ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2001) 4 ΑΑΔ 833

20 Σεπτεμβρίου, 2001

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΙΩΑΝΝΗΣ Β. ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ,

Αιτητής,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

2. ΕΠΑΡΧΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,

Καθ΄ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 946/2000)

 

Έννομο Συμφέρον ― Ιδιοκτήτη φρέατος να προσβάλει την έκδοση άδειας ανόρυξης νέου φρέατος υπέρ άλλου ιδιοκτήτη το οποίο δυνατόν να επηρεάσει δυσμενώς το υφιστάμενο ― Ο περί Υδατοπρομήθειας (Ειδικά Μέτρα) Νόμος του 1964 (Ν.32/64) ― Ερμηνεία σε συνδυασμό με τον γενικότερης φύσεως περί Φρεάτων Νόμο, Κεφ. 351 ― Ανασκόπηση και κριτική της παλαιότερης πρωτόδικης νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Φρέατα ― Ανόρυξη ― Ανόρυξη νέου φρέατος πλησίον υφισταμένου ― Ο περί Υδατοπρομήθειας (Ειδικά Μέτρα) Νόμος του 1964 (Ν.32/64) ― Περιστάσεις της πεπλανημένης εφαρμογής του στην κριθείσα περίπτωση ― Συνέπειες.

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Λόγοι ακυρώσεως ― Πλάνη περί το νόμο ― Περιστάσεις στοιχειοθέτησής της στην κριθείσα περίπτωση.

Ο αιτητής προσέβαλε την έκδοση άδειας στο Αρδευτικό Τμήμα Κάτω Μαλερί για την ανόρυξη διάτρησης σε κτήμα όμορο προς το δικό του και σε απόσταση 150 ποδών από δική του προϋφιστάμενη διάτρηση.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1.  Οι καθ'ων η αίτηση δεν αμφισβήτησαν τη νομιμοποίηση του αιτητή να προσβάλει την έκδοση της νέας άδειας. Υπάρχουν όμως πρωτόδικες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου που άπτονται ευθέως του θέματος, αυτό είναι δημόσιας τάξης και πρέπει να εξεταστεί.

     Εγείρονται ζητήματα σε σχέση με τη διασύνδεση των προνοιών των Άρθρων 7 και 8 του Κεφ. 351 προς οτιδήποτε θα μπορούσε να συσχετισθεί προς το έννομο συμφέρον του Άρθρου 146.2 του Συντάγματος, έννοια άγνωστη τότε, προς προσβολή απόφασης για έκδοση άδειας ανόρυξης φρέατος.

     Είναι γεγονός πως πράγματι η προστασία των προσώπων που έχουν έννομο συμφέρον σε υφιστάμενο φρέαρ στο πλαίσιο του Κεφ. 351, φαίνεται να εξαντλείται στις ιδιαίτερες ρυθμίσεις του ίδιου του Κεφ. 351. Το ζήτημα είναι αν ο περιορισμός που τίθεται εξικνείται και σε ό,τι αφορά στη νομιμότητα της έκδοσης άδειας, η οποία τώρα μπορεί να αμφισβητηθεί και να αναθεωρηθεί ως εκτελεστή διοικητική πράξη δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Αλλά και σε περίπτωση καταφατικής απάντησης, το περαιτέρω θεμελιακής φύσης ερώτημα αν θα ήταν δυνατό να θεωρηθεί τέτοια ρύθμιση ως εναρμονισμένη προς το Σύνταγμα.

     Εν προκειμένω, ενώ καθ' υπόθεση η ανόρυξη νέας διάτρησης θα επηρεάζει τη απόδοση άλλης που υφίσταται νομίμως, δικαίωμα προσφυγής θα έχει μόνο το πρόσωπο, η διάτρηση του οποίου θα απέχει από την νέα 80 αλλά όχι 81 πόδια.  Ενώ ο επηρεασμός και των δυο θα είναι ο ίδιος.

     Τα πράγματα, μάλιστα, θα ήταν κτυπητά πιο ακραία σε περίπτωση όπως η παρούσα.  Περιείχε και το Κεφ. 351 πρόνοιες για τον καθορισμό περιοχών σε σχέση με τις οποίες χρειάζονται «ειδικά μέτρα για την άντληση ύδατος» (Άρθρο 4).  Την άδεια ανόρυξης ή κατασκευής φρέατος σε τέτοια περιοχή δεν την παρέχει ο Έπαρχος μόνος όπως τις συνήθεις αλλά ο Έπαρχος με τη συγκατάθεση του Πρώτου Λειτουργού Αναπτύξεως Υδάτων.  Το Άρθρο 7 αναφέρεται σε ανορύξεις ή κατασκευές φρεάτων «ανεξάρτητα από το ότι δυνατό να έχει χορηγηθεί άδεια από τον Έπαρχο βάσει των Άρθρων 3 ή 15 του Νόμου αυτού».  Δεν αναφέρεται σε άδεια εκδοθείσα βάσει του Άρθρου 4.  Επομένως, το δικαίωμα αγωγής του Άρθρου 8 δεν αναγνωρίζεται στην περίπτωση ανόρυξης ή κατασκευής φρέατος που ανορύχθηκε με άδεια δυνάμει του Άρθρου 4.  Πολύ λιγότερο δεν μπορεί να τίθεται ζήτημα αναγνώρισης τέτοιου δικαιώματος στην περίπτωση άδειας που χορηγείται δυνάμει των ιδιαίτερων διατάξεων του μεταγενέστερου Ν.32/64. Αν γινόταν δεκτό πως τώρα, με ισχύον το Σύνταγμα, η προστασία των προσώπων που έχουν συμφέρον σε υφιστάμενη διάτρηση εξαντλείται στα προβλεπόμενα από τα Άρθρα 7 και 8 του Κεφ. 351, θα υπήρχε η συνέπεια ότι ουδείς νομιμοποιείται να προσβάλει δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος απόφαση για άδεια που εκδίδεται δυνάμει του Ν.32/64.

     Η άδεια, συμπερασματικά, που εκδίδεται δυνάμει του Ν.32/64, είναι εκτελεστή διοικητική πράξη και συνεπώς είναι προσβλητή δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος από κάθε πρόσωπο που έχει συμφέρον με τα χαρακτηριστικά που καθορίζει το ίδιο το Σύνταγμα.

     Στην παρούσα περίπτωση οι δύο διατρήσεις βρίσκονται σε «ελεγχόμενη» περιοχή.  Αυτό εξ' ορισμού σημαίνει ότι κρίθηκε αρμοδίως ότι, όπως προνοεί το Άρθρο 3 του Ν.32/64, «λόγω εξαιρετικών περιστάσεων υφίσταται ή δυνατό να παρατηρηθεί σοβαρά έλλειψις ή ανεπάρκεια ύδατος» σε αυτή. Οπότε θεωρήθηκε αναγκαία «η λήψις ειδικών προστατευτικών των υδατίνων πηγών και συντηρήσεως της υδατοπρομηθείας εν τη τοιαύτη περιοχή μέτρων...»  Είναι αυτόδηλος ο ενδεχόμενος τουλάχιστον συγκεκριμένος δυσμενής επηρεασμός του αιτητή από την ανόρυξη νέας διάτρησης, μέσα στην ελεγχόμενη περιοχή, μάλιστα σε απόσταση τόσο κοντινή από τη δική του.

2.  Μπορεί να λεχθεί, ως προς την ουσία, πως ανάλογα με την περίπτωση επιβάλλεται καθήκον δέουσας διερεύνησης σε σχέση με κάθε ουσιώδες περισταστικό ώστε να απομακρύνεται το ενδεχόμενο λήψης της απόφασης κάτω από πλάνη περί τα πράγματα.  Εδώ ο ίδιος ο Ν.32/64 θέτει παραμέτρους.

     Για να εκδοθεί από τον Έπαρχο άδεια για διάτρηση σε ελεγχόμενη περιοχή χρειάζεται, σύμφωνα με το Άρθρο 5(1) η «σύμπραξη του Διευθυντή του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων».

     Είναι σαφές πως ο Διευθυντής συνέπραξε κατά παράβαση του Νόμου.  Όπως αποκαλύπτει ο φάκελος, και η άδεια εκδόθηκε χωρίς καμιά απολύτως έρευνα.  Μετρήθηκε η απόδοση της υφιστάμενης διάτρησης των ενδιαφερομένων, διαπιστώθηκε ότι αυτή μειώθηκε, διατυπώθηκε η άποψη ότι «πιθανόν να μην ικανοποιεί τις ανάγκες τους» και ακολούθησε η «σύμπραξη» του Διευθυντή και η έκδοση της άδειας.

     Οι ανάγκες των ενδιαφερομένων, θα μπορούσε να ήταν ένας από τους παράγοντες.  Δεν μπορούσε να ήταν ο αποκλειστικός και σε τελική ανάλυση η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατά πλάνη περί το νόμο.  Δεν είναι δυνατό να συμπράττει ο διευθυντής χωρίς έρευνα, διαπιστώσεις και αναφορά στη γενική κατάσταση των υδάτων και στο αποτέλεσμα που η νέα διάτρηση θα επιφέρει στις υδάτινες πηγές ή στην υδατοπρομήθεια της περιοχής.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Αριστοδήμου v. Κυπριακής Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 2498,

Παπαλλή v. Επάρχου Λευκωσίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 943,

Χαραλάμπους v. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 133.

Προσφυγή.

Προσφυγή από τον αιτητή κατά της χορήγησης στο ενδιαφερόμενο μέρος άδειας ανόρυξης διάτρησης.

Ι. Νικολάου, για τον Αιτητή.

Ε. Αντωνίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Με απόφαση του Επάρχου Λευκωσίας, συμπράττοντoς όπως απαιτεί ο περί Υδατοπρομήθειας (Ειδικά Μέτρα) Νόμος του 1964 (Ν.32/64), του Διευθυντή του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων, χορηγήθηκε  άδεια στο Αρδευτικό Τμήμα Κάτω Μαζερί, Κάτω Κατωκοπιάς, για την ανόρυξη διάτρησης. Η άδεια εκδόθηκε στις 31.8.99, η παρούσα προσφυγή ασκήθηκε στις 12.7.2000 και οι καθ΄ων η αίτηση έθεσαν αρχικά θέμα ως προς το εμπρόθεσμό της. Το εγκατέλεψαν στη συνέχεια, ορθά όπως δείχνουν τα στοιχεία, αφού η απόφαση δεν είχε δημοσιευθεί και δεν μπορούσε να αμφισβητηθεί η θέση του αιτητή πως έλαβε γνώση της έκδοσης της άδειας μόλις στις 19.6.00, όταν άρχισαν οι εργασίες για την ανόρυξη της διάτρησης.

Ο αιτητής είναι ιδιοκτήτης ακινήτου (με αριθμό τεμαχίου 875) στην ίδια περιοχή και με την απαιτούμενη άδεια ανόρυξε σ΄αυτό διάτρηση.  Η νέα διάτρηση βρίσκεται σε απόσταση μόλις 150 ποδών από τη δική του, στο όμορο κτήμα με αριθμό τεμαχίου 876/1 και η άντληση περαιτέρω ποσότητας νερού από αυτή θα έχει, όπως είναι η θέση του, καταστρεπτικές συνέπειες γι΄αυτόν.  Θα περιοριστούν τα αποθέματα και θα τεθεί σε κίνδυνο η βιωσιμότητα του κήπου εσπεριδοειδών που διατηρεί χάρις στο νερό της νόμιμης δικής του διάτρησης.

Το έννομο συμφέρον του αιτητή

Οι καθ΄ων η αίτηση δεν αμφισβήτησαν τη νομιμοποίηση του αιτητή να προσβάλει την έκδοση της νέας άδειας.  Έχω όμως υπόψη μου πρωτόδικες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου που άπτονται ευθέως του θέματος, αυτό είναι δημόσιας τάξης και πρέπει να το εξετάσω.  Στην Αριστοδήμου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 2498, ιδιοκτήτης νόμιμης διάτρησης προσέβαλε τη χορήγηση άδειας υπέρ άλλου για ανόρυξη φρέατος που βρισκόταν σε απόσταση 105 ποδών από τη δική του και με αναφορά στο Σύνταγμα, τη Νομοθεσία και τη νομολογία ο Στυλιανίδης, Δ., όπως ήταν τότε, αφού εξήγησε πως όλα τα υπόγεια νερά θεωρούνται απόλυτη ιδιοκτησία της Δημοκρατίας, ανασκόπησε την κατάσταση ως τη θέσπιση του περί Φρεάτων Νόμου Κεφ.351, όπως τροποποιήθηκε.  Ο οποίος, όπως κρίθηκε, καθορίζει την έννομη προστασία των ιδιοκτητών φρεάτων. Αυτοί προστατεύονται μόνο εφόσον η διάτρησή τους βρίσκεται σε απόσταση μικρότερη των 80 ποδών από τη νέα.  Διαφορετικά δεν έχουν έννομο συμφέρον με την έννοια του Άρθρου 146.2 του Συντάγματος.  Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση:

«Η έννομη προστασία σε ιδιοκτήτες φρεάτων καθορίζεται στις πρόνοιες των Άρθρων 7 και 8 του περί Φρεάτων Νόμου.  Η προστασία περιορίζεται σε φρέατα που απέχουν λιγότερο από 80 πόδια από το νέο φρέαρ και στην περίπτωση που η ποσότητα του νερού ουσιαστικά μειώνεται, ή είναι πιθανόν ουσιαστικά να μειωθεί από την άντληση ύδατος από φρέαρ που ανορύσσεται σε απόσταση λιγότερη από 80 πόδια.  Αν η απόσταση είναι πάνω από 80 πόδια, ο ιδιοκτήτης δεν έχει νόμιμο δικαίωμα, προστασία ή θεραπεία.»

Προκύπτει πως η πιο πάνω υπόθεση δεν αφορούσε σε «ελεγχόμενη» περιοχή οπότε δεν είχε εφαρμογή στην περίπτωση ο Ν.32/64.  Αυτό, όμως, κρίθηκε πως δεν άλλαζε την κατάσταση ως προς το έννομο συμφέρον στην Παπαλλή ν. Επάρχου Λευκωσίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 943.  Η υπόθεση αφορούσε στην έκδοση καλυπτικής άδειας υπέρ άλλου για διάτρηση που απείχε 400 πόδια από τη νομίμως υφιστάμενη του αιτητή.  Βρίσκονταν και οι δυο σε «ελεγχόμενη» περιοχή και το επιχείρημα πως οι όποιοι περιορισμοί του Κεφ.351 δεν είχαν εφαρμογή στην περίπτωση αφού ο ειδικός Ν.32/64 δεν έθετε θέμα αποστάσεων μεταξύ των διατρήσεων, απορρίφθηκε. Ο Χρυσοστομής Δ. έκρινε πως ο Ν.32/64 δεν είναι αυτοτελής.  Εξήγησε πως για ορισμένα θέματα είναι απαραίτητος ο συσχετισμός του με το γενικό Νόμο, το Κεφ.351, ο οποίος και τον συμπληρώνει και παρέθεσε ως σχετικό το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση του Πική Δ., όπως ήταν τότε, στην Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 133.

«Συσχετισμός των προνοιών του Ν.32/64 με εκείνες του Περί Φρεάτων Νόμου Κεφ.351 (Βλ.Τροποποιητικούς Νόμους Ν.47/61, Ν.19/72 και Ν.88/84) αποκαλύπτει ότι απώτερος στόχος του νομοθέτη με τη θέσπιση της νομοθεσίας του 1964 ήταν η επιβολή πρόσθετων περιορισμών στην παραχώρηση άδειας σε ιδιώτες για την ανόρυξη φρεάτων σε ελεγχόμενες περιοχές όπου το πρόβλημα των υδάτινων πόρων παρουσιάζεται ιδιαίτερα οξύ. Στις ελεγχόμενες περιοχές παραχώρηση άδειας για ανόρυξη φρέατος συναρτάται με τους διαθέσιμους υδάτινους πόρους στην ευρύτερη περιοχή - την ελεγχόμενη περιοχή - καθώς και το πρόγραμμα για την χρησιμοποίηση τους.»

Θεώρησε, με παραπομπή στην Αριστοδήμου (ανωτέρω), πως ο αιτητής δεν είχε έννομη ειδική σχέση με την προσβαλλόμενη πράξη και ότι δεν υφίστατο βλάβη υπό ορισμένη ιδιότητα που αναγνωρίζεται από τους κανόνες δικαίου.

Με όλο το σεβασμό θεωρώ ότι εγείρονται ζητήματα σε σχέση με τη διασύνδεση των προνοιών των άρθρων 7 και 8 του Κεφ.351 προς οτιδήποτε θα μπορούσε να συσχετισθεί προς το έννομο συμφέρον του άρθρου 146.2 του Συντάγματος, έννοια άγνωστη τότε, προς προσβολή απόφασης για έκδοση άδειας ανόρυξης φρέατος.  Η δυνατότητα στο πλαίσιο του Κεφ.351, το οποίο θεσπίστηκε πριν την έναρξη της ισχύος του Συντάγματος, για προσβολή της απόφασης για έκδοση άδειας με στόχο την ακύρωσή της, ήταν άγνωστη.  Το δε άρθρο 7 του Νόμου εκείνου δεν αφορά σε κριτήρια για την έκδοση τέτοιας άδειας αλλά την προϋποθέτει, ως έγκυρη μάλιστα. Το Κεφ.351 καθιστά παράνομη (βλ.άρθρο 13) την χωρίς άδεια από τον Έπαρχο ανόρυξη ή κατασκευή φρέατος (άρθρο 3).  Επίσης την πλάτυνση ή την εκβάθυνση ή με άλλο τρόπο επέκταση υφιστάμενου φρέατος.  Περαιτέρω, ενώ επιτρέπει, μεταξύ άλλων, την χωρίς άδεια ανόρυξη φρέατος σε απόσταση μικρότερη των 20 ποδών από άλλο νόμιμο που εγκαταλείφθηκε και πληρώθηκε, καθιστά αδίκημα την ανόρυξη ή κατασκευή τέτοιου νέου φρέατος, σε απόσταση που δεν υπερβαίνει τα 80 πόδια από υπάρχον φρέαρ που ανήκει σε άλλο ιδιοκτήτη.

Εν τούτοις, όπως προβλέπει το άρθρο 7, ανεξάρτητα από την ύπαρξη άδειας γι αυτό, κανένα φρέαρ δεν ανορύσσεται ή κατασκευάζεται, στην περίπτωση που συζητούμε «μέσα σε απόσταση 80 ποδών από οποιοδήποτε άλλο φρέαρ από το οποίο ανορύσσετα ύδωρ στην επιφάνεια......».  Αυτό, όμως, σύμφωνα με τη συνέχεια της ρύθμισης, αν με την ανόρυξη ή την κατασκευή οποιουδήποτε τέτοιου φρέατος, η ποσότητα του ύδατος του άλλου φρέατος «μειώνεται ουσιαστικά ή είναι πιθανό να μειωθεί ουσιαστικά».  Δεν καθίσταται όμως αδίκημα η ανόρυξη ή κατασκευή φρέατος κατά παράβαση του άρθρου 76. Την θεραπεία την παρέχει το άρθρο 8 και αυτή συνίσταται σε αναγνώριση δικαίωματος αγωγής υπέρ προσώπου που «έχει συμφέρον» στο άλλο, στο ήδη υφιστάμενο δηλαδή φρέαρ. Στο πλαίσιο δε τέτοιας αγωγής το Δικαστήριο μπορεί να εκδώσει διάταγμα, «ως ήθελε απαιτηθεί για να αποτραπεί ζημιά στον ενάγοντα» το οποίο, υπό προϋποθέσεις που αναφέρονται, μπορεί και να αφορά στο «γέμισμα» ή στο «κλείσιμο» του νέου φρέατος.  Περαιτέρω, να επιδικάσει αποζημιώσεις ή και να διατάξει το πρόσωπο που ανόρυξε το νέο φρέαρ να προμηθεύει νερό στον ενάγοντα, όπως θα κρινόταν εύλογο και δίκαιο.

Είναι γεγονός, συνεπώς, πως πράγματι η προστασία των προσώπων που έχουν έννομο συμφέρον σε υφιστάμενο φρέαρ στο πλαίσιο του Κεφ.351, φαίνεται να εξαντλείται με τα πιο πάνω.  Δεν εγείρεται για εξέταση εδώ το κατά πόσο θα ήταν δυνατό, στο πλαίσιο της συνταγματικής τάξης, να ασκηθούν τέτοιες εξουσίες από Επαρχιακό Δικαστήριο.  Το ζήτημα στην παρούσα υπόθεση είναι αν ο περιορισμός που τίθεται εξικνείται και σε ό,τι αφορά στη νομιμότητα της έκδοσης άδειας, η οποία τώρα μπορεί να αμφισβητηθεί και να αναθεωρηθεί ως εκτελεστή διοικητική πράξη δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος.  Αλλά και σε περίπτωση καταφατικής απάντησης, το περαιτέρω θεμελιακής φύσης κατά την άποψή μου ερώτημα αν θα ήταν δυνατό να θεωρηθεί τέτοια ρύθμιση ως εναρμονισμένη προς το Σύνταγμα.  Σημειώνω συναφώς πως κατά το άρθρο 188.2 του Συντάγματος «ουδεμία διάταξις τοιούτου νόμου αντικειμένη ή ασύμφωνος προς οιανδήποτε διάταξη του Συντάγματος.... θα εξακολουθήση να ισχύη» και πώς, κατά το άρθρο 188.4 του Συντάγματος, τα Δικαστήρια εφαρμόζουν τους Νόμους που ίσχυαν κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του Συντάγματος, «μετά των αναγκαίων προσαρμογών (όρος που περιλαμβάνει τροποποίηση, ευθυγράμμιση και κατάργηση) προς συμμόρφωση αυτού προς τας διατάξεις του Συντάγματος .......».

Κατά το Άρθρο 146.2 του Συντάγματος η προσφυγή ασκείται «υπό παντός προσώπου, του οποίου προσεβλήθη ευθέως δια της αποφάσεως, της πράξεως ή της παραλείψεως ίδιο, ενεστώς έννομο συμφέρον, όπερ κέκτηται τούτο είτε ως άτομον είτε ως μέλος κοινότητος τινός» και το θέμα τελικά είναι αν θα μπορούσε να παρέμβει νόμος για την πρόσδοση περιοριστικού περιεχομένου στη συνταγματική πρόνοια.  Να ορίσει δηλαδή πότε πρόσωπο έχει το έννομο συμφέρον που  προβλέπει το Σύνταγμα.  Αναγνώριση τέτοιας δυνατότητας θα σήμαινε πως στην περίπτωση συνύπαρξης όλων των προϋποθέσεων του Συντάγματος όπως αυτές ορθά μπορούν να ερμηνευθούν, έργο που εμπίπτει στη δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αποκλείεται δια νόμου η προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146. Ή και το αντίστροφο.  Εν προκειμένω, ενώ καθ΄υπόθεση η ανόρυξη νέας διάτρησης θα επηρεάζει τη απόδοση άλλης που υφίσταται νομίμως, δικαίωμα προσφυγής θα έχει μόνο το πρόσωπο, η διάτρηση του οποίου θα απέχει από την νέα 80 αλλά όχι 81 πόδια.  Ενώ ο επηρεασμός και των δυο θα είναι ο ίδιος.

Τα πράγματα, μάλιστα, θα ήταν κτυπητά πιο ακραία σε περίπτωση όπως η παρούσα.  Περιείχε και το Κεφ.351 πρόνοιες για τον καθορισμό περιοχών σε σχέση με τις οποίες χρειάζονται «ειδικά μέτρα για την άντληση ύδατος» (άρθρο 4).  Την άδεια ανόρυξης ή κατασκευής φρέατος σε τέτοια περιοχή δεν την παρέχει ο Έπαρχος μόνος όπως τις συνήθεις αλλά ο Έπαρχος με τη συγκατάθεση του Πρώτου Λειτουργού Αναπτύξεως Υδάτων.  Το άρθρο 7 αναφέρεται σε ανορύξεις ή κατασκευές φρεάτων «ανεξάρτητα από το ότι δυνατό να έχει χορηγηθεί άδεια από τον Έπαρχο βάσει των άρθρων 3 ή 15 του Νόμου αυτού». Δεν αναφέρεται σε άδεια εκδοθείσα βάσει του άρθρου 4. Επομένως, το δικαίωμα αγωγής του άρθρου 8 δεν αναγνωρίζεται στην περίπτωση ανόρυξης ή κατασκευής φρέατος που ανορύχθηκε με άδεια δυνάμει του άρθρου 4.  Πολύ λιγότερο δεν μπορεί να τίθεται ζήτημα αναγνώρισης τέτοιου δικαιώματος στην περίπτωση άδειας που χορηγείται δυνάμει των ιδιαίτερων διατάξεων του μεταγενέστερου Ν.32/64.  Δεν νομίζω ότι χρειάζεται να μας απασχολήσει ο συσχετισμός των δύο με μόνη αναφορά στις ιδιαίτερες ρυθμίσεις τους ή στο ότι ο Ν.32/64 δεν αναφέρεται σε αποστάσεις μεταξύ φρεάτων.  Αν γινόταν δεκτό πως τώρα, με ισχύον το Σύνταγμα, η προστασία των προσώπων που έχουν συμφέρον σε υφιστάμενη διάτρηση εξαντλείται στα προβλεπόμενα από τα άρθρα 7 και 8 του Κεφ.351, θα καταλήγαμε στο ότι ουδείς νομιμοποιείται να προσβάλει δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος απόφαση για άδεια που εκδίδεται δυνάμει του Ν.32/64.

Καταλήγω πως η απάντηση και στα δυο ερωτήματα όπως τα έθεσα στην αρχή αυτού του μέρους της απόφασης, πρέπει να είναι αρνητική.  Η άδεια που εκδίδεται δυνάμει του Ν.32/64, για να αναφερθώ σ΄αυτή που αποτελεί το αντικείμενο της διαδικασίας, είναι εκτελεστή διοικητική πράξη και συνεπώς είναι προσβλητή δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος από κάθε πρόσωπο που έχει συμφέρον με τα χαρακτηριστικά που καθορίζει το ίδιο το Σύνταγμα.

Στην παρούσα περίπτωση οι δυο διατρήσεις βρίσκονται σε «ελεγχόμενη» περιοχή.  Αυτό εξ΄ορισμού σημαίνει ότι κρίθηκε αρμοδίως ότι, όπως προνοεί το άρθρο 3 του Ν.32/64, «λόγω εξαιρετικών περιστάσεων υφίσταται ή δυνατό να παρατηρηθεί σοβαρά έλλειψις ή ανεπάρκεια ύδατος» σε αυτή.  Οπότε θεωρήθηκε αναγκαία «η λήψις ειδικών προστατευτικών των υδατίνων πηγών και συντηρήσεως της υδατοπρομηθείας εν τη τοιαύτη περιοχή μέτρων ......». Θα έλεγα ότι είναι αυτόδηλος ο ενδεχόμενος τουλάχιστον συγκεκριμένος δυσμενής επηρεασμός του αιτητή από την ανόρυξη νέας διάτρησης, μέσα στην ελεγχόμενη περιοχή, μάλιστα σε απόσταση τόσο κοντινή από τη δική του.  Εν πάση περιπτώσει, αυτό φαίνεται να το διαπίστωσε και η ίδια η διοίκηση όταν, αρχικά, λίγους μόνο μήνες πριν την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, απέρριψε τη διεκδίκηση των ενδιαφερομένων προσώπων. Βλέπουμε στο σχετικό σημείωμα ημερομηνίας 16.9.98 ότι η αίτηση απορρίφθηκε σε εκείνο το στάδιο ακριβώς επειδή «κοντά υπάρχουν άλλες διατρήσεις».  Και το έχουμε ότι η διάτρηση του αιτητή ήταν η πλησιέστερη.

Η ουσία

Ενώπιόν μου ήταν η βασική θέση των καθ΄ων η αίτηση πως ενώ πράγματι δεν ερευνήθηκε ο ενδεχόμενος επηρεασμός άλλων διατρήσεων από την ανόρυξη της νέας, αυτό δεν συνιστά λόγο ακύρωσης. Όπως υποστήριξαν, δεν επιβάλλει ο Ν.32/64 που δέχονται ότι διέπει αποκλειστικά το θέμα, κατ΄αποκλεισμό του Κεφ.351, καθήκον έρευνας τέτοιας μορφής. Δεν χρειάζεται να προχωρήσουμε σε σκέψεις αναφορικά με τη φύση και το εύρος της έρευνας που επιβάλλεται κατά περίπτωση.  Μπορεί να λεχθεί πως ανάλογα με την περίπτωση επιβάλλεται καθήκον δέουσας διερεύνησης σε σχέση με κάθε ουσιώδες περιστατικό ώστε να απομακρύνεται το ενδεχόμενο λήψης της απόφασης κάτω από πλάνη περί τα πράγματα.  Εδώ ο ίδιος ο Ν.32/64 θέτει παραμέτρους.  Για να εκδοθεί από τον Έπαρχο άδεια για διάτρηση σε ελεγχόμενη περιοχή χρειάζεται, σύμφωνα με το άρθρο 5(1), η «σύμπραξη του Διευθυντή του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων» και ο Διευθυντής, όπως καθορίζει ρητά το άρθρο 5(4),

«συμπράττει ή αναλόγως αρνείται να συμπράξη δυνάμει του παρόντος άρθρου έχων υπ΄όψιν αυτού την γενικήν κατάστασιν υδάτων εν τη ελεγχομένη περιοχή και το αποτέλεσμα όπερ δυνατόν να επήγετο η σκοπουμένη ενέργεια επί των υδατίνων πηγών ή της υδατοπρομηθείας της τοιαύτης περιοχής».

Είναι σαφές, συνεπώς, πως ο Διευθυντής συνέπραξε κατά παράβαση του Νόμου. Όπως αποκαλύπτει ο φάκελος, και η άδεια εκδόθηκε χωρίς καμιά απολύτως έρευνα ή καν αναφορά στα πιο πάνω.  Μετρήθηκε η απόδοση της υφιστάμενης διάτρησης των ενδιαφερομένων, διαπιστώθηκε ότι αυτή μειώθηκε, διατυπώθηκε η άποψη ότι «πιθανόν να μην ικανοποιεί τις ανάγκες τους» και ακολούθησε η «σύμπραξη» του Διευθυντή και η έκδοση της άδειας.

Δεν είναι αναγκαίο να επεκταθώ στα ερωτηματικά από την παραγνώριση δεδομένων που αρχικά, όπως σημείωσα, μέτρησαν.  Ούτε στο επιμέρους ότι μόνο πιθανολογήθηκε, χωρίς έρευνα που θα οδηγούσε σε σταθερή διαπίστωση, ότι το νερό της υφιστάμενης διάτρησης των ενδιαφερομένων δεν αρκούσε πλέον για τις ανάγκες τους.  Αυτό, οι ανάγκες δηλαδή των ενδιαφερομένων, θα μπορούσε να ήταν ένας από τους παράγοντες.  Δεν μπορούσε να ήταν ο αποκλειστικός και σε τελική ανάλυση η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατά πλάνη περί το νόμο. Δεν είναι δυνατό να συμπράττει ο διευθυντής χωρίς έρευνα, διαπιστώσεις και αναφορά στη γενική κατάσταση των υδάτων και στο αποτέλεσμα που η νέα διάτρηση θα επιφέρει στις υδάτινες πηγές ή στην υδατοπρομήθεια της περιοχής.  Η προσφυγή επιτυγχάνει, με έξοδα.  Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο