ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

           

                                                            (Υπόθεση Αρ. 543/1998)

6 Ιουνίου, 2003

[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΛΙΚΗ ΦΕΡΑΙΟΥ, ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑ,

Αιτήτρια,

ν.

ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ΄ου η Αίτηση.

 

Α. Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.

Π. Πολυβίου, για το Καθ΄ου η Αίτηση.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Η αιτήτρια διετέλεσε υπάλληλος του καθ΄ου η αίτηση, Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου (ΡΙΚ), μέχρι την πρόωρη αφυπηρέτηση της την 1.1.1998. Την 8.1.1998 το ΡΙΚ καθόρισε τα ωφελήματα της αιτήτριας και απέστειλε την ακόλουθη επιστολή σ΄ αυτή μαζί με την αναλυτική κατάσταση:-

«Αναφέρομαι στο πιο πάνω θέμα και σας πληροφορώ ότι θα σας καταβληθεί ποσό £25.881,79 σύμφωνα με την αναλυτική κατάσταση που επισυνάπτεται. Από 1/1/98 θα σας καταβάλλεται μηνιαία σύνταξη £578,60»

Στην πιο πάνω επιστολή υπάρχει επίσης δήλωση της αιτήτριας ότι παρέλαβε επιταγή, ημερ. 31.12.1997 για το ποσό των £25.881,79 που αποτελούσε το ποσό του εφάπαξ. Η αιτήτρια υπέγραψε την πιο πάνω δήλωση.

Δύο μήνες αργότερα, στις 9.3.1998, η αιτήτρια, μέσω του δικηγόρου της, απέστειλε επιστολή στο ΡΙΚ ισχυριζόμενη ότι «δεν υπήρξε ορθός υπολογισμός όλης της πραγματικής υπηρεσίας της» και ζητούσε την επανεξέταση της υπόθεσης.

Το ΡΙΚ, με επιστολή ημερ. 15.5.1998, πληροφόρησε την αιτήτρια ότι εμμένει στην προηγούμενη απόφαση της και ότι «η απασχόληση της στο ΡΙΚ από 1.10.1966 μέχρι 15.3.1970 δεν είναι δυνατό, βάσει των Κανονισμών του υπό αναφορά Σχεδίου Συντάξεων, να θεωρηθεί συντάξιμη.

Εναντίον της πιο πάνω απόφασης η αιτήτρια καταχώρησε την παρούσα προσφυγή με το πιο κάτω αιτητικό:-

«Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του καθ΄ου η αίτηση, η οποία γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια με επιστολή του καθ΄ου η αίτηση ημερ. 15/5/98 και με την οποίαν απέρριψε το αίτημα της αιτήτριας για συνυπολογισμό ως συντάξιμης και της υπηρεσίας της στο ΡΙΚ από 1/10/66 μέχρι 15/3/70 είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.»

Στη γραπτή του αγόρευση ο δικηγόρος της αιτήτριας προβάλλει ως λόγους ακυρότητας την αναρμοδιότητα του οργάνου που έλαβε την απόφαση, η οποία λήφθηκε χωρίς δέουσα έρευνα και επαρκή αιτιολογία, ως επίσης και για κακή σύνθεση του εκδόσαντος την απόφαση οργάνου.

Στη γραπτή του αγόρευση ο δικηγόρος του ΡΙΚ προβάλλει προδικαστική ένσταση ισχυριζόμενος ότι η πράξη είναι βεβαιωτική της προηγούμενης ημερ. 8.1.1998 και ως τέτοια δεν είναι εκτελεστή, απαραίτητο στοιχείο για τη νόμιμη προσβολή της με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος.

Πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου καθώς και της Ελληνικής νομολογίας είναι ότι οι βεβαιωτικές αποφάσεις δεν έχουν εκτελεστό χαρακτήρα και ως εκ τούτου δεν είναι προσβλητές με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος (Βλέπε: Ζίττη ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2082, ημερ. 29.5.1998, Σιακαλλής ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 519, Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 474).

Οι βεβαιωτικές πράξεις ή αποφάσεις δεν είναι πράξεις εκτελεστές διότι δεν περιέχουν οποιαδήποτε επιταγή αλλά βεβαιούται απλώς η εμμονή της διοίκησης σε προγενέστερη επιταγή.

Σύμφωνα με τη νομολογία πράξη η οποία περιέχει επιβεβαίωση προηγούμενης δεν είναι εκτελεστή, εκτός εάν λήφθηκε ύστερα από νέα έρευνα και λήφθηκαν υπόψη νέα στοιχεία που, έστω και αν προϋπήρχαν, ήταν άγνωστα ή/και δεν λήφθηκαν υπόψη ενωρίτερα.

Στην παρούσα περίπτωση η εκτελεστή διοικητική πράξη ήταν αυτή της 8.1.1998 η οποία κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια αυθημερόν με αναλυτική κατάσταση της υπηρεσίας της και τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα της τα οποία και επωφελήθηκε την ίδιαν ημέρα. Η διοικητική αυτή απόφαση δεν έχει προσβληθεί από την αιτήτρια.

Η αιτήτρια με την επιστολή του δικηγόρου της ημερ. 9.3.1998 δεν υπέβαλε οποιαδήποτε νέα στοιχεία που δεν είχε υπόψη της η διοίκηση. Δεν επακολούθησε νέα έρευνα από τη διοίκηση η οποία απλώς επανέλαβε την πρώτη απόφαση της. Όλα τα στοιχεία της αιτήτριας και η όλη εργοδότηση της από το ΡΙΚ ήταν ενώπιον της διοίκησης και λήφθηκαν υπόψη κατά τη λήψη της πρώτης απόφασης της 8.1.1998. Η δεύτερη απόφαση, όπως εκφράζεται στην επιστολή προς την αιτήτρια ημερ. 15.5.1998, είναι σαφώς επιβεβαιωτική της εκτελεστής διοικητικής απόφασης της 8.1.1998 και συνεπώς δεν μπορεί να αποτελεί αντικείμενο προσφυγής με βάση το Άρθρο 146.1 του Συντάγματος.

Η κατάληξη μου αυτή δεν καθιστά αναγκαία την εξέταση της ουσίας της προσφυγής.

Η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη με έξοδα.

 

 

(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.

 

 

 

/ΕΠσ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο