ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 820/2000

ΕΝΩΠΙΟΝ: Π. ΑΡΤΕΜΗ, Δ.

Αναφορικά με το Άρθρο 146 και 28 του Συντάγματος.

Φλωρεντία Πετρίδου,

Αιτήτρια,< /P>

και

Κυπριακή Δημοκρατία μέσω της

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας,

Καθ΄ης η αίτηση.

- - - - - - -

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 16.11.01

Για την αιτήτρια: κ. Π. Πετρίδης

Για τους καθ΄ων η αίτηση: κα Γ. Κυριακίδου

Για ενδιαφ. μέρος: Ουδεμία εμφάνιση

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την προσφυγή αυτή η αιτήτρια προσβάλλει το κύρος της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (η ΕΔΥ) με την οποία προάχθηκε η Αγγελική Ταπακούδη (ΕΜ) στη θέση Προϊστάμενου Διεύθυνσης και Ανάπτυξης Νοσηλευτικού Προσωπικού, Υπουργείο Υγείας, αναδρομικά από 1.2.98.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, με απόφαση του ημερομηνίας 8.11.99 στην προσφυγή 386/98 που άσκησε η αιτήτρια, ακύρωσε την απόφαση της ΕΔΥ, με την οποία προάχθηκε το ΕΜ στην επίδικη θέση, κατόπιν δήλωσης της δικηγόρου της καθ΄ης η αίτηση ότι η αιτιολόγηση των συνεντεύξεων έγινε με τη βοήθεια πίνακα όπως έγινε στην υπόθεση Δημοκρατίας ν. Ευθυμίου Α.Ε. 2743 ημερ. 20.7.99, όπου κρίθηκε παράνομη.

Η ΕΔΥ στη συνεδρία της ημερομηνίας 30.11.99 προχώρησε στην επανεξέταση πλήρωσης της επίδικης θέσης, η οποία είναι Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής, με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο.

Έκρινε ότι υποψήφιες ήταν οι τέσσερις που είχαν συστηθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και είχαν προσέλθει στην ενώπιον της προφορική εξέταση. Προέβη ακολούθως σε γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων αυτών. Έλαβε υπόψη την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, τα προσόντα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης όπως επίσης και τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων και το περιεχόμενο των φακέλων, καθώς και τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή για το ΕΜ.

Από την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής προκύπτει ότι η τελευταία ασχολήθηκε με το μεταπτυχιακό δίπλωμα που κατείχε η αιτήτρια "Master of Arts in Economic and Social Studies". Η αιτήτρια υποστήριξε ότι αυτό επικεντρώνεται στον τομέα του "Health Services Management". Η Επιτροπή, αφού μελέτησε σχετικό πιστοποιητικό του Πανεπιστημίου από το οποίο αποκτήθηκε, διαπίστωσε ότι 4 από τα 5 βασικά θέματα που παρακολούθησε η αιτήτρια αναφέρονταν σε άλλης φύσεως θέματα και ένα μόνο κάλυπτε το θέμα "Health Services Administration". Στο εν λόγω πιστοποιητικό αναφέρετο ότι το δίπλωμα αυτό αφορούσε ειδίκευση στο τελευταίο αυτό θέμα. Μετά απ΄αυτά η Επιτροπή αποφάσισε όπως εφαρμόσει την αρχή ότι σε περίπτωση αμφιβολίας θα έπρεπε να ασκήσει τη διακριτική της ευχέρεια υπέρ της αιτήτριας και αποφάσισε ομόφωνα ότι πληρούσε το προσόν της παραγράφου 3(1) του σχεδίου υπηρεσίας το οποίο απαιτούσε:

"Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν στη Νοσηλευτική ή στη Νοσηλευτική Διοίκηση ή στη Νοσηλευτική Εκπαίδευση ή στη Διοίκηση Υπηρεσιών Υγείας.

Σημ.: Ο όρος πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος καλύπτει και μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο."

Το πρώτο δίπλωμα που κατείχε η αιτήτρια ήταν στη Ψυχιατρική Νοσηλευτική, γι΄αυτό λήφθηκε υπόψη το μεταπτυχιακό δίπλωμα της στη Διοίκηση Υπηρεσιών Υγείας. Για την απόδοση της αιτήτριας στην προφορική εξέταση που διεξήχθηκε ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής αναφέρθηκε:

". . . . . έδειξε πολύ καλή γνώση διοικητικών θεμάτων περιλαμβανομένων εκείνων που σχετίζονται με την πιο εύρυθμη λειτουργία του Υπουργείου. Ως προσωπικότητα κρίνεται συγκροτημένη. Γενικά η απόδοση της στην προφορική εξέταση κρίνεται ως πάρα πολύ καλή."

Για το ΕΜ ανέφερε τα εξής:

"Διαθέτει ευχάριστη, άνετη και ολοκληρωμένη προσωπικότητα που διακρίνεται από ωριμότητα σκέψεως και βεβαιότητα. Επέδειξε αυτοπεποίθηση και σιγουριά δίνοντας ακριβείς, εμπεριστατωμένες και ορθές απαντήσεις τις οποίες υποστήριζε με επιχειρήματα. Έδειξε επίσης εξαιρετική γνώση των διαδικασιών και άλλων διοικητικών θεμάτων. Γενικά η απόδοση της κρίνεται ως εξαιρετική.

Η ακυρωθείσα απόφαση λήφθηκε από την ΕΔΥ με την ίδια σύνθεση αυτής της επανεξέτασης. Συνεπώς αποφάσισε να λάβει υπόψη και την απόδοση των υποψηφίων στην ενώπιον της προφορική εξέταση αφού την αιτιολογήσει με βάση τις προσωπικές σημειώσεις που ο Πρόεδρος και τα Μέλη τηρούσαν κατά τον ουσιώδη χρόνο. Χρησιμοποίησαν τις σημειώσεις τους και κατέγραψαν την αιτιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων στην ενώπιον της ΕΔΥ προφορική εξέταση. Για την αιτήτρια και το ΕΜ λέχθηκε:

"Πετρίδου Φλωρεντία (αιτήτρια): Σχεδόν Πάρα Πολύ Καλή. Αρκετά ενημερωμένη στο γνωστολογικό τομέα με αρκετά όμως κενά στις δομές και γενικές αρχές της διοίκησης. Άνετη με σιγουριά και καλό επίπεδο αντίληψης αλλά επίμονη στις θέσεις της."

"Ταπακούδη Αγγελική (ΕΜ): Πάρα Πολύ Καλή. Πάρα πολύ ενημερωμένη στο γνωσιολογικό τομέα. Πολύ ψηλό επίπεδο αντίληψης και κρίσης. Ευγενής και με αυτοπεποίθηση και εφοδιασμένη με τα προσόντα που απαιτούνται για να ασκήσει ρόλο στα νέα καθήκοντα της θέσης που απαιτούν ηγετική ικανότητα."

Στη συνέχεια η ΕΔΥ αφού έλαβε υπόψη την αξία των υποψηφίων όπως αυτή προκύπτει από τις ετήσεις εκθέσεις (όλες οι υποψήφιες είναι δημόσιοι υπάλληλοι) με ιδιαίτερη έμφαση σ΄αυτές των τελευταίων χρόνων, τα προσόντα και την αρχαιότητα τους, έκρινε ότι το ΕΜ υπερείχε των άλλων υποψηφίων ως η πιο κατάλληλη για προαγωγή στην επίδικη θέση.

