ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ν. 15/1962 - Ο περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμος του 1962
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(2002) 4 ΑΑΔ 1096
15 Νοεμβρίου, 2002
[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΤΣΙΜΕΝΤΩΝ ΛΤΔ,
Αιτήτρια,
v.
1. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
2. ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ ΚΑΙ
ΧΩΡΟΜΕΤΡΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 517/2001)
Διοικητική Πράξη ― Εκτελεστή σε αντιδιαστολή προς πράξη πληροφοριακού περιεχομένου ― Περιστάσεις υπό τις οποίες κρίθηκε εκτελεστή η επίδικη απόφαση και συνακόλουθα απορρίφθηκε η προδικαστική ένσταση ότι αυτή περιείχε έκφραση πρόθεσης της διοίκησης χωρίς έννομα αποτελέσματα.
Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Καθορισμός επιδίκων θεμάτων στα δικόγραφα ― Εγερθέν ζήτημα στην κριθείσα περίπτωση δεν εξετάστηκε διότι προβλήθηκε με γραπτή αγόρευση χωρίς να περιλαμβάνεται δεόντως στα δικόγραφα.
Αναγκαστική Απαλλοτρίωση ― Διάταγμα ― Κατά πόσο είναι εφικτή η εγγραφή ακινήτου, απαλλοτριωθέντος κατά το Ν.15/62, επ' ονόματι άλλου από την απαλλοτριούσα αρχή.
Ακίνητη Ιδιοκτησία ― Δημόσιος δρόμος ― Εγγραφή δρόμου ως δημοσίου στην κριθείσα περίπτωση, παρόλο που η σχετική απαλλοτρίωση που είχε προηγηθεί είχε διαφορετική βάση ― Περιστάσεις και συνέπειες.
Η αιτήτρια εταιρεία προσέβαλε την απόφαση να εγγραφεί ο επίδικος δρόμος ως δημόσιος, παρόλο που αυτός είχε απαλλοτριωθεί για να εξυπηρετεί τις ανάγκες της αιτήτριας η οποία και είχε επωμιστεί με την καταβολή της αποζημίωσης της απαλλοτρίωσης.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
1. Η απάντηση την οποία η Δημοκρατία έδωσε με την επίδικη επιστολή ημερ. 5 Απριλίου, 2001, ότι ο δρόμος θα εγγραφόταν ως δημόσιος, δεν εξέφραζε απλώς ενδεχόμενη μελλοντική απόφαση ή πράξη αλλά αποκρυσταλλωθείσα θέση που άμεσα παρήγαγε έννομα αποτελέσματα, άσχετα αν η διοίκηση ενεργούσε δέσμια ή όχι. Επακόλουθα, η εγγραφή του δρόμου ως δημόσιου δεν θα ήταν, όταν επέρχετο, παρά μόνο πράξη εκτέλεσης. Κατά συνέπεια είναι εκτελεστή η προσβαλλόμενη απόφαση.
2. Με τη γραπτή αγόρευση των συνηγόρων της αιτήτριας προβλήθηκε ότι η απαλλοτριωθείσα γη θα έπρεπε να εγγραφεί επ' ονόματι της ιδίας. Τέτοια όμως θέση δεν διατυπώθηκε στη δικογραφία. Δεν συσχετίστηκε οποιοδήποτε συγκεκριμένο νομικό σημείο με αντίστοιχα, προς υποστήριξή του, γεγονότα και επομένως δεν μπορεί να εξεταστεί. Ωστόσο η αναπτυχθείσα επί του ζητήματος νομική επιχειρηματολογία κρίνεται προδήλως ανεδαφική και είναι αυτονόητο το ότι, όπως υπέδειξε η Δημοκρατία, βάσει του Ν. 15/62 και κατ' ακολουθίαν του διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου ημερ. 16 Δεκεμβρίου 1999, τα απαλλοτριωθέντα τεμάχια εγγράφονται επ' ονόματι της Δημοκρατίας.
3. Το ιδιοκτησιακό όμως καθεστώς της απαλλοτριωθείσας γης δεν προκαθορίζει την κατάταξη του δρόμου ως ιδιωτικού ή ως δημόσιου. Δεν επιβάλλει να είναι ο δρόμος δημόσιος. Το ότι η γη ανήκει στη Δημοκρατία δεν σημαίνει και ότι το μέρος της που προοριζόταν για την εξυπηρέτηση των αναγκών διακίνησης των οχημάτων της αιτήτριας επιβάλλεται να εγγραφεί ως δημόσιος δρόμος. Με αυτό ως δεδομένο, η προσβαλλόμενη απόφαση για εγγραφή του δρόμου ως δημόσιου βρίσκεται σε αντίθεση με την προηγούμενη απόφαση με την οποία έγινε η απαλλοτρίωση ώστε να διατεθεί στην αιτήτρια δρόμος για δική της αποκλειστική χρήση. Η σημειωθείσα ανακολουθία αντιστρατεύεται τις αρχές της χρηστής διοίκησης και αφήνει την προσβαλλόμενη απόφαση χωρίς νόμιμο έρεισμα.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Προσφυγή.
Γ. Κακογιάννης, για την Αιτήτρια.
Μ. Μαλαχτού-Παμπαλλή, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Στις 17 Αυγούστου 1953 η Δημοκρατία παραχώρησε στην αιτήτρια, βάσει του περί Σκυροκονιάματος (Ενθάρρυνσις και Έλεγχος της Βιομηχανίας) Νόμου, Κεφ. 130, άδεια από 1 Σεπτεμβρίου 1953 μέχρι 31 Αυγούστου 2052 για την παραγωγή τσιμέντου και συναφών προϊόντων. Η άδεια κάλυπτε δύο περιοχές από όπου η αιτήτρια θα ανόρυσσε λατομικά υλικά. Σε κάποιο στάδιο, κατά το 1986, η αιτήτρια προγραμμάτισε μετακίνηση των δραστηριοτήτων της από τη μια περιοχή - όπου σημειώθηκε έντονη τουριστική ανάπτυξη - στην άλλη, σε σχέση με την οποία όμως δεν υπήρχε δρόμος για τη μεταφορά των λατομικών υλικών στις εγκαταστάσεις παρασκευής τσιμέντου, σε απόσταση περίπου τριών χιλιομέτρων. Προς επίλυση του προβλήματος η αιτήτρια αποτάθηκε στο αρμόδιο Υπουργείο για την απαλλοτρίωση ιδιωτικής γης με σκοπό την κατασκευή δρόμου για δική της αποκλειστική χρήση. Το αίτημα έγινε δεκτό. Ο δρόμος, ας σημειωθεί, θα διερχόταν μερικώς μέσω ιδιωτικών τεμαχίων και μερικώς μέσω κρατικής γης. Στις 5 Φεβρουαρίου 1988 δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα η Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης Αρ. 150 στην οποία αναφερόταν ότι η απαλλοτρίωση κατέστη
«αναγκαία για τους ακόλουθους σκοπούς δημόσιας ωφέλειας, δηλ. για την προαγωγή ή ανάπτυξη της βιομηχανίας τσιμέντου και η απαλλοτρίωσή της επιβάλλεται για τους πιο κάτω λόγους δηλ. για την κατασκευή δρόμου που θα συνδέει το λατομείο με το εργοστάσιο παρασκευής τσιμέντου της Εταιρείας Κυπριακών Τσιμέντων Λτδ.»
Ενδιαφερόμενοι ιδιοκτήτες υπέβαλαν ενστάσεις και στο πλαίσιο εξέτασής τους το Υπουργείο με επιστολή ημερ. 4 Δεκεμβρίου 1987 ζήτησε τη βοήθεια του Γενικού Εισαγγελέα. Στην επιστολή εκτίθεντο με λεπτομέρεια όλα τα στοιχεία που συνέθεταν την περίπτωση περιλαμβανομένου και του ότι ο δρόμος δεν θα ήταν δημόσιος. Ενδιαφέρουν κυρίως τα ακόλουθα αποσπάσματα:
«(δ) Ο δρόμος αυτός μήκους 3 χιλιομέτρων περίπου θα κατασκευασθεί και θα συντηρείται από την ίδια την εταιρεία και θα χρησιμοποιείται αποκλειστικά και μόνο για τη μεταφορά όπως λέχθηκε πιο πάνω των απαραίτητων λατομικών υλικών για τη λειτουργία της βιομηχανίας τσιμέντου. Δεν θα καταστεί δημόσιος δρόμος.
.....................................................................................................
(στ) Οι απόψεις του Τμήματος Δημοσίων Έργων και της Πολεοδομίας δεν εθεωρήθηκε σκόπιμο να ληφθούν εξ αρχής γιατί ο δρόμος αυτός δεν θα είναι δημόσιος. Η κατασκευή του θα γίνει μέσα στην άδεια (PARCEL B) της εταιρείας για μεταφορά του αναγκαίου υλικού. Τέτοιοι δρόμοι κατασκευάστηκαν στο παρελθόν από την Κυπριακή Μεταλλευτική Εταιρεία (C.M.C.) όταν συνέδεσε το Μεταλλείο της στο Απλίκι με το Πλυντήριο της στο Ξερό. Επίσης η Τσιμεντοποιία Βασιλικού Λτδ για τη μεταφορά αργίλλου για το Εργοστάσιο Τσιμέντου της από την Καλαβασό στο Βασιλικό. Στην περίπτωση αυτή κατασκευάσθηκε μάλιστα με οικονομική συνδρομή της εταιρείας και υπέργειος διάβαση πάνω από το νέο δρόμο Λευκωσίας-Λεμεσού. Παρόμοιοι δρόμοι κατασκευάσθηκαν από την Ελληνική Μεταλλευτική Εταιρεία Λτδ που συνέδεσε το Προνόμιο Αμμοχαλίκων της (Σκυροθραυστική Μονάδα Μοναγρουλίου) στο Μοναγρούλι με τον κύριο δρόμο Λευκωσίας-Λεμεσού καθώς και την εταιρεία Γενικών Κατασκευών Λτδ, στην Παρεκκλησιά (Σκυροθραυστική Μονάδα) με το δρόμο Παρεκκλησιάς. Για όλες τις πιο πάνω περιπτώσεις έγιναν απαλλοτριώσεις και επιτάξεις ιδιωτικής γης γιατί είναι εκ των πραγμάτων αδύνατο να μη επηρεάζονται και ιδιωτικά κτήματα που ας σημειωθεί βρίσκονται διασπαρμένα σ' ολόκληρη την Κύπρο με εξαίρεση τα δάση Τροόδους και Πάφου.
.....................................................................................................
(θ) Επειδή ο δρόμος δεν είναι δημόσιος αλλά μάλλον λατομικός και μάλιστα μέσα σε περιοχή που έχει δοθεί στη συγκεκριμένη εταιρεία, η χάραξή του έγινε με βάσει τη συντομότερη διαδρομή για λόγους οικονομίας αλλοιώτικα η Κυβέρνηση δεν θα έδιδε δικαιώματα στις δυό βιομηχανίες να προμηθεύονται τις αναγκαίες πρώτες ύλες από κοντινές περιοχές. Εν πάση περιπτώσει με τη χάραξη του δρόμου δεν διαφωνεί το Τμήμα Δημοσίων Έργων το οποίο περιορίζεται στην υπόδειξη ορισμένων κατασκευαστικών όρων για λόγους ασφάλειας κλπ. Η ασφαλτόστρωση του δρόμου θα γίνει από την εταιρεία για την αποφυγή της μόλυνσης της ατμόσφαιρας και των παρακειμένων κτημάτων από τη σκόνη.
(ι) Εξ άλλου οι φόβοι του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως για την ενθάρρυνση διεσπαρμένης και ανεπιθύμητης οικοδομικής ανάπτυξης στην περιοχή δεν ευσταθούν εφόσον όπως λέχθηκε πιο πάνω ο κατασκευαζόμενος δρόμος δεν θα είναι δημόσιος. Εδώ αξίζει πιστεύουμε να λεχθεί ή μάλλον να τεθεί υπόψη σας για τα περαιτέρω, ότι και χωρίς τη δημιουργία του προτεινόμενου δρόμου, έχουν ανεγερθεί στην περιοχή οικοδομές, που όπως μας λέχθηκε χωρίς την εξασφάλιση αδειών οικοδομής. Σε μια μάλιστα περίπτωση από λειτουργό της Θέμιδος. Το Τμήμα Δημοσίων Έργων με τη συνημμένη επιστολή του ημερομηνίας 5 Νοεμβρίου, 1987, συμφώνησε όπως ο δρόμος μη εγγραφεί σαν δημόσιος.
...................................................................................................»
Οι ενστάσεις απορρίφθηκαν και στις 17 Ιουνίου 1988 δημοσιεύτηκε το Διάταγμα Απαλλοτριώσεως Αρ. 974. Έγινε παραπομπή - η υπ' αρ. 54/93 - για καθορισμό της αποζημίωσης και με απόφαση ημερ. 16 Δεκεμβρίου 1999 το Επαρχιακό Δικαστήριο έκρινε ότι παρόλον που η απαλλοτρίωση έγινε βάσει της εξουσιοδότησης που παρείχε ο γενικός περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμος του 1962 (Ν. 15/62 όπως τροποποιήθηκε) εντούτοις, ως προς το θέμα της καταβλητέας αποζημίωσης, είχε εφαρμογή το άρθρο 9(10) του Κεφ. 130 όπως και το άρθρο 26 του περί Ρυθμίσεως Μεταλλείων και Λατομείων Νόμου, Κεφ. 270, με τα οποία προβλεπόταν ποσό διπλάσιο του τιμήματος. Το οποίο και επεδίκασε κατά της Δημοκρατίας. Το επωμίστηκε όμως η αιτήτρια βάσει σχετικής προσυμφωνίας. Ο δρόμος κατασκευάστηκε από την αιτήτρια και χρησιμοποιείται από αυτή.
Προέκυψε αργότερα ζήτημα αναφορικά με το νομικό καθεστώς του δρόμου. Η αιτήτρια με επιστολή των δικηγόρων της ημερ. 7 Δεκεμβρίου 2000 ζήτησε ενημέρωση αναφορικά με:
«(α) το ιδιοκτησιακό του καθεστώς και
(β) κατά πόσο είναι δημόσιος ή ιδιωτικός δρόμος.»
Απάντησε ο Διευθυντής του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας με επιστολή ημερ. 5 Απριλίου 2001 το κείμενο της οποίας παραθέτω:
« Απαλλοτρίωση γης για κατασκευή δρόμων που συνδέει
το λατομείο με το εργοστάσιο παρασκευής τσιμέντων
της Εταιρείας Κυπριακών Τσιμέντων Λτδ.
Αναφέρομαι στην επιστολή σας με αρ. Φακ. CCC/97/KK, ημερ. 7.12.2000 και σας πληροφορώ ότι ο πιο πάνω δρόμος θα εγγραφεί σαν δημόσιος. Σύμφωνα δε με το άρθρο 8 του Κεφ. 224, σαν δημόσιος δρόμος ανήκει στη Δημοκρατία για χρήση από το κοινό.
2. Σημειώστε ότι ο συγκεκριμμένος δρόμος δε συνδέεται με οποιοδήποτε άλλο δημόσιο δρόμο. Κατά μήκος των δύο πλευρών του υπάρχει προστατευτική λωρίδα και κανένα ακίνητο έχει πρόσβαση σ' αυτόν.»
Σε σχέση με το περιεχόμενο της δεύτερης παραγράφου της επιστολής διευκρινίζεται σε έκθεση στο σχετικό φάκελο ότι:
«Σύμφωνα με το θέσμιο σχέδιο με βάση το οποίο έγινε η Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης ο δρόμος θα ξεκινά από τα κτήματα που βρίσκεται το εργοστάσιο της Εταιρείας Κυπριακών Τσιμέντων Λτδ και καταλήγει εκεί που θα δημοσιευθεί το νέο λατομείο της εταιρείας. Από τις δύο πλευρές του δρόμου υπάρχει απομονωτική λωρίδα - χρώμα πράσινο στο θέσμιο σχέδιο. Ως εκ τούτου ο δρόμος δεν θα έχει καμιά προσπέλαση ή σύνδεση με άλλο εγγεγραμμένο δρόμο και μόνο η Κυπριακή Εταιρεία Τσιμέντων Λτδ θα εξυπηρετείται από αυτόν ......»
Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια προσβάλλει ό,τι θεωρεί ως την απόφαση που της κοινοποιήθηκε με την επιστολή ημερ. 5 Απριλίου 2001 ότι ο δρόμος θα εγγραφεί ως δημόσιος με την επεξήγηση ότι «σύμφωνα με το άρθρο 8 του Κεφ. 224 σαν δημόσιος δρόμος ανήκει στη Δημοκρατία για χρήση από το κοινό». Η Δημοκρατία προέβαλε ότι επρόκειτο περί ενέργειας πληροφοριακού περιεχομένου αναφορικά με πρόθεση της διοίκησης για το μέλλον και όχι εκτελεστή πράξη. Πρόσθεσε ότι «έννομο αποτέλεσμα επί των ισχυριζόμενων συμφερόντων των αιτητών θα είχε, ενδεχόμενα, η πράξη της εγγραφής του δρόμου» αλλά και ότι δεν θα ήταν στην πραγματικότητα ζήτημα διοικητικής απόφασης αφού το ιδιοκτησιακό καθεστώς απαλλοτριωθείσας περιουσίας το προβλέπει ρητά ο νόμος.
Δεν συμμερίζομαι αυτή την άποψη. Κατά την αντίληψή μου, η απάντηση την οποία η Δημοκρατία έδωσε με την επιστολή ημερ. 5 Απριλίου 2001, ότι ο δρόμος θα εγγραφόταν ως δημόσιος, δεν εξέφραζε απλώς ενδεχόμενη μελλοντική απόφαση ή πράξη αλλά αποκρυσταλλωθείσα θέση που άμεσα παρήγαγε έννομα αποτελέσματα, άσχετα αν η διοίκηση ενεργούσε δέσμια ή όχι. Επακόλουθα, η εγγραφή του δρόμου ως δημόσιου δεν θα ήταν, όταν επέρχετο, παρά μόνο πράξη εκτέλεσης. Θεωρώ λοιπόν εκτελεστή την προσβαλλόμενη απόφαση και θα προχωρήσω.
Ως προς τα περαιτέρω, σημειώνω τη θέση της αιτήτριας ότι η εγγραφή του δρόμου ως δημόσιου θα καταστήσει, για λόγους που αφορούν στην ασφάλεια άλλων διερχομένων αλλά και στην αδυναμία διακίνησης των δικών της βαρέων οχημάτων σε δημόσιο δρόμο, ουσιαστικά ανέφικτη τη χρήση για την οποία ο δρόμος προοριζόταν. Σημειώνω επίσης ότι με τη γραπτή αγόρευση των συνηγόρων της αιτήτριας υπήρξε και επέκταση. Προβλήθηκε ότι η απαλλοτριωθείσα γη θα έπρεπε να εγγραφεί επ' ονόματι της ιδίας. Τέτοια όμως θέση δεν διατυπώθηκε στη δικογραφία. Δεν συσχετίστηκε οποιοδήποτε συγκεκριμένο νομικό σημείο με αντίστοιχα, προς υποστήριξή του, γεγονότα και επομένως δεν μπορεί να εξεταστεί. Παρατηρώ ωστόσο πως θεωρώ την αναπτυχθείσα επί του ζητήματος νομική επιχειρηματολογία προδήλως ανεδαφική και αυτονόητο το ότι, όπως υπέδειξε η Δημοκρατία, βάσει του Ν. 15/62 και κατ' ακολουθίαν του διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου ημερ. 16 Δεκεμβρίου 1999, τα απαλλοτριωθέντα τεμάχια εγγράφονται επ' ονόματι της Δημοκρατίας.
Το ιδιοκτησιακό όμως καθεστώς της απαλλοτριωθείσας γης δεν προκαθορίζει την κατάταξη του δρόμου ως ιδιωτικού ή ως δημόσιου. Δεν επιβάλλει να είναι ο δρόμος δημόσιος. Το ότι η γη ανήκει στη Δημοκρατία δεν σημαίνει και ότι το μέρος της που προοριζόταν για την εξυπηρέτηση των αναγκών διακίνησης των οχημάτων της αιτήτριας επιβάλλεται να εγγραφεί ως δημόσιος δρόμος. Με αυτό ως δεδομένο, η προσβαλλόμενη απόφαση για εγγραφή του δρόμου ως δημόσιου βρίσκεται σε αντίθεση με την προηγούμενη απόφαση με την οποία έγινε η απαλλοτρίωση ώστε να διατεθεί στην αιτήτρια δρόμος για δική της αποκλειστική χρήση. Η σημειωθείσα ανακολουθία αντιστρατεύεται τις αρχές της χρηστής διοίκησης και αφήνει την προσβαλλόμενη απόφαση χωρίς νόμιμο έρεισμα.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.