ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2002) 4 ΑΑΔ 141

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 1101/99

Ενώπιον: ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Handy Andy Co. Ltd., εκ Λεμεσού

Αιτήτριας< /P>

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

      1. Υπουργού Οικονομικών
      2. Διευθυντή Τμήματος Τελωνείων Κ αθ΄ ων η αίτηση

- - - - - -

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 1.2.2002

Για την αιτήτρια: κα Α. Λυκούργου.

Για τους καθ΄ων η αίτηση: κ. Στ. Θεοδούλου, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας.

- - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Στις 19.11.1997 και στις 28.7.1998 η αιτήτρια, μέσω των εκτελωνιστών της, κατέθεσε στο Τελωνείο Λεμεσού δύο διασαφήσεις εισαγωγής του είδους patata julienne (ή potato pellets) το οποίο χρησιμοποιείται ως πρώτη ύλη για την παραγωγή «snacks». Και στις δύο διασαφήσεις το είδος δηλώθηκε και ταξινομήθηκε από το Τμήμα Τελωνείων στη δασμολογική κλάση 1901 90 99 19 με αποτέλεσμα, για μεν την εισαγωγή της 19.11.1997 να καταβληθεί εισαγωγικός δασμός και έκτακτη προσφυγική επιβάρυνση ύψους £220, ενώ για την εισαγωγή της 28.7.1998 να μην καταβληθεί οποιοδήποτε ποσό εισαγωγικού δασμού ή έκτακτης προσφυγικής επιβάρυνσης.

Στις 16.8.1999 το Τμήμα Τελωνείων πληροφόρησε την αιτήτρια ότι, ύστερα από διερεύνηση, επαναταξινόμησε το εισαχθέν είδος και το έθεσε στη δασμολογική κλάση 2005 20 80 99, με αποτέλεσμα η αιτήτρια να οφείλει το συνολικό ποσό των £13.627 εισαγωγικούς δασμούς και έκτακτη προσφυγική επιβάρυνση. (Βλ. Παράρτημα 5 στην Ένσταση).

Η πιο πάνω απόφαση του Τμήματος Τελωνείων, με την οποία ανακλήθηκαν οι ταξινομήσεις της 19.11.1997 και 28.7.1998, είναι το αντικείμενο της προσφυγής. Το δε επίδικο ζήτημα επικεντρώνεται στην εγκυρότητα της ανάκλησης.

Σύμφωνα με τη δικηγόρο της αιτήτριας οι ανακαλούμενες αποφάσεις της 19.11.1997 και 28.7.1998 αποτελούν νόμιμες διοικητικές αποφάσεις, καλύπτονται από ισχυρό τεκμήριο νομιμότητας και, επομένως, δεν μπορούν να ανακληθούν. Διαζευκτικά, σύμφωνα πάντοτε με τη δικηγόρο της αιτήτριας, εάν οι ανακαλούμενες αποφάσεις της 19.11.1997 και 28.7.1998 ήθελαν θεωρηθεί ως παράνομες, και πάλι δεν μπορούν να ανακληθούν ενόψει της απουσίας δόλου εκ μέρους της αιτήτριας και του μεγάλου χρονικού διαστήματος το οποίο διέρρευσε μεταξύ αυτών και της ανακλητικής απόφασης της 16.8.1999, διάστημα το οποίο δεν μπορεί με κανένα τρόπο να χαρακτηριστεί ως «εύλογο». Παρέπεμψε σχετικά στην απόφαση Hadjikyriakos Ltd v. Republic (1987) 3 CLR 854, στη σελίδα 857.

Αντίθετη ήταν η θέση του δικηγόρου του Τελωνείου. Υποστήριξε ότι η είσπραξη οφειλόμενων, δυνάμει του νόμου, δασμών και επιβαρύνσεων είναι ζήτημα δημοσίου συμφέροντος, η δε ανάκληση των διοικητικών αποφάσεων της 19.11.1997 και 28.7.1998, με την απόφαση της 16.8.1999, «θα πρέπει να εξεταστεί μέσα από το πρίσμα της ανάγκης για προστασία του δημοσίου συμφέροντος». Παρέπεμψε σχετικά στην απόφαση Αιμίλιος Ηλιάδης Λτδ ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή Αρ. 492/91, απόφαση 20.10.1992.

Με βάση τα στοιχεία τα οποία έχω ενώπιόν μου, προκύπτει ότι η ανακλητική απόφαση της 16.8.1999, η οποία και συνιστά το αντικείμενο της προσφυγής, στηρίχθηκε στη βάση ότι οι αρχικές ταξινομήσεις του είδους ήταν λανθασμένες και, ως εκ τούτου, αντίθετες με τις σχετικές πρόνοιες της τελωνειακής νομοθεσίας. Είναι, επομένως, πρόδηλο ότι η απόφαση της 16.8.1999 δεν μπορεί να χαρακτηριστεί παρά ως ανάκληση παράνομων διοικητικών αποφάσεων.

Οι αρχές οι οποίες διέπουν την ανάκληση των παράνομων διοικητικών αποφάσεων (ή πράξεων) διατυπώθηκαν σε σωρεία αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Στη Nicolas Yiangou and Another v. The Republic (1976) 3 CLR 101, στις σελίδες 105-106, η Ολομέλεια υιοθέτησε το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση 3027/1967 του Συμβουλίου της Επικρατείας στο οποίο και εκτίθεται, με σαφήνεια, η νομική προσέγγιση του θέματος:

«. η ανάκλησις, και παρανόμου έτι διοικητικής πράξεως δεν είναι επιτρεπτή μετά την πάροδον ευλόγου χρόνου, κρινομένου κατά τας εκάστοτε συνθήκας, εάν εξ αυτής παρήχθη πραγματική κατάστασις προστατευτέα εν όψει των αρχών της χρηστής Διοικήσεως, πλην εάν αύτη προεκλήθη δι΄ απατηλής ενεργείας του ενδιαφερομένου ή δεν ετηρήθη υπ΄ αυτού όρος τεθείς εν αυτή με την επιφύλαξιν της ανακλήσεως ή συντρέχη λόγος δημοσίου συμφέροντος.»

Ενόψει των πιο πάνω αρχών, έχω την άποψη ότι, έστω και αν ο χρόνος ο οποίος μεσολάβησε μεταξύ των αποφάσεων της 19.11.1997 και της 28.7.1998, οι οποίες ανακλήθηκαν, και της αποφάσεως της 16.8.1999, η οποία τις ανακάλεσε, ήθελε θεωρηθεί ως «μη εύλογος», εν τούτοις, η ανάκληση ήταν επιτρεπτή διότι συνέτρεχε λόγος δημοσίου συμφέροντος, εκείνος της είσπραξης των ορθών κατά νόμο δασμών και επιβαρύνσεων. Όπως εύστοχα παρατήρησε ο Πικής, Δ., όπως ήταν τότε, στην Αλέξανδρος Σολέας & Υιός Λτδ ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή Αρ. 395/92, απόφαση 8.4.1993, «. η διαρροή του χρόνου δεν αποτελεί κώλυμα για την ανάκληση όπου η παράνομη διοικητική πράξη αντιστρατεύεται το δημόσιο συμφέρον που στην προκείμενη περίπτωση επιβάλλει την απαρέγκλιτη εφαρμογή του προβλεπόμενου από το νόμο δασμολογίου.»

Η προσφυγή απορρίπτεται με £500 έξοδα εις βάρος της αιτήτριας.

 

Ρ. Γαβριηλίδης

Δ.

/ΧΤΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο