ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
TSOULOFTAS ν. REPUBLIC (1983) 3 CLR 426
Εταιρεία Αστικών Λεωφορείων Πάφου (Αλέπα) Λτδ ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 837
Aναθεωρητική Aρχή Aδειών ν. Kίμωνα Eυριπίδη και Άλλων (2000) 3 ΑΑΔ 354
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
CYPOIL TRADING LIMITED ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 364/2011, 17/7/2012
Πολυβίου Aνδρέας ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2004) 3 ΑΑΔ 494
ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΟΛΥΒΙΟΥ ν. ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΑΔΕΙΩΝ, Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 3373, 11 Οκτωβρίου, 2004
Πολυβίου Ανδρέας ν. Aναθεωρητικής Αρχής Αδειών (2004) 3 ΑΑΔ 587
(2002) 4 ΑΑΔ 129
30 Iανουαρίου, 2002
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146, 25 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΟΛΥΒΙΟΥ,
Αιτητής,
v.
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΑΔΕΙΩΝ,
Καθ' ης η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1350/2000)
Έννομο Συμφέρον ― Αδειούχου μεταφορέα να προσβάλει απόφαση της Αρχής Αδειών και στη συνέχεια της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών με την οποία εγκρίθηκε η χορήγηση άδειας για επέκταση διαδρομής εκτελούμενης από άλλο μεταφορέα.
Αναθεωρητική Αρχή Αδειών ― Απόφαση επί ιεραρχικής προσφυγής κατ' αποφάσεως της Αρχής Αδειών ― Νομοθετικό πλαίσιο και νομολογία ― Τόσο η πρωτοβάθμια απόφαση όσο και η απόφαση επί της ιεραρχικής προσφυγής έπασχαν στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις.
Ο αιτητής προσέφυγε κατά της απόρριψης της ιεραρχικής προσφυγής του και της παράλληλης επικύρωσης από την καθ'ης η αίτηση Αρχή της απόφασης της Αρχής Αδειών για χορήγηση άδειας για επέκταση της διαδρομής του αγροτικού λεωφορείου του ενδιαφερομένου μέρους.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
1. Η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών επικρότησε εν προκειμένω την άποψη της Αρχής Αδειών ότι η χορήγηση άδειας επέκτασης της διαδρομής του λεωφορείου του ενδιαφερομένου μέρους δεν επέφερε οποιοδήποτε δυσμενή επηρεασμό εννόμου συμφέροντος του αιτητή. Κατά συνέπεια κρίθηκε ορθή η απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής. Αυτό που εδώ χαρακτηριστικά απουσιάζει είναι η εξειδίκευση των λόγων για τους οποίους τόσο η Αρχή Αδειών όσο και η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών κατέληξαν στο συμπέρασμά τους για την έλλειψη έννομου συμφέροντος. Δεν υποδεικνύεται το γιατί κατέληξαν σε αυτή τη διαπίστωση ενόψει μάλιστα και των πραγματικών περιστατικών που περιέβαλλαν την υπόθεση αλλά και των ευρισκόμενων στο διοικητικό φάκελο εγγράφων.
Υπό το φως των πιο πάνω δεδομένων κρίνεται εσφαλμένη η διαπίστωση της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών. Εφόσον ο αιτητής κατείχε ήδη άδεια για το συγκεκριμένο δρομολόγιο για τη μεταφορά μαθητών και εφόσον, όπως γίνεται δεκτό, αποτάθηκε για τροποποίηση της άδειάς του ούτως ώστε να του επιτραπεί και η μεταφορά επιβατών συνέτρεχε στην προκείμενη περίπτωση προσωπικό και έννομο συμφέρον ως προς το πρόσωπό του, για να αμφισβητήσει τη νομιμότητα της παροχής άδειας επέκτασης για το ίδιο δρομολόγιο στην αιτήτρια. Πιθανολογείται εδώ λόγω ακριβώς αυτής της ιδιότητας του αιτητή, η επέλευση βλάβης των συμφερόντων του σε περίπτωση που θα εγκρινόταν το αίτημα της αιτήτριας.
2. Είναι εμφανές ότι η Αρχή Αδειών εξετάζοντας σε πρώτο βαθμό το αίτημα του ενδιαφερομένου μέρους και αποφασίζοντας την έγκρισή του δεν έλαβε υπόψη τα προβλεπόμενα στο Άρθρο 8(3) (α-ε) του Ν. 9/82. Προχώρησε η Αρχή Αδειών στην έγκριση του αιτήματος, παραμερίζοντας τις εισηγήσεις των αρμοδίων χωρίς να καταγράφει κάποιο λόγο. Παραμένει ως εκ τούτου άγνωστο το βάθρο της απόφασής της, όπως και το κατά πόσο είχε διερευνήσει η ίδια το όλο ζήτημα. Η καθ' ης η αίτηση Αναθεωρητική Αρχή Αδειών επιλαμβανόμενη του θέματος μετά την ιεραρχική προσφυγή όφειλε, όπως ρητά προβλέπουν οι διατάξεις του Νόμου και η νομολογία, να εξετάσει την υπόθεση εξ' υπαρχής και να εκδώσει δική της αιτιολογημένη απόφαση. Απέτυχε να το πράξει και ενεργώντας πεπλανημένα εξομοίωσε την ιεραρχική προσφυγή με έφεση. Παρέλειψε να ερευνήσει τους ισχυρισμούς που διατυπώθηκαν από τον αιτητή στους λόγους της ιεραρχικής προσφυγής. Παραμένει άγνωστο ποιά ήταν τα συμπεράσματά της σχετικά με τις θέσεις που περιέχονταν στην εισήγηση του Επαρχιακού Ελεγκτή Μεταφορών. Υιοθέτησε στην προκείμενη περίπτωση η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών την ελλιπή από απόψεως αιτιολογίας απόφαση του κατώτερου ιεραρχικά οργάνου, της Αρχής Αδειών και κατέληξε στην επικύρωσή της χωρίς να αποκαλύπτει τη συλλογιστική που ακολούθησε. Παρατηρείται ακόμα ότι, ενώ στην περίπτωση της απόρριψης του αιτήματος του αιτητή, η καθ' ης η αίτηση ακολούθησε την επισήμανση του Επαρχιακού Ελεγκτή ότι η επιβατική κίνηση αναφορικά με το προταθέν δρομολόγιο ήταν μειωμένη, στην παρούσα περίπτωση η έκθεση παραμερίστηκε χωρίς να παρατίθενται συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που στηρίζουν τη διαμόρφωση αντίθετης γνώμης. Η αιτιολογία που δόθηκε, εκτός από αόριστη έρχεται και σε σύγκρουση με τα στοιχεία του φακέλου. Η επίδικη απόφαση φαίνεται ακόμα να έχει ληφθεί χωρίς επαρκή γνώση και έρευνα όλων των σχετικών παραγόντων.
Οι παραλείψεις που επισημάνθηκαν καθιστούν νομικά τρωτή τη διοικητική απόφαση. Η εισήγηση του αιτητή πως η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται αιτιολογίας είναι βάσιμη. Πάσχει επίσης λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Εταιρεία Αστικών Λεωφορείων Πάφου (ΑΛΕΠΑ) Λτδ v. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 837,
Αναθεωρητική Αρχή Αδειών v. Ευριπίδη κ.ά. (2000) 3 Α.Α.Δ. 354.
Προσφυγή.
A. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Α. Μαππουρίδης, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Ουδεμία εμφάνιση για το Ενδιαφερόμενο μέρος.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ο οποίος ασχολείται επιχειρηματικά με τις μεταφορές επιβατών αμφισβητεί τη νομιμότητα της απόφασης των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 25.7.2000 με την οποία απορρίφθηκε η ιεραρχική προσφυγή του και επικυρώθηκε παράλληλα η απόφαση της Αρχής Αδειών για χορήγηση άδειας για επέκταση της διαδρομής του αγροτικού λεωφορείου με αριθμόν εγγραφής ΝΗ 199 (Α.Ο.Χ. 1001-01) ιδιοκτησίας της Ελένης Παύλου (στο εξής το "ενδιαφερόμενο μέρος"), από Πηγαίνεια προς Πάφο ούτως ώστε να εξυπηρετούνται οι ανάγκες των χωριών Πηγαίνεια, Χαλέπι προς Λευκωσία και να παραλαμβάνονται επιβάτες από το Κάτω Πύργο προς Λευκωσία.
Όπως προκύπτει από τα σχετικά έγγραφα που κατατέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου το ενδιαφερόμενο μέρος, που επίσης ασκεί ως κύριο επάγγελμα τις μεταφορές, ζήτησε με αίτησή της που υποβλήθηκε στο προκαθορισμένο έντυπο - Τ.Ο.Μ. 28 - ημερομηνίας 22.3.1999 προς την Αρχή Αδειών τροποποίηση των όρων Άδειας Οδικής Χρήσης (Α.Ο.Χ. 10001-01) του αγροτικού λεωφορείου ΝΗ 199 το οποίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πηγαίνεια - Πάφος. Ζητείτο βασικά η επέκταση του δρομολογίου με τρόπο που θα περιλάμβανε διαδρομή μέσω Κ. Πύργου προς Λευκωσία με ενδιάμεσο σταθμό την Πάφο. Ως λόγος της αιτούμενης αλλαγής σημειωνόταν στην αίτηση, η "καλύτερη εξυπηρέτηση του κοινού". Η Αρχή Αδειών, με ειδοποίηση της, ημερομηνίας 29.3.1999 προς όλους τους "ενδιαφερόμενους/επηρεαζόμενους" τους ενημέρωνε για το αίτημα που υποβλήθηκε εκ μέρους του ενδιαφερόμενου μέρους και τους καλούσε σε περίπτωση που αυτοί έφεραν ένσταση στην παραχώρηση της αιτούμενης άδειας, να υποβάλουν γραπτώς τις παραστάσεις τους προσκομίζοντας τα σχετικά δικαιολογητικά. Ο αιτητής, ο οποίος είχε υποβάλει επίσης αίτημα για χορήγηση άδειας για τη μεταφορά επιβατών από τα Πηγαίνεια, Κ. Πύργο - Π. Πύργο και Μοσφίλι μέσω Πάφου προς Λευκωσία με το λεωφορείο του ΕΜΒ 414, με επιστολή του ημερομηνίας 14.4.99 προς την Αρχή Αδειών δήλωσε ότι ενίστατο στο ενδεχόμενο χορήγησης άδειας για επέκταση διαδρομής του λεωφορείου του ενδιαφερόμενου μέρους, αναφέροντας ότι οι υφιστάμενες ανάγκες και οι "ελάχιστοι" όπως χαρακτηριστικά σημείωσε, επιβάτες εξυπηρετούνταν "υπεραρκετά" με τα δικά του λεωφορεία.
Το θέμα απασχόλησε την Αρχή Αδειών κατά τη συνεδρία της, της 9.7.1999. Υπήρχε ενώπιον της η Έκθεση του Επαρχιακού Ελεγκτή Μεταφορών Πάφου ημερομηνίας 3.6.1999 (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3 στην Ένσταση) στην οποία καταγράφετο ότι οι επιβατικές ανάγκες των περιοχών για τις οποίες ζητείτο η επέκταση του δρομολογίου, ήταν περιορισμένες, η επιβατική κίνηση ήταν πενιχρή και καλυπτόταν ήδη σε επαρκή βαθμό από τα υφιστάμενα δρομολόγια των λεωφορείων του ενδιαφερομένου μέρους και του αιτητή, δεν είχε δε υποβληθεί εκ μέρους του κοινού οποιοδήποτε παράπονο σχετικά με τις διαδρομές προς Λευκωσία. Παρά την πιο πάνω αρνητική γνωμάτευση του αρμοδίου τμήματος η Αρχή Αδειών, αφού όπως σημειώθηκε στο σχετικό πρακτικό, έλαβε υπόψη "όλα τα ενώπιον της στοιχεία", ενέκρινε το αίτημα του ενδιαφερομένου μέρους. Ο αιτητής, έλαβε γνώση της απόφασης με επιστολή της Αρχής Αδειών ημερομηνίας 5.7.1999. Κατά την ίδια ημερομηνία του κοινοποιήθηκε παράλληλα, με ξεχωριστή επιστολή (βλ. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Χ της Γραπτής Αγόρευσης του Αιτητή) απόρριψη του αιτήματός του για μεταφορά επιβατών από Πηγαίνεια, Κ. Πύργο, Π. Πύργο, Μοσφίλι, μέσω Πάφου προς Λευκωσία.
Εναντίον της ευνοϊκής για το ενδιαφερόμενο μέρος απόφασης της Αρχής Αδειών, αλλά και εναντίον της απορριπτικής του δικού του αιτήματος, ο αιτητής υπέβαλε ιεραρχικές προσφυγές οι οποίες εξετάσθηκαν μαζί από την Αναθεωρητική Αρχή Αδειών. Η σχετική απόφαση λήφθηκε στη συνεδρία της 25.7.2000. Με αυτήν απορρίφθηκαν οι ιεραρχικές προσφυγές του αιτητή και επικυρώθηκαν οι σχετικές αποφάσεις της Αρχής Αδειών. Ο αιτητής, ο οποίος πληροφορήθηκε σχετικά με την απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών, κατόπιν επιστολής της τελευταίας προς αυτόν ημερομηνίας 28.7.2000, αμφισβητεί με την παρούσα προσφυγή τη νομιμότητα της σε ότι αφορά την έγκριση του αιτήματος του ενδιαφερομένου μέρους.
Προβλήθηκαν τέσσερεις συνολικά λόγοι ακυρότητας. Υποβλήθηκε εκ μέρους του αιτητή ότι η επίδικη απόφαση της 25.7.2000 πάσχει λόγω έλλειψης αιτιολογίας. Απουσιάζει, κατά τον αιτητή, στην προκείμενη περίπτωση η απαιτούμενη ειδική αιτιολόγηση της απόκλισης της προσβαλλόμενης απόφασης από το περιεχόμενο και τα πορίσματα της έκθεσης του Επαρχιακού Ελεγκτή Μεταφορών Πάφου και δεν αποκαλύπτεται το σκεπτικό με βάση το οποίο έγινε αποδεκτό το αίτημα του ενδιαφερομένου μέρους. Το γεγονός της παράλειψης αναφοράς εκ μέρους της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών, των επιχειρημάτων του αιτητή, των λόγων για τους οποίους αυτά απορρίφθηκαν και της παράκαμψης της εισήγησης του αρμόδιου ελεγκτή μεταφορών που προαναφέρθηκε, καθιστά, συνεχίζει ο αιτητής αδύνατο το δικαστικό έλεγχο. Ο αιτητής επικαλέστηκε στη συνέχεια παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης που καθιερώνεται στο άρθρο 28 του Συντάγματος. Υπέβαλε ότι η αρχή της ισότητας παραβιάστηκε με την αποδοχή του αιτήματος του ενδιαφερόμενου μέρους για επέκταση της διαδρομής αγροτικού λεωφορείου της και την παράλληλη απόρριψη του δικού του αιτήματος, που υποβλήθηκε την ίδια ημερομηνία και αφορούσε την ίδια διαδρομή. Ήταν επίσης η θέση του αιτητή ότι η επίδικη απόφαση κατέστη ελαττωματική, ως προϊόν έλλειψης δέουσας έρευνας, συνιστάμενης σε πλάνη περί τα πράγματα. Στηρίζοντας αυτήν την άποψη, ο αιτητής εισηγήθηκε ότι η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών, υιοθέτησε στην προκείμενη περίπτωση την απόφαση της Αρχής Αδειών για έγκριση του αιτήματος του ενδιαφερομένου μέρους παραλείποντας να προβεί σε δική της έρευνα για να διαπιστώσει, σε συνάρτηση και με την έκθεση του αρμοδίου τμήματος, το αν πράγματι υπήρχαν επιβατικές ανάγκες στα δρομολόγια για τα οποία ζητήθηκε η επέκταση, και κατά πόσο οι υφιστάμενες ανάγκες εξυπηρετούνταν από τις ήδη εκδοθείσες άδειες οδικής χρήσης. Προβλήθηκε τέλος ο ισχυρισμός ότι η προσβαλλόμενη απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί λόγω μη καταχώρησης στα πρακτικά που προσκομίστηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, της καταγραφείσας κατά την κρίσιμη συνεδρία, επιχειρηματολογίας των εμπλεκομένων πλευρών.
Ο δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση πρόταξε βασικά ένα μόνο επιχείρημα προς αντίκρουση των πιο πάνω ισχυρισμών. Εισηγήθηκε πως ο αιτητής στερείται έννομου συμφέροντος, ως προϋπόθεση προσβολής της επίδικης απόφασης και ως εκ τούτου απαράδεκτα τη προσέβαλε, από τη στιγμή που ο ίδιος δεν είχε άδεια για το επίδικο δρομολόγιο. Υπερασπιζόμενος την ορθότητα της απόφασης της Αρχής Αδειών ο δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση πρόσθεσε ότι δικαιολογημένα απορρίφθηκαν οι ιεραρχικές προσφυγές του αιτητή και ορθά εγκρίθηκε το αίτημα του ενδιαφερομένου μέρους, γιατί αφενός ο αιτητής δεν είχε άδεια για μεταφορά επιβατών, αλλά μόνο μαθητών για το συγκεκριμένο δρομολόγιο, και αφετέρου δεν επηρεαζόταν το συμφέρον του με την απόφαση της Αρχής Αδειών αφού για την περίπτωσή του, όπως ισχυρίσθηκε ο συνήγορος των καθ' ων η αίτηση, θα επρόκειτο για έκδοση μιας νέας άδειας και όχι για επέκταση υφιστάμενης. Ο δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση δεν σχολιάζει τους ισχυρισμούς για έλλειψη αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης, αρκούμενος να σημειώσει με λακωνικότητα στο τέλος της γραπτής του αγόρευσης, πως η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών "διεξήγαγε τη δική της έρευνα και έκδωσε την απόφασή της".
Η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών, αντικείμενο της παρούσας προσφυγής αναφέρει τα ακόλουθα:
". . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Η Iεραρχική Προσφυγή 161/99 στρέφεται εναντίον αρνητικής απόφασης της Αρχής Αδειών για χορήγηση άδειας για τη μεταφορά επιβατών από τα Πηγαίνεια, Κ. Πύργο και Π. Πύργο και Μοσφίλι μέσω Πάφου προς Λευκωσία με το αδειούχο αγροτικό λεωφορείο με αρ. εγγραφής ΕΜΒ 414.
Η Iεραρχική Προσφυγή 162/99 στρέφεται εναντίον απόφασης της Αρχής Αδειών για επέκταση της διαδρομής του αγροτικού λεωφορείου με αρ. ΝΗ 199 της διαδρομής Πηγαίνεια, Πάφος προς Κ. Πύργο μέσω Πάφου προς Λευκωσία στην κα Ελένη Παύλου.
Η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών είχε την ευκαιρία να ακούσει επί μακρόν τα μέρη και παρά τις θέσεις του προσφεύγοντα και τη στάση που επέδειξε ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών είχε την υπομονή να ακούσει αυτές.
Ο προσφεύγων παρακάμπτοντας την δικηγόρο του στις 27.6.2000 δήλωσε αποχωρώντας από την αίθουσα ότι αν το ενδιαφερόμενο μέρος προσκόμιζε στην Αναθεωρητική Αρχή Αδειών ότι είχε άδεια μεταφοράς επιβατών για τη διαδρομή Πηγαίνεια, Μοσφίλι, Κ. Πύργο προς Πάφο, εξουσιοδοτούσε τη δικηγόρο του να αποσύρει τις προσφυγές 161/99, 162/99 και 226/99.
Το ενδιαφερόμενο μέρος προσκόμισε στην Αναθεωρητική Αρχή Αδειών τις άδειες οδικής χρήσης των οχημάτων του οι οποίες και κατατέθησαν και σημειώθησαν ως τεκμήρια 1 και 2 στις οποίες εμφαίνονται οι διαδρομές στις οποίες έγινε προηγουμένως αναφορά.
Όσον αφορά την προσφυγή 161/99 με βάση τα όσα ο Επαρχιακός Ελεγκτής Μεταφορών στο αίτημα του προσφεύγοντα, ανάφερε προς την Αρχή Αδειών ότι η επιβατική κίνηση από τα αιτούμενα χωριά τα οποία θέλει να εξυπηρετεί ο προσφεύγων είναι πενιχρή. Οι ελάχιστες ανάγκες εξυπηρετούνται με τα αγροτικά λεωφορεία της περιοχής προς Πάφο και από την Πάφο προς Λευκωσία με υπεραστικά ταξί και λεωφορεία.
Στηριζόμενη η Αρχή Αδειών στις θέσεις τούτες και επί της εισήγησης του Τμήματος ότι η επιβατική κίνηση δεν επιτρέπει τη χορήγηση της αιτούμενης άδειας αλλά και επιπλέον λόγω του ότι το συγκεκριμένο λεωφορείο εξυπηρετεί και τη μεταφορά μαθητών, θεωρούμε ότι ορθώς αποφάνθηκε η Αρχή Αδειών όσον αφορά την Iεραρχική προσφυγή 162/99 αυτή αφορούσε επέκταση υφιστάμενης διαδρομής του αγροτικού λεωφορείου με αρ. ΝΗ 199 και εφάνει από τα γεγονότα και τις θέσεις των μερών ότι ο προσφεύγων δεν είχε οποιοδήποτε έννομο συμφέρο το οποίο να επηρεάζεται από τη χορηγουμένη επέκταση της διαδρομής και ως εκ τούτου θεωρούμε ότι ορθώς η Αρχή Αδειών χορήγησε την επέκταση της διαδρομής στο ενδιαφερόμενο μέρος.
Έχοντας υπόψη τους λόγους επί των οποίων στηρίζει την προσφυγή του ο προσφεύγων τις αποφάσεις της Αρχής Αδειών που αφορούν τις παρούσες προσφυγές στον διοικητικό φάκελο και κυρίως τις εκθέσεις του Επαρχιακού Ελεγκτή Μεταφορών, ομόφωνα καταλήγουμε στην απόφαση να απορρίψουμε τις προσφυγές του προσφεύγοντος και να επικυρώσουμε τις αποφάσεις της Αρχής Αδειών."
Όπως φαίνεται από το περιεχόμενο της πιο πάνω απόφασης η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών επικρότησε την άποψη της Αρχής Αδειών ότι η χορήγηση άδειας επέκτασης της διαδρομής του λεωφορείου του ενδιαφερομένου μέρους δεν επέφερε οποιοδήποτε δυσμενή επηρεασμό εννόμου συμφέροντος του αιτητή. Κατά συνέπεια κρίθηκε ορθή η απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής. Αυτό που εδώ χαρακτηριστικά απουσιάζει είναι η εξειδίκευση των λόγων για τους οποίους τόσο η Αρχή Αδειών όσο και η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών στην πιο πάνω απόφασή της κατέληξαν στο συμπέρασμά τους για την έλλειψη έννομου συμφέροντος. Δεν υποδεικνύεται το γιατί κατέληξαν σε αυτή τη διαπίστωση ενόψει μάλιστα και των πραγματικών περιστατικών που περιέβαλλαν την υπόθεση αλλά και των ευρισκόμενων στο διοικητικό φάκελο εγγράφων. Θα πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι, όπως ήδη επισημάνθηκε, είχε διεκδικήσει και ο αιτητής κατά την ίδια μάλιστα ημερομηνία τη χορήγηση άδειας για την επίδικη διαδρομή. Έστω και αν επρόκειτο για τροποποίηση της άδειας που ήδη κατείχε και αφορούσε τη μεταφορά μαθητών. Στην έκθεση, εξάλλου, του Επαρχιακού Ελεγκτή Μεταφορών που προαναφέρθηκε στην οποία περιέχετο αρνητική εισήγηση ως προς την αίτηση του ενδιαφερομένου μέρους υπογραμμιζόταν ότι "οι ελάχιστες ανάγκες εξυπηρετούνταν με τα αγροτικά λεωφορεία της αιτήτριας και του κ. Ανδρέα Πολυβίου."
Υπό το φως των πιο πάνω δεδομένων κρίνεται εσφαλμένη η διαπίστωση της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών. Εφόσον ο αιτητής κατείχε ήδη άδεια για το συγκεκριμένο δρομολόγιο για τη μεταφορά μαθητών και εφόσον, όπως γίνεται δεκτό, αποτάθηκε για τροποποίηση της άδειας του ούτως ώστε να του επιτραπεί και η μεταφορά επιβατών συνέτρεχε στην προκείμενη περίπτωση προσωπικό και έννομο συμφέρον ως προς το πρόσωπο του, για να αμφισβητήσει τη νομιμότητα της παροχής άδειας επέκτασης για το ίδιο δρομολόγιο στην αιτήτρια. Πιθανολογείται εδώ λόγω ακριβώς αυτής της ιδιότητας του αιτητή, η επέλευση βλάβης των συμφερόντων του σε περίπτωση που θα εγκρινόταν το αίτημα της αιτήτριας. Συνεπώς ο σχετικός ισχυρισμός, όπως αυτός προβλήθηκε με τη μορφή προδικαστικής ένστασης απορρίπτεται.
Στο ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ του περί Ρυθμίσεως της Τροχαίας Μεταφοράς Νόμου (Ν. 9/82 όπως τροποποιήθηκε) ρυθμίζονται θέματα σχετικά με την οδική μεταφορά επιβατών. Στο άρθρο 8 ορίζονται τα εξής:
"8(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Μέρους η επί των αγροτικών οδικών γραμμών μεταφορά επιβατών επί κομίστρω κατ' επιβάτην ενεργείται δια λεωφορείων δημοσίας χρήσεως των οποίων ο τύπος καθορίζεται υπό των δυνάμει του παρόντος Νόμου γενομένων Κανονισμών, κατόπιν αδείας χορηγουμένης υπό της Αρχής Αδειών δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
(3) Η αρχή αδειών εν τη ενασκήσει της διακριτικής αυτής εξουσίας θα λαμβάνη υπ' όψιν τα κάτωθι:
(α) Την έκτασιν των μεταφορικών αναγκών τας οποίας σκοπεί να εξυπηρετήση η αιτουμένη οδική γραμμή·
(β) την ύπαρξιν άλλων αδειούχων μεταφορικών επιχειρήσεων παρεχουσών τας αυτάς ή παρομοίας μεταφορικάς υπηρεσίας εις την περιοχήν και τον βαθμόν επαρκείας και τακτικότητος εις τον οποίον αι τοιαύται υπηρεσίαι παρέχονται·
(γ) τον βαθμόν εις τον οποίον είναι πιθανόν ότι ούτος θα δύναται να παρέχη ασφαλείς, συνεχείς και τακτικάς μεταφορικάς υπηρεσίας·
(δ) την ανάγκην συντονισμού της οδικής μεταφοράς επιβατών εις την περιοχήν προς εξασφάλισιν επαρκών, καταλλήλων και αποτελεσματικών μεταφορικών υπηρεσιών και αποφυγήν επιβλαβούς ανταγωνισμού των αναμεμιγμένων εις τα τοιαύτας μεταφοράς προσώπων·
(ε) την έκτασιν καθ' ην η προτεινομένη οδική γραμμή είναι αναγκαία ή ευκταία εν των δημοσίων συμφέροντι.
(4) Η διαδρομή εκάστης οδικής γραμμής ως και η αφετηρία, το τέρμα, αι στάσεις, αι μετατροπαί και αι επεκτάσεις ταύτης καθορίζονται υπό της αρχής αδειών.
(5) . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
(6) . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
(7) . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ."
Η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών μέσα στα πλαίσια των εξουσιών της για εξέταση ιεραρχικών προσφυγών εναντίον αποφάσεων της Αρχής Αδειών έχει σύμφωνα με το εδάφιο (4) του άρθρου 4Α του Ν. 9/82 (όπως τροποποιήθηκε) τις ακόλουθες δυνατότητες:
"(4) Η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών δύναται να εκδώσει οποιαδήποτε από τις ακόλουθες αποφάσεις:
(α) Να επικυρώσει την προσβληθείσα απόφαση·
(β) να ακυρώσει την προσβληθείσα απόφαση· ή
(γ) να παραπέμψει την προσβληθείσα απόφαση στην Αρχή Αδειών για επανεξέταση.".
Η έκταση και ο τρόπος άσκησης των πιο πάνω εξουσιών αποτέλεσε αντικείμενο σχολιασμού στην πρόσφατη σχετικά απόφαση της Ολομέλειας στην Εταιρεία Αστικών Λεωφορείων Πάφου (ΑΛΕΠΑ) Λτδ ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 837 όπου υπογραμμίστηκαν μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα στη σελ. 840:
"Η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών κατά την εξέταση ιεραρχικής προσφυγής στρεφόμενης εναντίον απόφασης της Αρχής Αδειών, έχει εξουσία αντικατάστασης της εκκαλούμενης απόφασης με δική της νέα απόφαση ή να επικυρώσει την προσβληθείσα απόφαση. Όμως, σε κάθε περίπτωση, η εξέταση της υπόθεσης γίνεται εξ υπαρχής. Αυτό σημαίνει πως η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών διεξάγει δική της έρευνα και χωρίς δέσμευση από τα οποιαδήποτε συμπεράσματα ή την απόφαση της Αρχής Αδειών καταλήγει στα δικά της συμπεράσματα."
Είναι εμφανές ότι η Αρχή Αδειών εξετάζοντας σε πρώτο βαθμό το αίτημα του ενδιαφερομένου μέρους και αποφασίζοντας την έγκρισή του δεν έλαβε υπόψη τα προβλεπόμενα στο άρθρο 8(3) (α-ε) του Ν. 9/82. Δεν φαίνεται να την απασχόλησε η έκταση των μεταφορικών αναγκών "τας οποίας σκοπούσε να εξυπηρετήσει η αιτούμενη οδική γραμμή ή η "ύπαρξη άλλων αδειούχων μεταφορικών επιχειρήσεων παρεχουσών τας αυτάς ή παρομοίας μεταφορικάς υπηρεσίας εις την περιοχή" ή "την έκτασιν καθ' ην η προτεινόμενη οδική γραμμή ήταν αναγκαία ή ευκταία εν των δημοσίω συμφέροντι." Ενόψει μάλιστα της έκθεσης του Επαρχιακού Ελεγκτή Μεταφορών που προαναφέρθηκε και της απορριπτικής εισήγησης του αρμοδίου τμήματος. Προχώρησε η Αρχή Αδειών στην έγκριση του αιτήματος, παραμερίζοντας τις εισηγήσεις των αρμοδίων χωρίς να καταγράφει κάποιο λόγο. Παραμένει ως εκ τούτου άγνωστο το βάθρο της απόφασής της, όπως και το κατά πόσο είχε διερευνήσει η ίδια το όλο ζήτημα. Κατέληξε στην έγκριση του αιτήματος καταγράφοντας απλά πως "έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιον της στοιχεία καθώς επίσης και την εισήγηση του τμήματος" (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 5 στην Ένσταση). Η καθ' ης η αίτηση Αναθεωρητική Αρχή Αδειών επιλαμβανόμενη του θέματος μετά την ιεραρχική προσφυγή όφειλε, όπως ρητά προβλέπουν οι διατάξεις του Νόμου και η νομολογία, να εξετάσει την υπόθεση εξ' υπαρχής και να εκδώσει δική της αιτιολογημένη απόφαση. Απέτυχε να το πράξει και ενεργώντας πεπλανημένα εξομοίωσε την ιεραρχική προσφυγή με έφεση. Παρέλειψε να ερευνήσει τους ισχυρισμούς που διατυπώθηκαν από τον αιτητή στους λόγους της ιεραρχικής προσφυγής. Παραμένει άγνωστο ποιά ήταν τα συμπεράσματα της σχετικά με τις θέσεις που περιέχονταν στην εισήγηση του Επαρχιακού Ελεγκτή Μεταφορών, από τη στιγμή μάλιστα που καταγράφηκε στο σώμα της επίδικης απόφασης ότι αυτή λήφθηκε "έχοντας υπόψη . . . κυρίως τις εκθέσεις του Επαρχιακού Ελεγκτή Μεταφορών." Υιοθέτησε στην προκείμενη περίπτωση η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών την ελλιπή από απόψεως αιτιολογίας απόφαση του κατώτερου ιεραρχικά οργάνου, της Αρχής Αδειών και κατέληξε στην επικύρωσή της χωρίς να αποκαλύπτει τη συλλογιστική που ακολούθησε. Παρατηρείται ακόμα ότι, ενώ στην περίπτωση της απόρριψης του αιτήματος του αιτητή, η καθ' ης η αίτηση ακολούθησε την επισήμανση του Επαρχιακού Ελεγκτή ότι η επιβατική κίνηση αναφορικά με το προταθέν δρομολόγιο ήταν μειωμένη, στην παρούσα περίπτωση η έκθεση παραμερίστηκε χωρίς να παρατίθενται συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που στηρίζουν τη διαμόρφωση αντίθετης γνώμης. Η αιτιολογία που δόθηκε και αναφέρθηκε πιο πάνω, εκτός από αόριστη έρχεται και σε σύγκρουση με τα στοιχεία του φακέλου. Η επίδικη απόφαση φαίνεται ακόμα να έχει ληφθεί χωρίς επαρκή γνώση και έρευνα όλων των σχετικών παραγόντων. Στην Αναθεωρητική Αρχή Αδειών ν. Ευριπίδη κ.ά. (2000) 3 Α.Α.Δ. 354 τονίστηκαν από το Δικαστήριο στη σελ. 357 τα εξής:
"Υπεδείχθη ότι από τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (βλέπε μεταξύ άλλων Tsouloftas a.o. v. Republic (1983) 3 C.L.R. 426) είναι σαφές ότι η ιεραρχική προσφυγή δεν αποτελεί δικαστική διαδικασία και δεν αποσκοπεί στην εξέταση της ορθότητας της απόφασης του ιεραρχικά κατώτερου οργάνου, αλλά στη δημιουργία ενός δεύτερου σκέλους στη διαδικασία λήψεως της απόφασης που αποβλέπει στην εξάλειψη λαθών από το κατώτερο όργανο. Και τα δύο όργανα, δηλαδή και η Αρχή Αδειών και Αναθεωρητική Αρχή Αδειών, έχουν το ίδιο καθήκον, δηλαδή την προαγωγή των σκοπών του Νόμου με την εφαρμογή των προνοιών του στη συγκεκριμένη περίπτωση. Επίσης η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών εξετάζεται αυτοτελώς με βάση τα κριτήρια που θέτει ο Νόμος, την επάρκεια της έρευνας και το σκεπτικό της απόφασης."
Έτσι και στην παρούσα υπόθεση οι παραλείψεις που επισημάνθηκαν καθιστούν νομικά τρωτή τη διοικητική απόφαση. Η εισήγηση του αιτητή πως η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται αιτιολογίας είναι βάσιμη. Πάσχει επίσης λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας. Δεν θα ήταν ως εκ τούτου χρήσιμη η επέκταση στους υπόλοιπους λόγους ακυρότητας.
Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, με έξοδα υπέρ του αιτητή.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.