ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 903/2001.

ΕΝΩΠΙΟΝ: Π. ΚΑΛΛΗ, Δ.

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.

Μεταξύ:

Σωφρόνη Πατσαλίδη,

Αιτητή

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας,

Καθ΄ ων η αίτηση.

__________________

12 Δεκεμβρίου, 2002.

Για τον αιτητή: Χρ. Πατσαλίδης.

Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Μ. Σπηλιωτοπούλου (κα.),

Δικηγόρος της Δημοκρατίας εκ μέρους του Γ-Ε.

Για τα Ε/Μ 1, 2, 3, 4, 5, 8, 9, 10 και 11: Α. Ευσταθίου (κα.).

__________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με απόφαση της ημερ. 16.12.1998 (η πρώτη απόφαση) η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (η Ε.Δ.Υ.) αποφάσισε την προαγωγή των πιο κάτω υποψηφίων (τα Ε.Μ.) στη θέση Εξεταστή Τελωνείων, 1ης τάξης, Τμήμα Τελωνείων (η επίδικη θέση):

  1. ΠΑΤΣΑΛΟΣ Πέτρος
  2. ΠΗΓΙΩΤΗΣ Στέλιος
  3. ΜΥΡΙΑΝΘΟΥΣ Ευριδίκη
  4. ΓΕΩΡΓΙΟΥ Αντώνιος
  5. ΛΑΖΑΡΟΥ Κώστας
  6. ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΟΥ Γεωργία
  7. ΑΓΙΟΜΑΜΙΤΗΣ Ιερώνυμος
  8. ΜΙΤΣΙΔΟΥ Μαρία
  9. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ Νεόφυτος
  10. ΜΙΧΑΗΛ Μηνάς
  11. ΓΕΩΡΓΙΟΥ Γεώργιος

Η πρώτη απόφαση ακυρώθηκε, ύστερα από προσφυγή του αιτητή στην παρούσα προσφυγή και τριών άλλων αιτητών, με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερ. 25.11.2001 (η ακυρωτική απόφαση) (βλ. Χατζησέργη κ.α. ν. Ε.Δ.Υ., Υποθ. 574/99, 592/99, 600/99 και 603/99/25.5.2001).

Οι λόγοι ακύρωσης της πρώτης απόφασης της Ε.Δ.Υ., στο βαθμό που αφορά τον αιτητή, ήταν οι εξής:

  1. Ασυμφωνία της σύστασης του Διευθυντή με το περιεχόμενο των φακέλων εν όψει της ισοδυναμίας των υποψηφίων σε αξία και της αρχαιότητας του αιτητή.
  2. Υπερτονισμός των καθηκόντων που ανατέθηκαν σε ορισμένους από τους υποψηφίους.

'Υστερα από την ακυρωτική απόφαση η Ε.Δ.Υ. αποφάσισε να προχωρήσει στην επανεξέταση της πλήρωσης της επίδικης θέσης. Αφού έλαβε υπόψη ότι στην ακυρωτική απόφαση θίγεται η σύσταση του Διευθυντή Τελωνείων αποφάσισε να τον καλέσει για να προβεί σε νέα σύσταση.

Η επανεξέταση έλαβε χώραν στη συνεδρία της Ε.Δ.Υ. ημερ. 8.8.2001 στην παρουσία της Διευθύντριας Τελωνείων (η Διευθύντρια). Η τελευταία δήλωσε ότι είχε διεξέλθει τους προσωπικούς φακέλους και τους φακέλους των υπηρεσιακών εκθέσεων όλων των υποψηφίων. Αφού έλαβε υπόψη όλα τα νομοθετημένα για προαγωγή κριτήρια, αξία, προσόντα και αρχαιότητα των υποψηφίων, καθώς επίσης και τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας σύστησε για προαγωγή τα 11 Ε.Μ.. Θα γίνει αναφορά σε μεταγενέστερο στάδιο στις λεπτομέρειες της σύστασης.

Μετά την αποχώρηση της Διευθύντριας η Ε.Δ.Υ. ασχολήθηκε με την αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων. Εξέτασε τα ουσιώδη στοιχεία από το φάκελο πλήρωσης της θέσης, καθώς και από τους προσωπικούς φακέλους και τους φακέλους των ετήσιων υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων, που ανάγονται στον ουσιώδη χρόνο. 'Ελαβε υπόψη τις κρίσεις και τις συστάσεις της Διευθύντριας Τελωνείων. 'Ελαβε, επίσης, υπόψη τις εμπιστευτικές/υπηρεσιακές εκθέσεις των υποψηφίων μέχρι τον ουσιώδη χρόνο, όπως αυτές έγιναν τελικά δεκτές από την ίδια, με ιδιαίτερη έμφαση στα τελευταία προ του ουσιώδους χρόνου έτη. Τέλος έλαβε υπόψη τα προσόντα των υποψηφίων καθώς και την αρχαιότητά τους.

Η Ε.Δ.Υ. έχοντας υπόψη τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολό τους - αξία, προσόντα, αρχαιότητα - και αφού συνεκτίμησε όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, που ανάγονται στον ουσιώδη χρόνο, περιλαμβανομένης της σύστασης της Διευθύντριας και των όσων ανέφερε σχετικά, έκρινε ότι τα 11 Ε.Μ., κατά τον ουσιώδη χρόνο, υπερείχαν των άλλων υποψηφίων, τους επέλεξε ως τους πιο κατάλληλους και αποφάσισε να προσφέρει σ' αυτούς προαγωγή στην επίδικη θέση από 15.1.99.

Επιλέγοντας τα Ε.Μ. η Ε.Δ.Υ. έλαβε υπόψη ότι αυτοί, σ' ότι αφορά την αξία, όπως αντικατοπτρίζεται στις ετήσιες αξιολογήσεις, με έμφαση στα τελευταία προ του ουσιώδους χρόνου έτη, στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα, βρίσκονται περίπου στο ίδιο επίπεδο ή/και υπερέχουν έναντι των λοιπών υποψηφίων και, επιπλέον, διαθέτουν την υπέρ τους σύσταση της Διευθύντριας, η οποία αναφέρθηκε στις ιδιότητες και τα χαρακτηριστικά των υποψηφίων που έχουν συστηθεί καθώς και στις ικανότητές τους να αναλάβουν ένα ρόλο στο Τελωνείο σε μια περίοδο στην οποία οι αλλαγές και εξελίξεις είναι ραγδαίες. Η σύσταση - σημείωσε η Ε.Δ.Υ. - αποτελεί ένα ανεξάρτητο στοιχείο προσδιορισμού της αξίας των υποψηφίων που προσδίδει μεγαλύτερη βαρύτητα στον παράγοντα αξία.

Η Ε.Δ.Υ. δεν παρέλειψε να σημειώσει ότι μεταξύ των επιλεγέντων ορισμένοι έχουν ακαδημαϊκά προσόντα, ενώ άλλοι δεν έχουν. Σημείωσε ότι τα ακαδημαϊκά προσόντα, «παρόλο που δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας της υπό πλήρωση θέσης ούτε αποτελούν πλεονέκτημα/πρόσθετο προσόν, τους αποδόθηκε η ανάλογη βαρύτητα, λήφθηκαν υπόψη και συνεκτιμήθηκαν με τα άλλα στοιχεία».

Σ΄ ότι αφορά την αρχαιότητα, η Ε.Δ.Υ. έλαβε υπόψη ότι αριθμός υποψηφίων προηγούνται των επιλεγέντων, σημείωσε όμως ότι οι εν λόγω υποψήφιοι δεν υπερέχουν σε αξία και, επιπλέον, δε διαθέτουν τη σύσταση της Διευθύντριας.

Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής επιδιώκει την ακύρωση της προαγωγής των 11 Ε.Μ. στην επίδικη θέση. Σημειώνεται ότι η προσφυγή εναντίον της προαγωγής του Ε.Μ. Π. Πάτσαλου αποσύρθηκε και απορρίφθηκε στις 14.11.2002.

Προτού ασχοληθώ με τους λόγους ακύρωσης θεωρώ σκόπιμο να παραθέσω ορισμένα υπηρεσιακά στοιχεία που σχετίζονται με τον αιτητή και τα Ε.Μ..

Αξία:

Στις υπηρεσιακές εκθέσεις των τελευταίων 4 ετών (1995-1998) ο αιτητής και τα Ε.Μ. παρουσιάζουν απόλυτη ισοδυναμία. 'Εχουν βαθμολογηθεί με το βαθμό «εξαίρετα» σε σχέση με όλα τα στοιχεία αξιολόγησης. Την ίδια περίπου εικόνα παρουσιάζουν και οι υπηρεσιακές εκθέσεις των ετών1992-1994. Σημειώνεται ότι για το έτος 1994 δεν έχει ετοιμασθεί υπηρεσιακή έκθεση για τον αιτητή.

Αρχαιότητα:

Ο αιτητής κατέχει τη θέση του Τελωνειακού Λειτουργού 2ης τάξης από την 1.10.86. Τα Ε.Μ. κατέχουν την ίδια θέση από την 1.12.90. Διαπιστώνω, επομένως, ότι ο αιτητής υπερέχει των Ε.Μ. σε αρχαιότητα κατά 4 έτη.

 

Προσόντα:

Τα απαιτούμενα από τα σχέδια υπηρεσίας προσόντα είναι τα εξής:

«1. Πενταετής τουλάχιστον υπηρεσία εις την θέσιν Τελωνειακού Λειτουργού, 2ας Τάξεως.

2. Επιτυχία εις τμηματικάς εξετάσεις εις την νομοθεσίαν, κανονισμούς, ενδοτμηματικάς οδηγίας, διατάξεις και τακτικήν σχετιζομένην με τον καθορισμόν, επιβολήν, είσπραξιν, διασφάλισιν και τακτοποίησιν των λογαριασμών των Τελωνειακών προσόδων και πάσαν άλλην εργασίαν του Τμήματος Τελωνείων.

3. Ακεραιότης χαρακτήρος, υπευθυνότης, πρωτοβουλία και ευθυκρισία. Ικανότης να καθοδηγή και ελέγχη κατώτερον προσωπικόν και να χειρίζεται με λεπτότητα αλλά και σταθερότητα το κοινόν.»

Ο αιτητής και το Ε.Μ. Δημητρίου κατέχουν μόνο τα προσόντα των παραγ. (1) και (2) πιο πάνω.

Οι πιο κάτω υποψήφιοι κατέχουν, εκτός από τα προσόντα των παραγ. (1) και (2) και πρόσθετα προσόντα ως εξής:

Το Ε.Μ. Πηγιώτης κατέχει το προσόν Certificat D΄ Aplitude A L΄ Enseignement du Francais Langue Etrangere, Πανεπιστήμιο Γρενόβλης ΙΙΙ, Γαλλία.

Τα Ε.Μ. Μυριάνθους, Βασιλειάδου, Μιτσίδου και Μιχαήλ κατέχουν Δίπλωμα Νομικής. Το Ε.Μ. Γεωργίου Αντώνιος κατέχει δίπλωμα Δημοσίου Δικαίου και Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το Ε.Μ. Λαζάρου κατέχει δίπλωμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το Ε.Μ. Αγιομαμίτης κατέχει δίπλωμα Εμπορικών Επιστημών της Ανωτάτης Σχολής Οικονομικών και Εμπορικών Επιστημών Αθηνών. Το Ε.Μ. Γεωργίου Γεώργιος κατέχει δίπλωμα Διοίκησης Επιχειρήσεων, Ανωτάτη Βιομηχανική Σχολή Θεσσαλονίκης.

Οι λόγοι ακύρωσης.

Ο κ. Πατσαλίδης, εκ μέρους του αιτητή, υπέβαλε ότι η σύσταση της Διευθύντριας είναι άκυρη, αναιτιολόγητη και αντίθετη προς το περιεχόμενο των φακέλων. Υποστήριξε ότι ενώ λεκτικά η σύσταση της Διευθύντριας αναγνωρίζει ότι τα Ε.Μ. και ο αιτητής ήταν ίσοι σε αξία «εντούτοις συστήνει τα Ε.Μ. προκρίνοντας ιδιότητες που, κατά την άποψη της, καθιστούσαν τα Ε.Μ. καταλληλότερα για προαγωγή». Ωστόσο - συνέχισε ο κ. Πατσαλίδης - οι ιδιότητες που «προκρίνονται από τη Διευθύντρια περιλαμβάνονται στους τομείς αξιολόγησης των υπηρεσιακών εκθέσεων».

Τυγχάνει εξεταστέο κατά πόσο οι ιδιότητες που έχει αποδώσει στα Ε.Μ. η Διευθύντρια αξιολογούνται στις υπηρεσιακές εκθέσεις.

Παρίσταται, επομένως, ανάγκη να γίνει αναφορά στις λεπτομέρειες της σύστασης η οποία αποτελείται από τις πιο κάτω ενότητες:

ΕΝΟΤΗΤΑ (Α): Στα Ε/Μ Μυριάνθους, Βασιλειάδου, Αγιομαμίτη, Δημητρίου, Γεωργίου Γεώργιο η Διευθύντρια έχει αποδώσει την ικανότητα προσαρμογής στις μεταβαλλόμενες συνθήκες και ικανότητα αντίληψης των θεσμών και διαδικασιών που θα απαιτηθούν από το Τμήμα να εισαγάγει, στα πλαίσια της ευρωπαϊκής προοπτικής για επίτευξη του ρόλου του.

ΕΝΟΤΗΤΑ (Β): Στο Ε.Μ. Πηγιώτη η Διευθύντρια έχει αποδώσει την ικανότητα για προαγωγή ομαλών εργασιακών σχέσεων μεταξύ του προσωπικού και με τους ενδιαφερόμενους εμπορευόμενους.

ΕΝΟΤΗΤΑ (Γ): Στο Ε.Μ. Γεωργίου Αντώνιο η Διευθύντρια έχει αποδώσει την ικανότητα να αντεπεξέρχεται σε πιεστικές συνθήκες εργασίας και την ικανότητα ανάληψης ευθυνών.

ΕΝΟΤΗΤΑ (Δ): Στα Ε.Μ. Λαζάρου και Μιχαήλ η Διευθύντρια έχει αποδώσει την επίδειξη ιδιαίτερου ζήλου ως βασικού πυρήνα της προληπτικής υπηρεσίας με θαυμάσια αποτελέσματα στην πάταξη τελωνειακών αδικημάτων.

ΕΝΟΤΗΤΑ (Ε): Στο Ε.Μ. Βασιλειάδου η Διευθύντρια απέδωσε, εκτός από τα όσα αναφέρονται στην παραγ. (Α) πιο πάνω, πλήρη επάρκεια στο γνωσιολογικό τομέα και πλήρη ανταπόκριση στα απαιτητικά καθήκοντα που της ανατίθενται.

ΕΝΟΤΗΤΑ (ΣΤ): Στο Ε.Μ. Μιτσίδου η Διευθύντρια έχει αποδώσει την ικανότητα να υποβάλλει εισηγήσεις τεκμηριωμένες για υποβοήθηση τόσο στην επίλυση δύσκολων προβλημάτων όσο και στην αντιμετώπιση νέων λύσεων οι οποίες θα βοηθούν το Τμήμα.

ΕΝΟΤΗΤΑ (Ζ): Για το Ε.Μ. Δημητρίου, εκτός από τα όσα αναφέρονται στην παραγ. (Α) πιο πάνω, η Διευθύντρια έχει αναφέρει ότι διακρίνεται για τον ισχυρό του χαρακτήρα, την σταθερή προσωπικότητα του και την ικανότητα του να χειρίζεται με σταθερότητα το κοινό και τους ανωτέρους του.

Ενότητα (Α) - Ικανότητα προσαρμογής:

Η πιο πάνω ενότητα αξιολογείται με το στοιχείο (1) της υπηρεσιακής έκθεσης για τους πιο κάτω λόγους:

Το στοιχείο (1) αναφέρεται στην επαγγελματική κατάσταση του υπαλλήλου με το ερώτημα κατά πόσο παρακολουθεί τις εξελίξεις στον τομέα της εργασίας του και εμπλουτίζει τις γνώσεις του γι΄ αυτή.

Θεωρώ ότι οι θεσμοί και διαδικασίες, που σχετίζονται με την ευρωπαϊκή προοπτική της Κύπρου, συνιστούν μια εξέλιξη στον τομέα της εργασίας του αιτητή. Ο δε τελευταίος έχει βαθμολογηθεί επί του προκειμένου με το βαθμό «εξαίρετα».

Ενότητα (Β) - Προαγωγή ομαλών εργασιακών σχέσεων μεταξύ του προσωπικού και των εμπορευόμενων.

Η ενότητα αυτή αξιολογείται με τις παραγ. (6) και (7) των υπηρεσιακών εκθέσεων οι οποίες έχουν ως εξής:

«(6) Συνεργασία/Σχέσεις< FONT FACE="Arial,Arial">:

Συνεργάζεται με τους προϊσταμένους του και τους άλλους συναδέλφους του κατά τη διεκπεραίωση του υπηρεσιακού έργου και έχει αρμονικές σχέσεις μαζί τους;

    1. Συμπεριφορά προς τους πολίτες:

Εξυπηρετεί με προθυμία, ευγένεια και υπομονή τους πολίτες και γενικά όσους συναλλάσσονται με την υπηρεσία του;»

Ενότητα (Γ) - Πιεστικές συνθήκες και ανάληψη ευθυνών.

Η ανάληψη ευθυνών αξιολογείται με το στοιχείο (5) των υπηρεσιακών εκθέσεων - «Πρωτοβουλία: Επιδεικνύει πρωτοβουλία κατά την άσκηση των καθηκόντων του και είναι πρόθυμος να αναλάβει ευθύνες;».

Ενότητα (Δ) - Επίδειξη ζήλου σε συγκεκριμένο τομέα εργασίας.

Η σχετική ενότητα αξιολογείται με το στοιχείο (3) των υπηρεσιακών εκθέσεων - «Υπηρεσιακό ενδιαφέρον: Επιδεικνύει το ενδεικνυόμενο ενδιαφέρον και ζήλο κατά την εκτέλεση της εργασίας του;».

Ενότητα (Ε) - Επάρκεια στον γνωσιολογικό τομέα και ανταπόκριση στα καθήκοντα της θέσης.

Η πιο πάνω ενότητα αξιολογείται με τις παράγ. (1) (βλ. σελ. 7, πιο πάνω) και (2) των υπηρεσιακών εκθέσεων - «(2) Απόδοση: Αποδίδει στην εκτέλεση της εργασίας του; (Λάβετε υπόψη τους παράγοντες ποσότητα και ποιότητα».

Ενότητα (Στ) - Ικανότητα υποβολής τεκμηριωμένων εισηγήσεων.

Η σχετική ενότητα αξιολογείται με την παράγ. (2) των υπηρεσιακών εκθέσεων.

Ενότητα (Ζ) - Ισχυρός χαρακτήρας, σταθερή προσωπικότητα και ικανότητα χειρισμού συναδέλφων και κοινού.

Η πιο πάνω ενότητα αξιολογείται με τις παραγ. (6), (7) (βλ. σελ. 8, πιο πάνω) και (8) των υπηρεσιακών εκθέσεων. Η τελευταία αναφέρεται στη Διευθυντική/Διοικητική ικανότητα.

Διαπιστώνω, επομένως, ότι όλες οι ιδιότητες τις οποίες η Διευθύντρια έχει αποδώσει στα Ε.Μ. αξιολογούνται στις υπηρεσιακές εκθέσεις. 'Εχω ήδη προβεί σε διαπιστώσεις περί της ισοδυναμίας του αιτητή και των Ε.Μ. στο στοιχείο της αξίας. Περαιτέρω διαπιστώνω τα εξής:

  1. Η σύσταση της Διευθύντριας δεν συνάδει με τα στοιχεία του φακέλου ήτοι με τις υπηρεσιακές εκθέσεις.
  2. Η Διευθύντρια με τη σύσταση της έχει διαμορφώσει υπεροχή υπέρ των Ε.Μ. σε σχέση με ήδη αξιολογηθέντα στοιχεία, ενώ οι υπηρεσιακές εκθέσεις δεν δίδουν τέτοια υπεροχή.

Οι συνέπειες των πιο πάνω δύο τελευταίων διαπιστώσεων μου έχουν αναλυθεί στη Μάρκου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 224/2001/22.1.2002, από την οποία παραθέτω το πιο κάτω απόσπασμα:

«'Εχει νομολογηθεί ότι η βαρύτητα μιας σύστασης εξαρτάται από το βαθμό στον οποίο συνάδει προς τα στοιχεία του φακέλου και ότι οι συστάσεις διατηρούν την εγκυρότητα τους όταν δεν αντιμάχονται προς τα στοιχεία των φακέλων (Στυλιανού κ.α. ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 387, 399, Βασιλείου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 1524/27.2.97, Ρούσος ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2064/21.7.99 και Δημοκρατία κ.α. ν. Αγγελή κ.α., Α.Ε. 1974-75/31.3.99).

Το διορίζον όργανο, σύμφωνα με τη νομολογία, όχι μόνο μπορεί αλλά πρέπει να παραγνωρίζει τις συστάσεις στην έκταση που είναι ασύμφωνες με τα στοιχεία του φακέλου (Τριανταφυλλίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 429, 454).

Η ασυμφωνία της σύστασης με το περιεχόμενο των φακέλων εξασθενεί την βαρύτητα της (Βλ. Στυλιανού και Βασιλείου, πιο πάνω).

Κρίνω ότι η ασυμφωνία της σύστασης με τα στοιχεία του φακέλου εξουδετερώνει την εγκυρότητα της και αποτελεί λόγο ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης. Ακολουθεί πως η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.

Αναφορικά με την δεύτερη διαπίστωση μου, οι συνέπειες της διαμόρφωσης υπεροχής - με τη σύσταση - ενώ οι υπηρεσιακές εκθέσεις δεν δίδουν τέτοια υπεροχή, έχουν αναλυθεί στην Χριστοδουλίδου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2374/15.9.99 στην οποία λέχθηκε:

'Ούτε ο διευθυντής ούτε οι προϊστάμενοι και οι αξιολογούντες λειτουργοί μπορούν, έξω από το θεσμοθετημένο πλαίσιο αξιολόγησης και με δοσμένες έγκυρες ετήσιες αξιολογήσεις, να διαμορφώνουν εκ των υστέρων νέα κατάσταση αναφορικά με την αξιολογηθείσα ποιότητα των λειτουργών.'

Τα νομολογηθέντα στην Χριστοδουλίδου (πιο πάνω) έχουν υιοθετηθεί στην Κουάλη κ.α. ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2402/11.11.99 στην οποία το θέμα τέθηκε ως εξής:

'΄Οπως προκύπτει από τις Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψηφίων τόσο των αιτητών όσο και των ενδιαφερομένων προσώπων όλοι είναι περίπου ισάξιοι. Κρίνουμε ότι το αποτέλεσμα της σύστασης του Διευθυντή καταλήγει σε ανατροπή των αξιολογήσεων αυτών, αφού για θέματα που έχουν ήδη αξιολογηθεί παρόμοια όλοι, διαχωρίζονται ορισμένοι οι οποίοι συστήνονται με γενικές παρατηρήσεις που στην ουσία ανατρέπουν την αξιολόγηση αυτή.

.................................. .................................................. .

΄Ετσι όπως και στη Χριστοδουλίδου (ανωτέρω) κρίνουμε ότι η σύσταση πάσχει όχι αναφορικά με την επάρκεια της αιτιολογίας σε συνάρτηση με την αποκάλυψη των πηγών των πληροφοριών για τη διαμόρφωση της κρίσης αλλά γιατί ο Διευθυντής δεν θα μπορούσε έξω από το πλαίσιο των ετήσιων αξιολογήσεων να διαμορφώνει εκ των υστέρων νέα κατάσταση αναφορικά με την ίδια αξιολογούμενη ποιότητα των υποψηφίων. Καθήκον του Διευθυντή είναι με βάση τις γνώσεις που έχει για το τι απαιτεί η θέση να επισημαίνει τις αρετές εκείνες του συγκεκριμένου υποψηφίου, στις οποίες με βάση τις αξιολογήσεις υπερέχει, και να συστήνει με βάση την υπεροχή αυτών τον καταλληλότερο υποψήφιο.'

Στην Σταυρινίδης ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2434/20.3.2000 λέχθηκε:

'΄Ολες οι ιδιότητες που αποδόθηκαν στο ενδιαφερόμενο μέρος ως χαρίσματα που δικαιολογούν την επιλογή της σε σύγκριση πάντα με τον εφεσείοντα, περιέχονται στις διάφορες κατηγορίες των εμπιστευτικών εκθέσεων. Η επιστημονική κατάρτιση, η απόδοση, το ενδιαφέρον, η υπευθυνότητα, η πρωτοβουλία, οι σχέσεις με τους προϊσταμένους και το κοινό και η διευθυντική ικανότητα βαθμολογούνται στις εκθέσεις. Από τις εκθέσεις δεν προκύπτει ο,τιδήποτε που να δικαιολογεί την προτίμηση του Διευθυντή προς το ενδιαφερόμενο μέρος. Ούτε η σύσταση περιέχει οποιοδήποτε σχόλιο που να αιτιολογεί την προτίμηση προς το ενδιαφερόμενο μέρος.'

Στην Κωνσταντίνου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 1047/97 και 5/98/21.3.2000 ο Νικολάου, Δ. παρατήρησε ότι ο Διευθυντής δεν μπορεί με τη σύσταση του 'να διαφοροποιεί την εικόνα που προκύπτει από τη βαθμολογημένη αξία: ανεβάζοντας τον ένα και συνακόλουθα κατεβάζοντας τον άλλο'. Αφού παρέθεσε το πιο πάνω απόσπασμα από την Χριστοδουλίδου (πιο πάνω) ο Νικολάου, Δ. συνέχισε ως εξής:

'Αν μέσα από τα βαθμολογημένα στοιχεία ο Διευθυντής διακρίνει διαφορά μεταξύ του ενός και του άλλου υποψηφίου σε κάποιο συγκεκριμένο στοιχείο που αποκτά ιδιαίτερη, κατά την εκτίμηση του, σημασία ενόψει των όσων απαιτεί η νέα θέση, πρέπει να το εντοπίζει και να το εξηγεί για να φαίνεται γιατί προτίμησε τον ένα αντί τον άλλο. Χωρίς έτσι να μεταβάλλεται συγκριτικά η υπηρεσιακή αξία των υπαλλήλων από στοιχεία που φέρνει ο ίδιος ο Διευθυντής βάσει των όσων λέει ότι γνωρίζει προσωπικά ή ότι πληροφορήθηκε από άλλους. Με τη σύσταση υποδεικνύεται, όπου τα δεδομένα το επιτρέπουν, ποιος είναι ο καταλληλότερος για τη θέση. Από αυτή την άποψη και σε αυτό το βαθμό είναι που η σύσταση αποτελεί αυτοτελές, ανεξάρτητο στοιχείο κρίσης.'

Πρέπει να λεχθεί ότι οι υποθέσεις Χριστοδουλίδου, Κουάλη, Σταυρινίδη και Κωνσταντίνου έχουν αναφερθεί με επιδοκιμασία στην Δημοκρατία ν. Πογιατζή, Α.Ε. 2767/20.9.2001. Στην πολύ πρόσφατη αυτή απόφαση υποδεικνύεται ότι τρεις πρόσφατες αποφάσεις (Στυλιανίδου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2692/27.2.2001, Μέζου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2752/11.4.2001 και Χρίστου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2737/7.5.2001) δεν φαίνονται ευθυγραμμισμένες με την Χριστοδουλίδου (πιο πάνω) 'και δεν περιέχουν καμιά αναφορά στη Χριστοδουλίδου και τις άλλες για συζήτηση και αμφισβήτηση του λόγου τους'. Λέχθηκε, επίσης, πως δεν διακρίνεται έδαφος για μεταβολή της γραμμής που χάραξε η απόφαση στη Χριστοδουλίδου

 

Οι αρχές που έχουν διαμορφωθεί στις υποθέσεις Χριστοδουλίδου, Κουάλη, Σταυρινίδη και Κωνσταντίνου (πιο πάνω) έχουν υιοθετηθεί στην πρόσφατη απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στην Μοδίτη ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2852/25.10.2002< FONT FACE="Arial,Arial">. Στην απόφαση της πλειοψηφίας η οποία ετοιμάσθηκε από τον Κωνσταντινίδη, Δ., λέχθηκαν τα εξής:

«Καταλήγουμε πως η σύσταση του προϊσταμένου εκδήλως δεν μπορεί να προσθέτει ή να αφαιρεί από την υπηρεσιακή εικόνα των υπαλλήλων. Δεν είναι πηγή τέτοιας πληροφόρησης και δε συναρτάται προς την αξία, ως του ενός από τα κριτήρια που προβλέπει ο Νόμος. Η σύσταση, στην οποία αναφέρεται ο Νόμος, εμπεριέχει μόνο τη συμβουλή ή γνώμη του προϊσταμένου ως προς τον κατάλληλο για προαγωγή στη βάση του συνόλου των κριτηρίων, με δοσμένη την υπηρεσιακή τους εικόνα όπως την αποτυπώνουν οι φάκελοι. Ο προϊστάμενος του τμήματος στο οποίο υφίσταται η κενή θέση γνωρίζει στην πράξη τις ανάγκες εκείνης της θέσης και εξ αυτού προκύπτει και ο ρόλος του. Να επισημάνει τί από τα δεδομένα, δηλαδή από τις ιδιότητες και τις ικανότητες που καταφαίνεται ότι έχει ένας υπάλληλος, ταιριάζει καλύτερα σ' αυτές τις ανάγκες ώστε αυτός να αναδεικνύεται ως ο καταλληλότερος. Οπότε, και στην περίπτωση που η Ε.Δ.Υ. έχει άλλη άποψη ως προς το ποιός είναι ο καταλληλότερος να χρειάζεται να αιτιολογήσει αυτή την απόκλιση ειδικά.

.................................. .................................................. ......

'Οσα εξειδικεύει ως ικανότητες και ιδιότητες των συστηθέντων, αναμφιβόλως είναι σχετικά και θα μπορούσαν να είχαν αποτελέσει τους λόγους της επιλογής που έκαμε. Εννοείται όμως πως τα αναφέρει συγκριτικά. Δεν μπορεί να του αποδοθεί πως προτείνει ορισμένους για προαγωγή για συγκεκριμένους λόγους όταν θεωρεί πως οι ίδιοι οι λόγοι συντρέχουν και για εκείνους που δε συστήνει. Κατ΄ ανάγκην όσα εξειδικεύει μεταφέρουν το μήνυμα της υπεροχής εκείνων που συστήνονται στους αντίστοιχους τομείς. 'Ωστε αυτοί να αναδεικνύονται ως οι καταλληλότεροι. (Βλ. συναφώς Κίκης Ονουφρίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Α.Ε. 2037, ημερ. 20.11.98). Δεν προκύπτει όμως τέτοια υπεροχή από τους φακέλους και η επίκληση από τον προϊστάμενο της προσωπικής του γνώσης, εισάγει πηγή πληροφόρησης αντίθετη προς το Νόμο και, πάντως, η σύσταση συγκρούεται προς τα στοιχεία των φακέλων. Σημεώνουμε συναφώς πως ο ίδιος προϊστάμενος αξιολόγησε τον αιτητή τα δύο τελευταία χρόνια, το 1996 και το 1997. Και τον βρήκε εξαίρετο σε όλα ανεξαιρέτως τα στοιχεία αξιολόγησης. Οπότε, κατά την πάγια νομολογία μας, δεν θα έπρεπε να της είχε προσδοθεί βαρύτητα.»

Υιοθετώ τα νομολογηθέντα στις υποθέσεις Μοδίτη, Χριστοδουλίδου, Κουάλη, Σταυρινίδη, Κωνσταντίνου και Πογιατζή (πιο πάνω). Για τους λόγους που υποδεικνύονται σε εκείνες τις υποθέσεις η σύσταση πάσχει. Η υπεροχή που έχει αποδώσει η Διευθύντρια στα Ε.Μ. δεν προκύπτει από τους φακέλους. Η διαπίστωση αυτή οδηγεί στην επιτυχία της προσφυγής και στην ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης.

Περαιτέρω - όπως και στην υπόθεση Μάρκου (πιο πάνω) - κρίνω ότι η ασυμφωνία της σύστασης με τα στοιχεία του φακέλου εξουδετερώνει την εγκυρότητα της και αποτελεί - και αυτή - λόγο ακύρωσης. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται και γι' αυτό το λόγο.

 

 

 

Δεύτερος λόγος ακύρωσης - Υπέρμετρη βαρύτητα στα πανεπιστημιακά προσόντα των Ε.Μ..

Η Διευθύντρια στη σύσταση της ανέφερε ότι το πανεπιστημιακό προσόν είναι σχετικό με την ενάσκηση του ρόλου της υπό πλήρωση θέσης. Η Ε.Δ.Υ. σημείωσε τα εξής σε σχέση με τα ακαδημαϊκά προσόντα:

«Παρόλο που δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας της υπό πλήρωση θέσης ούτε αποτελούν πλεονέκτημα/πρόσθετο προσόν, τους αποδόθηκε η ανάλογη βαρύτητα, λήφθηκαν υπόψη και συνεκτιμήθηκαν με τα άλλα στοιχεία.»

Στην Πούρος ν. Δημοκρατίας κ.α., Α.Ε. 2847, 2857-58/30.4.2000 (απόφαση Νικολάου, Δ.) λέχθηκαν τα εξής σε σχέση με τη βαρύτητα που πρέπει να αποδίδεται στα πρόσθετα προσόντα:

«Καταλήγουμε ότι τα πρόσθετα, μη προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα, λαμβάνονται υπόψη εφόσον είναι συναφή προς τα καθήκοντα της θέσης. Απόκειται πια στην αρμόδια αρχή να τα αξιολογήσει και να σταθμίσει την κατά περίπτωση σημασία τους, αποφεύγοντας δύο άκρα: αφενός να μην είναι η βαρύτητα υπερβολική ώστε να φτάνει στο σημείο απόδοσης έκδηλης υπεροχής. και, αφετέρου, να μην ειναι εντελώς οριακή, όπως θα ήταν, αν τα πρόσθετα προσόντα δεν είχαν σχέση με τα καθήκοντα της θέσης. Μέσα σε αυτά τα όρια, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση και στάθμιση στοιχείων και παραγόντων.»

Έχει ήδη γίνει αναφορά στα πρόσθετα προσόντα των Ε.Μ. (βλ. σελ. 5-6, πιο πάνω). Δεν ήταν όλα της ίδιας φύσεως. Επομένως η συνάφεια τους με τα καθήκοντα της θέσης δεν είναι η ίδια. Εναπόκειτο, σύμφωνα με τη νομολογία, στην Ε.Δ.Υ. να τα αξιολογήσει και να σταθμίσει την κατά περίπτωση σημασία τους. Δεν έχει προβεί σε τέτοια αξιολόγηση η Ε.Δ.Υ.. Επομένως έχει ασκήσει τη διακριτική της ευχέρεια με πλημμελή τρόπο και καθ΄ υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας γιατί παρέλειψε να ασχοληθεί δεόντως με ένα σχετικό παράγοντα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται και γι΄ αυτό το λόγο (Βλ. Soteriou v. Republic (1966) 3 C.L.R. 83, Makris v. Republic (1968) 3 C.L.R. 508, Kephala v. Republic (1969) 3 C.L.R. 127, Iordanou v. Republic (1967) 3 C.L.R. 245, Christou v. Republic (1969) 3 C.L.R. 134, Xapolytos v. Republic (1967) 3 C.L.R. 703, Hadjikyriakou (No. 2) v. Republic (1968) 3 C.L.R. 63, Yiallourides and Another v. Republic (1969) 3 C.L.R. 379, Kyprianides v. Republic (1965) 3 C.L.R. 519, Tseriotis v. Municipality Nicosia (1968) 3 C.L.R. 215, Carayiannis v. Republic (1969) 3 C.L.R. 341 και Christides v. Republic (1966) 3 C.L.R. 732).

Τρίτος λόγος ακύρωσης - Παραγνώριση της αρχαιότητας του αιτητή και του δεδικασμένου της Προσφυγής 592/99.

Έχει γίνει αναφορά στην υπεροχή του αιτητή στην αρχαιότητα (βλ. σελ. 4, πιο πάνω). Σε σχέση με την αρχαιότητα η Διευθύντρια ανάφερε ότι ενώ τα Ε.Μ. υστερούν σε αρχαιότητα έναντι των υποψηφίων που δεν συστήνονται υπερτερούν έναντι τους σε αξία, έστω και οριακά, με εξαίρεση τον αιτητή που έχει ακριβώς την ίδια - με τα Ε.Μ. - βαθμολογία για όλα τα έτη.

Βλέπουμε, επομένως, ότι η Διευθύντρια αιτιολόγησε την προτίμηση των Ε.Μ. έναντι υποψηφίων που υπερέχουν σε αρχαιότητα με αναφορά στην οριακή υπεροχή των Ε.Μ. σε αξία. Ενώ, όμως, δέχεται την υπεροχή του αιτητή σε αρχαιότητα και δηλώνει ότι «έχει ακριβώς την ίδια βαθμολογία με τα Ε.Μ. για όλα τα έτη» δεν αιτιολογεί την παραγνώριση της αρχαιότητας του όπως έκαμε και στην περίπτωση των άλλων υποψηφίων. Στην μια περίπτωση η οριακή υπεροχή σε αξία δίδεται ως λόγος για παραγνώριση της αρχαιότητας, στη δε περίπτωση του αιτητή, που δεν υστερεί σε αξία, δεν δίδεται οποιοσδήποτε λόγος για την παραγνώριση της αρχαιότητας του. Βλέπουμε, επομένως, ότι στην πρώτη περίπτωση η οριακή υπεροχή σε αξία αποκτά καταλυτική βαρύτητα έναντι της αρχαιότητας ενώ στην περίπτωση του αιτητή η ισοτιμία του σε αξία δεν λειτούργησε για να προσδώσει οποιαδήποτε βαρύτητα στην συντριπτική αρχαιότητα του. Κρίνω κατά συνέπεια ότι η αιτιολογία της σύστασης της Διευθύντριας είναι αόριστη, ασαφής και αντιφατική με αποτέλεσμα να ισοδυναμεί με απουσία αιτιολογίας (Βλ. Sofocleous (No. 1) v. Republic (1972) 3 C.L.R. 56, Dekathlon Shipping v. Republic (1980) 3 C.L.R. 630, Constantinides v. Republic (1967) 3 C.L.R. 7 και Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-59, σελ. 186-187: «Αόριστος αιτιολογία. Καθιστά αναιτιολόγητον την πράξιν αιτιολογία αόριστος καθιστώσα αδύνατον τον δικαστικόν αυτής έλεγχον, η περιλαμβάνουσα αντιφατικάς προτάσεις αναιρούσας αλλήλας»).

Έπεται πως η σύσταση πάσχει και λόγω έλλειψης αιτιολογίας.

Περαιτέρω και αναφορικά με την αρχαιότητα η νομολογία δέχεται ότι η αρχαιότητα επικρατεί όπου οι άλλοι παράγοντες - αξία και προσόντα - είναι ίσοι. Δέχεται επίσης ότι πρέπει να δίδονται πειστικοί λόγοι για την παραγνώριση της αρχαιότητας (Partellides v. Republic (1969) 3 C.L.R. 480, 484 - απόφαση της Ολομέλειας). Εδώ ο αιτητής και τα Ε.Μ. ισοβαθμούν σε αξία, τα δε πρόσθετα προσόντα των Ε.Μ. δεν συνιστούν πλεονέκτημα σύμφωνα με τα σχέδια υπηρεσίας ούτε και υπάρχει αξιολόγηση της Ε.Δ.Υ. για τη συνάφεια τους με τα καθήκοντα της θέσης. Έπρεπε, επομένως, να είχαν δοθεί πειστικοί λόγοι για την παραγνώριση της αρχαιότητας του αιτητή. Οι λόγοι που έδωσε η Ε.Δ.Υ. είναι ότι οι υποψήφιοι που προηγούνται των επιλεγέντων σε αρχαιότητα «δεν υπερέχουν σε αξία και, επί πλέον, δε διαθέτουν τη σύσταση της Διευθύντριας». Σε σχέση με τη σύσταση υπέρ των Ε.Μ. στην ακυρωτική απόφαση είχε υποδειχθεί, με αναφορά στη Δημοκρατία ν. Σταύρου (1993) 3 Α.Α.Δ. 71, ότι η αρχαιότητα μπορεί να αποτελέσει λόγο για απόκλιση από τη σύσταση του Διευθυντή όταν οι υποψήφιοι είναι ισότιμοι σε αξία. Ωστόσο η Ε.Δ.Υ. δεν έχει αποκλίνει από τη σύσταση παρά τις πιο πάνω υποδείξεις στην ακυρωτική απόφαση και παρά την ασάφεια, την αοριστία και αντιφατικότητα της αιτιολογίας της σύστασης, όπως έχει ήδη υποδειχθεί (βλ. σελ. 15-16, πιο πάνω). Ακολουθεί πως η Ε.Δ.Υ. έχει ασκήσει την διακριτική της ευχέρεια με πλημμελή τρόπο γιατί παραγνώρισε την αρχαιότητα του αιτητή χωρίς πειστικούς λόγους και γιατί έλαβε υπόψη πάσχουσα σύσταση.

 

 

 

 

Για όλους του πιο πάνω λόγους η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα. Καμιά διαταγή για τα έξοδα των ενδιαφερομένων μερών.

 

 

 

 

 

 

 

 

Π. ΚΑΛΛΗΣ,

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΑΠ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο