ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2003) 4 ΑΑΔ 602
24 Ιουνίου, 2003
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
K. K. NEW EXTRA LTD.,
Αιτητές,
ν.
1. EΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ,
2. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 997/2001)
Φόρος Προστιθέμενης Αξίας ― Βεβαίωση φόρου βάσει του Άρθρου 34(1) ― Έρευνα Εφόρου ― Υπό τις περιστάσεις κρίθηκε δέουσα.
Φόρος Προστιθέμενης Αξίας ― Βεβαίωση φόρου ― Πλάνη περί τα πράγματα ― Βάρος απόδειξης του ισχυρισμού, το έχει ο φορολογούμενος ― Απορριπτέος ο λόγος ακυρώσεως αν προβάλλεται αόριστα.
Φόρος Προστιθέμενης Αξίας ― Βεβαίωση φόρου, βάσει του Άρθρου 34(1) ― Προϋποθέσεις ενεργοποίησης της διακριτικής ευχέρειας του Εφόρου ― Δεν απαιτείται όπως συντρέχουν σωρευτικά.
Αναθεωρητική Δικαιοδοσία ― Δικαστικός έλεγχος ― Επέμβαση Δικαστηρίου σε υπόθεση επιβολής φόρου προστιθέμενης αξίας ― Μόνο για λόγους υπέρβασης ή κακής χρήσης της διακριτικής ευχέρειας του Εφόρου.
Φόρος Προστιθέμενης Αξίας ― Βεβαίωση φόρου ― Αιτιολογία ― Δυνατόν να συμπληρώνεται και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου.
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Λόγοι ακυρώσεως ― Παράβαση ουσιώδους τύπου ― Παράβαση του Άρθρου 5 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου (Ν.158(1)/99) ― Εφόσον η προσφυγή κατεχωρήθη εμπρόθεσμα, η παράλειψη του Εφόρου να κοινοποιήσει στους αιτητές τα μέσα προστασίας τους, δεν ήταν παράβαση ουσιώδους τύπου.
Η αιτήτρια εταιρεία προσέβαλε την σε βάρος της επιβολή φορολογίας προστιθέμενης αξίας ύψους 97.098,32 (πλέον τόκοι και επιβαρύνσεις).
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Η έρευνα του Εφόρου εν προκειμένω άρχισε στις 5.10.2000 και ολοκληρώθηκε στις 12.12.2000. Από τον ογκώδη διοικητικό φάκελο προκύπτει ότι ο Έφορος εξέτασε με προσοχή όλα τα βιβλία και στοιχεία που παρουσίασαν οι αιτητές καθώς και τις πληροφορίες που έδωσαν. Δεν αμφισβητείται από τους αιτητές ότι δεν τηρούσαν πλήρη βιβλία και στοιχεία. Αυτό που αμφισβητείται είναι ο τελικός υπολογισμός των εισιτηρίων των θεατρικών παραστάσεων του Χάρρυ Κλυνν, στο Συνεδριακό Κέντρο και Παττίχειο θέατρο. Τα στοιχεία τα οποία έδωσαν οι αιτητές ήσαν ελλιπή και σε ορισμένες περιπτώσεις ανύπαρκτα ή υπολογισμοί που δεν μπορούσαν να τους αποδείξουν.
Το γεγονός ότι η έρευνα του Εφόρου ήταν η αρμόζουσα προκύπτει και από το γεγονός ότι προέβη σε αναθεώρηση της αρχικής του βεβαίωσης της 12.3.2001, μετά την προσκόμιση νέων στοιχείων από τους αιτητές, και από £156.144,56 το ποσό της βεβαίωσης μειώθηκε σε £97.698,32.
Η έρευνα του Εφόρου ήταν ενδελεχής και λεπτομερής. Ο Έφορος ενήργησε με βάση όλα τα στοιχεία που ήσαν ενώπιόν του, κατέληξε δε σε εύλογες διαπιστώσεις
2. Οι αιτητές δεν παρουσίασαν οτιδήποτε για να ενισχύσουν τους ισχυρισμούς τους περί πλάνης. Το βάρος της απόδειξης όσον αφορά ισχυρισμούς για πραγματικά γεγονότα και πλάνης του Εφόρου εναποτίθεται στον φορολογούμενο. Εάν δεν υποβάλει πλήρη στοιχεία κινδυνεύει να φορολογηθεί με βάση μόνο την έρευνα του Εφόρου.
Οι αιτητές δεν έχουν δώσει όλα τα στοιχεία τα οποία τους έχουν ζητηθεί. Η έρευνα του Εφόρου κατέδειξε ότι τα βιβλία και αρχεία των αιτητών ήσαν ελλιπή και περιείχαν σφάλματα. Αποτελεί υποχρέωση του φορολογούμενου η αποκάλυψη όλων των στοιχείων που τείνουν να προσδιορίσουν τις φορολογικές τους υποχρεώσεις. Οι ισχυρισμοί των αιτητών περί πλάνης περί τα πράγματα και έλλειψης δέουσας έρευνας δεν ευσταθούν. Σύμφωνα με τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας της Ελλάδος «ο λόγος περί πλάνης τυγχάνει απορριπτέος οσάκις προβάλλεται αορίστως και δεν αποδεικνύεται εκ των στοιχείων του φακέλου ή υπ' αυτού του αιτούντος».
3. Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο Έφορος άσκησε τη διακριτική του εξουσία εφαρμόζοντας το Άρθρο 34(1) του Νόμου 246/90.
Στην παρούσα υπόθεση συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του εν λόγω άθρου. Οι αιτητές δεν τηρούσαν τα αναγκαία έγγραφα και βιβλία, αδυνατούσαν να παράσχουν στοιχεία και να δώσουν επαρκείς διευκολύνσεις και επίσης οι φορολογικές τους δηλώσεις ήσαν ελλιπείς και περιείχαν σφάλματα. Κατά συνέπεια ο Έφορος προχώρησε στον υπολογισμό του φόρου χρησιμοποιώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση του με βάση τα στοιχεία που είχε ενώπιόν του.
4. Το Δικαστήριο μπορεί να επέμβει μόνο όταν συντρέχει περίπτωση υπέρβασης ή κακής χρήσης της διακριτικής ευχέρειας του Εφόρου. Δεν διαπιστώνεται οποιαδήποτε υπέρβαση ή κακή χρήση της διακριτικής εξουσίας του Εφόρου στην παρούσα υπόθεση. Η απόφαση στην οποία κατέληξε ήταν εύλογη κάτω από τις δοσμένες περιστάσεις και τα γεγονότα όπως φαίνονται στο φάκελο.
5. Η αιτιολογία της επίδικης απόφασης φαίνεται στην απόφαση του Εφόρου που καταγράφεται στις επιστολές του προς τους αιτητές, ημερ. 5.9.2001 και 12.12.2001. Περαιτέρω συμπληρώνεται από το σύνολο των στοιχείων της υπόθεσης, που περιέχεται στο διοικητικό φάκελο, πράγμα επιτρεπτό από τη νομολογία.
6. Οι αιτητές προβάλλουν επίσης ως λόγο ακυρότητας την παράβαση ουσιώδους τύπου. Ισχυρίζονται ότι ο Έφορος δεν κοινοποίησε στους αιτητές τη μορφή και τη φύση των διαθέσιμων θεραπειών ή μέσων προσβολής της επίδικης πράξης καθώς και των ανατρεπτικών προθεσμιών, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 5 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, Ν. 158(1)/99.
Ενόψει των γεγονότων που περιβάλλουν την υπόθεση η μη καταγραφή των διαθέσιμων θεραπειών στην επιστολή του Εφόρου προς τους αιτητές, δεν αποτελεί παραβίαση ουσιώδους τύπου έτσι που να οδηγεί, από μόνη της, στην ακύρωση της πράξης, αφού δεν αποτελεί συστατικό στοιχείο της.
Η παράβαση του συγκεκριμένου τύπου δεν είχε οποιεσδήποτε συνέπειες για τους αιτητές, αφού είναι φανερό ότι γνώριζαν τα δικαιώματά τους και κατεχώρησαν την παρούσα προσφυγή εμπρόθεσμα.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Χριστοφή και Σία ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 427,
Ζαχαροπλαστικές Επιχειρήσεις ΟΚΑΠΙ Λτδ. ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 48,
Kokos Athanasiou Motors Ltd. v. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 21,
Δημοκρατία ν. Nicolas Tyrimos Tavern Restaurant Ltd. (2000) 3 Α.Α.Δ. 679,
Van Boechel v. Customs and Excise Commissioners [1981] 2 All E.R. 505,
Rahman (Trading as Khayan Restaurant) v. Customs and Excise Commissioners [1998] S.T.C. 826,
Blue Moon Trading Ltd. v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 1130,
Δημοκρατία ν. Πανταζή (1991) 3 Α.Α.Δ. 47,
J.M.C. Polytrade v. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 94,
Παπαλουκάς κ.ά. ν. Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου (1998) 3 Α.Α.Δ. 656.
Προσφυγή.
Χρ. Νικολάου για Π. Παύλου, για τους Αιτητές.
Ε. Αντωνίου, για τους Καθ΄ων η αίτηση.
�Cur. adv. vult.
ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης και είναι εγγεγραμμένη στο μητρώο του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.). Έχει ως εμπορική δραστηριότητα την εκμετάλλευση και διαχείριση τηλεοπτικού σταθμού στη Λεμεσό καθώς και τη διοργάνωση διαφόρων καλλιτεχνικών εκδηλώσεων.
Με την παρούσα προσφυγή της η αιτήτρια ζητά την ακόλουθη θεραπεία:-
«Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη ή απόφαση των Καθ΄ων η Αίτηση ημερομηνίας 5/9/2001 που γνωστοποιήθηκε στους Αιτητές με επιστολή με την πιο πάνω ημερομηνία που λήφθηκε γύρω στις 19/9/2001 και/ή το μέρος της πιο πάνω πράξης ή απόφασης με το οποίο επιβλήθηκε Φόρος Προστιθέμενης Αξίας ύψους Λ.Κ.97.098,32 συν χρηματικές επιβαρύνσεις συν τόκοι και/ή αναθεωρημένος Φόρος Προστιθέμενης Αξίας σε σχέση με εκροές και/ή εισπράξεις από εκδηλώσεις και/ή παραστάσεις που διοργάνωσαν οι Αιτητές είναι άκυρη και/ή παράνομη και/ή εσφαλμένη και/ή χωρίς οποιοδήποτε νομικό αποτέλεσμα και/ή ακύρωση της πιο πάνω πράξης ή απόφασης ως παράνομης και/ή εσφαλμένης.»
Ο Έφορος Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (ο Έφορος), μέσω λειτουργού του, ασκώντας τις εξουσίες του με βάση το σχετικό νόμο (Νόμος αρ. 246/90) επισκέφθηκε στις 5.10.2000 τα υποστατικά της επιχείρησης των αιτητών στο Ζακάκι με σκοπό τη διενέργεια ελέγχου στα βιβλία και αρχεία της αιτήτριας. Επειδή αυτά δεν ήσαν έτοιμα διευθετήθηκε νέα συνάντηση στις 26.10.2000 ούτως ώστε να τεθούν στη διάθεση του λειτουργού του Εφόρου. Τα βιβλία και αρχεία της αιτήτριας, σύμφωνα με τον Έφορο, προσκομίστηκαν σταδιακά και κατόπιν τηλεφωνικών επικοινωνιών και επίσης με επιστολή του λειτουργού ημερ. 20.11.2000.
Η εξέταση των βιβλίων, των αρχείων και των άλλων στοιχείων που τηρούσε η αιτήτρια για τις φορολογικές περιόδους από 1.3.94 μέχρι 31.5.2000 ολοκληρώθηκε στις 12.12.2000. Διαπιστώθηκε ότι μέρος αυτών δεν ήταν κατάλληλα τηρημένα. Συγκεκριμένα:-
«(α) Δεν προσκομίστηκαν όλα τα βιβλία και αρχεία της επιχείρησης για την υπό εξέταση περίοδο από 1.3.1994 μέχρι 31.5.2000. Ούτε κατάσταση όλων των εισιτηρίων που εκδόθηκαν για διάφορες καλλιτεχνικές εκδηλώσεις, κατάσταση με αύξοντες αριθμούς εισιτηρίων που πωλήθηκαν και τα αποκόμματα τους και κατάσταση εισιτηρίων που παρέμειναν αδιάθετα χωρίς να πωληθούν. Η υποχρέωση των αιτητών να παράσχουν τα πιο πάνω δημιουργείται από το άρθρο 39 του Ν. 246/90 και από τον περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Τήρηση Βιβλίων, Αρχείων και Στοιχείων) Διάταγμα του 1992 (ΚΔΠ 114/92).
(β) Έγιναν λογιστικές εγγραφές στα βιβλία της επιχείρησης των αιτητών που επηρέαζαν τον καταβλητέο φόρο και το ποσό του φόρου που δύναται να πιστωθεί, χωρίς να υποστηρίζονται από τα αναγκαία έγγραφα σύμφωνα με το άρθρο 25(10) του Ν. 246/90 και των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φόρος Εισροών) Κανονισμών του 1991 (ΚΔΠ 208/91).
(γ) Τα αρχεία και στοιχεία της επιχείρησης των αιτητών δεν τηρήθηκαν ενημερωμένα και δεν περιείχαν τέτοια στοιχεία που να είναι δυνατόν να υπολογιστεί ορθά το ποσό του καταβλητέου φόρου και το ποσό του φόρου που δύναται να πιστωθεί σύμφωνα με την παράγραφο 3(3) του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Τήρηση Βιβλίων, Αρχείων και Στοιχείων) Διατάγματος του 1992 (ΚΔΠ 114/92). Συγκεκριμένα τη μη τήρηση συστήματος αρχειοθέτησης, την ελλιπή πληροφόρηση των αρχείων και την καταχώρηση των εγγραφών στα βιβλία της επιχείρησης σε λανθασμένες ημερομηνίες σε σχέση με τις ημερομηνίες που αναφέρονταν τα διάφορα έγγραφα και στοιχεία.
(δ) Οι αιτητές διεκδίκησαν πίστωση φόρου εισροών με τον οποίο έχουν επιβαρυνθεί δαπάνες για τις οποίες δεν παρέχεται το δικαίωμα πίστωσης σύμφωνα με το άρθρο 25(13) του Ν. 246/90. Συγκεκριμένα διεκδίκησαν φόρο που αφορούσε δαπάνες για εκτέλεση εργασιών σε ακίνητη ιδιοκτησία (για την ανέγερση του κτιρίου της επιχείρησης), το φόρο από την εισαγωγή επιβατικού αυτοκινήτου μάρκας Mercendes για χρήση από το διευθυντή της επιχείρησης. Όταν η Λειτουργός επισήμανε στο διευθυντή της εταιρείας τα ευρήματα της αυτά, από την απάντηση του, διαφάνηκε ότι γνώριζε την απαγορευτική διάταξη του άρθρου 25(13) του Ν. 246/90 αλλά κατά την άποψη του επειδή το κτίριο θα χρησιμοποιηθεί για κοινωνικό έργο στη Λεμεσό, θεώρησε ότι έχει δικαίωμα να διεκδικεί την πίστωση του φόρου εισροών.
(ε) Οι αιτητές διεκδίκησαν φόρο για αγορά οικιακών συσκευών και επίπλων που δεν αφορούσαν τους σκοπούς της επιχείρησης αλλά ήταν για προσωπικούς - ιδιωτικούς σκοπούς του διευθυντή της επιχείρησης, που σύμφωνα με το άρθρο 25(4) του Ν. 246/90 δεν είναι φόρος εισροών.
(στ) Οι αιτητές κατά τη διάρκεια του ελέγχου των βιβλίων και αρχείων της επιχείρησης από τη Λειτουργό της Υπηρεσίας Φ.Π.Α. αρνήθηκαν να παράσχουν κάθε διευκόλυνση η οποία ζητήθηκε με σκοπό την εξέταση των βιβλίων και αρχείων, ενέργεια στην οποία όφειλαν να προβούν σύμφωνα με το άρθρο 39 του Ν. 246/90.
(ζ) Ο έλεγχος αξιοπιστίας των καταχωρήσεων στις εκροές της επιχείρησης για συγκεκριμένες εισπράξεις από τη διοργάνωση θεατρικών παραστάσεων σε συνεργασία με τον ηθοποιό Στάθη Ψάλτη και για τις εισπράξεις από παραστάσεις του Ξανθού Μάγου κλόνισε την αξιοπιστία των βιβλίων και αρχείων της επιχείρησης.
Συγκεκριμένα για τις εισπράξεις από τη διοργάνωση θεατρικών παραστάσεων του Στάθη Ψάλτη (29/9/1997-21/10/1997) δηλώθηκαν από τους αιτητές ότι οι συνολικές εισπράξεις ήταν £25.111 με μέση τιμή εισιτηρίου £6.00 και αναλογούν 4.185 θεατές. Ο συνολικός αριθμός των παραστάσεων που έγιναν ήταν 48 που αναλογούν 87 θεατές για κάθε παράσταση. Αριθμός θεατών πολύ χαμηλός και σε σχέση με τη χωρητικότητα των θεατρικών αιθουσών και της διάρκειας της παραμονής του θιάσου στην Κύπρο.
Επίσης στις παραστάσεις που έδωσε ο Ξανθός Μάγος (13/6/97-14/9/97) δηλώθηκαν από τους αιτητές ότι οι συνολικές εισπράξεις ήταν £20.717 με μέση τιμή εισιτηρίου £5 και αναλογούν 4.144 θεατές που παρακολούθησαν τις παραστάσεις. Διοργανώθηκαν συνολικά 220 παραστάσεις που αναλογούν 19 θεατές για κάθε παράσταση. Αριθμός θεατών πολύ χαμηλός και σε σχέση με τη χωρητικότητα της τέντας εντός της οποίας διοργανώθηκαν οι παραστάσεις και της διάρκειας της παραμονής του θιάσου στην Κύπρο.»
Με βάση τα πιο πάνω δεδομένα ο Έφορος έκρινε ότι η αιτήτρια δεν απέδωσε ολόκληρο το ποσό του φόρου εκροών, ο οποίος αναλογούσε στις φορολογητέες παραδόσεις αγαθών και/ή υπηρεσιών που πραγματοποίησε κατά τις φορολογικές περιόδους από 1.3.1994 μέχρι 31.5.2000.
Ο Έφορος προέβη σε βεβαίωση του φόρου και απέστειλε βεβαίωση στην αιτήτρια με επιστολή ημερ. 12.3.2001, το περιεχόμενο της οποίας είναι το πιο κάτω:-
«Αναφέρομαι στην επίσκεψη ελέγχου της επιχείρησης σας που άρχισε στις 26/10/00 και ολοκληρώθηκε στις 12/12/00 για την περίοδο 1/3/94 μέχρι 31/5/00.
Από την εξέταση των βιβλίων και αρχείων της επιχείρησης σας διαπιστώθηκαν τα ακόλουθα που επηρεάζουν τις φορολογικές σας υποχρεώσεις:
(α) Δεν προσκομίσατε όλα τα βιβλία και αρχεία της επιχείρησης για την περίοδο από 1/3/94 μέχρι 31/5/00 και δεν παρουσιάσατε για έλεγχο σημαντικά αρχεία της επιχείρησης σας για επαλήθευση των καταχωρήσεων των εισπράξεων σας στα λογιστικά σας βιβλία και κατ' επέκταση των φορολογικών σας δηλώσεων.
Δεν παρουσιάσατε για έλεγχο κατάσταση όλων των εισιτηρίων που εκδόθηκαν με τους αύξοντες αριθμούς τους κατά εκδήλωση, κατάσταση με αύξοντες αριθμούς εισιτηρίων που διατέθηκαν και αποκόμματα τους, εισιτήρια που ενώ εκδόθηκαν δεν διατέθηκαν κατά παράσταση και τυχόν προσκλήσεις που δόθηκαν σε κάθε εκδήλωση κατά παράβαση του άρθρου 39 των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμων του 1990 μέχρι 2000 και του περί Φ.Π.Α. (Τήρηση βιβλίων, Αρχείων και Στοιχείων) Διατάγματος του 1992 (Κ.Δ.Π. 114/92) με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή η εξακρίβωση της ορθότητας του περιεχομένου των φορολογικών σας δηλώσεων.
(β) Διαπιστώθηκε ότι γίνονται λογιστικές εγγραφές στα βιβλία σας χωρίς να υποστηρίζονται από τα αναγκαία έγγραφα και δικαιολογητικά.
(γ) Διεκδικήσατε φόρο εισροών που αφορούσε δαπάνες για τις οποίες σύμφωνα με την περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νομοθεσία δεν σας παρέχεται δικαίωμα πίστωσης.
(δ) Έχετε προβεί σε ακύρωση τιμολογίων χωρίς να έχετε στην κατοχή σας τα πρωτότυπα που εκδώσατε.
(ε) Η άρνηση εκ μέρους σας να παρέχεται κάθε διευκόλυνση η οποία ήθελε ζητηθεί με σκοπό την εξέταση των βιβλίων σας αποτελεί παράβαση του άρθρου 39(1) των περί ΦΠΑ Νόμων του 1990 μέχρι 2000 και του Κανονισμού 3(3) και (4) του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Τήρηση βιβλίων, Αρχείων και Στοιχείων) Διατάγματος του 1992 (Κ.Δ.Π. 114/92).
Α. Ενόψει των πιο πάνω διαπιστώσεων κρίνω ότι οι φορολογικές δηλώσεις που υποβάλατε είναι ελλιπείς και περιέχουν σφάλματα. Ως εκ τούτου έχω προβεί σε ανασυγκρότηση των εκροών. Χρησιμοποιώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση μου αφού έλαβα υπόψη μου τη χωρητικότητα των θεάτρων, σχετικές πρόνοιες των συμβολαίων που προσκομίστηκαν και πληροφορίες που δόθηκαν.
Πρόσθετα έχω προβεί σε βεβαίωση φόρου εκροών για περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης σας τα οποία διατέθηκαν με ή χωρίς αντιπαροχή έτσι ώστε να παύσουν πλέον να αποτελούν μέρος των περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης με βάση το άρθρο 6(6) του Ν. 246/90 και ως φορολογητέα αξία σύμφωνα με το άρθρο 23(13) του ιδίου Νόμου λαμβάνεται το κόστος των αγαθών.
Με βάση τα πιο πάνω οι ανασυγκροτημένες εκροές σας ανέρχονται σε £3.112.228,62 (Πίνακας Ι).
Β. Δεν σας παρέχεται δικαίωμα πίστωσης φόρου εισροών ύψους £41.714,42 που έχετε διεκδικήσει για τα πιο κάτω:
Περιγραφή Φ.Π.Α.
£σεντ
• Μη κατοχή αναγκαίων εγγράφων
[άρθρο 25(10) του Ν. 246/90] 6.780,04
• Δαπάνες σε ακίνητη ιδιοκτησία
[άρθρο 25(13)(α) του Ν. 246/90] 26.580,15
• Φόρος εισροών ο οποίος δεν χρησιμοποιείται για
σκοπούς της επιχείρησης [άρθρο 25(4) του Ν. 246/90] 3.600,51
• Δαπάνες δεξιώσεων, ψυχαγωγίας
[άρθρο 25(13)(δ) του Ν. 246/90] 2.679,56
• Δαπάνες εισαγωγής επιβατικού αυτοκινήτου, καυσίμων,
επισκευής και συντήρησης [άρθρο 25(13)(ζ) του Ν. 246/90 1.582,16
• Φόρος που δεν αντιστοιχεί στο εκδοθέν τιμολόγιο 492,00 ----------------
Σύνολο £41.714,42
Συνεπώς:
• Το συνολικό ποσό των £156.744,66 βεβαιώνεται ως φόρος οφειλόμενος από εσάς δυνάμει του άρθρου 34(1) και (2) του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 1990.
• Καλείστε δυνάμει του άρθρου 36 του ιδίου Νόμου να καταβάλετε τον οφειλόμενο φόρο. Το ακριβές πληρωτέο ποσό θα σας κοινοποιηθεί με σχετικό έντυπο από τα Κεντρικά Γραφεία της Υπηρεσίας Φ.Π.Α. αφού ληφθούν υπόψη τυχόν χρηματικές επιβαρύνσεις και τόκοι.»
�
Η αιτήτρια εταιρεία ζήτησε, μέσω του λογιστού της, αναθεώρηση της βεβαίωσης του φόρου παρουσιάζοντας νέα στοιχεία. Ο Έφορος μετά από ενδελεχή εξέταση των νέων στοιχείων αναθεώρησε την πρώτη βεβαίωση μειώνοντας τον καταβλητέο φόρο. Απέστειλε δε νέα βεβαίωση φόρου στην εταιρεία με επιστολή ημερ. 5.9.2001 η οποία έχει ως εξής:-
«Αναφέρομαι στην επιστολή σας με ημερομηνία 11/4/2001 με την οποία αιτείστε αναθεώρηση της πιο πάνω βεβαίωσης φόρου, στις συναντήσεις που εκπρόσωποι της εταιρείας είχαν με λειτουργούς της Υπηρεσίας Φ.Π.Α., καθώς και στα νέα στοιχεία και επεξηγήσεις που δώσατε και σας πληροφορώ τα ακόλουθα:
(α) Η βεβαίωση φόρου εκροών τον οποίο παραλείψατε να αποδώσετε μειώνεται σε £97.098,32 αφού έλαβα υπόψη τα νέα στοιχεία που υποβάλατε όσον αφορά εγγραφές στα βιβλία για μείωση του οφειλόμενου φόρου εκροών, καθώς και τις επεξηγήσεις για τις παραστάσεις/εκδηλώσεις που πραγματοποιήσατε.
Για την ανασυγκρότηση των εκροών (εισπράξεων) για εκδηλώσεις/παραστάσεις, για πωλήσεις λουλουδιών και φωτογραφιών (σε μουσικές παραστάσεις), έλαβα υπόψη τη συχνότητα τους, τον απόλυτο αριθμό τους, σύμφωνα με τα συμβόλαια που είχατε συνάψει και εκεί όπου ήταν εύλογα επιτρεπτό αναπροσαρμόστηκαν τα ποσοστά πληρότητας. Η συνολική αντιπαροχή από τις διάφορες παραστάσεις / εκδηλώσεις που πραγματοποιήσατε ανέρχεται σε £1.267.699,51 όπως φαίνεται στα Παραρτήματα Ι μέχρι V.
(β) Σύμφωνα με τα νέα στοιχεία και επεξηγήσεις που δόθηκαν η βεβαίωση φόρου εισροών μειώνεται σε £34.087,64 όπως φαίνεται αναλυτικά στον Πίνακα ΙΙΙ που επισυνάπτεται. Ο εν λόγω φόρος εισροών που διεκδικήσατε χωρίς να σας παρέχεται από τη Νομοθεσία δικαίωμα πίστωσης είναι όπως πιο κάτω:
£σεντ
• Μη κατοχή αναγκαίων εγγραφών [άρθρο 25(10)] 1.644,43
• Δαπάνες εργασιών σε ακίνητη ιδιοκτησία
[άρθρο 25(13)(α)] 25.849,45
• Έξοδα που δεν αφορούν επιχειρηματικές δαπάνες
[άρθρο 25(4)] 3.146,07
• Δαπάνες δεξιώσεων και ψυχαγωγίας [άρθρο 25(13)(δ)] 1.896,71
• Δαπάνες εισαγωγής επιβατικών αυτοκινήτων, καυσίμων,
επισκευής [άρθρο 25(13)(ζ)] 1.528,58
• Ποσό που λανθασμένα διεκδικήθηκε σαν φόρος εισροών 22,40
£34.087,64
========
3. Σημειώνεται ότι μέρος των στοιχείων που προσκομίσατε δεν έγινε αποδεκτό όπως ενδεικτικά αναφέρω πιο κάτω:
Πιστωτικές σημειώσεις (Πίνακας ΙΙ)
• Στις 20/7/99 εκδόθηκε πιστωτική σημείωση προς πελάτη σας χωρίς να υπάρχει αναφορά αρχικού εκδοθέντος τιμολογίου. Έχετε ισχυριστεί ότι αφορά το τιμολόγιο 1278 το οποίο όμως εκδόθηκε σε μεταγενέστερη ημερομηνία 31/7/99.
• Στις 30/8/96 εκδόθηκε πιστωτική σημείωση για το τιμολόγιο 278 το χρέος του οποίου εκχωρήθηκε αποκλειστικά στην Τράπεζα Κύπρου Φάκτορς Λτδ. Αντίθετα δεν προσκομίστηκαν οποιαδήποτε στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι ενημερώσατε την Τράπεζα Κύπρου Φάκτορς Λτδ. για την μείωση της αρχικής απαίτησης σύμφωνα με το τιμολόγιο.
�
Εκδηλώσεις / Παραστάσεις
Για τέτοιου είδους δραστηριότητες με βάση στοιχεία που κατέχω τόσο για μουσικές εκδηλώσεις στο Monte Caputo που διοργανώσατε όσο και για παραστάσεις του Χάρρυ Κλυνν, Ξανθού Μάγου και Στάθη Ψάλτη δεν κατέστη δυνατό να συμφιλιωθούν τόσο οι ημερομηνίες των παραστάσεων όσο και τα εισιτήρια που διατέθηκαν.
3. Ενόψει των πιο πάνω και σύμφωνα με το άρθρο 34(7) των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμων του 1990 μέχρι 2000 σας πληροφορώ ότι η βεβαίωση φόρου με ημερομηνία 12/3/2001 για τις φορολογικές περιόδους από 1/3/94 μέχρι 31/5/2000 μειώνεται σε £131.185,96, ποσό το οποίο καλείστε να καταβάλετε άμεσα.»
Η αιτήτρια ζήτησε και πάλιν με επιστολή της ημερ. 24.10.2001 αναθεώρηση της νέας βεβαίωσης, χωρίς όμως να προσκομίσει νέα στοιχεία. Ο Έφορος με απαντητική του επιστολή, ημερ. 12.12.2001, δεν έκαμε αποδεκτό το αίτημα και επέμενε στη βεβαίωση φόρου της 5.9.2001. Η σχετική επιστολή του Εφόρου έχει ως εξής:-
«Αναφέρομαι στην επιστολή σας ημερομηνίας 24/10/01 σχετικά με το πιο πάνω θέμα και στη συνάντηση με τον λογιστή σας κ. Χ. Σοφιανό στα γραφεία της Υπηρεσίας Φ.Π.Α. στις 20/11/01 και σας πληροφορώ ότι λόγω του γεγονότος ότι δεν υποβάλατε οποιαδήποτε επιπρόσθετα στοιχεία που δεν είχαν ληφθεί υπόψη κατά τη βεβαίωση φόρου, το αίτημα σας για αναθεώρηση της εν λόγω βεβαίωσης φόρου δεν γίνεται αποδεκτό.
Ως εκ τούτου η βεβαίωση φόρου ημερομηνίας 5/9/01 για τις φορολογικές περιόδους από 1/3/94 μέχρι 31/5/00 εξακολουθεί να ισχύει και παρακαλώ όπως συμμορφωθείτε με το περιεχόμενο της επιστολής ημερομηνίας 5/9/01.»
Ως λόγους ακύρωσης οι αιτητές προβάλλουν ισχυρισμούς για διεξαγωγή μη δέουσας έρευνας η οποία οδήγησε τον Έφορο σε πλάνη περί τα πράγματα και κακή άσκηση της διακριτικής του εξουσίας. Οι τρεις αυτοί λόγοι είναι αλληλένδετοι και θα εξετασθούν μαζί.
Η έρευνα του Εφόρου άρχισε στις 5.10.2000 και ολοκληρώθηκε στις 12.12.2000. Από τον ογκώδη διοικητικό φάκελο προκύπτει ότι ο Έφορος εξέτασε με προσοχή όλα τα βιβλία και στοιχεία που παρουσίασαν οι αιτητές καθώς και τις πληροφορίες που έδωσαν. Ο Έφορος κατέληξε σε διαπιστώσεις και συμπεράσματα όπως αναφέρονται στην αρχή της απόφασης μου. Δεν αμφισβητείται από τους αιτητές ότι δεν τηρούσαν πλήρη βιβλία και στοιχεία. Αυτό που αμφισβητείται είναι ο τελικός υπολογισμός των εισιτηρίων των θεατρικών παραστάσεων του Χάρρυ Κλυνν, στο Συνεδριακό Κέντρο και Παττίχειο θέατρο. Όσον αφορά το Συνεδριακό Κέντρο οι αιτητές ισχυρίσθησαν ότι δεν τηρούσαν βιβλία ούτε στοιχεία αναφορικά με τον αριθμό των θεατών ούτε και εφάρμοζαν οποιοδήποτε σύστημα ελέγχου αλλά, όπως ανέφεραν, μπορούσαν να δώσουν μια γενική εκτίμηση. Για τον αριθμό δε των εισιτηρίων στις παραστάσεις της Λεμεσού και πάλιν οι αιτητές δεν παρουσίασαν βιβλία ή στοιχεία και παρέπεμψαν τον Έφορο στο Δήμο Λεμεσού, ο οποίος όμως αδυνατούσε, όπως λέχθηκε στον Έφορο, να παράσχει τέτοια στοιχεία. Γενικά τα στοιχεία τα οποία έδωσαν οι αιτητές ήσαν ελλιπή και σε ορισμένες περιπτώσεις ανύπαρκτα ή υπολογισμούς που δεν μπορούσαν να τους αποδείξουν. Για παράδειγμα όταν ζητήθηκε από τους αιτητές να προσκομίσουν στοιχεία σε σχέση με τον ισχυρισμό τους ότι 34.000 εισιτήρια παρέμειναν αδιάθετα κατ' αρχάς υποστήριξαν ότι δεν μπορούσαν να τα βρουν, πολύ αργότερα δε ανέφεραν ότι τα βρήκαν και τα παρουσίασαν αλλά δεν ήσαν σε θέση να βεβαιώσουν αν ο συγκεκριμένος αριθμός εισιτηρίων αφορούσε τις επίδικες παραστάσεις.
Το γεγονός ότι η έρευνα του Εφόρου ήταν η αρμόζουσα προκύπτει και από το γεγονός ότι προέβη σε αναθεώρηση της αρχικής του βεβαίωσης της 12.3.2001, μετά την προσκόμιση νέων στοιχείων από τους αιτητές, και από £156.144,56 το ποσό της βεβαίωσης μειώθηκε σε £97.698,32.
Έχω διεξέλθει με προσοχή το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου. Η έρευνα του Εφόρου ήταν ενδελεχής και λεπτομερής. Ο Έφορος ενήργησε με βάση όλα τα στοιχεία που ήσαν ενώπιον του, κατέληξε δε σε εύλογες διαπιστώσεις. Έχω καταλήξει ότι ο Έφορος διενήργησε δέουσα έρευνα στην περίπτωση των αιτητών και έτσι ο σχετικός λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.
Οι αιτητές δεν παρουσίασαν οτιδήποτε για να ενισχύσουν τους ισχυρισμούς τους περί πλάνης. Το βάρος της απόδειξης όσον αφορά ισχυρισμούς για πραγματικά γεγονότα και πλάνης του Εφόρου εναποτίθεται στον φορολογούμενο. Εάν δεν υποβάλει πλήρη στοιχεία κινδυνεύει να φορολογηθεί με βάση μόνο την έρευνα του Εφόρου (Βλέπε: Χριστοφή και Σία ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 427 και Ζαχαροπλαστικές Επιχειρήσεις ΟΚΑΠΙ Λτδ. ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 48).
Οι αιτητές δεν έχουν δώσει όλα τα στοιχεία τα οποία τους έχουν ζητηθεί. Η έρευνα του Εφόρου κατέδειξε ότι τα βιβλία και αρχεία των αιτητών ήσαν ελλιπή και περιείχαν σφάλματα. Αποτελεί υποχρέωση του φορολογούμενου η αποκάλυψη όλων των στοιχείων που τείνουν να προσδιορίσουν τις φορολογικές τους υποχρεώσεις. Οι ισχυρισμοί των αιτητών περί πλάνης περί τα πράγματα και έλλειψης δέουσας έρευνας δεν ευσταθούν. Σύμφωνα με τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας της Ελλάδος «ο λόγος περί πλάνης τυγχάνει απορριπτέος οσάκις προβάλλεται αορίστως και δεν αποδεικνύεται εκ των στοιχείων του φακέλου ή υπ' αυτού του αιτούντος». (Βλέπε: Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας (1929-1959), σελ. 267-8).
Όσον αφορά τον ισχυρισμό των αιτητών ότι υπήρξε κακή άσκηση της διακριτικής εξουσίας εκ μέρους του Εφόρου και ότι δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις για ενεργοποίηση του άρθρου 34(1) του Νόμου έχω να παρατηρήσω τα ακόλουθα.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο Έφορος άσκησε τη διακριτική του εξουσία εφαρμόζοντας το άρθρο 34(1) του Νόμου. Απάντηση στους ισχυρισμούς των αιτητών αποτελεί ο λόγος της απόφασης της Ολομέλειας Kokos Athanasiou Motors Ltd. v. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 21, στην οποία έχουν λεχθεί τα εξής:-
«Σύμφωνα με την ορθή ερμηνεία του άρθρου 34(1) ο Έφορος νομιμοποιείται να ασκήσει τις εξουσίες του εάν συντρέχει οποιαδήποτε από τις προϋποθέσεις που θέτει η διάταξη. Μεταξύ των προϋποθέσεων αυτών είναι και (α) η μή τήρηση των αναγκαίων εγγράφων και (β) η υποβολή φορολογικών δηλώσεων οι οποίες είναι ελλειπείς ή περιέχουν σφάλματα. Με βάση την επίδικη απόφαση του Εφόρου η ύπαρξη των πιο πάνω δύο προϋποθέσεων ήταν δεδομένη. Καμιά μαρτυρία ή παράθεση άλλων γεγονότων δεν υπήρξε από την εφεσείουσα που να αμφισβητεί την ύπαρξη των πιο πάνω προϋποθέσεων. Αντίθετα υπήρχε ομολογία από την εφεσείουσα ότι δεν τηρούσε όλα τα έγγραφα που απαιτεί η σχετική νομοθεσία όπως το βιβλίο αποθεμάτων και περαιτέρω ότι άλλα στοιχεία ήσαν ελλειπή.
Κατά συνέπεια ορθά κατέληξε το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι ορθά ο Έφορος προχώρησε στη βεβαίωση του φόρου δυνάμει του άρθρου 34(1) του Νόμου.
Ο ισχυρισμός της εφεσείουσας ότι ενεργοποιείται η εξουσία του Εφόρου δυνάμει του άρθρου 34(1) μόνο όταν συντρέχει μεν η προϋπόθεση της μή τήρησης των αναγκαίων εγγράφων αλλά συγχρόνως ο φορολογούμενος να μην παρέχει τις αναγκαίες διευκολύνσεις προς επιβεβαίωση του φόρου δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Η κάθε μια από τις προϋποθέσεις του άρθρου 34(1) από μόνη της ενεργοποιεί την εξουσία του Εφόρου για βεβαίωση του φόρου. Η μη παροχή των αναγκαίων διευκολύνσεων, όταν ζητηθεί τούτο από τον Έφορο, αποτελεί ιδιαίτερη προϋπόθεση ενεργοποίησης της εξουσίας του Εφόρου, ανεξάρτητη από τη μη τήρηση των αναγκαίων εγγράφων. Δεν μπορεί να συνταυτισθεί η προϋπόθεση της μη τήρησης των αναγκαίων εγγράφων και βιβλίων με την παροχή διευκολύνσεων από τον φορολογούμενο. Ακριβώς η παροχή διευκολύνσεων είναι η παρουσίαση των εγγράφων και βιβλίων, για τη διευκόλυνση του Εφόρου στο έργο του, της βεβαίωσης του φόρου.»
(Βλέπε επίσης: Δημοκρατία ν. Nicolas Tyrimos Tavern Restaurant Ltd. (2000) 3 Α.Α.Δ. 679).
Στην παρούσα υπόθεση συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτές. Οι αιτητές δεν τηρούσαν τα αναγκαία έγγραφα και βιβλία, αδυνατούσαν να παράσχουν στοιχεία και να δώσουν επαρκείς διευκολύνσεις και επίσης οι φορολογικές τους δηλώσεις ήσαν ελλιπείς και περιείχαν σφάλματα.
Κατά συνέπεια ο Έφορος προχώρησε στον υπολογισμό του φόρου χρησιμοποιώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση του με βάση τα στοιχεία που είχε ενώπιον του. Το Δικαστήριο μπορεί να επέμβει μόνο όταν συντρέχει περίπτωση υπέρβασης ή κακής χρήσης της διακριτικής ευχέρειας του Εφόρου. (Βλέπε: Van Boechel v. Customs and Excise Commissioners [1981] 2 All E.R. 505, Rahman (Trading as Khayan Restaurant) v. Customs and Excise Commissioners [1998] S.T.C. 826 και Κοkos Athanasiou (πιο πάνω)).
Δεν έχω διαπιστώσει οποιαδήποτε υπέρβαση ή κακή χρήση της διακριτικής εξουσίας του Εφόρου στην παρούσα υπόθεση. Η απόφαση στην οποία κατέληξε ήταν εύλογη κάτω από τις δοσμένες περιστάσεις και τα γεγονότα όπως φαίνονται στο φάκελο. (Βλέπε: Blue Moon Trading Ltd. v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 1130.
Ισχυρίζονται ακόμα οι αιτητές ότι η επίδικη απόφαση είναι αναιτιολόγητη.
Η αιτιολογία της επίδικης απόφασης φαίνεται στην απόφαση του Εφόρου που καταγράφεται στις επιστολές του προς τους αιτητές, ημερ. 5.9.2001 και 12.12.2001. Περαιτέρω συμπληρώνεται από το σύνολο των στοιχείων της υπόθεσης που περιέχεται στο διοικητικό φάκελο, πράγμα επιτρεπτό από τη νομολογία. (Βλέπε: Δημοκρατία ν. Πανταζή (1991) 3 Α.Α.Δ. 47 και J.M.C. Polytrade v. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 94).
Έχω καταλήξει ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς αιτιολογημένη και ο σχετικός ισχυρισμός των αιτητών είναι ανεδαφικός.
Οι αιτητές προβάλλουν επίσης ως λόγο ακυρότητας παράβασης ουσιώδους τύπου. Ισχυρίζονται ότι ο Έφορος δεν κοινοποίησε στους αιτητές τη μορφή και τη φύση των διαθέσιμων θεραπειών ή μέσων προσβολής της επίδικης πράξης καθώς και των ανατρεπτικών προθεσμιών, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 5 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, Ν. 158(1)/99.
Ενόψει των γεγονότων που περιβάλλουν την υπόθεση έχω καταλήξει ότι η μη καταγραφή των διαθέσιμων θεραπειών στην επιστολή του Εφόρου προς τους αιτητές δεν αποτελεί παραβίαση ουσιώδους τύπου έτσι που να οδηγεί, από μόνη της, στην ακύρωση της πράξης, αφού δεν αποτελεί συστατικό στοιχείο της.
Η παράβαση του συγκεκριμένου τύπου δεν είχε οποιεσδήποτε συνέπειες για τους αιτητές αφού είναι φανερό ότι γνώριζαν τα δικαιώματα τους και κατεχώρησαν την προσφυγή αυτή εμπρόθεσμα. Όπως λέχθηκε και στην απόφαση Παπαλουκάς κ.ά. ν. Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου (1998) 3 Α.Α.Δ. 656: «.... αν διαπιστωθεί ότι η παράβαση του δεν είχε δυσμενείς επιπτώσεις για τον διοικούμενο, τότε, για τους σκοπούς της συγκεκριμένης περίπτωσης, αυτός θεωρείται επουσιώδης με αποτέλεσμα η παράβαση του να μην επάγεται την ακυρότητα της πράξεως.»
Για όλους τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.