ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 917/2001)
6 Ιουνίου, 2003
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
1. ΧΡΙΣΤΟΣ ΖΥΜΠΟΥΛΑΚΗΣ, ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ,
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
2. ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
3. ΕΦΟΡΟΥ ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ, Φ/ΔΙ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
Χρ. Κληρίδης, για τους Αιτητές.
Ε. Αντωνίου (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Οι αιτητές στην παρούσα προσφυγή ζητούν την πιο κάτω θεραπεία:-
«Δήλωση και/ή απόφαση του Σεβαστού Δικαστηρίου και/ή διάταγμα ακυρώνον την απόφαση των Καθ΄ων ημερ. κατά ή περί 12.9.01 με την οποία απερρίφθη το αίτημα εγγραφής των Αιτητών για Σωματείο με την επωνυμία Παγκύπρια Ερασιτεχνική Ομοσπονδία TAE KWON DO MUDO.»
Οι αιτητές στις 8.3.2001 υπέβαλαν αίτηση στο Υπουργείο Εσωτερικών για εγγραφή τους ως σωματείου με την επωνυμία Παγκύπρια Ερασιτεχνική Ομοσπονδία ΤΑΕ KWON DO MUDO. Προς τούτο επισύναψαν τη συστατική πράξη, τα ονόματα και τις διευθύνσεις των μελών της διοίκησης, το Καταστατικό και το έμβλημα του Σωματείου καθώς και περιγραφή της κινητής ή ακίνητης ιδιοκτησίας που ανήκει στο Σωματείο.
Ο Γενικός Διευθυντής μετά από προκαταρκτική μελέτη ζήτησε από τους αιτητές, με επιστολή ημερ. 5.4.2001, την τροποποίηση του Καταστατικού για να προχωρήσει στην εξέταση της αίτησης. Οι αιτητές ανταποκρίθηκαν και απέστειλαν στο Υπουργείο Εσωτερικών τροποποιημένο Καταστατικό του σωματείου.
Ο Γενικός Διευθυντής προχωρώντας σε έρευνα, ζήτησε τις απόψεις του Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού (ΚΟΑ).
Στις 25.4.2001 διαβιβάσθησαν οι απόψεις του ΚΟΑ στο Γενικό Διευθυντή με επιστολή το περιεχόμενο της οποίας έχει ως εξής:-
«Έχω οδηγίες να αναφερθώ στην επιστολή σας με ημερομηνία 5/4/01 και Αρ. Φακέλου 42/72/2636 τη σχετική με το πιο πάνω θέμα και να σας πληροφορήσω ότι ο Οργανισμός αναγνωρίζει μια μόνο Ομοσπονδία για κάθε άθλημα.
Εγγεγραμμένη στο Αθλητικό Μητρώο και αναγνωρισμένη από τον ΚΟΑ για το άθλημα του ΤΑΕΚΒΟΝΤΟ είναι η ΠΕΟΤΤ, Παγκύπρια Ερασιτεχνική Ομοσπονδία Τζούντο και Ταεκβοντό, η οποία είναι αναγνωρισμένη και από την Κυπριακή Ολυμπιακή Επιτροπή.
Με βάση τα πιο πάνω ο Οργανισμός δεν μπορεί να δώσει την συγκατάθεση του για την εγγραφή της υπό αναφορά Ομοσπονδίας.»
Ο Γενικός Διευθυντής, ως Έφορος Σωματείων, απέρριψε την αίτηση των αιτητών με επιστολή ημερ. 22.5.2001 το περιεχόμενο της οποίας έχει ως εξής:-
«Έχω οδηγίες να αναφερθώ στην επιστολή σας ημερ. 23.4.2001 αναφορικά με το πιο πάνω θέμα και να σας πληροφορήσω ότι ο Έφορος Σωματείων δεν ενέκρινε το αίτημα σας λόγω του ότι ο Κυπριακός Οργανισμός Αθλητισμού του οποίου ζητήθηκαν οι απόψεις, αναγνωρίζει μία μόνο Ομοσπονδία για κάθε άθλημα.
2. Σημειώνεται, συναφώς, ότι εγγεγραμμένη στο Αθλητικό Μητρώο και αναγνωρισμένη από τον Κ.Ο.Α. για το άθλημα του ΤΑΕΚΒΟΝΤΟ είναι η ΠΕΟΤΤ, Παγκύπρια Ερασιτεχνική Ομοσπονδία Τζούντο και Ταεκβοντό, η οποία είναι αναγνωρισμένη και από την Κυπριακή Ολυμπιακή Επιτροπή.»
Οι αιτητές επανήλθαν και με επιστολή τους ημερ. 30.5.2001 ζήτησαν επανεξέταση του αιτήματος τους. Ζητήθηκαν εκ νέου οι απόψεις του ΚΟΑ, ο οποίος με επιστολή ημερ. 3.7.2001 επέμενε στις απόψεις του που εκφράζοντο στην επιστολή του ημερ. 25.4.2001 (πιο πάνω).
Ο Γενικός Διευθυντής με επιστολή του προς τους αιτητές, ημερ. 12.9.2001 απέρριψε και πάλιν το αίτημα, εμμένοντας στην αρχική του απόφαση.
Στη γραπτή του αγόρευση ο ευπαίδευτος δικηγόρος των αιτητών προβάλλει ως λόγους ακύρωσης (α) την παραβίαση των άρθρων 21(2)(3) και 28 του Συντάγματος, (β) κατάχρηση ή υπέρβαση εξουσίας, (γ) πλημμελή έρευνα και (δ) λανθασμένη άσκηση διακριτικής εξουσίας εκ μέρους της αρμοδίας αρχής.
Στη γραπτή της αγόρευση η ευπαίδευτος δικηγόρος της Δημοκρατίας προβάλλει προδικαστική ένσταση, ότι η επίδικη πράξη δεν είναι εκτελεστή αλλά βεβαιωτική προηγούμενης και ως τέτοια δεν είναι προσβλητή με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος.
Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου η βεβαιωτική πράξη ή απόφαση δεν κατατάσσεται στο χώρο των εκτελεστών διοικητικών πράξεων ή αποφάσεων απόλυτα απαραίτητη προϋπόθεση για να είναι δυνατή η προσβολή της με βάση το Άρθρο 146.1 του Συντάγματος. Βεβαιωτική δε πράξη θεωρείται εκείνη που εκδόθηκε χωρίς ουσιαστική επανεξέταση ήτοι χωρίς νέα έρευνα ή εξέταση νέων πραγματικών ή νομικών στοιχείων.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Αρχιμήδης Ζίττης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Α.Ε. 2082, ηεμρ. 29.5.1998, ανέφερε τα εξής:-
«Πράξη η οποία περιέχει επιβεβαίωση προηγούμενης δεν είναι εκτελεστή, εκτός αν λήφθηκε ύστερα από νέα έρευνα και λήφθηκαν υπόψη νέα στοιχεία που, έστω και αν προϋπήρχαν, ήταν άγνωστα ή/και δεν λήφθηκαν υπόψη ενωρίτερα (Βλ. Σιακαλλής ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 519, 523, Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 1603, 29.10.96).
Το τί αποτελεί νέα έρευνα το πραγματεύεται ο Μιχ. Δ. Στασινόπουλος ως πιο κάτω στο σύγγραμμα του «Δίκαιον των Διοικητικών Διαφορών», Έκδοση Τέταρτη, σελ. 176:-
«Πότε υπάρχει νέα έρευνα - Πότε υπάρχει νέα έρευνα, είναι ζήτημα πραγματικόν. Θεωρείται όμως γενικώς νέα έρευνα η λήψις υπ΄ όψιν νέων ουσιωδών νομικών ή πραγματικών στοιχείων, κρίνεται δε αυστηρώς το χρησιμοποιηθέν νέον υλικόν, διότι δεν πρέπει ο απωλέσας την προθεσμίαν διά την προσβολήν μιας εκτελεστής πράξεως, να δύναται να καταστρατηγή την προθεσμίαν ταύτην δια της δημιουργίας νέας πράξεως, η οποία εξεδόθη κατ΄ επίφασιν μεν κατόπιν νέας ερεύνης, κατ΄ ουσίων όμως επί τη βάσει των αυτών στοιχείων. Ούτω, δεν θεωρείται νέα έρευνα η παραπομπή της υποθέσεως εκ νέου εις συμβούλιον, προς εξέτασιν από νομικής αποκλειστικώς πλευράς ή η παραπομπή προς γνωμάτευσιν εις το νομικόν συμβούλιον ή η επίκλησις άλλης νομικής διατάξεως εκτός εκείνης αφ΄ ης είχε στηριχθή η αρχική πράξις, εφ΄ όσον δεν γίνεται επίκλησις και νέων πραγματικών στοιχείων.
Νέα έρευνα υπάρχει ιδίως εάν, προ της εκδόσεως της νεωτέρας πράξεως, λαμβάνη χώραν εξέτασις στοιχείων κρίσεως νεωστί προκυπτόντων ή προϋπαρχόντων μεν αλλά τέως αγνώστων, άτινα νυν λαμβάνονται προσθέτως διά πρώτην φοράν υπ΄ όψιν. Ομοίως, νέαν έρευναν συνιστά η διενέργεια αυτοψίας ή η συλλογή συμπληρωματικών επί της υποθέσεως πληροφοριών.»
(Βλ. και Varnava v. Republic (1968) 3 C.L.R. 566)»
Στην παρούσα υπόθεση εκτελεστή διοικητική πράξη ήταν αυτή, όπως εκφράστηκε στην επιστολή ημερ. 22.5.2001, με την οποία η αρμοδία αρχή απέρριψε το αίτημα των αιτητών. Επακολούθησε αίτημα των αιτητών για επανεξέταση χωρίς να παρατεθούν ουσιαστικά νέα στοιχεία για τα οποία θα απαιτείτο νέα έρευνα από την αρμοδία αρχή. Η αρμοδία αρχή το μόνο που έκανε είναι να ζητήσει εκ νέου τις απόψεις του ΚΟΑ ο οποίος όμως επέμενε στις αρχικές που είχε δώσει με την επιστολή ημερ. 25.4.2001.
Η αρμοδία αρχή δεν προέβη σε καμιά νέα έρευνα ούτε είχε ενώπιον της οποιαδήποτε νέα ουσιαστικά στοιχεία, τα οποία δεν ήσαν ενώπιον της κατά τη λήψη της πρώτης εκτελεστής διοικητικής απόφασης. Το γεγονός ότι στην απορριπτική επιστολή, ημερ. 12.9.2001, η αρμοδία αρχή αναφέρεται σε επανεξέταση δεν διασώζει την προσφυγή. Γεγονός είναι ότι με την πιο πάνω επιστολή η διοίκηση εμμένει στην προηγούμενη απόφαση της ημερ. 22.5.2001.
Ενόψει των πιο πάνω έχω καταλήξει ότι η προδικαστική ένσταση των καθ΄ων η αίτηση ευσταθεί. Έπεται ότι η προσφυγή απαραδέκτως στρέφεται εναντίον βεβαιωτικής πράξης.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.
/ΕΠσ