα εν λόγω άρθρα ή στο Άρθρο 7 που να εισηγείται ότι αρμοδιότητα για την εγγραφή μελών του ΕΤΕΚ δυνάμει του Άρθρου 7(1) έχει η Διοικούσα Επιτροπή, και ασφαλώς όχι ο Πρόεδρος.  Απεναντίας, η αναφορά στο Άρθρο 7(1)(δ) στο Γενικό Συμβούλιο, σε συσχετισμό και με τη γενική αρμοδιότητα του Γενικού Συμβουλίου αλλά και με την περιορισμένα προνοούμενη αρμοδιότητα της Διοικούσας Επιτροπής, είναι το Γενικό Συμβούλιο που φαίνεται να εισηγούνται ως αρμόδιο για σκοπούς του Άρθρου 7(1). Και αν ακόμα λοιπόν υπήρχε απόφαση της Διοικούσας Επιτροπής για εγγραφή είναι αμφίβολο αν η απόφαση αυτή θα ήταν αρμοδίως ληφθείσα εν πάση περιπτώσει.

5.  Οι προσφυγές επιτυγχάνουν και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.  Το ΕΤΕΚ θα καταβάλει τα έξοδα των Αιτητών και στις δύο προσφυγές τα οποία όμως, ως εκ της κοινότητας της πλοκής και της πορείας των υποθέσεων, θα μειωθούν κατά ένα τρίτο σε κάθε προσφυγή.  Δεν θα υπάρξει διαταγή για έξοδα ως προς τη Δημοκρατία εφ' όσον τα ουσιαστικά θέματα που την αφορούν δεν αποφασίζονται, ούτε ως προς το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

Διαταγή ως ανωτέρω.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Μουζουρίδη ν. ΕΤΕΚ (1999) 3 Α.Α.Δ. 189,

Παπαδοπούλου ν. ΕΤΕΚ, Υπόθ. Αρ. 1586/2000, ημερ 18.4.2002.

Προσφυγές.

Α. Ταλιαδώρος για Δρ. Κ. Χρυσοστομίδη & Σία, για τους Αιτητές.

Ν. Παπαευσταθίου για Τ. Παπαδόπουλο & Σία, για τους Καθ΄ων η αίτηση 1.

Ε. Αντωνίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η Αίτηση 2.

Χρ. Κλεάνθους για Λ. Δημητριάδη & Σία, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

�Cur. adv. vult.

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Οι δύο αυτές προσφυγές έχουν το ίδιο αντικείμενο, εφ΄όσον προσβάλλουν την εγγραφή του Ενδιαφερόμενου Μέρους κ. Δημητρίου στο Μητρώο Μελών του Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου (ΕΤΕΚ) στον κλάδο Πολεοδομίας-Χωροταξίας. Ο κ. Δημητρίου είχε υποβάλει σχετική αίτηση προς το ΕΤΕΚ το οποίο εισηγήθηκε προς το Υπουργικό Συμβούλιο, στα πλαίσια του άρθρου 7(1)(α) του περί Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου Νόμου του 1990 (Ν. 224/90), την αναγνώριση των προσόντων του κ. Δημητρίου. Το Υπουργικό Συμβούλιο αναγνώρισε τα εν λόγω προσόντα, η δε απόφαση του περιέχεται στην ΚΔΠ 336/2001, 10.8.2001.  Ακολούθησε επιστολή του ΕΤΕΚ προς τον κ. Δημητρίου ημερομηνίας 14.8.2001, υπογεγραμμένη από το Διευθυντή "Για τον Πρόεδρο" η οποία τον πληροφορούσε ότι:

". η Διοικούσα Επιτροπή του Τεχνικού Επιμελητηρίου, μετά την αναγνώριση των ακαδημαϊκών προσόντων σας από το Υπουργικό Συμβούλιο στις 10.8.2001, ενέκρινε την αίτηση σας και σας ενέγραψε και στο Μητρώο Μελών του κλάδου Πολεοδομίας - Χωροταξίας του Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου (ΕΤΕΚ).  Ο αριθμός εγγραφής σας είναι 13016/Α.

Για σκοπούς εκλογών θα ενταχθείτε στον κλάδο της Αρχιτεκτονικής περιλαμβανομένης της Αρχιτεκτονικής Τοπίου, τον οποίο έχετε επιλέξει."

Είναι εναντίον αυτής της απόφασης που στρέφονται οι προσφυγές, η μεν 880/2001 με Αιτητή το Σύνδεσμο Πολεοδόμων Κύπρου (ΣΠΚ) η δε 881/2001 με Αιτητές τρία μέλη του ΣΠΚ.

Τόσο το ΕΤΕΚ όσο και η Δημοκρατία, εναντίον αμφοτέρων των οποίων στρέφονται οι προσφυγές, εγείρουν προδικαστικά θέματα (ο κ. Δημητρίου υιοθέτησε τις αγορεύσεις του ΕΤΕΚ και της Δημοκρατίας).   Το ΕΤΕΚ εισηγείται ότι οι Αιτητές στερούνται εννόμου συμφέροντος να προσβάλουν την απόφαση.  Η εισηγήση αυτή έχει δύο πτυχές:

1.  Ότι το ΕΤΕΚ ενήργησε κατά δέσμια εξουσία, εφ΄όσον, δεδομένης της αναγνώρισης των προσόντων του κ. Δημητρίου δυνάμει της ΚΔΠ 336/2001, ήταν υποχρεωμένο να προβεί στην εγγραφή του και δεν είχε προς τούτο οποιαδήποτε διακριτική ευχέρεια ή εξουσία.

2.  Ότι ο ΣΠΚ δεν έχει ίδιο συμφέρον στην προσβολή της απόφασης.  Η πτυχή αυτή εξειδικεύεται μόνο ως προς το ΣΠΚ στην προσφυγή 880/2001 και δεν αναπτύσσεται ως προς τους τρεις Αιτητές στην προσφυγή 881/2001. Εν πάση περιπτώσει, δεν έχει βάση σε σχέση με την προσφυγή 881/2001. Οι τρεις Αιτητές σε αυτή μπορεί να θεωρηθεί ότι έχουν ίδιο συμφέρον κατά το ότι η εγγραφή του κ. Δημητρίου ως Πολεοδόμου δυναμένου να ασκήσει το εν λόγω επάγγελμα ενδέχεται να επηρεάζει τα δικά τους επαγγελματικά συμφέροντα ως Πολεοδόμοι.  Αλλά και σε σχέση με την προσφυγή 880/2001 ο ΣΠΚ μπορεί να λεχθεί ότι έχει ίδιο συμφέρον καθ΄όσον μεταξύ των σκοπών του, όπως αναφέρονται στο Καταστατικό του, είναι:

"3. ...........................

(γ)          Η εξύψωση, διατήρηση και προστασία του επιπέδου και της υπόστασης του επαγγέλματος του πολεοδόμου στην Κύπρο, καθώς και των συμφερόντων των πολεοδόμων.

(δ)          Η προστασία του κοινού από μη προσοντούχα άτομα που εξασκούν το επάγγελμα του Πολεοδόμου."

Προχωρώ λοιπόν να εξετάσω την άλλη πτυχή της εισήγησης για έλλειψη εννόμου συμφέροντος που αναφέρεται στην άσκηση δέσμιας εξουσίας από το ΕΤΕΚ.  Όπως τίθεται βέβαια το πράγμα, δεν αφορά στην πραγματικότητα έλλειψη εννόμου συμφέροντος. Η προκειμένη δεν είναι υπόθεση στην οποία ο Αιτητής δεν έχει τα υπό του νόμου αναγνωρισμένα προσόντα ώστε να στερείται εννόμου συμφέροντος να προσβάλει απόφαση για απόρριψη αιτήματος για εγγραφή στο ΕΤΕΚ, όπως στις υποθέσεις Μουζουρίδη ν. ΕΤΕΚ, (1999) 3 Α.Α.Δ. 189 και Παπαδοπούλου ν. ΕΤΕΚ, Υπόθ. Αρ. 1586/2000, ημερ. 18.4.2002 στις οποίες κάνει ιδιαίτερη αναφορά ο ευπαίδευτος συνήγορος για το ΕΤΕΚ.  Εδώ προσβάλλεται απόφαση για εγγραφή του κ. Δημητρίου ως κατέχοντος τα υπό του νόμου αναγνωρισμένα προσόντα και έτσι το θέμα απολήγει μάλλον να είναι θέμα ουσίας, κατά πόσο το ΕΤΕΚ είχε δέσμια εξουσία.  Και έτσι όμως εξετάζοντας το θέμα, δεν οδηγούμεθα σε καταλυτική πορεία της υπόθεσης.  Ότι το ΕΤΕΚ είχε δέσμια εξουσία όσον αφορά τα προσόντα του κ. Δημητρίου είναι γεγονός, εφ΄όσον, δοθείσας της αναγνώρισης τους από το Υπουργικό Συμβούλιο μέσω της ΚΔΠ 336/2001, το ΕΤΕΚ ήταν υποχρεωμένο να θεωρήσει ότι κατείχε τα προσόντα που προβλέπονται στο άρθρο 7(1)(α) (οι άλλοι όροι του άρθρου 7(1) δεν μας απασχολούν σε αυτό το πλαίσιο) και η αναγνώριση των οποίων είναι ακριβώς αρμοδιότητα όχι του ΕΤΕΚ αλλά του Υπουργικού Συμβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 7(1)(α). Όμως εκείνο που ουσιαστικά προσβάλλει η προσφυγή δεν είναι αυτή η πτυχή του πράγματος αλλά η όλη νομιμότητα της ΚΔΠ 336/2001 με την οποία αναγνωρίσθησαν τα προσόντα του κ. Δημητρίου.  Εκείνο λοιπόν είναι το κρινόμενο, ώστε να μην υπάρχει βάση για προδικαστική απόρριψη της προσφυγής όπως εισηγείται το ΕΤΕΚ.

Αυτό με οδηγεί αλλά και απαντά στο προδικαστικό θέμα που εγείρει η Δημοκρατία, ότι κακώς η ίδια περιλαμβάνεται ως διάδικος στην προσφυγή καθ΄όσον η προσβαλλόμενη απόφαση προέρχεται από το ΕΤΕΚ και όχι από τη Δημοκρατία.  Μέσω της προσβαλλόμενης απόφασης προσβάλλεται η νομιμότητα της ΚΔΠ 336/2001 η οποία προέρχεται από τη Δημοκρατία και έτσι καλώς είναι διάδικος και η Δημοκρατία.

Πέραν των λόγων ακύρωσης που αφορούν τη νομιμότητα της ΚΔΠ 336/2001 και άλλα παρεμφερή θέματα, οι αιτητές προβάλλουν ως λόγο ακύρωσης και την ανυπαρξία απόφασης του ΕΤΕΚ για εγγραφή του κ. Δημητρίου.  Δεν υπάρχει, επισημαίνεται, πρακτικό συνεδρίας και απόφασης του ΕΤΕΚ για εγγραφή του κ. Δημητρίου παρά μόνο η επιστολή της 14.8.2001 η οποία υπογράφεται από το Διευθυντή του ΕΤΕΚ "Για τον Πρόεδρο".  Η προσβαλλόμενη απόφαση απέληγε λοιπόν, αν τα πράγματα όντως έτσι είχαν, να ήταν και αναρμοδίως ληφθείσα, προερχόμενη από τον Πρόεδρο και/ή το Διευθυντή του ΕΤΕΚ και όχι από τη Διοικούσα Επιτροπή του ΕΤΕΚ ως αρμόδια προς τούτο, και να μην επιτρέπει ούτε το δικαστικό έλεγχο.

Η εξέταση του θέματος αυτού προέχει ασφαλώς εκείνης των λόγων ουσίας. Η νομολογία, στην οποία παραπέμπει και ο ευπαίδευτος συνήγορος για τους Αιτητές, είναι σαφής ότι, στην απουσία πρακτικού συνεδρίας και απόφασης του αρμοδίου για λήψη της απόφασης σώματος, ο δικαστικός έλεγχος καθίσταται ανέφικτος και η απόφαση πάσχει ώστε η ακύρωση της να είναι αναπόφευκτη.

Ούτε το ΕΤΕΚ ούτε η Δημοκρατία αρνούνται τη μη ύπαρξη πρακτικού συνεδρίας και απόφασης του ΕΤΕΚ μετά από την αναγνώριση των προσόντων του κ. Δημητρίου από το Υπουργικό Συμβούλιο.  Αλλά και βέβαια τέτοιο πρακτικό δεν εντοπίζεται στο φάκελο. Το ΕΤΕΚ εισηγείται όμως, αφ΄ενός μεν ότι, καθ΄όσον ενεργούσε κατά δέσμια εξουσία, δεν τίθεται θέμα λήψης απόφασης του, αφ΄ετέρου δε ότι, από τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία, είναι φανερό ότι ελήφθη απόφαση από τη Διοικούσα Επιτροπή για εγγραφή του κ. Δημητρίου εφ΄όσον τα προσόντα του αναγνωρίζοντο από το Υπουργικό Συμβούλιο.  Ως προς το δεύτερο σκέλος της εισήγησης, δεν εξειδικεύεται σε ποια συνεδρία της Διοικούσας Επιτροπής ελήφθη τέτοια απόφαση.  Αν η εισήγηση αναφέρεται στη συνεδρία της 5.4.2001, παρατηρώ ότι το μόνο που αποφασίσθηκε στη συνεδρία αυτή ήταν όπως γίνει εισήγηση στο Υπουργικό Συμβούλιο για αναγνώριση των προσόντων του κ. Δημητρίου.  Αυτό δεν ισοδυναμεί με απόφαση για εγγραφή του, τοσούτο μάλλον αφού η αναγνώριση των προσόντων του αιτουμένου να εγγραφεί είναι, δυνάμει του άρθρου 7(1), προϋπόθεση της εγγραφής και όχι επόμενη αυτής.  Περαιτέρω, η εισήγηση αυτοαναιρείται από την ίδια την επιστολή της 14.8.2001 η οποία αναφέρει σαφώς ότι ". η Διοικούσα Επιτροπή του Τεχνικού Επιμελητηρίου, μετά [υπογράμμιση δική μου] την αναγνώριση των ακαδημαϊκών προσόντων σας από το Υπουργικό Συμβούλιο στις 10.8.2001, ενέκρινε την αίτηση σας και σας ενέγραψε ." αναφερόμενη δηλαδή σαφώς σε συνεδρία της Διοικούσας Επιτροπής ακόλουθη της ΚΔΠ 336/2001 που δημοσιεύθηκε στις 10.8.2001 και που όμως ασφαλώς δεν υπάρχει.  Ούτε βοηθά η παραπομπή σε άσκηση δέσμιας εξουσίας.  Κατ΄αρχή και παρενθετικά, δεν είναι ορθό ότι το σύνολο της εξουσίας που ασκείται δυνάμει του άρθρου 7(1) συνιστά δέσμια εξουσία.  Το άρθρο 7(1)(δ) αναφέρεται ρητά στην άσκηση κρίσης του Γενικού Συμβουλίου, το δε άρθρο 7(1)(β)(γ)(δ) εξυπακούει έρευνα για διαπίστωση των προϋποθέσεων του.  Δεν αρκεί λοιπόν η ικανοποίηση του άρθρου 7(1)(α) ως προς τα προσόντα, η ύπαρξη των οποίων όντως δεσμεύει το ΕΤΕΚ.  Εν πάση περιπτώσει δε και κατά κύριο λόγο, η άσκηση δέσμιας εξουσίας δεν αναιρεί την ανάγκη λήψης απόφασης, έστω και δέσμιας, από το αρμόδιο όργανο.  Αν αρμόδιο όργανο ήταν η Διοικούσα Επιτροπή, παραμένει αναγκαία η λήψη απόφασης από τη Διοικούσα Επιτροπή, που δεν προκύπτει από τα πρακτικά, και δεν αρκεί η εγγραφή του κ. Δημητρίου με απόφαση του Προέδρου ή του Διευθυντή του ΕΤΕΚ.

Η αναφορά στο άρθρο 7(1) όμως με οδηγεί και σε μια άλλη πτυχή που αφορά ακριβώς την αρμοδιότητα προς λήψη απόφασης για εγγραφή του κ. Δημητρίου.  Σύμφωνα με το άρθρο 10(1), το ΕΤΕΚ διοικεί τριακονταμελές Γενικό Συμβούλιο.  Το άρθρο 14 προνοεί ότι η Διοικούσα Επιτροπή του ΕΤΕΚ είναι το εκτελεστικό και συντονιστικό όργανο του Επιμελητηρίου για την υλοποίηση της πολιτικής του.  Το άρθρο 15 αναφέρεται στις αρμοδιότητες του Προέδρου του ΕΤΕΚ.  Δεν υπάρχει οτιδήποτε στα εν λόγω άρθρα ή στο άρθρο 7 που να εισηγείται ότι αρμοδιότητα για την εγγραφή μελών του ΕΤΕΚ δυνάμει του άρθρου 7(1) έχει η Διοικούσα Επιτροπή, και ασφαλώς όχι ο Πρόεδρος.  Απεναντίας, η αναφορά στο άρθρο 7(1)(δ) στο Γενικό Συμβούλιο, σε συσχετισμό και με τη γενική αρμοδιότητα του Γενικού Συμβουλίου αλλά και με την περιορισμένα προνοούμενη αρμοδιότητα της Διοικούσας Επιτροπής, είναι το Γενικό Συμβούλιο που φαίνεται να εισηγούνται ως αρμόδιο για σκοπούς του άρθρου 7(1).  Και αν ακόμα λοιπόν υπήρχε απόφαση της Διοικούσας Επιτροπής για εγγραφή του κ. Δημητρίου, όπως αναφέρει η επιστολή της 14.8.2001, αμφιβάλλω αν η απόφαση αυτή θα ήταν αρμοδίως ληφθείσα εν πάση περιπτώσει.

Εφ'όσον γίνεται δεκτός ο εξετασθείς λόγος ακύρωσης, δεν θα προχωρήσω βεβαίως να εξετάσω τους άλλους λόγους ακύρωσης που υποβάλλονται ως λόγοι ουσίας.

Οι προσφυγές επιτυγχάνουν και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.  Το ΕΤΕΚ θα καταβάλει τα έξοδα των Αιτητών και στις δύο προσφυγές τα οποία όμως, ως εκ της κοινότητας της πλοκής και της πορείας των υποθέσεων, θα μειωθούν κατά ένα τρίτο σε κάθε προσφυγή.  Δεν θα υπάρξει διαταγή για έξοδα ως προς τη Δημοκρατία εφ' όσον τα ουσιαστικά θέματα που την αφορούν δεν αποφασίζονται, ούτε ως προς το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

Διαταγή ως ανωτέρω.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο