ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1030/2000

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΚΡΑΜΒΗ, Δ.

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.

ΜΕΤΑΞΥ:

Φοίβου Γρίβα, από τη Λευκωσία,

Αιτητή,

- και -

Δήμου Λεμεσού,

Καθ΄ων η αίτηση.

ΚΑΙ ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΜΕΤΑ ΑΠΌ ΔΙΑΤΑΓΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡ. 8.3.2001

ΜΕΤΑΞΥ:

1. Δημήτρη Γρίβα,

2. Μαρίας Ιωαννίδη, και οι δύο από τη Λεμεσό, ως οι μόνοι

κληρονόμοι του Φοίβου Γρίβα, τέως από τη Λεμεσό,

Αιτητών,

- και -

Δήμου Λεμεσού,

Καθ΄ων η αίτηση.

- - - - - -

13 Φεβρουαρίου, 2002.

Για τους αιτητές: κ. Χρ. Νικολάου.

Για τους καθ΄ων η αίτηση: κα Αραλιού για κ. Α. Νεοκλέους.

- - - - - -

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Ο αρχικός αιτητής (προσφεύγων) Φοίβος Γρίβας απεβίωσε και στις 8.3.2001 εκδόθηκε διάταγμα δικαστηρίου το οποίο επέτρεπε την αντικατάσταση του προσφεύγοντος (από τώρα και στο εξής θα αναφέρεται ως ο αρχικός αιτητής) από το Δημήτρη Γρίβα και Μαρία Ιωαννίδη ως τους μόνους κληρονόμους της περιουσίας του.

Ο αρχικός αιτητής την 14.6.91 εξασφάλισε την υπ΄ αριθμ. 552 άδεια διαίρεσης σε οικόπεδα του ακινήτου του με στοιχεία Φύλλο/Σχέδιο LIV/33, Τεμάχιο 949, στην Αγία Φύλα, Λεμεσό.

Μεταξύ των όρων της άδειας διαχωρισμού ήταν και οι όροι 1 και 3:

"1. Ο διαχωρισμός των οικοπέδων και η κατασκευή των δρόμων να γίνουν σύμφωνα με τους Ειδικούς Ορους για τον διαχωρισμό γης σε οικόπεδα και κατασκευή δρόμων που επισυνάπτονται.

΄3 Σε περίπτωση που κατά την οροθέτηση από το Κτηματολόγιο διαπιστωθεί ότι η επί τόπου κατάσταση δεν συμφωνεί απόλυτα με το εγκριμένο χωρομετρικό σχέδιο, τότε το θέμα ν΄ αναφερθεί στο Δημοτικό Μηχανικό για εξέταση του ενδεχόμενου τροποποίησης του σχεδίου διαχωρισμού."

 

 

Κατά τη διάρκεια χωρομετρικής εργασίας από το Κτηματολόγιο, διαπιστώθηκε ότι το πλάτος του κύριου δρόμου, μπροστά από το υπό διαχωρισμό τεμάχιο δεν ήταν προσαρμοσμένο στο ρυμοτομικό σχέδιο που πρόβλεπε διαπλάτυνση του υφιστάμενου δημόσιου δρόμου.

Το θέμα, απασχόλησε την Επιτροπή Οικοδομών του Δήμου Λεμεσού. Από τα πρακτικά της συνεδρίας της εν λόγω Επιτροπής ημερ. 25.6.93 προκύπτει ότι:

"Ο Δημοτικός Μηχανικός Β΄ ενημέρωσε την Επιτροπή Οικοδομών ότι κατόπιν εντοπισμού από το Κτηματολόγιο προβλήματος αναφορικά με το πλάτος του κύριου δρόμου μπροστά από τα υπό διαχωρισμό οικόπεδα το οποίο είναι καθορισμένα σε 15,25 μ. (50 πόδια) και επιθυμητό πλάτος σε 18,30 μ. (50 πόδια) λόγω ανέγερσης πολυκατοικίας έναντι των υπό διαχωρισμό οικοπέδων η Επιτροπή Οικοδομών ομόφωνα αποφάσισε να εγκρίνει τις πιο κάτω εισηγήσεις του Δημοτικού Μηχανικού Β΄.

1. Μετατόπιση προς τα μέσα του συνόρου των υπό διαχωρισμό οικοπέδων πάνω στον κύριο δρόμο κατά 2,60 μ - 2,70μ (8.5 - 9.0 πόδια) νοουμένου ότι η δημόσια πλατεία που αφέθηκε θα μειωθεί σε εμβαδόν όσο είναι η επηρεαζόμενη λωρίδα γης λόγω της μετατόπισης του μπροστινού συνόρου των οικοπέδων πάνω στον κύριο δρόμο.

2. Ο ιδιοκτήτης δεν θα έχει ευθύνη κατεδάφισης και ανακατασκευής των υφιστάμενων πεζοδρομίων πάνω στον κύριο δρόμο αλλά θα κατασκευάσει πεζοδρόμια στην νέα τους θέση πλάτους 2,45 μ. (8 πόδια).

3. Την ευθύνη για την μετακίνηση των ηλεκτρικών στύλλων θα έχει εξ ολοκλήρου ο Δήμος Λεμεσού."

 

 

Ο Δήμος Λεμεσού με επιστολή ημερ. 4.10.93 πληροφόρησε τον αιτητή σχετικά με την πιο πάνω απόφαση της Επιτροπής Οικοδομών. Το περιεχόμενο της επιστολής αυτής παρατίθεται:

"Αναφέρομαι στην άδεια διαχωρισμού γης σε οικόπεδα με αρ. Φακ. Δ.Μ. 153/90 και σας πληροφορώ ότι η επιτροπή οικοδομών απεφάσισε στις 25.6.1993 τα πιο κάτω:

1. Μετατόπιση προς τα μέσα του συνόρου των υπό διαχωρισμό οικοπέδων πάνω στον κύριο δρόμο κατά 2.,60 μ - 2,70 μ (8.5 - 9.0 πόδια) νοουμένου ότι η δημόσια πλατεία που αφέθηκε θα μειωθεί σε εμβαδόν όσο είναι η επηρεαζόμενη λωρίδα γης λόγω της μετατόπισης του μπροστινού συνόρου των οικοπέδων πάνω στον κύριο δρόμο.

2. Ο ιδιοκτήτης δεν θα έχει ευθύνη κατεδάφισης και ανακατασκευής των υφιστάμενων πεζοδρομίων πάνω στον κύριο δρόμο αλλά θα κατασκευάσει πεζοδρόμια στη νέα τους θέση πλάτους 2,45 μ. (8 πόδια).

3. Την ευθύνη για την μετακίνηση των ηλεκτρικών στύλλων θα έχει εξ ολοκλήρου ο Δήμος Λεμεσού.

Η πιο πάνω απόφαση βασίζεται στις ανάγκες του οδικού δικτύου της περιοχής και συγκεκριμένα στην ανάγκη διαπλάτυνσης του κύριου δρόμου της Αγίας Φύλας με τον οποίο συνορεύει η διαχωριζόμενη γη."

 

 

Ο αιτητής με επιστολή μέσω των δικηγόρων του ημερ. 5.11.93, ζήτησε επανεξέταση της πιο πάνω απόφασης.

Στη συνέχεια, η Επιτροπή Οικοδομών συνήλθε σε συνεδρία στις 2.12.93. Στα πρακτικά της συνεδρίας σημειώνεται ότι δέχθηκε σε ακρόαση τον αιτητή και ότι σε σχέση με την προηγούμενη απόφασή της ημερ. 25.6.93, πρότεινε στον αιτητή τη μη κατασκευή των πεζοδρομίων μπροστά από τα υπό διαχωρισμό οικόπεδα επειδή "υπάρχουν ήδη κατασκευασμένα πεζοδρόμια και η παραχώρηση της λωρίδας γης προς το δημόσιο από τα εν λόγω οικόπεδα θα γίνει δωρεάν".

Ακολούθησε η επιστολή του Δήμου Λεμεσού ημερ. 25.1.94 προς τους δικηγόρους του αιτητή το περιεχόμενο της οποίας παρατίθεται:

"Αναφέρομαι στην επιστολή σας με στοιχεία G.110/93/EB και ημερομηνίας 5.11.93 σχετικά με την άδεια διαχωρισμού σε οικόπεδα του κ. Φοίβου Γρίβα και παρακαλώ σημειώστε ότι η Επιτροπή Οικοδομών του Δήμου Λεμεσού κατά τες Συνεδρίες αυτής στις 25.6.93 και 2.12.93 αποφάσισε τα πιο κάτω:

1. Μετατόπιση προς τα μέσα του συνόρου των υπό διαχωρισμό οικοπέδων πάνω στον κύριο δρόμο κατά 2,60 μ - 2,70 μ (8.5 - 9.0 πόδια) νοουμένου ότι η δημόσια πλατεία που αφέθηκε θα μειωθεί σε εμβαδό όσο είναι η επηρεαζόμενη λωρίδα γης λόγω της μετατόπισης του μπροστινού συνόρου των οικοπέδων πάνω στον κύριο δρόμο.

2. Ο ιδιοκτήτης δεν θα έχει ευθύνη κατεδάφισης και ανακατασκευής των υφιστάμενων πεζοδρομίων και ούτε θα κατασκευάσει νέα πεζοδρόμια πάνω στον κύριο δόμο.

3. Την ευθύνη για την μετακίνηση των ηλεκτρικών στύλλων θα έχει εξ ολοκλήρου ο Δήμος Λεμεσού."

 

 

Την 18.5.94 εκδόθηκε νέα άδεια διαίρεσης γης αρ. 628 με ισχύ μέχρι την 17.5.97. Σημειώθηκε ωστόσο, ότι οι όροι και οι δεσμεύσεις της αρχικής άδειας εξακολουθούσαν να ισχύουν.

Στις 15.10.97, ο αιτητής με επιστολή μέσω των δικηγόρων του καλούσε τους καθ΄ ων η αίτηση να εκπληρώσουν την υποχρέωση που είχαν αναλάβει για την κατασκευή των πεζοδρομίων με βάση την απόφασή τους ημερ. 2.12.93.

Η Επιτροπή Οικοδομών του Δήμου Λεμεσού κατά τη συνεδρία της που πραγματοποιήθηκε στις 21.3.2000 εξέτασε αίτηση για έκδοση πιστοποιητικού τελικής έγκρισης διαχωρισμού γης σε οικόπεδα του αρχικού αιτητή και αποφασίστηκε η παραπομπή της υπόθεσης στο νομικό λειτουργό του Δήμου για γνωμάτευση κατά πόσο η προηγούμενη απόφαση της Επιτροπής Οικοδομών ήταν νόμιμη "λόγω του γεγονότος ότι ήταν παρακαθήμενη η Υπηρεσία".

Ο νομικός λειτουργός του Δήμου με χειρόγραφο σημείωμά του ημερ. 6.4.2000 σημείωσε τα πιο κάτω:

"Η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου είναι πάγια στο θέμα που εγείρεται από την Επιτροπή Οικοδομών στις 21.3.2000 θέμα 4ον.

Κατά τη διαβούλευση και λήψη της απόφασης του Διοικητικού Οργάνου για έκδοση Διοικητικής Πράξης δεν πρέπει να παρευρίσκονται άλλα πρόσωπα από εκείνα που προβλέπει η νομοθεσία. Η παρουσία άλλων προσώπων αποτελεί λόγο ακύρωσης της απόφασης για κακή σύνθεση του οργάνου."

 

 

Στις 18.4.2000, η Επιτροπή Οικοδομών του Δήμου Λεμεσού συνήλθε σε συνεδρία και σύμφωνα με τα πρακτικά αποφασίστηκε ομόφωνα να "ζητηθεί από τους αιτητές να κατασκευάσουν τα πεζοδρόμια και να ληφθούν υπόψη οι απόψεις των Αρχών Κοινής Ωφελείας, ούτως ώστε να γίνουν οι απαραίτητες εργασίες των Αρχών Κοινής Ωφελείας". Η πιο πάνω απόφαση, ήτοι η υποχρέωση κατασκευής των νέων πεζοδρομίων κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερ. 19.5.2000.

Με την παρούσα προσφυγή ο αρχικός αιτητής ζητά:

"Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη ή απόφαση του Καθ΄ ου η Αίτηση που κοινοποιήθηκε με γραπτή ειδοποίηση στον Αιτητή ημερομηνίας 19/5/2000 με την οποία του επιβλήθηκε η υποχρέωση και/ή όρος για κατασκευή νέων πεζοδρομίων επί της οδού 1ης Απριλίου στην περιοχή Αγ. Φύλας στην Λεμεσό και/ή με την οποία ανακάλεσαν και/ή κατάργησαν προηγούμενη τους νόμιμη και/ή επωφελή για τον αιτητή διοικητική πράξη ημερομηνίας 25/1/94 και/ή κατάρτισαν μονομερώς δικαιώματα του αιτητή και/ή δική τους υποχρέωση έναντι του αιτητή είναι άκυρη και/ή παράνομη και/ή εσφαλμένη και/ή χωρίς οποιοδήποτε νομικό αποτέλεσμα."

 

 

Ο βασικός ισχυρισμός των αιτητών είναι ότι υπό τις περιστάσεις, δεν εδικαιολογείτο η ανάκληση της διοικητικής πράξης ημερ. 2.12.93. Είναι η θέση τους ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι το αποτέλεσμα παραβίασης των αρχών της χρηστής διοίκησης και της αρχής της καλής πίστης από μέρους της Διοίκησης και εισηγούνται ότι η επίδικη πράξη είναι ακυρώσιμη κατ΄ εφαρμογή των αρχών της χρηστής διοίκησης, της καλής πίστης, της αρχής της συνεπούς συμπεριφοράς, της εμπιστοσύνης προς τη Διοίκηση ως και τη διοικητική ηθική. Οι αιτητές αναφέρουν στη γραπτή τους αγόρευση:

"Μετά την από μέρους του Αιτητή αποδοχή και εφαρμογή όρου για μετατόπιση των συνόρων των οικοπέδων του και άρα του περιορισμού του εμβαδού των δεν ήταν πλέον ανοικτό στους Καθ΄ ων η Αίτηση μετά που ο αρχικός Αιτητής είχε μεταβάλει την θέση του με τρόπο μη αναστρέψιμο, να ξαναεπιβάλουν τον όρο που είχαν ήδη αποδεκτεί να καταργήσουν, αναλαμβάνοντας μάλιστα ρητά οι ίδιοι έναντι του αρχικού Αιτητή την εκπλήρωση του. Πολύ δε περισσότερο δεν αποτελούσε ανοικτή για τους Καθ΄ ων η Αίτηση επιλογή η επανεπιβολή του όρου αυτού 9 χρόνια μετά την παραχώρηση της άδειας και 7 περίπου χρόνια μετά την απόσυρση του συγκεκριμένου όρου και μάλιστα μετά από τις διαμαρτυρίες του αρχικού Αιτητή για την από μέρους των Καθ΄ ων η Αίτηση καθυστέρηση στην κατασκευή των νέων πεζοδρομίων που είχαν αναλάβει έναντι του να κατασκευάσουν."

 

 

Οι αιτητές ισχυρίζονται περαιτέρω ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται αιτιολογίας. Υποστηρίζουν συναφώς ότι από την επιστολή των καθ΄ ων η αίτηση ημερ. 19.5.2000 με την οποία γνωστοποιείτο στον αρχικό αιτητή η προσβαλλόμενη απόφαση, απουσιάζει οποιαδήποτε εξήγηση αναφορικά με τους λόγους στάσης της διοίκησης ή τον τρόπο άσκησης της διακριτικής τους ευχέρειας για την εκ νέου υποβολή του όρου κατασκευής πεζοδρομίων.

Λέγουν επίσης ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω παράβασης ουσιώδους τύπου γιατί απουσιάζει η προβλεπόμενη από το νόμο ειδοποίηση στον αιτητή για τη δυνατότητα του να προσβάλει τη σχετική απόφαση της διοίκησης. Επικαλούνται προς τούτο το άρθρο 5 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου 158(1)/99.

Η θέση των καθ΄ ων η αίτηση επί του θεματος είναι ότι η ανακληθείσα απόφαση ήταν παράνομη ως ληφθείσα υπό οργάνου με κακή σύνθεση και ενόψει τούτου η διοίκηση άσκησε δεόντως τη διακριτική της ευχέρεια έχοντας υπόψη το νόμο και σταθμίζοντας το δημόσιο συμφέρον και το συμφέρον του αιτητή.

Οι καθ΄ ων η αίτηση παραπέμπουν στα στοιχεία του διοικητικού φακέλου και εισηγούνται ότι προκύπτει από αυτά η αιτιολογία της απόφασης που είναι βασισμένη στη διαπίστωση που προέκυψε από τον εσωτερικό έλεγχο νομιμότητας που είχε προηγηθεί δηλαδή, ότι λόγω της κακής σύνθεσης των καθ΄ ων η αίτηση, η ανακληθείσα απόφαση ήταν κατά την άποψη τους παράνομη.

Στην προκείμενη περίπτωση η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη συνιστά ανάκληση προηγούμενης ευμενέστερης πράξης για τον αιτητή και άρα για τους νυν αιτητές κληρονόμους της περιουσίας του. Οι καθ΄ ων η αίτηση απλά εξέδωσαν και κοινοποίησαν στον αρχικό αιτητή την ανακληθείσα διοικητική πράξη χωρίς καμιά αιτιολογία. Ανακλητική διοικητική απόφαση πρέπει να αιτιολογείται.όπως κάθε άλλη απόφαση της διοίκησης. Πράξη με την οποία δημιουργείται κατάσταση δυσμενής για τον διοικούμενο ή κατά την εκτέλεση της οποίας μπορεί να επέλθει στέρηση ευεργετήματος στον ενδιαφερόμενο χρήζει αιτιολογίας. (Βλ. Σπηλιωτόπουλος, Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, Εκτη Εκδοση, παρ. 167).

Ο ισχυρισμός ότι η αιτιολογία συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου δεν ευσταθεί. Προκύπτει από τα πρακτικά προηγούμενης συνεδρίας των καθ΄ ων η αίτηση ημερ. 21.3.2000 ότι είχε εγερθεί από την ίδια την Επιτροπή Οικοδομών ζήτημα παρατυπίας της προηγούμενης απόφασης ημερ. 2.12.93 λόγω παρουσίας κατά τη λήψη της κάποιας "υπηρεσίας". Από τα πρακτικά της συνεδρίας που πραγματοποιήθηκε στις 18.4.2001 συνάγεται ότι η προηγούμενη απόφαση ημερ. 2.12.93, κρίθηκε άκυρη λόγω κακής σύνθεσης και αποφασίστηκε η εκ νέου επιβολή του όρου κατασκευής πεζοδρομίων.

Η ύπαρξη των στοιχείων αυτών από μόνη της χωρίς καμιά ένδειξη ως προς τον τρόπο με τον οποίο τα στοιχεία αυτά αξιολογήθηκαν, ή ποια βαρύτητα δόθηκε δεν συνιστούν δέουσα αιτιολογία. Η αναπλήρωση από το φάκελο της ελλείπουσας αιτιολογίας μπορεί να χωρήσει μόνο εφόσον η αιτιολογία προκύπτει ευθέως και αμέσως από τα στοιχεία του φακέλου γιατί διαφορετικά το ακυρωτικό δικαστήριο θα έπρεπε να αναζητήσει και σταθμίσει το ίδιο τα στοιχεία αυτά, οπότε θα υποκαθιστούσε την αρμόδια διοικητική αρχή στην κατ΄ ουσία εκτίμηση των διαφόρων στοιχείων. (Βλ. Πορίσματα Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 185-186.)

Εύλογα διερωτάται ο αιτητής πώς η ανάκληση της προηγούμενης πράξης και η επανεπιβολή του σχετικού όρου παρουσιάζεται ως ευθυγράμμιση της διοίκησης με την τυπική νομιμότητα λόγω κακής σύνθεσης στις 2.12.93 όταν η διοικητική πράξη ήταν επωφελής για τον διοικούμενο ενώ η ίδια η παρατυπία που είχε προηγηθεί στις 25.6.93 όταν η πράξη ήταν επαχθής αγνοήθηκε.

Η στάση της διοίκησης θα μπορούσε επίσης να χαρακτηρισθεί, όπως σωστά υποστήριξαν οι αιτητές, ότι είναι αντίθετη προς την έννοια της αρχής της καλής πίστης η οποία γενικά διέπει το διοικητικό δίκαιο.

Θα επαναλάβω ότι έχει ειπωθεί στη Γεωργία Παπαμιλτιάδους Μπατίστα ν. ΚΟΤ, προσφυγή αρ. 61/95, ημερ. 29.11.95:

 

"Με βάση τις πιο πάνω γενικές αρχές έχει αποφασιστεί ότι η διοίκηση οφείλει να χρησιμοποιεί το αυτό μέτρο κρίσης έναντι πάντων των ενδιαφερομένων πολιτών, είτε πρόκειται περί νομικών προσώπων είτε περί φυσικών προσώπων (Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, ανωτέρω, σελ. 182, υπόθ. 218 (39). Η διοίκηση μπορεί βέβαια να μεταβάλει τακτική ως προς τον τρόπο άσκησης της διακριτικής της εξουσίας, αλλά η μεταβολή αυτή χρήζει ειδικής αιτιολογίας. (Πορίσματα Σ.τ.Ε. ανωτέρω, σελ. 182, υπόθ. 1185 (34) και 343 (38)).

Οπως αναφέρει ο Π.Δ. Δαγτόγλου στο Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, Εκδοση 1977, σελ. 106 και 107, η συχνή και αυξανόμενη εξάρτηση του σύγχρονου ανθρώπου από την παροχική και ρυθμιστική κυρίως διοίκηση έχει δημιουργήσει μίαν αμεσότητα και στενότητα επαφής διοίκησης και ιδιώτη που καθιστά απαραίτητη την καλή πίστη στις σχέσεις τους. Από την αρχή της καλής πίστης προκύπτει ότι η διοίκηση δεν δικαιούται να εκμεταλλευτεί, ή ακόμα λιγότερο να δημιουργήσει καταστάσεις πλάνης, απάτης ή απειλής. Το Συμβούλιο της Επικρατείας εφαρμόζει μάλιστα στη διοίκηση την αρχή του estoppel (χωρίς βέβαια να την αναφέρει ρητώς) κατά την οποία η διοίκηση δεν δικαιούται, επικαλούμενη τις ίδιες της παραλείψεις, στις οποίες δεν συνέπραξε ο ιδιώτης, να αγνοεί μια ευνοϊκή για τον ιδιώτη πραγματική κατάσταση, δημιουργημένη από πολύ χρόνο και να αρνείται την υπέρ του ιδιώτη συναγωγή των ωφελημάτων και νομίμων συνεπειών που προκύπτουν από αυτήν (ΣτΕ 2024-2025/59). Σύμφωνα με τον ίδιο συγγραφέα η διοίκηση παραβαίνει την αρχή της καλής πίστης προπάντων όταν ενεργεί κατά τρόπο αντίθετο προς την δικαιολογημένη εμπιστοσύνη του ιδιώτη........ Η αντιφατική συμπεριφορά της διοίκησης (venire contra factum proprium) προσβάλλει τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη του ιδιώτη απέναντι της και μπορεί να στηρίξει την παρανομία της διοικητικής πράξης.

Οι ίδιες αρχές απασχόλησαν και την Κυπριακή νομολογία. Εχει αποφασιστεί ότι στο διοικητικό δίκαιο ισχύει η αρχή της καλής πίστης η οποία αποβλέπει στη διασφάλιση της σύμμετρης λειτουργίας των διοικητικών οργάνων και τον αποκλεισμό της αυθαιρεσίας (Ιφιγένεια Παπαλεοντίου και άλλοι ν. Δημοκρατίας Υπ. αρ. 637/92, 717/92 και 753/92, ημερ. 13.1.95). Η αρχή αυτή δεν επιτρέπει εκτροπή από τις αρχές του διοικητικού δικαίου ή λειτουργία της διοίκησης έξω από τους κανόνες της χρηστής διοίκησης. (Βλ. Vassiliou v. The Republic (1982) 3 CLR 220, Papadopoulou v. The Republic (1984) 3 CLR 332, Tamassos Tobacco Suppliers & Co v. Δημοκρατίας, Α.Ε. 903, ημερ. 28.2.92. Βλ. επίσης και Eleftherios Soteriou v. The Greek Communal Chamber and Another (1964) 3 CLR 83, 104 Medcom Construction and Others v. The Republic (1968) 3 CLR 535, 544 και Spyros Drousiotis v. The Cyprus Broadcasting Corporation (1984) 3 CLR 546, 552)."

 

 

Για τους λόγους που έχουν εξηγηθεί η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα υπέρ των αιτητών.

 

Α. Κραμβής,

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΣΦ.

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο