ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2002) 4 ΑΑΔ 186

20 Φεβρουαρίου, 2002

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

PETROLINA (HOLDINGS) LTD,

Αιτήτρια,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

1. YΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,

2. ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 924/2001)

 

Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Αίτηση για προσωρινό διάταγμα αναστολής εκτελέσεως της επίδικης απόφασης ― Προϋποθέσεις χορήγησής του από τη νομολογία ― Ειδικά ο όρος της πρόκλησης ανεπανόρθωτης ζημίας ― Δεν στοιχειοθετήθηκε στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις.

Οι αιτητές ζήτησαν με την ενδιάμεση αίτηση προσωρινό διάταγμα αναστολής της προβαλλόμενης με την προσφυγή πράξης.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την αίτηση, αποφάσισε ότι:

Οι αρχές με βάση τις οποίες εκδίδονται προσωρινά διατάγματα αναλύθηκαν σε πολυάριθμες υποθέσεις.

Το αίτημα των εδώ αιτητών βασιζόταν αρχικά σε δύο λόγους: α)  την ύπαρξη έκδηλης παρανομίας και β) την πρόκληση ανεπανόρθωτης ζημιάς, αν δεν εκδοθεί το προσωρινό διάταγμα. Κατά τη διάρκεια της ακρόασης της αίτησης, ουσιαστικά ο πρώτος λόγος εγκαταλείφθηκε και οι αιτητές επιχειρηματολόγησαν με αναφορά κυρίως στο δεύτερο λόγο.

Δεν φαίνεται να ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος. Στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση, κάθε άλλο παρά συγκεκριμενοποίηση και εξειδίκευση της κατ' ισχυρισμό προκληθησόμενης ανεπανόρθωτης ζημίας γίνεται.

Οι παρατιθέμενοι ισχυρισμοί για ανεπανόρθωτη ζημιά είναι απλή αοριστολογία και δεν συνιστούν συγκεκριμένη και εξειδικευμένη  μαρτυρία, όπως απαιτείται από τη νομολογία, ικανή να οδηγήσει το Δικαστήριο στην ικανοποίηση του αιτήματος των αιτητών. Επιπρόσθετα, τόσο από τη δήλωση στην παράγραφο 10 της ένορκης δήλωσης, όπου επιφυλάσσονται τα δικαιώματα για διεκδίκηση αποζημιώσεων, όσο και από την αγόρευση του ευπαίδευτου συνήγορου των αιτητών, προκύπτει ότι η ζημιά την οποία επικαλούνται οι αιτητές είναι χρηματική ζημιά, που χωρίς συγκεκριμενοποίηση δεν μπορεί να θεωρηθεί, με βάση τις αρχές της νομολογίας, ως εμπίπτουσα στον όρο «ανεπανόρθωτη ζημιά».

Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Σύλλογος Πολιτικών Μηχανικών Κύπρου v. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λεμεσού-Αμαθούντος (1996) 4 Α.Α.Δ. 2178,

Moyo a.o. v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1203,

Frangos v. Minister of Interior a.o. (1982) 3 C.L.R. 53,

Μαρκουλλίδου κ.ά. v. Δημοκρατίας (1989) 3(Ε) Α.Α.Δ. 3413,

Sofocleous v. Republic (1971) 3 C.L.R. 345,

Κοινοτικό Συμβούλιο Παλαιχωρίου Ορεινής v. Δημοκρατία, Υπόθ. Αρ. 692/01, ημερ. 7.9.2001,

Rodat v. Republic (1988) 3 C.L.R. 937,

Κροκίδου κ.ά. v. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1857,

Βασιλείου κ.ά. v. Δημοκρατίας (1998) 4 Α.Α.Δ. 643,

Λοϊζίδης v. Υπουργού Εξωτερικών (1995) 3 Α.Α.Δ. 233,

Σιοπαχάς v. Θ.Ο.Κ., Υπόθ. Αρ. 68/98, ημερ. 5.2.1998.

Προσφυγή.

N. Παπαευσταθίου, για την Αιτήτρια.

Σ. Χριστοδουλίδου, για τους Καθ' ων η αίτηση 1 και 2.

Π. Πολυβίου, για τα Ενδιαφερόμενα μέρη.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Οι αιτητές με την παρούσα τους αίτηση ζητούν προσωρινό διάταγμα που να αναστέλλει την απόφαση των καθ' ων η αίτηση που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερομηνίας 7.9.01, Κ.Δ.Π. 359/01, με την οποία εγκρίθηκε η συγκέντρωση των εταιρειών Mobil Oil Cyprus Ltd και Esso Cyprus Inc., αφενός και Β.P. Cyprus Ltd, αφετέρου, με τους όρους που παρατίθενται στο Παράρτημα της απόφασης.

Οι αρχές με βάση τις οποίες εκδίδονται προσωρινά διατάγματα αναλύθηκαν σε πολυάριθμες υποθέσεις, μεταξύ των οποίων και η απόφαση στη Σύλλογος Πολιτικών Μηχανικών Κύπρου ν. Συμβούλιο Αποχετεύσεων Λεμεσού-Αμαθούντος (1996) 4 Α.Α.Δ. 2178, στην οποία με παρέπεμψε και η ευπαίδευτος συνήγορος των καθ' ων η αίτηση.

Το αίτημα των αιτητών βασιζόταν αρχικά σε δύο λόγους. α)  την ύπαρξη έκδηλης παρανομίας και β) την πρόκληση ανεπανόρθωτης ζημιάς, αν δεν εκδοθεί το προσωρινό διάταγμα. Κατά τη διάρκεια της ακρόασης της αίτησης, ουσιαστικά ο πρώτος λόγος εγκαταλείφθηκε και οι αιτητές επιχειρηματολόγησαν με αναφορά κυρίως στο δεύτερο λόγο.

Στην υπόθεση Moyo a.o. v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1203 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα στη σελ. 1208:

"(B) a provisional order may be made in the face of -

(i) Evidence of irreparable damage, that is damage that cannot be remedied by any of the remedies available upon annulment of the impugned administrative act. Even in the face of such damage, the Court may, nonetheless, refuse an order if it is likely to place insuperable obstacles in the way of the Administration."

Επίσης, στη Frangos v. Minister of Interior a.o. (1982) 3 C.L.R. 53, στη σελ. 61 διαβάζουμε τα ακόλουθα:

"Irreparable damage encompasses damage of a kind that is irretrievable by subsequent legal or administrative action, such as the destruction of the res and irreversible physical deterioration."

Περαιτέρω, σε σχέση με το ποιά ζημιά είναι δυνατόν να θεωρηθεί ανεπανόρθωτη, παραπέμπω στο πιο κάτω απόσπασμα από τη Μαρκουλλίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1989) 3(Ε) Α.Α.Δ. 3413, από τη σελ. 3423:

«Χρηματική ζημία δεν είναι ανεπανόρθωτη ή δυσεπανόρθωτη ζημία. Η ζημία που δυνατό να θέσει σε κίνδυνο εμπορική επιχείρηση, ή την ικανότητα συντήρησης του αιτητή, ή αιφνίδια αποστέρηση των μέσων βιοπορισμού του ιδίου και της οικογένειας του μπορεί να χαρακτηρισθεί, σε μερικές περιπτώσεις, ως ανεπανόρθωτη.»

Στην ίδια υπόθεση έγινε αναφορά και στο βάρος απόδειξης με το πιο κάτω σχόλιο:

«Το βάρος τόσο της επίκλησης όσο και της απόδειξης ανεπανόρθωτης ζημίας είναι ευθύνη των αιτητών. Παρόλο ότι το δικονομικό σύστημα που ακολουθείται στην Αναθεωρητική Δικαιοδοσία είναι το ανακριτικό, το βάρος της απόδειξης των λόγων της αναστολής το έχει ο διάδικος που επιθυμεί την προσωρινή προστασία. Σε περίπτωση αμφιβολίας σχετικά με την ύπαρξη λόγων αναστολής η αίτηση απορρίπτεται ως αβάσιμη.»

Στη Frangos (ανωτέρω) λέχθηκε πως «. . . irreparable damage must be specifically and succinctly pleaded in the application." Επί του ιδίου θέματος στη Sofocleous v. Republic (1971) 3 C.L.R. 345, λέχθηκαν τα πιο κάτω στο ίδιο θέμα:

«. . .  it is a well established principle of administrative law that the damage alleged to result from the imminent execution of the administrative act complained of must be specified in the application in a concrete way. Vague allegations about it are not capable of its proper appreciation and for this reason alone the application for a provisional order can be dismissed. This principle has been accepted in a number of decisions of the Committee of Stays of the Greek Council of State and I need only mention one, namely, E.A. 13."

(Δέστε και Κοινοτικό Συμβούλιο Παλαιχωρίου Ορεινής ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 692/01, ημερ. 7.9.01).

Σχετικές επί του θέματος που εξετάζω είναι και οι ακόλουθες αποφάσεις, στις οποίες παραπέμπω: Rodat v. Republic (1988) 3 C.L.R. 937, Kροκίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1857, Βασιλείου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1998) 4 Α.Α.Δ. 643, Λοϊζίδης ν. Υπουργού Εξωτερικών (1995) 3 Α.Α.Δ. 233, Σιοπαχάς ν. Θ.Ο.Κ., Υποθ. Αρ. 68/98, ημερ. 5.2.98.

Στην παρούσα περίπτωση δεν φαίνεται να ικανοποιούνται οι  προϋποθέσεις έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος. Στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση, κάθε άλλο παρά συγκεκριμενοποίηση και εξειδίκευση της κατ' ισχυρισμό προκληθησόμενης ανεπανόρθωτης ζημίας γίνεται. Παραθέτω πιο κάτω όλες τις αναφορές που γίνονται σχετικά με τη ζημία.

(α) Στην παράγραφο 8 της ένορκης δήλωσης των αιτητών αναφέρεται ότι η επίδικη απόφαση «προκαλεί ανεπανόρθωτη ζημία στην αιτήτρια».

(β) Στην παράγραφο 10, ο ενόρκως δηλών αναφέρει: «Ειλικρινά πιστεύω ότι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση είναι πράξη . . . που προκαλεί τεράστια και ανεπανόρθωτη ζημία στην αιτήτρια και η αιτήτρια επιφυλάσσει πλήρως τα δικαιώματα της για διεκδίκηση αποζημιώσεων».

(γ) Τέλος, στην παράγραφο 11, διαβάζω τα εξής: «Πιστεύω ειλικρινά και τυγχάνω νομικής συμβουλής ότι η απόφαση των καθ' ων η αίτηση είναι (καρπός πρόδηλης παρανομίας) με τεράστιες και ανεπανόρθωτες ζημιές για την αιτήτρια».

Είναι προφανές από τα πιο πάνω ότι οι ισχυρισμοί για ανεπανόρθωτη ζημιά είναι απλή αοριστολογία και δεν συνιστούν συγκεκριμένη και εξειδικευμένη μαρτυρία, όπως απαιτείται από τη νομολογία, ικανή να οδηγήσει το Δικαστήριο στην ικανοποίηση του αιτήματος των αιτητών. Επιπρόσθετα, τόσο από τη δήλωση στην παράγραφο 10 της ένορκης δήλωσης, όπου επιφυλάσσονται τα δικαιώματα για διεκδίκηση αποζημιώσεων, όσο και από την αγόρευση του ευπαίδευτου συνήγορου των αιτητών, προκύπτει ότι η ζημιά την οποία επικαλούνται οι αιτητές είναι χρηματική ζημιά, που χωρίς συγκεκριμενοποίηση δεν μπορεί να θεωρηθεί, με βάση τις αρχές της νομολογίας που παρέθεσα πιο πάνω, ως εμπίπτουσα στον όρο «ανεπανόρθωτη ζημιά».

Εν όψει των πιο πάνω η αίτηση των αιτητών είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.

Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος των αιτητών.

Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο