ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2002) 4 ΑΑΔ 796
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση αρ. 178/2001
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Μ. ΚΡΟΝΙΔΗ, Δ.Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.
Μεταξύ:
Mαρίας Τσιντά, από τη Λευκωσία
Αιτήτριας
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας
Καθ'ης η αίτηση
- - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ
: 20 Σεπτεμβρίου, 2002.Για την αιτήτρια: Α. Σ. Αγγελίδης.
Για την καθ΄ης η αίτηση: Ε. Αντωνίου (κα).
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια ζητά την πιο κάτω θεραπεία:-
"Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση της καθ΄ης η αίτηση με την οποία δεν αποδέχτηκε την παραίτηση της αιτήτριας ημερ. 27.11.00 που παρέλαβε η αιτήτρια 5.12.00 από τη θέση Λέκτορα του ΑΤΙ είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος."
Ο Αν. Διευθυντής του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου (ΑΤΙ) με επιστολή του ημερομηνίας 11.10.2000 προς τον Πρόεδρο της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) διαβίβασε επιστολή της αιτήτριας, της 10.10.2000, με την οποία ζητούσε άδεια να παραιτηθεί από τη Δημόσια Υπηρεσία για προσωπικούς λόγους. Ο Αν. Διευθυντής σύστησε αποδοχή του αιτήματος της αιτήτριας εφιστώντας την προσοχή της ΕΔΥ σε επιστολή του Αν. Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων προς το Γενικό Εισαγγελέα ημερομηνίας 9.10.2000 που είχε κοινοποιηθεί και στην ΕΔΥ. Σ΄ αυτή ο Αν. Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου πληροφορούσε το Γενικό Εισαγγελέα για ανώνυμη επιστολή όπου διετυπώνετο η καταγγελία ότι το πτυχίο της αιτήτριας δυνάμει του οποίου κατέλαβε τη θέση Λέκτορα στο ΑΤΙ ήταν πλαστό. Πληροφορούσε δε το Γενικό Εισαγγελέα ότι από προκαταρκτική έρευνα προέκυψε ότι δεν απονεμήθηκε οποιοδήποτε πτυχίο στην αιτήτρια από το University College London. Ο Γενικός Εισαγγελέας στις 13.10.2000 απέστειλε επιστολή στον Αρχηγό της Αστυνομίας με την οποία τον καλούσε να διερευνήσει το ενδεχόμενο διάπραξης ποινικού αδικήματος από την αιτήτρια. Η επιστολή αυτή κοινοποιήθηκε και στην ΕΔΥ.
Η ΕΔΥ σε συνεδρία της στις 18.10.2000 αποφάσισε προτού επιληφθεί του θέματος της παραίτησης της αιτήτριας ζητήσει τις απόψεις της αρμοδίας αρχής γιατί η επιστολή της 11.10.2000 δεν εξέφραζε συγκεκριμένη άποψη. Στην ίδια συνεδρία η ΕΔΥ έθεσε την αιτήτρια σε διαθεσιμότητα κατόπιν επιστολής του Αν. Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου ότι η αστυνομία διερευνούσε ποινική υπόθεση εναντίον της αιτήτριας για υποβολή πλαστών εγγράφων, πιστοποιητικών τίτλων σπουδών στην ΕΔΥ.
Στις 6.11.2000 ο Αν. Γενικός Διευθυντής πληροφόρησε την ΕΔΥ ότι ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ως η αρμοδία αρχή, δεν συστήνει την αποδοχή της παραίτησης της αιτήτριας. Η ΕΔΥ σε συνεδρία της στις 17.11.2000, αφού έλαβε υπόψη τις απόψεις της αρμοδίας αρχής αποφάσισε να μην επιτρέψει στην αιτήτρια να παραιτηθεί από τη θέση της.
Στη σύντομη γραπτή αγόρευση του ο δικηγόρος της αιτήτριας στηριζόμενος στο άρθρο 53(1)(γ) του Νόμου 1/90 υπέβαλε ότι η ΕΔΥ όφειλε να εγκρίνει αμέσως το αίτημα παραίτησης της αιτήτριας, άλλως καταχράται την εξουσία της. Όπως ορθά όμως απαντά η δικηγόρος για τους καθ΄ων η αίτηση στην παρούσα υπόθεση δεν τυγχάνει εφαρμογής το άρθρο 53(1)(γ) του Νόμου αλλά το άρθρο 52(1) το οποίο έχει ως εξής:-
"52.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου νόμου ή οποιασδήποτε άλλης διάταξης που έχει νομοθετική ισχύ, κανένας υπάλληλος δεν μπορεί να παραιτηθεί από τη θέση του χωρίς την προηγούμενη άδεια της Επιτροπής."
Το άρθρο 53 του νόμου αφορά τις περιπτώσεις αφυπηρέτησης από τη δημόσια υπηρεσία και όχι παραίτησης. Η τελευταία περίπτωση ρυθμίζεται από το άρθρο 52. Και είναι σαφές ότι αίτημα της αιτήτριας δεν ήταν η πρόωρη ή μη αφυπηρέτηση αλλά σαφώς ζητούσε άδεια να παραιτηθεί. Η σχετική επιστολή της προς την αρμοδία αρχή έχει ως ακολούθως:-
"
Υποβολή ΠαραίτησηςΜε την παρούσα υποβάλλω παραίτηση από την θέση μου ως Λέκτορα Πληροφορικής στο Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο για προσωπικούς λόγους και παρακαλώ όπως γίνει αποδεκτή."
Σύμφωνα με το περιεχόμενο του άρθρου 52 του νόμου, εναποτίθεται στην ΕΔΥ διακριτική ευχέρεια για την αποδοχή παραίτησης που υποβάλλεται από δημόσιο υπάλληλο. Δεν ήταν δέσμια η ΕΔΥ, άνευ άλλου τινός, να αποδεχθεί την παραίτηση της αιτήτριας. Έπεται ότι η θέση αυτή της αιτήτριας δεν ευσταθεί.
Υποβάλλει ακόμα ο δικηγόρος της αιτήτριας ότι η επίδικη απόφαση της ΕΔΥ αποτελεί κατάχρηση εξουσίας αφού μέχρι την ημερομηνία λήψης της (17.11.00) δεν εκκρεμούσε οποιαδήποτε πειθαρχική ή ποινική υπόθεση εναντίον της. Ως προς το τελευταίο έχω να τονίσω ότι πολύ πριν από την υποβολή παραίτησης από την αιτήτρια διενεργείτο έρευνα από την αρμοδία αρχή για τη γνησιότητα των πτυχίων της αιτήτριας η οποία κατέληξε στο πιθανό ενδεχόμενο διάπραξης ποινικού αδικήματος. Επίσης ένα μήνα πριν την επίδικη απόφαση η αστυνομία διενεργούσε έρευνα σε σχέση με πιθανή διάπραξη ποινικού αδικήματος από την αιτήτρια σχετικά με τη γνησιότητα των πτυχίων που υπέβαλε πριν την πρόσληψη της στη δημόσια υπηρεσία. Σχετική είναι η επιστολή της 13.10.2000 του Αν. Γενικού Εισαγγελέα και η επιστολή ημερ. 17.10.2000 του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως. (Παραρτήματα 3 και 6 αντίστοιχα στη γραπτή ένσταση των καθ΄ων η αίτηση)
Έχει νομολογηθεί ότι η κατάχρηση ή υπέρβαση εξουσίας, ως λόγος ακύρωσης, θα πρέπει να τεκμηριώνεται με συγκεκριμένα γεγονότα τα οποία να αποδεικνύουν παρέκβαση του οργάνου από το σκοπό του νόμου.
Στην υπόθεση Τριλλίδου ν. Δημοτικού Συμβουλίου Στροβόλου, Α.Ε. 2327, ημερ. 29.4.1999 έχουν λεχθεί τα εξής στη σελίδα 5:-
"Δεν έχει επίσης αποδειχθεί υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας όπως προβάλλεται από την εφεσείουσα. Οι λόγοι αυτοί εξετάζονται όχι αφηρημένα ή ακαδημαϊκά, αλλά με βάση τα συγκεκριμένα γεγονότα στην κάθε υπόθεση (βλ. Τheodoros G. Papapetrou v. The Republic 2 RSCC 61). Κατάχρηση εξουσίας υπάρχει όταν η διοίκηση στην άσκηση της διακριτικής της εξουσίας παραβαίνει το σκοπό του γράμματος και του πνεύματος του νόμου."
Στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959 αναφέρεται ότι ο λόγος περί καταχρήσεως πρέπει να είναι εξειδικευμένος και όχι αόριστος, να προσδιορίζει τον επιδιωχθέντα αλλότριο σκοπό και να τον αποδεικνύει και δη καταδήλως. Στη σελίδα 269 αναφέρονται ακόμα τα εξής:-
"Γενικώς παρατηρείται ότι η τάσις της νομολογίας είναι ν΄ αποφεύγη την ακύρωσιν των διοικητικών πράξεων δια κατάχρησιν εξουσίας, φειδόμενη του λόγου τούτου, και δεχόμενη αυτόν μόνον εις χαρακτηριστικάς περιπτώσεις εκδήλου και πλήρως αποδεικνυομένης απομακρύνσεως από του σκοπού του νόμου."
Έχοντας υπόψη τις πιο πάνω νομολογιακές αρχές έχω καταλήξει ότι στην παρούσα υπόθεση δεν έχει αποδειχθεί από την αιτήτρια κατάχρηση εξουσίας. Ήδη πριν την λήψη της επίδικης απόφασης η αιτήτρια είχε τεθεί σε διαθεσιμότητα γιατί διεξήγετο από την αστυνομία ποινική έρευνα για πιθανή διάπραξη ποινικών αδικημάτων.
Η επίδικη απόφαση λήφθηκε κατά ορθήν εφαρμογή του νόμου και ήταν εύλογα επιτρεπτή λαμβανομένου υπόψη του υλικού το οποίο βρισκόταν ενώπιον της ΕΔΥ.
Ενόψει των πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.
(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.
/Επσ