ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 795/2002
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗ, Δ.
Αναφορικά με τα άρθρα 29, 30, 33 και 146 του Συντάγματος και του Ν. 207/89 ως ετροποποιήθη και του Κεφ. 303 αρ. 12, 19 και 43
Μεταξύ:
Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου
Αιτήτριας
και
1. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Επιτροπής Προστασίας
του Ανταγωνισμού
2. Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού
Καθ΄ων η Αίτηση
--------------
26 Σεπτεμβρίου 2002
Αίτηση ημερ. 30.8.2002
Για την Αιτήτρια: κ. Κ. Χατζηϊωάννου.
Για τους Καθ΄ων η Αίτηση: κα Στ. Χριστοδουλίδου.
-----------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την προσφυγή της η Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (ΑΤΗΚ) προσβάλλει απόφαση της Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού (ΕΠΑ) ημερομηνίας 27.8.2002 με την οποία απεφασίσθη ότι η ΑΤΗΚ καταχράστηκε τη δεσπόζουσα θέση της με την επιβολή αθέμιτων τιμών κατά παράβαση του άρθρου 6(2)(α) του περί Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμου του 1989 (Ν. 207/89) και της επεβλήθη ακόλουθα πρόστιμο £20.000.000.
Με την παρούσα αίτηση η ΑΤΗΚ ζητά όπως ανασταλεί η ισχύς της απόφασης και του επιβληθέντος προστίμου μέχρι εκδίκασης και τελικής αποπεράτωσης της προσφυγής.
Στη βάση των ενόρκων δηλώσεων που καταχωρήθηκαν σε στήριξη της αίτησης, προκύπτει ότι η αίτηση βασίζεται στα ακόλουθα:
1. Ότι η ΕΠΑ δεν είχε αρμοδιότητα να εξετάσει το θέμα των τιμών της ΑΤΗΚ.
2. Ότι η ΑΤΗΚ εξαιρείτο των προνοιών του Νόμου.
3. Ότι οι αιτιάσεις στις οποίες εκλήθη η ΑΤΗΚ να απαντήσει ήσαν αόριστες.
4. Ότι ο χρόνος που εδόθη στην ΑΤΗΚ για να εκθέσει τις απόψεις της και να καταθέσει μαρτυρία ήταν υπερβολικά σύντομος.
5. Ότι η ΕΠΑ δεν έθεσε υπ΄όψη της ΑΤΗΚ όλα τα έγγραφα που αφορούσαν την Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου (ΑΗΚ) και άλλους ανάλογους οργανισμούς στα οποία επροτίθετο να βασισθεί.
6. Ότι υπήρξε πλάνη περί τα πράγματα και το νόμο ως αποτέλεσμα έλλειψης δέουσας έρευνας.
7. Ότι υπήρξε παρανομία στον υπολογισμό του επιβληθέντος προστίμου.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος για την ΑΤΗΚ εβάσισε ως προς όλα τα πιο πάνω την αίτησή του σε εισήγηση για έκδηλη παρανομία. Θα πάρω τις εισηγήσεις με τη σειρά.
1. Αναρμοδιότητα της ΕΠΑ. Η εισήγηση του κ. Χατζηϊωάννου επ΄αυτού είναι ότι οι τιμές της ΑΤΗΚ καθορίσθησαν από την ίδια με Κανονιστικές Διοικητικές Πράξεις των οποίων τη νομιμότητα μόνο το Ανώτατο Δικαστήριο στην άσκηση της αναθεωρητικής του δικαιοδοσίας θα μπορούσε να κρίνει. Η ΕΠΑ, ως διοικητικό όργανο, με την απόφασή της με την οποία έκρινε ότι οι τιμές ήσαν αθέμιτες, ουσιαστικά επελήφθη της νομιμότητας τούτων και των Κανονιστικών Διοικητικών Πράξεων με τις οποίες καθορίσθησαν χωρίς να έχει τέτοια εξουσία. Η διαπίστωση της ότι οι τιμές ήσαν αθέμιτες είναι ουσιαστικά διαπίστωση ότι ήσαν και παράνομες. Έτσι πράττοντας, η ΕΠΑ υπερέβη τις εξουσίες της εφόσον υπεισήλθε και σε αρμοδιότητες καθορισμού τιμών που μόνο η ΑΤΗΚ έχει στα πλαίσια του περί Υπηρεσίας Τηλεπικοινωνιών Νόμου, Κεφ. 302.
Η εισήγηση αυτή υπεβλήθη και στην ΕΠΑ κατά τη διάρκεια της εν λόγω διαδικασίας και απορρίφθηκε τόσο με ενδιάμεση απόφαση ημερομηνίας 2.4.2002 όσο και στα πλαίσια της προσβαλλόμενης απόφασης.
Η εισήγηση δεν με βρίσκει σύμφωνο. Εξετάζοντας τις τιμές της ΑΤΗΚ και καταλήγοντας ότι αυτές ήσαν αθέμιτες, η ΕΠΑ ουδόλως ασχολήθηκε με, ή αποφάσισε, άμεσα ή έμμεσα, τη νομιμότητα των Κανονιστικών Διοικητικών Πράξεων που τις καθόρισαν. Απεναντίας, η εξέταση στην οποία προέβη και η απόφασή της βασίζονται στο δεδομένο και νόμιμο των τιμών αυτών και περιορίζεται στην εξέταση του θέματος κατά πόσο, σύμφωνα με το άρθρο 6(2)(α) του Νόμου, υπήρξε εκ μέρους της ΑΤΗΚ καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης ως εκ του ότι οι τιμές που είχε καθορίσει ήσαν αθέμιτες. Η αρμοδιότητα αυτή δίδεται στην ΕΠΑ ρητά από το άρθρο 22 με βάση το οποίο και ενήργησε, σίγουρα δε οι πρόνοιες του νόμου είναι εξ ίσου ισχυρές. Υιοθετώ τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισε το θέμα η ΕΠΑ στην απόφασή της ως εξής (σελίδες 5-6):
"Αντικείμενο δεν είναι η νομιμότητα και το κύρος των διοικητικών πράξεων που αφορούν την ΑΤΗΚ βάσει των οποίων εξάσκησε την τιμολογιακή της πολιτική όσον αφορά την παροχή τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών. Δεν εξετάζεται δηλαδή, αν ορθώς η ΑΤΗΚ ή συννόμως καθόρισε τις συγκεκριμένες τιμές, ούτε και κατά πόσο ορθώς η Βουλή των Αντιπροσώπων ψήφισε και ενέκρινε τους υπό αναφορά τιμοκαταλόγους με βάση Κανονιστική Διοικητική Πράξη. Το ζητούμενο στην παρούσα υπόθεση είναι αν με βάση τους συγκεκριμένους, καθαρά νόμιμους τιμοκατάλογους, η ΑΤΗΚ εκμεταλλεύθηκε τη δεσπόζουσα-μονοπωλιακή της θέση και πραγματοποίησε υπερκέρδη με βάση την επιβολή αθέμιτων και άδικων τιμών."
2. Εξαίρεση της ΑΤΗΚ από τις πρόνοιες του Νόμου.
Η εισήγηση του κ. Χατζηϊωάννου είναι ότι η ΑΤΗΚ εξαιρείται των προνοιών του Νόμου βάσει του άρθρου 7(1)(β) το οποίο προνοεί:"7. Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου δεν εφαρμόζονται -
.................................. .................................................. ...
(β) Σε επιχειρήσεις που είναι επιφορτισμένες με τη διαχείριση υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος ή που έχουν χαρακτήρα δημοσιονομικού μονοπωλίου, κατά το μέτρο που η εφαρμογή των διατάξεων αυτών εμποδίζει νομικά ή πραγματικά την εκπλήρωση της ιδιαίτερης αποστολής που τους έχει ανατεθεί."
Η εισήγηση αυτή επεβλήθη στην ΕΠΑ και απερρίφθη, δεν συμφωνώ δε ότι προκύπτει έκδηλη παρανομία. Πέραν της αιτιολογίας που έδωσε η ΕΠΑ στην απόφασή της και που αφορά την ουσία του πράγματος, σαφώς δεν τίθεται θέμα έκδηλης παράβασης του άρθρου 7(β), η εφαρμογή του οποίου στην περίπτωση της ΑΤΗΚ εξυπακούει κρίση του μέτρου κατά το οποίο η εφαρμογή των διατάξεων του νόμου θα εμπόδιζε νομικά ή πραγματικά την εκπλήρωση της αποστολής της ΑΤΗΚ. Τούτο είναι θέμα γεγονότων και αξιολόγησης τους και κάθε άλλο παρά προσφέρεται προς τεκμηρίωση έκδηλης παρανομίας.
3. Αοριστία των αιτιάσεων. Η εισήγηση του κ. Χατζηϊωάννου είναι ότι, σύμφωνα με την έκθεση αιτιάσεων ημερ. 16.5.2002 που εστάλη στην ΑΤΗΚ από την ΕΠΑ, αναφέρεται γενικά ότι η ΕΠΑ διαπίστωσε ότι υπήρχε εκ πρώτης όψεως πιθανή παράβαση του άρθρου 6(2)(α) από την ΑΤΗΚ ως αποτέλεσμα καταχρηστικής εκμετάλλευσης της δεσπόζουσας θέσης της με τον καθορισμό αθέμιτων τιμών, χωρίς να εξειδικεύεται σε ποιες τιμές αναφέροντο τα πιο πάνω. Δοθέντος ότι τα τέλη της ΑΤΗΚ αφορούν πάρα πολλές υπηρεσίες, δεν προσδιορίσθησαν οι υπηρεσίες για τις οποίες εξετάζετο το θέμα και σε συνάρτηση με τι εκρίνετο το αθέμιτο των τιμών.
Η άποψη μου είναι ότι το θέμα δεν είναι τέτοιο που να αποκαλύπτει έκδηλη παρανομία. Η ΕΠΑ είχε εξ αρχής καταστήσει σαφές στην ΑΤΗΚ ότι ερευνάτο το όλο φάσμα των τιμών της σε συνάρτηση με τα κέρδη και αποθέματα της ΑΤΗΚ όπως και τη γενικότερη πολιτική της, όπως προκύπτει από την επιστολή ημερ. 13.11.2001 και ακόλουθα. Κατά δε τη συνεδρία της 22.5.2002 ο ευπαίδευτος συνήγορος της ΑΤΗΚ ζήτησε να διευκρινισθεί ποια έτη και ποιες υπηρεσίες αφορούσε η έρευνα, αίτημα στο οποίο η ΕΠΑ απάντησε. Εφόσον εδόθησαν αυτές οι διευκρινίσεις, ο κ. Χατζηϊωάννου ζήτησε εξάμηνη προθεσμία για να ετοιμάσει την υποβολή των θέσεών του, δοθέντος ότι το φάσμα των υπηρεσιών που εξετάζοντο ήταν τόσο πολύ μεγάλο. Η εξέλιξη αυτή δεν αποκαλύπτει έκδηλη παρανομία στη διαδικασία που να δικαιολογεί την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος.
4. Μη εύλογος χρόνος για υποβολή των θέσεων της ΑΤΗΚ. Η εισήγηση του κ. Χατζηϊωάννου είναι ότι ο χρόνος που εδόθη για την υποβολή των θέσεων της ΑΤΗΚ κατά τη συνεδρία της 22.5.2002, που ήταν 21 ημέρες, δεν ήταν εύλογα επαρκής στα πλαίσια του άρθρου 14(3) το οποίο προβλέπει ότι:
"Εις τους κατά τα ανωτέρω μετέχοντες της ενώπιον της Επιτροπής διαδικασίας παρέχεται κάθε δυνατή ευκαιρία προς γραπτή ανάπτυξη της υπόθεσής τους και τάσσεται προς τούτο εύλογη προθεσμία που σε δικαιολογημένες περιπτώσεις δύναται να παραταθεί."
Σημειώνω ότι ο κ. Χατζηϊωάννου είχε ζητήσει χρόνο έξι μηνών, αναφέροντας ότι το φάσμα των υπηρεσιών της ΑΤΗΚ ήταν τεράστιο και εξειδικευμένο και ότι χρειάζοντο τεχνικές γνώσεις για να γίνει και ανάλυση τιμολόγησης των υπηρεσιών της ΑΤΗΚ, παρά ταύτα όμως η ΕΠΑ έκρινε ότι 21 ημέρες θα ήταν επαρκείς τόσο για την ετοιμασία της γραπτής ανάπτυξης της υπόθεσης της ΑΤΗΚ όσο και για την προσκόμιση μαρτυρίας. Στην γραπτή αγόρευσή του μάλιστα ο κ. Χατζηϊωάννου επέμεινε ότι ο χρόνος που του εδόθη για ετοιμασία και δικαιολόγηση ενός εκάστου τέλους δεν ήταν ικανοποιητικός και ζητούσε περαιτέρω χρόνο για να προσκομίσει προφορική μαρτυρία αν εκρίνετο ότι η ΕΠΑ έχει αρμοδιότητα.
Ο συσχετισμός του θέματος με την προοπτική διαπίστωσης από την ΕΠΑ ότι είχε αρμοδιότητα δεν έχει έρεισμα, εφόσον η ΕΠΑ είχε ήδη διαπιστώσει με την ενδιάμεση απόφασή της ότι είχε αρμοδιότητα και εφόσον ο συσχετισμός αυτός έγινε στην αγόρευση του κ. Χατζηϊωάννου μετά από την οποία επιφυλάχθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση της ΕΠΑ, χωρίς να υπάρξει αίτημα για προσκόμιση μαρτυρίας. Παραμένει όμως το βασικό θέμα κατά πόσο ο χρόνος των 21 ημερών ήταν εύλογος. Εξετάζοντας το ερώτημα με τα δεδομένα που ο κ. Χατζηϊωάννου είχε θέσει ενώπιον της ΕΠΑ, θα μπορούσε να του είχε δοθεί υπολογίσιμα περισσότερος χρόνος. Δεν μπορώ όμως να πω ότι προκύπτει θέμα έκδηλης παρανομίας, εφόσον το εύλογο του χρόνου θα πρέπει να κριθεί σε συνάρτηση με όλα τα στοιχεία τα οποία αφορούν την προσφυγή και την αξιολόγησή τους, ώστε να διαπιστωθεί μάλιστα κατά πόσο ο περιορισμένος χρόνος που δόθηκε στον κ. Χατζηϊωάννου όντως επηρέασε τη δυνατότητα της ΑΤΗΚ να παρουσιάσει την υπόθεσή της. Σχετική θα ήταν και η στάθμιση του γεγονότος ότι δεν υπεβλήθη αίτημα για προσκόμιση προφορικής μαρτυρίας εάν ο χρόνος των 21 ημερών δεν είχε αρκέσει για την ολοκληρωμένη παρουσίαση της θέσης της ΑΤΗΚ.
5. Έγγραφα υπ΄ όψη της ΑΤΗΚ. Η εισήγηση του κ. Χατζηϊωάννου είναι ότι δεν εκοινοποιήθησαν στην ΑΤΗΚ όλα τα έγγραφα στα οποία η ΕΠΑ προτίθετο να στηρίξει την απόφασή της, κατά παράβαση του άρθρου 14(4)(α)(β) του Νόμου, το οποίο προνοεί:
"14.-(4) Σε ότι αφορά την Επιτροπή ισχύουν οι ακόλουθοι κανόνες-
(α) δεν έχει υποχρέωση η Επιτροπή να κοινοποιήσει στην ενδιαφερόμενη επιχείρηση ολόκληρο το σχηματισθέντα από την Επιτροπή φάκελο επί της υπόθεσης
(β) δεν επιτρέπεται στην Επιτροπή να στηρίξει απόφασή της πάνω σε έγγραφο που δεν κοινοποιήθηκε ή υποδείχθηκε στην ενδιαφερόμενη επιχείρηση κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο (α)."
Συγκεκριμένα ο κ. Χατζηϊωάννου παραπέμπει στο σημείωμα της ΑΤΗΚ (παράρτημα 11 στην ένσταση) το οποίο αναφέρεται στη συλλογή των οικονομικών αποτελεσμάτων άλλων ημικρατικών οργανισμών στην Κύπρο (ΑΗΚ) και στην Ελλάδα (ΟΤΕ, ΔΕΗ, ΔΕΠΑ), με σκοπό τη σύγκριση των στοιχείων και την εξαγωγή αντικειμενικών συμπερασμάτων, τα οποία δεν κοινοποιήθησαν στην ΑΤΗΚ. Στην απόφαση της ΕΠΑ γίνεται όντως αναφορά στα αποτελέσματα αυτά και ιδιαίτερα στα αποτελέσματα της ΑΗΚ. Η ευπαίδευτη συνήγορος για τη Δημοκρατία αντιτείνει ότι, όπως προκύπτει από την έκθεση αιτιάσεων που εστάλη στην ΑΤΗΚ, όλα τα σημειώματα της υπηρεσίας επισυνάφθησαν και έτσι η ΑΤΗΚ γνώριζε σε ποια στοιχεία αναφέρετο η ΕΠΑ, εφόσον δε η ΑΤΗΚ μπορούσε να τα προμηθευθεί, αυτά ήσαν προσιτά στην ΑΤΗΚ και έτσι δεν υπήρχε παράβαση του άρθρου 14(4)(α)(β).
Με βάση τα ενώπιον μου στοιχεία, δεν είναι δυνατό να ομιλεί κανείς για τεκμηρίωση έκδηλης παρανομίας ως προς το θέμα αυτό. Αν υπήρξε οποιαδήποτε παρανομία αυτό θα πρέπει και πάλι να εξεταστεί στα ευρύτερα πλαίσια της προσφυγής όταν όλα τα δεδομένα θα είναι ενώπιον του δικαστηρίου.
6. Πλάνη περί τα πράγματα και το νόμο. Η εισήγηση του κ. Χατζηϊωάννου είναι κατά το ότι η ΕΠΑ, αντί να εξετάσει όλα τα σχετικά στοιχεία για να διαπιστώσει κατά πόσο οι τιμές ήσαν αθέμιτες, περιορίσθηκε στην εξέταση του ποσοστού κέρδους της ΑΤΗΚ.
Και το θέμα τούτο θεωρώ ότι πρέπει να εξετασθεί με βάση όλα τα νομικά και πραγματικά στοιχεία που θα τεθούν ενώπιον του δικαστηρίου στα πλαίσια ανάλογης αξιολόγησης και δεν αποκαλύπτει αφ΄εαυτού έκδηλη παρανομία.
7. Λανθασμένη βάση υπολογισμού του επιβληθέντος προστίμου. Η εισήγηση του κ. Χατζηϊωάννου είναι ότι στον υπολογισμό του επιβληθέντος προστίμου, που μπορεί να είναι μέχρι 10% των ακαθάριστων εσόδων της επιχείρησης για το εξεταζόμενο έτος, σύμφωνα με το άρθρο 22(3)(γ) του Νόμου, η ΕΠΑ έλαβε υπ΄όψη της και έσοδα της ΑΤΗΚ τα οποία δεν έπρεπε να είχαν ληφθεί υπ΄όψη για σκοπούς υπολογισμού των ακαθάριστων εσόδων της.
Ούτε αυτή η εισήγηση αποκαλύπτει έκδηλη παρανομία, εφ΄όσον το θέμα αφορά την ερμηνεία του όρου "ακαθάριστα έσοδα", ακόμα δε και έτσι δεν είναι ιδιαίτερα ελκυστική η εισήγηση ότι τα ακαθάριστα έσοδα δεν πρέπει να περιλαμβάνουν τα ποσά στα οποία αναφέρεται ο κ. Χατζηϊωάννου. Στα πλαίσια της εισήγησης αυτής, ο κ. Χατζηϊωάννου αναφέρθηκε και σε ενδεχόμενη σύγχυση της ΕΠΑ ως προς τα έσοδα της ΑΤΗΚ, όπως υποστηρίζεται στην πρόσθετη ένορκη δήλωση που καταχωρήθηκε σε στήριξη της αίτησης. Περιορίζομαι να αναφέρω ότι αυτό προσθέτει μάλλον στην πολυπλοκότητα του θέματος και ότι εν πάση περιπτώσει η απόφαση με βάση την οποία κρίνεται η αίτηση είναι εκείνη η οποία επισυνάπτεται στην ίδια την προσφυγή.
Η κατάληξή μου είναι ότι δεν δικαιολογείται η έκδοση των αιτούμενων ενδιάμεσων διαταγμάτων στη βάση έκδηλης παρανομίας για οποιοδήποτε από τους πιο πάνω λόγους και η αίτηση απορρίπτεται.
Δ. Χατζηχαμπής
Δ.
/ΚΧ"Π