Αιτιολόγησε την επιλογή της για το ΕΜ αναφέροντας ότι αξιολογήθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή στην ενώπιον της προφορική εξέταση ως εξαίρετη και από την ΕΔΥ ως πάρα πολύ καλή. Είχε υπέρ της τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή, προηγείτο όλων των υποψηφίων σε αρχαιότητα γιατί κατείχε θέση με μισθοδοτική κλίμακα Α13. Όσον αφορά την αξία, όπως αυτή προκύπτει από τις ετήσιες εκθέσεις, ανέφερε ότι το ΕΜ βρισκόταν περίπου στο ίδιο επίπεδο ή υπερείχε.

Η ΕΔΥ έλαβε υπόψη ότι η αιτήτρια κατείχε Δίπλωμα Νομικής. Σημείωσε όμως ότι το προσόν αυτό δεν απαιτείτο από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης ούτε αποτελούσε πρόσθετο προσόν ή πλεονέκτημα και συνεπώς του απέδωσε τη δέουσα βαρύτητα.

Ο δικηγόρος της αιτήτριας πρόβαλε τους πιο κάτω λόγους για να πλήξει την προσβαλλόμενη απόφαση:

Λόγος 1

Η σύσταση του Γενικού Διευθυντή έπασχε ως παράτυπη, ελαττωματική και άκυρη.

Πρόβαλε για να υποστηρίξει τον ισχυρισμό του αυτό ότι α) συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων και β) ο Γενικός Διευθυντής είχε προτίμηση υπέρ του ΕΜ εκ των προτέρων διαμορφωμένη και μεροληπτούσε υπέρ αυτού ενώ ήταν εχθρικός έναντι της αιτήτριας.

Είναι η θέση του ότι η σύσταση του Γενικού Διευθυντή συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων γιατί η αιτήτρια υπερέχει σε αξία έναντι του ΕΜ όπως αυτή προκύπτει από τις ετήσιες εκθέσεις των ετών 1991-1996. Η αιτήτρια αξιολογήθηκε κατά τα έτη αυτά ως εξαίρετη σε όλα τα στοιχεία. Ανέφερε ότι για το ΕΜ δεν υπήρχαν στοιχεία για τα έτη 1994-1996. Υποστήριξε στη συνέχεια την υπεροχή της αιτήτριας σε προσόντα. Αναφέρθηκε στο μεταπτυχιακό δίπλωμα της στη Διοίκηση Υπηρεσιών Υγείας και στο δίπλωμα Νομικής. Πρόβαλε ότι τα προσόντα αυτά την καθιστούσαν να υπερέχει του ΕΜ επειδή η επίδικη θέση είναι "διοικητική" και βρίσκεται στην ιεραρχία του Νοσηλευτικού Κλάδου.

Υποστήριξε περαιτέρω την υπεροχή της και σε πείρα. Ανέφερε ότι η αιτήτρια υπηρέτησε σε διάφορες βαθμίδες της Νοσηλευτικής και της Νοσηλευτικής Διοίκησης και κατά τον ουσιώδη χρόνο κατείχε τη θέση Νοσοκομειακού Διοικητικού Λειτουργού, θέση με διοικητικά καθήκοντα, την οποία κατείχε από 1.11.89. Τόνισε ότι η επίδικη θέση απαιτεί πολυετή διοικητική πείρα στον τομέα της υγείας, την οποία απέκτησε η αιτήτρια από τη σταδιοδρομία της, σε αντίθεση με τη σταδιοδρομία του ΕΜ, που περιορίστηκε στον τομέα της εκπαίδευσης. Η τελευταία κατείχε κατά τον ουσιώδη χρόνο τη θέση του Ανώτερου Λειτουργού Εκπαίδευσης.

Η δεύτερη θέση του στον ισχυρισμό του για την πάσχουσα σύσταση του Γενικού Διευθυντή είναι ότι η προτίμηση του Γενικού Διευθυντή ήταν εκ των προτέρων διαμορφωμένη υπέρ του ΕΜ και ότι μεροληπτούσε υπέρ του.

Ανέφερε για να υποστηρίξει τον ισχυρισμό αυτό ότι ενώ είχε αρχίσει η διαδικασία για την πλήρωση της επίδικης θέσης και προτού ακόμα κενωθεί (η κάτοχος της βρισκόταν σε προαφυπηρετική άδεια) ο Γενικός Διευθυντής μετακίνησε το ΕΜ από τη Νοσηλευτική Σχολή όπου εργαζόταν, στο Υπουργείο Υγείας, όπου βρίσκεται η επίδικη θέση, για να καλύψει το κενό που δημιουργήθηκε, ενώ ήταν γνωστό ότι το ΕΜ θα ήταν υποψήφια για την επίδικη θέση.

Η αιτήτρια αντέδρασε στην πιο πάνω ενέργεια του Γενικού Διευθυντή με επιστολή της προς την ΕΔΥ μέσω του Γενικού Διευθυντή στην οποία ανέφερε ότι με την ενέργεια του αυτή δείχνει την προτίμηση του προς το ΕΜ τονίζοντας ότι το ίδιο έκανε και στο παρελθόν σε άλλη διαδικασία πλήρωσης της επίδικης θέσης στην οποία πάλι υποψήφια ήταν και η αιτήτρια.

Ο Γενικός Διευθυντής, ενοχλημένος από τη συμπεριφορά της αιτήτριας, διαβίβασε την επιστολή της προς την ΕΔΥ αναφέροντας ότι σ΄αυτή "διατυπώνονται με όχι προσήκοντα τρόπο και ύφος ανεπίτρεπτοι και αβάσιμοι ισχυρισμοί." Διευκρίνησε σε επιστολή του προς την ΕΔΥ ότι το ΕΜ δεν αποσπάσθηκε στο Υπουργείο Υγείας, ούτε εκτελούσε καθήκοντα της επίδικης θέσης. Απλώς έγινε ανάθεση καθηκόντων μέσα στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων του ως Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου της Νοσηλευτικής Σχολής προκειμένου το ΕΜ να επιλαμβάνεται ορισμένων θεμάτων που είχαν σχέση με τη νοσηλευτική εκπαίδευση για δύο μέρες τη βδομάδα. Ανέφερε την πρόθεση του να στείλει την επιστολή της αιτήτριας στο Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας προκειμένου να γνωματεύσει κατά πόσο το ύφος και το περιεχόμενο της στοιχειοθετούσαν εκ πρώτης όψεως πειθαρχικό παράπτωμα για την άσκηση πειθαρχικής δίωξης εναντίον της.

Η Νομική Υπηρεσία απάντησε στο Γενικό Διευθυντή ότι η ενέργεια της αιτήτριας δεν δικαιολογούσε την άσκηση πειθαρχικής διώξης.

Ανέφερε και κάτι ακόμα για να υποστηρίξει τη μεροληψία του Γενικού Διευθυντή υπέρ του ΕΜ. Παρέπεμψε στην ετήσια έκθεση του ΕΜ για το έτος 1996. Πρόβαλε ότι έκανε ανακριβή δήλωση σε ότι αφορά τα καθήκοντα που εκτελούσε κατά τη διάρκεια του εν λόγω έτους, ως Διευθύντρια της Νοσηλευτικής Σχολής. Στο φάκελο υπηρεσιακών εκθέσεων του ΕΜ υπάρχει επιστολή του Γενικού Διευθυντή προς την ΕΔΥ από την οποία προκύπτει ότι η ανακριβής δήλωση είχε διαγραφεί από την αιτήτρια μετά από δική του υπόδειξη. Είναι η θέση του δικηγόρου της αιτήτριας ότι ο Γενικός Διευθυντής προσπάθησε με τον τρόπο αυτό να μην εκτεθεί το ΕΜ.

Ανέφερε επίσης ότι, ενώ η εν λόγω ετήσια έκθεση υπήρχε στο φάκελο του ΕΜ, αναφέρθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή ότι δεν υπήρχαν στοιχεία για το έτος 1996.

Λόγος 2

Η έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής έπασχε ως μεροληπτική υπέρ του ΕΜ.

Ο συνήγορος της αιτήτριας ανέφερε ότι η προφορική συνέντευξη ενώπιον της Επιτροπής έγινε στις 24.9.97, σε ημερομηνία κατά την οποία ο Γενικός Διευθυντής και Πρόεδρος της Επιτροπής επεδίωκε την πειθαρχική δίωξη της αιτήτριας, γεγονός το οποίο γνώριζαν όλα τα μέλη της Επιτροπής.

Για την υποστήριξη του ισχυρισμού αυτού ανέφερε περαιτέρω ότι αμφισβητήθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή ότι η αιτήτρια πληροί το προσόν της παρ.3(1) του σχεδίου υπηρεσίας χωρίς να προβεί σε έρευνα. Ο Γενικός Διευθυντής αμφισβήτησε κατά τη συνέντευξη το περιεχόμενο του μεταπτυχιακού διπλώματός της. Είναι η θέση του ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή ασχολήθηκε εκτεταμένα με αυτό σε προσπάθεια της να την αποκλείσει. Αντίθετα δεν ασχολήθηκε με το Πανεπιστημιακό Δίπλωμα του ΕΜ "Bsc in Nursing". Πρόβαλε ότι το πρόγραμμα σπουδών δεν περιλαμβάνει θέματα που έχουν σχέση με τα καθήκοντα του σχεδίου υπηρεσίας της επίδικης θέσης.

Ο συνήγορος της αιτήτριας πρόβαλε επίσης ότι η έκθεση έπασχε και κατά δεύτερο λόγο ως αναιτιολόγητη. Αξιολόγησε το ΕΜ ως εξαίρετο ενώ την αιτήτρια ως πάρα πολύ καλή χωρίς αιτιολογία.

Λόγος 3

Η απόφαση της ΕΔΥ έπασχε για διάφορους λόγους.

Η αιτήτρια υπερείχε σε αξία, προσόντα και πείρα όπως ο δικηγόρος της ανέπτυξε πιο πάνω. Η ΕΔΥ είχε υποχρέωση να μη λάβει υπόψη την πάσχουσα ως μεροληπτική υπέρ του ΕΜ σύσταση του Γενικού Διευθυντή.

Ο πρώτος λόγος ακύρωσης που πρόβαλε ο δικηγόρος της αιτήτριας αφορούσε τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή. Υποστήριξε τη σύγκρουση της με τα στοιχεία των φακέλων. Μελέτησα τις ετήσιες εκθέσεις που υπήρχαν στους φακέλους. Για την αιτήτρια διαπίστωσα ότι κατά τα έτη 1993-1996 βαθμολογήθηκε με εξαίρετα σε όλα τα στοιχεία αξιολόγησης. Το ΕΜ αξιολογήθηκε κατά το έτος 1993 ως εξαίρετη σε όλα τα στοιχεία, το ίδιο και κατά το έτος 1996. Για τα έτη 1994-1995 δεν υπάρχουν στοιχεία στο φάκελο του ΕΜ. Υπεροχή της αιτήτριας προκύπτει στα προηγούμενα έτη για τα οποία δεν υπάρχουν οι ετήσιες εκθέσεις στο φάκελο που κατατέθηκε στο δικαστήριο, αλλά διαπιστώνεται από τα πρακτικά της συνεδρίας της Συμβουλευτικής Επιτροπής ότι κατά τα έτη 1991 και 1992 αξιολογήθηκε εξαίρετα σε όλα τα στοιχεία. Το ΕΜ αξιολογήθηκε το έτος 1991, μετά από τροποποίηση από την ΕΔΥ, πολύ ικανοποιητικά σε όλα τα στοιχεία και το έτος 1992 εξαίρετα σε επτά στοιχεία αξιολόγησης και σε ένα πολύ ικανοποιητικά. Η ετήσια έκθεση του 1996 δεν υπήρχε ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής γιατί όπως προκύπτει δεν είχε σταλεί στην ΕΔΥ. Για το λόγο αυτό αναφέρθηκε ότι δεν υπήρχαν στοιχεία για το εν λόγω έτος. Το γεγονός αυτό δεν επηρεάζει αφού το ΕΜ αξιολογήθηκε εξαίρετα σε όλα τα στοιχεία κατά το έτος αυτό.

Από τα πιο πάνω στοιχεία προκύπτει κάποια υπεροχή της αιτήτριας η οποία όμως δεν είναι έκδηλη, ούτε και ισχυρίζεται κάτι τέτοιο ο δικηγόρος της.

Όσον αφορά τα προσόντα, η αιτήτρια κρίθηκε ότι πληρούσε το προσόν της παραγράφου 3(1) του σχεδίου υπηρεσίας με βάση το μεταπτυχιακό δίπλωμα της στη Διοίκηση Υπηρσιών Υγείας και το ΕΜ με βάση το πανεπιστημιακό δίπλωμα στη Νοσηλευτική. Ο ισχυρισμός του δικηγόρου της αιτήτριας για υπεροχή της τελευταίας σε προσόντα είναι αβάσιμος. Το μεταπτυχιακό δίπλωμα της κρίθηκε ως σχετικό για τη διαπίστωση της κατοχής του απαιτούμενου προσόντος της παραγράφου 3(1) και δεν μπορεί να μετρήσει δύο φορές. Όσον αφορά το δίπλωμα Νομικής που κατείχε, η ΕΔΥ το έλαβε υπόψη και του έδωσε τη δέουσα βαρύτητα.

Πρόβαλε για να πλήξει τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή και την υπεροχή της αιτήτριας σε πείρα. Στήριξε τον ισχυρισμό του αυτό στη σταδιοδρομία της αιτήτριας στις διάφορες θέσεις που υπηρέτησε από τις οποίες απέκτησε διοικητική πείρα, σε αντίθεση με τη σταδιοδρομία του ΕΜ που περιορίστηκε στον τομέα της εκπαίδευσης. Δεν μπορεί να αμφισβητηθεί η απόκτηση διοικητικής πείρας από την αιτήτρια. Δεν προκύπτει όμως ότι το ΕΜ τη στερείται. Τα καθήκοντα που ασκούσε ήταν, μεταξύ άλλων, η συμμετοχή στην οργάνωση, προγραμματισμό και διεκπεραίωση προγραμμάτων εκπαίδευσης των φοιτητών της Νοσηλευτικής Σχολής. Εξάλλου έχει κατ΄επανάληψη κριθεί στη Νομολογία ότι η ανάθεση σε υπάλληλο καθηκόντων περιορισμένων ή υποδεέστερων δεν μπορεί να τον θέσει σε μειονεκτική ή δυσμενέστερη θέση.

Τα απαιτούμενα προσόντα καθορίζονται στο σχέδιο υπηρεσίας της επίδικης θέσης. Αυτό απαιτούσε μεταξύ άλλων "διοικητική και οργανωτική ικανότητα". Στο σχετικό στοιχείο των ετήσιων εκθέσεων αξιολογήθηκαν τόσο η αιτήτρια όσο και το ΕΜ με εξαίρετα.

Ο κ. Πετρίδης υποστήριξε στη συνέχεια την προτίμηση του Γενικού Διευθυντή και τη μεροληψία του υπέρ του ΕΜ. Από τη μελέτη των στοιχείων του φακέλου διαπίστωσα ότι ανέθεσε στο ΕΜ να επιλαμβάνεται ορισμένων θεμάτων που είχαν σχέση με τη νοσηλευτική εκπαίδευση για δύο μέρες τη βδομάδα. Δεν προκύπτει ότι έγινε απόσπαση του ΕΜ στο Υπουργείο Υγείας. Πρέπει να λεχθεί ότι δεν είναι επίδικη σ΄αυτή τη διαδικασία η νομιμότητα της ανάθεσης στο ΕΜ των αναφερθέντων καθηκόντων αλλά κατά πόσο η ενέργεια αυτή του Γενικού Διευθυντή συνιστούσε ευμενή μεταχείριση για το ΕΜ. Κάτι τέτοιο δεν προκύπτει ούτε αποδείκτηκε στο Δικαστήριο.

Την ανάθεση των καθηκόντων αυτών στο ΕΜ, όπως ανέφερα πιο πάνω, ακολούθησε επιστολή της αιτήτριας προς την ΕΔΥ και η αντίδραση του Γενικού Διευθυντή ότι στην επιστολή αυτή "διατυπώνονται με όχι προσήκοντα τρόπο και ύφος ανεπίτρεπτοι και αβάσιμοι ισχυρισμοί", καθώς και αίτημά του για γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας για τη δυνατότητα πειθαρχικής δίωξης της αιτήτριας.

Πρόβαλε ο κ. Πετρίδης ότι από την περιγραφείσα ενέργεια του Γενικού Διευθυντή προκύπτει έχθρα προς το πρόσωπο της αιτήτριας και αντίθετα μεροληψία υπέρ του ΕΜ.

Η ύπαρξη προκατάληψης πρέπει να τεκμηριωθεί. Οι αρχές σε σχέση με την τεκμηρίωση προκατάληψης εξηγούνται στην Christou v. Republic (1980) 3 C.L.R. 437, 449-453, Kontemeniotis v. C.B.C. (1982) 3 C.L.R. 1027 και στη Soteriadou and Others v. Republic (1983) 3 C.L.R. 921.

Στην υπόθεση Christou (πιό πάνω) το Δικαστήριο έκρινε ότι το γεγονός ότι ο Διευθυντής του Τμήματος Τελωνείων ενήργησε στην πειθαρχική διαδικασία εναντίον του αιτητή, δεν απεδείκνυε προκατάληψη εναντίον του.

Από τα στοιχεία του φακέλου και συγκεκριμένα από τα πρακτικά της συνεδρίας, τόσο της Συμβουλευτικής Επιτροπής όσο και της ΕΔΥ, δεν προκύπτουν στοιχεία που να πείθουν το Δικαστήριο για προκατάληψη εναντίον της αιτήτριας.

Εξάλλου ο Γενικός Διευθυντής αξιολόγησε την απόδοση της αιτήτριας στην ενώπιον της ΕΔΥ προφορική εξέταση ως "Σχεδόν Πολύ Καλή" ενώ άλλων υποψηφίων ως "Καλή". Είναι νομολογημένο πως η ύπαρξη προκατάληψης και η έλλειψη αντικειμενικότητας θα πρέπει να αποδεικνύονται με επαρκή βεβαιότητα, είτε από γεγονότα που πηγάζουν από επίσημα διοικητικά έγγραφα είτε από άλλα γεγονότα που οδηγούν σε ασφαλές συμπέρασμα για την ύπαρξη μεροληψίας. Το βάρος της απόδειξης φέρει ο διάδικος που ισχυρίζεται την έλλειψη αμεροληψίας και ο οποίος θα πρέπει να παρουσιάσει συγκεκριμένες αποδείξεις για τη θεμελίωση των ισχυρισμών του. Η αιτήτρια απέτυχε να αποδείξει έλλειψη αντικειμενικότητας και ύπαρξη προκατάληψης σε βάρος της.

Ο κ. Πετρίδης, για να ενισχύσει τον ισχυρισμό του για μεροληψία, αναφέρθηκε και στο γεγονός της ανακριβούς περιγραφής από το ΕΜ στην ετήσια έκθεση για το έτος 1996 των καθηκόντων που εκτέλεσε κατά το έτος αυτό. Επεσήμανε τη διόρθωση που έγινε από το ΕΜ μετά από υπόδειξη του Γενικού Διευθυντή.

Συμφωνώ με τη θέση της δικηγόρου της καθ΄ης η αίτηση. Η αξιολόγηση του ΕΜ δεν επηρεάστηκε με οποιονδήποτε τρόπο από την ανακριβή περιγραφή των καθηκόντων από το ΕΜ. Από την άλλη οι ενέργειες του Γενικού Διευθυντή δείχνουν ότι αυτό ήταν σε γνώση του και ενδιαφερόταν να περιγράψει το ΕΜ με ακρίβεια τα καθήκοντα που ο ίδιος της είχε αναθέσει.

Εξέτασα στη συνέχεια τον ισχυρισμό για μεροληψία των μελών της Συμβουλευτικής Επιτροπής υπέρ του ΕΜ. Δεν τεκμηριώθηκε προκατάληψη εναντίον της αιτήτριας όπως καθορίζει η νομολογία. Το γεγονός ότι κατά την προφορική συνέντευξη ενώπιον της δεν είχε δοθεί ακόμα η γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα αν δικαιολογείτο η πειθαρχική δίωξη της αιτήτριας, δεν οδηγεί στο συμπέρασμα ότι επηρεάστηκαν τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής.

Ομοίως το γεγονός ότι αμφισβητήθηκε αν το μεταπτυχιακό δίπλωμα της αιτήτριας πληρούσε το προσόν της παρ.3(1) δεν υποστηρίζει προκατάληψη εναντίον της. Η Συμβουλευτική Επιτροπή ενήργησε μέσα στα πλαίσια διεξαγωγής δέουσας έρευνας για να διαπιστώσει την κατοχή από τους υποψήφιους των απαιτούμενων προσόντων του σχεδίου υπηρεσίας. Το δίπλωμα του ΕΜ Bsc in Nursing δεν δημιούργησε οποιαδήποτε αμφιβολία στην Επιτροπή η οποία είχε ενώπιόν της το πρόγραμμα σπουδών του Πανεπιστημίου από το οποίο απεφοίτησε το ΕΜ. Αυτό δεν οδηγεί στο συμπέρασμα για μεροληψία υπέρ του.

Απορρίπτω τον ισχυρισμό του κ. Πετρίδη ότι η έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής είναι αναιτιολόγητη. Αξιολόγησε το ΕΜ ως εξαίρετο και την αιτήτρια ως πάρα πολύ καλή δίνοντας για την κρίση της αυτή αιτιολογία η οποία δεν προκαλεί αμφιβολία. Παραπέμπω στην παράθεση που έγινε πιο πάνω η οποία μιλά από μόνη της.

Ισχυρίστηκε, τέλος, ο δικηγόρος της αιτήτριας, ότι η απόφαση της ΕΔΥ έπασχε.

Η αιτήτρια υπερείχε οριακά, όπως διαπιστώθηκε, σε αξία, όπως αυτή προκύπτει από τις ετήσιες εκθέσεις, υπεροχή η οποία όμως δεν είναι έκδηλη. Ο ισχυρισμός για υπεροχή της σε προσόντα και πείρα ήδη απορρίφθηκε. Το ίδιο ισχύει και για την κατ΄ισχυρισμό πάσχουσα ως μεροληπτική σύσταση του Γενικού Διευθυντή, αφού ο σχετικός ισχυρισμός δεν τεκμηριώθηκε. Το ΕΜ αξιολογήθηκε ως εξαίρετη στην ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής προφορική εξέταση και ως πάρα πολύ καλή ενώπιον της ΕΔΥ. Είχε υπέρ του τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή και υπερείχε σε αρχαιότητα.

Ως συνέπεια των πιο πάνω, η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος της αιτήτριας.

 

Π. Αρτέμης,

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/Χ.Π.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο