ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ν. 14/1977 - Ο περί Εκτάκτου Προσφυγικής Επιβάρυνσης (Εισαγόμενα Εμπορεύματα) Νόμος του 1977
Ν. 246/1990 - Ο περί Ο Περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμος του 1990
Ν. 82/1967 - Ο περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμος του 1967
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ν. ΑΝΔΡΕΑ Α. ΙΩΑΝΝΙΔΗ, ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 59/2008, 18 Μαρτίου 2011
Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου ν. Ανδρέα Α. Ιωαννίδη (2011) 3 ΑΑΔ 229
(2003) 4 ΑΑΔ 68
28 Ιανουαρίου, 2003
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ANVAR SUPPLIES LTD,
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ,
Καθ' ης η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 426/2001)
Τελωνειακοί Δασμοί και Φόροι Κατανάλωσης ― Άρθρο 76 του περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεων Νόμου του 1967 (Ν. 82/67) ― Εξουσία του Διευθυντή Τελωνείων να επιβάλει τελωνειακούς δασμούς για εμπορεύματα που ενώ ήταν αποθηκευμένα σε Γενική Αποθήκη Αποταμίευσης έλειπαν ή είχαν υποστεί ζημιές, άλλες από φυσική φθορά ― Η απόφαση του Διευθυντή είναι εκτελεστή διοικητική απόφαση εντός της σφαίρας του δημοσίου δικαίου ― Βάρος απόδειξης της φυσικής φθοράς το έχει ο αιτητής.
Λέξεις και φράσεις ― Ο όρος «αναλογούντες δασμοί» στο Άρθρο 76 του περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεων Νόμου ― Παραπέμπει στους σταθερούς δασμούς, στους οποίους υπόκεινται τα εμπορεύματα κατά την εισαγωγή και αποταμίευσή τους.
Η αιτήτρια εταιρεία προσέβαλε την απόφαση της καθ' ης αίτηση να της επιβάλει το ποσό των £10.937 για εισαγωγικό δασμό, έκτακτη προσφυγική επιβάρυνση, φόρο κατανάλωσης και ΦΠΑ κατ' επίκληση του Άρθρου 76 του περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου του 1967 (Ν. 82/67).
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Το Άρθρο 76 καλύπτει την περίπτωση κατά την οποία εμπορεύματα που τέθηκαν σε αποθήκη αποταμίευσης "αποδειχθεί ότι ελλείπουσι ή ότι είναι ελλιπή" και "δεν αποδειχθή τω Διευθυντή ότι τούτο οφείλεται εις φυσικήν φθοράν ή μείωσιν ή ετέραν νόμιμον αιτίαν", δηλαδή κατά τη μονομερή διαπίστωση και κρίση του διευθυντή και όχι κάποιου δικαστηρίου. Οπότε, ενεργοποιείται η εξουσία του Διευθυντή, ως προς ορισμένες πτυχές ενέχουσα και διακριτική εξουσία, να απαιτήσει τον αναλογούντα τοις εμπορεύμασι δασμόν ή φόρον" τον οποίο, βεβαίως, προσδιορίζει τότε ο διευθυντής και πάλιν μονομερώς. Με επακόλουθο τη γέννηση της υποχρέωσης για την πληρωμή του, μάλιστα επ' απειλή σε περίπτωση παράλειψης, της χρηματικής ποινής που προβλέπει η παράγραφος 2. Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι σαφώς εκτελεστή, στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου. Απόφαση τέτοιας μορφής δεν θα ήταν δυνατό να ελεχθεί με αναφορά στα αποδειχθέντα ή στα μή αποδειχθέντα στο Διευθυντή και στα συναρτώμενα προς τον "αναλογούντα τοις εμπορεύμασι δασμό ή φόρο" από δικαστήριο με αστική δικαιοδοσία.
Τα επίσημα έγγραφα φέρουν τα εμπορεύματα τοποθετημένα στην αποθήκη με αρ. 5.164. Αυτά εν τέλει βρίσκονταν εκτός αυτής, ούτως ή άλλως ήταν ελλιπή αφού είχαν αφαιρεθεί τα εξαρτήματά τους και θεωρείται ότι ευλόγως κρίθηκε πως, στο πλαίσιο των δεδομένων, συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του Άρθρου 76. Δεν έχει στοιχειοθετηθεί δε είτε πλάνη είτε ελλιπής έρευνα που θα την εμφάνιζε ως ενδεχόμενο και σημειώνω πως ήταν ευθύνη των αιτητών να αποδείξουν, μάλιστα στο Διευθυντή, "φυσική φθορά, μείωση ή άλλη νόμιμη αιτία".
