ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθεση Αρ. 829/2002)

29 Δεκεμβρίου 2003

[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΒΡΑΧΙΜΗΣ Ι. ΧΑΤΖΗΧΑΝΝΑΣ,

Αιτητής,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ΄ ων η αίτηση.

---------------------------

Ο αιτητής εμφανίζεται αυτοπροσώπως.

Δ. Καλλίγερος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

Αγ. Ευσταθίου για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο.

---------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Η Ε.Δ.Υ. με απόφαση ημερ. 14 Ιουλίου 1999 επέλεξε για προαγωγή στη μόνιμη θέση Ανώτερου Γεωργικού Λειτουργού, Τμήμα Γεωργίας (θέση προαγωγής) το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κ. Νεοκλή Τσαππή. Η απόφαση προσεβλήθη από αριθμό προσοντούχων υποψηφίων περιλαμβανομένου και του αιτητή και ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο: Βραχίμης Ι. Χατζηχάννας κ.α. ν. Δημοκρατίας, προσφυγές αρ. 1353/99 κ.α., ημερ. 10 Απριλίου 2002. Είχαν τεθεί εκεί για εξέταση διάφορα νομικά σημεία. Εξετάστηκε μόνο ένα, εκείνο που αφορούσε στο κατά πόσο η σύσταση του Προϊσταμένου ήταν δεόντως αιτιολογημένη. Σε σχέση με αυτή την εξέλιξη, ο συνάδελφος που επιλήφθηκε της περίπτωσης ανέφερε τα εξής:

«Προβάλλονται και στις δύο προσφυγές διάφοροι λόγοι ακύρωσης. Βασικός λόγος ακύρωσης όμως είναι ο ισχυρισμός των αιτητών ότι η σύσταση του Διευθυντή είναι τρωτή γιατί είναι αναιτιολόγητη.»

 

Κατέληξε πως η σύσταση δεν ήταν δεόντως αιτιολογημένη. Κι αυτό διότι είχε αποδοθεί στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο υπεροχή με αναφορά σε ιδιότητες και ικανότητες που διαφοροποιούσαν την εικόνα της βαθμολογημένης αξίας, κατ΄ αντίθεση προς την πρόσφατη μας νομολογία.

Κατά την επανεξέταση η Ε.Δ.Υ. προχώρησε, όπως όφειλε, με σημείο εκκίνησης τη δικαστικώς υποδειχθείσα πλημμέλεια. Ο Προϊστάμενος (που παρέμενε ο ίδιος) διατύπωσε νέα σύσταση και εξήγησε γιατί εξέφραζε και πάλι προτίμηση προς τον κ. Τσαππή. Κατόπιν μιας γενικής αναφοράς στους φακέλους, στην ακυρωτική απόφαση, στα κριτήρια προαγωγής και στα βασικά υπηρεσιακά δεδομένα του ενδιαφερομένου προσώπου, ο Προϊστάμενος προέβη στην ακόλουθη σύγκριση μεταξύ εκείνου και των άλλων υποψηφίων:

«Έναντι των υποψηφίων που προηγούνται σε αρχαιότητα, που έχουν μεν διοριστεί κατά την ίδια ημερομηνία όπως και ο Τσαππής στην παρούσα τους θέση, αλλά έχουν κάποια οριακή υπεροχή από πλευράς αρχαιότητας έναντι αυτού λόγω ηλικίας ή ημερομηνίας διορισμού στην προηγούμενή τους θέση, ο Τσαππής έχει αξιολογηθεί στο ύψιστο σημείο καθόλα τα έτη, πράγμα που δε συμβαίνει με άλλους υποψηφίους. Πρόσθετα, έναντι των υποψηφίων Ιωάννου Ανδρέα και Παπαπολυβίου Νικόλαου, ο Τσαππής υπερέχει και λόγω κατοχής του πρόσθετου προσόντος.

Έναντι των υποψηφίων που έπονται αυτού σε αρχαιότητα, ο Τσαππής έχει απόλυτα άριστες Υπηρεσιακές Εκθέσεις καθόλα τα πέντε τελευταία προ του ουσιώδους χρόνου έτη, δηλαδή ουδενός υστερεί ή/και υπερέχει, και κατέχει το πρόσθετο πρόσθετο προσόν, ενώ οι ανθυποψήφιοί του με αρ. 11, 12, 15, 16, 25, 26, 31 και 33 δεν το κατέχουν. Σε μία συνεκτίμηση όλων των στοιχείων ο Τσαππής, ο οποίος έχει άριστες βαθμολογίες στις Υπηρεσιακές του Εκθέσεις (βαθμολογήθηκε στον ανώτατο βαθμό) και κατέχει το πρόσθετο προσόν, και λαμβανομένων, επίσης, υπόψη και των απαιτήσεων της υπό πλήρωση θέσης καταλήγω ότι είναι ο καταλληλότερος να εκτελέσει με επιτυχία τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης και τον συστήνω ανεπυφύλακτα για προαγωγή.»

 

Σημειώνω ότι ο αιτητής συγκαταλεγόταν στους υποψηφίους που έποντο του ενδιαφερομένου προσώπου σε αρχαιότητα. Προάχθηκαν μαζί στις 15 Νοεμβρίου 1982 στη θέση Γεωργικού Λειτουργού Α΄ αλλά στην προηγούμενη θέση ο αιτητής είχε διοριστεί την 1 Δεκεμβρίου 1971 ενώ το ενδιαφερόμενο πρόσωπο την 1 Δεκεμβρίου 1968. Σε βαθμολογημένη αξία παρουσίαζαν περίπου την ίδια εξαίρετη εικόνα αλλά και πάλι με οριακή υπεροχή του ενδιαφερομένου προσώπου. Διέθεταν και οι δύο το προβλεπόμενο ως πρόσθετο προσόν.

Αυτά ήταν τα βασικά στοιχεία στα οποία ο Προϊστάμενος αναφέρθηκε για να αιτιολογήσει τη σύσταση του. Και είναι όλα ορθά. Αναφορά σε άλλα, μη προβλεπόμενα πρόσθετα προσόντα του ενός ή του άλλου υποψηφίου δεν έγινε, προφανώς διότι ο Προϊστάμενος θεώρησε πως εν προκειμένω η όποια διαφορά δεν θα ήταν παρά μόνο επουσιώδης και δεν θα μετέβαλλε το γενικότερο ισοζύγιο. Αυτή φαίνεται να ήταν και η πραγματικότητα. Έχω την άποψη ότι ιδιαίτερα όπου το σχέδιο υπηρεσίας προνοεί για πρόσθετο προσόν, η σημασία άλλων προσόντων μπορεί να υποχωρήσει μπροστά στη συνδυασμένη διαφορά αξίας και αρχαιότητας. Η Ε.Δ.Υ. κατά την τελική στάθμιση αναφέρθηκε και στην εν λόγω πτυχή των άλλων προσόντων για να εξηγήσει ότι, αφού τους απέδωσε την ανάλογη βαρύτητα, θεώρησε πως από μόνα τους δεν ανέτρεπαν την κρίση της ότι καταλληλότερο ήταν το ενδιαφερόμενο πρόσωπο. Δεν διακρίνω λοιπόν οποιοδήποτε πρόβλημα είτε στη σύσταση είτε στην τελική στάθμιση. Το συναφές προς αυτά παράπονο του αιτητή περί παραβίασης του δεδικασμένου είναι κατά τη γνώμη μου ολωσδιόλου ανεδαφικό και δεν θα το συζητήσω.

Ο αιτητής έθεσε προς εξέταση και διάφορα άλλα ζητήματα τα οποία όμως δεν είναι δυνατόν να εξεταστούν. Προβάλλει ότι ο Προϊστάμενος όπως και η Ε.Δ.Υ. εμφορούντο από προσωπική έχθρα και προκατάληψη εναντίον του. Τα ίδια είχε θέσει προς εξέταση και στην προηγούμενη του προσφυγή αναφορικά με αυτή την περίπτωση αλλά δεν εξετάστηκαν. Αυτά ήταν ζητήματα των οποίων η εξέταση προηγείτο της εξέτασης του περιεχομένου της τότε διατυπωθείσας σύστασης. Ο αιτητής, παρόλον που πέτυχε την ακύρωση της διοικητικής απόφασης διατηρούσε, κατά τη γνώμη μου, τη δυνατότητα άσκησης έφεσης αναφορικά με τη μη εξέταση ζητήματος που προηγείτο και που ανάλογα επιδρούσε στα περαιτέρω. Κατ΄ αναλογίαν προς την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Κλαίλια Θεοδούλου κ.α. ν. Δημοκρατίας κ.α,, Α.Ε. 2776 κ.α., ημερ. 20 Σεπτεμβρίου 2001. Αφού αυτό δεν έγινε η Ε.Δ.Υ. είχε δικαίωμα να θεωρήσει όλα τα προηγηθέντα ως ορθά και να προχωρήσει, καλώντας τον ίδιο Προϊστάμενο να διατυπώσει νέα σύσταση. Δεν είναι, κατά την άποψη μου, παραδεκτό το πήγαινε-έλα στο Ανώτατο Δικαστήριο με τη μια προσφυγή μετά την άλλη για αποσπασματική εξέταση της περίπτωσης χωρίς την εξ αρχής ορθολογική κατάταξη των διαφόρων ζητημάτων με αναφορά στην πορεία της διοικητικής διαδικασίας. Παρατηρώ ωστόσο σε σχέση με τα εν λόγω ζητήματα έχθρας και προκατάληψης τα εξής. Σε ό,τι αφορά την Ε.Δ.Υ. ισχύουν και εδώ τα όσα ο Κωνσταντινίδης, Δ., χαρακτήρισε με τέτοια δεδομένα στην υπόθεση Βραχίμη Χατζηχάννα ν. Δημοκρατίας, υποθ. αρ. 389/98 ημερ. 30 Σεπτεμβρίου 1999 ως καταλογισμό «έχθρας διαχρονικής και απρόσωπης» που δεν έπρεπε να απασχολήσει. Σε ό,τι αφορά δε τον Προϊστάμενο, στην υπόθεση Βραχίμης Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 606/2001, ημερ. 28 Μαρτίου 2003, η οποία αφορούσε μεταγενέστερη διαδικασία για τη θέση, ανέφερα, σε σχέση με ισχυρισμούς που αφορούσαν τον ίδιο Προϊστάμενο, τα εξής:

«(Ο αιτητής) ...... ισχυρίζεται ότι ο Διευθυντής έτρεφε εναντίον του προσωπική έχθρα και ήταν επομένως προκατειλημμένος. Επικαλείται τη μεταξύ τους αντιδικία σε αριθμό προσφυγών για προαγωγή, περιλαμβανομένης και μιας εκκρεμούσας προσφυγής. Σημειώνω σχετικά με την εκκρεμούσα - η οποία αφορά σε προαγωγή του Διευθυντή - πως ο αιτητής δεν έχει εξειδικεύσει ο,τιδήποτε από το οποίο να συνάγεται ότι ο Διευθυντής θα μπορούσε να έχει στην υπό εξέταση διαδικασία κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον ένεκα του οποίου να επιβάλλετο η εξαίρεσή του: βλ. Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας, υπό. αρ. 915/2000, ημερ. 21 Σεπτεμβρίου 2001. Ο αιτητής επίσης επικαλείται κάποιες τοποθετήσεις ή ενέργειες του Διευθυντή αλλά και αυτές έγιναν στο πλαίσιο και στη φυσιολογική πορεία της υπηρεσιακής τους σχέσης χωρίς ο,τιδήποτε το ιδιαίτερο. Μου φαίνεται λοιπόν πως τα όσα ο αιτητής εξέθεσε επί του προκειμένου δεν στοιχειοθετούν έχθρα και προκατάληψη που θα επέβαλλαν αποκλεισμό του Διευθυντή από τη διαδικασία.»

 

Στο απαράδεκτο της αποσπασματικής εξέτασης στηρίζεται και η απόφαση της Ολομέλειας στη Μάριος Παπαδόπουλος ν. Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Στέγης, (1998) 3 Α.Α.Δ. 608 που δεν επιτρέπει την εξέταση ζητήματος το οποίο θα μπορούσε να είχε τεθεί σε προηγούμενη προσφυγή σε σχέση με την ίδια περίπτωση. Στην προκείμενη περίπτωση ο αιτητής θέτει προς εξέταση και τέτοια νομικά σημεία. Πρώτο, αμφισβητεί ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ήταν προσοντούχος υποψήφιος και, δεύτερο, ότι ήταν έγκυρο το σχέδιο υπηρεσίας. Αυτά τα ζητήματα θα έπρεπε να τα είχε θέσει για εξέταση στην πρώτη προσφυγή. Δεν υπάρχει δρόμος επιστροφής.

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

 

 

Γ.Κ. Νικολάου,

Δ.

 

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο