ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2003) 4 ΑΑΔ 482
23 Μαΐου, 2003
[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στής]
Αναφορικα με το αρθρο 146 του Συνταγματοσ
ΠΟΛΥΧΡΟΝΗΣ ΤΙΑΓΚΟΥΔΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔHΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΠΑΝΑΚΡΙΣΕΩΝ ΕΠΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1061/2001)
Στρατός της Δημοκρατίας ― Εθελοντές Πενταετούς Υποχρέωσης ― Προαγωγές ― Κριτήρια ― Βασικά στοιχεία τα ουσιαστικά προσόντα που βαθμολογούνται στις εκθέσεις ικανότητας ― Πειθαρχικά παραπτώματα λαμβάνονται υπόψη, αλλά όχι σε βαθμό που να παραγνωρίζονται οι εκθέσεις ικανότητας ― Η απόδοση βαρύνουσας σημασίας σε αυτά, σε βαθμό που να κριθεί ο αιτητής ως μη προακτέος, αποτελούσε παράβαση των Κανονισμών, υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας, εφόσον τούτο δεν αιτιολογήθηκε.
Ο αιτητής προσέβαλε την απόρριψη της ιεραρχικής του προσφυγής κατά της κρίσης του ως μη προακτέου από το Συμβούλιο Κρίσεων.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
Το Συμβούλιο Κρίσεων αναγνώρισε ότι η βαθμολογία του Αιτητή σε όλα τα ουσιαστικά προσόντα ως "εξαίρετος" και "πολύ καλός" δικαιολογούσε την προαγωγή του, θεώρησε όμως ότι τα πειθαρχικά παραπτώματά του έδειχναν ότι "δεν επιδεικνύει τον απαιτούμενο ζήλο και ενδιαφέρον για την υπηρεσία, την απαιτούμενη επιμέλεια και τυπικότητα στην εκτέλεση των καθηκόντων του, δεν είναι συνεπής και αξιόπιστος καθώς και δεν εκτελεί με ακρίβεια τα διατασσόμενα". Όλα αυτά όμως αφορούσαν ικανότητες που επί λέξει προσδιορίζουν στοιχεία βαθμολογούμενα στις εκθέσεις ικανότητας, συγκεκριμένα τα στοιχεία "Χαρακτήρας" (4η), "Αφοσίωση στο καθήκον" (5α.β) και "Πειθαρχία" (7α), στα οποία ο Αιτητής είχε ήδη βαθμολογηθεί με βαθμό που το ίδιο το Συμβούλιο Κρίσεων αναγνώρισε ότι δικαιολογούσε την προαγωγή του. Η απόφαση εμπεριείχε λοιπόν τέτοια αντιφατικότητα που απέληγε να ήταν αναιτιολόγητη, καθ' όσον μάλιστα δεν εξηγήθηκε γιατί το Συμβούλιο Κρίσεων είχε την άποψη ότι τα πειθαρχικά παραπτώματα του Αιτητή αποκάλυπταν πλημμέλειές του που αναιρούντο από αυτή ταύτη τη βαθμολογία του στις εκθέσεις ικανότητας. Ακόμα, δε, εφ' όσον ο Κανονισμός 25(1) εν προκειμένω καθιστά τα ουσιαστικά προσόντα που βαθμολογούνται στις εκθέσεις ικανότητας ως τα βασικά στοιχεία στα οποία πρέπει να βασίζεται η κρίση του ΕΠΥ, στα οποία σύμφωνα με τον Κανονισμό 28(2) και πρέπει να δίδεται ιδιαίτερη σημασία, η παραγνώριση των εκθέσεων ικανότητας του Αιτητή και η απόδοση βαρύνουσας σημασίας στα πειθαρχικά παραπτώματά του είναι αντίθετη με του ίδιους τους Κανονισμούς και συνιστούσε υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας, καθ' όσον τούτο δεν αιτιολογήθηκε.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Λευκαρίτη ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 84/2001, ημερ. 27.9.2001,
Δημοκρατία ν. Χατζηκωνσταντίνου (1999) 3 Α.Α.Δ. 728,
Λεωνίδου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 56/2001, ημερ. 26.2.2002.
Προσφυγή.
Σ. Οικονομίδης, για τον Αιτητή.
Κ. Σταυρινός, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Ο Αιτητής είναι Λοχίας του Στρατού υπηρετών ως Εθελοντής Πενταετούς Υποχρεώσεως (ΕΠΥ). Εφ' όσον πληρούσε τις προβλεπόμενες στις σχετικές κανονιστικές διατάξεις προϋποθέσεις, το όνομα του συμπεριλήφθηκε στον κατάλογο των όσων θα εκρίνοντο από το Συμβούλιο Κρίσεων κατά το πρώτο εξάμηνο του 2001. Το Συμβούλιο Κρίσεων τον έκρινε μη προακτέο στην ακόλουθη βάση:
"Το Συμβούλιο Κρίσεων κατέληξε στην πιο πάνω απόφαση, καίτοι η βαθμολογία του στα ουσιαστικά προσόντα στις Εκθέσεις Ικανότητάς του στον κατεχόμενο βαθμό είναι "εξαίρετος" και "πολύ καλός" και δικαιολογούσαν κρίση ανώτερης διαβάθμισης, αφού έλαβε σοβαρά υπόψη τη φύση και τη σοβαρότητα των πενήντα ένα (51) πειθαρχικών παραπτωμάτων με τα οποία βαρύνεται και για τα οποία του επιβλήθηκαν πειθαρχικές ποινές φυλάκισης, κράτησης και περιορισμού τα έτη 1996-2001 και από τα οποία συνάγεται ότι δεν επιδεικνύει τον απαιτούμενο ζήλο και ενδιαφέρον για την υπηρεσία, την απαιτούμενη επιμέλεια και τυπικότητα στην εκτέλεση των καθηκόντων του, δεν είναι συνεπής και αξιόπιστος καθώς και δεν εκτελεί με ακρίβεια τα διατασσόμενα."
Ο Αιτητής άσκησε ιεραρχική προσφυγή κατά της κρίσης αυτής προς το Συμβούλιο Επανακρίσεων, αναφέροντας τα ακόλουθα σε στήριξη της:
"α. Εφόσον, όπως αναφέρεται στο (β) σχετικό, η βαθμολογία μου στα ουσιαστικά προσόντα του ΕΠΥ στις Εκθέσεις Ικανότητάς μου στον κατεχόμενο βαθμό είναι "εξαίρετος" και "πολύ καλός" και δικαιολογούσε κρίση ανώτερης διαβάθμισης, δηλαδή κρίση ως "προακτέος", είναι επόμενο πως σε όλα ανεξαίρετα τα ουσιαστικά προσόντα του ΕΠΥ σε όλες ανεξαίρετα τις Εκθέσεις Ικανότητας που μου έγιναν από τους διάφορους Διοικητές Λόχου που είχα στον κατεχόμενο βαθμό του ΕΠΥ Λοχία, είχα αξιολογηθεί με βαθμολογία από το 8,00 μέχρι το 10 στην κλίμακα του 10.
β. Συνδυάζοντας το αμέσως πιο πάνω αναφερθέν πραγματικό γεγονός με την πρόνοια του Κανονισμού 25(1) του (α) σχετικού, σύμφωνα με την οποία "τα ουσιαστικά προσόντα του ΕΠΥ προσδιορίζουν γενικά την ικανότητα και αξία του και αποτελούν τα βασικά στοιχεία πάνω στα οποία στηρίζεται η κρίση του", πιστεύω πως δεν θα έπρεπε να κριθώ δυσμενώς, αφού η προκύπτουσα από τη βαθμολογία των ουσιαστικών προσόντων του ΕΠΥ γενικά ικανότητα και αξία μου ήταν αποδεδειγμένα από πολύ καλή μέχρι εξαίρετη.
γ. Δεν αμφισβητώ πως τα πειθαρχικά παραπτώματα συνιστούν δυσμενή στοιχεία για ένα ΕΠΥ. Όμως, είναι φανερό πως από μόνα τους και ως τέτοια τα πειθαρχικά παραπτώματα δεν αναγνωρίζονται ή θεωρούνται στους σχετικούς Κανονισμούς ως "ουσιαστικό προσόν" του ΕΠΥ. Τα πειθαρχικά παραπτώματα είναι απλώς στοιχεία, τα οποία και ανάλογα με τη μορφή, τη φύση, τη σοβαρότητα και τη συχνότητά τους, επηρεάζουν ουσιαστικά προσόντα του ΕΠΥ και πρωτίστως το ουσιαστικό προσόν του ΕΠΥ "Πειθαρχία". Κατά συνέπεια, το ποια είναι η απόψεως πειθαρχίας γενικά ικανότητα και αξία ενός ΕΠΥ, δεν εξαρτάται από το αν ο ΕΠΥ αυτός έχει σε βάρος του πειθαρχικά παραπτώματα και ποια και πόσα, αλλ' από το κατά πόσο τα οποιαδήποτε σε βάρος του πειθαρχικά παραπτώματα κρίθηκαν από τον κατά νόμο αρμόδιο να τον αξιολογήσει Διοικητή του Λόχου του, ως ικανά ή και αρκετά ώστε να τον αξιολογήσει στο ουσιαστικό προσόν του ΕΠΥ "Πειθαρχία" ή, ακόμη, και σε οποιοδήποτε άλλο συναφές ουσιαστικό προσόν του ΕΠΥ, με μειωμένη βαθμολογία.
δ. Όπως προκύπτει από το (β) σχετικό, το Συμβούλιο Κρίσεων ΕΠΥ, βασιζόμενο στα γεγονότα πενήντα ενός (51) πειθαρχικών παραπτωμάτων με τα οποία βαρύνομαι, μου καταλογίζει μειωμένη ικανότητα και αξία σε στοιχεία ουσιαστικών προσόντων του ΕΠΥ, δηλαδή στην ουσία με αξιολογεί σε ουσιαστικά προσόντα του ΕΠΥ. Με όλο το σεβασμό, πιστεύω πως η ενέργεια αυτή του Συμβουλίου Κρίσεων ΕΠΥ, πέραν του ότι δεν προβλέπεται ή και είναι αντίθετη με τις πρόνοιες του (α) σχετικού, αφού σύμφωνα με αυτό ο μόνος αποκλειστικά αρμόδιος να αξιολογεί τον ΕΠΥ είναι ο κατά τον ουσιώδη χρόνο Διοικητής του Λόχου του, δημιουργεί και αντιφατική εικόνα ως προς γενικά την ικανότητα και αξία του ΕΠΥ. Και αυτό γιατί, ενώ ο κατά νόμο αρμόδιος να αξιολογεί τον ΕΠΥ Διοικητής του Λόχου του μπορεί να τον αξιολογεί σε ουσιαστικό προσόν του ΕΠΥ με άριστα, το Συμβούλιο Κρίσεων ΕΠΥ μπορεί να του καταλογίζει μειωμένη ικανότητα και αξία στο ίδιο ουσιαστικό προσόν του ΕΠΥ. Καθαρό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωσή μου όπου, ενώ όλοι οι κατά νόμο αρμόδιοι να με αξιολογήσουν Διοικητές του Λόχου μου με έχουν αξιολογήσει στο ουσιαστικό προσόν του ΕΠΥ "Αφοσίωση στο καθήκον" με βαθμολογία "πολύ καλός" και άνω, το Συμβούλιο Κρίσεων ΕΠΥ μου καταλογίζει μειωμένη ικανότητα και αξία και στα δύο στοιχεία ("Ζήλος και ενδιαφέρον για την υπηρεσία" και "Επιμέλεια και τυπικότητα στην εκτέλεση των καθηκόντων") στα οποία αναφέρεται το ουσιαστικό αυτό προσόν του ΕΠΥ."
Το Συμβούλιο Επανακρίσεων απέρριψε την ιεραρχική προσφυγή, όπως αναφέρεται:
"..... αφού έλαβε σοβαρά υπόψη τη φύση και σοβαρότητα των πενήντα ένα (51) πειθαρχικών παραπτωμάτων με τα οποία βαρύνεται και για τα οποία του επιβλήθηκαν πειθαρχικές ποινές φυλάκισης, κράτησης και περιορισμού τα έτη 1996 μέχρι 2001."
Κατά της απόφασης του Συμβουλίου Επανακρίσεων κατεχωρήθη η προσφυγή αυτή.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Αιτητή εισηγείται ότι, εφ΄ όσον ο Αιτητής είχε βαθμολογηθεί "εξαίρετος" και "πολύ καλός" στα ουσιαστικά προσόντα στις εκθέσεις ικανότητας του, δεν ήταν επιτρεπτή η απόδοση βαρύνουσας σημασίας στα πειθαρχικά παραπτώματα του, στη βάση ιδιαιτέρως του Κανονισμού 25(1) των περί Εθελοντών Πενταετούς Υποχρεώσεως του Στρατού της Δημοκρατίας Κανονισμών του 1995 ο οποίος προνοεί:
"25.-(1) Τα ουσιαστικά προσόντα του ΕΠΥ προσδιορίζουν γενικά την ικανότητα και αξία του και αποτελούν τα βασικά στοιχεία πάνω στα οποία στηρίζεται η κρίση του. Τα ουσιαστικά προσόντα του ΕΠΥ διακρίνονται στα σωματικά του προσόντα, στα ψυχικά του προσόντα, στη νοημοσύνη και ευφυία του, στο χαρακτήρα του, στην αφοσίωσή του στο καθήκον, στην υπευθυνότητά του, στην πειθαρχία του, στα ηγετικά του προσόντα, στα διοικητικά του προσόντα και στα επαγγελματικά του προσόντα."
Όλα τα ουσιαστικά προσόντα βαθμολογούνται στις εκθέσεις ικανότητας. Τα δε στοιχεία "αφοσίωση στο καθήκον", "πειθαρχία", και "χαρακτήρας", όπως προνοεί ο Κανονισμός 25(8), αναφέρονται αντιστοίχως "στο ζήλο και το ενδιαφέρον του για την υπηρεσία και στην επιμέλεια και τυπικότητα του στην εκτέλεση των καθηκόντων του", "στην ακριβή εκτέλεση των διατασσομένων ..." και στη "... συνέπεια και αξιοπιστία ...". Αν και, λέγει ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Αιτητή, σύμφωνα με τον Κανονισμό 28(2) το Συμβούλιο Κρίσεων "λαμβάνει υπ΄όψη του και εκτιμά όλα τα κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του στο Στρατό στοιχεία που υπάρχουν στον ατομικό του φάκελο", εν τούτοις, σύμφωνα με τον ίδιο Κανονισμό, "ιδιαίτερη όμως σημασία δίδεται στα στοιχεία του κατεχόμενου βαθμού", σύμφωνα δε με τον Κανονισμό 25(1) τα ουσιαστικά προσόντα "αποτελούν τα βασικά στοιχεία στα οποία στηρίζεται η κρίση του". Με αυτά τα δεδομένα, λέγει ο κ. Οικονομίδης, το Συμβούλιο Κρίσεων δεν έδωσε επαρκή και ειδική αιτιολογία για το ότι παραγνώρισε την ιδιαίτερη σημασία που είχαν τα ουσιαστικά προσόντα του Αιτητή ως τα βασικά στοιχεία για την κρίση του και βασίσθηκε στα πειθαρχικά παραπτώματά του, που συνιστούσε και θέση αντιφατική με τη βαθμολογία του Αιτητή στα στοιχεία "αφοσίωση στο καθήκον", "πειθαρχία" και "χαραχτήρας". Οι εισηγήσεις του κ. Οικονομίδη βρίσκουν στήριξη και στην απόφαση του αδελφού μου Καλλή, Δ., στην υπόθεση Λευκαρίτη ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 84/2001, ημερ. 27.9.2001, στην οποία έχω παραπεμφθεί. Εξετάζοντας ανάλογο θέμα, ο Καλλής, Δ., έκρινε ότι, εφ' όσον οι πλημμέλειες που κατελογίσθησαν στον Αιτητή σε σχέση με τα πειθαρχικά παραπτώματα του αφορούσαν στοιχεία που βαθμολογούνται στα οποία ο Αιτητής είχε βαθμολογηθεί έτσι ώστε να ήταν προακτέος και στα οποία δίδεται σύμφωνα με τους κανονισμούς ιδιαίτερη σημασία, τα πειθαρχικά παραπτώματα δεν μπορούσαν να αποτελούν παράγοντα ουσιώδους σημασίας και δεν μπορούσε να τους αποδοθεί αποφασιστική βαρύτητα. Η απόφαση έτσι απέληγε σε υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας αλλά ήταν και αναιτιολόγητη όπως προέκυπτε από την υπόθεση Δημοκρατία ν. Χατζηκωνσταντίνου (1999) 3 Α.Α.Δ. 728.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος για τη Δημοκρατία αντιτείνει την απόφαση του αδελφού μου Ηλιάδη, Δ., στην υπόθεση Λεωνίδου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 56/2001, ημερ. 26.2.2002, στην οποία απεφασίσθη ότι, εφ' όσον οι Κανονισμοί επέτρεπαν στο Συμβούλιο Κρίσεων να λάβει υπ' όψη του όλα τα στοιχεία που περιέχονται στον ατομικό φάκελο, περιλαμβανομένων πειθαρχικών ποινών, αυτές ορθά ελήφθησαν υπ' όψη. Στην προκειμένη περίπτωση σχετικός είναι ο κανονισμός 23(1)(2), στον οποίο ο κ. Σταυρινός και παραπέμπει.
Ο κ. Οικονομίδης δεν αμφισβητεί την αρχή της Λεωνίδου ν. Δημοκρατίας ότι τα πειθαρχικά παραπτώματα μπορούν να ληφθούν υπ' όψη. Λέγει όμως ότι στην προκειμένη περίπτωση, όπως και στη Λευκαρίτη ν. Δημοκρατίας, δεν μπορούσε να δοθεί βαρύνουσα σημασία στα πειθαρχικά παραπτώματα, με ακόλουθη παραγνώριση των εκθέσεων ικανότητας, χωρίς επαρκή προς τούτο αιτιολογία.
Με όλο το σέβας, η δική μου αντίληψη των πραγμάτων είναι στα πλαίσια εκείνης του αδελφού μου Καλλή, Δ., τα λεχθέντα από τον οποίο έχουν ανάλογη εφαρμογή στην προκειμένη περίπτωση. Το Συμβούλιο Κρίσεων αναγνώρισε ότι η βαθμολογία του Αιτητή σε όλα τα ουσιαστικά προσόντα ως "εξαίρετος" και "πολύ καλός" δικαιολογούσε την προαγωγή του, θεώρησε όμως ότι τα πειθαρχικά παραπτώματα του έδειχναν ότι "δεν επιδεικνύει τον απαιτούμενο ζήλο και ενδιαφέρον για την υπηρεσία, την απαιτούμενη επιμέλεια και τυπικότητα στην εκτέλεση των καθηκόντων του, δεν είναι συνεπής και αξιόπιστος καθώς και δεν εκτελεί με ακρίβεια τα διατασσόμενα". Όλα αυτά όμως αφορούσαν ικανότητες που επί λέξει προσδιορίζουν στοιχεία βαθμολογούμενα στις εκθέσεις ικανότητας, συγκεκριμένα τα στοιχεία "Χαρακτήρας" (4η), "Αφοσίωση στο καθήκον" (5α.β) και "Πειθαρχία" (7α), στα οποία ο Αιτητής είχε ήδη βαθμολογηθεί με βαθμό που το ίδιο το Συμβούλιο Κρίσεων αναγνώρισε ότι δικαιολογούσε την προαγωγή του. Η απόφαση εμπεριείχε λοιπόν τέτοια αντιφατικότητα που απέληγε να ήταν αναιτιολόγητη, καθ΄όσον μάλιστα δεν εξηγήθηκε γιατί το Συμβούλιο Κρίσεων είχε την άποψη ότι τα πειθαρχικά παραπτώματα του Αιτητή αποκάλυπταν πλημμέλειες του που αναιρούντο από αυτή ταύτη τη βαθμολογία του στις εκθέσεις ικανότητας. Ακόμα, δε, εφ΄όσον ο Κανονισμός 25(1) καθιστά τα ουσιαστικά προσόντα που βαθμολογούνται στις εκθέσεις ικανότητας ως τα βασικά στοιχεία στα οποία πρέπει να βασίζεται η κρίση του ΕΠΥ, στα οποία σύμφωνα με τον Κανονισμό 28(2) και πρέπει να δίδεται ιδιαίτερη σημασία, η παραγνώριση των εκθέσεων ικανότητας του Αιτητή και η απόδοση βαρύνουσας σημασίας στα πειθαρχικά παραπτώματα του είναι αντίθετη με του ίδιους τους Κανονισμούς και συνιστούσε υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας, καθ' όσον τούτο δεν αιτιολογήθηκε.
Η προσφυγή λοιπόν επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Η Δημοκρατία θα καταβάλει στον Αιτητή £400 έξοδα.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.