ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 1011/2000

ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ.Κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

1. Στέλιου Καραγιώργη, από την Πάφο,

2. Σόνιας Κυριακίδου-Σταυρίδου, από τη Λευκωσία,

Αιτητών

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας,

Καθ΄ ων η αίτηση

---------------------------

25 Απριλίου 2002

Για τους αιτητές: Α.Σ. Αγγελίδης.

Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Τζ. Καρακάννα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας.

Για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο: Αγ. Ευσταθίου.

---------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Η απόφαση της Ε.Ε.Υ., ημερ. 5 Μαίου 1997, για προαγωγή του ενδιαφερομένου προσώπου Ν. Ρούσου στη θέση Επιθεωρητή Ειδικών Μαθημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης για τη Μουσική, ακυρώθηκε στις 11 Ιανουαρίου 2000 από το Ανώτατο Δικαστήριο στην προσφυγή αρ. 593/97 των παρόντων αιτητών. Κρίθηκε ότι δεν αιτιολογήθηκε η κατάληξη της Ε.Ε.Υ. ότι η αιτήτρια Σόνια Κυριακίδου-Σταυρίδου δεν ήταν προσοντούχος και δεν χρειάστηκε να εξεταστούν άλλα τεθέντα ζητήματα. Παραθέτω το σκεπτικό:

«Η ΕΕΥ επελήφθη ένστασης κατά της συμπερίληψης της αιτήτριας στον κατάλογο, την ενέκρινε και την απέκλεισε. Παρέχει αιτιολόγηση της κρίσης της πως η αιτήτρια δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως προσοντούχος με βάση τη σημείωση στο σχέδιο υπηρεσίας που αναφέρεται σε εκπαιδευτικούς που είχαν τα προσόντα για την προηγούμενη θέση Επιθεωρητή Ειδικών Μαθημάτων Στοιχειώδους Εκπαίδευσης ή τα απέκτησαν μέχρι τις 16.12.85. Δεν ήταν όμως με αναφορά στη σημείωση που η Συμβουλευτική Επιτροπή έκρινε πως η αιτήτρια ήταν προσοντούχος και η ΕΔΥ δεν έχει δώσει καμιά απολύτως εξήγηση αναφορικά με την κρίση της πως η αιτήτρια δεν ικανοποιεί την τέταρτη διαζευκτική Επιτροπή δυνατότητα, στην οποία είχε ειδικά αναφερθεί η Συμβουλευτική Επιτροπή.»

 

Κατά την επανεξέταση η Ε.Ε.Υ., σε συνεδρίαση ημερ. 21 Φεβρουαρίου 2000, επανήλθε στο ζήτημα των προσόντων. Όχι μόνο της αιτήτριας αλλά και του ενδιαφερομένου προσώπου ενόψει ερωτηματικών που είχαν τεθεί με την προσφυγή. Κατέληξε ότι η αιτήτρια δεν κατείχε το προσόν της παραγράφου 2 του σχεδίου υπηρεσίας, και ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο όπως και ο αιτητής ικανοποιούσαν την τρίτη εναλλακτική πρόνοια της υπό αναφορά παραγράφου και επομένως ήταν προσοντούχοι.

Ως προς την αιτήτρια, η Ε.Ε.Υ. εξήγησε πρώτα γιατί η περίπτωση δεν καλύπτετο από τις πρώτες τρεις διαζεύξεις της παραγράφου 2. Σε αυτό δεν υπήρξε αμφισβήτηση. Έπειτα εξέτασε την περίπτωση με αναφορά στην τέταρτη διάζευξη και στη σημείωση. Προβλεπόταν, σε ό,τι εδώ ενδιαφέρει:

«Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν σε θέμα σχετικό με την εκπαίδευση και μετεκπαίδευση διάρκειας ενός τουλάχιστο ακαδημαϊκού χρόνου στην ειδικότητα.

Σημ.: (1) Εκπαιδευτικοί που είχαν τα προσόντα για την προηγούμενη θέση Επιθεωρητή Ειδικών Μαθημάτων Στοιχειώδους Εκπαιδεύσεως ή τα απόκτησαν μέχρι τις 16.12.85 θα μπορούν να είναι υποψήφιοι για τη θέση αυτή.»

Η αιτήτρια είχε τα εξής προσόντα:

«· Πτυχίο από την Αρσάκειο Παιδαγωγική Ακαδημία το 1963. Με βάση το πτυχίο αυτό διορίστηκε στη θέση δασκάλου.

· Τρία πτυχία μουσικής από το Εθνικό Ωδείο Κύπρου ως ακολούθως:

· Πτυχίο εξομοίωσης από το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων το 1989

· Πιστοποιητικό για επιτυχή συμπλήρωση των μαθημάτων 5ου έτους στο Ινστιτούτο Ξένων Γλωσσών, 1977.»

 

Το πτυχίο στην Παιδαγωγική, από το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, η αιτήτρια το απέκτησε στις 22 Ιουλίου 1994 ως αποτέλεσμα εξομοίωσης κατόπιν επιτυχίας σε εξετάσεις τον Φεβρουάριο και τον Ιούνιο του 1994. Το παρακάτω απόσπασμα από την επί του θέματος απόφαση της Ε.Ε.Υ. αφορά στην αιτήτρια και σε ένα άλλο υποψήφιο.

«3.1.4. Οι δύο πάνω υποψήφιοι δεν ικανοποιούν ούτε την τέταρτη εναλλακτική πρόνοια του σχεδίου υπηρεσίας. Έχουν πανεπιστημιακό τίτλο σε θέμα σχετικό με την εκπαίδευση. Ικανοποιούν συνεπώς το πρώτο σκέλος της τέταρτης εναλλακτικής πρόνοιας, χωρίς όμως να ικανοποιούν και το δεύτερο σκέλος της εν λόγω πρόνοιας, αφού δεν διαθέτουν μετεκπαίδευση ενός ακαδημαϊκού χρόνου στην ειδικότητα (βλέπε 3.1.2. πιο πάνω).

3.1.5. Παραμένει να εξεταστεί κατά πόσο οι δύο πιο πάνω υποψήφιοι ικανοποιούν την σημείωση που υπάρχει στο σχέδιο υπηρεσίας αναφορικά με τα προσόντα. Το ισχύον σχέδιο υπηρεσίας στις 16.12.1985, κάτω από τον τίτλο προσόντα, περιλαμβάνει και την παρακάτω σημείωση:

      1. Εκπαιδευτικοί που είχαν τα προσόντα για την προηγούμενη θέση Επιθεωρητή Ειδικών Μαθημάτων Στοιχειώδους Εκπαιδεύσεως ή τα απόκτησαν μέχρι της 16.12.1985 θα μπορούν να είναι υποψήφιοι για τη θέση αυτή.

Η πρόνοια αυτή ικανοποιείται αν ο υποψήφιος έχει πτυχίο Διδασκαλείου ή Παιδαγωγικής Ακαδημίας και μετεκπαίδευση στο εξωτερικό ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους στο θέμα της ειδικότητας του. Ούτε η Σόνια Κυριακίδου-Σταυρίδου ούτε ο Απόστολος Δημητριάδης έχουν μετεκπαίδευση στο εξωτερικό διάρκειας ενός έτους στο θέμα της ειδικότητας. Προκύπτει, συνεπώς, ότι οι εν λόγω υποψήφιοι δεν μπορούν να θεωρηθούν υποψήφιοι με βάση τη σημείωση (1).»

 

Η αναφορά, στο τέλος της παραγράφου 3.1.4, στην παράγραφο 3.1.2. αντί στην παράγραφο 3.1.3. που είναι η σχετική, μου φαίνεται να οφείλεται σε γραφικό λάθος - η κάθε μια αφορά σε διαφορετική διάζευξη του σχεδίου - και επομένως παραθέτω προς συμπλήρωση του σκεπτικού της Ε.Ε.Υ. την παράγραφο 3.1.3.:

«3.1.3. Δεν κατέχουν μεταπτυχιακό τίτλο στα παιδαγωγικά με έμφαση στην ειδικότητα (τρίτη εναλλακτική πρόνοια). Τα προσόντα που κατέχουν οι εν λόγω υποψήφιοι και τα οποία απέκτησαν από διάφορα Ωδεία της Κύπρου δεν μπορούν να θεωρηθούν μεταπτυχιακός τίτλος, πρώτο γιατί έγιναν σε ιδρύματα τα οποία δεν είναι πανεπιστημιακού επιπέδου, ούτε και είναι τίτλοι αναγνωρισμένοι-πιστοποιημένοι στη χώρα στην οποία εκδίδονται και, δεύτερο, γιατί αποτελούν βασικές σπουδές στον τομέα μουσικής. Βασικές σπουδές σε ένα τομέα δεν μπορούν να θεωρηθούν μεταπτυχιακό προσόν ενόψει της απόφασης στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 878, Χαραλαμπίδης Vs Δημοκρατίας, 1991, 3 Α.Α.Δ. 414, 420: «Η έννοια «μεταπτυχιακό προσόν» .... υποδηλώνει προσόν που αποκτάται μετά από το πανεπιστημιακό δίπλωμα, αλλά ταυτόχρονα αποδίδει σε αυτό και ποιοτικό περιεχόμενο. Πρέπει να είναι δηλαδή εκπαιδευτικά ανώτερο του πρώτου τίτλου πανεπιστημιακών σπουδών.»

 

Η αιτήτρια προέβαλε ότι αρμοδιότητα για τα προσόντα είχε μόνο η Συμβουλευτική Επιτροπή και ότι επομένως η Ε.Ε.Υ. δεσμευόταν από την άποψη της Συμβουλευτικής Επιτροπής πως η αιτήτρια κατείχε το σχετικό προσόν. ότι και έτσι να μην ήταν, η Ε.Ε.Υ. όφειλε να αιτιολογούσε ειδικώς τη διαφορετική άποψή της ενώ εν προκειμένω η απόφαση ήταν «αυθαίρετη και ετσιθελική .... χωρίς ίχνος έρευνας ή αιτιολογίας». ότι η Ε.Ε.Υ. δεν προέβη σε δέουσα έρευνα και ορθή ερμηνεία του σχεδίου υπηρεσίας. και ότι η Ε.Ε.Υ. παρέβη δεδικασμένο. Έπειτα η αιτήτρια εισηγήθηκε ότι κατείχε το προσόν που προέβλεπε η τέταρτη διάζευξη αφού, καθώς ανέφερε, το Πανεπιστημιακό της δίπλωμα στα παιδαγωγικά ήταν, όπως δέχθηκε και η Ε.Ε.Υ., σε θέμα σχετικό με την εκπαίδευση και ότι «η .... μετεκπαίδευση της έναντι του Διδασκαλικού πτυχίου που είναι διάρκειας πέραν του ενός χρόνου στην ειδικότητα (Ωδική, Αρμονία και Αντίστιξη) καλύπτουν το διαζευκτικό τέταρτο μέρος της παραγράφου 2 του Σχεδίου Υπηρεσίας». Εξάλλου η αιτήτρια διατύπωσε και κάποια επίκριση αναφορικά με την ερμηνευτική προσέγγιση της Ε.Ε.Υ. στη Σημείωση του σχεδίου υπηρεσίας αλλά δεν υποστήριξε πως καθίστατο προσοντούχος βάσει εκείνων των όρων.

Ως προς το ζήτημα της αρμοδιότητας για τα προσόντα, αποφασίζει η Συμβουλευτική Επιτροπή και αν δεν υποβληθεί ένσταση η απόφασή της είναι οριστική χωρίς δυνατότητα ελέγχου από την Ε.Ε.Υ. αλλά με την υποβολή ένστασης, όπως συνέβηκε στην προκείμενη περίσταση, η Ε.Ε.Υ. αποκτά αρμοδιότητα και έχει τον τελικό λόγο - βλ. τον Ν. 78(Ι)/95 και τον Ν. 7(Ι)/97 - οι σχετικές διατάξεις των οποίων, στο άρθρο 5, ακολουθούν επί του προκειμένου τον μηχανισμό που προβλέπεται στο άρθρο 35Β του περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου του 1969 (Ν. 10/69 όπως τροποποιήθηκε), μηχανισμό που εξηγήθηκε στη Δημοκρατία ν. Χαραλαμπίδη (1995) 3 Α.Α.Δ. 53. Ούτε και το επόμενο παράπονο της αιτήτριας, ότι δηλαδή η Ε.Ε.Υ. δεν αιτιολόγησε τη διαφορετική από τη Συμβουλευτική Επιτροπή κατάληξή της δεν θεωρώ ότι ευσταθεί. Η Ε.Ε.Υ. εξήγησε τον λόγο για τον οποίο δεν θεωρούσε πως πληρούτο η δεύτερη προϋπόθεση της τέταρτης διάζευξης. Και παρόλον που δεν την απασχόλησε η διάκριση μεταξύ «μετεκπαίδευσης» και «μεταπτυχιακού τίτλου», την οποία υπογράμμισε στην αγόρευσή του ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας, ίσχυε το ότι το Πανεπιστημιακό προσόν αποκτήθηκε μεταγενέστερα των πτυχίων Ωδικής, Αρμονίας και Αντίστιξης, που εξέδωσε το Εθνικό Ωδείο στην Κύπρο και δεν νομίζω πως θα μπορούσε να του είχε δοθεί αναδρομική ισχύς εξαιτίας του γεγονότος ότι προέκυψε από διαδικασία εξομοίωσης, αφού προφανώς η διαδικασία δεν απέβλεπε στην εκ των υστέρων αναγνώριση του προηγούμενου πτυχίου αλλά στην έκδοση νέου, κατόπιν διαπίστωσης με εξετάσεις, του επιπέδου της αιτήτριας σε εκείνο το στάδιο. Επομένως, καθώς μου φαίνεται, τα πτυχία στην Ωδική, Αρμονία και Αντίστιξη δικαιολογημένα δεν θα ήταν δυνατό να θεωρηθούν μετεκπαίδευση. Εξάλλου και μεταγενέστερα να ήταν, δεν θα ήταν δυνατό να θεωρηθούν ότι κάλυπταν τουλάχιστο ένα ακαδημαϊκό έτος, όπως προνοούσε το σχέδιο υπηρεσίας, δεδομένου ότι αποκτήθηκαν κατά τον ελεύθερο χρόνο της αιτήτριας ενώ συνεχιζόταν η απασχόλησή της στη δημόσια εκπαιδευτική υπηρεσία. Ενόψει αυτών, θεωρώ πως δεν χρειάζεται να επεκταθώ σε άλλες πτυχές της άποψης που η Ε.Ε.Υ. διατύπωσε στην παράγραφο 3.1.3.

Με αυτά τα δεδομένα δεν διακρίνω έλλειψη δέουσας έρευνας. Ως προς την ερμηνεία του σχεδίου υπηρεσίας, ακόμα και με δεδομένη τη διάκριση μεταξύ μετεκπαίδευσης και μεταπτυχιακού τίτλου, που δεν απασχόλησε την Ε.Ε.Υ., το αποτέλεσμα δεν θα μπορούσε, όπως εξήγησα, να ήταν διαφορετικό. Άλλη αδυναμία δεν υπήρχε. Τέλος, το σκεπτικό της προηγούμενης δικαστικής απόφασης - ήδη το παρέθεσα - δεν αφήνει καμιά αμφιβολία ότι δεν δημιουργήθηκε δεδικασμένο που να εμπόδιζε την επανεξέταση του θέματος των προσόντων. Ενόψει λοιπόν της κατά την άποψή μου εγκυρότητας της κατάληξης της Ε.Ε.Υ. ότι η αιτήτρια δεν ήταν προσοντούχος, η προσφυγή της δεν μπορεί να προχωρήσει. Τα περαιτέρω θα έχουν σχέση μόνο με την προσφυγή του αιτητή Στέλιου Καραγιώργη.

Προβάλλεται ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν κατείχε το προσόν της παραγράφου 2 του σχεδίου υπηρεσίας. Η Συμβουλευτική Επιτροπή είχε κρίνει ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο το κατείχε. Και κατόπιν ένστασης της αιτήτριας, με αναφορά «προς την ποιότητα και τον τρόπο απόκτησης του προσόντος MA in Music Education» με το οποίο τον είχε πιστώσει η Συμβουλευτική Επιτροπή, το ίδιο έκρινε και η Ε.Ε.Υ. στη βάση της ακόλουθης τρίτης διάζευξης της παραγράφου 2 του σχεδίου υπηρεσίας:

«Μεταπτυχιακός τίτλος στα παιδαγωγικά με έμφαση στην ειδικότητα.»

 

Στο πρακτικό της συνεδρίας της Ε.Ε.Υ., ημερ. 21 Φεβρουαρίου 2000, αναφέρονται σε σχέση με αυτή την κατάληξη τα εξής:

«Στον προσωπικό φάκελο του Νεόφυτου Ρούσου υπάρχει βεβαίωση του Αμερικανικού Πανεπιστημίου Antioch με ημερ. 23.7.1996 σύμφωνα με την οποία αυτός συμπλήρωσε όλες τις υποχρεώσεις του προγράμματος για τον τίτλο Master of Arts. Από την ίδια βεβαίωση προκύπτει ότι η διατριβή την οποία υπέβαλε ο εν λόγω υποψήφιος στο Πανεπιστήμιο και η οποία έγινε δεκτή είχε τίτλο "The Creation, Evolution and Printing of Byzantine Musical Notation". Από το επίσημο αποδεικτικό σπουδών που επίσης βρίσκεται κατατεθιμένο στον προσωπικό φάκελο του υποψηφίου προκύπτει ότι αυτός συμπλήρωσε πρόγραμμα 60 διδακτικών μονάδων και ότι το επίσημο πτυχίο εκδόθηκε στις 31.10.1996. Από έρευνα που διεξήγαγε η Επιτροπή προκύπτει ότι το Antioch University είναι αναγνωρισμένο ίδρυμα στη χώρα στην οποία λειτουργεί. Από σχετική βεβαίωση του Οργανισμού Fulbright με ημερ. 25.2.2000, η οποία βρίσκεται στο φάκελο της διαδικασίας, προκύπτει ότι το εν λόγω πανεπιστήμιο είναι "accredited" από τον οργανισμό North Central Association of Colleges and Schools (NCA) της Αμερικής και ότι το εν λόγω εκπαιδευτικό ίδρυμα είναι καταχωρημένο στον κατάλογο των αναγνωρισμένων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων μεταλυκειακής εκπαίδευσης. Δεδομένου ότι η ημερομηνία συνδρομής προσόντων ήταν η 26.7.1996, προκύπτει ότι ο Νεόφυτος Ρούσος είναι προσοντούχος για τη θέση.»

 

Ο συνήγορος του αιτητή εισηγήθηκε ότι η Ε.Ε.Υ. θα έπρεπε για το ζήτημα αναγνώρισης του πτυχίου να απευθυνόταν στο ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. ως το μόνο αρμόδιο όργανο που θα μπορούσε να εκφέρει άποψη και ότι έρευνα προς οποιαδήποτε άλλη κατεύθυνση ήταν ατελέσφορη. Δεν μπορώ να συμφωνήσω. Κι αυτό για τους λόγους που εξέθεσα στη Μικελλίδου ν. Δημοκρατίας, προσφ. αρ. 857/99, ημερ. 4 Αυγούστου 2000, όπου με απασχόλησε παρόμοιο ζήτημα.

Επισημαίνω κατ΄ αρχάς ότι η αναφορά της Ε.Ε.Υ. σε συμπλήρωση προγράμματος 60 διδακτικών μονάδων δεν διευκρινίζει πως στην πραγματικότητα, όπως φαίνεται στο σχετικό πιστοποιητικό, οι εν λόγω σπουδές κάλυψαν μόνο 45 μονάδες ενώ οι υπόλοιπες 15 του πιστώθηκαν ενόψει των προσόντων που ήδη διέθετε. Το αν και το πώς αυτό θα μπορούσε να επιδράσει παραμένει άγνωστο και βέβαια δεν είναι δυνατό να με απασχολήσει η συζήτησή του εδώ πρωτογενώς. Έπειτα, ως προς τη βεβαίωση του Ιδρύματος Fulbright παρατηρώ ότι, καθώς υπέδειξε ο συνήγορος του αιτητή, αυτή αναφέρεται σε λειτουργία του πανεπιστημίου Antioch στις Ηνωμένες Πολιτείες - «στη χώρα στην οποία λειτουργεί» - ενώ, όπως προκύπτει από σχετική αλληλογραφία, το πτυχίο του ενδιαφερομένου προσώπου εκδόθηκε από τη Σχολή McGregor, του Πανεπιστημίου, η οποία προφανώς λειτουργούσε ως παράρτημα στη Γερμανία όπως φαίνεται σε ορισμένες επιστολές και όπως εξηγείται σε φωτοαντίγραφο εκδοθέντος ενημερωτικού σημειώματος στο φάκελο.

Τέλος προκύπτει ότι, όπως επίσης υπέδειξε ο συνήγορος του αιτητή, οι σπουδές του ενδιαφερομένου προσώπου για απόκτηση του πτυχίου έγιναν ενώ αυτός εργαζόταν και δεν φαίνεται να απασχόλησε καθόλου ο τρόπος απόκτησης προκειμένου να καταλήξει η Ε.Ε.Υ. όχι μόνο πως το πτυχίο εκδόθηκε από αναγνωρισμένο πανεπιστήμιο αλλά και πως το συγκεκριμένο πτυχίο θα έπρεπε να τύγχανε αναγνώρισης: βλ. τον Ν. 41(Ι)/93 όπως και τις γενικότερες επί του θέματος πρόνοιες της Σύμβασης της ΟΥΝΕΣΚΟ που κυρώθηκε με τον Ν. 11/85.

Η κατάληξη λοιπόν της Ε.Ε.Υ. ότι το εν λόγω πτυχίο του ενδιαφερομένου προσώπου ικανοποιούσε τις προϋποθέσεις αναγνώρισης δεν ήταν δεόντως αιτιολογημένη. Και αυτό διότι η έρευνα, καθώς μου φαίνεται, δεν κάλυψε όλες τις πτυχές. Σε ό,τι λοιπόν αφορά το θέμα της κατοχής του εν λόγω προσόντος από το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, οι κατά την άποψη μου αδυναμίες στην κατάληξη της Ε.Ε.Υ. καθιστούν αναγκαία την επανεξέταση. Με αυτό το δεδομένο θα ήταν άτοπο να προχωρούσα στην εξέταση άλλων τεθέντων ζητημάτων τα οποία αφορούν πτυχές της περαιτέρω διαδικασίας της προαγωγής.

Η προσφυγή σε ό,τι αφορά την αιτήτρια Σόνια Κυριακίδου-Σταυρίδου απορρίπτεται με έξοδα ενώ η προσφυγή του αιτητή Στέλιου Καραγιώργη επιτυγχάνει με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.

 

Γ.Κ. Νικολάου,

Δ.

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο