ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 56/2001

ΕΝΩΠΙΟΝ: Τ. ΗΛΙΑΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το Αρθρο 146 του Συντάγματος.

ΜΕΤΑΞΥ:

Λεωνίδα Λεωνίδου, από τη Λευκωσία,

Φωτίου 3, Διαμ. 43,

Αιτητή

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω,

Υπουργικού Συμβουλίου,

Καθ'ων αίτηση

----------------------------

26 Φεβρουαρίου 2002

Για τον Αιτητή: κ. Σ. Οικονομίδης.

Για τους Καθ'ων η αίτηση: κ. Σταυρινός, Δικηγόρος της Δημοκρατίας.

----------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(α) Τα γεγονότα

Ο αιτητής υπηρετεί στον Κυπριακό Στρατό από το 1976. Ανήκει στο όπλο του Πεζικού και από το 1977 κατέχει το βαθμό του Συνταγματάρχη. Κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του ο αιτητής καταδικάστηκε δύο φορές, το 1992 και 1998, σε ποινές φυλάκισης γιατί δεν επέδειξε τη δέουσα επιμέλεια και προσοχή για την ασφαλή φύλαξη και διαχείριση του ατομικού του οπλισμού.

Το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων Αξιωματικών έκρινε τον αιτητή ως προακτέο κατ' αρχαιότητα σύμφωνα με τις πρόνοιες των περί Αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις) Κανονισμών του 1990 (ΚΔΠ 90/90). Κρίνω σκόπιμο να παραθέσω αυτούσια τη σχετική αναφορά των πρακτικών της συνεδρίας της 26/6/2000.

"(16) Συνταγματάρχης (ΠΖ) Λεωνίδου Λεωνίδας του Τάκη, ΑΜ: 2554

Προακτέος κατ' αρχαιότητα, μετά από δεύτερη, νικώσα ψήφο, του Προέδρου. Δύο από τα Μέλη του Συμβουλίου τον έκριναν προακτέο κατ' εκλογήν.

Ο Πρόεδρος και ένα Μέλος του Συμβουλίου κατέληξαν στην πιο πάνω απόφαση, παρ' όλο που οι βαθμολογίες του Συνταγματάρχη Λεωνίδου στα ουσιαστικά προσόντα στις Εκθέσεις Ικανότητάς του στον κατεχόμενο βαθμό δικαιολογούσαν κρίση ανώτερης διαβάθμισης, αφού έκριναν ότι τα δύο πειθαρχικά παραπτώματα που διέπραξε και για τα οποία του επιβλήθηκαν, στις 9.12.1992 και 11.3.1998, οι πειθαρχικές ποινές της 10ήμερης φυλάκισης και της 8ήμερης φυλάκισης, αντίστοιχα, ήταν ιδιαίτερα σοβαρά, δεδομένου ότι τα γεγονότα δεικνύουν ότι ο Αξιωματικός δεν επέδειξε τη δέουσα επιμέλεια και προσοχή για την ασφαλή φύλαξη και διαχείριση του ατομικού του οπλισμού.

Τα άλλα δύο Μέλη του Συμβουλίου διαφώνησαν με την πιο πάνω απόφαση και τον έκριναν προακτέο κατ' εκλογήν."

 

Ως αποτέλεσμα της πιο πάνω απόφασης το όνομα του αιτητή καταχωρήθηκε στον Πίνακα των Συνταγματαρχών Οπλων του Στρατού Ξηράς που κρίθηκαν προακτέοι κατ' αρχαιότητα. Ο Πίνακας υποβλήθηκε στο Υπουργικό Συμβούλιο το οποίο προέβηκε στην κύρωση του χωρίς οποιαδήποτε μεταβολή. Η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου κοινοποιήθηκε στον αιτητή με διαταγή του Αρχηγού της Εθνικής Φρουράς σύμφωνα με τις πρόνοιες του Κανονισμού 43. Το περιεχόμενο της εμπιστευτικής αυτής διαταγής αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας.

 

 

 

 

 

 

(β) Οι λόγοι της προσφυγής

Ο αιτητής αμφισβητεί την εγκυρότητα της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου ισχυριζόμενος ότι υπήρξε

(i) Παραβίαση των άρθρων 30 και 33 των Κανονισμών της

ΚΔΠ 90/90,

(ii) Πλάνη περί το Νόμο και/ή τα πράγματα, και

(iii) Ελλειψη αιτιολογίας.

 

(i) Παραβίαση των άρθρων 30 και 33 των Κανονισμών

Το άρθρο 33(1) των Κανονισμών προνοεί τα ακόλουθα:

"Τα ουσιαστικά προσόντα του Αξιωματικού προσδιορίζουν την εν γένει ικανότητα και αξία του και αποτελούν τα βασικά στοιχεία πάνω στα οποία στηρίζεται η κρίση του. Τα ουσιαστικά προσόντα του Αξιωματικού διακρίνονται, στα σωματικά του προσόντα, στα ψυχικά του προσόντα, στη νοημοσύνη και ευφυία του, στο χαρακτήρα του, στην αφοσίωσή του στο καθήκον, στην υπευθυνότητά του, στην πειθαρχία του, στα ηγετικά του προσόντα, στα διοικητικά του προσόντα και στα επαγγελματικά του προσόντα."

 

Είναι η θέση του δικηγόρου του αιτητή ότι εφόσον στα δέκα πιο πάνω περιοριστικά καθοριζόμενα ουσιαστικά προσόντα είχε αξιολογηθεί στον κατά το χρόνο της κρίσης του κατεχόμενο βαθμό του Συνταγματάρχη με βαθμολογία "πολύ καλός" ή "άριστα" γεγονός που του έδιδε το δικαίωμα να τύχει κρίσης ανώτερης διαβάθμισης, να κριθεί δηλαδή ως προακτέος κατ' εκλογήν σύμφωνα με τις πρόνοιες του Κανονισμού 41(2), το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων εσφαλμένα και κατά παράβαση των σχετικών Κανονισμών που προαναφέρθηκαν, τον έκρινε ως προακτέο κατ' αρχαιότητα, παραγνωρίζοντας την αξιολόγηση των ουσιαστικών προσόντων του και στηρίζοντας την απόφαση του σε "δευτερεύουσας σημασίας" στοιχεία που ήταν τα πειθαρχικά παραπτώματα στα οποία είχε υποπέσει στο παρελθόν ο αιτητής.

Οι καθ'ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων ενήργησε μέσα στα πλαίσια του άρθρου 33(1) των Κανονισμών και υπέδειξαν ότι το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων δεν μπορούσε παρά να λάβει υπόψη τις πειθαρχικές ποινές που επιβλήθηκαν στον αιτητή σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 41(6) των Κανονισμών. Σύμφωνα με τον Κανονισμό 41(6),

"Κατά την κρίση Αξιωματικού το Συμβούλιο Κρίσεων ή, αναλόγως της περιπτώσεως, το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων λαμβάνει υπόψη του και εκτιμά όλα τα κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του στοιχεία, ιδιαίτερη όμως σημασία δίδεται στα στοιχεία του κατεχόμενου βαθμού."

 

Στην παρούσα περίπτωση το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων Αξιωματικών έλαβε υπόψη όλα τα στοιχεία που αφορούσαν τον αιτητή κατά τη διάρκεια της σχετικής αξιολόγησης. Το άρθρο 29(1) των Κανονισμών παρέχει την ευχέρεια στο Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων Αξιωματικών να προβαίνει στην αξιολόγηση τους με βάση τα στοιχεία των ατομικών τους φακέλων μέσα στους οποίους μπορεί να συμπεριλαμβάνονται και τυχόν πειθαρχικές ποινές. Το ίδιο άρθρο προνοεί ότι οι πειθαρχικές ποινές διαγράφονται μετά την πάροδο 10 χρόνων από την επιβολή τους. Επιπρόσθετα το άρθρο 41(6) των Κανονισμών προβλέπει ότι το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων Αξιωματικών κατά τη διενέργεια κρίσεων εκτιμά όλα τα στοιχεία του Αξιωματικού, με ιδιαίτερη σημασία στα στοιχεία του κατεχόμενου βαθμού. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι για το ένα από τα δύο πειθαρχικά αδικήματα η ποινή της οκταήμερης φυλάκισης επιβλήθηκε μέσα στο χρονικό διάστημα του κατεχόμενου βαθμού, για το οποίο το άρθρο 41(6) των Κανονισμών προβλέπει την απόδοση ιδιαίτερης σημασίας.

Σύμφωνα με τα πιο πάνω έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι εφόσον οι πειθαρχικές ποινές υπήρχαν στο φάκελο του αιτητή και δεν είχε παρέλθει δεκαετία από το χρόνο της επιβολής τους, το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων Αξιωματικών ορθά τις έλαβε υπόψη.

 

 

(ii) Πλάνη περί το Νόμο και/ή τα πράγματα

Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων Αξιωματικών παραγνώρισε τα ουσιαστικά προσόντα όπως αυτά καθορίζονται στο άρθρο 33(1) των Κανονισμών και αντί να τα θεωρήσει ως τα βασικά στοιχεία πάνω στα οποία πρέπει να στηρίξει την κρίση του έδωσε βαρύτητα στα πειθαρχικά παραπτώματα του αιτητή που αποτέλεσαν κριτήριο αξιολόγησης της αξίας και ικανότητας του. Η πιο πάνω προσέγγιση συνιστά πλάνη περί το Νόμο και καθιστά την επίδικη απόφαση ακυρώσιμη.

Οι καθ'ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων Αξιωματικών δεν ενήργησε λανθασμένα όταν αξιολογούσε την ικανότητα και αξία του αιτητή. Αντίθετα το Συμβούλιο κατέληξε στη σχετική απόφαση του αφού έλαβε υπόψη τα ουσιαστικά προσόντα του αιτητή, όπως επίσης και τα συγκεκριμένα πειθαρχικά παραπτώματα τα οποία επέσυραν ποινές φυλάκισης.

Το άρθρο 29(1) και (2) των σχετικών Κανονισμών προνοεί ότι,

"(1) Το Συμβούλιο Κρίσεων ή, αναλόγως της περιπτώσεως, το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων κρίνει τους Αξιωματικούς με βάση τα στοιχεία που περιέχονται στους ατομικούς τους φακέλους.

(2) Στον ατομικό φάκελο του κάθε Αξιωματικού πρέπει απαραιτήτως να υπάρχουν:

(α) Ολες οι εκθέσεις ικανότητάς του που αναφέρονται στον Κανονισμό 30Χ

(β) όλες οι προηγούμενες αποφάσεις Συμβουλίων Κρίσεων γι' αυτόνΧ

(γ) πιστοποιημένα αντίγραφα των ακαδημαϊκών του προσόντων σχετικά με τη μέση, ανώτερη και ανώτατη εκπαίδευση και τη στρατιωτική σχολή ή άλλες στρατιωτικές σχολές στις οποίες έχει τυχόν φοιτήσειΧ

(δ) στοιχεία των θέσεων στις οποίες έχει υπηρετήσει και η χρονική περίοδος της καθεμιάς απ' αυτέςΧ

(ε) στοιχεία και εκθέσεις για την κατάσταση της υγείας τουΧ

(στ) οι τυχόν εκθέσεις ή στοιχεία για την πολεμική του δράσηΧ

(ζ) οι τυχόν προτάσεις και απονομές ηθικών αμοιβώνΧ

(η) οι τυχόν καταδίκες του από ποινικά δικαστήριαΧ

(θ) οι τυχόν επιβληθείσες σ' αυτόν πειθαρχικές ποινές οποιασδήποτε μορφής και τα αιτιολογικά τους."

 

Από την παράθεση των προνοιών του άρθρου 29(1) και (2) των Κανονισμών προκύπτει ότι το Συμβούλιο έχει την εξουσία να κρίνει τον κάθε Αξιωματικό σύμφωνα με το περιεχόμενο του ατομικού του φακέλου, μέσα στον οποίο θα πρέπει απαραίτητα να συμπεριλαμβάνονται και "οι τυχόν επιβληθείσες σ' αυτόν πειθαρχικές ποινές οποιασδήποτε μορφής και τα αιτιολογικά τους". Η συνδυασμένη εφαρμογή των άρθρων 29(1) και (2), 33(1) και 46(1) οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η επίδικη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή. Το ίδιο θέμα εξετάστηκε στην υπόθεση Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας (Προσφυγή 379/92 της 8/11/93) όπου ο Δικαστής Πικής (όπως ήταν τότε) είχε πει μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:

"Κρίνω την εισήγηση που υποβλήθηκε εσφαλμένη. Οι Κανονισμοί ρητά προβλέπουν ότι πειθαρχική καταδίκη διατηρεί την ισχύ της και επενεργεί ως στοιχείο κρίσεως για 10 χρόνια [βλ. Κ.29(2)(θ)]. Επομένως, εφόσον παραμένει η πειθαρχική καταδίκη στον ατομικό φάκελο του αξιωματικού μέσα στη χρονική περίοδο των 10 ετών, λαμβάνεται υπόψη στην αξιολόγηση των ουσιαστικών προσόντων τα οποία καθορίζονται στον Κ.33(1), μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται η πειθαρχία και η αφοσίωση στο καθήκον. Συνεπώς δε διαπιστώνεται σφάλμα στη συμπερίληψη προηγούμενων καταδικών στα στοιχεία κρίσεως του αιτητή, παρόλο που οι επιπτώσεις των πειθαρχικών καταδικών στα ουσιαστικά προσόντα του αιτητή δεν καταγράφονται στη ληφθείσα απόφαση. Δεν υπάρχει βαθμολογία του αιτητή για κάθε ένα από τα ουσιαστικά στοιχεία κρίσεως. Για το λόγο αυτό, δεν μπορεί να προσδιοριστεί ο βαθμός στον οποίο οι προηγούμενες πειθαρχικές καταδίκες επενέργησαν στη μη κατάταξή του ως προακτέου "κατ' εκλογήν"."

 

Στην παρούσα περίπτωση όπως προκύπτει από τα στοιχεία που έχουν παρουσιασθεί, το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων Αξιωματικών έλαβε υπόψη το περιεχόμενο του ατομικού φακέλου μέσα στον οποίο υπήρχε τόσο η θετική εικόνα που προκύπτει από τις βαθμολογίες, όπως επίσης και η αρνητική εικόνα που προκύπτει από την ύπαρξη των καταδικών σε φυλάκιση. Η εισήγηση ότι η σχετική κρίση βασίστηκε στις δύο καταδίκες δεν είναι ορθή. Το Συμβούλιο προέβηκε σε μια συνολική αξιολόγηση των στοιχείων που υπήρχαν ενώπιον του, χωρίς να παραγνωρίζει τη θετική εικόνα του αιτητή. Η εισήγηση ότι υπήρξε πλάνη περί το Νόμο και/ή τα πράγματα απορρίπτεται.

 

(iii) Ελλειψη αιτιολογίας

Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων Αξιωματικών κατέληξε σε ένα αναιτιολόγητο και αυθαίρετο συμπέρασμα αφού το Συμβούλιο είχε υποχρέωση να αιτιολογήσει γιατί τα δύο πειθαρχικά παραπτώματα που οδήγησαν στην επιβολή ποινών φυλάκισης, κρίθηκαν ικανά και/ή αρκετά για να υπερισχύσουν της εξαίρετης αξιολόγησης του.

Η εισήγηση του αιτητή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Η σχετική αιτιολογία παρουσιάζεται ανάγλυφη στα σχετικά πρακτικά από τα οποία κρίνω σκόπιμο να παραθέσω το πιο κάτω απόσπασμα που προσφέρει την απάντηση στην εισήγηση του αιτητή.

"2. Ο Πρόεδρος και ένα Μέλος του Συμβουλίου κατέληξαν στην προαναφερθείσα απόφαση, παρ' όλο που οι βαθμολογίες σας στα ουσιαστικά προσόντα στις Εκθέσεις Ικανότητας σας στον κατεχόμενο βαθμό δικαιολογούσαν κρίση ανώτερης διαβάθμισης, αφού έκριναν ότι τα δύο πειθαρχικά παραπτώματα που διεπράξετε και για τα οποία σας επιβλήθηκαν στις 09/12/92 και 11/03/98, οι πειθαρχικές ποινές της 10ήμερης φυλάκισης και της 8ήμερης φυλάκισης αντίστοιχα, ήταν ιδιαίτερα σοβαρά, δεδομένου ότι τα γεγονότα δεικνύουν ότι δεν επιδείξατε τη δέουσα επιμέλεια και προσοχή για την ασφαλή φύλαξη και διαχείριση του ατομικού σας οπλισμού."

 

Από τα πιο πάνω προκύπτει καθαρά ότι το Συμβούλιο έλαβε υπόψη τις αξιολογημένες εκθέσεις ικανότητας του αιτητή, αλλά έκρινε ότι η φύση και η σοβαρότητα των δύο πειθαρχικών παραπτωμάτων του αιτητή επηρέαζαν δυσμενώς τη θετική εικόνα που διαμόρφωναν οι εκθέσεις και συνιστούσαν ένα δυσμενές στοιχείο εναντίον του. Η πιο πάνω σχετική αναφορά στα πρακτικά της υπόθεσης περιέχει την απαιτούμενη αιτιολογία.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος του αιτητή.

 

 

 

 

 

Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,

Δ.

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο