ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1558/2000
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Τ. ΗΛΙΑΔΗ, Δ.Αναφορικά με το Αρθρο 146 του Συντάγματος.
MΕΤΑΞΥ:
Αριστοτέλη Αντωνίου, από Λευκωσία,
(Τεχνικού, οδός Ιόλης αρ. 3, Στρόβολος 2029),
Αιτητή
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας,
Καθ'ων η αίτηση
-------------------------
15 Απριλίου 2002
Για τον Αιτητή: κ. Α. Κωνσταντίνου.
Για τους Καθ'ων η αίτηση: κα Παπαέτη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας.
------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την παρούσα προσφυγή ο Αριστοτέλης Αντωνίου (αιτητής) προσβάλλει την εγκυρότητα της προαγωγής του Ανδρέα Θεοδοσίου (ενδιαφερόμενου μέρους) στη θέση του Ανώτερου Τεχνικού στο Τμήμα Ανάπτυξης Υδάτων.
(α) Τα γεγονότα
Οι καθ'ων η αίτηση εξέτασαν στη συνεδρία τους της 10/7/2000 το θέμα της πλήρωσης της θέσης του Ανώτερου Τεχνικού στο Τμήμα Ανάπτυξης Υδάτων. Επειδή η επίδικη θέση ήταν θέση προαγωγής, κλήθηκε όπως προβεί στις απαραίτητες συστάσεις και ο Διευθυντής του Τμήματος Ανάπτυξης Υδάτων. Κρίνω χρήσιμη την παράθεση αυτούσιας της σύστασης του Γενικού Διευθυντή αφού ο κύριος λόγος αμφισβήτησης της ορθότητας της επίδικης απόφασης βασίζεται πάνω στο περιεχόμενο της.
"Δεν γνωρίζω προσωπικά όλους τους υποψηφίους, αλλά, προκειμένου να προβώ σε σύσταση, έχω πάρει πληροφορίες από τους προϊσταμένους των υποψηφίων σχετικά με την προσφορά τους και έχω μελετήσει τους Προσωπικούς Φακέλους και τους Φακέλους των Ετήσιων Υπηρεσιακών τους Εκθέσεων. Επίσης έχω μελετήσει τους φακέλους που τηρούνται στο Τμήμα σχετικά με τις διάφορες εργασίες που έχουν εκτελέσει οι υποψήφιοι στη διάρκεια της υπηρεσίας τους στο Τμήμα.
Εχοντας υπόψη τα πιο πάνω, καθώς και τα νομολογημένα κριτήρια στο σύνολό τους, αξία, προσόντα και αρχαιότητα, την προσφορά των υποψηφίων και τις ικανότητες και δυνατότητές τους για να αναλάβουν τα καθήκοντα και ευθύνες της υπό πλήρωση θέσης, και ειδικά την απαίτηση του Σχεδίου Υπηρεσίας για εποπτεία, οργάνωση, έλεγχο και εκπαίδευση κατώτερου προσωπικού, συστήνω ως τον καταλληλότερο για προαγωγή τον Θεοδοσίου Ανδρέα.
Ο Θεοδοσίου Ανδρέας εργάζεται στα Επαρχιακά Γραφεία Λάρνακας και Αμμοχώστου. Είναι προϊστάμενος του Κλάδου Μελετών για την εκπόνηση μελετών υδρευτικών και αρδευτικών έργων, εκτιμήσεις κόστους και προϋπολογισμών και διαφόρων άλλων εργασιών. Εκτελεί τα καθήκοντά του κατά απόλυτα εξαιρετικό τρόπο. Διακρίνεται για την αποτελεσματικότητα στην επίλυση προβλημάτων που αναφύονται κατά τη διεξαγωγή της εργασίας του και την άριστη εκπαίδευση και εποπτεία του προσωπικού. Από πλευράς αρχαιότητας υστερεί ορισμένων υποψηφίων (των πλείστων μόνο στην ηλικία), υπερτερεί όμως όλων σε αξία."
Οι καθ'ων η αίτηση αφού έλαβαν υπόψη την πιο πάνω σύσταση μαζί με όλα τα στοιχεία που υπήρχαν στους σχετικούς φακέλους, αποφάσισε να προαγάγει στην υπό πλήρωση θέση το ενδιαφερόμενο μέρος.
Το σκεπτικό της απόφασης προαγωγής όπως συμπεριλαμβάνεται στα σχετικά πρακτικά παρουσιάζει την εξής εικόνα:
"Η Επιτροπή, έχοντας υπόψη τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολό τους - αξία, προσόντα, αρχαιότητα - και αφού συνεκτίμησε όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, περιλαμβανομένης της σύστασης του Διευθυντή και των όσων ανέφερε σχετικά, έκρινε ότι ο ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ Ανδρέας υπερέχει των
Επιλέγοντας τον Θεοδοσίου, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτός υστερεί σε αρχαιότητα έναντι αρκετών υποψηφίων, έκρινε όμως ότι το στοιχείο αυτό από μόνο του δεν μπορεί να υπερνικήσει τη γενική υπεροχή του επιλεγέντος, όπως αυτή πηγάζει από μια συνεκτίμηση όλων των στοιχείων που λήφθηκαν υπόψη για την επιλογή.
Συγκεκριμένα, ο επιλεγείς, συγκρινόμενος με τους εν λόγω υποψηφίους που προηγούνται σε αρχαιότητα, υπερέχει έναντί τους σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις με έμφαση στα τελευταία χρόνια στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα, στοιχείο που επαυξάνεται και από την υπέρ του αιτιολογημένη σύσταση του Διευθυντή.
Τέλος, η Επιτροπή δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη ότι μερικοί υποψήφιοι διαθέτουν κάποια πρόσθετα προσόντα, που όμως δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας ούτε και αποτελούν πλεονέκτημα/πρόσθετο προσόν. Εν πάση περιπτώσει, η Επιτροπή απέδωσε στα εν λόγω προσόντα το ανάλογο βάρος και αφού τα συνεκτίμησε με τα υπόλοιπα στοιχεία κρίσης τα έλαβε υπόψη κατά την επιλογή του καταλληλοτέρου."
Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η πιο πάνω απόφαση είναι λανθασμένη γιατί η σύσταση του Γενικού Διευθυντή
(i) Είναι πεπλανημένη,
(ii) Είναι πλεονασματική και τρωτή αφού αποτελεί αναπαραγωγή των στοιχείων του φακέλου.
(i)
Η σύσταση είναι πεπλανημένηΜια προσεκτική εξέταση του περιεχομένου των υπηρεσιακών εκθέσεων επιβεβαιώνει τους ισχυρισμούς του αιτητή.
Ο Γενικός Διευθυντής στη σύστασή του εξέφρασε προτίμηση για το ενδιαφερόμενο μέρος αναφέροντας ότι "εκτελεί τα καθήκοντά του" ως προϊστάμενος του Κλάδου Μελετών για την εκπόνηση μελετών υδρευτικών και αρδευτικών έργων, εκτιμήσεις κόστους και προϋπολογισμών και διαφόρων άλλων εργασιών "κατά απόλυτα εξαιρετικό τρόπο". Αντίθετα δεν προέβηκε σε καμιά ανάλογη αναφορά στον αιτητή. Σύμφωνα όμως με τη νομολογία, η φύση των καθηκόντων που ανατίθενται σε ένα υπάλληλο δεν αποτελεί νόμιμο κριτήριο για την πρόκρισή του έναντι συναδέλφου του εκτός αν προκύπτει ότι στον τελευταίο ανατέθηκαν περιορισμένα καθήκοντα λόγω ανεπάρκειας. (Βλέπε, μεταξύ άλλων, Α. Κούλης ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2374 της 22/12/1999).
Ακολούθως ο Γενικός Διευθυντής σημείωσε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος "διακρίνεται για την αποτελεσματικότητα στην επίλυση προβλημάτων κατά τη διεξαγωγή της εργασίας του και την άριστη εκπαίδευση και εποπτεία του προσωπικού", αναφέροντας παράλληλα ότι κατέληξε στην κρίση του ως προς την καταλληλότητα του συστηθέντος έχοντας ειδικά υπόψη "την απαίτηση του Σχεδίου Υπηρεσίας για εποπτεία, οργάνωση, έλεγχο και εκπαίδευση του κατώτερου προσωπικού". Ομως, όπως ορθά υποδείχθηκε από τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή, η ικανότητα εποπτείας κατώτερου προσωπικού αποτελούσε ήδη στοιχείο που είχε αξιολογηθεί στις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις.
Μια προσεκτική εξέταση των υπηρεσιακών εκθέσεων για την περίοδο 1990-1999 οδηγεί στα πιο κάτω συμπεράσματα:
Κατά τα έτη 1990-1994 το ενδιαφερόμενο μέρος δεν έτυχε αξιολόγησης σχετικά με τη Διευθυντική/Διοικητική Ικανότητα, γιατί προφανώς δεν εκτελούσε τέτοιας φύσης καθήκοντα κατά την περίοδο εκείνη. Αντίθετα ο αιτητής εβαθμολογείτο ως "Πολύ Ικανοποιητικός" σε σχέση με την ίδια περίοδο, πλην του 1990 που ούτε αυτός αξιολογήθηκε. Κατά την περίοδο 1995-1999 βαθμολογήθηκαν και οι δύο στο στοιχείο της Διευθυντικής/Διοικητικής Ικανότητας, το μεν ενδιαφερόμενο μέρος με το βαθμό "Εξαίρετος" και για τις πέντε περιόδους, ο δε αιτητής "Πολύ Ικανοποιητικά" το 1995 και "Εξαίρετα" για τα έτη 1996-1999. Η εικόνα που διαμορφώνουν οι πιο πάνω διαπιστώσεις ανατρέπεται από τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή. Ο τελευταίος φαίνεται να στηρίζει τη σύσταση του στη θετική υπέρ του ενδιαφερόμενου μέρους αναγνώριση υπεροχής του ως προς τη Διευθυντική/Διοικητική Ικανότητα, θέμα το οποίο είχε ήδη αξιολογηθεί και εμφανίζει μάλιστα τον αιτητή να έχει μεγαλύτερη πείρα σε σχέση με το στοιχείο αυτό από το ενδιαφερόμενο μέρος το οποίο, όπως ήδη επισημάνθηκε, δεν εβαθμολογείτο ως προς τη συγκεκριμένη ικανότητα για την περίοδο 1990-1994 και άρχισε να βαθμολογείται μόνο κατά το 1995 και μετέπειτα. Ο αιτητής τύγχανε ήδη αξιολόγησης κατά τις περιόδους εκείνες, αλλά και μετέπειτα ήταν τουλάχιστον ισοδύναμος, υστερώντας μόνο κατά το έτος 1995 όπου βαθμολογήθηκε με "Πολύ Ικανοποιητικά" σε σχέση με το ενδιαφερόμενο μέρος που είχε κριθεί ως "Εξαίρετος". Η καλύτερη όμως βαθμολογία του ενδιαφερόμενου μέρους για μια και μόνο περίοδο δεν είναι δυνατό, υπό το φως των δεδομένων που εξηγήθηκαν, να του προσδώσει υπεροχή σε σχέση με το στοιχείο αυτό. Η σύσταση με τον τρόπο που διατυπώθηκε καταλήγει στην ανάδειξη του ενδιαφερόμενου μέρους ως καταλληλότερου του αιτητή μολονότι έχουν αξιολογηθεί ισάξιοι, και παρά την εμφανιζόμενη στις εκθέσεις μακρύτερη περίοδο άσκησης διευθυντικών/διοικητικών ικανοτήτων εκ μέρους του αιτητή, καταλήγοντας να είναι αντίθετη με το περιεχόμενο των φακέλων. Οπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Κουάλη ν. Κυπριακή Δημοκρατία, Α.Ε. 2402, της 11/11/99,
"Ετσι, όπως και στη Χριστοδούλου ν. Κυπριακή Δημοκρατία (ανωτέρω) κρίνουμε ότι η σύσταση πάσχει όχι αναφορικά με την επάρκεια της αιτιολογίας σε συνάρτηση με την αποκάλυψη των πηγών των πληροφοριών για τη διαμόρφωση της κρίσης αλλά γιατί ο Διευθυντής δεν θα μπορούσε έξω από το πλαίσιο των ετήσιων αξιολογήσεων να διαμορφώνει εκ των υστέρων νέα κατάσταση αναφορικά με την ίδια αξιολογούμενη ποιότητα των υποψηφίων. Καθήκον του Διευθυντή είναι με βάση τις γνώσεις που έχει για το τι απαιτεί η θέση να επισημαίνει τις αρετές εκείνες του συγκεκριμένου υποψήφιου, στις οποίες με βάση τις αξιολογήσεις υπερέχει, και να συστήνει με βάση την υπεροχή αυτών τον καταλληλότερο υποψήφιο."
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή υπέβαλε επίσης ότι ο Γενικός Διευθυντής συστήνοντας το ενδιαφερόμενο μέρος κατέληξε στη διαπίστωση πως υπερτερεί όλων των ανθυποψηφίων του σε αξία. Η δήλωση αυτή κατά τον αιτητή δεν επιβεβαιώνεται αλλά αντίθετα συγκρούεται με το περιεχόμενο των υπηρεσιακών εκθέσεων. Ανάλυση της βαθμολογίας των δύο διαδίκων, υποστηρίζει ο δικηγόρος του αιτητή, αποδεικνύει πως το ενδιαφερόμενο μέρος "δεν υπερτερούσε σε αξία και ότι η αναφορά του Διευθυντή είναι πλήρως πεπλανημένη".
Πράγματι η εικόνα που προκύπτει από την εξέταση των υπηρεσιακών εκθέσεων της περιόδου 1990-1999 δικαιώνει, όπως και στην περίπτωση της Διευθυντικής/Διοικητικής Ικανότητας, τις θέσεις του αιτητή. Διαπιστώνεται πως το ενδιαφερόμενο μέρος δεν υπερτερεί σε αξία έναντι του αιτητή. Οι υπηρεσιακές εκθέσεις φέρουν τους δύο υποψηφίους ισοδύναμους. Ο αιτητής συγκέντρωσε 55 "Εξαίρετα" και 25 "Πολύ Ικανοποιητικά" στο σύνολο των επιμέρους βαθμολογιών της τελευταίας δεκαετίας, χρονικό διάστημα κατά το οποίο το ενδιαφερόμενο μέρος κρίθηκε 54 φορές με "Εξαίρετα", 21 "Πολύ Ικανοποιητικά" και 5 χωρίς βαθμολογία. Συνεπώς η δήλωση του Διευθυντή στη σύσταση πως το ενδιαφερόμενο
μέρος "υπερτερεί όλων σε αξία" κρίνεται ως αντίθετη με τα στοιχεία του φακέλου, γεγονός που σύμφωνα με τη νομολογία καθιστά τη σύσταση τρωτή και οδηγεί στην ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης.Η αναγκαιότητα συμφωνίας της σύστασης του Διευθυντή με το περιεχόμενο των υπηρεσιακών εκθέσεων έχει κατ' επανάληψη τονισθεί στη νομολογία. Στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Στυλιανού κ.α., Α.Ε. 1028, 1029, 1034 της 10/7/90 τονίστηκε ότι,
"Ο Προϊστάμενος του Τμήματος είναι σε θέση να εκτιμήσει τις απαιτήσεις της θέσης που πρόκειται να πληρωθεί και τις ικανότητες του υποψηφίου για να εκτελεί τα καθήκοντα της θέσης. Οι συστάσεις του, όμως, αν είναι ασύμφωνες με την εικόνα που παρουσιάζεται στις εμπιστευτικές εκθέσεις, πρέπει να παραγνωρίζονται ή να τους αποδίδεται περιορισμένη βαρύτητα, ανάλογα με την έκταση της ασυμφωνίας. (Ιδε
Οι εμπιστευτικές εκθέσεις αποτελούν αντικειμενικό στοιχείο κρίσεως της αξίας. Η σημασία των συστάσεων εξασθενίζει ανάλογα με το βαθμό διάστασης τους προς τις εμπιστευτικές εκθέσεις, που καθορίζουν αντικειμενικά την αξία του υπαλλήλου."
Οι πιο πάνω διαπιστώσεις οδηγούν στο αναπόφευκτο συμπέρασμα ότι η επίδικη σύσταση πάσχει. Είναι προφανές ότι ο Γενικός Διευθυντής έχει διαμορφώσει με τη σύστασή του νέα κατάσταση υπεροχής του ενδιαφερόμενου μέρους έξω από το θεσμοθετημένο πλαίσιο των ετήσιων αξιολογήσεων. Απέδωσε σε αυτό υπεροχή σε σχέση με στοιχεία, για τα οποία η εικόνα που παρουσιάζεται στις υπηρεσιακές εκθέσεις είναι διαφορετική. Δεν προκύπτει μέσα από αυτές οτιδήποτε το οποίο θα δικαιολογούσε την επιλογή του, ούτε αιτιολογεί με οποιοδήποτε άλλο σχόλιο στη σύσταση του τους λόγους της προτίμησής του. Ως εκ τούτου η πάσχουσα σύσταση οδηγεί αναπόφευκτα στην ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης η οποία την είχε υιοθετήσει.
Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται. Οι καθ'ων η αίτηση διατάσσονται να καταβάλουν τα έξοδα της παρούσας διαδικασίας.
Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,
Δ.