ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 1651/99

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος

ΜΕΤΑΞΥ:

Κίκη Ονουφρίου, από τη Λάρνακα

Αιτητή

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας

Καθ΄ων η αίτηση

_____________

13 Δεκεμβρίου, 2001

Για τον αιτητή : κ. Α. Σ. Αγγελίδης.

Για τους καθ΄ων η αίτηση : κα Ρ. Παπαέτη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας

για Γεν. Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.

Για το ενδ. μέρος 1 Ανδρέα Παλλήκαρο : κ. Κ. Λοΐζου.

Για το ενδ. μέρος 2 Ανδρέα Ιωαννίδη : κα Χρ. Ιωαννίδου για κ.κ. Φοίβο,

Χρίστο Κληρίδη, Ν. Πιριλίδη και

Συνεργάτες.

______________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Ο αιτητής αξιώνει ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (στο εξής «η Επιτροπή»), ημερ. 13.9.1999, με την οποία επαναπροήγαγε, ύστερα από σειρά ακυρωτικών αποφάσεων, τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη, στη μόνιμη θέση Ανώτερου Κτηματολογικού Λειτουργού (Τακτικός Προϋπολογισμός), Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, αναδρομικά από την 1.12.1993.

Η Επιτροπή στη συνεδρία της ημερ. 21.6.1999, απεφάσισε όπως η επανεξέταση αρχίσει από τη Συμβουλευτική Επιτροπή.

Στις 28.7.1999 ο Διευθυντής του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας υπέβαλε την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και στις 13.9.1999 η Επιτροπή, αφού έκρινε ότι τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη υπερείχαν των άλλων υποψήφιων, αποφάσισε να τα προάξει αναδρομικά από 1.12.1993.

Το επιχείρημα που αρχικά ήγειρε ο αιτητής ότι η Επιτροπή ενήργησε ενάντια στο δεδικασμένο και δέκτηκε νέα σύσταση από αξιωματούχο που δεν υπήρχε τότε, εισάγοντας έτσι στην επανεξέταση στοιχείο μεταγενέστερο του ουσιώδους χρόνου, τελικά αποσύρθηκε.

Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η σύνθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής είναι παράνομη, αφού μέλος της, ο Κώστας Κυριάκου, ήταν υποψήφιος για τη θέση. Παραδέχεται βέβαια ο συνήγορος του αιτητή ότι η προαγωγή του συγκεκριμένου λειτουργού στην κλίμακα Α13 αποκαταστάθηκε και συνεπώς είχε πάψει να είναι υποψήφιος πριν το διορισμό του στη Συμβουλευτική Επιτροπή, αλλά ισχυρίζεται ότι δεν μπορούσε να διοριστεί μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής πριν αποκατασταθεί στην Α13, μια και ήταν ομόβαθμος των άλλων υποψήφιων.

Το επιχείρημα δεν ευσταθεί. Ο Κυριάκου ήταν αρχικά υποψήφιος για τη θέση, αλλά λόγω αναδρομικής αποκατάστασής του στη θέση Ανώτερου Κτηματολογικού Λειτουργού από 1.1.1988, στις 27.7.1999 δεν ήταν πλέον υποψήφιος στη διαδικασία που επανεξέταζε η Συμβουλευτική. Η αποκατάσταση του Κώστα στη θέση Ανώτερου Κτηματολογικού Λειτουργού (Κλάδος Διαχείρισης Κρατικών Γαιών), έγινε στη συνεδρία της Επιτροπής ημερ. 12.5.1993. Εν όψει των πιο πάνω είναι φανερό ότι η σύνθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής δεν πάσχει και το επιχείρημα θα πρέπει να απορριφθεί.

Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η σύσταση του Αναπληρωτή Διευθυντή πάσχει γιατί δεν αναφέρεται στον ουσιώδη χρόνο. Το επιχείρημα βασίζεται στο ότι ο Διευθυντής στη σύστασή του, χρησιμοποίησε ενεστώτα χρόνο. Προβάλλεται επίσης ο ισχυρισμός ότι η σύσταση δεν είναι αιτιολογημένη.

Είναι η θέση του αιτητή ότι η σύσταση πάσχει και ως προς το περιεχόμενό της, αφού έγινε υπό την επίδραση μιας προεργασίας που ο συστήνων διαμόρφωσε και κατέγραψε στο πρακτικό σε γενική μορφή και αναιτιολόγητα. Υποστηρίζεται περαιτέρω ότι η σύσταση στερείται οποιασδήποτε αιτιολογίας, ενώ έγινε χωρίς συγκεκριμενοποίηση και αναφορά στα στοιχεία των φακέλων και στα τρία θεσμοθετημένα κριτήρια.

Η παρούσα υπόθεση αφορά πλήρωση θέσης πρώτου διορισμού και προαγωγής βάσει του άρθρου 34(α) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, Ν.1/90, που δεν απαιτεί αιτιολόγηση της σύστασης, εν αντιθέσει προς το άρθρο 35 που αναφέρεται σε θέσεις προαγωγής και ρητά απαιτεί την αιτιολόγηση των συστάσεων του προϊστάμενου.

΄Οπως έχει επανειλημμένα αποφασισθεί (Φεττάς κ.α. ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 1798, ημερ. 3.10.1997) υπάρχει σαφής διαφορά μεταξύ πρώτου διορισμού και προαγωγής του άρθρου 34 και προαγωγής με βάση το άρθρο 35. Επιβεβαιώνεται ότι εφ΄ όσον ο Νόμος δεν απαιτεί αιτιολογημένες συστάσεις, η σύσταση του προϊστάμενου που δόθηκε χωρίς αιτιολογία δεν είναι παράνομη.

Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι ο Αναπληρωτής Διευθυντής δεν προβαίνει στη σύσταση με βάση τον ουσιώδη χρόνο. Επικεντρώνει το επιχείρημά του στον ισχυρισμό ότι ο Διευθυντής αναφέρει ότι με βάση τις πληροφορίες που συνέλεξε από τα στοιχεία που διαθέτει η υπηρεσία, κατέληξε να συστήσει για προαγωγή τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη. Η χρήση του όρου «συνέλεξα» και των λέξεων «τα στοιχεία που διαθέτει το Τμήμα» σημαίνει, σύμφωνα με τον αιτητή, ότι η μελέτη των φακέλων και οι πληροφορίες που έχουν συλλεγεί αναφέρονται μέχρι την ημέρα της σύστασης.

Η ίδια παράβαση αποδίδεται από τον αιτητή και στη Συμβουλευτική Επιτροπή. ΄Ομως, στο σχετικό πρακτικό αναφέρεται ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή συνήλθε στις 27.7.1999 και εξέτασε τις αιτήσεις με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο. Εν πάση περιπτώσει δεν συμφωνώ ότι η χρήση των πιο πάνω ρημάτων στους χρόνους που επέλεξε ο Διευθυντής αποδεικνύει το επιχείρημα του αιτητή. Τίποτε στο φάκελο δεν δείχνει ότι λήφθηκαν υπ΄ όψιν οποιεσδήποτε πληροφορίες ή στοιχεία μεταγενέστερα του ουσιώδους χρόνου.

Προβάλλεται τέλος ο ισχυρισμός ότι η αρχαιότητα του αιτητή παραγνωρίστηκε στη σύγκρισή του με το ενδιαφερόμενο μέρος Παλλήκαρου, ενώ αποτέλεσε το λόγο επιλογής του ενδιαφερόμενου μέρους Ιωαννίδη. Καμιά σύγκριση κατ΄ αξία, προσόντα και αρχαιότητα μεταξύ των υποψήφιων δεν έγινε, ενώ η αιτιολογία "υπερείχαν γενικά των άλλων υποψηφίων" που καταγράφει η Επιτροπή στην απόφασή της δεν συνιστά αιτιολογία.

Η μελέτη των προσωπικών φακέλων δεν αποδεικνύει τον ισχυρισμό ότι ο αιτητής υπερέχει σε αρχαιότητα του Παλλήκαρου. Αντίθετα, τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερέχουν ελαφρά του αιτητή σε αρχαιότητα.

Εν πάση περιπτώσει, από τη μελέτη των υπηρεσιακών εκθέσεων και των προσωπικών φακέλων εξάγεται το συμπέρασμα ότι η επιλογή των δύο ενδιαφερομένων μερών ήταν εύλογα επιτρεπτή. Στις αξιολογήσεις κατά τα τελευταία έξι χρόνια, ήταν περίπου ισοδύναμοι. ΄Ολοι διέθεταν τα προσόντα, ενώ τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερείχαν ελαφρώς σε αρχαιότητα. Πέραν τούτου διέθεταν και τη σύσταση του προϊστάμενου, η οποία όπως είδαμε προηγουμένως, δεν πάσχει.

Εξ ίσου αβάσιμος είναι και ο ισχυρισμός του αιτητή για έλλειψη αιτιολογίας της απόφασης της Επιτροπής. Επισημαίνεται στο σχετικό πρακτικό ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερείχαν σε αρχαιότητα, ότι δεν υστερούσαν σε αξία και ότι διέθεταν και τη σύσταση του Διευθυντή.

Προβάλλεται εξάλλου ο ισχυρισμός ότι δεν αναφέρθηκε από τον Αναπληρωτή Διευθυντή στην Επιτροπή το γεγονός ότι ο αιτητής εκτελούσε με απόλυτη επιτυχία και για 4 χρόνια, τα καθήκοντα της θέσης.

Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι ασκούσε καθήκοντα Επαρχιακού Λειτουργού για τέσσερα χρόνια. ΄Ομως τα ίδια καθήκοντα με τον αιτητή φαίνεται να ασκούσε και το ενδιαφερόμενο μέρος Ανδρέας Ιωαννίδης. Δεν γίνεται οποιαδήποτε αναφορά στα καθήκοντα αυτά και δεν στοιχειοθετείται ο ισχυρισμός ότι είναι καθήκοντα ίδια με τα καθήκοντα Ανώτερου Κτηματολογικού Λειτουργού.

Η επιλογή του καταλληλότερου υποψήφιου δεν πρέπει να γίνεται με αναφορά, ούτε και να δίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα στα καθήκοντα που ασκούσε ο κάθε υποψήφιος ή να υπερτονίζονται τα καθήκοντα που ανατέθηκαν σε ορισμένους από αυτούς (Χατζησέργης κ.ά. ν. Ε.Δ.Υ., Υποθ. Αρ. 574/99 κ.ά., ημερ. 25.5.2001).

Η υπόθεση Παρέλλης κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1033/97 κ.ά., ημερ. 30.12.1999, που αναφέρτηκε από τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή δεν προωθεί τις θέσεις του γιατί τα γεγονότα της είναι τελείως διαφορετικά.

Εν όψει των πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του αιτητή, τα οποία υπολογίζω και επιδικάζω στις £400.

Φρ. Νικολαΐδης, Δ.

 

 

 

 

 

 

/ΜΔ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο