ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση αρ. 1204/1999
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Μ. ΚΡΟΝΙΔΗ, Δ.Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.
Μεταξύ:
Aνδρούλλας Μανιώρη, από τη Λεμεσό
Αιτήτριας
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας
Καθ'ης η αίτηση
- - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ
: 31 Ιουλίου, 2001.Για την αιτήτρια: Α. Σ. Αγγελίδης.
Για την καθ΄ης η αίτηση: Τζ. Καρακάννα (κα).
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η αιτήτρια στην παρούσα προσφυγή ζητά την ακόλουθη θεραπεία:-
"Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση της καθ΄ης η αίτηση η οποία δημοσιεύτηκε στις 16.7.99 στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και με την οποίαν προήγαγε τους 1) Μιχαήλ Μιχαήλ, 2) Χρύσω Χριστοφόρου, 3) Θεοφανώ Λουκά, 4) Μαρία Ίγκα, 5) Θεοφανώ Κ. Λουκά, 6) Ελένη Αργυρού και 7) Αθηνά Αλεξάκη στη μόνιμη θέση Γραμματειακού Λειτουργού (Τακτικός Προϋπολογισμός), Γενικό Γραμματειακό Προσωπικό, Γενικές Κατηγορίες Προσωπικού από την 1.7.99 αντί και/ή στη θέση της αιτήτριας είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.".
Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών με επιστολή του ημερ. 24.2.99 προς την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) ζήτησε την πλήρωση 30 μόνιμων θέσεων Γραμματειακού Λειτουργού.
Σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας η θέση Γραμματειακού Λειτουργού είναι θέση προαγωγής. Η ΕΔΥ στη συνεδρία της ημερ. 2.3.99 αποφάσισε να επιληφθεί του θέματος πλήρωσης των θέσεων σε μεταγενέστερη συνεδρία για να παραστεί και ο Διευθυντής Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού.
Στη συνεδρία της ΕΔΥ ημερ. 4.6.99 ο Διευθυντής σύστησε τα ενδιαφερόμενα μέρη για προαγωγή και αποχώρησε. Ακολούθως η ΕΔΥ αφού προχώρησε στη γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων αποφάσισε την προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών.
Η αιτήτρια η οποία ήταν υποψήφια για μια από τις επίδικες θέσεις καταχώρησε την παρούσα προσφυγή με το αιτητικό όπως αναφέρεται πιο πάνω.
Η αιτήτρια, με τη γραπτή αγόρευση του δικηγόρου της, προβάλλει δύο λόγους ακυρότητας. Πρώτα και κύρια προσβάλλεται ως αναιτιολόγητη η σύσταση του Διευθυντή και δεύτερο ότι η επίδικη απόφαση της ΕΔΥ είναι επίσης μη δεόντως αιτιολογημένη γιατί δεν διενεργήθηκε η δέουσα έρευνα.
Η σύσταση του Διευθυντή καταλαμβάνει 15 δακτυλογραφημένες σελίδες. Αναφέρω πιο κάτω την πρώτη σελίδα της σύστασης που έχει ως εξής:-
"Κατά τον ουσιώδη χρόνο (24.2.1999) όλοι οι υποψήφιοι που φαίνονται στο σχετικό κατάλογο (Α/Α 1 - 801) (με εξαίρεση τους υποψηφίους με Α/Α 1, 5 και 7 που επιλέγηκαν στις προηγούμενες διαδικασίες) κατείχαν τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης προσόντα.
Έχω μελετήσει και αξιολογήσει το σύνολο των στοιχείων των υποψηφίων, όπως αυτά φαίνονται στους Προσωπικούς τους Φακέλους και στις Εμπιστευτικές/Υπηρεσιακές τους Εκθέσεις, έχοντας υπόψη τα καθιερωμένα κριτήρια προαγωγής, δηλαδή την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα. Όσον αφορά τις Εμπιστευτικές/Υπηρεσιακές Εκθέσεις, σημειώνω ότι έλαβα υπόψη τη γενική εικόνα με έμφαση στα τελευταία χρόνια.
Έχω, επίσης, συλλέξει πληροφορίες από τους άμεσα προϊσταμένους των υποψηφίων ως προς τις προσωπικές ιδιότητές τους, τις εμπειρίες και ικανότητες που διαθέτουν και την εν γένει προσφορά τους και έχω προβεί σε μια γενική συνεκτίμηση όλων των στοιχείων για την εξασφάλιση ενιαίου μέτρου κρίσης και σύγκρισης, δεδομένου ότι τα μέλη του Γενικού Γραμματειακού Προσωπικού εναι τοποθετημένα σε πολλές Υπηρεσίες και αξιολογούνται από διάφορους προϊσταμένους. Σχετικά σημειώνω ότι οι πληροφορίες και τα στοιχεία αυτά έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα στην περίπτωση αυτή, ενόψει της πληθώρας ομάδων αξιολόγησης των οποίων το μέτρο κρίσης είναι δυνατόν να διαφέρει. Ειδικά στο Υπουργείο Εξωτερικών οι ομάδες αξιολόγησης, λόγω της μεγαλύτερης κινητικότητας των λειτουργών, διαφοροποιούνται περισσότερο από άλλες Υπηρεσίες.
Επειδή η αξία των υποψηφίων, όπως την αντικατοπτρίζουν οι Εμπιστευτικές/Υπηρεσιακές Εκθέσεις, αναφέρεται στην εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης που κατέχουν σήμερα, δηλαδή εκείνης του Γραφέα, έλαβα υπόψη μου τις δυνατότητές τους να αναλάβουν τις υψηλότερου επιπέδου ευθύνες και να εκτελέσουν με επάρκεια τα καθήκοντα της θέσης Γραμματειακού Λειτουργού. Αναφέρω σχετικά ότι σύμφωνα με το οικείο Σχέδιο Υπηρεσίας από τους κατόχους της θέσης αυτής απαιτείται να αναλαμβάνουν ευθύνη για την οργάνωση, συντονισμό, διεύθυνση και εύρυθμη λειτουργία αρχείων και την επίβλεψη και τον έλεγχο γραμματειακού και άλλου προσωπικού καθώς επίσης και την εκτέλεση άλλων διοικητικών καθηκόντων.".
Είναι ο βασικός ισχυρισμός του δικηγόρου της αιτήτριας ότι από την πιο πάνω περικοπή από τη σύσταση του Διευθυντή εξάγεται το συμπέρασμα ότι ρητά δεν αποδέχεται τις υπηρεσιακές εκθέσεις και ότι επιζητά, μέσω των πληροφοριών που έλαβε από τους κατά τόπο προϊσταμένους των υποψηφίων, δικό του ενιαίο μέτρο κρίσης, έξω από τα καθιερωμένα και με προσπάθεια ανάπλασης και αναδιαμόρφωσης στοιχείων των υπηρεσιακών εκθέσεων.
Δεν συμφωνώ με την πιο πάνω θέση της αιτήτριας. Ο Διευθυντής ρητά αναφέρει ότι μελέτησε τις υπηρεσιακές εκθέσεις των υποψηφίων τις οποίες λαμβάνει πλήρως υπόψη του. Αναφερόμενος στο ενιαίο μέτρο κρίσης ο Διευθυντής δεν εννοεί τις υπηρεσιακές εκθέσεις αλλά τις πληροφορίες και διαπιστώσεις που έλαβε από τους πολλούς προϊσταμένους των διαφόρων τμημάτων. Γι΄ αυτές τις πληροφορίες από τους προϊσταμένους αναφέρεται στο ενιαίο μέτρο κρίσης και όχι για να αναπλάσει ή να αναδιαμορφώσει τις υπηρεσιακές εκθέσεις. Είναι, εξάλλου, βασική αρχή της νομολογίας ότι η σύσταση πάσχει όταν εκφεύγει ή δεν συμφωνεί με τις υπηρεσιακές εκθέσεις, χωρίς να δίδεται αιτιολογία.
Ο δικηγόρος της αιτήτριας ισχυρίζεται επίσης ότι πάσχει η σύσταση γιατί ο Διευθυντής δεν κατονομάζει τους προϊσταμένους ούτε αναφέρεται στο περιεχόμενο των πληροφοριών που έλαβε από αυτούς.
Ούτε η θέση αυτή είναι ορθή. Ο Διευθυντής δεν έχει υποχρέωση να κατονομάσει τους προϊσταμένους ούτε να αποκαλύψει το περιεχόμενο των πληροφοριών του γιατί δεν είναι δυνατό να ελεγχθούν δικαστικά. (Βλέπε: Πέτρος Μεστάνας ν. Δημοκρατία, Α.Ε. 2582, ημερ. 15.3.2001 και Κώστας Θεοδώρου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. αρ. 1305/99, ημερ. 24.7.2001).
Η αιτήτρια ισχυρίζεται, περαιτέρω, ότι οι υπηρεσιακές εκθέσεις την αναδεικνύουν "εξαίρετη" και κατά συνέπεια υπερτερεί των ενδιαφερομένων μερών. Έτσι η σύσταση του Διευθυντή είναι αυθαίρετη και συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων.
Έχω μελετήσει όλους τους φακέλους και τις εμπιστευτικές εκθέσεις με έμφαση τα τελευταία τρία χρόνια. Πράγματι, από την έρευνα μου, προκύπτει ότι τόσο η αιτήτρια όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη έχουν βαθμολογηθεί ως "εξαίρετοι". Θεωρώ ότι όλοι, αιτήτρια και ενδιαφερόμενα μέρη, είναι ισάξιοι.
Ο Διευθυντής στην πολυσέλιδη σύστασή του, αιτιολογεί για το κάθε ένα ενδιαφερόμενο πρόσωπο την προτίμησή του. Δεν μου διαφεύγει της προσοχής ότι οι περισσότερες ιδιότητες και ικανότητες που τους αποδίδει βαθμολογούνται στις ετήσιες εμπιστευτικές εκθέσεις. Δεν έρχονται, όμως, σε αντίθεση με αυτές. Η σύσταση ως προς αυτές τις ικανότητες συνάδουν με τη βαθμολογία τους στις εμπιστευτικές εκθέσεις. Αποδίδει όμως στα ενδιαφερόμενα πρόσωπα και άλλες δεξιότητες και ιδιότητες. Πέραν τούτου ο Διευθυντής είναι σε θέση να γνωρίζει, συλλέγοντας πληροφορίες από τους προϊσταμένους των υποψηφίων, ποίοι από αυτούς είναι οι ικανότεροι να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της θέσης. Ο Διευθυντής έλαβε υπόψη κατά τη σύσταση του και τα τρία νομοθετημένα κριτήρια καθώς και τις πληροφορίες που συνέλεξε από τους άμεσα προϊσταμένους των υποψηφίων. Έδωσε δε επαρκή αιτιολογία για την προτίμησή του προς τα ενδιαφερόμενα μέρη. Παραθέτω και δεύτερο απόσπασμα από τη σύσταση του Διευθυντή που έχει ως εξής:-
"Έχω λάβει υπόψη μου ότι οι υποψήφιοι Λοϊζίδης Ανδρέας (Α/Α 2), Παφίτη Ανδρούλλα (Α/Α 3), Παναγιώτου Μαρία (Α/Α 4), Ευθυμίου Πιερής (Α/Α 6), Χατζηϊωάννου Χριστίνα (Α/Α 8), Χήρα Ελένη (Α/Α 9), Μία Μαρία (Α/Α 10), Κυριάκου Ελένη (Α/Α 11), Σωκράτους Αγάπιος (Α/Α 14), Μελετίου Μαίρη (Α/Α 15), Ζηντίλης Νικόλαος (Α/Α 16), Ιωαννίδης Ιωάννης (Α/Α 17), Βασιλείου Αθηνούλλα (Α/Α 20), Ζίγκα Βέρα (Α/Α 21), Ζαχαριάδης Απόλλων (Α/Α 22), Αγαπίου Ανδρούλλα (Α/Α 24), Κουρσουμπά Χρυστάλλα (Α/Α 25), Κυριάκου Ηλίας (Α/Α 34), Παπαγεωργίου Γεωργία (Α/Α 40), Λοϊζίδου Ειρήνη (Α/Α 48) και Γιάλλουρος Επαμεινώνδας (Α/Α 52), που δε συστήνω, έχουν υπεροχή σε αρχαιότητα έναντι όλων ή μερικών από τους υποψηφίους που συστήνω. Όμως, οι εν λόγω μη συστηνόμενοι υποψήφιοι υστερούν σε αξία των συστηνομένων μετά από σύγκριση του συνόλου των ενώπιόν μου στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων και των πληροφοριών και εκτιμήσεων από τους οικείους προϊσταμένους. Δεν μου διαφεύγει ότι όλοι ή μερικοί από τους υποψηφίους που δε συστήνω έχουν σημειώσει βελτίωση τα τελευταία χρόνια, η οποία αντικατοπτρίζεται στη βαθμολογία τους. Παρά ταύτα, μετά από συγκριτική στάθμιση τόσο της βαθμολογίας των Εμπιστευτικών/Υπηρεσιακών Εκθέσεων όσο και των πληροφοριών και εκτιμήσεων των οικείων προϊσταμένων, τις οποίες σε μια συνεκτίμηση όλων των δεδομένων υιοθετώ, κρίνω ότι οι υποψήφιοι που συστήνω υπερτερούν σε ιδιότητες, δεξιότητες, θετικότητα πνεύματος και συνολική παραγωγή ουσιαστικού έργου. Έχω, επίσης, λάβει υπόψη μου ότι ορισμένοι υποψήφιοι έχουν ακαδημαϊκά/επαγγελματικά προσόντα, τα οποία όμως δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας της υπό πλήρωση θέσης ούτε αποτελούν πλεονέκτημα και γι΄ αυτό, έχοντας υπόψη τη συνολική εικόνα των υποψηφίων, δεν τους αποδίδω σημασία σε σημείο που να επηρεάσει τη σύστασή μου.".
Καταλήγω, κατά συνέπεια, ότι η σύσταση του Διευθυντή είναι επαρκώς αιτιολογημένη, συνάδει δε με τα στοιχεία των φακέλων.
Ως δεύτερο λόγο ακύρωσης η αιτήτρια προβάλλει τον ισχυρισμό ότι πάσχει η αιτιολογία της επίδικης απόφασης της ΕΔΥ γιατί δεν διενήργησε τη δέουσα έρευνα. Παραπονείται η αιτήτρια ότι η ΕΔΥ "δεν διεξήγαγε καμιά έρευνα, δεν διερωτήθηκε ποιούς θεώρησε ο Διευθυντής ως υποψηφίους, δεν ερωτά για ποιούς υποψηφίους ζήτησε τις πληροφορίες από τους προϊσταμένους, ούτε αναζήτησε ή ερεύνησε τί είπαν οι προϊστάμενοι στο Διευθυντή για τους υποψηφίους. Η ΕΔΥ, όπως ισχυρίζεται η αιτήτρια, εάν προέβαινε στη δέουσα έρευνα έπρεπε να καταλήξει ότι η σύσταση του Διευθυντή δεν συμφωνούσε με τα στοιχεία των φακέλων.
Είναι φανερό από τα πιο πάνω ότι η αιτήτρια εστιάζει τον ισχυρισμό της στο γεγονός ότι η ΕΔΥ απεδέχθη τη σύσταση του Διευθυντή χωρίς να ζητήσει από τον Διευθυντή να κατονομάσει τους προϊσταμένους και τις πληροφορίες που έδωσαν σ΄ αυτόν. Η απάντηση μου στο θέμα αυτό έχει δοθεί προηγουμένως. Η ΕΔΥ είχε ενώπιον της τους φακέλους της υπόθεσης τους οποίους, ως αναφέρει, διεξήλθε τόσο όσον αφορά την αξία όσο και την αρχαιότητα και τα προσόντα. Αφού διερεύνησε τους φακέλους έκρινε ότι η σύσταση συμφωνούσε με το περιεχόμενο τους και την έλαβε υπόψη, ως είχε υποχρέωση, συνεκτιμώντας την με τα άλλα στοιχεία. Η ΕΔΥ έδωσε μια πλήρη εικόνα για τους υποψηφίους και αιτιολογία η οποία κρίνεται επαρκής έχοντας υπόψη ότι αυτή συμπληρώνεται από τα στοιχεία των φακέλων.
Στην επτασέλιδη αιτιολογία της απόφασης της ΕΔΥ φαίνεται ότι έλαβε υπόψη, αφού τα διερεύνησα, όλα τα στοιχεία που ευρίσκοντο ενώπιον της για να καταλήξει στην απόφασή της. Η δε απόφαση της είναι εύλογη υπό τις περιστάσεις.
Θεωρώ, ως ανεδαφικό, και το λόγο αυτό που προβάλλει η αιτήτρια για ακύρωση της επίδικης απόφασης.
Τελευταίος ισχυρισμός της αιτήτριας είναι το γεγονός ότι η ΕΔΥ δεν εξέτασε θέμα εφαρμογής του Ν. 55(1)/97 όπως τροποποιήθηκε από το Ν. 100(1)/98. (Νόμος που προνοεί για την επαγγελματική αποκατάσταση των παθόντων και των τέκνων των εγκλωβισμένων).
Στη γραπτή αγόρευση του ο δικηγόρος της αιτήτριας ισχυρίζεται ότι η τελευταία εμπίπτει στις πρόνοιες του πιο πάνω νόμου. Δεν αναφέρει όμως, σε ποιά κατηγορία δικαιούχων εμπίπτει ούτε καμιά λεπτομέρεια για το θέμα. Επειδή ελλείπουν τα στοιχεία αυτά από την αγόρευση ανέτρεξα στους φακέλους της υπόθεσης. Δεν υπάρχει κανένα στοιχείο στον προσωπικό φάκελο της αιτήτριας που να υποθέτει έστω το δικαίωμα της για συμπερίληψη της στους δικαιούχους του Νόμου. Παραμένει έτσι ο ισχυρισμός της αιτήτριας παντελώς ατεκμηρίωτος. Δεν υπήρχαν ενώπιον της ΕΔΥ οποιαδήποτε γεγονότα ή ισχυρισμοί για το θέμα αυτό που έπρεπε να διερευνήσει. Κατά συνέπεια και ο λόγος αυτός δεν τεκμηριώνεται και υπόκειται σε απόρριψη.
Καταλήγω ότι η αιτήτρια απέτυχε να αποδείξει οποιοδήποτε λόγο ακύρωσης αποτυγχάνοντας να ανατρέψει το τεκμήριο της νομιμότητας της διοικητικής απόφασης. Η αιτήτρια απέτυχε να αποδείξει έκδηλη υπεροχή ή οποιαδήποτε υπεροχή έναντι των ενδιαφερομένων μερών.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.
/Επσ