ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Παπαϊωάννου & άλλοι (Αρ. 2) ν. Δημοκρατίας (1991) 3 ΑΑΔ 713
Τριανταφυλλίδης ν. Δημοκρατίας (1993) 3 ΑΑΔ 429
Στυλιανού κ.α. ν. Δημοκρατίας κ.α. (1994) 3 ΑΑΔ 387
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 101/2002.
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Π. ΚΑΛΛΗ, Δ.Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.
Μεταξύ:
Aνδρέα Αναστασίου,
Αιτητή
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας,
Καθ΄ ων η αίτηση.
__________________
11 Οκτωβρίου, 2002
.Για τον αιτητή: Α. Σ. Αγγελίδης.
Για τους καθ' ων η αίτηση: Γ. Ερωτοκρίτου (κα.), Εισαγγελέας της
Δημοκρατίας εκ μέρους του Γ-Ε.
___________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με απόφαση της ημερ. 4.10.2001 (η προσβαλλόμενη απόφαση) η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (η Ε.Δ.Υ.) αποφάσισε την προαγωγή του Ανδρέα Γρηγοριάδη (το Ε.Μ.) στη θέση Ανώτερου Επιθεωρητή Αλιείας και Θαλάσσιων Ερευνών, Τμήμα Αλιείας και Θαλάσσιων Ερευνών (η επίδικη θέση).
Ο αιτητής ήταν υποψήφιος για προαγωγή στην επίδικη θέση. Με την παρούσα προσφυγή επιδιώκει την ακύρωση της προαγωγής του Ε.Μ. στην επίδικη θέση.
Με τους λόγους ακύρωσης αμφισβητείται η εγκυρότητα της σύστασης του Διευθυντή του Τμήματος Αλιείας και Θαλάσσιων Ερευνών (ο Διευθυντής) υπέρ του Ε.Μ. και η εγκυρότητα της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης. Εν όψει των λόγων ακύρωσης κρίνεται απαραίτητη η παράθεση της σύστασης του Διευθυντή και της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης.
Ο Διευθυντής προβαίνοντας στη σύσταση του ανέφερε τα εξής:
«Γνωρίζω προσωπικά όλους τους υποψηφίους. Πριν όμως προβώ στη σύσταση αυτή έχω μελετήσει τους Προσωπικούς τους Φακέλους και διαβουλεύθηκα με τους άμεσα προϊσταμένους τους.
Λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια που προβλέπει η νομοθεσία, συστήνω για προαγωγή τον Γρηγοριάδη Ανδρέα. Ο Γρηγοριάδης υπηρετεί στη Λευκωσία ως υπεύθυνος του Επαρχιακού Γραφείου Προληπτικής Υπηρεσίας Λευκωσίας-Κυρηνείας, θέση που κατέχει από το 1974 (πριν από το 1974 ήταν υπεύθυνος του Επαρχιακού Γραφείου Κυρηνείας). Είναι ο αρχαιότερος των υποψηφίων. Κατά την τελευταία διετία επέδειξε προφανή βελτίωση, εκτελώντας τα καθήκοντά του με ιδιαίτερη αποτελεσματικότητα, αποφασιστικότητα και δυναμισμό.»
Το σχετικό πρακτικό της Ε.Δ.Υ. συνέχισε ως εξής:
«Στο σημείο αυτό ο Διευθυντής αποχώρησε από τη συνεδρία.
Στη συνέχεια η Επιτροπή ασχολήθηκε με την αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων.
Η Επιτροπή εξέτασε τα ουσιώδη στοιχεία από το Φάκελο Πλήρωσης της θέσης, καθώς και από τους Προσωπικούς Φακέλους και τους Φακέλους των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων, και έλαβε επίσης υπόψη την κρίση και τη σύσταση του Διευθυντή.
Η Επιτροπή έλαβε υπόψη τις Εμπιστευτικές/Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψηφίων στο σύνολό τους, όπως αυτές έγιναν τελικά δεκτές από την ίδια, με ιδιαίτερη έμφαση στα τελευταία χρόνια.
Η Επιτροπή έλαβε επίσης υπόψη τα προσόντα των υποψηφίων καθώς και την αρχαιότητά τους, η οποία φαίνεται στον ενώπιον της κατάλογο των υποψηφίων.
Η Επιτροπή, έχοντας υπόψη τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολό τους - αξία, προσόντα, αρχαιότητα - και αφού συνεκτίμησε όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, περιλαμβανομένης της σύστασης του Διευθυντή και των όσων ανέφερε σχετικά, έκρινε ότι ο ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗΣ Ανδρέας υπερέχει των άλλων υποψηφίων, τον επέλεξε ως τον πιο κατάλληλο και αποφάσισε να προσφέρει σ' αυτόν προαγωγή στη μόνιμη θέση Ανώτερου Επιθεωρητή Αλιείας και Θαλάσσιων Ερευνών, Τμήμα Αλιείας και Θαλάσσιων Ερευνών.
Καταλήγοντας στην πιο πάνω απόφαση, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι ο Γρηγοριάδης σ' ό,τι αφορά την αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση στα τελευταία χρόνια στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα, βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο ή και υπερτερεί έναντι των ανθυποψηφίων του, δεν υστερεί σε προσόντα και υπερτερεί σε αρχαιότητα έναντι των ανθυποψηφίων του που δεν επιλέγηκαν. Επιπλέον, ο επιλεγείς έχει την υπέρ του σύσταση του Διευθυντή, η οποία αποτελεί ανεξάρτητο στοιχείο προσδιορισμού της αξίας των υποψηφίων, το οποίο προσδίδει μεγαλύτερη βαρύτητα στον παράγοντα αξία.»
Οι λόγοι ακύρωσης.
Ο κ. Αγγελίδης, εκ μέρους του αιτητή, υπέβαλε πως η σύσταση του Διευθυντή πάσχει «ως γενική, αόριστη, συγκρουόμενη προς τα στοιχεία των φάκελων και/ή ως αναπλάθουσα το περιεχόμενο των φακέλων». Η σύσταση, σύμφωνα με τον κ. Αγγελίδη, πρέπει να είναι «ως ο Νόμος απαιτεί αιτιολογημένη και άρα νόμιμη και όχι αυθαίρετη». Η σύσταση - συνέχισε ο κ. Αγγελίδης - «περιέχει ανάπλαση της αξίας του φακέλου και θυματοποίηση με τονισμό του
είδους της εργασίας του Ε.Μ. ως να ήταν κάτι μοναδικό ενώ αυτή του ανατέθηκε γιατί δεν απαιτούσε ειδικές ικανότητες και δυνατότητες». Ο Διευθυντής με τη σύσταση του συστήνει «με υποκειμενικά και αόριστα κριτήρια, χωρίς να εξηγεί γιατί μόνο το Ε.Μ. εκτελεί τα καθήκοντα του με αποτελεσματικότητα, αποφασιστικότητα και δυναμισμό και μάλιστα τούτο με προφανή βελτίωση τα τελευταία δύο χρόνια». Ο κ. Αγγελίδης διερωτήθηκε κατά πόσο ο αιτητής δεν εκτελεί τα καθήκοντα του αποτελεσματικά ή δυναμικά σ' ολόκληρη τη σταδιοδρομία του.Τέλος ο κ. Αγγελίδης αναφέρθηκε στο θέμα των διαβουλεύσεων του Διευθυντή με τους προϊσταμένους των υποψηφίων. Τόνισε ότι «ουδείς γνωρίζει πόσο αντικειμενικά αναφέρθηκαν οι Προϊστάμενοι ή πόσο ο ίδιος - ο Διευθυντής - γνώριζε και/ή λειτούργησε αντικειμενικά με την προσωπική γνώση για τους υφισταμένους τους ή σε ποιό βάθρο γνώριζαν αυτοί οι μη κατονομαζόμενοι Προϊστάμενοι τους προσοντούχους». Διερωτήθηκε τί πρόσθεσαν ή διαφοροποίησαν στα όσα περιέχοντο στα στοιχεία των φακέλων «αυτές οι αναφορές/επίκληση διαβουλεύσεων και προσωπικής γνώσης». Ποιός μπορεί να γνωρίζει πώς μπορούν να ελεγχθούν;». Στα κριτήρια υπηρεσιακής προσφοράς - σύμφωνα με τον κ. Αγγελίδη - «έχει εξαίρετα και ο αιτητής για πιο πολλά χρόνια από ότι το Ε.Μ.». Σε ότι αφορά την αρχαιότητα ο κ. Αγγελίδης τόνισε ότι αυτή ανάγεται στην προηγούμενη θέση «αφού και οι δύο προήχθηκαν την 15.10.82 ως Επιθεωρητές Αλιείας».
Παρατηρώ: Οι δύο τελευταίες εισηγήσεις του κ. Αγγελίδη δεν υποστηρίζονται από το υλικό που βρίσκεται στο φάκελο της διαδικασίας. Ως προς τη βαθμολογία ο αιτητής δεν υπερέχει στα «εξαίρετα». Αφ' ότου έχει εισαχθεί ο θεσμός του «εξαίρετα» - το έτος 1992 - οι δύο υποψήφιοι παρουσιάζουν απόλυτη ισοδυναμία ως προς τη βαθμολογία τους. Τονίζεται ότι η υπηρεσιακή έκθεση του αιτητή για το έτος 2000 έχει θεωρηθεί άκυρη από την Ε.Δ.Υ.. Το ίδιο ισχύει και για την υπηρεσιακή έκθεση του Ε.Μ. για το έτος 1998. Διαπιστώνω επομένως ότι οι δύο υποψήφιοι ισοβαθμούν ως προς τις υπηρεσιακές εκθέσεις.
Αναφορικά με την αρχαιότητα ο μεν αιτητής κατέχει τη θέση του Επιθεωρητή Αλιείας από τις 15.10.82 το δε Ε.Μ. κατέχει την ίδια θέση από τις 15.3.82. Διαπιστώνω, επομένως, ότι το Ε.Μ. υπερέχει σε αρχαιότητα.
Αναφορικά με το θέμα των διαβουλεύσεων του Διευθυντή στην 'Ασπρου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 1158
/2000/29.3.2002, έχει γίνει επισκόπηση της σχετικής νομολογίας. Μεταφέρω το σχετικό απόσπασμα:«Η διαβούλευση του Διευθυντή με τους Προϊσταμένους των υποψηφίων έχει τύχει της επιδοκιμασίας της νομολογίας (βλ. Λύωνα κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση 683/88 κ.α./
Ούτε και είναι απαραίτητη η αποκάλυψη των απόψεων των Προϊσταμένων. Αυτή η αρχή έχει επιβεβαιωθεί στη Γεωργιάδου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 817/12.7.90 στην οποία προβλήθηκε ισχυρισμός ότι στα πρακτικά της Ε.Δ.Υ. δεν καταγράφηκαν οι απόψεις που εξέφρασαν διάφοροι λειτουργοί προς τον Προϊστάμενο του Τμήματος, ο οποίος έκαμε τις δικές του συστάσεις αναφορικά με τους υποψηφίους. Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου έκρινε ότι: 'Η Νομολογία μας όμως απαιτεί μεν να καταχωρούνται οι συστάσεις του Προϊσταμένου του Τμήματος, που αποτελούν σοβαρό στοιχείο κρίσεως για το διορίζον όργανο και επομένως πρέπει να είναι και ενώπιον του Δικαστηρίου για έλεγχο, αλλά όχι και οι απόψεις που άκουσε από άλλους λειτουργούς για να καταλήξει στη δική του κρίση. Ο τρόπος που ο Προϊστάμενος Τμήματος αξιολογεί τις απόψεις λειτουργών που συμβουλεύεται, αναφορικά με την κρίση τους για συναδέλφους τους, δεν είναι δυνατό να ελέγχεται δικαστικά'.
Η απόφαση της Ολομέλειας στη Γεωργιάδου
έχει επιλύσει αυθεντικά το θέμα του κατά πόσο υπάρχει υποχρέωση καταγραφής των απόψεων που άκουσε ο Προϊστάμενος Τμήματος από άλλους λειτουργούς. Από την στιγμή που δεν υπάρχει τέτοια υποχρέωση η μη αποκάλυψη του περιεχομένου των διαβουλεύσεων και της ταυτότητας των ατόμων με τα οποία έγιναν οι διαβουλεύσεις δεν καθιστά την σύσταση τρωτή και αναιτιολόγητη εντός της έννοιας του άρθρου 35(4) του Νόμου 1/90 (Βλ. Δημοκρατία ν. Πιτσιλλίδη κ.α., Α.Ε. 1086/13.12.90, Μαυρομμάτη ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2568/20.11.2000, Παναγιώτου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση 803/94/29.12.95, Παπαδόπουλος ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση 760/94/31.10.94 και Παπαϊωάννου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 713).»Ακολουθεί πως τα όσα υπέβαλε ο κ. Αγγελίδης σε σχέση με το θέμα των διαβουλεύσεων του Διευθυντή με τους προϊσταμένους των υποψηφίων δεν βρίσκουν έρεισμα στη Νομολογία.
Από τη Νομολογία προκύπτει ότι ο Διευθυντής δεν μπορεί έξω από το θεσμοθετημένο πλαίσιο αξιολόγησης και με δοσμένες έγκυρες ετήσιες αξιολογήσεις να διαμορφώνει εκ των υστέρων νέα κατάσταση αναφορικά με την αξιολογηθείσα ποιότητα των λειτουργών και να ανατρέπει τις αξιολογήσεις (Χριστοδουλίδου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2374/15.9.99, Κουάλη κ.α. ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2402/11.11.99 και Δημοκρατία ν. Πογιατζή, Α.Ε. 2767/20.9.2001
).'Εχει περαιτέρω νομολογηθεί ότι η βαρύτητα μιας σύστασης εξαρτάται από το βαθμό στον οποίο συνάδει προς τα στοιχεία του φακέλου και ότι οι συστάσεις διατηρούν την εγκυρότητα τους όταν δεν αντιμάχονται προς τα στοιχεία των φακέλων (Στυλιανού κ.α. ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 387, 399, Βασιλείου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 1524/27.2.97, Ρούσος ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2064/21.7.99 και Δημοκρατία κ.α. ν. Αγγελή κ.α., Α.Ε. 1974-75/31.3.99
).Η Ε.Δ.Υ., σύμφωνα με τη νομολογία, όχι μόνο μπορεί αλλά πρέπει να παραγνωρίζει τις συστάσεις στην έκταση που είναι ασύμφωνες με τα στοιχεία του φακέλου (Τριανταφυλλίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 429, 454
).Η ασυμφωνία της σύστασης με το περιεχόμενο των φακέλων εξασθενεί την βαρύτητα της (Βλ. Στυλιανού και Βασιλείου, πιο πάνω)
.Σύγκριση της σύστασης με τα στοιχεία του φακέλου αποκαλύπτει ότι αυτή συνάδει προς τα στοιχεία του φακέλου. Ο Διευθυντής σύστησε το Ε.Μ. γιατί (α) είναι ο αρχαιότερος των υποψηφίων και (β) γιατί κατά την τελευταία διετία επέδειξε προφανή βελτίωση, εκτελώντας τα καθήκοντα του με ιδιαίτερη αποτελεσματικότητα, αποφασιστικότητα και δυναμισμό.
Πράγματι το Ε.Μ. υπερέχει σε αρχαιότητα του αιτητή. Είναι, επίσης, ορθό ότι κατά την τελευταία διετία (1999-2000) το Ε.Μ. έχει βαθμολογηθεί με το βαθμό εξαίρετα σε όλα τα στοιχεία αξιολόγησης ενώ κατά την περίοδο 1992-1997 - το 1998 η έκθεση του κρίθηκε άκυρη - τα «εξαίρετα» κυμαίνονταν μεταξύ των 3 και 6. Επομένως η δήλωση περί προφανούς βελτίωσης βρίσκει έρεισμα στις υπηρεσιακές εκθέσεις. Διαπιστώνω, κατά συνέπεια, ότι ο Διευθυντής δεν έχει αναπλάσει το περιεχόμενο των υπηρεσιακών εκθέσεων. 'Εχει δώσει δύο λόγους για την προτίμηση του Ε.Μ. και αυτοί - οι δυο λόγοι - υποστηρίζονται από το περιεχόμενο των φακέλων. Στην ουσία ο Διευθυντής είχε να επιλέξει μεταξύ δύο υποψηφίων οι οποίοι ήταν ισοδύναμοι με βάση τις υπηρεσιακές εκθέσεις. Επέλεξε και σύστησε τον αρχαιότερο. Δεν βρίσκω τίποτε το επιλήψιμο στη σύσταση του. Η τελευταία δεν είναι γενική και αόριστη και ούτε συγκρούεται προς τα στοιχεία των φακέλων. Εξειδικεύει, έστω και με λακωνικό τρόπο, τους λόγους της προτίμησης του Ε.Μ. και όπως έχω ήδη αποφανθεί συνάδει προς τα στοιχεία των φακέλων.
Τέλος θεωρώ ότι η αναφορά του Διευθυντή στα καθήκοντα του Ε.Μ. δεν συνιστά θυματοποίηση του αιτητή. Από το περιεχόμενο της σχετικής αναφοράς προκύπτει σαφώς ότι ο Διευθυντής δεν σύστησε το Ε.Μ. λόγω των καθηκόντων που εκτελούσε. Η σχετική αναφορά σκοπό είχε να περιγράψει τα καθήκοντα που εκτελούσε το Ε.Μ..
Για όλους τους πιο πάνω λόγους ο σχετικός λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.
Ο κ. Αγγελίδης υπέβαλε, επίσης, ότι «ούτε η Ε.Δ.Υ. αιτιολόγησε την επιλογή της και το γιατί το Ε.Μ. επελέγη ως ο πιο κατάλληλος».
Ανάγνωση της προσβαλλόμενης απόφασης αποκαλύπτει ότι η Ε.Δ.Υ. έχει αιτιολογήσει πλήρως και δεόντως την επιλογή της. Αποκαλύπτει επίσης ότι η αιτιολογία της Ε.Δ.Υ. υποστηρίζεται από το περιεχόμενο των φακέλων. Ακολουθεί πως ο σχετικός λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.
Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Π. ΚΑΛΛΗΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.