ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ.423/2002

21 Απριλίου, 2003

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ/στής]

Αναφορικά με το Αρθρο 146 του Συντάγματος

ΜΑΡΙΟΣ ΝΕΟΦΥΤΟΥ

Αιτητής,

v.

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω

(Α) Ν. ΡΟΥΣΟΥ, ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗ ΕΠΑΡΧΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΚΑΙ/Η ΕΦΟΡΟΥ ΕΚΛΟΓΩΝ ΚΟΙΝΟΤΑΡΧΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΙΩΝ

ΕΚΛΟΓΙΚΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΛΕΜΕΣΟΥ

Kαθ΄ων η αίτηση.

------------------------

Α.Ευτυχίου, για τον Αιτητή

Δ.Καλλίγερος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η αίτηση

Ελ. Χ΄Στυλλή, για Ρ.Ερωτοκρίτου

-----------------------

ΑΠΟΦΑΣΗ

΄Οπως αναφέρω και στην ενδιάμεση απόφαση μου ημερ. 20.9.02 επί της αιτήσεως του αιτητή για ενδιάμεσο διάταγμα, με την παρούσα προσφυγή του προσβάλλει την απόφαση του Αναπληρωτή Επάρχου Λεμεσού με την οποία του κοινοποιήθηκε πως έπαυσε να είναι μέλος του Κοινοτικού Συμβουλίου ΄Υψωνα, στο οποίο εξελέγη, και τη θέση του κατελάμβανε το ενδιαφερόμενο μέρος, επιλαχών υποψήφιος, Νεόφυτος Νεοφύτου. Η προσβαλλόμενη απόφαση ελήφθη κατ΄εφαρμογήν του ΄Αρθρου 16(2)(στ) του περί Κοινοτήτων Νόμου του 1999 (Ν.86(1)/99) μετά που διαπιστώθηκε πως εταιρεία στην οποία μετείχε ο αιτητής είχε συμβατική σχέση με το Συμβούλιο για την εκτέλεση έργων επ΄ αμοιβή. Το εδάφιο 2(στ) του ΄Αρθρου 16 προβλέπει τα εξής:

«Δεν μπορεί να διατελεί κοινοτάρχης ή μέλος του Συμβουλίου:

πρόσωπο το οποίο έχει οποιαδήποτε συμβατική σχέση με το Συμβούλιο για την εκτέλεση εργασιών ή την παροχή υπηρεσιών με αμοιβή».

Ο δικηγόρος της δημοκρατίας εγείρει προδικαστική ένσταση. Εισηγείται πως το Ανώτατο Δικαστήριο στην αναθεωρητική του δικαιοδοσία βάσει του ΄Αρθρου 146 του Συντάγματος δεν έχει εξουσία να επιληφθεί της υπόθεσης. Δικαιοδοσία έχει, βάσει ρητών διατάξεων του περί Κοινοτήτων Νόμου, το Ανώτατο Δικαστήριο ως εκλογοδικείο.

Η ένσταση ευσταθεί. Το ΄Αρθρο 31(1) του περί Κοινοτήτων Νόμου προβλέπει:

«31.-(1) Οι διατάξεις του περί Εκλογής Μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων Νόμου, εκτός από τις διατάξεις που αφορούν τις γνωστοποιήσεις που προνοούνται στο εδάφιο (4) του άρθρου 18 και στο εδάφιο (3) του άρθρου 27 του εν λόγω Νόμοι, οι οποίες δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και τοιχοκολλούνται σε περίοπτα μέρη μέσα στα όρια της οικείας κοινότητας, και εκτός από τις διατάξεις που αφορούν τους σταυρούς προτίμησης και τους εκλογικούς αντιπροσώπους, και οι διατάξεις των Κανονισμών που εκδίδονται με βάση τον εν λόγω Νόμο και αφορούν ειδικά τις διευθετήσεις πριν από την ψηφοφορία, τη διαδικασαία πριν από την ψηφοφορία, τη διαδικασία κατά την ψηφοφορία, την περάτωση της ψηφοφορίας καθώς και οποιαδήποτε άλλα θέματα για τα οποία δε γίνεται ρητή πρόνοια στον παρόντα Νόμο εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, και στις εκλογές που ενεργούνται με βάση τις πρόνοιες του παρόντος Νόμου

Το δε ΄Αρθρο 39 του ιδίου Νόμου προβλέπει:

«39. Οι διατάξεις του περί Εκλογής Μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων Νόμου που αφορούν αιτήσεις για ακύρωση εκλογής και εκλογικά αδικήματα εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, σε οποιαδήποτε εκλογή με βάση το Νόμο αυτό.»

Κατά συνέπεια, και σύμφωνα με τις πιο πάνω νομοθετικές ρυθμίσεις, ισχύουν κατ΄αναλογία οι διατάξεις του ΄Αρθρου 57 του περί Εκλογής Μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων Νόμου, Ν.72/79, όπως τροποποιήθηκε, που παρέχει τη δικαιοδοσία στο Εκλογοδικείο να επιλαμβάνεται των ζητημάτων που αναφέρονται σ΄αυτόν, και τούτο σε συμμόρφωση με την επιταγή του Συντάγματος, ΄Αρθρο 145. (Δες Παρισινός ν. Κυριακού κ.α. Εκλογική Αίτηση 1/01, ημερ. 24.4.02).

Η γραμματική ερμηνεία των πιο πάνω νομοθετημάτων συνάδει απόλυτα και με την τελολογική. Το Ανώτατο Δικαστήριο στην αναθεωρητική του δικαιοδοσία εκδίδει ακυρωτικές αποφάσεις, με υποχρέωση του διοικητικού οργάνου να συμμορφωθεί. Δεν υποκαθιστά όμως τη δική του κρίση, στην επίδικη απόφαση, σ΄αυτή του διοικητικού οργάνου που, συμμορφούμενο με το περιεχόμενο της δικαστικής απόφασης, θα επανεξετάσει και θα λάβει νέα απόφαση. Με δυο λόγια, στην υπόθεση που εξετάζουμε και αν ακόμη κηρυσσόταν άκυρη η προσβαλλόμενη απόφαση δεν θα αποκαθίστατο στη θέση του κοινοτικού συμβούλου ο αιτητής. Απλώς θα ακυρωνόταν η κατάληψη της θέσης από το ενδιαφερόμενο μέρος. Και αυτό σε αντίθεση με τη δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ως εκλογοδικείο που, σύμφωνα με το ΄Αρθρο 57(3) του Ν.72/79, επιλαμβάνεται και αποφασίζει την ουσία του εκλογικού αποτελέσματος. Ας σημειωθεί πως και ο ίδιος ο αιτητής στον τίτλο της προσφυγής χαρακτηρίζει τον Αναπληρωτή ΄Επαρχο Λεμεσού, και πολύ ορθά, και ΄Εφορο Εκλογών Κοινοταρχών, ή Μελών Κοινοτικών Συμβουλίων Εκλογικής Περιφέρειας Λεμεσού.

Η προσφυγή απορρίπτεται με £300 έξοδα υπέρ της δημοκρατίας και £200 υπέρ του ενδιαφερομένου μέρους.

Xρ .Αρτεμίδης,

&# 9; Δ.

 

 

/ΜΑ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο