ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

Υπόθεση αρ. 355/00

 

ΕΝΩΠΙΟΝ: Σ. ΝΙΚΗΤΑ, Δ.

Μεταξύ -

Λεωφορείων Λευκωσίας Λτδ., από τη Λευκωσία

Αιτήτριας

- και -

1. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω

Υπουργού Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων

2. Αρχής Αδειών

Καθών η αίτηση

---------------------------

Ημερομηνία: 3 Δεκεμβρίου, 2002

Για την αιτήτρια: Ι. Νικολάου

Για τους καθών η αίτηση: Α. Μαππουρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄

Για την ενδιαφ. εταιρεία: Α. Δημητρίου

-------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Η αιτήτρια εταιρεία "Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ.", όπως και το όνομα της υποδηλώνει, εκτελεί δρομολόγια (με αδειούχα λεωφορεία της δημόσιας χρήσης) στην αστική περιοχή Λευκωσίας. Στις 13/1/97 αποτάθηκε προς την καθής η αίτηση 2 Αρχή Αδειών (στο εξής Α.Α.) για επέκταση της διαδρομής αρ. 57 (Λακατάμια-Λευκωσία) προς Δευτερά, δηλαδή, μέχρι τα όρια της αστικής τροχαίας περιοχής Λευκωσίας.

Κατά τις ερμηνευτικές διατάξεις του άρθρ. 2(1) του περί Ρυθμίσεως της Τροχαίας Μεταφοράς Νόμου του 1982 (αρ. 9/82, όπως τροποποιήθηκε) "αστική τροχαία περιοχή" σημαίνει "περιοχήν καθοριζομένην υπό του Υπουργού (Συγκοινωνιών και Έργων) διά διατάγματος δημοσιευομένου εν τη επισήμω εφημερίδα της Δημοκρατίας". Ας σημειωθεί ότι το διάταγμα που δημοσιεύθηκε στις 13/8/82 - και εξακολουθεί να ισχύει - καθόρισε σαν αστική τροχαία περιοχή Λευκωσίας τις περιοχές που βρίσκονται μέσα σε ακτίνα 7 μιλίων (11 χιλιομέτρων) από το Γραφείο του Επάρχου Λευκωσίας.

Μέχρι τις 3/3/00, που καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή, η Α.Α. δεν είχε ακόμη εκδόσει την απόφαση της επί του υποβληθέντος αιτήματος. Γιαυτό και η αιτήτρια εταιρεία κατέθεσε την κρινόμενη προσφυγή με αίτημα:

"Διακήρυξη του Δικαστηρίου ότι η παράλειψη των καθών η αίτηση να εξετάσουν το αίτημα των καθών η αίτηση για τη χορήγηση άδειας για επέκταση της διαδρομής με αρ. 57 Λακατάμιας προς Δευτερά μέχρι τα όρια της αστικής περιοχής Λευκωσίας, είναι εξ υπαρχής άκυρη και/ή στερείται οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος."

Μετά την έγερση της προσφυγής, στις 3/5/00, η Α.Α. είχε εγκρίνει το αίτημα. Η σχετική απόφαση της και τα στοιχεία που την περιστοιχίζουν έχουν καταγραφεί στο πρακτικό συνεδρίασης της της ίδιας ημερομηνίας, παράρτημα ΙΒ στο δικόγραφο της ένστασης. Η απόφαση κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια στις 15/6/00. Συγχρόνως η Α.Α. ζήτησε από την αιτήτρια να καθορίσει την αφετηρία της διαδρομής καθώς και τις στάσεις στη διαδρομή, όπως είχε επεκταθεί, που ήθελε να χρησιμοποιεί, προς μελέτη και πιθανή έγκριση.

Για την απόφαση ειδοποιήθηκε και η ενδιαφερόμενη εταιρεία (ε.ε.) Δευτεράς-Ανάγυια ή "Χρυσοσπηλιώτισσα" Λτδ. Φαίνεται πως η εταιρεία αυτή εκτελεί διαδρομή, που διέρχεται από τη Δευτερά και πως ενημερώθηκε για τη διαδικασία ενώπιον της Α.Α., στην οποία έλαβε μέρος. Ας λεχθεί εδώ διευκρινιστικά ότι η εταιρεία αμφισβήτησε την παραπάνω απόφαση της 3/5/00, καταθέτοντας ιεραρχική προσφυγή ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών, όπως είχε δικαίωμα, με βάση τις διατάξεις του άρθρ. 4Α του νόμου. Απ' ότι αναφέρθηκε η εν λόγω προσφυγή έχει εκδικασθεί και αναμενόταν η απόφαση.

Στηριζόμενος στην παραπάνω εξέλιξη, ο δικηγόρος της Δημοκρατίας εισηγήθηκε ότι η δίκη πρέπει να κηρυχθεί καταργημένη, αφού έχει, με την απόφαση της 3/5/00 και μετά την άσκηση της προσφυγής στις 3/3/00, επιμηκυνθεί η διαδρομή αρ. 57 προς ικανοποίηση του αιτήματος. Υπέβαλε επίσης, χωρίς ωστόσο οποιαδήποτε επεξήγηση, ότι δεν δικαιολογείται ο ισχυρισμός πως η Α.Α. αρνήθηκε να προβεί σε εξέταση του αιτήματος. Ανέφερε επίσης ο καθού η αίτηση αρ. 1 Υπουργός ότι δεν είχε σχέση με την υπόθεση, αφήνοντας το θέμα μέχρι εκεί, χωρίς οποιαδήποτε εισήγηση.

Ο δικηγόρος της ε.ε. συμφώνησε ότι η προσφυγή έχασε το αντικείμενο της και γιαυτό το λόγο "έπρεπε να αποσυρθεί". Ανέφερε στη συνέχεια, χωρίς να συναρτά το γεγονός με συγκεκριμένο επιχείρημα, ότι η προσφυγή επιδόθηκε στην ε.ε. στις 27/3/01. Ας σημειωθεί ότι το θέμα επίδοσης σε πρόσωπο που θα μπορούσε να παρέμβει ως ενδιαφερόμενο στην κρινόμενη προσφυγή έθιξε το ίδιο το δικαστήριο από 5/6/00.

Η αιτήτρια υποστήριξε, αντίθετα με όσα εισηγήθηκε η Δημοκρατία, πως ουσιαστικά έχει ιδιαίτερο έννομο συμφέρον, που δικαιολογεί τη συνέχιση της δίκης. Μόνο σε περίπτωση ακύρωσης της παράλειψης θα μπορούσε να διεκδικήσει αποζημίωση στα πολιτικά δικαστήρια με βάση το άρθρ. 146.6 του Συντάγματος για όσες ζημίες υπέστη και υφίσταται (εφόσο δεν εκδόθηκε ακόμη η άδεια). Εννοώντας τις ζημιές από απώλεια των κομίστρων από επιβάτες που θα χρησιμοποιούσαν τη γραμμή. Η αιτήτρια έχει συμπλέξει την αξίωση της, με την παραβίαση, όπως ισχυρίζεται, των γενικών αρχών του διοικητικού δικαίου και ιδιαίτερα εκείνες της χρηστής διοίκησης και της καλής πίστης.

Βασικά η αιτήτρια στηρίζεται στο δικαίωμα αναφοράς που παρέχει το άρθρ. 29 του Συντάγματος, που επιβάλλει στη διοίκηση να δώσει αιτιολογημένη απάντηση σε "εγγράφους αιτήσεις ή παράπονα" το πολύ μέσα σ' ένα μήνα από την υποβολή τους. Κατά την αιτήτρια οι καθών με τις ενέργειες τους έχουν παραβιάσει τις διατάξεις του εν λόγω άρθρου γιατί δεν συμμορφώθηκαν με την προθεσμία των 30 ημερών που αυτό τάσσει. Συνεπώς, κατά το συνήγορο της αιτήτριας, σημειώθηκε παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας.

Τέλος, λέχθηκε ότι η ε.ε. στερείται έννομου συμφέροντος να στραφεί κατά της απόφασης της Α.Α. γιατί οι άδειες που κατέχει αφορούν αγροτικά λεωφορεία. Ας σημειωθεί ότι οι λόγοι για τους οποίους η ε.ε. εναντιώθηκε στη χορήγηση άδειας στην αιτήτρια αναγράφονται σε επιστολή της ε.ε. προς την Α.Α. ημερ. 28/3/97 (βλ. παράρτημα Γ στην ένσταση). Παραπέμπω στη δήλωση του κ. Νικολάου στο πρακτικό της 7/3/01 για τη συμμετοχή της ε.ε. στη διαδικασία ενώπιον της Α.Α. και ότι "θα ήταν προς το συμφέρον της δικαιοσύνης να προσκληθεί ως ενδιαφερόμενο μέρος". Έτσι παραδεκτώς παρεμβαίνει ως ενδιαφερόμενο μέρος εναντίον του κύρους της απόφασης ή για να υποστηρίξει ότι η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί για έλλειψη αντικειμένου.

Έγινε προσπάθεια σύνδεσης του Υπουργού με την υπόθεση για να δικαιολογηθεί η συμπερίληψη του στον τίτλο της προσφυγής. Δεν υπάρχει όμως έρεισμα συσχέτισης είτε νομοθετικό είτε νομολογιακό. Το λάθος όμως δεν επηρεάζει το κύρος της προσφυγής ή της διαδικασίας. Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει τροποποίηση του τίτλου. Τέτοια τροποποίηση δεν επηρεάζει δυσμενώς οποιοδήποτε. Ούτε πλήττει τα συμφέροντα της δικαιοσύνης. Η προσφυγή στρεφόταν και εναντίον του οργάνου (Α.Α.) το οποίο είχε την άμεση ανάμιξη σε κάθε στάδιο της διαδικασίας. Γιαυτό και διατάσσεται η τροποποίηση του τίτλου της προσφυγής έτσι ώστε να παραμείνει ως καθής η αίτηση η Α.Α. μόνο. Για τις δυνατότητες παροχής τέτοιας θεραπείας παραπέμπω στην Christodoulou v. Republic 1 R.S.C.C.1. Ήταν πιστεύω η πρώτη υπόθεση που πραγματοποιήθηκε τροποποίηση τίτλου και τέθηκε και το κριτήριο για χρήση του μέτρου. Βλ. επίσης προσφ. 412/99 Σπύρος Σταυρινίδης Λτδ. ν. Υπουργού Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος κ.α. ημερ. 9/7/02.

Από την επισκόπηση της σχετικής νομολογίας προκύπτει ότι η δίκη καταργείται αν, μετά την άσκηση της προσφυγής, η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη ανακλήθηκε, ακυρώθηκε ή εξαφανίστηκε. Επίσης καταργείται και στην περίπτωση ικανοποίησης του αιτητή από τη διοίκηση γιατί τότε υπάρχει έλλειψη του αντικειμένου της προσφυγής. Εντούτοις είναι δυνατό να θεμελιωθεί ιδιαίτερο έννομο συμφέρον ενός αιτητή, όπου διαφαίνεται ότι, παρά την ικανοποίηση του αιτήματος του, αυτός υπέστη ζημίες. Μετά την απόφαση της Ολομέλειας στην Α.Ε. 2067 Χρ. Ιωσηφίδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας ημερ. 24/6/98, που ακολούθησε την υπόθεση Παπαδοπούλου ν. Δημοκρατίας (1989) 3(Β) Α.Α.Δ. 973, δεν απαιτείται πια να αποδειχθεί εκ πρώτης όψεως ζημία. Είναι αρκετό αν υπάρχει το ενδεχόμενο να προκλήθηκε ζημία από την απόφαση που ανακλήθηκε ή ικανοποίησε το αίτημα. Όπως έχει λεχθεί, το Ανώτατο Δικαστήριο:

"Απλώς διαπιστώνει αν, ύστερα από την ανάκληση της διοικητικής απόφασης, είναι δυνατό να τεθεί και θέμα ζημιάς και συνεπακόλουθα, αποζημίωσης ή άλλης θεραπείας, ώστε να είναι απαραίτητη η συνέχιση της ακυρωτικής δίκης."

Έχω τη γνώμη ότι το άρθρ. 29 του Συντάγματος στο οποίο βασίστηκε το κύριο επιχείρημα της αιτήτριας δεν εφαρμόζεται στην προκείμενη περίπτωση. Είναι άσχετο. Μια προσεκτική ανάγνωση της υπόθεσης Δημοτική Επιτροπή Αγ. Δομετίου ν. Χριστοφόρου κ.α. (1994) 3 Α.Α.Δ. 434, δείχνει ότι οι αιτήσεις που ο διοικούμενος υποβάλλει σύμφωνα με τις διατάξεις της υφιστάμενης νομοθεσίας δεν αφορούν το άρθρ. 29. Είναι εκτός εμβέλειας των διατάξεων του. Στη σύνοψη της υπόθεσης στη σελ. 436 διαβάζουμε ότι:

"Η λέξη "αιτήσεις" (στο άρθρ. 29) έχει την έννοια του αιτήματος και όχι την έννοια των αιτήσεων που ο πολίτης είναι υποχρεωμένος να υποβάλει στη Διοίκηση, σύμφωνα με τις διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας, για να τύχει κάποιας άδειας όπως π.χ. άδεια οικοδομής, ανόρυξης φρέατος, λατόμευσης κλπ. Η λέξη "παράπονα" είναι αυτονόητη."

Σε αιτήσεις, όπως στην παρούσα υπόθεση, για έκδοση άδειας η διοίκηση αποφασίζει μέσα σε λογικό χρονικό διάστημα με κριτήριο και πλαίσιο τα περιστατικά της συγκεκριμένης υπόθεσης. Αναφέρει σχετικά η εν λόγω απόφαση (σελ. 437):

"Η ενέργεια της Αρχής πρέπει να λαμβάνεται σε εύλογο χρόνο. Ο εύλογος χρόνος εξαρτάται από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Το κριτήριο του ευλόγου χρόνου είναι αντικειμενικό και ο τελικός κριτής τούτου το Δικαστήριο."

Έχω εξετάσει την όλη πορεία της αίτησης που υποβλήθηκε, θα θυμίσω εδώ, από 13/1/97. Η ειδοποίηση προς τους ενδιαφερόμενους (ένα πολύ απλό διάβημα) στάληκε ύστερα από δύο μήνες στις 17/3/97. Στις 28/3/97 η ε.ε. υπέβαλε την ένσταση της, ενώ στις 31/3/97 ο Επαρχιακός Ελεγκτής Μεταφορών Λευκωσίας είχε συντάξει την έκθεση του. Η Α.Α. συνεδρίασε στις 9/4/97 και αποφάσισε να ζητήσει γνωμάτευση από το Γενικό Εισαγγελέα από ποίο σημείο στη Λευκωσία μετριέται η απόσταση των 11 χιλιομέτρων. Η σχετική επιστολή του Προέδρου της Α.Α. προς το Γενικό Εισαγγελέα στάληκε στις 21/5/97. Η απάντηση δόθηκε στις 4/6/97. Μετά ένα περίπου χρόνο, στις 11/5/98, ο Διευθυντής του ΤΟΜ ζήτησε να μεταβεί λειτουργός του Κτηματολογίου με λειτουργό του Τμήματος στην περιοχή για να υποδείξει ο πρώτος "το επίμαχο σημείο", δηλαδή, πού τελειώνει η αστική περιοχή. Αξίζει να σταματήσω εδώ για να υποδείξω ότι η μεγάλη καθυστέρηση για την παράκληση προς το Κτηματολόγιο δεν εξηγείται. Ακολούθως διευθετήθηκε χωρομέτρηση τον Σεπτέμβριο του 1998.

Ακολουθεί νέα επικοινωνία με το Γενικό Εισαγγελέα (30/11/99) από το Διευθυντή του ΤΟΜ, που αλληλογραφεί φαίνεται με τον τελευταίο. Και φυσικά η καθυστέρηση μεγαλώνει. Εκείνο που προκαλεί αρνητικές εντυπώσεις, είναι ότι ο διευθυντής του ΤΟΜ αναφέρει στο Γενικό Εισαγγελέα ότι πρόθεση του Τμήματος ήταν να εισηγηθεί στον Υπουργό να εκδώσει νέο διάταγμα για να αναπροσαρμόσει τα όρια της αστικής περιοχής, όπως γράφει "σε μια προσπάθεια να διασφαλισθούν και τα συμφέροντα της εταιρείας Λεωφορείων Δευτεράς-Ανάγυιας ή "Χρυσοσπηλιώτισσα".

Στο μεταξύ η Α.Α. αδράνησε πλήρως. Συνεδρίασε μάλιστα, μήνες μετά, στις 3/5/00, και αφού σημείωσε την άποψη του Γενικού Εισαγγελέα ουσιαστικά ότι ήταν απαράδεκτη η εισήγηση για τροποποίηση του διατάγματος "με σκοπό την εξυπηρέτηση των συμφερόντων συγκεκριμένης εταιρείας", προχώρησε να εγκρίνει την επέκταση της διαδρομής.

Είναι πράγματι εκπληκτικό και συνάμα απαράδεκτο που για ένα καθόλα απλό ζήτημα χρειάστηκαν σχεδόν 3 1/2 χρόνια και αφού η αιτήτρια αναγκάστηκε να ζητήσει θεραπεία από το δικαστήριο για να τελεσφορήσει το αίτημα της. Η πλήρης αδράνεια της Α.Α. για τόσο διάστημα για να ευοδωθεί, όπως διαφαίνεται από τα στοιχεία, η προσπάθεια να διασφαλισθούν τα συμφέροντα συγκεκριμένης εταιρείας, παραβιάζει κάθε έννοια χρηστής διοίκησης. Και κατ' επέκταση της ιδέας του κράτους δικαίου, την οποία και πλήττει βάναυσα. Ο χρόνος αυτός που διέρρευσε βρίσκεται έξω από κάθε κριτήριο λογικότητας. Υπό τις περιστάσεις διαφαίνεται έντονα το ενδεχόμενο να προξενήθηκε ζημία στην αιτήτρια.

Για τους λόγους που εξέθεσα ακυρώνω την προσβαλλόμενη παράλειψη. Με έξοδα σε βάρος της Δημοκρατίας.

 

Σ. Νικήτας, Δ.

/Κασ

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο