ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 243/2002 και 245/2002)
[
ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
(Υπόθεση Αρ. 243/2003)
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ης η Αίτηση.
- - - - - -
(Υπόθεση Αρ. 245/2003)
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ης η Αίτηση.
- - - - - -
Δ. Μέρτακκα,
για τον Αιτητή και στις δύο προσφυγές.Κ. Σταυρινός, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Καθ΄ης η Αίτηση.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.
: Με τις προσφυγές αυτές ο αιτητής ζητά ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής Δημοσίας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) η οποία δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 15.2.2002 με την οποία προήγαγε, μετά από επανεξέταση, τα ενδιαφερόμενα μέρη Χρήστο Καραμανή, Χλόη Δημητριάδου και Φειδία Κωνσταντινίδη, στη θέση Ταχυδρομικού Επιθεωρητή.Τα πραγματικά περιστατικά έχουν, σε συντομία, ως εξής:
Το Ανώτατο Δικαστήριο με απόφασή του, ημερ. 23.3.2000, ακύρωσε την απόφαση της ΕΔΥ της 11.6.1998 με την οποία προήχθησαν τα πιο πάνω ενδιαφερόμενα μέρη στη θέση Ταχυδρομικού Επιθεωρητή. (Βλέπε Δημήτρη Δημητριάδη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 725/98, ημερ. 23.3.2000
).Η ΕΔΥ, σε συνεδρία της στις 15.6.2000, προχώρησε στην επανεξέταση της πλήρωσης των τριών πιο πάνω θέσεων. Αφού άκουσε τη σύσταση του Διευθυντή, η οποία ήταν υπέρ των ενδιαφερομένων μερών, αποφάσισε την εκ νέου προαγωγή τους. Σε νέα συνεδρία της η ΕΔΥ, στις 28.9.2001, αποφάσισε την ανάκληση της πιο πάνω απόφασής της, ημερ. 15.6.2000, κατόπιν γραπτής γνωμάτευσης της Γενικής Εισαγγελίας.
Μετά την πιο πάνω ανάκληση η ΕΔΥ σε συνεδρία της, ημερ. 21.12.2001, αφού άκουσε τη σύσταση του Διευθυντή του Τμήματος Ταχυδρομικών Υπηρεσιών, προήγαγε και πάλι τα πιο πάνω ενδιαφερόμενα μέρη στη θέση Ταχυδρομικού Επιθεωρητή.
Μεταξύ των άλλων ο αιτητής προβάλλει ως λόγους ακύρωσης την παράβαση του δεδικασμένου που προέκυψε από τη δικαστική απόφαση στην προσφυγή 725/98 (πιο πάνω). Επίσης, προβάλλεται και πάλι ο ισχυρισμός ότι η σύσταση του Διευθυντή είναι αναιτιολόγητη.
Η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην προσφυγή 725/98 δημιούργησε δεδικασμένο όσον αφορά τη σύσταση του Διευθυντή η οποία κρίθηκε αναιτιολόγητη και τρωτή και, επίσης, όσον αφορά την παράλειψη της ΕΔΥ να αξιολογήσει τα πρόσθετα προσόντα του αιτητή σε συσχετισμό με τα καθήκοντα της επίδικης θέσης. Παραθέτω πιο κάτω το σχετικό απόσπασμα της δικαστικής απόφασης που έχει ως εξής:
"Σε συνάρτηση με όλα τα πιο πάνω, η σύσταση του Αναπληρωτή Διευθυντή για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη απολήγει να είναι τρωτή και να συμπαρασύρει σε ακυρότητα και την ίδια την απόφαση της ΕΔΥ η οποία εβασίσθη, και μάλιστα ουσιαστικά, επί της σύστασης ως πρόσθετου στοιχείου
Ο ισχυρισμός περί παραβίασης του δεδικασμένου εξετάζεται πάντα σε συνάρτηση με το περιεχόμενο της απόφασης του Δικαστηρίου και μόνο σε σχέση με αυτά τα οποία το Δικαστήριο εξέτασε και αποφάσισε. Μόνο γι΄αυτά υπάρχει η δέσμευση του δεδικασμένου και η διοίκηση είναι υποχρεωμένη
, κατά την επανεξέταση, να συμμορφωθεί πλήρως με το περιεχόμενό τους. (Βλέπε Halsbury΄s Laws of England, 3rd Edition, Volume 15, p. 336, Pieris v. Republic (1983) 3 CLR 1054 και Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1995) 3 ΑΑΔ349).Το ζήτημα, το οποίο κρίθηκε στη δικαστική απόφαση στην προσφυγή 725/98 και συνιστά ταυτόχρονα δεδικασμένο είναι εκείνο της μη αιτιολογημένης σύστασης του Διευθυντή και, επίσης, η παράλειψη της ΕΔΥ να αξιολογήσει τα πρόσθετα προσόντα του αιτητή σε συνάρτηση με το σχέδιο υπηρεσίας.
Κατά την ταπεινή μου άποψη η ΕΔΥ και στα δύο πιο πάνω θέματα έχει συμμορφωθεί κατά την επανεξέταση. Ζήτησε και άκουσε εκ νέου τη νέα σύσταση του Διευθυντή και στην επίδικη απόφασή της αξιολόγησε και έλαβε υπόψη τα πρόσθετα προσόντα του αιτητή σε συνάρτηση με τα καθήκοντα του σχεδίου υπηρεσίας. Έτσι, τυπικά, η ΕΔΥ συμμορφώθηκε με το δεδικασμένο που προκύπτει από τη δικαστική απόφαση στην προσφυγή 725/98.
Έπεται ότι ο σχετικός λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.
Ο δεύτερος και ουσιαστικότερος λόγος ακύρωσης αναφέρεται στη νέα σύσταση του Διευθυντή Ταχυδρομικών Υπηρεσιών. Προσβάλλεται και πάλι ως πεπλανημένη και αναιτιολόγητη.
Έχω μελετήσει και αξιολογήσει τη νέα σύσταση του Διευθυντή, έχοντας υπόψη και την προηγούμενη σύσταση η οποία κρίθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο ως αναιτιολόγητη. Έχω διαπιστώσει ότι η νέα επίδικη σύσταση αναδιατυπώνει την παλαιά χωρίς να προσθέτει ή να αφαιρεί οτιδήποτε ουσιαστικό. Κινείται στα ίδια ακριβώς επίπεδα και στα ίδια στοιχεία της προηγούμενης. Η επωδός της σύστασης ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερέχουν ή δεν υστερούν έναντι των άλλων υποψηφίων και κατά συνέπεια και του αιτητή, δεν προκύπτει από τους φακέλους. Τόσο τα ενδιαφερόμενα μέρη όσο και ο αιτητής επί σειράν ετών βαθμολογούνται ως εξαίρετοι σε όλα τα σημεία. Ο αιτητής έχει επιπρόσθετα προσόντα τα οποία, όπως παραδέχεται ο Διευθυντής και η ΕΔΥ, είναι συναφή με τα καθήκοντα της θέσης. Ο αιτητής, όμως, υστερεί στην αρχαιότητα κατά 1-2 χρόνια. Ο Διευθυντής δεν αναφέρεται συγκεκριμένα για την αρχαιότητα και ιδιαίτερα εάν αυτό το στοιχείο τον οδήγησε για να συστήσει τα ενδιαφερόμενα μέρη.
Η πάγια θέση της νομολογίας επί του θέματος είναι ότι απαιτείται πλήρης και πειστική αιτιολογία, σύμφωνα με τα στοιχεία των φακέλων, άλλως χαρακτηρίζεται αναιτιολόγητη και ως εκ τούτου παράνομη που οδηγεί σε ακύρωση της απόφασης. Υπήρχαν, όμως, μεταξύ των διαφόρων αποφάσεων της Ολομέλειας ορισμένες αποκλίσεις και υποβόσκουσες αμφισβητήσεις ως προς το βαθμό και το εύρος που απαιτείται για να θεωρηθεί μια σύσταση αιτιολογημένη.
Η υποβόσκουσα αυτή αμφισβήτηση και αμφιβολία ήρθη με την απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στην Ιωάννη Μοδίτη ν. Δημοκρατίας, ΑΕ2852, ημερ. 25.10.2002. Σ΄αυτή αναφέρονται και τα εξής τα οποία αποτελούν το κεντρικό σκεπτικό της:
"Όσα εξειδικεύει (ο διευθυντής) ως ικανότητες και ιδιότητες των συστηθέντων, αναμφιβόλως είναι σχετικά και θα μπορούσαν να είχαν αποτελέσει τους λόγους της επιλογής που έκαμε, εννοείται όμως πως τα αναφέρει συγκριτικά. Δεν μπορεί να του αποδοθεί πως προτείνει ορισμένους για προαγωγή για συγκεκριμένους λόγους όταν θεωρεί πως οι ίδιοι οι λόγοι συντρέχουν και για εκείνους που δεν συστήνει. Κατ΄ανάγκην όσα εξειδικεύει μεταφέρουν το μήνυμα της υπεροχής εκείνων που συστήνονται στους αντίστοιχους τομείς ώστε αυτοί να αναδεικνύονται ως οι καταλληλότεροι. (Βλ. Συνα φώς
Ο Διευθυντής, με τη σύστασή του, η οποία, όπως ανέφερα προηγουμένως, δε διαφέρει ουσιαστικά από την προηγούμενη που κρίθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο ως αναιτιολόγητη, μετέφερε στην ΕΔΥ το μήνυμα της υπεροχής των ενδιαφερομένων μερών, ώστε αυτά να αναδεικνύονται ως τα καταλληλότερα. Δεν προκύπτει, όμως, τέτοια υπεροχή από τους φακέλους. Ο αιτητής και τα ενδιαφερόμενα μέρη βαθμολογούνται σε όλα τα στοιχεία ως εξαίρετοι. Υπάρχει δηλαδή μια πλήρης και ισοπεδωτική ισότητα όλων ως προς την αξία. Παρά ταύτα, ο Διευθυντής, χωρίς να αναφέρεται καθόλου στον αιτητή, εξαίρει μόνο τις ικανότητες των ενδιαφερομένων μερών τις οποίες μάλιστα υπερτονίζει. Δεν αποδίδει καμιά ιδιαίτερη σημασία στα επιπλέον προσόντα του αιτητή, παρά το γεγονός ότι θεωρεί αυτά ως συναφή με τα καθήκοντα του σχεδίου υπηρεσίας. Δεν αναφέρεται δε ρητά στην αρχαιότητα ως αποφασιστικό στοιχείο που τον οδήγησε στη σύσταση υπέρ των ενδιαφερομένων μερών.
Ενόψει των πιο πάνω, το περιεχόμενο της νέας σύστασης του Διευθυντή δοκιμάζεται από τις σκέψεις και το λόγο της απόφασης της Πλήρους Ολομέλειας στη Μοδίτης (πιο πάνω). Κατέληξα δε ότι η σύσταση του Διευθυντή δεν αντέχει στην κρίση της νόμιμα αιτιολογημένης σύστασης. Εξάλλου, όπως παρατήρησα προηγουμένως, αυτή αποτελεί αναπαραγωγή της πρώτης σύστασής του, η οποία κρίθηκε αναιτιολόγητη από το Ανώτατο Δικαστήριο. Κατά συνέπεια, ο σχετικός λόγος ακυρότητας ευσταθεί και οδηγεί αναπόφευκτα σε ακύρωση της επίδικης απόφασης της ΕΔΥ.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα.
Οι επίδικες αποφάσεις ακυρώνονται.
Μ. Κρονίδης,
Δ.
/ΧΤΘ