2. Το τελευταίο θέμα αφορά στο ύψος του εισαγωγικού δασμού. Οι αιτητές διερωτούνται ως προς τον τρόπο υπολογισμού του και θέτουν θέμα αναλογικότητας αφού, εν τέλει, τα αυτοκίνητα κατέληξαν να είναι μηδενικής αξίας. Οι διοικητικοί φάκελοι είναι αποκαλυπτικοί και ως προς αυτή την πτυχή. Όπως εξηγείται στο πιο πάνω Σημείωμα, οι δασμοί και οι φόροι προσδιορίστηκαν στη βάση των εντύπων (Τελ. 3), δηλαδή στη βάση της τελωνειακής αξίας των αυτοκινήτων όπως τη δήλωσαν οι ίδιοι οι αιτητές κατά το χρόνο της αποταμίευσής τους. Σχετική είναι η απόφαση στην υπόθεση G.M. Pioneer Bonded Ltd ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1130/99 κ.ά., ημερ. 25/1/2002, στην οποία αποφασίστηκε πως:
"όταν το άρθρο 76 αναφέρεται στους αναλογούντες δασμούς ή φόρους δεν μπορεί παρά να παραπέμπει στους σταθερούς στους οποίους υπόκεινται τα εμπορεύματα κατά την εισαγωγή και αποταμίευσή τους".
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενη υπόθεση:
G.M. Pioneer Bonded Ltd v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1130/99 κ.ά., ημερ. 25.1.2002.
Προσφυγή.
Χρ. Κληρίδης, για τους Αιτητές.
Στ. Θεοδούλου, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Προσδιορίζεται ως το αντικείμενο της προσφυγής η απόφαση που συμπεριλαμβάνεται στην επιστολή εκ μέρους της διευθύντριας του Τμήματος Τελωνείων, ημερομηνίας 12.3.01. Η επιστολή, που τιτλοφορείται ως "Σημείωμα Απαίτησης", αφορά στο συνολικό ποσό των £10,937 που αναλύεται σε £1,932 για εισαγωγικό δασμό, £156.- για έκτακτη προσφυγική επιβάρυνση, £7,357 για φόρο κατανάλωσης και £1,492 για ΦΠΑ.
Αυτά, κατ' επίκληση του άρθρου 76 του περι Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου του 1967 (Ν. 82/67) και οι ισχυρισμοί που προβλήθηκαν περιστρέφονται γύρω από την ένταξη της περίπτωσης σ΄αυτό και τις επενέργειές της. Χωρίς, δηλαδή, ιδιαίτερα επιχειρήματα αναφορικά με το ύψος των επιμέρους ποσών κατά θέμα, πέραν της βασικής, όπως θα δούμε, ως προς τον γνώμονα για τη συγκεκριμενοποίηση του ποσού που προσδιορίστηκε ως αντιπροσωπεύον εισαγωγικό δασμό. Σημειώνω συναφώς τα άρθρα 4 και 5 του περί Έκτακτης Προσφυγικής Επιβάρυνσης (Εισαγόμενα Εμπορεύματα) Νόμο του 1977 (Ν. 14/77) και τα άρθρα 4(β), 5(5), 22 και 43 του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 1990 (Ν. 246/90) σε σχέση με τη διασύνδεση του αντικειμένου τους προς την εισαγωγή εμπορευμάτων.
Οι αιτητές ήταν οι κάτοχοι της Αποθήκης Αποταμίευσης με αρ. 5164 και έρεισμα του "Σημειώματος Απαίτησης" ήταν η θεώρηση πως μετακίνησαν παράνομα από την πιο πάνω Αποθήκη, στην οποία ήταν αποταμιευμένα, οκτώ αυτοκίνητα Tauria, αφού παράλληλα αφαίρεσαν από αυτά σημαντικά και ουσιώδη εξαρτήματα. Ας σημειωθεί πως οι αιτητές ήταν ταυτόχρονα και οι εισαγωγείς των αυτοκινήτων ως οι αντιπρόσωποι των κατασκευαστών και πως αυτά, στην κατάσταση στην οποία ανευρέθηκαν, εξ αιτίας των αφαιρέσεων, είχαν πλέον μηδενική αξία.
Προέχει η εξέταση της προδικαστικής ένστασης πως ό,τι προσβάλλεται στην πραγματικότητα συνιστά αξίωση στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου, συνεπώς εκτός της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου κατά το άρθρο 146 του Συντάγματος. Και αυτό, παρά το γεγονός ότι με το ίδιο το "Σημείωμα Απαίτησης" ρητά πληροφορούνται οι αιτητές πως
" το παρόν Σημείωμα Απαίτησης, αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη, την οποία μπορείτε να προσβάλετε αν επιθυμείτε με προσφυγή σας στο Ανώτατο Δικαστήριο, μέσα σε εβδομήντα πέντε μέρες από την ημερομηνίας λήψεως της, σύμφωνα με το άρθρο 146 του Συντάγματος".
Βρίσκεται στη βάση της ένστασης η αντίληψη πως "το Τμήμα Τελωνείων δεν έχει προσδιορίσει και/ή επιβάλει δασμούς μέσα στα πλαίσια των εξουσιών του για προσδιορισμό και/ή για επιβολή δασμών". Θεωρούν τώρα οι καθ' ων η αίτηση πως δεν έχουμε μονομερή έκφραση βούλησης για επέλευση έννομου αποτελέσματος αλλά απλώς αξίωση "για αποζημίωση για την απώλεια εσόδων της Δημοκρατίας, το ύψος των οποίων είχε προκαθοριστεί κατά την αποταμίευση των αυτοκινήτων και για τη διασφάλιση των οποίων οι αιτητές είχαν ρητή υποχρέωση". Παραπέμποντας, όμως, ως προς το ύψος των "απωλεσθέντων εσόδων", στο ποσό του δασμού που αναλογεί με βάση "τη δασμολογητέα αξία των αυτοκινήτων, όπως αυτή είχε δηλωθεί από τους ίδιους τους αιτητές και που ήταν πληρωτέος λόγω της παραβίασης των όρων που είχαν τεθεί κατά την αδασμολόγητη εισαγωγή των αυτοκινήτων αλλά και των όρων δυνάμει των οποίων είχε επιτραπεί η λειτουργία της Γενικής Αποθήκης Αποταμίευσης των αιτητών".
Με θέμα σχετικό με το άρθρο 76 είχα την ευκαιρία να ασχοληθώ στην G.M. Pioneer Bonded Ltd v. Δημοκρατίας, Προσφυγές αρ. 1130/99 κ.ά., ημερομηνίας 25.1.02. Είναι σχετική προς την ουσία ενός από τα ζητήματα που εγείρουν οι αιτητές και θα επανέλθω σ΄αυτή. Ως προς την προδικαστική ένσταση σημειώνω πως δεν είχε υποστηριχτεί τότε πως η λειτουργία του άρθρου ενέπιπτε στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου. Το άρθρο 76* καλύπτει την περίπτωση κατά την οποία εμπορεύματα που τέθηκαν σε αποθήκη αποταμίευσης "αποδειχθεί ότι ελλείπουσι ή ότι είναι ελλιπή" και "δεν αποδειχθή τω Διευθυντή ότι τούτο οφείλεται εις φυσικήν φθοράν ή μείωσιν ή ετέραν νόμιμον αιτίαν", δηλαδή κατά τη μονομερή διαπίστωση και κρίση του διευθυντή και όχι κάποιου δικαστηρίου. Οπότε, ενεργοποιείται η εξουσία του Διευθυντή, ως προς ορισμένες πτυχές ενέχουσα και διακριτική εξουσία, να απαιτήσει τον αναλογούντα τοις εμπορεύμασι δασμόν ή φόρον" τον οποίο, βεβαίως, προσδιορίζει τότε ο διευθυντής και πάλιν μονομερώς. Με επακόλουθο τη γέννηση της υποχρέωσης για την πληρωμή του, μάλιστα επ' απειλή σε περίπτωση παράλειψης, της χρηματικής ποινής που προβλέπει η παράγραφος 2. Θεωρώ, συνεπώς, πως η προσβαλλόμενη απόφαση είναι σαφώς εκτελεστή, στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου. Απόφαση τέτοιας μορφής δεν θα ήταν δυνατό να ελεχθεί με αναφορά στα αποδειχθέντα ή στα μή αποδειχθέντα στο Διευθυντή και στα συναρτώμενα προς τον "αναλογούντα τοις εμπορεύμασι δασμό ή φόρο" από δικαστήριο με αστική δικαιοδοσία.
Τα οκτώ αυτοκίνητα ήταν αρχικώς τοποθετημένα στην αποθήκη αποταμίευσης, πάλιν των αιτητών, με αριθμό 5165 και σ΄αυτό εστιάζονται οι ισχυρισμοί τους. Ενώ κατέθεσαν στο Τελωνείο ένταλμα μετακίνησής τους στη γειτονική αποθήκη τους με αριθμό 5164, διατείνονται πως ουδέποτε προέβησαν και στη φυσική τοποθέτησή τους σ΄αυτή. Λέγουν πως τα άφησαν στον ανοικτό χώρο της πρώτης, για τη σειρά των ετών που ακολούθησαν, με την γνώση και με την ανοχή των Τελωνειακών Αρχών οι οποίες προέβαιναν σε ελέγχους. Αποδίδουν την αφαίρεση των εξαρτημάτων από τα αυτοκίνητα και την συνακόλουθη εκμηδένιση της αξίας σε τρίτους βάνδαλους και εισηγούνται πως δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για τη λειτουργία του άρθρου 76.
Όμως, όλα τα πιο πάνω, με ισχυρισμούς στην αγόρευση για τους αιτητές, κατ΄επίκληση και επιστολής του δικηγόρου τους μετά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, και είναι πάγια η νομολογία μας πως οι αγορεύσεις δεν συνιστούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων. Οι διοικητικοί φάκελοι όχι μόνο δεν δικαιολογούν αυτούς τους ισχυρισμούς αλλά, σε ουσιώδη σημεία, τους αναιρούν. Για τα αποτελέσματα του ελέγχου που πραγματοποιήθηκε την 1.3.01 συντάχθηκε Σημείωμα και περιλαμβάνεται σ΄αυτό και η αντίδραση του υπεύθυνου της αποθήκης αποταμίευσης των αιτητών, προς τον οποίο, στο πλαίσιο της έρευνας που διεξάχθηκε, απευθύνθηκε ο λειτουργός. Αναφέρεται συναφώς:
"Όπως διαπιστώθηκε από εμάς και παραδέκτηκε και ο εκπρόσωπος της Γ.Α.Α. 5164 κύριος Μιχάλης Παπαναστασίου οι ιδιοκτήτες της Αποθήκης που είναι και αντιπρόσωποι των ουκρανικών αυτοκινήτων TAURIA αφαιρούσαν εξαρτήματα από τα αυτοκίνητα αυτά κατά διάφορα χρονικά διαστήματα και τα πουλούσαν σε πελάτες τους που είχαν αγοράσει τέτοια αυτοκίνητα και χρειάζοντο εξαρτήματα. Κανένα από τα πιο πάνω αυτοκίνητα είναι σε θέση σήμερα να μπορέσει να κυκλοφορήσει, διότι έχουν αφαιρεθεί, μέρη ή και ολόκληρες οι μηχανές, οι προφυλακτήρες, φανάρια, τροχοί, συστήματα οδήγησης κλπ.".
Τα επίσημα έγγραφα φέρουν τα εμπορεύματα τοποθετημένα στην αποθήκη με αρ. 5.164. Αυτά εν τέλει βρίσκονταν εκτός αυτής, ούτως ή άλλως ήταν ελλιπή αφού είχαν αφαιρεθεί τα εξαρτήματά τους και θεωρώ ότι ευλόγως κρίθηκε πως, στο πλαίσιο των δεδομένων, συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του άρθρου 76. Δεν έχει στοιχειοθετηθεί δε είτε πλάνη είτε ελλιπής έρευνα που θα την εμφάνιζε ως ενδεχόμενο και σημειώνω πως ήταν ευθύνη των αιτητών να αποδείξουν, μάλιστα στο Διευθυντή, "φυσική φθορά, μείωση ή άλλη νόμιμη αιτία".
Το τελευταίο θέμα αφορά στο ύψος του εισαγωγικού δασμού. Οι αιτητές διερωτούνται ως προς τον τρόπο υπολογισμού του και θέτουν θέμα αναλογικότητας αφού, εν τέλει, τα αυτοκίνητα κατέληξαν να είναι μηδενικής αξίας. Οι διοικητικοί φάκελοι είναι αποκαλυπτικοί και ως προς αυτή την πτυχή. Όπως εξηγείται στο πιο πάνω Σημείωμα, οι δασμοί και οι φόροι προσδιορίστηκαν στη βάση των εντύπων (Τελ. 3), δηλαδή στη βάση της τελωνειακής αξίας των αυτοκινήτων όπως τη δήλωσαν οι ίδιοι οι αιτητές κατά το χρόνο της αποταμίευσής τους. Επανέρχομαι δε στην υπόθεση G.M. Pioneer Bonded Ltd ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω) στην οποία θεώρησα πως
"όταν το άρθρο 76 αναφέρεται στους αναλογούντες δασμούς ή φόρους δεν μπορεί παρά να παραπέμπει στους σταθερούς στους οποίους υπόκεινται τα εμπορεύματα κατά την εισαγωγή και αποταμίευσή τους".
Δεν έχει στοιχειοθετηθεί λόγος ακυρότητας, η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
* 76(1) Εάν καθ΄οιονδήποτε χρόνον, αφ΄ης εμπορεύματα ετέθησαν εις αποθήκην αποταμιεύσεως, και πριν ή ταύτα νομίμως μεταφερθώσιν εκ της αποθήκης συμφώνως τη περί τούτων κατατεθείση διασαφήσει, αποδειχθή ότι τα εμπορεύματα ελλείπουσιν ή ότι είναι ελλιπή και δεν αποδειχθή τω Διευθυντή ότι τούτο οφείλεται εις φυσικήν φθοράν ή μείωσιν ή ετέραν νόμιμον αιτίαν, ανεξαρτήτως της ποινής ή δημεύσεως, ην τοιούτον έλλειμμα δυνατόν να επάγεται δυνάμει ετέρας διατάξεως του παρόντος Νόμου ο Διευθυντής δύναται να απαιτήση παρά του κατόχου της αποθήκης αποταμιεύσεως ή του ιδιοκτήτου των εμπορευμάτων, όπως καταβάλη πάραυτα αναφορικώς προς τα ελλείποντα εμπορεύματα ή την επί το έλαττον διαφοράν, εν όλω ή εν μέρει, ως ήθελε καθορίσει κατά το δοκούν, τον αναλογούντα τοις εμπορεύμασι δασμόν ή φόρον ή, εν τη περιπτώσει εμπορευμάτων αποταμιευθέντων επί τη επιστροφή του καταβληθέντος δασμού ή φόρου, άτινα δεν ηδύναντο κατά νόμον να διατεθώσιν προς εσωτερικήν κατανάλωσιν ποσόν ίσον προς τον επιστραφέντα δασμόν ή φόρον:
Νοείται ότι το παρόν εδάφιον δεν τυγχάνει εφαρμογής καθ΄όσον αφορά εις έλλειμμα σημειούμενον εις εμπορεύματα αποταμιευθέντα και τελωνισθέντα εκ της αποθήκης προς εξαγωγήν ή φόρτωσιν αυτών ως εφοδίων, εκτός εάν ο αρμόδιος λειτουργός έχει εύλογον υπόνοιαν ότι η επί το έλαττον διαφορά οφείλεται εν όλω ή εν μέρει, εις παράνομον υπεξαίρεσιν.
(2) Ο κάτοχος της αποθήκης αποταμιεύσεως ή ο ιδιοκτήτης των εμπορευμάτων όστις, τη εγγράφω απαιτήσει λειτουργού, αρνείται να καταβάλη οιονδήποτε ποσόν, δι΄ο υπέχει υποχρέωσιν συμφώνως τω προηγουμένω εδαφίω, υπόκειται επιπροσθέτως εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν το διπλάσιον του τοιούτου ποσού.
(3) Εν η περιπτώσει επιτραπή κατά νόμον η μεταφορά εμπορευμάτων εξ αποθήκης αποταμιεύσεως άνευ της καταβολής του δασμού ή φόρου εις ετέραν αποθήκην ή εις έτερον τι μέρος, το παρόν άρθρον, εξαιρουμένης της τεθειμένης τω εδαφίω (1) επιφυλάξεως, τυγχάνει εφαρμογής καθ΄όσον αφορά εις τα εμπορεύματα ταύτα διαρκούσης της μεταφοράς των, ως εάν ταύτα ευρίσκοντο εισέτι εν αποθήκη αποταμιεύσεως:
Νοείται ότι παν ποσόν δυνάμει του εδαφίου (1) οφειλόμενον, αναφορικώς προς τα τοιαύτα εμπορεύματα, εισπράττεται μόνον εκ του ιδιοκτήτου των εμπορευμάτων.