ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 227/2002)
18 Ιουλίου, 2003
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΧΡΥΣΤΑΛΛΑ ΤΣΟΥΝΤΑ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ,
Καθ΄ης η Αίτηση.
Α. Τσούντας,
για την Αιτήτρια.Μ. Σπηλιωτοπούλου (κα), για την Καθ΄ης η Αίτηση.
Ενδιαφερόμενα μέρη, απόντα.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η αιτήτρια στην παρούσα προσφυγή ζητά την πιο κάτω θεραπεία:-
«Δήλωση και/ή απόφαση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ΄ων η αίτηση η οποία δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Κυπριακής Δημοκρατίας ημερομηνίας 4.1.2002, αριθμός δημοσιεύσεως 3566, (Αντίγραφο επισυνάπτεται ως ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2 στην παρούσα) και με την οποία οι Καθ΄ων η αίτηση προήγαγαν Ασφαλιστικούς Λειτουργούς 1ης Τάξης, Υπηρεσία Κοινωνικών Ασφαλίσεων από 1.12.2001 τα ενδιαφερόμενα μέρη Μαρία Κ. Παπαδοπούλου, Χαραλαμπία Κ. Αττά αντί και/ή στη θέση της Αιτήτριας είναι άκυρη και/ή παράνομη και στερημένη εννόμου αποτελέσματος.»
Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ως αρμοδία αρχή, με επιστολή της ημερ. 18.7.2001 ζήτησε την πλήρωση δύο θέσεων Ασφαλιστικού Λειτουργού, 1ης Τάξης, Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Επειδή, σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας, η θέση Ασφαλιστικού Λειτουργού 1ης Τάξης, είναι θέση προαγωγής, η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) σε συνεδρία της στις 3.8.2001 αποφάσισε να επιληφθεί του θέματος της πλήρωσης των πιο πάνω θέσεων σε συνεδρία της σε μεταγενέστερη ημερομηνία στην οποία να κληθεί και ο Διευθυντής των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Η ΕΔΥ σε συνεδρία της στις 7.11.2001 αφού άκουσε τη σύσταση του Διευθυντή, ο οποίος σύστησε τα ενδιαφερόμενα μέρη και αφού προέβη σε σύγκριση και αξιολόγηση των υποψηφίων αποφάσισε να προαγάγει τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη.
Ο μόνος λόγος ακύρωσης που προβάλλεται από την αιτήτρια αφορά τη σύσταση του Διευθυντή και συγκεκριμένα ότι αυτή είναι αποτέλεσμα μη δέουσας έρευνας και αναιτιολόγητη. Ζητά ως εκ τούτου ακύρωση της επίδικης απόφασης της ΕΔΥ η οποία, εν πολλοίς, βασίσθηκε στην αναιτιολόγητη σύσταση του Διευθυντή.
Προέχει η παράθεση ολόκληρης της σύστασης του Διευθυντή που έχει ως εξής:-
«Γνωρίζω προσωπικά όλους τους υποψηφίους και έχω προσωπική αντίληψη της απόδοσης και προσφοράς τους στο Τμήμα. Προκειμένου όμως να προβώ σε συστάσεις, έχω διαβουλευθεί με τους άμεσα προϊσταμένους τους και έχω, επίσης, μελετήσει τους Προσωπικούς τους Φακέλους και τους Φακέλους των Ετήσιων Υπηρεσιακών τους Εκθέσεων. Με βάση τα πιο πάνω και έχοντας υπόψη και τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολό τους - αξία, προσόντα, αρχαιότητα - καθώς και τις απαιτήσεις της υπό πλήρωση θέσης, κρίνω ως καταλληλότερες και συστήνω για προαγωγή τις Παπαδοπούλου Μάρω και Αττά Χαραλαμπία.
Η Παπαδοπούλου είναι τοποθετημένη στον Κλάδο Επιδόματος Ανεργίας, στα Κεντρικά Γραφεία του Τμήματος. Έχει άριστη γνώση της νομοθεσίας των Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθώς και των διαδικασιών του Τμήματος που αφορούν την πληρωμή επιδόματος ανεργίας. Έχει την ικανότητα να επιλύει προβλήματα που προκύπτουν σε όλα τα επαρχιακά γραφεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων και αναλαμβάνει με προθυμία όλες τις δύσκολες υποθέσεις στον Κλάδο όπου απασχολείται, τις οποίες φέρει πάντοτε σε πέρας με επιτυχία. Είναι πολύ ικανή υπάλληλος, εργατική και μεθοδική στην εργασία της. Είναι ένας άνθρωπος που χαρακτηρίζεται από δυναμισμό και ευθυκρισία.
Έχει εξαίρετες αξιολογήσεις στις Υπηρεσιακές της Εκθέσεις στα τελευταία χρόνια στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα και ουδενός υστερεί σε αξία, τουναντίον, έναντι των πλείστων υπερτερεί, και με βάση όλα τα δεδομένα την κρίνω ως την καταλληλότερη για προαγωγή.
Η Αττά είναι τοποθετημένη στον Κλάδο Είσπραξης Εισφορών του Επαρχιακού Γραφείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων Λευκωσίας. Είναι ευέλικτο άτομο, με ικανότητες αντιμετώπισης δύσκολων καταστάσεων και έχει συνεισφέρει επιτυχώς στην ετοιμασία της μηχανογράφησης του Τμήματος. Είναι το πρόσωπο αναφοράς του Επαρχιακού Γραφείου για δύσκολες περιπτώσεις είσπραξης εισφορών.
Έχει καθόλα εξαίρετες Υπηρεσιακές Εκθέσεις στα τελευταία χρόνια στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα και ουδενός υστερεί σε αξία, τουναντίον έναντι των πλείστων υπερτερεί, και σε μια συνεκτίμηση όλων των δεδομένων που έχω υπόψη μου, των ιδιοτήτων και ικανοτήτων που ανέλυσα πιο πάνω, αλλά και της άριστης επίδοσής της στην εργασία της, την θεωρώ ως την καταλληλότερη για προαγωγή.
Συστήνοντας τις πιο πάνω, έλαβα υπόψη μου ότι αριθμός υποψηφίων προηγείται αυτών σε αρχαιότητα, με βάση όμως τα όσα ανέφερα πιο πάνω κρίνω ότι οι συστηθείσες είναι καταλληλότερες για να αναλάβουν τα καθήκοντα των υπό πλήρωση θέσεων.»
Σύμφωνα με το άρθρο 35(4) του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου αρ. 1/90, οι συστάσεις του Προϊσταμένου πρέπει να είναι αιτιολογημένες. Η πάγια θέση της νομολογίας επί του θέματος είναι ότι απαιτείται πλήρης και πειστική αιτιολογία, σύμφωνη με τα στοιχεία των φακέλων, άλλως χαρακτηρίζετο αναιτιολόγητη και ως εκ τούτου παράνομη, που οδηγούσε σε ακύρωση της επίδικης απόφασης. Υπήρχαν όμως, μεταξύ των διαφόρων αποφάσεων της Ολομέλειας, ορισμένες αποκλίσεις και υποβόσκουσες αμφισβητήσεις ως προς το βαθμό και το εύρος που απαιτείται για να θεωρηθεί μία σύσταση αιτιολογημένη.
Η υποβόσκουσα αυτή αμφισβήτηση και αμφιβολία ήρθη με την απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στην Ιωάννη Μοδίτη ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2852, ημερ. 25.10.2002. Σ΄ αυτή αναφέρονται και τα εξής τα οποία αποτελούν τον ουσιώδη λόγο της:-
«Όσα εξειδικεύει (ο διευθυντής) ως ικανότητες και ιδιότητες των συστηθέντων, αναμφιβόλως είναι σχετικά και θα μπορούσαν να είχαν αποτελέσει τους λόγους της επιλογής που έκαμε, εννοείται όμως πως τα αναφέρει συγκριτικά. Δεν μπορεί να του αποδοθεί πως προτείνει ορισμένους για προαγωγή για συγκεκριμένους λόγους όταν θεωρεί πως οι ίδιοι οι λόγοι συντρέχουν και για εκείνους που δεν συστήνει. Κατ΄ ανάγκην όσα εξειδικεύει μεταφέρουν το μήνυμα της υπεροχής εκείνων που συστήνονται στους αντίστοιχους τομείς ώστε αυτοί να αναδεικνύονται ως οι καταλληλότεροι. (Βλ. συναφώς Κίκης Ονουφρίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Α.Ε.2037, ημερομηνίας 20.11.98). Δεν προκύπτει όμως τέτοια υπεροχή από τους φακέλους και η επίκληση από τον προϊστάμενο της προσωπικής του γνώσης, εισάγει πηγή πληροφόρησης αντίθετη προς το Νόμο και, πάντως η σύσταση συγκρούεται προς τα στοιχεία των φακέλων.»
Όλες οι ιδιότητες και δεξιότητες που αποδίδει ο Διευθυντής στα ενδιαφερόμενα μέρη είναι από εκείνες που βαθμολογούνται στις ετήσιες εμπιστευτικές εκθέσεις. Σ΄ αυτές τόσο η αιτήτρια όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη βαθμολογούνται ως «εξαίρετες». Υπάρχει μια πλήρης και ισοπεδωτική ισότητα όλων ως προς την αξία. Σημειώνω, απλώς, ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη στον τελευταίο χρόνο αξιολόγησης τους έχουν μόνο ένα «εξαίρετος» περισσότερο. Ενώ στα προηγούμενα χρόνια υπήρχε πλήρης και ισοπεδωτική εξίσωση. Παρά το γεγονός αυτό, ο Διευθυντής, χωρίς να αναφέρεται καθόλου στην αιτήτρια, εξαίρει μόνο τις ικανότητες των ενδιαφερομένων μερών, τις οποίες μάλιστα υπερτονίζει. Η αιτήτρια έχοντας τις ίδιες εμπιστευτικές εκθέσεις θα δικαιούτο, τουλάχιστον, να της αποδοθούν τα ίδια.
Όσον αφορά τα προσόντα, από τους διοικητικούς φακέλους προκύπτει ότι και σ΄ αυτά υπάρχει ισοδυναμία. Τόσο η αιτήτρια όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη κατέχουν το βασικό προσόν του απολυτηρίου του Λυκείου.
Η αιτήτρια είναι αρχαιότερη κατά 8 και 11 μήνες αντίστοιχα των ενδιαφερομένων μερών στην προηγούμενη θέση.
Το περιεχόμενο της σύστασης του Διευθυντή, ενόψει των ίσων προσόντων και αξίας της αιτήτριας με τα ενδιαφερόμενα μέρη, στην οποία δεν γίνεται καμιά αναφορά, και ενόψει ακόμα της αρχαιότητος στην οποία υπερέχει η αιτήτρια, δοκιμάζεται από τις σκέψεις και το λόγο της απόφασης της Πλήρους Ολομέλειας (Βλέπε Μοδίτη (πιο πάνω)). Δεν προκύπτει υπεροχή των ενδιαφερομένων μερών από τους φακέλους (και για τα τρία θεσμοθετημένα κριτήρια) και η επίκληση από τον προϊστάμενο της προσωπικής του γνώσης, εισάγει πηγή πληροφόρησης αντίθετη προς το νόμο και σύγκρουση προς τα στοιχεία των φακέλων. Κατέληξα ότι η σύσταση του Διευθυντή δεν αντέχει στην κρίση της νόμιμα αιτιολογημένης σύστασης. Κατά συνέπεια ο σχετικός λόγος ακυρότητος ευσταθεί και οδηγεί αναπόφευκτα σε ακύρωση της επίδικης απόφασης της ΕΔΥ, η οποία βασίσθηκε στη σύσταση του Διευθυντή.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται.
(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.
/ΕΠσ