ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1253/2000
16 Οκτωβρίου 2003
[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
Καθ΄ ων η Αίτηση.
---------------------------
Α.Σ. Αγγελίδης με Μ. Σπανού, για τους Αιτητές.
Τ. Πολυχρονίδου, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η Αίτηση.
---------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Το όνομα του Ανδρέα Κωνσταντίνου Σάββα (Α.Φ.Α. 1423) από τον Κοντεμένο, ο οποίος γεννήθηκε στις 30 Νοεμβρίου 1956, συγκαταλέγηκε ανάμεσα σε εκείνα των αγνοουμένων, παρόλον που υπήρχε από την αρχή μαρτυρία ότι στις 21 Ιουλίου 1974 φονεύθηκε σε μάχη κατά των Τούρκων εισβολέων στο Πέντε Μίλι, Καραβά.
Ο Ανδρέας Κ. Σάββα κατατάγηκε για υπηρεσία στην Εθνική Φρουρά τον Ιανουάριο του 1974 και τοποθετήθηκε στο 281 Τάγμα Πεζικού το οποίο έδρευε στη Μύρτου. Στις 20 Ιουλίου 1974, κατόπιν δημιουργίας Τουρκικού προγεφυρώματος σε περιοχή παρά το Πέντε Μίλι, το εν λόγω Τάγμα διατάχθηκε να κινηθεί με άλλες μονάδες προς εξάλειψη του Τουρκικού προγεφυρώματος. Διενεργήθηκαν κατά τη διάρκεια της νύκτας της 20ης προς την 21η Ιουλίου 1974 και συνεχίστηκαν το πρωί επιθέσεις κατά των εισβολέων. Σε μάχη το πρωί, της 21ης Ιουλίου, γύρω στις 6.00 π.μ., ενώ ο Ανδρέας Κ. Σάββα επιχειρούσε κατόπιν διαταγής να προωθηθεί με πολυβόλο για να καλύψει προέλαση της διμοιρίας του, κτυπήθηκε από εχθρική σφαίρα στον αριστερό ώμο. Κατάφερε να επιστρέψει στους συντρόφους του αλλά αμέσως έπεσε αιμορραγών κατά γης. Έδεσαν το τραύμα του και τον μετέφεραν στα μετόπισθεν όπου τον άφησαν σε υπόγειο οικίας. Το Τάγμα οπισθοχώρησε για ανασυγκρότηση αλλά οι στρατιώτες που τον είχαν πάρει στο υπόγειο επέστρεψαν με σκοπό να τον μεταφέρουν σε νοσοκομείο. Όταν έφθασαν, διαπίστωσαν ότι ήταν νεκρός. Άφησαν τη σορό του εκεί και έφυγαν. Αυτή ήταν η μαρτυρία που υπήρχε εξ αρχής για τον Ανδρέα Κ. Σάββα.
Με αυτά τα δεδομένα, τα οποία καταγράφηκαν σε διενεργηθείσα στρατιωτική ανάκριση, στην οποία κατέθεσαν αυτόπτες μάρτυρες, οι γονείς του τον θεώρησαν νεκρό. Αποτάθηκαν για χορήγημα ως εξαρτώμενοι του και στις 19 Σεπτεμβρίου 1975 το αίτημα τους εγκρίθηκε. Λίγο όμως αργότερα, στις 2 Απριλίου 1976, κάποιος θείος του, ο Φώτης Ζαννέτος, τον δήλωσε ως αγνοούμενο με τα εξής: «Την τελευταίαν φοράν εθεάθην εις Καραβάν την 27.7.1974. Τις πληροφορίες τις επήρα από τον Σοφοκλήν Χαραλάμπους από την Λαζανιά ο οποίος υπηρετούσε μαζί του. Είπε ότι επληγώθη εις Καραβάν και έμεινε πίσω όταν εξαιτίας των πυρών των Τούρκων δεν μπόρεσαν να τον μετακομίσουν». Λήφθηκε το 1983, με μεγάλη καθυστέρηση, κατάθεση από τον Σοφοκλή Χαραλάμπους, ο οποίος όμως ανέφερε ότι ο Ανδρέας Κ. Σάββα, όταν τον άφησαν, ήταν ήδη νεκρός.
Στις 24 Αυγούστου 1995 πραγματοποιήθηκε υπό την προεδρία του Προέδρου της Δημοκρατίας σύσκεψη στην οποία μετείχαν ο Γενικός Εισαγγελέας, ο Επίτροπος Προεδρίας για Ανθρωπιστικά Θέματα, εκπρόσωποι των τεσσάρων μεγαλύτερων κοινοβουλευτικών κομμάτων, εκπρόσωποι των δύο τότε εν ενεργεία Επιτροπών Συγγενών Αγνοουμένων και άλλοι παράγοντες, με σκοπό τον όσο το δυνατόν καλύτερο χειρισμό των περιπτώσεων των αγνοουμένων για προώθηση στην ειδικώς συσταθείσα Ερευνητική Επιτροπή Αγνοουμένων των Ηνωμένων Εθνών. Είχαν ήδη κατατεθεί οι εκθέσεις για τον μεγαλύτερο αριθμό περιπτώσεων, στις οποίες όμως δεν περιλαμβανόταν η περίπτωση του Ανδρέα Κ. Σάββα. Αποφασίστηκε όπως αυτή και άλλες όμοιες περιπτώσεις εξεταστούν για να αποφασιστεί εάν θα έπρεπε να προωθηθούν οι εκθέσεις τους στην εν λόγω Επιτροπή.
Ο φάκελος για τον Ανδρέα Κ. Σάββα μελετήθηκε από δύο ομάδες αποτελούμενες στην κάθε περίπτωση από Δικηγόρο της Δημοκρατίας και Αστυνομικό εξεταστή. Η πρώτη ομάδα διαπίστωσε, στις 5 Σεπτεμβρίου 1995, ότι ο Ανδρέας Κ. Σάββα έπεσε μαχόμενος κατά των Τούρκων στις 21 Ιουλίου 1974 στον Καραβά αλλά κατέληξε πως εφόσον η σορός του δεν είχε παραδοθεί από τους Τούρκους, δεν μπορούσε νομικώς να θεωρηθεί νεκρός. Η δεύτερη ομάδα κατέληξε, στις 8 Σεπτεμβρίου 1995, ότι τεκμηριώνεται από τα στοιχεία ο θάνατός του. Παρόμοια φαίνεται να ήταν η κατάληξη σε σύνολο 216 περιπτώσεων.
Σε νέα σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε στις 15 Σεπτεμβρίου 1995 αποφασίστηκε όπως οι 216 φάκελοι προσώπων που είχαν ταξινομηθεί ως νεκροί εξεταστούν από ad hoc Επιτροπή. Ωστόσο, πρώτα διεξήλθαν 214 από τους 216 προσωπικούς φακέλους οι δύο Επιτροπές Αγνοουμένων οι οποίες διαπίστωσαν τον θάνατο σε 77 από τις περιπτώσεις, περιλαμβανομένης και εκείνης του Ανδρέα Κ. Σάββα Έπειτα, η ad hoc Επιτροπή, αποτελούμενη από τις Επιτροπές Συγγενών Αγνοουμένων, εκπροσώπους της Νομικής Υπηρεσίας, εκπροσώπους της Αστυνομίας και Λειτουργό της Υπηρεσίας Αγνοουμένων, συνεδρίασε στις 6 Οκτωβρίου 1995 και ομόφωνα κατάρτισε κατάλογο με τρεις κατηγορίες: (α) εκείνων που πέθαναν ή τάφηκαν στις ελεύθερες περιοχές, (β) εκείνων που πέθαναν ή τάφηκαν στις κατεχόμενες περιοχές και (γ) εκείνων που δεν ανήκαν στις δύο προηγούμενες κατηγορίες. Στην τελευταία κατηγορία περιλαμβανόταν και ο Ανδρέας Κ. Σάββα.
Με βάση αυτά τα αποτελέσματα ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αποφάσισε όπως οι περιπτώσεις 126 προσώπων μη προωθηθούν για διερεύνηση από την εν λόγω Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών. Αυτό φαίνεται σε επιστολή του Προέδρου, ημερ. 6 Μαρτίου 1996, προς τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών. Σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα:
«It is a fact that the Committee on Missing Persons had not made any progress in the past but this was due to the fact that disagreements existed regarding the guidelines for the investigation.
Since, however, my Government came to power the following progress has been made:
(a) Agreement was reached on the guide-lines for investigation,
(b) 125 cases of Greek Cypriots missing were removed from the list of missing persons after diligent examination by the Office of the Attorney General of the relevant files.»
Με απαντητική επιστολή, ημερ. 4 Απριλίου 1996, ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών εξέφρασε ικανοποίηση για την εν λόγω αφαίρεση από τον γενικό κατάλογο αγνοουμένων, χαρακτηρίζοντας ως αποφασιστική και θαρραλέα αυτή την κίνηση από μέρους του Προέδρου της Δημοκρατίας, και αναγνωρίζοντας έτσι ότι επρόκειτο για ζήτημα λεπτό και ευαίσθητο που καθιστούσε δύσκολη την αντίκρυση της πραγματικότητας. Σε μνημόνιο συνάντησης του Προέδρου της Δημοκρατίας με τον νέο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, ημερ. 1 Φεβρουαρίου 1997, ο Πρόεδρος επιβεβαίωσε ότι οι εν λόγω 126 περιπτώσεις Ελληνοκυπρίων αφαιρέθηκαν από τον αρχικό κατάλογο των 1.619 και δεν υποβλήθηκαν στην Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών ένεκα της κατάληξης, στη βάση της μαρτυρίας που περιείχετο στους αντίστοιχους φακέλους, ότι ήταν νεκροί.
Φαίνεται πως για τις εξελίξεις μετά το 1995 δεν κοινοποιήθηκε, επίσημα τουλάχιστον, ο,τιδήποτε στις οικογένειες των εν λόγω 126 προσώπων, μέχρι που το Υπουργικό Συμβούλιο έλαβε, στις 4 Μαίου 2000, την Απόφαση Αρ. 12/2000 για ενημέρωση των οικογενειών, η οποία περιείχε πρόνοια για εξέταση από κάποια επιτροπή των όποιων απόψεων ενδεχομένως να ήθελαν να εκφράσουν για τη δική τους περίπτωση. Η οικογένεια του Ανδρέα Κ. Σάββα ενημερώθηκε σχετικά στις 26 Ιουνίου 2000.
Με την παρούσα προσφυγή προσβάλλεται η φερόμενη ως πράξη και/ή απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση, που κοινοποιήθηκε στις 26 Ιουνίου 2000, ότι προέκυπτε από τα στοιχεία το συμπέρασμα ότι ο Ανδρέας Κ. Σάββα είναι νεκρός και πως επομένως δεν δικαιολογείτο η προώθηση της διερεύνησης της υπόθεσής του «από την Τούρκικη πλευρά». Από τους πέντε αιτητές, που είναι η μητέρα και τα αδέλφια του Ανδρέα Κ. Σάββα - ο πατέρας του απεβίωσε - παρέμεινε τελικά μόνο η προσφυγή της μητέρας του και του ενός από τα αδέλφια του, ήτοι, των αιτητών 1 και 5 κατόπιν απόσυρσης από τους άλλους. Καταχωρίστηκε παράλληλα και τέθηκε ενώπιον του Καλλή, Δ., η προσφυγή με αρ. 1254/2000 Παναγιώτα Κωνσταντίνου κ.α. ν. Δημοκρατίας η οποία επί ακριβώς των ιδίων στοιχείων στρεφόταν κατά πράξης και/ή απόφασης να μην κατατεθεί η περίπτωση του Ανδρέα Κ. Σάββα στη Διερευνητική Επιτροπή για τους Αγνοουμένους, όπως και κατά αντίστοιχης παράλειψης μη κατάθεσης της περίπτωσης του Ανδρέα Κ. Σάββα στην εν λόγω Επιτροπή. Στην πορεία της παρούσας προσφυγής έγινε αναφορά στην εκκρεμότητα και της άλλης, οπότε παρατήρησα πως θα μπορούσε να υποβληθεί αίτηση για συνεκδίκαση. Δεν έγινε όμως τέτοιο διάβημα. Στις 26 Ιουνίου 2003 εκδόθηκε από τον Καλλή, Δ., απορριπτική απόφαση στην άλλη προσφυγή. Κρίθηκε ότι αφορούσε σε κυβερνητική πράξη που εξέφευγε του ακυρωτικού ελέγχου του Ανωτάτου Δικαστηρίου αφού «..... ο χειρισμός θεμάτων που σχετίζονται με τους αγνοουμένους συνιστά μέρος του κυπριακού προβλήματος» που εμπίπτει στη «διαχείριση πολιτικής εξουσίας».
Είναι εν τέλει πρόδηλο ότι οι δύο προσφυγές είναι ως προς την ουσία τους ταυτόσημες και θα έπρεπε να είχαν συνεκδικαστεί. Τις διακρίνει μόνο επουσιώδης διαφορά στη διατύπωση του αιτητικού τους. Το ίδιο πρόδηλο είναι, κατά την άποψη μου, και ότι εν προκειμένω το ζήτημα που τέθηκε προς εξέταση
αφορά όχι σε εκτελεστή διοικητική απόφαση αλλά σε κυβερνητική απόφαση. Την οποία έλαβε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και όχι το Υπουργικό Συμβούλιο, ο Γενικός Εισαγγελέας, ο Υπουργός Εξωτερικών, ή ο Επίτροπος Προεδρίας για Ανθρωπιστικά Θέματα που αναφέρει η αίτηση ακυρώσεως. Τους λόγους τους εξέθεσε με λεπτομέρεια ο Καλλής, Δ. Συμφωνώ και δεν θα χρειάζεται να προσθέσω ο,τιδήποτε. Κι αυτό πρωτίστως διότι, ως θέμα τάξης, με την απόφαση στην προσφυγή αρ. 1254/2000 η παρούσα απώλεσε το αντικείμενό της.Η προσφυγή απορρίπτεται. Ως προς τα έξοδα, έχοντας υπόψη ότι στην άλλη προσφυγή δεν εκδόθηκε οποιαδήποτε διαταγή ένεκα της φύσης της υπόθεσης, θεωρώ επιθυμητό να προσεγγίσω και εδώ το ζήτημα με τον ίδιο τρόπο. Επομένως δεν εκδίδεται οποιαδήποτε διαταγή.
Γ.Κ. Νικολάου,
Δ.