ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση αρ. 66/1998
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Μ. ΚΡΟΝΙΔΗ, Δ.Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.
Μεταξύ:
Γεώργιου Χαραλάμπους
Αιτητή
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας
Καθ'ου η αίτηση
- - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ
: 27 Noεμβρίου, 2002.Για τον αιτητή: Σπ. Ευαγγέλου.
Για τον καθ΄ου η αίτηση: Ε. Αντωνίου (κα).
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Στις 31.7.2002 εκδόθηκε απορριπτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου της προσφυγής του αιτητή εναντίον της απόφασης του Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας. Ο αιτητής είχε το δικαίωμα, με βάση το νόμο και τους κανονισμούς, να καταχωρήσει έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο εντός 42 ημερών. Το δικαίωμα αυτό της έφεσης έληγε στις 11.9.2002.
Με την παρούσα αίτηση που καταχώρησε ο αιτητής στις 12.9.2002, ζητά την πιο κάτω θεραπεία:-
«Διάταγμα και/ή Διαταγή του Δικαστηρίου με το οποίο, να παρατείνεται ο χρόνος για καταχώριση Έφεσης στην πιο πάνω προσφυγή για περίοδο 10 ημερών από την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος και/ή για οποιοδήποτε άλλο χρόνο κρίνει δίκαιο και ορθό το δικαστήριο.»
Η αίτηση επιδόθηκε στους καθ΄ων η αίτηση οι οποίοι και καταχώρησαν γραπτή ένσταση στις 5.11.2002.
Τόσο η αίτηση όσο και η ένσταση συνοδεύονται από ενόρκους δηλώσεις στις οποίες παρατίθενται τα γεγονότα.
Σύμφωνα με την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση και δόθηκε από τον ίδιο το δικηγόρο που χειριζόταν την προσφυγή, ο τελευταίος λόγω, όπως αναφέρει, λάθος υπολογισμού των 42 ημερών εξέλαβε ότι η τελευταία ημέρα που εδικαιούτο να καταχωρήσει την έφεση ήταν η 12.9.2002, αντί της 11.9.2002. Διαπίστωσε το λάθος στην προσπάθεια του να καταχωρήσει την έφεση στις 12.9.2002. Στην παράγραφο 3 της ένορκης δήλωσης παρατίθενται οι λόγοι που υποστηρίζουν, κατά την άποψη του αιτητή, την αίτηση και την άσκηση προς όφελος του της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου. Τρεις λόγους προβάλλει, πρώτον ότι θα ήταν αδικία να απωλέσει το δικαίωμα έφεσης ο αιτητής από το λάθος υπολογισμού του χρόνου εκ μέρους του δικηγόρου του, δεύτερο ότι η αίτηση αυτή καταχωρήθηκε χωρίς χρονοτριβή όταν έγινε αντιληπτό το λάθος και τρίτο ότι το επίδικο θέμα συνδέεται άμεσα με το επίδικο θέμα άλλης εκκρεμούσας έφεσης μεταξύ των ιδίων διαδίκων (Α.Ε. 3296) για τα ίδια θέματα βεβαίωσης φόρου για άλλες φορολογικές περιόδους.
Αντίθετα, στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση των καθ΄ων η αίτηση προβάλλεται ότι τα γεγονότα τα οποία επικαλείται ο δικηγόρος του αιτητή στην ένορκη δήλωση του δεν συνιστούν λόγο για παράταση της προθεσμίας και άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου υπέρ του αιτητή. Αναφέρονται τα εξής στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση:-
«4. Τα γεγονότα τα οποία επικαλείται ο δικηγόρος στην ένορκη δήλωσή του, δηλαδή ανθρώπινο λάθος, όπως με συμβουλεύει η Δικηγόρος της Δημοκρατίας και πιστεύω δεν συνιστούν ικανοποιητικό λόγο για παράταση της προθεσμίας και άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου.»
Είναι νομολογιακά καθιερωμένο ότι η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου να παρατείνει το χρόνο καταχώρησης έφεσης είναι απεριόριστη. Η άσκηση της διακριτικής αυτής ευχέρειας εξαρτάται αποκλειστικά από τα ιδιαίτερα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Η απροσεξία, το λάθος ή η αμέλεια του δικηγόρου του αιτητή είναι δυνατό να αποτελεί σε μερικές περιπτώσεις ικανοποιητικό λόγο για την παράταση της προθεσμίας. (Βλέπε: Niki Georgiou v. Republic (1968) 1 CLR 411 (Ολομέλεια), Ι. και Α. Φιλίππου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 230/84, ημερ. 14.10.89, Αρχ. Κύπρου Χρυσόστομος ν. Χριστοφόρου (1993) 1 ΑΑΔ 470).
Δεν μου διαφεύγει της προσοχής ότι μια σειρά νομολογίας αποφαίνεται ότι ο διάδικος δεν μπορεί, κατά κανόνα, να προβάλει το λάθος, αμέλεια ή παράλειψη του δικηγόρου του για να πετυχαίνει την παράταση των προθεσμιών ή την αναγέννηση δικαστικών διαδικασιών. (Βλέπε Πάνου Π. Βαρδιάνου ν. Edwin John Thomas Richards, Πολιτική Έφεση 9112, ημερ. 14.4.1998, Κληρίδης ν. Σταυρίδη (1997) 1 ΑΑΔ 1348). Είμαι της γνώμης ότι ο κανόνας που τίθεται από την σειρά αυτή της νομολογίας δεν είναι απόλυτος, ούτε περιορίζει στεγανά τη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, η οποία είναι απεριόριστος και εξασκείται με βάση τα ιδιαίτερα περιστατικά της κάθε υπόθεσης.
Στην παρούσα υπόθεση ο δικηγόρος του αιτητή, υπολογίζονται, προφανώς, ότι ο Αύγουστος είχε 30 ημέρες, υπελόγισε λανθασμένα ότι η τελευταία ημέρα καταχώρησης της έφεσης ήταν η 12.9.2002. Όταν επιχείρησε να καταχωρήσει την έφεση αποκαλύφθηκε ότι ο υπολογισμός του ήταν λανθασμένος και αμέσως την ίδια ημερομηνία, στις 12.9.2002 καταχώρησε την παρούσα αίτηση για παράταση. Η άμεση αυτή αντίδραση και ενέργεια του αποτελεί καταλύτη για την έκβαση της υπόθεσης του. Στην πραγματικότητα η καταχώρηση της έφεσης καθυστέρησε μερικές ώρες και μόνο από τη μεσημβρία της 11.9.2002 που το Πρωτοκολλητείο του Δικαστηρίου δέχεται τις καταχωρήσεις μέχρι την πρωία της επομένης ημέρας 12.9.2002. Δεν υπήρξε στην παρούσα υπόθεση σοβαρό λάθος, αμέλεια ή παράλειψη εκ μέρους του δικηγόρου του αιτητή ούτως ώστε ο τελευταίος να απωλέσει τα εκ του νόμου δικαιώματα του.
Για τους λόγους αυτούς κατέληξα να ασκήσω τη διακριτική μου εξουσία υπέρ του αιτητή και να εγκρίνω την αίτηση, εκδίδοντας το αιτούμενο διάταγμα.
Η αίτηση επιτυγχάνει και εκδίδεται το αιτούμενο διάταγμα.
Υπό τις περιστάσεις δεν εκδίδεται οποιοδήποτε διάταγμα για έξοδα.
(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.
/ΕΠσ