ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Στυλιανού κ.α. ν. Δημοκρατίας κ.α. (1994) 3 ΑΑΔ 387
Κυπριακή Δημοκρατία ν. Ανδρέα Ιακωβίδη και Άλλου (2001) 3 ΑΑΔ 207
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 377/2001
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΚΡΑΜΒΗ, Δ.
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.
Μεταξύ:
Κυριάκου Οικονόμου, από τη Λευκωσία,
Αιτητή,
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας,
Καθ΄ης η αίτηση.
- - - - - -
31 Οκτωβρίου, 2002
.Για τον αιτητή: κ. Α. Ταλιαδώρος.
Για την καθ΄ης η αίτηση: κ. Κ. Σταυρινός.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής, επιδιώκει την ακύρωση της απόφασης της καθ΄ ης η αίτηση με την οποία το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Αντώνιος Παναγιώτου προήχθηκε αναδρομικά από 1.10.97 στη θέση Κτηματολογικού Λειτουργού 1ης τάξης.
Η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε μετά από δεύτερη επανεξέταση κατόπιν ακυρωτικής απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερ. 29.12.2000. Είχε προηγηθεί η απόφαση στην Σταυρινού ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή 69/98, ημερ. 14.12.98, με την οποία, το Ανώτατο Δικαστήριο ακύρωσε αρχικά την προαγωγή του ενδιαφερόμενου προσώπου στην επίδικη θέση.
Στα πιο κάτω αποσπάσματα της ακυρωτικής απόφασης καταγράφονται οι λόγοι ακύρωσης:
«Προκύπτει λοιπόν ότι η σύσταση του Διευθυντή δεν συνάδει με το περιεχόμενο των ετήσιων υπηρεσιακών εκθέσεων. Η σύσταση φέρει το Ε.Μ. να υπερτερεί σε τομείς στους οποίους οι υπηρεσιακές εκθέσεις δεν του δίνουν τέτοια υπεροχή. Περαιτέρω και σε σχέση με το στοιχείο των εισηγήσεων στο οποίο ο Διευθυντής έδωσε έμφαση το περιεχόμενο των φακέλων φέρει τον αιτητή να υπερέχει του Ε.Μ., έστω και οριακά. Επομένως η σύσταση του Διευθυντή συγκρούεται με τα στοιχεία του φακέλου και σε σχέση με το στοιχείο των εισηγήσεων ...........................................
Καθώς έχει ήδη διατυπωθεί η σύσταση του Διευθυντή δεν συνάδει με το περιεχόμενο των ετήσιων υπηρεσιακών εκθέσεων. Επομένως ο Διευθυντής έχει, με τη σύστασή του, διαμορφώσει νέα κατάσταση υπεροχής του Ε.Μ. έξω από το θεσμοθετημένο πλαίσιο των ετήσιων αξιολογήσεων. Εχει αναφέρει ότι το Ε.Μ. υπερέχει σε σχέση με τα στοιχεία, τα οποία έχουν αξιολογηθεί στις υπηρεσιακές εκθέσεις, οι οποίες, όμως, δεν του δίνουν τέτοια υπεροχή ..........................
............... Στην παρούσα υπόθεση η σύσταση του Διευθυντή δεν περιέχει την άποψη του για τις αρετές, ικανότητες και ιδιότητες και την επιτυχή εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης. Δεν περιέχει άποψη αναφορικά με ικανότητες που προσιδιάζουν στη θέση και αιτιολογούν την προτίμηση. Επεται πως αυτή δεν ικανοποιεί την απαίτηση του πιο πάνω άρθρου 34(5) του Νόμου 1/90 για αιτιολογημένη σύσταση. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται και για αυτό το λόγο.»
Η ΕΔΥ στην επανεξέταση που ακολούθησε κατά τη συνεδρία της στις 19.1.01, με βάση τα στοιχεία που ανάγονται στον ουσιώδη χρόνο, προέβη σε σύγκριση των υποψηφίων με αναφορά στα κριτήρια της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητας. Εκρινε ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο υπερείχε των άλλων υποψηφίων και τον επέλεξε ως τον πιο κατάλληλο για προαγωγή στην επίδικη θέση. Στην επιλογή της ΕΔΥ επενέργησαν τα όσα ανέφερε ο Διευθυντής στη σύστασή του. Ο Διευθυντής σύστησε για προαγωγή το ενδιαφερόμενο πρόσωπο για τους πιο κάτω λόγους:
«Ο Παναγιώτου διακατέχεται από αυτοπεποίθηση για αίσιο πέρας των εργασιών που αναλαμβάνει και διακρίνεται για την πειστικότητά του στις επαφές που έχει με το κοινό για τη διεκπεραίωση των διαφόρων εργασιών του Τμήματος. Ιδιαίτερα μπορεί να αναλάβει αυξημένες ευθύνες και να ασκήσει θετική επίδραση επί του προσωπικού, στοιχεία που τον βοηθούν στην καλύτερη ενάσκηση του ρόλου στην υπό πλήρωση θέση. Είναι επίσης δραστήριος και διορατικός και διακρίνεται έντονα για την ευρύτητα των σκέψεων, των απόψεων και των συλλογισμών του.»
Η ΕΔΥ με αναφορά στις αξιολογήσεις, διαπίστωσε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος δεν υστερούσε και/ή υπερείχε σε αξία, δεν υστερούσε σε προσόντα και ότι υπερτερούσε σε αρχαιότητα έναντι των λοιπόν υποψηφίων.
Ο αιτητής προβάλλει τρεις λόγους ακύρωσης:
2. Παράνομη και/ή ανεπαρκής αιτιολογία από την ΕΔΥ.
3. Παράνομη και/ή κακή σύνθεση και/ή συγκρότηση της ΕΔΥ και/ή παρουσία αναρμόδιου προσώπου κατά τη συνεδρία λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης.
Αναφορικά με τον πρώτο ισχυρισμό του αιτητή το δεδικασμένο που προκύπτει από τις δύο προηγούμενες αποφάσεις, εκτείνεται και στα πιο κάτω θέματα:
(α) Στις υπηρεσιακές εκθέσεις των τελευταίων 7 ετών (1990-1996) όπου και οι δύο υποψήφιοι έχουν αξιολογηθεί με την ίδια ακριβώς βαθμολογία ως εξαίρετοι υπάλληλοι.
(β) Ο αιτητής δεν υστερεί καθόλου στα στοιχεία ευθύνη, ευσυνειδησία, εργασία, προσφορά και συνεργασία/σχέσεις έναντι του ενδιαφερόμενου προσώπου, όπως προκύπτει από τις εκθέσεις.
(γ) Είναι και οι δύο ίσοι από πλευράς προσόντων ενώ από πλευράς αρχαιότητας, προηγείται ο αιτητής σε προηγούμενη θέση.
(δ) Το περιεχόμενο των φακέλων φέρει τον αιτητή να υπερέχει του ενδιαφερόμενου προσώπου στον τομέα της υποβολής εισηγήσεων.
(ε) Σύγκριση των σχολίων των αξιολογούντων λειτουργών αποκαλύπτει ότι αυτά που αναφέρονται στον αιτητή είναι έστω και οριακά ευνοϊκότερα. Μερικά από τα σχόλια αναφέρονται στους τομείς οι οποίοι αποτέλεσαν το βάρος της προηγούμενης σύστασης του Διευθυντή (έφεση για εργασία, μεθοδικότητα, εισηγήσεις, ισχυρή προσωπικότητα, σιγουριά, ικανότητα καθοδήγησης, σεβασμός και εκτίμηση από υφισταμένους).
(στ) Οι υπηρεσιακές εκθέσεις δεν δίνουν καμιά υπεροχή ούτε δημιουργούν διαφοροποίηση προς όφελος του ενδιαφερόμενου προσώπου στους πιο πάνω τομείς.
(ζ) Το στοιχείο της προσωπικότητας συναρτάται άμεσα με το βαθμολογημένο στοιχείο της διευθυντικής/διοικητικής ικανότητας, στο οποίο οι δύο υποψήφιοι ισοβαθμούν.
Διαπιστώνω ότι στις υπηρεσιακές εκθέσεις για το έτος 1990, ο αιτητής διακρίθηκε σε εξαίρετο βαθμό σε σχέση με 4 στοιχεία (απόδοση, υπηρεσιακό ενδιαφέρον, υπευθυνότητα, πρωτοβουλία) ενώ το ενδιαφερόμενο πρόσωπο διακρίθηκε μόνο σε δύο στοιχεία (υπηρεσιακό ενδιαφέρον, συμπεριφορά προς πολίτες), με ευνοϊκότερα σχόλια για τον αιτητή. Είναι η μοναδική έκθεση που περιέχει μια ελαφρά διαφοροποίηση στη βαθμολογημένη αξία των δύο υποψηφίων σε επιμέρους στοιχεία αξιολόγησης.
Από την απλή ανάγνωση της σύστασης του Διευθυντή προκύπτει αβίαστα ότι αποδόθηκαν στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο ιδιότητες - αυτοπεποίθηση, πειστικότητα στις επαφές με το κοινό, αυξημένες ευθύνες, θετική επίδραση επί του προσωπικού, δραστήριος και διορατικός, ευρύτητα σκέψεων και απόψεων - οι οποίες εμπεριέχονται και βαθμολογούνται στις υπηρεσιακές εκθέσεις. Ο Διευθυντής σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου δεν παρέλειψε να συνδέσει τις ικανότητες που εξήρε στη νέα του σύσταση, με τις ιδιότητες που προσιδιάζουν στη θέση και που κατά τη γνώμη του αιτιολογούν την επιλογή του ενδιαφερόμενου προσώπου ως του καταλληλότερου υποψήφιου. Ωστόσο, παρατηρώ ότι ορισμένες ιδιότητες και/ή ικανότητες στις οποίες αναφέρεται ο Διευθυντής, δεν διαφέρουν ουσιαστικά από τις ικανότητες τις οποίες απέδωσε στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο με την προηγούμενη σύστασή του, ούτε αναφέρεται σε διαφορετικούς τομείς από αυτούς που κρίθηκαν με την ακυρωτική απόφαση.
Πιο συγκεκριμένα, δεν έκανε μνεία στα στοιχεία των εισηγήσεων και της προσωπικότητας του ενδιαφερόμενου προσώπου, αφού κρίθηκε ότι τα στοιχεία αυτά δεν δημιουργούσαν καμιά διαφοροποίηση προς όφελος του ενδιαφερόμενου προσώπου.
Ομως αναφέρθηκε στην «αυτοπεποίθηση για αίσιο πέρας των εργασιών που αναλαμβάνει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο», η οποία σαν ιδιότητα ταυτίζεται σχεδόν με τη σιγουριά στην εργασία που επικαλέστηκε προηγουμένως. Η «ικανότητα να ασκεί θετική επίδραση επί του προσωπικού» προσομοιάζει με την «ικανότητα να εμπνέει και να καθοδηγεί με αποτέλεσμα οι υφιστάμενοι του να τον εκτιμούν και να τον σέβονται». Επίσης οι ιδιότητες «δραστήριος, διορατικός και ότι μπορεί να αναλάβει αυξημένες ευθύνες» ταυτίζονται σχεδόν με το ότι «διακρίνεται σε ύψιστο βαθμό για έφεση για εργασία» που αποδόθηκε στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο με την προηγούμενη σύσταση.
Η αναδιατύπωση στη σύσταση του Διευθυντή και η χρήση άλλων χαρακτηρισμών που ουσιαστικά αναλογούσαν στις ίδιες ικανότητες και ιδιότητες οι οποίες αποδόθηκαν στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο, συνιστούν ένα εύσχημο τρόπο να παρακαμφθεί το δεδικασμένο σχετικά με το εύρημα πως οι πιο πάνω συγκεκριμένοι τομείς στους οποίους η σύσταση φέρει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο να υπερτερεί, βαθμολογούνται ή αξιολογούνται στις υπηρεσιακές εκθέσεις.
Το δεδικασμένο περιοριζόταν στις ικανότητες που περιείχε η παλιά σύσταση και όχι σε όλες τις ιδιότητες που αφορούσαν τη θέση και τις οποίες ανέφερε ο Διευθυντής στη νέα του σύσταση.
Αλλά και αν ακόμη εξάγονται από τη νέα του σύσταση ορισμένες ιδιότητες που δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι καλύπτονται από το δεδικασμένο, πρέπει να εξεταστεί κατά πόσο στο σύνολό τους αυτές οι ιδιότητες συνάδουν με τα στοιχεία των φακέλων.
Η βαρύτητα μιας σύστασης εξαρτάται από το βαθμό στον οποίο συνάδει με τα στοιχεία του φακέλου (Στυλιανού και Αλλος ν. Δημοκρατίας (1994) 3 ΑΑΔ 387) και έχει νομολογηθεί πως όπου η σύσταση είναι αντίθετη με το περιεχόμενο των φακέλων πρέπει να παραγνωρίζεται. Οπως έχει κριθεί στη Χριστοδουλίδου ν. Δημοκρατίας, ΑΕ 2374, ημερ. 15.9.99, οι συστάσεις δεν μπορούν να λειτουργούν έξω από το θεσμοθετημένο πλαίσιο αξιολόγησης και να διαμορφώνουν εκ των υστέρων νέα κατάσταση σχετικά με τα αξιολογηθέντα στις ετήσιες εκθέσεις στοιχεία (βλέπε και Κουάλης και άλλος ν. Δημοκρατίας, ΑΕ 2402, ημερ.11.11.99
).Στην προκείμενη περίπτωση οι τομείς στους οποίους αναφέρθηκε ο Διευθυντής καθώς και οι ιδιότητες/ικανότητες για τις οποίες τελικά διέκρινε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο στη σύστασή του, καλύπτονται και υπάγονται στους προκαθορισμένους τομείς των αξιολογικών εκθέσεων.
Κρίνω ότι εμπεριέχονται και βαθμολογούνται στο μέρος των υπηρεσιακών εκθέσεων που αφορούν στην απόδοση, στο υπηρεσιακό ενδιαφέρον, στην πρωτοβουλία, στη συνεργασία/σχέσεις και στη συμπεριφορά προς πολίτες.
Στις υπηρεσιακές εκθέσεις, όπως εξάλλου έχει κριθεί δεν προκύπτει ο,τιδήποτε που να δικαιολογεί την προτίμηση του Διευθυντή προς το ενδιαφερόμενο πρόσωπο καθώς και οι δύο υποψήφιοι εμφανίζονται ισοδύναμοι. Αντιθέτως, σύγκριση των σχολίων των αξιολογούντων λειτουργών που καταγράφονται στις εκθέσεις του 1990 και 1991 αποκαλύπτει ότι αυτά είναι ελαφρώς ευμενέστερα για τον αιτητή και μάλιστα κάποια από αυτά αναφέρονται σε τομείς που αποτέλεσαν το αιτιολογικό υπόβαθρο της νέας σύστασης.
Η μη επιβεβαίωση του περιεχομένου της σύστασης από τα στοιχεία του φακέλου, καθιστά τη σύσταση αναιτιολόγητη, όταν μάλιστα η γενική αναφορά σε προσωπικές ιδιότητες και οι ατεκμηρίωτοι ισχυρισμοί από το Διευθυντή δεν προσθέτουν τίποτε αλλά ανατρέπουν την ίση αξία των υποψηφίων, που προκύπτει από τις εμπιστευτικές εκθέσεις (Δημοκρατία ν. Ιακωβίδη και άλλου, ΑΕ 2587, ημερ. 15.3.2001
).Ενόψει των όσων έχουν ειπωθεί θεωρώ πως η σύσταση του Διευθυντή είναι τρωτή. Και εφόσον η καθ΄ ης η αίτηση την έλαβε αποφασιστικά υπόψη, αναπόφευκτα συμπαρασύρει σε ακυρότητα και την επίδικη απόφαση.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται βάσει του άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.
FONT>Α. Κραμβής, Δ.
ΣΦ.