ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2002) 4 ΑΑΔ 28
14 Ιανουαρίου, 2002
[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚA ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤAΓΜΑΤΟΣ
ΜΙΧΑΗΛ Π. ΧΡΥΣΑΝΘΟΥ,
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 226/2001)
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Μετάθεση ― Άρθρο 48(2) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου (Ν. 1/90) ― Όροι νομιμότητας της απόφασης για μετάθεση και δικαστικός της έλεγχος ― Νομολογιακά πορίσματα ― Περιστάσεις έλλειψης δέουσας έρευνας και έλλειψης επαρκούς αιτιολογίας της απόφασης για μετάθεση στην κριθείσα περίπτωση.
Ο αιτητής προσέβαλε την απόφαση της Ε.Δ.Υ., με την οποία μετατέθηκε από Επαρχιακό Γραφείο Εξέτασης Οδηγών Λεμεσού στο Επαρχιακό Γραφείο Εξέτασης Οδηγών Λάρνακος.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
Σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 48(2) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/90) η μετάθεση δημόσιου υπαλλήλου αποφασίζεται από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας μετά από δεόντως αιτιολογημένη πρόταση που υποβάλλεται από την αρμόδια αρχή. Έχει νομολογιακά καθιερωθεί ότι οι μεταθέσεις αποτελούν απλές διοικητικές πράξεις στις οποίες εφαρμόζεται το μαχητό τεκμήριο ότι διενεργούνται για την εξυπηρέτηση των αναγκών της υπηρεσίας. Έχει επίσης νομολογιακά καθιερωθεί ότι τα Διοικητικά Δικαστήρια δεν επεμβαίνουν όταν η Διοίκηση ασκεί τη διακριτική της ευχέρεια με ορθό τρόπο. Όμως η δικαστική επέμβαση επιβάλλεται όταν διαπιστώνεται κακή χρήση της διακριτικής ευχέρειας ή πλάνη περί τα πράγματα ή παραγνώριση ουσιωδών στοιχείων.
Στη σχετική του ένσταση ο αιτητής εν προκειμένω παρέθεσε τα οικογενειακά του προβλήματα επισυνάπτοντας ένα ιατρικό πιστοποιητικό ημερομηνίας 10/10/2000, στο οποίο αναφερόταν ότι έπασχε από "αυχενικό σύνδρομο πρόπτωσης δίσκου Α6-Α7 αριστερού" και του συνίστατο να "αποφεύγει τα συνεχή μακρινά ταξίδια για περίοδο ενός χρόνου από σήμερα". Οι καθ'ων η αίτηση αντί να προβούν σε δική τους έρευνα για να διαπιστώσουν την ορθότητα των πιο πάνω ισχυρισμών σε σχέση με την επικείμενη μετάθεση του αιτητή, περιορίστηκαν σε μια λακωνική αναφορά ότι μελέτησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιόν τους, μέσα στα οποία συμπεριλαμβάνονταν οι ισχυρισμοί του αιτητή και της αρμόδιας αρχής, για να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι οι παραστάσεις του αιτητή δεν ευσταθούσαν και ότι το δημόσιο συμφέρον απαιτούσε τη μετάθεσή του. Το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξαν δεν κρίνεται ως επαρκής αιτιολογία. Το Άρθρο 48(2) καθορίζει ότι η μετάθεση δημόσιου υπαλλήλου προϋποθέτει την ύπαρξη επαρκούς αιτιολογίας. Προκύπτει ότι οι καθ'ων η αίτηση παρέλειψαν να εξειδικεύσουν τις ανάγκες της υπηρεσίας, να καθορίσουν τα προσωπικά προβλήματα του αιτητή και να καταλήξουν σε συμπέρασμα ότι οι ανάγκες της υπηρεσίας καθιστούσαν τη μετάθεση του αιτητή αναγκαία.
Από τα πιο πάνω φαίνεται καθαρά ότι η επίδικη απόφαση πάσχει τόσο από έλλειψη δέουσας έρευνας όσο και από έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Pierides v. Republic (1969) 3 C.L.R. 274,
Isaias v. Republic (1985) 3 C.L.R. 490,
Zachariou v. Republic (1986) 3 C.L.R. 969,
Vafeadis v. Republic (1964) C.L.R. 454,
Mouzouris v. Republic (1972) 3 C.L.R. 43.
Προσφυγή.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Σταυρινός, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή ο Μιχαήλ Χρυσάνθου (που πιο κάτω θα αποκαλείται ως ο αιτητής) προσβάλλει το κύρος της απόφασης της 22/2/2001 της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (που πιο κάτω θα αποκαλούνται ως οι καθ'ων η αίτηση) με την οποία ο αιτητής μετατέθηκε από το Επαρχιακό Γραφείο Εξέτασης Οδηγών Λεμεσού στο Επαρχιακό Γραφείο Εξέτασης Οδηγών στη Λάρνακα.
(α) Τα γεγονότα
Ο αιτητής, που κατέχει τη θέση Τεχνικού στο Τμήμα Οδικών Μεταφορών, ασκεί μεταξύ άλλων και τα καθήκοντα εξεταστή υποψηφίων για την απόκτηση άδειας οδηγού. Το Δεκέμβριο του 2000 και τον Ιανουάριο του 2001 ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων υπέβαλε πρόταση προς τους καθ' ων η αίτηση για τη μετάθεση τεσσάρων υπαλλήλων του Τμήματος Οδικών Μεταφορών. Μεταξύ των επηρεαζόμενων προσώπων ήταν και ο αιτητής για τον οποίο εζητείτο η μετάθεση του από Λεμεσό στη Λάρνακα. Ο αιτητής έφερνε ένσταση στην προτεινόμενη μετάθεση του. Με σχετική επιστολή του προς τον Αναπληρωτή Διευθυντή του Τμήματος όπου υπηρετούσε ανέφερε μεταξύ άλλων, ότι η σύζυγος του έπασχε από ανίατη ασθένεια και είχε την ανάγκη της συμπαράστασής του, που θα επηρεαζόταν από τυχόν μετάθεση του. Ο αιτητής υπέδειξε ότι σε περίπτωση μετάθεσης θα επιβαρυνόταν με περιττά έξοδα και τους συναφείς κινδύνους της καθημερινής μετακίνησης αφού είναι κάτοικος Λεμεσού, τονίζοντας ότι η οικονομική του κατάσταση που ήταν ήδη προβληματική λόγω των εξόδων νοσηλείας και θεραπείας της συζύγου του θα χειροτέρευε σε επικίνδυνο βαθμό. Τόνισε επίσης το γεγονός της ταλαιπωρίας που του είχε ήδη επιφέρει η ανάγκη παρουσίας του μέσα στα πλαίσια της υπηρεσίας στην Πάφο για 8-10 μέρες κάθε μήνα και τέλος επικαλέστηκε προσωπικό πρόβλημα υγείας για την αντιμετώπιση του οποίου, όπως υποστήριξε, του συστήθηκε από τους θεράποντες ιατρούς η αποφυγή μακρινών ταξιδιών. Η επιστολή με την οποία ο αιτητής εξέφραζε την αντίθεση του προς ενδεχόμενη μετάθεση του συνοδευόταν από καταστάσεις λογαριασμών του ιδίου και της συζύγου του και ιατρικά πιστοποιητικά που υποστήριζαν τα όσα ανέφερε σε αυτήν.
Οι καθ'ων η αίτηση εξέτασαν την πρόταση του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων για τις μεταθέσεις που είχαν ζητηθεί, όπως επίσης και τις σχετικές ενστάσεις που υποβλήθηκαν. Αναφορικά με τον αιτητή αποφασίσθηκε όπως ζητηθούν οι απόψεις του άμεσα Προϊστάμενου του για να διαπιστωθεί η βασιμότητα των λόγων που επικαλείτο. Οι απόψεις του Προϊστάμενου του αιτητή διαβιβάσθηκαν με την πιο κάτω επιστολή του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων προς τους καθ'ων η αίτηση.
"9 Φεβρουαρίου, 2001
Πρόεδρο Επιτροπής
Δημόσιας Υπηρεσίας,
Έχω οδηγίες ν' αναφερθώ σε συνέχεια της 2/1/2001 αλληλογραφίας που λήγει με την επιστολή μου με τον ίδιο αρ. φακ. και ημερ. 28/12/00 σχετικά με την μετάθεση του κ. Μ. Χρυσάνθου, Τεχνικού στο Τμήμα Οδικών Μεταφορών και να σας πληροφορήσω ότι το πρόβλημα υγείας που επικαλείται δεν ευσταθεί, εφόσον ως εξεταστής οδηγών είναι αναγκασμένος να είναι συνοδηγός σχεδόν όλη μέρα και κάθε μέρα στα αυτοκίνητα των υποψηφίων οδηγών. Σημειώσατε ότι σε καμία περίπτωση στο παρελθόν δεν επικαλέστηκε λόγους υγείας για ν' απαλλαγεί από τα καθήκοντα του αυτά.
2. Ενόψει των πιο πάνω παρακαλώ όπως προωθηθεί η μετάθεση του κ. Μ. Χρυσάνθου από το Επαρχιακό Γραφείο Εξέτασης Οδηγών Λεμεσού στο Επαρχιακό Γραφείο Εξέτασης Οδηγών Λάρνακας."
Οι καθ'ων η αίτηση αφού έλαβαν υπόψη τις θέσεις που διατυπώθηκαν από την προϊστάμενη αρχή και όλα τα σχετικά στοιχεία, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι λόγοι που προβλήθηκαν από τον αιτητή δεν ευσταθούσαν και προέβηκαν στη λήψη της επίδικης απόφασης για τη μετάθεση του από Λεμεσό στη Λάρνακα. Τα σχετικά αποσπάσματα της επίδικης απόφασης που αναφέρονται στον αιτητή ήταν τα ακόλουθα:
"Συγκεκριμένα, ο Γενικός Διευθυντής, Υπουργείο Συγκοινωνιών και Έργων με την πρώτη του επιστολή, με αρ. φακ. 43/1987 και ημερ. 9.2.01, αναφέρει ότι το πρόβλημα υγείας που επικαλείται ο Χρυσάνθου Μιχαήλ δεν ευσταθεί εφόσον ως εξεταστής οδηγών είναι αναγκασμένος να είναι συνοδηγός σχεδόν όλη μέρα και κάθε μέρα στα αυτοκίνητα των υποψήφιων οδηγών. Περαιτέρω, αναφέρεται ότι σε καμιά περίπτωση στο παρελθόν ο εν λόγω υπάλληλος επικαλέστηκε λόγους υγείας για να απαλλαγεί από τα καθήκοντά του.
...............................................................................................................
Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, αφού μελέτησε όλα τα ενώπιόν της στοιχεία και έλαβε υπόψη τις παραστάσεις των Χρυσάνθου και Κλεάνθους καθώς επίσης και τις απόψεις της αρμόδιας αρχής, έκρινε ότι οι ενστάσεις των εν λόγω υπαλλήλων δεν ευσταθούν και ότι το δημόσιο συμφέρον απαιτεί όπως μετατεθούν ως η πρόταση της αρμόδιας αρχής."
Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η επίδικη απόφαση πάσχει γιατί
(i) Η αιτιολογία της είναι ελαττωματική·
(ii) Είναι αποτέλεσμα έλλειψης δέουσας έρευνας.
(β) Οι λόγοι της προσφυγής
Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι οι καθ' ων η αίτηση παρέλειψαν να ερευνήσουν επαρκώς τις προσωπικές του περιστάσεις, υποβάθμισαν τη σοβαρότητα τους και απέτυχαν να σταθμίσουν το συμφέρον της υπηρεσίας σε σχέση με τα προσωπικά του συμφέροντα που επηρεάζονται δυσμενώς από τη μετάθεση του στη Λάρνακα. Σύμφωνα με τον αιτητή οι πιο πάνω παραλείψεις συνιστούν τόσο έλλειψη διεξαγωγής δέουσας έρευνας, όπως επίσης και έλλειψη αιτιολογίας αφού δεν επιτρέπει στο Δικαστήριο να ελέγξει την ορθότητα της απόφασης.
Σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 48(2) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/90) η μετάθεση δημόσιου υπαλλήλου αποφασίζεται από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας μετά από δεόντως αιτιολογημένη πρόταση που υποβάλλεται από την αρμόδια αρχή. Έχει νομολογιακά καθιερωθεί ότι οι μεταθέσεις αποτελούν απλές διοικητικές πράξεις στις οποίες εφαρμόζεται το μαχητό τεκμήριο ότι διενεργούνται για την εξυπηρέτηση των αναγκών της υπηρεσίας. (Ίδε Pierides v. Republic (1969) 3 C.L.R. 274, Isaias v. Republic (1985) 3 C.L.R. 490, Zachariou v. Republic (1986) 3 C.L.R. 969). Έχει επίσης νομολογιακά καθιερωθεί ότι τα Διοικητικά Δικαστήρια δεν επεμβαίνουν όταν η Διοίκηση ασκεί τη διακριτική της ευχέρεια με ορθό τρόπο. Όμως η δικαστική επέμβαση επιβάλλεται όταν διαπιστώνεται κακή χρήση της διακριτικής ευχέρειας ή πλάνη περί τα πράγματα ή παραγνώριση ουσιωδών στοιχείων. (Ίδε Vafeadis v. Republic (1964) C.L.R. 454, Mouzouris v. Republic (1972) 3 C.L.R. 43).
Στη σχετική του ένσταση ο αιτητής παρέθεσε τα οικογενειακά του προβλήματα επισυνάπτοντας ένα ιατρικό πιστοποιητικό ημερομηνίας 10/10/2000 στο οποίο αναφερόταν ότι έπασχε από "αυχενικό σύνδρομο πρόπτωσης δίσκου Α6-Α7 αριστερού" και του συνίστατο να "αποφεύγει τα συνεχή μακρινά ταξίδια για περίοδο ενός χρόνου από σήμερα". Οι καθ'ων η αίτηση αντί να προβούν σε δική τους έρευνα για να διαπιστώσουν την ορθότητα των πιο πάνω ισχυρισμών σε σχέση με την επικείμενη μετάθεση του αιτητή, περιορίστηκαν σε μια λακωνική αναφορά ότι μελέτησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιον τους, μέσα στα οποία συμπεριλαμβάνονταν οι ισχυρισμοί του αιτητή και της αρμόδιας αρχής, για να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι οι παραστάσεις του αιτητή δεν ευσταθούσαν και ότι το δημόσιο συμφέρον απαιτούσε τη μετάθεση του. Το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξαν δεν κρίνεται ως επαρκής αιτιολογία. Το άρθρο 48(2) καθορίζει ότι η μετάθεση δημόσιου υπαλλήλου προϋποθέτει την ύπαρξη επαρκούς αιτιολογίας. Προκύπτει ότι οι καθ'ων η αίτηση παρέλειψαν να εξειδικεύσουν τις ανάγκες της υπηρεσίας, να καθορίσουν τα προσωπικά προβλήματα του αιτητή και να καταλήξουν σε συμπέρασμα ότι οι ανάγκες της υπηρεσίας καθιστούσαν τη μετάθεση του αιτητή αναγκαία.
Από τα πιο πάνω φαίνεται καθαρά ότι η επίδικη απόφαση πάσχει τόσο από έλλειψη δέουσας έρευνας όσο και από έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας.
Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα σε βάρος των καθ'ων η αίτηση.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.