ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2002) 4 ΑΑΔ 1104
21 Νοεμβρίου, 2002
[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚA ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤAΓΜΑΤΟΣ
CHRISTOFIDES & PAPAELLINAS
PHARMACEUTICALS LTD.,
Αιτητές,
v.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΦΑΡΜΑΚΩΝ,
Καθ' ου η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 976/2002)
Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Αίτηση για προσωρινό διάταγμα αναστολής εκτελέσεως της επίδικης απόφασης μέχρις εκδικάσεως της προσφυγής ― Προϋποθέσεις έκδοσης του διατάγματος από τη νομολογία ― Έκδηλη παρανομία και ανεπανόρθωτη ζημία ― Δεν συνέτρεχαν στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις.
Η αιτήτρια εταιρεία ζήτησε την αναστολή, με ενδιάμεση αίτηση, της εκτέλεσης της επίδικης πράξης επικαλούμενη έκδηλη παρανομία της προσβαλλόμενης απόφασης και ταυτόχρονα ανεπανόρθωτη βλάβη της, από την μη έκδοση του αιτούμενου διατάγματος.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την αίτηση, αποφάσισε ότι:
1. Οι αρχές που καθορίζουν την έκδοση ενός προσωρινού διατάγματος στο Διοικητικό Δίκαιο έχουν καθοριστεί σε σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Απώτερος σκοπός της έκδοσης ενός προσωρινού διατάγματος είναι η διατήρηση της υπάρχουσας κατάστασης πριν από την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης και αναστολή της απόφασης μέχρι νεώτερης απόφασης του Δικαστηρίου. Το προσωρινό αυτό μέτρο συνιστά μια δραστική θεραπεία και πρέπει να χρησιμοποιείται με φειδώ. Και τούτο γιατί το Ανώτατο Δικαστήριο μέσα στα πλαίσια της αναθεωρητικής του δικαιοδοσίας να ελέγχει διοικητικές αποφάσεις, δεν ενδείκνυται να παρεμβαίνει σε αυτές προτού ολοκληρωθεί η έρευνα του για την εγκυρότητα της προσβαλλόμενης πράξης. Το προσωρινό διάταγμα στο Διοικητικό Δίκαιο δεν σχετίζεται με το συντηρητικό διάταγμα που εκδίδεται σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60.
2. Προτού εκδοθεί ένα προσωρινό διάταγμα ο αιτητής θα πρέπει να αποδείξει:
(α) έκδηλη παρανομία της προσβαλλόμενης πράξης· ή
(β) σοβαρή πιθανότητα να υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά αν το διάταγμα δεν εκδοθεί.
3. Η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει. Η αιτήτρια εταιρεία δεν έχει αποδείξει ότι οι καθ' ων η αίτηση έχουν ενεργήσει κατά έκδηλα παράνομο τρόπο κατά παράβαση συγκεκριμένων νομοθετικών προνοιών.
Οι θέσεις που έχουν προβάλει οι καθ'ων η αίτηση δημιουργούν την εικόνα ύπαρξης αντιφατικών γεγονότων που μπορούν να οδηγήσουν σε διαφορετική ερμηνεία των σχετικών νομοθετικών διατάξεων. Η εικόνα αυτή εξουδετερώνει το αυταπόδεικτο της ισχυριζόμενης έκδηλης παρανομίας.
Αναφορικά με την προϋπόθεση ότι η αιτήτρια θα υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά σε περίπτωση μη έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος, το Δικαστήριο δεν έχει ικανοποιηθεί ότι έχει παρουσιαστεί εκείνη η μαρτυρία που θα απέσειε το σχετικό βάρος απόδειξης. Από το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης που έχει καταχωρηθεί εκ μέρους της αιτήτριας, φαίνεται ότι δεν θα υπάρξει δυσκολία στον καθορισμό των ζημιών που πιθανό να προκύψουν.
Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Clerides a.o. v. Republic (No.1) (1966) 3 C.L.R. 701,
Moyo a.o. v. Republic (1988) 3 C.L.R. 976,
Frangos a.o. v. Minister of Interior a.o. (1982) 3 C.L.R. 53,
Economides v. Republic (1982) 3 C.L.R. 837,
Λοϊζίδης v. Υπουργού Εξωτερικών (1995) 3 Α.Α.Δ. 233,
Κροκίδου κ.ά. v. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1857.
Προσφυγή.
Α. Γαβριηλίδης για Σκορδή, Παπαπέτρου & Σία, για τους Αιτητές.
Ε. Ζαχαριάδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Καθ'ου η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.:
(α) Τα γεγονότα
Ο οίκος του εξωτερικού Rhone Poulenc Rorer αντιπροσωπευόταν στην Κύπρο από την εταιρεία Medilink Ltd. Σε κάποιο στάδιο οι οίκοι Rhone Poulenc Rorer, Hoechst και Marion-Roussel που κατασκεύαζαν φαρμακευτικά προϊόντα συνενώθηκαν και δημιούργησαν την εταιρεία Aventis Pharma International. Η τελευταία διόρισε ως αντιπροσώπους της στην Κύπρο την αιτήτρια εταιρεία Christofides & Papaellinas Pharmaceuticals Ltd. Μεταξύ Οκτωβρίου και Νοεμβρίου 2001 η πιο πάνω εταιρεία υπέβαλε αίτηση για την έκδοση αδειών κυκλοφορίας για συγκεκριμένα φαρμακευτικά προϊόντα για να πάρει πανομοιότυπες απαντήσεις για κάθε ένα προϊόν από τους καθ'ων η αίτηση. Η απάντηση συμπεριλάμβανε τα ακόλουθα:
"Κύριοι,
1. Η αίτησή σας για έκδοση άδειας κυκλοφορίας για το Φαρμακευτικό προϊόν STEMETIL TABLETS 5MG έχει εξεταστεί από το Συμβούλιο Φαρμάκων και αποφάσισε όπως εκδόσει την πιο πάνω άδεια εφ' όσον πληρωθούν τα καθορισμένα τέλη.
2. Παρακαλώ όπως στείλετε το ποσό των Θ220 σε επιταγή ή τραπεζική εντολή που θα εκδοθεί στον Έφορο Συμβουλίου Φαρμάκων.
3. Αν δεν ενδιαφέρεστε για την έκδοση της πιο πάνω άδειας, παρακαλώ όπως μας πληροφορήσετε γραπτώς μέσα σε ένα μήνα από την παραλαβή της επιστολής αυτής."
Η αιτήτρια κατέβαλε τα σχετικά τέλη και ενώ ανέμενε την έκδοση των σχετικών αδειών, στις 12/8/2002 πληροφορήθηκε εγγράφως από τους καθ'ων η αίτηση ότι δεν θα εκδίδονταν οι σχετικές άδειες. Η σχετική επιστολή των καθ' ων η αίτηση ανέφερε συγκεκριμένα τα ακόλουθα:
"Κύριοι,
Σχετικά με την έκδοση αδειών κυκλοφορίας στην εταιρεία σας για φαρμακευτικά προϊόντα της ex-RPR που αντιπροσώπευε η εταιρεία Medilink, επιθυμώ να σας πληροφορήσω ότι θα σας εκδοθούν άδειες κυκλοφορίας για όσα προϊόντα δεν αναφέρονται στο συνημμένο 1 (το οποίο περιλαμβάνει τα προϊόντα για τα οποία η Medilink έχει άδειες σε ισχύ οι οποίες είχαν τροποποιηθεί πριν την απόφαση του Συμβουλίου Φαρμάκων για μεταφορά της αντιπροσωπείας στην εταιρεία σας). Ως εκ τούτου:
1. Θα γίνει επιστροφή των τελών που έχετε καταβάλει για έκδοση αδειών κυκλοφορίας στην εταιρεία σας για τα φαρμακευτικά προϊόντα που σημειώνονται με * στο συνημμένο 1."
Από τη σχετική έγγραφη μαρτυρία που έχει παρουσιαστεί φαίνεται ότι οι καθ'ων η αίτηση προτού προβούν στην έκδοση των σχετικών αδειών, διαπίστωσαν ότι η εταιρεία Medilink Ltd, που ήταν η προηγούμενη κάτοχος των αδειών κυκλοφορίας, τροποποίησε τις άδειες κυκλοφορίας των φαρμακευτικών προϊόντων προτού ληφθεί η απόφαση για τη μεταφορά των αδειών στην αιτήτρια. Πιο συγκεκριμένα, ο κάτοχος της άδειας κυκλοφορίας του εξωτερικού από Rhone Poulenc Rorer άλλαξε σε Castlemead Healthcare Ltd (για τα προϊόντα Stemetil Tabs, Stemetil Inj.) και σε Hawgreen Ltd (για τα προϊόντα Flagyl Tabs, Largactil Inj., Oruvail Caps, Oruvail Inj.). Είναι η θέση των καθ'ων η αίτηση ότι εφόσον οι πρόνοιες του άρθρου 6(1)(β) του Νόμου (που καθορίζει ότι η αίτηση έκδοσης άδειας πρέπει να υποβάλλεται από εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο) δεν ετηρούντο αφού η Medilink Pharmaceuticals Ltd έπαυσε να είναι εξουσιοδοτημένη αντιπρόσωπος της Rhone Poulenc Rorer, η άδεια κυκλοφορίας που της είχε παραχωρηθεί έπαυσε να ισχύει και οι καθ'ων η αίτηση δεν μπορούσαν να προβούν στη μεταφορά των αδειών κυκλοφορίας στο όνομα της αιτήτριας.
Είναι η θέση της αιτήτριας ότι η πιο πάνω απόφαση είναι έκδηλα παράνομη γιατί παραβιάζει τις πρόνοιες του άρθρου 32(1)(2) και (3) του περί Φαρμάκων Ανθρώπινης Χρήσης (Ελεγχος Ποιότητας, Προμήθειας και Τιμών) Νόμου αρ. 70(Ι)/2001. Και τούτο γιατί οι καθ'ων η αίτηση προτού λάβουν την απόφαση μη έκδοσης των σχετικών αδειών παρέλειψαν να ειδοποιήσουν την αιτήτρια να προβεί σε γραπτές παραστάσεις, ένα δικαίωμα που διασφαλίζει το άρθρο 32(1)(3) του πιο πάνω Νόμου.
Τα άρθρα 32(1)(2) και (3) προνοούν ότι,
"(1) Το Συμβούλιο Φαρμάκων μπορεί να ανακαλέσει ή να αναστείλει την άδεια κυκλοφορίας ενός φαρμακευτικού προϊόντος όταν διαπιστώσει ότι -
.......................................................................................................
(2) Πριν από κάθε ανάκληση ή αναστολή άδειας κυκλοφορίας δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), το Συμβούλιο Φαρμάκων επιδίδει στον κάτοχο της άδειας κυκλοφορίας γραπτή ειδοποίηση για την πρόθεσή του να εκδώσει τέτοια απόφαση, στην οποία πρέπει να αναφέρει τους λόγους της ενέργειάς του και να του γνωστοποιεί τα δικαιώματα που του παρέχονται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3).
(3) Ο κάτοχος της άδειας κυκλοφορίας στον οποίο επιδίδεται ειδοποίηση δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2), έχει το δικαίωμα να προβεί σε γραπτές παραστάσεις προς το Συμβούλιο Φαρμάκων, νοουμένου ότι μέσα σε 7 ημέρες από την επίδοση της ειδοποίησης θα γνωστοποιήσει γραπτώς στο Συμβούλιο Φαρμάκων την επιθυμία του να ασκήσει το δικαίωμα αυτό. Οι γραπτές παραστάσεις πρέπει να προσκομιστούν εντός 21 ημερών από τη γνωστοποίηση."
Επιπρόσθετα η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι ως αποτέλεσμα των ενεργειών των καθ'ων η αίτηση υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να υποστούν ζημιές που θα είναι πρακτικά αδύνατο να αποτιμηθούν αργότερα σε χρήμα.
Οι καθ' ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι δεν υπήρξε οποιαδήποτε ανάκληση άδειας κυκλοφορίας γιατί δεν εκδόθηκε οποιαδήποτε άδεια κυκλοφορίας στο όνομα της αιτήτριας. Η καταβολή των σχετικών τελών εκ μέρους της αιτήτριας δεν εξυπακούει ότι είχε εκδοθεί η σχετική άδεια, έτσι που η άρνηση των καθ' ων η αίτηση να αρνηθούν την έκδοση άδειας κυκλοφορίας για τα συγκεκριμένα προϊόντα να ισοδυναμεί με ανάκληση άδειας κυκλοφορίας. Επιπρόσθετα οι καθ' ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι η αιτήτρια εταιρεία απέτυχε να αποδείξει ότι ως αποτέλεσμα της άρνησης των καθ' ων η αίτηση να προβούν στη μεταφορά των αδειών κυκλοφορίας υπάρχει μεγάλη πιθανότητα ότι η αιτήτρια εταιρεία θα υποστεί ανεπανόρθωτες ζημιές αν δεν εκδοθεί το σχετικό διάταγμα.
(β) Η νομική πλευρά
Οι αρχές που καθορίζουν την έκδοση ενός προσωρινού διατάγματος στο Διοικητικό Δίκαιο έχουν καθοριστεί σε σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Απώτερος σκοπός της έκδοσης ενός προσωρινού διατάγματος είναι η διατήρηση της υπάρχουσας κατάστασης πριν από την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης και αναστολή της απόφασης μέχρι νεώτερης απόφασης του Δικαστηρίου. Το προσωρινό αυτό μέτρο συνιστά μια δραστική θεραπεία και πρέπει να χρησιμοποιείται με φειδώ (ίδε Clerides a.o. v. Republic (No.1) (1966) 3 C.L.R. 701). Και τούτο γιατί το Ανώτατο Δικαστήριο μέσα στα πλαίσια της αναθεωρητικής του δικαιοδοσίας να ελέγχει διοικητικές αποφάσεις, δεν ενδείκνυται να παρεμβαίνει σε αυτές προτού ολοκληρωθεί η έρευνα του για την εγκυρότητα της προσβαλλόμενης πράξης. Το προσωρινό διάταγμα στο Διοικητικό Δίκαιο δεν σχετίζεται με το συντηρητικό διάταγμα που εκδίδεται σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60 (ίδε Moyo a.o. v. Republic (1988) 3 C.L.R. 976).
Προτού εκδοθεί ένα προσωρινό διάταγμα ο αιτητής θα πρέπει να αποδείξει
(α) έκδηλη παρανομία της προσβαλλόμενης πράξης· ή
(β) σοβαρή πιθανότητα να υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά αν το διάταγμα δεν εκδοθεί.
Ο καθορισμός της έκδηλης παρανομίας υπήρξε ένα θέμα που απασχόλησε πολλές φορές τα Δικαστήρια. Όπως έχει λεχθεί στην υπόθεση Frangos a.o. v. Minister of Interior a.o. (1982) 3 C.L.R. 53, στη σ. 58,
"Although what amounts to flagrant illegality is nowhere exhaustively defined, it appears to me to involve a clear violation of the procedure envisaged by the law or unquestionable disregard of the fundamental precepts of administrative law. The notion does not encompass any defective exercise of discretionary powers vested in an organ of public administration."
Η παρανομία πρέπει να προβάλλει από μόνη της ως "έκδηλη, διαβόητη και σκανδαλώδης". (Ιδε Economides v. Republic (1982) 3 C.L.R. 837). Όπως έχει αναφερθεί στην υπόθεση Λοϊζίδης ν. Υπουργού Εξωτερικών (1995) 3 Α.Α.Δ. 233, η έκδηλη παρανομία καθορίζεται ως,
"εκείνη που, αν δεν αναδύεται αυτόματα, ανακύπτει κατόπιν αναλογισμού ως προς τις επιπτώσεις στοιχείων ενυπαρχόντων στο διαθέσιμο υλικό εφόσον βέβαια ό,τι απορρέει παραμένει αντικειμενικά αναντίλεκτο και μη υποκείμενο σε στάθμιση για έκφραση κρίσης."
Όμως η παρανομία πρέπει να είναι έκδηλη με την έννοια ότι είναι αυταπόδεικτη και οφθαλμοφανής, χωρίς να χρειάζεται διερεύνηση αντιφατικών γεγονότων. Έπεται ότι η ύπαρξη συγκρουόμενων γεγονότων εξουδετερώνει το αυταπόδεικτο της παρανομίας. (Ίδε Frangos a.o. v. Minister of Interior a.o. (1982) 3 C.L.R. 53, στη σ. 58 και Moyo a.o. v. Republic (1988) 3 C.L.R. 976).
Η ίδια γραμμή ακολουθήθηκε στην υπόθεση Κροκίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1857, απόφαση της Ολομέλειας) όπου αναφορικά με την έννοια της έκδηλης παρανομίας το Δικαστήριο ανέφερε ότι,
"Είναι η κατάλληλη στιγμή να αναφερθούμε στη σημασία της φράσης "προφανής παρανομία". Το εννοιολογικό της πλαίσιο προσδιόρισε η νομολογία. Η πρώτη διαπίστωση είναι ότι υποδηλώνει τις περιπτώσεις που η παραβίαση είναι οφθαλμοφανής χωρίς να χρειάζεται η διερεύνηση αντιφατικών γεγονότων."
Ο άλλος λόγος που επιτρέπει την έκδοση ενός προσωρινού διατάγματος είναι η σοβαρή πιθανότητα πρόκλησης ανεπανόρθωτης ζημιάς στον αιτητή αν δεν εκδοθεί το διάταγμα. Προς τούτο ο αιτητής πρέπει να παρουσιάσει μαρτυρία για την πιθανότητα πρόκλησης ανεπανόρθωτης ζημιάς, που δεν θα μπορεί να αποκατασταθεί με οποιαδήποτε από τις θεραπείες που μπορούν να παραχωρηθούν με την ακύρωση της συγκεκριμένης διοικητικής πράξης.
Έχω εξετάσει προσεκτικά όλα τα στοιχεία που έχουν παρουσιασθεί ενώπιόν μου και έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει. Η αιτήτρια εταιρεία δεν έχει αποδείξει ότι οι καθ'ων η αίτηση έχουν ενεργήσει κατά έκδηλα παράνομο τρόπο κατά παράβαση συγκεκριμένων νομοθετικών προνοιών.
Για την ισχυριζόμενη ανάκληση των αδειών κυκλοφορίας των συγκεκριμένων φαρμακευτικών προϊόντων οι καθ'ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι δεν μπορούσε να υπάρξει ανάκληση εφόσον δεν είχαν εκδοθεί άδειες κυκλοφορίας. Έπεται ότι η ισχυριζόμενη παραβίαση των άρθρων 31(1),(2) και (3) του Νόμου 70(Ι)/2001 δεν θα μπορούσε να επιτύχει γιατί εφόσον δεν υπήρξε ανάκληση ήδη εκδοθείσας άδειας στο όνομα της αιτήτριας δεν θα μπορούσε να γίνει επίκληση των άρθρων 31(1),(2) και (3) και ιδιαίτερα της υποπαραγράφου (3) του άρθρου 31(1) που παρέχει το δικαίωμα σε κάτοχο άδειας κυκλοφορίας να προβεί σε παραστάσεις σε περίπτωση ανάκλησης και/ή αναστολής της σχετικής άδειας κυκλοφορίας. Οι θέσεις που έχουν προβάλει οι καθ'ων η αίτηση δημιουργούν την εικόνα ύπαρξης αντιφατικών γεγονότων που μπορούν να οδηγήσουν σε διαφορετική ερμηνεία των σχετικών νομοθετικών διατάξεων. Η εικόνα αυτή εξουδετερώνει το αυταπόδεικτο της ισχυριζόμενης έκδηλης παρανομίας.
Αναφορικά με την προϋπόθεση ότι η αιτήτρια θα υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά σε περίπτωση μη έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος, το Δικαστήριο δεν έχει ικανοποιηθεί ότι έχει παρουσιαστεί εκείνη η μαρτυρία που θα απέσειε το σχετικό βάρος απόδειξης. Η αιτήτρια έχει προβάλει ένα γενικό ισχυρισμό ότι δεν μπορεί να διαθέσει στην αγορά τα προϊόντα της πρώην Rhone Poulenc Rorer, όσο και τα προϊόντα που έχει "ήδη εισάξει σε σημαντικές ποσότητες και τα οποία έχουν διάρκεια ζωής κατά πολύ μικρότερη από το χρόνο που θα χρειαστεί για να εκδικαστεί η προσφυγή της αιτήτριας" και ότι "οι ιατροί και τα νοσοκομεία θα αναγκαστούν να δίδουν συνταγές και να ζητούν, αντί τα προϊόντα της πρώην RPR, "ουσιωδώς όμοια" προϊόντα (δηλαδή προϊόντα αντιγραφικά των πρωτότυπων προϊόντων της πρώην RPR) τα οποία διατίθενται στην αγορά", με αποτέλεσμα η ζημιά αυτή να είναι αδύνατο να υπολογισθεί. Ο πιο πάνω ισχυρισμός για την πιθανότητα πρόκλησης ανεπανόρθωτης ζημιάς παρέμεινε μετέωρος. Δεν έχει προσφερθεί οποιαδήποτε συγκεκριμένη μαρτυρία ως προς τις ποσότητες που έχουν εισαχθεί και ως προς τις ποσότητες που παραμένουν αδιάθετες, στοιχεία που θα μπορούσαν να ενισχύσουν την εισήγηση ότι η συνολική ζημιά θα είναι τέτοιας έκτασης που δεν θα μπορεί να εκτιμηθεί σε αργότερο στάδιο. Αντίθετα από το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης που έχει καταχωρηθεί εκ μέρους της αιτήτριας, φαίνεται ότι δεν θα υπάρξει δυσκολία στον καθορισμό των ζημιών που πιθανό να προκύψουν.
Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.
Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.