ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
AΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(
Υπόθεση Αρ.494/2002)14 Μαϊου, 2003
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]
Αναφορικά με τα Αρθρα 146 και 28 του Συντάγματος
Ευθύμιος Χατζημηνά
Αιτητής,
ν.
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων,
Καθ΄ου η αίτηση.
―――――
Α.Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή
Α. Χριστοφόρου, για Καθ΄ου η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Ο αιτητής λάμβανε από 1.9.1999 επίδομα τέκνου για τα τέσσερα εξαρτώμενα τέκνα του από τις Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων με βάση τον περί Παροχής Επιδόματος Τέκνου Νόμο του 1987 (Ν. 314/87) όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 75/91.
Το άρθρο 4 καθορίζει στο εδάφιο (1
«(1) Κάθε οικογένεια που έχει τη συνήθη διαμονή της στην Κύπρο, δικαιούται σε επίδομα τέκνου για κάθε εξαρτώμενο τέκνο της αν έχει τέσσερα τουλάχιστον εξαρτώμενα τέκνα.»
Λάμβανε το επίδομα για τα τέσσερα εξαρτώμενα τέκνα του μέχρι 29.7.2000. Έκτοτε του χορηγόταν επίδομα για τρία εξαρτώμενα τέκνα. Αυτά προκύπτουν από έγγραφο το οποίο έχει τη σφραγίδα του Επαρχιακού Γραφείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων Λεμεσού, υπογράφτηκε για τον Επαρχιακό Λειτουργό του Γραφείου αυτού και τιτλοφορείται ως «βεβαίωση». Δεν αναγράφεται στο έγγραφο αυτό ο λόγος για τον οποίο έπαυσε η χορήγηση του επιδόματος στον αιτητή για ένα από τα παιδιά του.
Ο αιτητής ζήτησε με επιστολή του δικηγόρου του ημερομηνίας 11.2.2002 προς το Επαρχιακό Γραφείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων Λεμεσού αναθεώρηση της απόφασης να μη θεωρείται εξαρτώμενο τέκνο του η κόρη του Ελένη, η οποία κατά τον ουσιώδη χρόνο φοιτούσε στη Νοσηλευτική Σχολή.
Στο φάκελο του Δικαστηρίου δεν υπάρχει η απόφαση αυτή. Σημειωτέον ότι ο διοικητικός φάκελος δεν κατατέθηκε καθότι ο δικηγόρος της Δημοκρατίας ανέφερε ότι όλα τα σχετικά έγγραφα ήταν ενώπιον του Δικαστηρίου.
Το αίτημα για αναθεώρηση της απόφασης αυτής υποβλήθηκε στο Διευθυντή Κοινωνικών Ασφαλίσεων για εξέταση. Με επιστολή του ημερομηνίας 3.4.2002 απάντησε στο δικηγόρο του αιτητή ότι το αίτημα του τελευταίου δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί, αναφερόμενος και στα άρθρα του Νόμου που διέπουν το επίδικο θέμα.
Στο άρθρο 2, εδάφιο (1), δίνεται η ερμηνεία των λέξεων «εξαρτώμενο τέκνο». Στην παράγραφο (δ) που ενδιαφέρει την περίπτωση αυτή καθορίζεται:
««εξαρτώμενο τέκνο» σημαίνει -
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
(δ) άρρεν άγαμο τέκνο ηλικίας μεταξύ των δεκαοκτώ και είκοσι πέντε ετών ή θήλυ άγαμο τέκνο ηλικίας μεταξύ των δεκαοκτώ και είκοσι τριών ετών, το οποίο τυγχάνει τακτικής εκπαίδευσης.»
Στο άρθρο 3 καθορίζεται:
«3.-(1) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου οικογένεια αποτελούν -
(α) οι γονείς όταν συζούν, τα κοινά τους τέκνα και τα τέκνα του ενός ή του άλλου από τους γονείς αυτούς
(β) πατέρας άγαμος, χήρος, διαζευγμένος ή σε διάσταση με τη σύζυγό του και τα τέκνα του
.(γ) μητέρα άγαμος, χήρα, διαζευγμένη ή σε διάσταση με το σύζυγό της και τα τέκνα της
.(δ) τα τέκνα της ως άνω υπό (α) οικογένειας όταν και οι δυο γονείς τους είναι νεκροί ή αγνοούμενοι, ή τα τέκνα της ως άνω υπό (β) και (γ) οικογένειας όταν ο πατέρας ή η μητέρα τους, ανάλογα με την περίπτωση, είναι νεκροί ή αγνοούμενοι.
Ο Διευθυντής Κοινωνικών Ασφαλίσεων απέρριψε το αίτημα αναφέροντας τα εξής:
«Στην περίπτωση των φοιτητών της Νοσηλευτικής Σχολής, τυγχάνουν μεν τακτικής εκπαίδευσης όμως δεν συντηρούνται αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο από τους γονείς τους εφόσον στο διάστημα της φοίτησης τους δικαιούνται δωρεάν διατροφή και διαμονή και επιπρόσθετα δικαιούνται και ένα
εκπαιδευτικό επίδομα.Εν όψει των πιο πάνω λυπούμαι να σας πληροφορήσω ότι το αίτημά σας να συμπεριληφθεί η Ελένη Χατζημηνά στα εξαρτώμενα τέκνα του πελάτη σας δεν μπορεί να ικανοποιηθεί.»
Το περιεχόμενο της επιστολής αυτής είναι που προσβάλλει με την προσφυγή του ο αιτητής.
Ο δικηγόρος της Δημοκρατίας πρόβαλε στη γραπτή αγόρευσή του ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι βεβαιωτική αυτής που περιέχεται στη βεβαίωση ημερομηνίας 21.11.2001 η οποία παρήγαγε έννομο αποτέλεσμα. Πρόβαλε, περαιτέρω, ότι ο αιτητής δεν υπέβαλε με την αίτησή του για αναθεώρηση νέα στοιχεία που ήταν είτε άγνωστα είτε δεν λήφθηκαν υπόψη από το αποφασίζον όργανο, ώστε να προκύπτει νέα έρευνα.
Η προδικαστική αυτή ένσταση δεν εγέρθηκε με το δικόγραφο της ένστασης. Προχώρησα όμως στην εξέτασή της, αφού η εκτελεστότητα της προσβαλλόμενης πράξης εξετάζεται και αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο.
Μια πράξη είναι βεβαιωτική όταν με αυτή η διοίκηση βεβαιώνει ή επαναλαμβάνει το περιεχόμενο μιας άλλης προγενέστερης εκτελεστής πράξης, δηλώνοντας έτσι την εμμονή της σ΄αυτή.
Έχει καθιερωθεί στη Νομολογία ότι οι βεβαιωτικές πράξεις δεν είναι πράξεις εκτελεστές διότι δεν περιέχουν οποιαδήποτε επιταγή αλλά βεβαιούται απλώς η εμμονή της διοίκησης σε προγενέστερη επιταγή.
Για να είναι νεώτερη πράξη βεβαιωτική προγενέστερης απαιτείται:
(α) ταυτότητα της αρχής που έχει εκδώσει και τις δύο πράξεις
(β) ταυτότητα του προσώπου ή των προσώπων στα οποία αφορούν οι πράξεις
(γ) ταυτότητα της νομίμου διαδικασίας
(δ) ταυτότητα της πραγματικής αιτιολογίας και των δύο πράξεων
(ε) ταυτότητα του διατακτικού.
Η πράξη με την οποία αποφασίστηκε η διακοπή της χορήγησης του επιδόματος για την κόρη του αιτητή, η οποία φοιτούσε στη Νοσηλευτική Σχολή, δεν βρίσκεται, όπως λέχθηκε, ενώπιον του Δικαστηρίου. Ό,τι υπάρχει είναι μια απλή βεβαίωση χωρίς να προκύπτει ποιο όργανο έλαβε την απόφαση αυτή και ποια η αιτιολογία στην οποία στηρίχθηκε. Η κρίση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι βεβαιωτική προγενέστερης χωρίς να υπάρχει στο φάκελο η τελευταία είναι αδύνατη. Κατ΄επέκταση αδύνατη είναι και η άσκηση δικαστικού ελέγχου, η οποία προϋποθέτει την προσκόμιση της απόφασης και του φακέλου της υπόθεσης. Η παράλειψη αυτή της διοίκησης έχει ως αναπόφευκτη συνέπεια την ακύρωση της πράξης (βλ. Dome Investments Ltd v. Συμβούλιο Βελτιώσεως Αγίας Νάπας κ.α. (1989) 3 Α.Α.Δ. 741.
Αλλά και σε περίπτωση που δεν υπάρχει προηγούμενη εκτελεστή πράξη και εκτελεστή είναι η προσβαλλόμενη, και πάλιν η προσφυγή πρέπει να επιτύχει, γιατί δεν έγινε η δέουσα έρευνα.
Πρόβαλε ο αιτητής ότι ο καθ΄ου η αίτηση κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι φοιτητές της Νοσηλευτικής Σχολής δε συντηρούνται αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο από τους γονείς τους επειδή δικαιούνται δωρεάν διατροφή, διαμονή και εκπαιδευτικό επίδομα, χωρίς να προβεί σε δέουσα έρευνα.
Αυτό είναι ορθό. Πουθενά δεν προκύπτει η έρευνα στην οποία προέβηκε. Αναφέρθηκε γενικά στους φοιτητές της Νοσηλευτικής Σχολής. Δεν εξέτασε συγκεκριμένα την περίπτωση της κόρης του αιτητή.
Πέραν τούτου, από την ερμηνεία του εδαφίου (2) του άρθρου 3, προκύπτει ότι απαιτείται το τέκνο να ζει μαζί με τους γονείς του «και σε αντίθετη περίπτωση» όπως κατά γράμμα αναφέρεται, δηλαδή στην περίπτωση που δεν ζει μαζί τους, απαιτείται για τη χορήγηση του επιδόματος να συντηρείται εξ ολοκλήρου ή κατά κύριο λόγο από τους γονείς του.
Ο καθ΄ου η αίτηση δεν εξέτασε, ή τουλάχιστον δεν προκύπτει, αν η κόρη του αιτητή ζούσε με τους γονείς της ή της παραχωρήθηκε δωρεάν διαμονή στο Σχολή. Στην περίπτωση που συνέβαινε το τελευταίο θα έπρεπε να εξεταστεί αν συντηρείτο εξ ολοκλήρου ή κατά κύριο λόγο από τους γονείς της. Ούτε προκύπτει αν δόθηκε εκπαιδευτικό επίδομα και ποιο ήταν το ποσό του.
Η προσφυγή επιτυγχάνει και η επίδικη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα υπέρ του αιτητή.
FONT>Π. Αρτέμης, Δ.
/Χ.Π.