ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Συνεκδ. Υποθέσεις Αρ. 1561/2000 και 16/2001
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, Δ.
Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος
Υπόθεση Αρ. 1561/2000
ΜΕΤΑΞΥ
:Κωστάκη Ιακώβου,
Μ. Κουσουλίδη 9, 2460,
Αιτητή
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας
Καθ΄ων η αίτηση
__________
Υπόθεση Αρ.: 16/2001
ΜΕΤΑΞΥ
:Ουρανίας Χριστοδούλου Κοντόπουλου,
Λεωφ. Δημοκρατίας 58Α, Αγ. Δομέτιος,
Λευκωσία
Αιτήτριας
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας
Καθ΄ων η αίτηση
__________
4 Απριλίου, 2002
Για τον αιτητή (στην 1561/2000) : κ. Α. Σ. Αγγελίδης.
Για την αιτήτρια (στην 16/2001) : κ. Α. Σ. Αγγελίδης.
Για τους καθ΄ ων η αίτηση : κ. Δ. Καλλίγερος, Δικηγόρος της
Δημοκρατίας, για Γεν. Εισαγγελέα
της Δημοκρατίας.
______
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Οι αιτητές αξιώνουν από το Δικαστήριο την ακύρωση της προαγωγής των δύο ενδιαφερομένων μερών στη μόνιμη θέση Ανώτερου Τεχνικού, Υπουργείο Εσωτερικών, που πραγματοποιήθηκε κατά τη συνεδρία της Επιτροπής ημερ. 6.10.2000.
Σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας η θέση είναι προαγωγής και όσο αφορούσε την παρούσα πλήρωση, θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής.
΄Υστερα από σχετική απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (στο εξής «η Επιτροπή»), δημοσιεύτηκαν οι πιο πάνω δύο θέσεις στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερ. 5.5.2000 (αρ. Γνωστοποίησης 1951), δόθηκε δε προθεσμία τριών εβδομάδων για την υποβολή αιτήσεων.
Υποβλήθηκαν συνολικά 22 αιτήσεις και η Επιτροπή, μετά τη νενομισμένη διαδικασία και αφού δέκτηκε χωριστά σε προφορική εξέταση τους υποψήφιους, επέλεξε ως καταλληλότερους τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη στα οποία και προσέφερε προαγωγή.
Η αιτήτρια στην προσφυγή υπ΄ αρ. 16/2001 είχε αποκλειστεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή ως μη προσοντούχος, γιατί δεν κατείχε το απαιτούμενο προσόν της δεκαεξαετούς τουλάχιστον πείρας στην επίβλεψη ή/και εκτέλεση κατασκευαστικών έργων οδοποιΐας και κτιρίων, από την οποία δεκαετής τουλάχιστον υπηρεσία στον προγραμματισμό, οργάνωση, καθοδήγηση, συντονισμό και έλεγχο εργασιών και προσωπικού στην Επαρχιακή Διοίκηση.
Είναι η θέση της αιτήτριας ότι αφού η θέση είναι πρώτου διορισμού και προαγωγής και συνεπώς ανοικτή για διεκδίκηση και σε άτομα που δεν ανήκουν στη Δημόσια Υπηρεσία, δεν ήταν δυνατόν να αξιώνεται από το σχέδιο υπηρεσίας δεκαετής τουλάχιστον υπηρεσία στην Επαρχιακή Διοίκηση. Η αξίωση αυτή δημιουργεί σαφή ανισότητα, είναι αντισυνταγματική και
καθ΄ υπέρβαση εξουσίας.Οι καθ΄ ων η αίτηση αντιτείνουν ότι η ερμηνεία του σχεδίου υπηρεσίας ανάγεται στη σφαίρα εξουσίας του αρμόδιου διοικητικού οργάνου και το Δικαστήριο, κατά την άσκηση της αναθεωρητικής του δικαιοδοσίας, δεν μπορεί να δώσει σ΄ αυτό διαφορετική ερμηνεία από εκείνη που έδωσε το όργανο, εφ΄ όσον η ερμηνεία ήταν λογικά εφικτή, έστω και αν θα είχε διαφορετική γνώμη (
Petsas v. Republic 3 R.S.C.C. 60, Μytides v. Republic (1988) 3 C.L.R. 737).Οι θέσεις πρώτου διορισμού και προαγωγής προκηρύσσονται ούτως ώστε η διεκδίκησή τους να είναι δυνατή από υποψήφιους εντός και εκτός της Δημόσιας Υπηρεσίας (
Smyrnios v. Republic (1983) 3 C.L.R. 125).Οι θέσεις αυτές είναι ανοικτές σε όσους διαθέτουν τα προσόντα που απαιτούνται από το οικείο σχέδιο υπηρεσίας. Αντίθετα, η επιλογή στις θέσεις προαγωγής περιορίζεται στα πρόσωπα που κατέχουν την αμέσως προηγούμενη θέση στη Δημόσια Υπηρεσία (
Republic and Another v. Aristotelous (1982) 3 C.L.R. 497, 507).Στην παρούσα περίπτωση το σχέδιο υπηρεσίας με την αξίωση για δεκαετή τουλάχιστον πείρα στη Δημόσια Υπηρεσία, κατέστησε τη θέση ανοικτή μόνο στα πρόσωπα που υπηρετούν ήδη στη Δημόσια Υπηρεσία, θέτοντας έτσι φραγμό στη διεκδίκηση της θέσης από εξωτερικούς υποψήφιους.
Ο περιορισμός αυτός έχει τεθεί καθ΄ υπέρβαση εξουσίας και ανατρέπει αυθαίρετα τις δυνατότητες υποβολής αίτησης και την ίση αντιμετώπιση των ατόμων που κατέχουν τα άλλα προσόντα της θέσης. Τούτο συνιστά αδικαιολόγητη δυσμενή διάκριση (βλέπε Κινέζος ν. Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, Υποθ. Αρ. 479/96, ημερ. 11.9.1998
).Η συγκεκριμένη αξίωση του σχεδίου υπηρεσίας αναιρεί το χαρακτήρα της θέσης ως θέσης πρώτου διορισμού και προαγωγής, αφού περιορίζει τη δυνατότητα υποβολής αίτησης μόνο σε μέλη της Δημόσιας Υπηρεσίας (βλέπε Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας
, Υποθ. Αρ. 1093/2000, ημερ. 29.6.2001).Η προσφυγή υπ΄ αρ. 16/2001 επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη πράξη θα πρέπει να ακυρωθεί. ΄Ομως, θα πρέπει να ακυρωθεί και για το λόγο που εγείρεται στην προσφυγή υπ΄ αρ. 1561/2000. Η Επιτροπή πριν προβεί στην τελική της επιλογή, κάλεσε σε προφορική εξέταση τους υποψήφιους που περιλαμβάνονταν στον κατάλογο. Μετά το πέρας της προφορικής εξέτασης ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών που ήταν παρών, αξιολόγησε την απόδοση των υποψήφιων και στη συνέχεια σύστησε
για προαγωγή τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη. Μετά την αποχώρηση του Διευθυντή, η Επιτροπή «υπό το φως και των σχετικών κρίσεων του Γενικού Διευθυντή, προέβη στην αξιολόγηση της απόδοσης των υποψήφιων».Το άρθρο 33(10) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου, του 1990, Ν.1/90, που αναφέρεται στην πλήρωση θέσεων πρώτου διορισμού, προβλέπει ότι κατά την προφορική εξέταση των υποψήφιων, η Επιτροπή μπορεί να βοηθείται από λειτουργό ή λειτουργούς που λόγω των ειδικών τους γνώσεων είναι σε θέση να βοηθήσουν. Αντίστοιχη πρόνοια δεν υπάρχει ούτε στο άρθρο 34, που αναφέρεται στην πλήρωση θέσεων πρώτου διορισμού και προαγωγής, αλλά ούτε και στο άρθρο 35 που αναφέρεται στη διαδικασία για την πλήρωση θέσεων προαγωγής. Στη διαδικασία πλήρωσης θέσης πρώτου διορισμού και προαγωγής δεν προβλέπεται ανάμειξη του Διευθυντή ή άλλου λειτουργού.
Ακόμα όμως κι΄ αν ίσχυε η διαδικασία του άρθρου 33(10) και πάλιν η διαδικασία που τηρήθηκε θα ήταν τρωτή, γιατί η Επιτροπή δεν βοηθήθηκε απλώς από το Διευθυντή. ΄Οπως είδαμε, ο Γενικός Διευθυντής αξιολόγησε την απόδοση των υποψηφίων με εκφράσεις όπως «σχεδόν εξαίρετος», «εξαίρετος», «πολύ καλός» κλπ και στη συνέχεια σύστησε για προαγωγή τα ενδιαφερόμενα μέρη.
Ο Διευθυντής δεν είχε το δικαίωμα να προβεί σε συστάσεις γιατί δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση αυτή το άρθρο 34(9) που προνοεί τη λήψη της σύστασης του προϊστάμενου του οικείου τμήματος κατά την επιλογή των καταλληλότερων υποψήφιων. Πολύ δε περισσότερο γιατί η σύσταση αυτή είναι και παντελώς αναιτιολόγητη. Με την έλλειψη αιτιολογίας στη "σύσταση"
του Γενικού Διευθυντή τονώνεται και η θέση ότι όσα λέχθηκαν δεν είχαν σκοπό να βοηθηθεί η Επιτροπή στην αξιολόγηση της προφορικής συνέντευξης των υποψήφιων. Διερωτάται κανένας πώς μπορούσε να βοηθηθεί η Επιτροπή, χωρίς ο Διευθυντής να εξηγήσει και αιτιολογήσει την κρίση του για τους υποψήφιους.Εν όψει όλων των ανωτέρω, οι παρούσες προσφυγές επιτυγχάνουν και οι προσβαλλόμενες πράξεις ακυρώνονται, με έξοδα εναντίον των καθ΄ ων η αίτηση, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Φρ. Νικολαΐδης,
Δ.
/ΜΔ